.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ευχή του Ιησού. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ευχή του Ιησού. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Γέροντας Εφραίμ κατουνακιωτης:Οι περισσότεροι που έρχονται στα Κατουνάκια



Οι περισσότεροι που έρχονται στα Κατουνάκια, πές μας κάτι λένε.... Ε, να σας πω ότι, αφιερώστε τουλάχιστον το εικοσιτετράωρο μισή ώρα. Όποια ώρα, κατά την κοσμικιά δέκα, έντεκα προ του μεσονυκτίου. Και νά λέτε την ευχούλα δίχως να κρατάτε κομποσχοίνι στο χέρι σας. Ικετευτικά, παρακλητικά, κλαψιάρικα «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Έτσι.

Καλλιέργησέ το αυτό και θα δεις τι καρπό θα βγάλει. Από μισή ώρα θα το κάνεις κατόπιν μια ώρα· και πρόσεξε ότι εκείνην την ώρα είτε το τηλέφωνο θα σου χτυπήσει ή αυτή τη δουλειά πρέπει να την κάνω τώρα ή ύπνος θα σε χτυπήσει εκείνην την ώρα. Τίποτες. 

Κλείστο το τηλέφωνο, τελείωσε όλες τις δουλειές σου και κάνε αυτό, μισή ώρα, όχι περισσότερο. Και θα δεις, αυτό είναι, θα φυτέψεις ένα δεντράκι κι αύριο - μεθαύριο θα κάνει καρπό. Κι ο άγιος Χρυσόστομος κι ο άγιος Βασίλειος απ' αυτό άρχισαν. Μικρό δεντράκι κι έγιναν φωστήρες της Οικουμένης

Παπά Εφραίμ Κατουνακιώτης

"Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με"



«Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με» ;

Να είσαι τροφή και ποτό της ψυχής μου.
Να είσαι πηγή για τη διψώσα ψυχή μου.
Να είσαι το φως για τη σκοτισμένη ψυχή μου.
Να είσαι παρηγοριά μέσα στις θλίψεις μου.
Να είσαι αγαλλίαση στη λύπη μου.
Να είσαι λύτρωση στην αιχμαλωσία μου.
Να είσαι ειρήνη και ησυχία έναντι της κακής συνειδήσεώς μου.
Να είσαι σοφία έναντι της αφροσύνης μου.
Να είσαι προστάτης έναντι των συκοφαντών μου.
Να είσαι δικαιοσύνη έναντι των αμαρτιών μου.
Να είσαι αγιασμός έναντι της ακαθαρσίας μου.
Να είσαι νίκη έναντι των εχθρών μου.
Να είσαι ασπίδα έναντι των διωκόντων με.
Να είσαι ειρηνοποιός έναντι του θυμού του Θεού.
Να είσαι θυσία για τις αμαρτίες μου.
Να είσαι ισχύς μου στην αδυναμία μου.
Να είσαι ζωή έναντι του θανάτου μου.
Να είσαι συμβουλή έναντι της αγνοίας μου.
Να είσαι δύναμη έναντι της εξαντλήσεώς μου.
Να είσαι αιώνιος Πατήρ για μένα τον ορφανό.
Να είσαι Δικαστής έναντι των αδικούντων με.
Να είσαι Βασιλιάς έναντι της διαβολικής βασιλείας.
Να είσαι οδηγός στις οδούς μου.
Να είσαι υπερασπιστής μου την ώρα του θανάτου μου.
Να είσαι προστάτης μου μετά τον θάνατό μου.
Να είσαι η αιώνιά μου ζωή μετά την ανάστασή μου.
Ιησού Υιέ Θεού, ελέησόν με.
«Δος δόξαν τω ονόματί σου», και εμοί την αιώνιαν σωτηρίαν.
«Μη ημίν, Κύριε, μη ημίν αλλ' η τω ονόματί σου δος δόξαν».
Αμήν. 

(Άγιος Τύχων του Ζαντόνσκ)

...είναι και προσευχή και ευχή και ομολογία πίστεως.

- Είναι προσευχή, διότι μ’ αυτήν ζητούμε παρακλητικά το θείο έλεος.

- Είναι ευχή επειδή παραδίδουμε τους εαυτούς μας στο Χριστό με το να Τον επικαλούμεθα.

- Είναι ομολογία, διότι μακαρίστηκε ο Πέτρος επειδή ομολόγησε αυτό το όνομα.

- Παρέχει το Πνεύμα διότι «κανένας δεν λέει τον Ιησού Κύριο, παρά με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος».

- Χορηγεί θείες δωρεές διότι γι’ αυτήν λέει ο Χριστός στον Πέτρο «θα σου δώσω τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών».

- Είναι κάθαρση καρδιάς διότι βλέπει το Θεό και Τον καλεί και καθαρίζει αυτόν που βλέπει.

- Διώχνει τους δαίμονες, διότι με το Όνομα του Ιησού Χριστού διώχθηκαν και διώκονται όλοι οι δαίμονες.

- Είναι και κατοίκηση Χριστού μέσα μας διότι με το να Τον φέρουμε στη μνήμη μας – - Είναι μέσα μας και με την ενθύμηση κατοικεί και μας γεμίζει ευφροσύνη, όπως λέει, «θυμήθηκα το Θεό και γέμισα ευφροσύνη» .

- Είναι πηγή πνευματικών σκέψεων και λογισμών, διότι ο Χριστός είναι ο θησαυρός κάθε σοφίας και γνώσεως, και αυτά τα χορηγεί σ’ εκείνους που μέσα τους κατοικεί.

- Είναι απολύτρωση των αμαρτιών, επειδή λέει γι’ αυτήν «Όσα λύσεις, θα είναι λυμένα στον ουρανό».

- Είναι θεραπευτήριο ψυχών και σωμάτων, επειδή λέει «στο όνομα του Ιησού Χριστού, σήκω και περπάτα» και «Αινέα, σε θεραπεύει ο Ιησούς Χριστός».

- Χορηγεί το θείο φωτισμό, διότι ο Χριστός είναι το αληθινό φως και μεταδίδει σ’ αυτούς που Τον επικαλούνται από τη λαμπρότητα και τη χάρη Του. «Ας είναι, λέει, η λαμπρότητα του Κυρίου και Θεού μας σ’ εμάς», και «όποιος με ακολουθεί θα έχει το φως της ζωής».

- Είναι πηγή του θείου ελέους διότι ζητούμε το έλεος. Και ο Κύριος είναι ελεήμων και ελεεί όλους όσοι τον επικαλούνται, και κάνει γρήγορη εκδίκηση εκείνων που βοούν προς Αυτόν.

- Είναι η μόνη σωτηρία διότι, λέει ο Απόστολος «με κανέναν άλλο δεν μπορούμε να σωθούμε», και «Αυτός είναι ο σωτήρας του κόσμου, ο Χριστός». Γι’ αυτό και κατά την εσχάτη ημέρα «κάθε γλώσσα θα ομολογήσει» και θα ανυμνήσει, θέλοντας και μη θέλοντας «ότι Κύριος είναι ο Ιησούς Χριστός, για να δοξάζεται ο Θεός Πατέρας».

Αυτό είναι το σημάδι της πίστεως μας, ότι είμαστε και ονομαζόμαστε Χριστιανοί και δίνουμε μαρτυρία ότι είμαστε εκ Θεού. «Όποιος ομολογεί πως ο Ιησούς είναι ο Χριστός που ήλθε και έγινε άνθρωπος, αυτός είναι εκ του Θεού» λέει όπως είπαμε και πριν, και όποιος δεν ομολογεί δεν είναι εκ του Θεού. Και αυτός που δεν ομολογεί τον Ιησού Χριστό είναι από τον Αντίχριστο.

Αυτή, λοιπόν, η θεία προσευχή, η επίκληση του Σωτήρα μας, το «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με» είναι και προσευχή και ευχή και ομολογία πίστεως και μεταδίδει το Άγιο Πνεύμα και χορηγεί τις θείες δωρεές, είναι και κάθαρση της καρδιάς, διώχνει τους δαίμονες και κατοικίζει μέσα της τον Ιησού Χριστό, είναι πηγή πνευματικών σκέψεων και θείων λογισμών, απολύτρωση των αμαρτιών, θεραπεία των ψυχών και των σωμάτων, χορηγός θείου φωτισμού, ανάβρυση του ελέους του Θεού και βραβεύτρια με αποκαλύψεις και θείες μυήσεις του ταπεινού ανθρώπου, και η μόνη σωτηρία, επειδή περιέχει το σωτηριώδες όνομα του Θεού μας, το οποίο είναι το μόνο όνομα που επικαλούμεθα, δηλαδή του Ιησού Χριστού του Υιού του Θεού. Και δεν υπάρχει άλλο όνομα με το οποίο να μπορούμε να σωθούμε , όπως λέει ο Απόστολος.

Γι’ αυτό και είναι και προσευχή, διότι μ’ αυτήν ζητούμε παρακλητικά το θείο έλεος, είναι και ευχή επειδή παραδίδουμε τους εαυτούς μας στο Χριστό με το να Τον επικαλούμεθα. Είναι ομολογία, διότι μακαρίστηκε ο Πέτρος επειδή ομολόγησε αυτό το όνομα. Παρέχει το Πνεύμα διότι «κανένας δεν λέει τον Ιησού Κύριο, παρά με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος». Χορηγεί θείες δωρεές διότι γι’ αυτήν λέει ο Χριστός στον Πέτρο «θα σου δώσω τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών». Είναι κάθαρση καρδιάς διότι βλέπει το Θεό και Τον καλεί και καθαρίζει αυτόν που βλέπει. Διώχνει τους δαίμονες, διότι με το Όνομα του Ιησού Χριστού διώχθηκαν και διώκονται όλοι οι δαίμονες. Είναι και κατοίκηση Χριστού μέσα μας διότι με το να Τον φέρουμε στη μνήμη μας είναι μέσα μας και με την ενθύμηση κατοικεί και μας γεμίζει ευφροσύνη, όπως λέει, «θυμήθηκα το Θεό και γέμισα ευφροσύνη» . Είναι πηγή πνευματικών σκέψεων και λογισμών, διότι ο Χριστός είναι ο θησαυρός κάθε σοφίας και γνώσεως, και αυτά τα χορηγεί σ’ εκείνους που μέσα τους κατοικεί. Είναι απολύτρωση των αμαρτιών, επειδή λέει γι’ αυτήν «Όσα λύσεις, θα είναι λυμένα στον ουρανό». Είναι θεραπευτήριο ψυχών και σωμάτων, επειδή λέει «στο όνομα του Ιησού Χριστού, σήκω και περπάτα» και «Αινέα, σε θεραπεύει ο Ιησούς Χριστός». Χορηγεί το θείο φωτισμό, διότι ο Χριστός είναι το αληθινό φως και μεταδίδει σ’ αυτούς που Τον επικαλούνται από τη λαμπρότητα και τη χάρη Του. «Ας είναι, λέει, η λαμπρότητα του Κυρίου και Θεού μας σ’ εμάς», και «όποιος με ακολουθεί θα έχει το φως της ζωής». Είναι πηγή του θείου ελέους διότι ζητούμε το έλεος. Και ο Κύριος είναι ελεήμων και ελεεί όλους όσοι τον επικαλούνται, και κάνει γρήγορη εκδίκηση εκείνων που βοούν προς Αυτόν. Και βραβεύει, με αποκαλύψεις και θείες μυήσεις, τους ταπεινούς, διότι αύτη δόθηκε και στον αλιέα Πέτρο με αποκάλυψη του ουρανίου Πατέρα, και ο Παύλος ανυψώθηκε εν Χριστώ και άκουσε αποκαλύψεις. Και πάντοτε αυτό ενεργεί. Και είναι η μόνη σωτηρία διότι, λέει ο Απόστολος «με κανέναν άλλο δεν μπορούμε να σωθούμε», και «Αυτός είναι ο σωτήρας του κόσμου, ο Χριστός». Γι’ αυτό και κατά την εσχάτη ημέρα «κάθε γλώσσα θα ομολογήσει» και θα ανυμνήσει, θέλοντας και μη θέλοντας «ότι Κύριος είναι ο Ιησούς Χριστός, για να δοξάζεται ο Θεός Πατέρας». Και αυτό είναι το σημάδι της πίστεως μας, ότι είμαστε και ονομαζόμαστε Χριστιανοί και δίνουμε μαρτυρία ότι είμαστε εκ Θεού. «Όποιος ομολογεί πως ο Ιησούς είναι ο Χριστός που ήλθε και έγινε άνθρωπος, αυτός είναι εκ του Θεού» λέει όπως είπαμε και πριν, και όποιος δεν ομολογεί δεν είναι εκ του Θεού. Και αυτός που δεν ομολογεί τον Ιησού Χριστό είναι από τον Αντίχριστο.

Για όλα αυτά, πρέπει όλοι οι πιστοί να ομολογούν ασταμάτητα αυτό το όνομα και για την ανακήρυξη της πίστεως, και για την αγάπη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, από την οποία δεν πρέπει κανένα πράγμα να μας χωρίσει ποτέ, και για τη χάρη και άφεση και απολύτρωση και θεραπεία, και αγιασμό και φωτισμό και προ πάντων τη σωτηρία που προέρχονται από το όνομα αυτό. Με το θειο αυτό όνομα θαυματούργησαν και δίδαξαν οι απόστολοι. Γι’ αυτό και ο Ευαγγελιστής – Ιωάννης- λέει: «Αυτά γράφτηκαν για να πιστέψετε ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού» αυτή είναι η πίστη «ώστε πιστεύοντας να έχετε διά του ονόματος Του ζωή» . Αυτή είναι η σωτηρία και η ζωή.

(Αγίου Συμεών, Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, "Η Προσευχή του Ιησού", Εκδ. Επέκταση)

Στους δύσκολους καιρούς θα υπάρχει τρόπος κάποιος να σωθεί: «Εκείνος που θα ασκηθεί στην ευχή του Ιησού…»



Άγιος Σεραφείµ της Βύριτσα (1866-1949):

«…Η υπερηφάνεια και το µίσος µπορούν να νικηθούν µόνο µε τις αντίθετες αυτών αρετές, την ταπεινοφροσύνη και την αγάπη, οι οποίες προσελκύουν την παντοδύναµη χάρη του Θεού…».

Ο γέροντας για την γεµάτη αυτοθυσία αγάπη του προς όλους είχε µετάσχει πολλών θείων θεωριών και αρπαγών: Έλεγε χαρακτηριστικά: «…Εκεί είναι πολύ ωραία. Αχ, να ξέρατε µόνο τι ωραία πού είναι εκεί…». Προσπαθούσε αλλά δεν κατάφερνε να κρυφτεί, η χάρη του Θεού τον «πρόδιδε», όπως δείχνει και το επόµενο περιστατικό.

Συµβούλευε ο γέροντας: «Με όλη σας την καρδιά αγαπήστε τον Κύριο µας Ιησού Χριστό… Στους δύσκολους καιρούς θα υπάρχει τρόπος κάποιος να σωθεί: Εκείνος που θα ασκηθεί στην ευχή του Ιησού (την αδιάλειπτη επίκληση “Κύριε Ιησού Χριστέ -Υιέ του Θεού- ελέησόν µε”, ως και το “Υπεραγία Θεοτόκε σώσον µε” -ΛΜ∆), ανερχόµενος πνευµατικά από τη συχνή επίκληση του ονόµατος του Υιού του Θεού µε την αδιάλειπτη προσευχή, αυτός και θα σωθεί».

Στους ανθρώπους που είχαν δυσκολίες και προβλήµατα στις διαπροσωπικές σχέσεις τους κι ένιωθαν µίσος ή πικρία προς τους εχθρούς τους, έλεγε: «Θα πρέπει να προσευχόµαστε πάντα για τους εχθρούς µας. Ας µας συκοφαντούν οι άλλοι, ας λένε άσχηµα λόγια για µας. Εµείς να συγχωρούµε και να προσπαθούµε να τα κάνουµε όλα καλά… 
Πάντα να ευχαριστούµε τον Κύριο για όλα, ακόµη και για τις δοκιµασίες και τις θλίψεις». 
Σ’ όσους είχαν αδικήσει κάποιον, τόνιζε και πάλι την ανάγκη της προσευχής: «Να προσευχόµαστε για όσους µε οποιονδήποτε τρόπο αδικήσαµε. Τουλάχιστον µια φορά στη ζωή µας, πρέπει ν’ ανάψουµε ένα κερί για όσους προσβάλαµε, απατήσαµε, κλέψαµε ή χρωστούσαµε και δεν επιστρέψαµε τα χρέη µας».

«… Η ευλογηµένη Ρωσία κατέχει τον ανεκτίµητο θησαυρό: την ορθόδοξη πίστη. Στη ∆ύση που φαίνεται να ακµάζει, σκοπός όλων είναι η επίγεια ευηµερία… 
Η Αγία Ρωσία ζούσε πάντα µε το όραµα του Ουρανού, έψαχνε πάντα πάνω απ’ όλα για τη βασιλεία του Θεού και την αλήθεια Του και ήταν σε ζωντανή επαφή µε τον Ουρανό… Ο αληθινός διαφωτισµός είναι ο διαφωτισµός της ψυχής µε το φως της Ορθοδοξίας».

Ο στάρετς Σεραφείµ της Βύριτσα, έκδοση Β΄ «ΑΚΡΙΤΑΣ»

«Εν τω ονόματι του Ιησού…»



Βέβαια είναι αλήθεια ότι ή πρώτη σύλληψη, από το λογοκρατούμενο πνεύμα μας, της λειτουργίας της επικλήσεως του ονόματος του Ιησού είναι συνήθως μια διαφάνεια νοησιαρχική. Τη διαδικασία της επικλήσεως συλλαμβάνουμε ως καθαρή νοητική λειτουργία. Αλλά αν βιώνουμε έναν ορισμένο βαθμό αγιοπνευματικής εμπειρίας, το πνεύμα μας, καθώς ανοίγει τις πύλες του για να δεχθεί την εικόνα της λειτουργίας της επικλήσεως του ονόματος του Ιησού, δεν υποδέχεται μια παράσταση της διανοίας αλλά μια αγιοπνευματική «Θεία Λειτουργία», στην οποία εκφράζεται συνοπτικά όλη η δυναμική λυτρωτική παρουσία της ζωής του Κυρίου. Η επίκληση του ονόματος του Ιησού δεν είναι μια τυπική (μηχανική – ψυχολογική) επανάληψη προβολής νοητικών διαφανειών στην οθόνη του πνεύματός μας. Είναι αναμφιβόλως η έκχυση της συνολικής δυναμικής του σωτηριολογικού Του έργου στην καθολική μας ύπαρξη.

Πράγματι! Έδώ μπορεί κανείς να θυμηθεί τη διαβεβαίωση του Παύλου· «Ότι η αγάπη του Θεού εκκέχυται εν ταις καρδίαις ημών διά Πνεύματος Αγίου του δοθέντος ημίν» (Ρωμ. 5, 5.). Αν η αγάπη του Θεού είναι ο μονογενής Υιός Του, η έκχυση του Αγίου Πνεύματος στις καρδιές μας είναι η έκχυση της χάριτος του λυτρωτικού Του έργου σε όλο το χώρο της υπάρξεως μας. Ο απ. Παύλος, μ’ ένα νου βαπτισμένο σε απερίγραπτες ουράνιες εμπειρίες, μας παραδίδει συχνά έννοιες που δεν μπορούμε να καταλάβουμε άμεσα. Μπορούμε όμως να … υποψιαζόμαστε τί άπειρο βάθος «σοφίας Χριστού» υπάρχει πίσω από κάθε έννοια που είναι προορισμένη να προσανατολίζει το πνεύμα μας στη συνάντηση και βίωση του Χριστού μέσα μας.

Έτσι η προτροπή του «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» είναι μια ευαγγελική διαφάνεια μέσα από την οποία αναφαίνεται η «ανά πάσαν στιγμήν» λυτρωτική ενέργεια της αγάπης του Θεού διά του ονόματος του Υιού Του «εν Αγίω Πνεύματι».
Γι΄ αυτό ο απόστολος θα μας παραδώσει την αδιάλειπτη προσευχή μ’ ένα συγκεκριμένο περιεχόμενο· την επίκληση του ονόματος του Ιησού· «Παν ό,τι αν ποιήτε εν λόγω, ή έργω, πάντα εν ονόματι Κυρίου Ιησού ποιήτε» (Κολοσ. 3, 17).

Η καθολική αυτή «χρησιμοποίηση» του ονόματος του Ιησού στις οποιεσδήποτε στιγμές και καταστάσεις της υπάρξεώς μας είναι συγχρόνως μετοχή του όλου ανθρώπου, διά της ιερατικής λειτουργίας του νου, στη «Θεία Λειτουργία» της εν Χριστώ Ιησού σωτηρίας. Όταν δηλ. επικαλούμεθα το όνομα του Κυρίου σε οποιαδήποτε στιγμή της ζωής μας, δεν επικαλούμεθα μόνο το άγιο βλέμμα Του ή μόνο την ευλογία της «δεξιάς Του». Επικαλούμεθα όλες τις λεπτομέρειες της καθολικής Του ζωής και παρουσίας, όπως βιώθηκαν από τον Ίδιο και συναπετέλεσαν το λυτρωτικό Του έργο που, εξ άλλου, συνοπτικά εκφράζεται στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας! Γι’ αυτό η απαραίτητη συμμετοχή μας στο μυστήριο αυτό είναι, από την άλλη μεριά, η εξασφάλιση της δυνατότητος να επικαλούμεθα το όνομα του Ιησού και να βιώνουμε τη μυστηριακή δραστικότητα του ονόματος αυτού σαν μια πλήρη «Θεία Λειτουργία» μέσα στον «εν ημίν Ναόν του Θεού»!

Η επίκληση του ονόματος του Ιησού δεν είναι απλώς μια…προσευχή! Είναι κάτι πολύ περισσότερο της προσευχής που κάνουμε για μια καθησύχαση της χριστιανικής μας αυτοσυνειδησίας! Είναι μια πλήρης Θεία Λειτουργία της υπάρξεως …! Όντως!
Οι δυο μαθητές και απόστολοι του Χριστού, στο θαύμα της θεραπείας του χωλού ανθρώπου, δεν έκαναν μια απλή ενέργεια. Κατά κάποιο τρόπο επετέλεσαν μια «Θεία Λειτουργία»! Με την επίκληση του ονόματος του Ιησού παρέδωσαν τον άνθρωπο αυτό στη μοναδική λυτρωτική διαδικασία, στην ενέργεια της Χάριτος του Θεού που απέρρευσε πλούσια από το Σταυρό του Κυρίου. Εξ άλλου η παράδοση αυτή ήταν για το χωλό άνθρωπο εισαγωγή του στο αδιάλειπτα τελεσιουργούμενο εν Αγίω Πνεύματι έργο της σωτηρίας του ανθρώπου διά του Ιησού Χριστού. Και το έργο αυτό είναι πράγματι μια αδιάλειπτη Θεία Λειτουργία! Γιατί ένα θαύμα μόνο καρπός μιας Θείας Λειτουργίας μπορεί να είναι!

Η θαυματουργική θεραπεία της παραλυμένης σάρκας- η ζωοποίηση εν Χριστώ Ιησού μιας σωματικής νεκρώσεως μόνο σαν αποτέλεσμα της λυτρωτικής λειτουργίας της παρουσίας και ζωής του Χριστού μπορεί να εννοηθεί. Συνήθως η επιφάνεια του θαύματος είναι μια απλή ενέργεια ή ένας σύντομος λόγος. Αλλά οι λυτρωτικές εν Χριστώ Ιησού ενέργειες, που ολοκληρώνουν το θαύμα, είναι διαδικασίες μιας Θ. Λειτουργίας…!

Το μήνυμα αυτής της ευαγγελικής διαφάνειας είναι φανερό. Τα υπαρξιακά μας προβλήματα μπορούν να θεραπεύονται μέσα στις σκοτούρες και το άγχος τής καθημερινότητας, αν τα παραδίδουμε διά της επικλήσεως του ονόματος του Ιησού στην αγία τράπεζα της Θείας Λειτουργίας της Ζωής και Παρουσίας του Χριστού …!

«Και παν ό,τι αν ποιήτε εν λόγω ή έργω, πάντα εν ονόματι Κυρίου Ιησού ποιήτε». Με τον τρόπο αυτό λειτουργούμε κι εμείς σαν μια Θ. Λειτουργία της υπάρξεως. 

Γιατί η αδιάλειπτη μετοχή μας στη ζωή και παρουσία του Χριστού μας κάνει να λειτουργούμε εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών.

Του ἀεμνήστου Ἰωάννου Κορναράκη

Τα κάμνετε αυτά; Αν όχι, νοερά προσευχή γιόκ! ~ Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης



Ειδικά για τους ανθρώπους που ζουν στον κόσμο ο Γέρων Αρσένιος συμβουλεύει: 

«Όταν οι επισκέπτες ενδιαφέρονταν να μάθουν για την νοεράν προσευχήν, ερωτούσε:

- Έχετε πνευματικόν; 
Είσαστε εξομολογημένοι; 
Προσεύχεσθε; 
Εκκλησιάζεστε; 
Νηστεύετε Τετάρτην και Παρασκευήν; 
Κοινωνάτε τακτικά;

Αν οι επισκέπτες ήσαν έγγαμοι, πρόσθετε:

- Φυλάγετε εγκράτειαν με την γυναίκα σας κατά τις νηστείες, Κυριακές, γιορτές; 
Κάμνετε παιδιά, όσα δώσει ο Θεός; 
Έχετε αγάπην με εχθρούς και φίλους;

Αν κάμνετε αυτά, 
τότε να μιλήσουμε για την νοεράν προσευχήν.
Αν όχι, νοερά προσευχή γιόκ. 
Να μή χάνουμε και τα λόγια μας».

(Ιωσήφ Μονάχου Διονυσιάτου: «Ο Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης» Β’ Έκδοση, σελ. 91.)

Σε πολλούς από εμάς ίσως φαίνονται δύσκολα τα λόγια αυτά του π. Αρσενίου. 

Είναι όμως αληθινά και εγκυρότατα...

Η ευχή μας εξυψώνει και μας ενώνει με τον Χριστό, τον ιατρό των ψυχών και σωμάτων υμών.

Μας βοηθά αποτελεσματικά στο να ξεπεράσουμε όλα τα προβλήματά μας. Μας ενισχύει να αντέχουμε τους πειρασμούς για να κερδίσουμε μέσα από αυτούς την αιώνια σωτηρία μας. Εμποδίζει τον πονηρό να δημιουργεί δυσκολίες στις σχέσεις με τους συνανθρώπους μας και να διαταράσσει έτσι την γαλήνη της ψυχής μας.

Ασκώντας την νοερά προσευχή και ο ίδιος ο άνθρωπος μένει έκπληκτος από τις αλλαγές που παρατηρεί μέσα του.

Ο φλύαρος γίνεται σιωπηλός και εσωστρεφής, δεν επιθυμεί πιά τις συζητήσεις, έχει μία ιερά ενασχόληση, ο δειλός γίνεται ανδρείος, ο αγχώδης γαλήνιος, ο νωθρός και αμελής βιαστής, και ο απαισιόδοξος αισιόδοξος. Πλημμυρίζει από αγαθούς λογισμούς, βλέπει τους άλλους ανθρώπους καλούς, δικαιολογεί τις πτώσεις τους, γεμίζει από ευσπλαχνία, κατάνυξη και ταπείνωση.

Η νοερά προσευχή είναι ένας λειμώνας όπου σκηνώνει η Χάρις του Θεού, γι’αυτό είναι μακάριοι όσοι ασχολούνται με αυτήν. Ο Όσιος Γέρων Ιωσήφ μας προτρέπει: «όποιος θέλει ας δοκιμάζη αυτό το μέλι και γίνεται μέσα του πηγή χαράς και ευφρόσυνης». 

Έχουμε μία ανεκτίμητη πνευματική κληρονομιά, τα συγγράμματα των Αγίων Νηπτικών Πατέρων και τις Επιστολές του τελευταίου Νηπτικού του καιρού μας, Οσίου Ιωσήφ. Ας την αξιοποιήσουμε...

«Σεις δε, εάν αγαπάτε την νοεράν προσευχήν, πενθείτε και κλαίετε ζητώντας τον Ιησούν. Και Αυτός θα αποκαλυφθή ως εν εμπύρω αγάπη, όπου καταφλέγει όλα τα πάθη».

Πρωτ. Γεωργίου Τριανταφύλλου, Ο Άγιος Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, Ο Νηπτικός Πατήρ και Διδάσκαλος (Ταπεινή αναφορά στη ζωή και στο έργο του), εκδόσεις Ιερού Ησυχαστηρίου Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης Θαψάνων Πάρου.

Οι μακάριοι Γέροντες Αρσένιος (αριστερά), και Ιωσήφ (δεξιά), 
οι Σπηλαιώτες και Ησυχαστές, οι για σαράντα χρόνια αχώριστοι συνασκητές.

«Και παν ό,τ ι αν ποιήτε εν λόγω ή έργω, πάντα εν ονόματι Κυρίου Ιησού ποιήτε»

«Εν τω ονόματι του Ιησού…»

Είναι αλήθεια ότι ή πρώτη σύλληψη, από το λογοκρατούμενο πνεύμα μας, της λειτουργίας της επικλήσεως του ονόματος του Ιησού είναι συνήθως μια διαφάνεια νοησιαρχική. Τη διαδικασία της επικλήσεως συλλαμβάνουμε ως καθαρή νοητική λειτουργία. Αλλά αν βιώνουμε έναν ορισμένο βαθμό αγιοπνευματικής εμπειρίας, το πνεύμα μας, καθώς ανοίγει τις πύλες του για να δεχθεί την εικόνα της λειτουργίας της επικλήσεως του ονόματος του Ιησού, δεν υποδέχεται μια παράσταση της διανοίας αλλά μια άγιοπνευματική «Θεία Λειτουργία», στην οποία εκφράζεται συνοπτικά όλη η δυναμική λυτρωτική παρουσία της ζωής του Κυρίου.
Η επίκληση του ονόματος του Ιησού δεν είναι μια τυπική (μηχανική – ψυχολογική) επανάληψη προβολής νοητικών διαφανειών στην οθόνη του πνεύματός μας. 
Είναι αναμφιβόλως η έκχυση της συνολικής δυναμικής του σωτηριολογικού Του έργου στην καθολική μας ύπαρξη.
Πράγματι! Έδώ μπορεί κανείς να θυμηθεί τη διαβεβαίωση του Παύλου· «Ότι η αγάπη του Θεού εκκέχυται εν ταις καρδίαις ημών διά Πνεύματος Αγίου του δοθέντος ημίν» (Ρωμ. 5, 5.). Αν η αγάπη του Θεού είναι ο μονογενής Υιός Του, η έκχυση του Αγίου Πνεύματος στις καρδιές μας είναι η έκχυση της χάριτος του λυτρωτικού Του έργου σε όλο το χώρο της υπάρξεως μας. Ο απ. Παύλος, μ’ ένα νου βαπτισμένο σε απερίγραπτες ουράνιες εμπειρίες, μας παραδίδει συχνά έννοιες που δεν μπορούμε να καταλάβουμε άμεσα. 
Μπορούμε όμως να …υποψιαζόμαστε τί άπειρο βάθος «σοφίας Χριστού» υπάρχει πίσω από κάθε έννοια που είναι προορισμένη να προσανατολίζει το πνεύμα μας στη συνάντηση και βίωση του Χριστού μέσα μας. Έτσι η προτροπή του «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» είναι μια ευαγγελική διαφάνεια μέσα από την οποία αναφαίνεται η «ανά πάσαν στιγμήν» λυτρωτική ενέργεια της αγάπης του Θεού διά του ονόματος του Υιού Του «εν Αγίω Πνεύματι».
Γι΄ αυτό ο απόστολος θα μας παραδώσει την αδιάλειπτη προσευχή μ’ ένα συγκεκριμένο περιεχόμενο· την επίκληση του ονόματος του Ιησού· «Παν ό,τι αν ποιήτε εν λόγω, ή έργω, πάντα εν ονόματι Κυρίου Ιησού ποιήτε» (Κολοσ. 3, 17). 
Η καθολική αυτή «χρησιμοποίηση» του ονόματος του Ιησού στις οποιεσδήποτε στιγμές και καταστάσεις της υπάρξεώς μας είναι συγχρόνως μετοχή του όλου ανθρώπου, διά της ιερατικής λειτουργίας του νου, στη «Θεία Λειτουργία» της εν Χριστώ Ιησού σωτηρίας. Όταν δηλ. επικαλούμεθα το όνομα του Κυρίου σε οποιαδήποτε στιγμή της ζωής μας, δεν επικαλούμεθα μόνο το άγιο βλέμμα Του ή μόνο την ευλογία της «δεξιάς Του». Επικαλούμεθα όλες τις λεπτομέρειες της καθολικής Του ζωής και παρουσίας, όπως βιώθηκαν από τον Ίδιο και συναπετέλεσαν το λυτρωτικό Του έργο που, εξ άλλου, συνοπτικά εκφράζεται στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας!
Γι’ αυτό η απαραίτητη συμμετοχή μας στο μυστήριο αυτό είναι, από την άλλη μεριά, η εξασφάλιση της δυνατότητος να επικαλούμεθα το όνομα του Ιησού και να βιώνουμε τη μυστηριακή δραστικότητα του ονόματος αυτού σαν μια πλήρη «Θεία Λειτουργία» μέσα στον «εν ημίν Ναόν του Θεού»! Η επίκληση του ονόματος του Ιησού δεν είναι απλώς μια…προσευχή! Είναι κάτι πολύ περισσότερο της προσευχής που κάνουμε για μια καθησύχαση της χριστιανικής μας αυτοσυνειδησίας! Είναι μια πλήρης Θεία Λειτουργία της υπάρξεως…!
Όντως! Οι δυο μαθητές και απόστολοι του Χριστού, στο θαύμα της θεραπείας του χωλού ανθρώπου, δεν έκαναν μια απλή ενέργεια. Κατά κάποιο τρόπο επετέλεσαν μια «Θεία Λειτουργία»! Με την επίκληση του ονόματος του Ιησού παρέδωσαν τον άνθρωπο αυτό στη μοναδική λυτρωτική διαδικασία, στην ενέργεια της Χάριτος του Θεού που απέρρευσε πλούσια από το Σταυρό του Κυρίου. Εξ άλλου η παράδοση αυτή ήταν για το χωλό άνθρωπο εισαγωγή του στο αδιάλειπτα τελεσιουργούμενο εν Αγίω Πνεύματι έργο της σωτηρίας του ανθρώπου διά του Ιησού Χριστού. Και το έργο αυτό είναι πράγματι μια αδιάλειπτη Θεία Λειτουργία! Γιατί ένα θαύμα μόνο καρπός μιας Θείας Λειτουργίας μπορεί να είναι!

Η θαυματουργική θεραπεία της παραλυμένης σάρκας -η ζωοποίηση εν Χριστώ Ιησού μιας σωματικής νεκρώσεως- μόνο σαν αποτέλεσμα της λυτρωτικής λειτουργίας της παρουσίας και ζωής του Χριστού μπορεί να εννοηθεί. Συνήθως η επιφάνεια του θαύματος είναι μια απλή ενέργεια ή ένας σύντομος λόγος. Αλλά οι λυτρωτικές εν Χριστώ Ιησού ενέργειες, που ολοκληρώνουν το θαύμα, είναι διαδικασίες μιας Θ. Λειτουργίας…! 
Το μήνυμα αυτής της ευαγγελικής διαφάνειας είναι φανερό. Τα υπαρξιακά μας προβλήματα μπορούν να θεραπεύονται μέσα στις σκοτούρες και το άγχος τής καθημερινότητας, αν τα παραδίδουμε διά της επικλήσεως του ονόματος του Ιησού στην αγία τράπεζα της Θείας Λειτουργίας της Ζωής και Παρουσίας του Χριστού …!

«Και παν ό,τ ι αν ποιήτε εν λόγω ή έργω, πάντα εν ονόματι Κυρίου Ιησού ποιήτε». Με τον τρόπο αυτό λειτουργούμε κι εμείς σαν μια Θ. Λειτουργία της υπάρξεως. Γιατί η αδιάλειπτη μετοχή μας στη ζωή και παρουσία του Χριστού μας κάνει να λειτουργούμε εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών.

Του αείμνηστου Ιωάννου Κορναράκη
Καθηγητού Θεολογικής Αθηνών


Ποιοι είναι οι καρποί της ευχής του Ιησού;



— Ο πρώτος καρπός της ευχής του Ιησού είναι η αποβολή των νοερών παραστάσεων από τις ματαιότητες του κόσμου, κατά τον άγιο Διάδοχο, ο οποίος λέγει: «Αυτά που είχαν μπει παλαιότερα στην καρδιά του ανθρώπου εξαφανίζονται μαζί με όλες τις ωραιότητες της ζωής».

— Ο δεύτερος καρπός της ευχής είναι η φοβερά θέα της ασω­τίας της ψυχής, η οποία εκδηλωνόταν με τις σωματικές αισθήσεις και τους κακούς λογισμούς. Απ' αυτή την θέα αποκτά ο άνθρωπος ταπείνωσι, πένθος, δάκρυα, όπως λέγη ο άγιος Γρηγόριος ο Παλα­μάς.

— Ο τρίτος καρπός της καρδιακής προσευχής είναι ότι, με την επιστροφή του νου στην καρδιά, τόσο ο νους όσο και η καρδιά του ανθρώπου, γίνονται σαν ένας καθαρός καθρέπτης στον οποίον ο ίδιος ο αγωνιστής γνωρίζει τις πονηρές κινήσεις των σκέψεών του και καλεί τον Ιησού σε βοήθεια.

— Ο τέταρτος καρπός είναι η αγνότης της φύσεως, καθότι το έργο της καθαρότητος της φύσεως είναι υπεράνω αυτής της φύσε­ως, ως δοσμένο από την Θεία Χάρι του Παναγίου Πνεύματος.

— Ο πέμπτος καρπός της προσευχής είναι ότι, μπαίνοντας ο νους στην καρδιά για να μιλήση εκεί με τον ενδιάθετο λόγο, κατα­κλύζεται από μεγάλη χαρά και πνευματική ευφροσύνη, όπως δηλώνη γι' αυτά ο Ιωσήφ Βρυένιος.

— Ο έκτος καρπός της ευχής είναι ότι με αυτή την προσευχή κατασκηνώνει η Χάρις του Θεού μυστικά μέσα στην καρδιά.

— Ο έβδομος καρπός είναι ότι με την αδιάλειπτη μνήμη του Ονόματος του Ιησού, γεννάται στην ψυχή η αγάπη προς τον Χρι­στό. (Βλέπε «Φυλακή των πέντε αισθήσεων» του αγίου Νικόδημου του Αγιορείτου).

— Άλλοι καρποί της προσευχής είναι: Η συμμάζωξις των λο­γισμών, η ευλάβεια, η προσοχή επί του εαυτού μας, η ταπείνωσις, ο φόβος του Θεού, η μνήμη του θανάτου, η ειρήνη της καρδιάς και των λογισμών, η συγκέντρωσις της προσοχής στην καρδιά και η πνευματική θερμότης.

Ιερομονάχου Κλεόπα Ηλιέ 
«Πνευματικοί Λόγοι» 
Εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη» 
Θεσσαλονίκη 1992

Ο ίδιος θα το καταλάβεις



Εμείς ήμαστε ραφτάδες στον Άγιο Παύλο, κι εγώ ως αρχάριος δεν είχα γνωρίσει ακόμη τον γερο-Ιωσήφ. Φεύγοντας από το σπίτι πήρα το κομποσχοίνι να πάω στον Άγιο Παύλο. Κατουνάκια – Άγιος Παύλος είναι δυόμιση ώρες.
Πέρασα τη Μικρή Αγία Άννα, πέρασα την Αγία Άννα, κατηφορίζω λοιπόν για τη Νέα Σκήτη.
Όταν έφτασα κοντά στον μύλο, εκεί από πάνω από τον Ευαγγελισμό, ξύπνησα!
Βρε, λέω, πότε έφτασα εδώ πέρα; Είχα αφοσιωθεί τόσο πολύ στην ευχή που δεν έβλεπα τον δρόμο!

Θα κάνεις εργόχειρο, κάνεις ένα διακόνημα, μην αφήνεις την ευχούλα, γιατί και η ευχή σε θεοποιεί. Το πρώτο-πρώτο, πατέρες, που θα αισθανθείτε, θα είναι η χαρά!
Το πρώτο στάδιο, το πρώτο σημείο, το οποίο θα αισθανθείτε λέγοντας την ευχή, είναι η χαρά.
Και η χαρά δεν είναι τίποτες άλλο, ένα πετραδάκι στην ακροθαλασσιά, είναι το πράγμα ότι μέσα αρχίζεις και φωτίζεσαι! Γι’ αυτό λέγε την ευχούλα, λέγε την ευχούλα, λέγε την ευχούλα καιαυτό θα σε φέρει σε άλλη κατάσταση πολύ καλύτερη, την οποία όσο και να σκεφθείς, δεν μπορείς να σκεφθείς.

Ο μαθητής του δημοτικού σχολείου δεν μπορεί να καταλάβει τα του γυμνασίου, ούτε του γυμνασίου του πανεπιστημίου. Αλλά όταν η χάρις θέλει να έρθει μέσα σου, θα το καταλάβεις ότι είσαι τώρα μαθητής του γυμνασίου, είσαι μαθητής του πανεπιστημίου, ο ίδιος θα το καταλάβεις.

Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, Έκδοση Ι. Ησυχαστηρίου «Άγιος Εφραίμ» Κατουνάκια Αγίου Όρους, Α’ έκδοση 2000.

Ευχή και πόλεμος του διαβόλου

Όταν πολεμείται ο εν μετανοία αγωνιζόμενος χριστιανός, αντιπαλεύει και αντιμάχεται στις προσβολές, που δέχεται από το διάβολο. Και όταν προσβάλλεται από τους λογισμούς, αντιστέκεται με το έργο της Ευχής, προφορικής και νοεράς. Όταν, πάλι, πολιορκείται από τις επιθέσεις των δαιμόνων, με οποιονδήποτε τρόπο, και ειδικότερα όταν βομβαρδίζεται μανιακώς μέσα του, εσωτερικά, και ταράσσεται για τον άλφα ή βήτα λόγο, επικαλείται σε βοήθεια το πυρ εξ ουρανού, λέγοντας συνεχώς και αδιαλείπτως: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με», διότι «ο Θεός ημών (εστί) πυρ καταναλίσκον» και Αυτός θα διαλύσει τις φάλαγγες των δαιμόνων και τους αχυρώδεις, ακάθαρτους, πονηρούς, αισχρούς και βλασφήμους λογισμούς.

Όπου πορεύεται κάποιος βασιλεύς, διώκονται οι εχθροί. Έτσι, όπου πηγαίνει ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, φυγαδεύονται των δαιμόνων οι φάλαγγες, καθότι «εν τω ονόματι Ιησού παν γόνυ κάμψη επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων», δηλαδή των δαιμόνων.

Καθημένου του Ιησού Χριστού, του Κυρίου του ουρανού και της δόξης, επί του θρόνου της καρδιάς, τα πάντα υποτάσσονται και υπακούουσιν Αυτώ. Χαρά μεγάλη στον ουρανό της καρδιάς. Διότι αν για κάθε άνθρωπο, που μετανοεί, γίνεται «χαρά εν εν τω ουρανώ», πολύ περισσότερο όταν την καρδιά επισκέπτεται η σωστική θεία Χάρις του Αγίου εν Τριάδι Θεού και δη του Σαρκωθέντως Λόγου. Θεία μακαριότης και ευφροσύνη, απέραντη αγαλλίασης!

Ας προσέξουμε, γιατί σαν πέτρα σκανδάλου, σαν δόλιος νυκτοκόρακας και σαν άγριο θηρίο επιτίθεται κατά του προσευχομένου χριστιανού ο διάβολος. Και αυτό, διότι καταφλέγεται, μαστιγώνεται και δέρνεται από την Ευχή, όπως λέγει ο Γέροντάς μου διηγούμενος κάποτε το εξής γεγονός:

Ένας νέος, πριν από χρόνια, είχε πολλά ψυχικά προβλήματα και είχε φθάσει μέχρι δαιμονοκρατίας. Απεφάσισαν οι δικοί του και ο ίδιος, να μεταβή στο Άγιον Όρος και να ενταχθή σε μια συνοδεία.

Ο Γέροντας της συνοδείας, Ιωσήφ ο Ησυχαστής, περίφημος για την δύναμη της προσευχής του, τον κράτησε, του έμαθε την προφορική Ευχή και τον έβαλε να σκαλίζει μερικά ξύλινα Σταυρουδάκια. Οποιαδήποτε και αν ήταν η εργασία του, νύχτα, πρωί, μεσημέρι, απόγευμα, μέσα στη εκκλησία και έξω από αυτήν, όπου και αν ευρίσκετο, θα έπρεπε να λέει συνεχώς με το στόμα του: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με».

Πολλές φορές αναποδογύριζε τα τραπέζια, έκανε άνω-κάτω το μικρό κελλάκι του, κλείδωνε τις πόρτες, ξερρίζωνε τα μικρά σπαρμένα λαχανικά, έκοβε τα δενδράκια, πετούσε πέτρες, φώναζε, τσίριζε, έβγαζε αφρούς από το στόμα του. Και μάλιστα μέσα στη νύχτα συνέβαινε με γυναικεία φωνή να βωμολοχεί χυδαιότατα και να ακούγεται η φωνή του διαβόλου, η οποία του έλεγε:

-Πάψε, με καις! Πές τίποτα άλλο, πες ότι θες, πες από τη Λειτουργία, ψάλλε από το πρωί μέχρι το βράδυ, μόνο αυτό το Όνομα μη λες! Του έλεγε ακόμα:

-Γιατί δεν πας μέσα να βοηθήσεις τον Γέροντα, που είναι μεγάλος και να ψάλλεις μαζί του στην Λειτουργία; (Στην Λειτουργία τον ήθελε ο διάβολος να ψαλλει, την Ευχή όμως δεν τον ήθελε να την λέει!!! Επομένως, καταλαβαίνετε τι αξία έχει αυτό το Όνομα, όταν λέγεται συνεχώς!!!).

Και ο δαιμονισμένος εκαθαρίστηκε και θεραπεύθηκε τελείως. Η δε συμβουλή του Γέροντος Ιωσήφ ήταν να μην βγει έξω, στον κόσμο, διότι το κακό θα επαναλαμβανόταν, με την κοσμική ζωή που θα έκανε.

Δεν άκουσε όμως τον όσιο αυτόν ασκητή και ησυχαστή των ημερών μας (που διέδωσε την Νοερά προσευχή στα νεώτερα χρόνια μας, από το 1950 και έπειτα, σε ολόκληρο τον κόσμο), και πράγματι, όταν γύρισε στον κόσμο, με την αμαρτωλή ζωή του, ξαναδαιμονίσθηκε. Γύρισε πίσω, στο Άγιον Όρος, αλλά το «κουσούρι» πλέον και η δαιμονοκρατία δεν έφευγε από πάνω του.

Αποσπάσμα από το βιβλίο “Η Ευχή μέσα στον κόσμο” του π. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου

Γιατί συνιστούν οι Άγιοι Πατέρες να λέμε "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με" και όχι "ελέησον ημάς";



«Γιατί συνιστούν οί Άγιοι Πατέρες να λέμε "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με" και όχι "ελέησον ημάς", όπου το "ημάς" συμπεριλαμβάνει και τους άλλους; Δεν είναι εγωιστικό να νοιαζόμαστε μόνο για τον εαυτό μας, αδιαφορώντας για τους συνανθρώπους μας;»

Οί άγιοι Πατέρες προτιμούν να λέμε στον ενικό την ευχή, επειδή με τον λόγο "ελέησον με" (συχνά προσθέτουμε και "τον αμαρτωλών") δηλώνουμε συναίσθηση της αμαρτωλότητας μας, όπως και ό Δαβίδ στους ψαλμούς πολλές φορές βοά "ελέησον με", ενώ προσθέτει «ότι την άνομίαν μου εγώ γινώσκω» (Ψαλμ. ν' 5) και «την άνομίαν μου έγνώρισα και την άμαρτίαν μου ουκ έκάλυψα» (Ψαλμ. λα' 5). Το "ελέησον με" σημαίνει εξομολόγηση, αυτοέλεγχο, αύτομεμψία, αύτοσυναίσθηση της άμαρτωλότητας του προσευχομένου. 
Από τη συναίσθηση αυτή γεννιέται ή μετάνοια, ή συντριβή, οί στεναγμοί και τα δάκρυα, καθώς και πάλι μαρτυρεί ό προφητάναξ λέγοντας: «λούσω καθ' έκάστην νύκτα την κλίνην μου, εν δάκρυσί μου την στρωμνήν μου βρέξω» (Ψαλμ. στ'7).
Λέγοντας, αδελφέ, τη μικρή αυτή ευχή ("Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με"), εάν επιθυμείς να γνωρίσεις καρποφορία, οφείλεις να στέκεσαι και συ ως άλλος Δαβίδ και ως άλλος Τελώνης. Ό τελευταίος από την πολλή συναίσθηση και το στήθος ακόμη χτυπούσε, φωνάζοντας: «ό Θεός, ίλάσθητί μοι τω Αμαρτωλώ!» Κατέβηκε δε αυτός δικαιωμένος παρά ό "δίκαιος" Φαρισαίος, κατά τη μαρτυρία του Κυρίου (Λουκ. ιη'14).
Και δεν αδιαφορούμε για τους άλλους. Ίσα-ίσα, επειδή νοιαζόμαστε για τους άλλους, φροντίζουμε τόσο πολύ για τον εαυτό μας. Άκουσε πάλι παράδειγμα: 
Ας υποθέσουμε ότι είσαι άσημος και μόνος. Ξαφνικά, έρχεται κάποιος φίλος σου το ίδιο άσημος και μόνος, όπως εσύ. Πέφτει στα πόδια και σε παρακαλεί: «Φίλε μου, σε παρακαλώ, τρέξε στους ισχυρούς να παρακαλέσεις για μένα. Έχω μεγάλη ανάγκη». Τι θα κάνεις; Όσο συνδέεται ό φίλος σου με τους ισχυρούς, άλλο τόσο τους ξέρεις και συ. 
Τι βοήθεια να προσφέρεις; Ασφαλώς τίποτε.
Αν όμως αγαπάς πραγματικά τον φίλο σου, αλλά και κάθε άλλο συνάνθρωπο, θα προβληματιστείς σοβαρά. Θα σκεφθείς: «Είναι ανάγκη να συνδεθώ οπωσδήποτέ με τους αρμοδίους. Πρέπει να βοηθήσω. Θα τρέξω λοιπόν στην πόλη• θα σπουδάσω• θα μορφωθώ• θα αποκτήσω θέσεις, φήμη και καλό όνομα. Σιγά-σιγά θα συνδεθώ με τους ισχυρούς και τότε θα μπορώ άνετα να πετύχω αυτά πού θέλω».
Τώρα, νομίζω, κατάλαβες Τι εννοώ. Αν θέλεις λοιπόν και συ να βοηθήσεις πνευματικά τους συνανθρώπους σου, φρόντισε πρώτα να συμφιλιωθείς ό ίδιος με τον παντοδύναμο Σωτήρα Χριστό με μετάνοια, με εξομολόγηση και να λες μαζί με τον Δαβίδ "ελέησον με!"
«Ωραία», θα μου πεις. «Να κάνω έτσι. Ας υποθέσουμε ότι συμφιλιώθηκα και εγώ με τον Κύριο Ιησού Χριστό. "Ε, τότε, από δω και πέρα δεν είναι εγωισμός να συνεχίσω να προσεύχομαι για τον εαυτό μου λέγοντας "ελέησον με" και όχι "ελέησον ημάς";
Σωστή ή παρατήρηση σου, άκουσε όμως και την εξήγηση. Ό Απόστολος Παύλος γράφει: «Καθάπερ γαρ το σώμα εν εστίν και μέλη έχει πολλά... ύμεΐς δε έστε σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους» (Α' Κορ. ιβ' 12,27). "Ώστε, κατά τον "Απόστολο, «όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθημεν» αποτελούμε μέλη ενός σώματος, του οποίου κεφαλή είναι ό Χριστός. Λέει πάλι ό μέγας Παύλος: «είτε πάσχει εν μέλος, συμπάσχει πάντα τα μέλη, είτε δοξάζεται εν μέλος, συγχαίρει πάντα τα μέλη» (Α' Κορ. ιβ'26).
Για παράδειγμα, αν ό Κώστας νίκησε στα 100 ή στα 400 μέτρα και βραβεύτηκε, δεν θα δώσουμε συγχαρητήρια στα πόδια του Κώστα, αλλά στον ίδιο τον άνθρωπο. Αν πάλι τυχόν χτύπησε στον αγώνα το πόδι του, τότε δεν πονάει μόνο το πόδι, αλλά πονάει ολόκληρος.
Το ίδιο και στα πνευματικά. Αν ένα μέλος της Εκκλησίας αγιάζεται με τους πνευματικούς του αγώνες, ή ωφέλεια είναι άμεση για όλα τα μέλη της Εκκλησίας μας, εφόσον αποτελούμε ένα σώμα. Ό αγιασμός αντανακλά σε όλο το σώμα της Εκκλησίας.
Όποιος γεμίσει μέσα του με την ευχή του Ιησού μοιάζει με τα ουράνια σώματα. Ό ήλιος, για παράδειγμα, είναι αυτόφωτος, αλλά ή σελήνη είναι ετερόφωτη. Καθώς λοιπόν ή σελήνη παίρνει το φως του ήλιου, το διοχετεύει και φωτίζει τη ζοφερή νύχτα, έτσι γεμίζει και ό προσευχόμενος με το άδυτο φως του Ήλιου της Δικαιοσύνης Χριστού και το μεταδίδει και στους «εν σκότει και σκιά θανάτου καθεύδοντας αδελφούς του». 
Άλλα, όπως ή σελήνη απλώνεται σε όλη τη γη, όμως τα πυκνά νέφη αναχαιτίζουν το φως της, έτσι και ό άνθρωπος πού ζει ή επιμένει στην αμαρτία καλύπτεται από ένα σύννεφο, το όποιο σκοτίζει τον νου του και δεν μπορεί να δεχθεί μέσα του το φως της νοητής σελήνης.
Αν και συ, αδελφέ, δεν βλέπεις μέσα σου το φως του νοητού ήλιου και της σελήνης, δεν φταίει ό ήλιος ούτε ή σελήνη. Φρόντισε με τη μετάνοια να διαλύσεις τα ζοφερά νέφη και τότε θα δεχθείς άπλετο το φως των προσευχών των Αγίων μέσα σου. Και αυτές είναι εμπειρίες, πού μόνος σου θα διαπιστώσεις. Πρόκειται για τα θαύματα πού βλέπει μέσα του ό κάθε αγωνιζόμενος πιστός.
Ό Άγιος Σιλουανός του Άθω γράφει ότι, όσο στη γη υπάρχουν Άγιοι, ό κόσμος θα στέκει. Εάν ή γη σταματήσει να παράγει Αγίους, τότε έφθασε στο τέλος της.
Όταν ένας Άγιος λέει με ταπείνωση και με αίσθημα άμαρτωλότητας το "ελέησον με", αυξάνει μεν σε αγιασμό, αυξάνει όμως και ή παρρησία του ενώπιον του Θεού. Άλλα έχοντας συνείδηση ότι αποτελεί μέλος ενός σώματος και βλέποντας ότι τα περισσότερα μέλη του σώματος, δηλαδή οί περισσότεροι αδελφοί του Χριστιανοί, λόγω της αμαρτίας ασθενούν βαριά, τότε αναλαμβάνει στον εαυτό του τα βάρη των αδελφών και στενάζει σαν να είναι δικά του τα αμαρτήματα των άλλων. "Αν μάλιστα πάσχουν και άλλα μέλη από σωματική ή ψυχική ασθένεια, τότε συμπάσχει.
Ή ευχή "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με" είναι το ρεύμα πού φορτίζει την μπαταρία. 
Πηγή είναι ό Χριστός, μπαταρία είναι ή καρδιά του ανθρώπου. Με τη μικρή αύτη ευχή ή καρδιά φορτίζεται με Χριστό, φορτίζεται συνεπώς με χριστιανικές αρετές, φορτίζεται με ζήλο, με πόθο, με ερωτά Χριστού. Πολύ φορτίζεται; Πολύ γεμίζει, πολύ χριστοποιείται. Μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, πού να αποκτά, κατά τον όρο των αγίων Πατέρων, τον "μανικόν ένθεον έρωτα".
Όμως ό θείος αυτός έρωτας, κατά τους Πατέρες, έχει διπλή ιδιότητα: όσο περισσότερο αγαπάμε τον Θεό, τόσο περισσότερο αγαπάμε και την εικόνα Του, δηλαδή τον άνθρωπο• και όσο περισσότερο συμφιλιωθούμε με τον Δημιουργό μας, τόσο περισσότερο βοηθούμε και το δημιούργημα Του, τον συνάνθρωπο.
Λέγοντας ένας Άγιος την ευχή, στο "ελέησον με" περιλαμβάνει πολλά. "ελέησον με", εννοεί: «Στήριξέ με στην οδό του αγιασμού, όπου Εσύ με οδήγησες, μην τυχόν και πέσω», κατά τον Απόστολο. "ελέησον με", εννοεί: «Φώτισε με, οδήγησε με». "ελέησον με", εννοεί: «Βλέπεις την αγάπη μου, τη συμπόνια μου υπέρ των αδελφών μου. Ώ Κύριε, παρακαλώ, μνήσθητι πεινώντων και διψώντων, μνήσθητι όσων πάσχουν ψυχικά και σωματικά, από καρκίνο, από εγκεφαλικά, από καρδιοπάθειες, από ψυχασθένειες, από διάφορες δαιμονικές επιδράσεις. Μνήσθητι όσων κινδυνεύουν από όλα αυτά και από κάθε ενέδρα του εχθρού. 
Φύλαξε τους οικείους, τους συγγενείς, τους ομοπίστους, τους ομογενείς και όλο τον κόσμο Σου από κάθε επιβουλή του αντικειμένου». "ελέησον με", εννοεί: «Μνήσθητι πάσης επισκοπής Χριστιανών Ορθοδόξων και παντός του ιερού κλήρου και φώτισε να ορθοτομούν τον λόγον της αληθείας». Ακόμη, «μνήσθητι πάντων των έντειλαμένων εύχεσθε υπέρ αυτών και ιδιαιτέρως όσων έχουν ειδική ανάγκην».
Αν θέλεις, θα σου πω και κάτι άλλο, καθώς το έμαθα από τον αείμνηστο Γέροντα μου. «Πολλές φορές», έλεγε, «ή μπαταρία γεμίζει και ξεχειλάει». Τότε παύει αυτή ή ευχούλα και ως άλλος οδηγός φωτίζει τον νου Ή ψυχή αισθάνεται έντονα τη Θεία Παρουσία, τα μέλη παραλύουν και, πέφτοντας στα πόδια του γλυκύτατου Ιησού, αναλύεται σε έναν ποταμό δακρύων. Άλλοτε πάλι, σιωπά από δέος και θαυμασμό ή ψελλίζει ερωτικά ό,τι τη στιγμή εκείνη τη διδάσκει ό ένθεος έρωτας, δηλαδή το Πανάγιο Πνεύμα.
Και αφού κορεσθεί ή ψυχή από θεία αγάπη, τότε αυτή ή ίδια αγάπη, με τη διπλή της ιδιότητα, στρέφει το βλέμμα προς τους αδελφούς της. Τι ευκαιρία! Είναι μοναδική ή ευκαιρία τώρα πού κρατά στα χέρια τον Ποθούμενο και Παντοδύναμο. 
Και λέει: «Ω γλυκύτατε Ιησού, φως της ψυχής μου, ό μόνος πραγματικός έρως! Εγώ μεν αισθάνομαι αυτή τη στιγμή ελεημένος και πανευτυχής, όμως ένα κέντρο με κεντά. Μαζί με την αγάπη, έχω μέσα μου έναν άλλο τόσο πόνο. Βλέπω τους αδελφούς μου, βλέπω την Εκκλησία μας, βλέπω τους ανθρώπους πού πάσχουν, και δεν αντέχω. Συμπονώ και συμπάσχω. Γι' αυτό σε ικετεύω, ως Πανάγαθος και Παντοδύναμος, βοήθησε τους. Φταίνε; Το παραδέχομαι. Και ζητώ συγγνώμη. Ομολογώ το "ήμαρτον". Μέλη του σώματος μου είναι. Συνυπεύθυνος είμαι. 'Αλλά κρούω το έλεος και την άπειρη φιλανθρωπία σου. Βοήθησε! Βοήθησε!» 
Να, αγαπητέ μου, πώς ή αγάπη μας ενώνει εν Χριστώ με όλα τα μέλη της Εκκλησίας μας και πώς, με τίς προσευχές των Αγίων και όσων αγωνίζονται τον καλό αγώνα, βοήθα ό Κύριος και τα υπόλοιπα ασθενή μέλη, για τα όποια ανέχεται, μακροθυμεί και αναμένει όλων τη μετάνοια για τη σωτηρία.
Είδες, αυτές μόνο οι πέντε λέξεις της ευχούλας, που μπορούν να ανεβάσουν τον άνθρωπο; Ευχήσου και για μένα τον ράθυμο, αλλά και για όλους τους εν Χριστώ αδελφούς μας, να χτυπάμε ασταμάτητα την πόρτα του ελέους του Κυρίου μας, σίγουροι ότι θα τηρήσει την υπόσχεση Του, όταν είπε: «κρούετε, και ανοιγήσεται ύμίν» (Λουκ. ια' 9) και «ό πιστεύων έπ' αύτω ου μη καταισχυνθη» (Α' Πέτρ. β' 6). Αμήν.

Γέροντος Ιωσήφ Διονυσιάτου

«Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησόν με..»: ο υψηλότερος τρόπος νοεράς προσευχής

Όταν θα τον εξασκήσουμε αυτόν στην αρχή θα βρούμε κάποια δυσκολία, αλλά μετά θα βρούμε πλάτος, φάρδος, ύψος, βάθος. Θα δημιουργηθή πρώτον μια χαρά μεμιγμένη με πόνο, μετά σιγά – σιγά χαρά, ειρήνη, γαλήνη. Αλλά και ο νους αφού γλυκανθή δεν θα μπορέσουμε να τον ξεκολλήσουμε από την προσευχή στην καρδιά και στην ευχή.
Θα δημιουργηθή τέτοια κατάστασις, που δεν θα θέλουμε να ξεκολλήσουμε. Θα καθήσουμε σε μια γωνιά, είτε όρθιοι, είτε καθισμένοι, θα σκύψουμε το κεφάλι και δεν θα θέλουμε να ξεκολλήσουμε από εκεί ώρες ολόκληρες. Μπορούμε να καθήσουμε μια, δυο, τρεις, τέσσερες, πέντε, έξη ώρες κόκκαλο, και να μή μας κάνη καρδιά να σηκωθούμε, ούτε ο νούς να πάη πουθενά άλλου. Τον βλέπουμε μόλις πάει πουθενά άλλου, αμέσως τραβάει κάτω το κεφάλι. Γίνεται δηλαδή μια αιχμαλωσία στο θέμα της προσευχής. Ο τρόπος αυτός της προσευχής είναι λίαν αποτελεσματικός. Πρώτον θα φέρη την αμετεώριστον προσευχήν, θα φέρη χαρά, ειρήνη· συνάμα θα φέρη δάκρυα χαράς, διαύγεια του νού. 
Ο νούς θα γίνη δεκτικός θεωριών, θα δημιουργηθή μετά η απόλυτος καρδιακή ησυχία. 
Δεν θα θέλη ο άνθρωπος να ακούη τίποτε απολύτως. Θα νομίζη ότι βρίσκεται σε μια Σαχάρα έρημο. Συνάμα θα γίνεται η ευχή και πιο σύντομα. Θέλω να την έχω σύντομα, θέλω αργά, όπως αναπαύεται η ψυχή, όπως της αρέσει εκείνη την ώρα.
Θα λέμε λοιπόν: «Κύριε – Ιησού – Χριστέ – ελέησόν με – Κύριε – Ιησού –…» και ο νούς θα παρακολουθή την ευχή όπως ένας μηχανικός παρακολουθεί το μηχάνημα που δουλεύει. Ύστερα αφού δεν θα μπορούμε να πάρουμε άλλη αναπνοή θα εκπνέουμε σιγά – σιγά «Κύριε – Ιησού – Χριστέ – ελέησόν με, Κύριε – Ιησού –…», ώστε να φθάσουμε στο τέρμα. Άντε πάλι μια αναπνοή σιγά – σιγά. Όχι βιαστικά· απαλά, ήρεμα, ήσυχα, χωρίς βία. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» και να δήτε ύστερα από λίγο στις δουλειές σας επάνω, μόλις παίρνετε αναπνοή θα λέτε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», υστέρα στην εκπνοή πάλι την ευχή.Μόνη της η καρδιά τόσο θα αναπαυθή και ο νούς όπου και να βρίσκεται θα παίρνετε αναπνοή και ο νους θα λέγη την ευχή. Βέβαια μπορεί να μη λέτε τρεις ευχές, πάντως μία θα λέτε τουλάχιστον. Και ύστερα θα αποκτηθή ένας ρυθμός, ένας μηχανισμός ρυθμισμένος μαστορικά, και θα δήτε κατόπιν τα αποτελέσματα που θα έχη αυτή η προσευχή. 
Θα τραβάη όλο και πιο πολύ. Θα λέτε: πέρασε ένα τέταρτο, και θάχουν περάσει δύο ώρες. Τόσο δεν θα θέλη ο άνθρωπος να ξεκολλήση ο νούς του από την καρδιά και από το να ακούη την προσευχή. Τί τα θέλεις τα ψαλσίματα, τι θέλεις εκείνο; Γι’ αυτό οι Πατέρες στάς ερήμους δεν χρειάζονταν τέτοια πράγματα. Βέβαια αυτά επικυρώνονται από την εκκλησίαν. Αλλά οι άνθρωποι που βρήκαν αυτόν τον τρόπον της νοεράς προσευχής, που είναι λίαν υψηλότερος των τυπικών, άφησαν τους τύπους και πιάσαν την ουσίαν. Εμείς επειδή χάσαμε την ουσίαν, γιατί ίσως δεν έχουμε διδασκάλους να μας πουν, ή ότι δεν έχουμε την προαίρεσιν και την θέλησιν, πιάσαμε τα τυπικά. Έτσι οι σημερινοί μοναχοί κάνουν τον Εσπερινό τους, την ακολουθία τους, πέραν τούτου τίποτε. Κάνουν και την εργασίαν τους και λένε ότι κάνουν το καθήκον. Μα δεν έγινε το καθήκον.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων δημιούργησε μοναστήρι και είπε:
—«Πατέρες, κάντε τα καθήκοντά σας τα πνευματικά, κι εγώ θα σας τρέφω, για να μην έχετε μέριμνα για τα υλικά και υστερείτε από την προσευχή. Εγώ θα σας δίνω τα χρειαζούμενα κι εσείς προσεύχεσθε». Απαντάει ο ηγούμενος:
—Μακαριώτατε Δέσποτα, εκτελούμε τα καθήκοντά μας. Διαβάζουμε την Πρώτη ώρα, την Τρίτη, την Έκτη και την Ενάτη, το Απόδειπνο, τον Εσπερινό, την Λειτουργία.
—Ά! λέει, φανερό είναι ότι είσαστε αμελείς. Και τις άλλες ώρες τι κάνετε;
Τί ήθελε να πή ο Άγιος Ιωάννης μ’ αυτά; Ότι δεν εκπλήρωναν το καθήκον τους, διότι δεν προσηύχοντο αδιάλειπτα.
Όταν σηκωθούμε για την ακολουθία μας, αφού αρχίσουμε το· «Βασιλεύ Ουράνιε», το Τρισάγιο, «Ελέησόν με ο Θεός», θα σκύψουμε το κεφάλι λίγο μπροστά στο στήθος, θα προσπαθήσουμε τον νου να τον ξεκολλήσουμε από κάθε τι και να τον βάλλουμε μέσα στο στήθος, μέσα στην καρδιά μας. Με το σκύψιμο θα βιάσουμε το νου μας να μπή εκεί μέσα. Αφού μπή εκεί μέσα, θα αρχίσουμε με την εισπνοή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» και το κομποσχοίνι θα δουλεύη. Και να δήτε. Βέβαια στις αρχές μπορεί να γίνη λίγο δυσκολία, αλλά λίγο επιμονή και υπομονή και θα φέρη το αποτέλεσμα. Μετά σαν πάρη φωτιά και γλυκανθή λιγάκι και μπή στο νόημα δεν τον πιάνει κανένας, όλη νύχτα να καθήση. 
Και τότε θα δήτε, θα περνάη η ώρα και θα λέτε: Μα τώρα άρχισα την προσευχή. Και θα βρήτε μεγαλυτέρα ωφέλεια στον τρόπο αυτό της προσευχής. Και ποιός βέβαια είναι ο σκοπός μας που ήρθαμε εδώ; Δεν ήρθαμε να βρούμε τον Θεόν; Δεν ήρθαμε να βρούμε την ειρήνη; να απαλλαγούμε από τα πάθη;

www.pemptousia.gr

H ευχή δεν είναι μία για όλους τους ανθρώπους



Οι άγιοι Πατέρες, ιδίως ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης, το λέει μέσα ότι η ευχή δεν είναι μία για όλους τους ανθρώπους. Αναλόγως της καταστάσεως.
Ο άλλος λέει: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». 
Άλλος λέει: «Ιησού Χριστέ μου, ελέησόν με». Άλλος λέει: «Ιησού μου, ελέησόν με». Άλλος: «Ιησού μου». Άλλος τίποτε.
Ε, το τίποτα είναι σ' έναν ανώτερο βαθμό, να πούμε, που δεν μπορείς να μιλήσεις εκείνην την ώρα, μόνο απολαμβάνεις αυτήν τη γλυκύτητα. 
Όταν υποβιβάζεται αυτή η κατάσταση, τότε βλέπεις μέσα σου και λέει την ευχή η καρδιά σου. Τότες εκείνη την ώρα μπορείς να λύσεις και πολλά προβλήματα. Ενώ προηγουμένως δεν άκουες την ευχή, όταν ήρθες στο τέρμα, στο ζενίθ δεν άκουες τίποτα, μόνο απολάμβανες έτσι. 
Όταν υποβιβάστηκε, ακούς και η καρδιά σου λέει την ευχή, οπότε μπορείς ν' αυτοκυριαρχήσεις εκείνην την ώρα. Στο άλλο όμως δεν μπορείς ν' αυτοκυριαρχήσεις. 
Όχι ότι δεν μπορείς, αλλά δεν σ' αφήνει, σε τραβάει. Και τα παρατάς όλα και κάθεσαι σαν ένας άψυχος, να πούμε, και παρακολουθείς. Πόσο θα διαρκέσει αυτό είναι κρίσις Θεού. Πόσο θα διαρκέσει αυτό το πράγμα. Μπορεί να διαρκέσει και μισή ώρα, μπορεί να διαρκέσει και πέντε λεφτά, μπορεί να διαρκέσει και περισσότερο.

Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης

"Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με"

Είναι αρκετό να λέμε 
"Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με".

Ο Θεός δεν χρειάζεται ενημέρωση 
από μας για τις διάφορες ανάγκες μας.

Εκείνος τα γνωρίζει όλα ασυγκρίτως καλύτερα από εμάς 
και θα μας παρέχει την αγάπη Του.

Άγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης

Πώς πρέπει να κάθεται ο ησυχαστής στην προσευχή και να μη σηκώνεται γρήγορα



Άλλοτε σε σκαμνί, το πιο πολύ, επειδή είναι κουραστικό· άλλοτε πάλι, πιο σπάνια, σε στρωσίδι προσωρινά, για κάποια άνεση. Πρέπει το κάθισμά σου αυτό να γίνεται με υπομονή, όπως λέει ο Απόστολος: «Να επιμένετε καρτερικά στην προσευχή»(Κολ. 4, 2), και να μην αδημονείς και σηκώνεσαι γρήγορα από τον οδυνηρό κόπο και τη νοερή φωνή και το αδιάκοπο σφίξιμο του νου. Γιατί λέει ο Προφήτης: «Με έπιασαν πόνοι σαν τη γυναίκα που γεννάει»(Ησ. 21, 3). 

Αλλά σκύβοντας κατω και μαζεύοντας το νου μεσα στην καρδιά, αν βέβαια αυτή έχει ανοιχθεί, να επικαλείσαι τον Κύριο Ιησού να έρθει να σε βοηθήσει. Αν και θα κουραστούν οι ώμοι σου και συχνά θα πονά το κεφάλι σου, εσύ να έχεις καρτερία σ' αυτά με φιλοπονία και έρωτα, ζητώντας μέσα στην καρδιά σου τον Κύριο. «Η βασιλεία του Θεού ανήκει σ' όσους βιάζουν τον εαυτό τους, και αυτοί την αρπάζουν»(Ματθ. 11, 12). 

Με αυτά τα λόγια ο Κύριος υπέδειξε αληθινά να επιμένομε σ' αυτά και σ' αυτούς τους κόπους. Γιατί η υπομονή και η καρτερία σε όλα είναι που γεννούν τους κόπους και του σώματος και της ψυχής.

Άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης

Να μην αφήνεις τον πειρασμό να σε κάνει να φαντάζεσαι…

Όταν ο άνθρωπος είναι νεώτερος, αδύνατον να μη πολεμήται από αισχρούς λογισμούς και φαντασίας, πρέπει να τους διώκη αμέσως και να λέγη την ευχήν του Ιησού και αυτοί φεύγουν, αλλά πάλιν θα έλθουν, πάλιν ο άνθρωπος τους διώκει με την ευχήν και με την νήψιν, δηλαδή με την προσοχήν και την επαγρύπνησιν του νοός...

Πρέπει να προσέχη κανείς, να μην αφήνη τον πειρασμόν να σχηματίζη φαντασίαν, διότι πρώτον η φαντασία γίνεται και μετά ο λογισμός και μετά η αισχρά ηδονή.
Όταν λοιπόν με την νήψιν δεν αφήσωμεν να σχηματίση κακήν φαντασίαν και λέγωμεν συγχρόνως και την ευχήν, τότε απαλλασσόμεθα από την ενόχλησιν και συνάμα στεφανούμεθα και από τον Θεόν δια την καλήν μας προαίρεσιν, που θέλομεν να ευαρεστήσωμεν εις Αυτόν.

Γέροντας Εφραίμ Αριζονίτης

elderephraimarizona.blogspot.gr

Η Ευχή φωτίζει τους οφθαλμούς



Όλοι οι Άγιοι, μας διδάσκουν πόσο κακό κάνει η αμαρτία στον άνθρωπο και τι δυνάμεις έχει πάνω μας. Κανένας δε μπορεί να μας απαλλάξει από τα πάθη μας και κανένας δε μπορεί να μας απαλλάξει από τις ροπές προς την αμαρτωλή ζωήπαρά μόνο Ένας. Μόνο Ένας, τον οποίο πρέπει να τον βάλουμε Αρχηγό στη ζωή μας με την Ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με» ώστε να εξαφανίζουμε, να εξολοθρεύουμε τις παγίδες του διαβόλου. Η Ευχή είναι η δυνατότερη προσευχή.
Είναι κόλπο του διαβόλου και δηλώνει απειρία πνευματική το να λέμε στον εαυτό μας ότι δεν έχουμε χρόνο να προσευχηθούμε. Είναι λόγος απειρίας αλλά και αμαρτωλός λόγος, διότι έχουμε καθημερινά χρόνο να κάνουμε ένα σωρό πράγματα, πράγματα που δεν είναι άξια καν να τα αναφέρουμε, πράγματα που δεν προσφέρουν τίποτε. Όμως για να προσευχηθούμε, λέμε ότι δεν έχουμε χρόνο. Βεβαίως το σημαντικότερο από όλα αυτά είναι όχι ο τακτικός χρόνος προσευχής (πρωινή, απογευματινή ή βραδυνή προσευχή), αλλά η κάθε στιγμή να είναι προσευχή μας, με την επίκληση της Ευχής του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Τότε αδελφοί μου, θα απαλλαγούμε από το σκοτάδι και γενικότερα από τις ψυχικές και σωματικές ασθένειες!
Σε αυτό μας βοηθά το κομποσκοίνι το οποίο είναι ένα εργαλείο προσευχής, δεν είναι αυτοσκοπός. Το έχουμε στα χέρια μας για να βοηθάει το νου να συγκεντρώνεται στα λόγια της Ευχής, στο «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με». Το κομποσκοίνι λοιπόν είναι ο φακός, με τον οποίο σιγά-σιγά θα αρχίσει να φωτίζεται ο εσωτερικός μας κόσμος, να δούμε και ως τυφλοί να ανακράξουμε κάποια στιγμή «δόξα τω Θεώ που φωτίστηκα, δόξα τω Θεώ που είδα!».
Αν πραγματικά αδελφοί μου δούμε -και αυτό θα γίνει μόνο δια της προσευχής- τότε θα αρχίσουμε να αποκτούμε λίγο-λίγο διάκριση. Η Διάκριση! Ξέρετε, πολλοί Πατέρες την θεωρούν τη μεγαλύτερη των αρετών. Διάκριση θα πει ο ηγεμών νους να παίρνει κατευθείαν από τον Θεό πληροφορία και να ξέρει ανά πάσα στιγμή ποιό είναι του Θεού και ποιό είναι του διαβόλου, ανά πάσα στιγμή να ξέρει, αυτό που θα κάνει ότι είναι ευλογημένο από τον Κύριο.
Επειδή στην αρχή της πνευματικής μας ζωής, αλλά και σε όλη μας τη ζωή, δεν έχουμε τη διάκριση να ξέρουμε ποιό είναι το σωστό και ποιό είναι το λάθος, στην πνευματική μας ζωή χρειάζεται ο εξομολόγος και ο πνευματικός, ο οποίος θα μας συμβουλεύσει. Εκείνος με την διάκριση που έχει θα μας λέει και κάθε φορά ποιό είναι αυτό που πρέπει να κάνουμε.
Αδελφοί μου, αν πραγματικά αρχίσουμε να φωτιζόμαστε από τον Θεό και φωτίζεται ο νους μας και βλέπουμε, τότε δε θα κάνουμε λάθος επιλογές και στην καθημερινότητά μας. Θα προσέξουμε πάρα πολύ η καθημερινότητά μας να είναι κατά τον Θεό, να είναι ευλογημένη από τον Κύριο. Μέσα μας να επιλέξουμε αδελφοί μου, σε ποιά ζωή θέλουμε να ζήσουμε. Αν θέλουμε να ζήσουμε σε αυτόν τον κόσμο η αν θέλουμε να πολιτευόμαστε εδώ και να είμαστεεγγεγραμμένοι στην ουράνια πολιτεία. Είναι θέμα λογισμού. Όπως δηλαδή δεν μπορεί χριστιανός να επιλέξει άθεο άνθρωπο να τον κυβερνήσει, έτσι δε μπορούμε και μέσα μας να επιτρέψουμε να επικρατήσουν άθεοι λογισμοί. Γιατί προσβάλλουν την ελευθερία μας, προσβάλλουν τον Θεό, προσβάλλουν την Χάρη του Αγίου Πνεύματος, που έχουμε μέσα μας!
Θα πρέπει σε όλη τη φάση της ζωής μας, στην καθημερινότητά μας, να είμαστε προσεκτικοί. Να παραδειγματιζόμαστε από τους νηπτικούς Πατέρες και τον ζήλο τους για νήψη και προσευχή. Δεν είναι καθήκον μόνο των πατέρων του Αγίου Όρους και της παλαιάς εποχής. Πρέπει στην καθημερινότητά μας να ελέγχουμε τους λογισμούς, για να μπορούμε να κάνουμε το θέλημα του Θεού πάντοτε. Αμήν!

Πρωτοπρ. Νικόλαος Μανώλης, 
Γραπτό Κήρυγμα (Κυριακή Ζ' Ματθαίου)

ΤΟ «ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ, ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ» ΓΙΑ ΚΛΗΡΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΛΑΙΚΟΥΣ

…Γιατί δεν υπάρχει τίποτε γλυκύτερο και ωραιότερο και ωφελιμότερο από την πνευματική επικοινωνία με τον Χριστό! Προκειμένου λοιπόν να γκρινιάζουμε ή να μουρμουρίζουμε ή να λέμε ο,τιδήποτε άλλο, άσκοπο ή αμαρτωλό, ας επαναλαμβάνουμε το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» και μέσα στον ναό ακόμα. Σκύψιμο της κεφαλής και «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
· Γλυκάθηκε ο νους; Ε, δεν ξεκολλά από την Ευχή.
· «Ηυφράνθη η καρδία»; Σκλαβώθηκε για πάντα από την θεία αγάπη, από τον θείο έρωτα. Άραγε, δεν το έχετε νοιώσει ποτέ αυτό;…
Εκείνο, λοιπόν, που ενδιαφέρει όλους εμάς , που ζούμε μέσα στον κόσμο, τον φοβερά αμαρτωλό και ξεδιάντροπο, είναι να λέμε την Ευχούλα «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», κατ’ αρχάς και για αρκετά καιρό προφορικά, φωναχτά ή ψιθυριστά με το κομποσχοίνι, και ύστερα από μέσα μας, παντού και πάντοτε . Όσο περισσότερο θα λέγεται η ευχή , με υπομονή και με θέρμη ψυχής, τόσο γρηγορώτερα θα γίνη κτήμα μας ένας νέος τρόπος ζωής. Τότε, εφ’ όσον θα έχουν προηγηθή αρκετές προσπάθειες και πολλοί πειρασμοί, θα αισθανώμεθα και θα βιώνουμε την προσευχή μέσα μας . Θα πυρπολούμεθα από την Ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» θα γεμίζουμε , θα πληρούμεθα από την χάρι της Ευχής, της Νοεράς προσευχής, και θα καθιστάμεθα ολόκληροι μια προσευχή!...

Και τότε η θεία Χάρις θα λάμπη στο πρόσωπό μας. Μέσα στους πειρασμούς θα έχουμε ειρήνη στην καρδιά. Μέσα στους διωγμούς και στα μαρτύρια, θα έχουμε την χάρι της υπομονής και της ησυχίας από την καλή μαρτυρία της συνειδήσεώς μας. Θα μας θλίβη ο ένας , θα μας κατατρέχη ο άλλος, αλλά μέσα μας θα βασιλεύη μια παράδοξη και ανείπωτη γλυκύτητα.
Στο «Πνευματικό ημερολόγιο» μιας πιστής και ταπεινής ψυχής, που κυκλοφόρησε στην Ρουμανία, διαβάζουμε τα εξής, για μια ευλαβή γυναίκα στο Βουκουρέστι, που καλλιέργησε την Ευχή μέσα από πολλές δυσκολίες και πειρασμούς, τόσο εξαιτίας της εργασίας της και της οικογενείας της όσο και της φτώχειας και του κομμουνιστικού καθεστώτος:
«Μετά από οκτώ μήνες ακατάπαυστης προσευχής (ημέρα και νύκτα), ξύπνησα ένα πρωινό από τους κτύπους της καρδιάς και άρχισα να προφέρω την προσευχή στον ρυθμό των χτύπων της καρδιάς.
Αισθάνθηκα στην καρδιά μου την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος σαν ένα γλυκό βελούδινο χάδι, σαν τα φτερά μιας πεταλούδας που πετάριζε στην ψυχή μου λέγοντας:
- «Είμαι εδώ. Εγώ είμαι ο ενεργών. Εσύ προσεύχου».
Κράτησα λίγο την αναπνοή μου, για να νιώσω την γλυκύτητα και την αγαθότητα του Αγίου Πνεύματος. Έλαβα τότε στην ψυχή μου μια ειρήνη αγία, θεϊκή, ουράνια…
… Βλέπουμε λοιπόν ότι οι θεοφιλείς ευεργεσίες της Ευχούλας «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» γρήγορα μας αποκαλύπτωνται και μας καταπλήσσουν. Ακόμη και η κούρασις, τότε, θα είναι γλυκειά και ο πόνος που θα αισθανώμεθα σωματικά, θα είναι πιο ελαφρύς. Τότε και τα σύννεφα της αμαρτίας θα διαλύωνται και ο ήλιος της ειρήνης και της αγάπης θα λάμπη ακτινοβόλος μέσα στον ουρανό της ψυχής μας και θα χωρούν μέσα μας όλοι, ακόμη και οι εχθροί μας.
Έτσι θα γνωρίσουμε βιωματικά ότι:
· Οι πράξεις των εντολών, με πρώτη την διπλή αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον,
· η συμμετοχή μας στη θεία Λατρεία και στα πανάγια σωστικά Μυστήρια,
· το καθημερινό πνεύμα συντριβής και μετανοίας που καλλιεργούμε,
· η καθημερινή μελέτη της Αγίας Γραφής και άλλων θεοφιλών πνευματικών βιβλίων
· και η αδιάλειπτος προσευχή με το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», ανοίγουν τις θύρες του θείου ελέους. Ανοίγουν την αγκαλιά του Θεού και αυτή η αγκαλιά με την σειρά της μας κλείνει μέσα της!!! Και τότε, η ουράνια χαρά της ψυχής μας είναι ανέκφραστη και δεν περιγράφεται με λόγια!...
Γι αυτό και όλοι εμείς θα φωνάζουμε τον Όνομα του Χριστού μας, και το παντοδύναμο αυτό Όνομά Του:
· θα διατηρήση και θα ενισχύση το πνεύμα της μετανοίας,
· θα αποκαταστήση τις κλονισμένες μας σχέσεις με το Θεό και τον πλησίον,
· θα ηρεμήσει την ταραγμένη μας συνείδησι,
· θα δυναμώση την πίστι και την θέλησί μας για την τήρηση των εντολών και την καλλιέργεια των αρετών,
· θα αυξήση τα όρια της ευδοκίμου υπομονής
· θα μαλακώση το εγωιστικό επικάλυμμα της καρδιάς
· και θα πυρακτώση , τέλος, την ψυχούλα μας για θεία Λατρεία και για θεία Κοινωνία.
Και κάτι ακόμα: Όταν για τον άλφα ή βήτα λόγο δεν θα μπορούμε να κοινωνήσουμε των αχράντων Μυστηρίων, έχουμε μαρτυρίες, έχουμε μαρτυρίες πολλών χριστιανών, που ησθάνοντο ότι στο «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης, προσέλθετε», κι αυτοί κοινώνησαν! Γιατί εκείνη την ώρα, που οι άλλοι κοινωνούσαν, αυτοί έλεγαν την Ευχή και λαχταρούσαν το Σώμα και το Αίμα του Ιησού Χριστού. Και ο Θεός ανταποκρίθηκε με τον δικό του τρόπο και επικοινώνησε μαζί τους με αυτήν την πνευματική και ακατάληπτη «Θεία Κοινωνία», καθώς αισθάνθηκαν σαν να κατεβαίνη κάτι από τον λαιμό τους, ενώ ταυτόχρονα μια ανέκφραστη γλυκύτητα που υπήρχε στο στόμα τους κατέλαβε ολόκληρο το ψυχοσωματικό τους «είναι»! Αυτά, για τους αμφισβητούντας και αγεύστους αυτών των πνευματικών καταστάσεων.

Από το βιβλίο: «Η ΕΥΧΗ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΌΣΜΟ»
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ
ΣΤΕΦΑΝΟΥ Κ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
ΠΕΙΡΑΙΑΣ 2007

Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΕΝΟΣ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗ



[…] Μετά την παρέλευση μιας βδομάδας και πλέον ετοιμάστηκα να αναχωρήσω. Δεν είχα προχωρήσει περισσότερο από πενήντα χιλιόμετρα, όταν μ’ έφτασε ένας στρατιώτης, τον οποίο ρώτησα πού πήγαινε. Μου είπε ότι επέστρεφε στο μέρος όπου είχε γεννηθεί, στην περιοχή του Καμενέτς Ποντόλσκ.

Προχωρήσαμε μαζί περίπου πέντε χιλιόμετρα σιωπηλοί, όταν παρατήρησα ότι κάπου-κάπου αναστέναζε πολύ βαθιά, σαν κάποια μεγάλη θλίψη να πίεζε τα στήθη του, ενώ γινόταν συγχρόνως όλο και πιο μελαγχολικός.

Τον ρώτησα γιατί ήταν τόσο λυπημένος κι εκείνος μου είπε:
«Καλέ μου φίλε, αφού κατάλαβες τη λύπη μου, εάν με βεβαιώσεις σε ό,τι έχεις ιερό ότι δεν θα πεις τίποτε ποτέ σε κανέναν, θα σου πω όλη τη ζωή μου, επειδή άλλωστε είμαι πολύ κοντά στο θάνατό μου».
Τον βεβαίωσα σαν χριστιανός ότι δεν θά ’λεγα ούτε το παραμικρό σε οποιονδήποτε και ότι θα ήμουν πολύ ευτυχής να του παράσχω όσες περισσότερες και καλύτερες συμβουλές μπορούσα.

Άρχισε να διηγείται:
«Λοιπόν ήμουν στρατιώτης και υπηρέτησα σ’ ένα μέρος, περίπου πέντε χρόνια, οπότε η εργασία εκεί έγινε εξαιρετικά σκληρή, συχνά δε με τιμωρούσαν για αμέλεια, που άρχισε να με καταλαμβάνει και για το πιοτό, που συνήθισα να πίνω. Μπήκε τότε στο κεφάλι μου η ιδέα να δραπετεύσω. Δεν άργησα να πραγματοποιήσω τη σκέψη μου αυτή κι έγινα λιποτάκτης. Από τότε έχουν περάσει δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια. Τα πρώτα έξι χρόνια κρυβόμουνα όπως μπορούσα κι έκλεβα διάφορα πράγματα από αποθήκες, από μπακάλικα και αγροικίες. Έκλεβα και άλογα. Φρόντιζα δε να πουλώ τα διάφορα κλοπιμαία με διάφορους τρόπους. Ό,τι χρήματα έπαιρνα τα έπινα, γενικά έκανα μια πολύ άσωτη ζωή και διέπραττα κάθε είδος αμαρτίας.


»Στην αρχή, πήγαινα καλά. Έπειτα, όμως, επειδή δεν είχα χαρτιά και ταυτότητα για να ταξιδεύω, με πιάσανε και με βάλανε στη φυλακή. Τέλος, κατόρθωσα να δραπετεύσω κι από εκεί. Για μεγάλη μου τύχη συναντήθηκα μετά μ’ έναν στρατιώτη που είχε απολυθεί από το στρατό και πήγαινε σπίτι του σε μια μακρινή διοικητική περιοχή. Φαινόταν άρρωστος, γιατί περπατούσε με δυσκολία. Με παρακάλεσε να τον βοηθήσω μέχρι το πλησιέστερο χωριό όπου θά ’βρισκε ένα μέρος για να ησυχάσει. Τον βοήθησα και φθάσαμε εκεί που επιθυμούσε. Ο αστυνομικός διευθυντής μού επέτρεψε να μείνουμε σε μία χορταρένια καλύβα, όπου ξαπλώσαμε για ν’ αναπαυθούμε εκείνη τη νύχτα. Όταν ξύπνησα το πρωί, κοίταξα τον σύντροφό μου, αλλά ήταν ακίνητος και ξυλιασμένος. Ήταν νεκρός. Μόλις το αντιλήφθηκα αυτό, έσπευσα να τον ψάξω για να βρω τα χαρτιά του και προ παντός το χαρτί της απολύσεώς του. Το πήρα μαζί με τα λίγα χρήματα που είχε κι εξαφανίστηκα μέσα σ’ ένα κοντινό δάσος, ενώ όλοι κοιμόνταν ακόμη.

»Τα χαρτιά ευτυχώς συνέπεσε να είχαν τέτοια χρονολογία και ηλικία, που να μπορώ να τα χρησιμοποιήσω εύκολα. Ευχαριστήθηκα πολύ γι’ αυτή μου την επιτυχία, επειδή θα μπορούσα τώρα, έχοντας χαρτιά, να ταξιδεύω παντού. Έτσι πήγα μέχρι τα βάθη του Αστραχάν. Εκεί αποφάσισα να παραμείνω κι έπιασα δουλειά εργάτου σ’ έναν ζωέμπορο, ηλικιωμένο άνθρωπο που ήταν εγκατεστημένος εκεί.


»Ο άνθρωπος αυτός ζούσε με την κόρη του, που ήταν χήρα. Μετά από ένα έτος ζωής κοντά του, νυμφεύθηκα τη χήρα κόρη του, έπειτα δε από λίγο καιρό ο γέρος πέθανε. Δυστυχώς, δεν μπορέσαμε να συνεχίσουμε την επιχείρηση κι εγώ άρχισα πάλι να πίνω. Η γυναίκα μου έκανε κι αυτή το ίδιο. Σε διάστημα ενός χρόνου σπαταλήσαμε όσα μας είχε αφήσει ο γέρος πεθερός μου. Μετά από λίγο καιρό η σύζυγός μου αρρώστησε βαριά και πέθανε. Τότε εγώ πούλησα ό,τι είχε απομείνει, τα έφαγα κι έμεινα χωρίς πεντάρα. Άρχισα να πεινάω, οπότε ξαναγύρισα πίσω στην παλιά μου τέχνη. Τώρα, όμως, έκανα τον κλεπταποδόχο, γιατί είχα πια χαρτιά και ταυτότητα. Με το ξαναγύρισμα στο αμαρτωλό επάγγελμα, ξαναβρήκα και την παλιά μου αμαρτωλή ζωή. Οι επιτυχίες μου αυτές διήρκησαν ένα χρόνο. Αργότερα, όμως, δεν πήγαν και τόσο καλά τα πράγματα. Έκλεψα ένα γέρικο άλογο από έναν ακτήμονα χωριάτη, έναν “Μπόμπιλο”, όπως τους λέμε, και το πούλησα για λίγα λεφτά.

»Με τα χρήματα που πήρα ήπια αρκετά σε μια μπυραρία κι ύστερα μου ήρθε η ιδέα να πάω σ’ ένα γειτονικό χωριό, όπου γινόταν ένας γάμος, με τον σκοπό να επιδοθώ σε κλοπές, όταν μετά τη διασκέδαση θα έπεφταν όλοι στον ύπνο. Πριν ακόμη δύσει ο ήλιος, μπήκα στο πλησιέστερο δάσος μέχρι να νυχτώσει. Ξάπλωσα εκεί κάπου για να περάσει η ώρα, αλλά με πήρε ο ύπνος χωρίς να το καταλάβω.

»Στον ύπνο μου είδα ένα όνειρο. Είδα ότι καθόμουν σ’ ένα πλατύ κι ωραίο χλοερό μέρος. Ξαφνικά παρατήρησα ότι ένα φοβερό σύννεφο άρχισε ν’ ανεβαίνει στον ουρανό. Σε λίγο ξέφυγε μια τόσο τρομερή βροντή κεραυνού απ’ αυτό το σύννεφο, ώστε σείστηκε το έδαφος κάτω από τα πόδια μου κι έτρεμε. Εγώ νόμιζα σαν κάποιος να με αναποδογύρισε και να με κύλισε κάμποσες φορές πάνω στο χώμα. Έπειτα, το σύννεφο φάνηκε σαν να κατεβαίνει προς τα κάτω χαμηλά κι από μέσα πρόβαλλε σε λίγο η μορφή του πατέρα μου, που είχε πεθάνει πριν από είκοσι χρόνια. Ο πατέρας μου ήταν στη ζωή του ένας εξαίρετος άνθρωπος και είχε υπηρετήσει τριάντα ολόκληρα χρόνια σαν εκκλησιαστικός επίτροπος στο χωριό μας.

»Προχώρησε προς το μέρος μου με μια έκφραση γεμάτη θυμό και αγανάκτηση που μ’ έκαναν να με κυριεύσει μεγάλος φόβος. Γύρω εκεί είδα ακόμα, διάφορους σωρούς από ποικίλα πράγματα που είχα κλέψει σε διάφορες εποχές. Η θέα τους με τρομοκράτησε ακόμη περισσότερο.
»Συγχρόνως φάνηκε κι ο παππούς μου να έρχεται προς το μέρος μου, να δείχνει τον πρώτο σωρό και να λέει: “Τι είναι αυτό; Τώρα θα το πληρώσεις!”. Τότε ξαφνικά το έδαφος βούλιαξε κάμποσο γύρω μου κι άρχισε να με πιέζει απ’ όλες τις πλευρές, τόσο σκληρά, ώστε δεν μπορούσα να υποφέρω τον πόνο και τη λιποψυχία που με κατέλαβαν. Φώναξα: “Λυπήσου με!”. Αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Έπειτα, για δεύτερη φορά ο παππούς μου δείχνοντάς μου έναν άλλο σωρό επανέλαβε λέγοντας: “Τι είναι αυτό; Δώστε του μια σκληρότερη πληρωμή!”. Τότε αισθάνθηκα τόσο βίαιο και μαρτυρικό πόνο κι αγωνία, που δεν μπορούν να συγκριθούν με τίποτε παρόμοιο στη γη.
»Τέλος ο παππούς μου έφερε κοντά μου το άλογο που είχα κλέψει την προηγούμενη βραδιά και μου φώναξε: “Κι αυτό εδώ τι είναι; Βασανίσου, λοιπόν, τώρα όσο πιο σκληρότερα παίρνει!”. Αποτέλεσμα των λόγων αυτών ήταν ένας τόσο σκληρός, τραχύς κι εξαντλητικός πόνος, που είναι αδύνατο να περιγραφεί. Ήταν σα κάποιος να μού ’βγαζε τους τένοντας απ’ τις σάρκες μου, πράγμα που έκανε να κόβεται η αναπνοή μου απ’ τον πόνο που ακολουθούσε. Αισθάνθηκα ότι δεν θ’ άντεχα πλέον κι ότι θα έμενα πια αναίσθητος στο λάκκο αυτό, αλλά το άλογο την ίδια στιγμή μού ’δωσε ένα λάκτισμα στο μάγουλο, οπότε ξύπνησα τρέμοντας και σπαρταρώντας απ’ το φόβο σα το ψάρι.

»Στο μεταξύ, είχε όχι μόνο ξημερώσει, αλλ’ είχε βγει κι ο ήλιος δυο κοντάρια ψηλά στον ουρανό. Αυτόματα έκανα μια ακούσια κίνηση, πιάνοντας το μάγουλό μου, και είδα ότι ήταν πληγωμένο κι έτρεχε αίμα από την πληγή. Όλα τα μέρη επίσης του σώματός μου, που είχα δει στον ύπνο μου πως είχαν υποφέρει, τα αισθανόμουν σκληρά και πονεμένα σα να τα είχαν τρυπήσει χιλιάδες βελόνες. Βρισκόμουν σε κατάσταση τέτοιου τρόμου, που δεν μπορούσα να σηκωθώ. Το χτυπημένο μάγουλό μου έκανε αρκετό καιρό να περάσει κι ακόμα μέχρι τώρα μπορείς να δεις το σημάδι που άφησε. Να! Κοίταξέ το! Δεν υπήρχε σημάδι πριν από το περιστατικό αυτό.

»Έτσι, μετά απ’ αυτό το τρομακτικό όνειρο με καταλάμβαναν συχνά τύψεις και τρόμος. Μόνο που το θυμόμουν, έτρεμα· κι η αγωνία καταλάμβανε τη ψυχή και την καρδιά μου. Δεν ήξερα τι να κάνω, πώς νά ’βρισκα κάποια γαλήνη να ηρεμούσα. Το χειρότερο, όμως, όσο περνούσε ο καιρός τόσο μεγάλωνε κι ο φόβος μου κι η ταραχή. Άρχισα να αισθάνομαι ένα φόβο για τους ανθρώπους, γιατί με καταλάμβανε μια ντροπή για όσα είχα κάμει, νομίζοντας πως όλοι γνώριζαν το ελεεινό μου παρελθόν. Δεν μπορούσα πια ούτε να φάω ούτε να κοιμηθώ από αυτή τη συνεχή οδύνη της ψυχής μου. Είχα καταντήσει ένα σκιάχτρο. Σκέφτηκα να παραδοθώ στην αστυνομία και να ομολογήσω όλες τις κλοπές και τις απάτες μου. Νόμιζα ότι ο Θεός θα με συγχωρούσε αν λάβαινα τις ανάλογες τιμωρίες. Δεν είχα όμως το θάρρος να το κάμω, γιατί φοβόμουν τις ταλαιπωρίες της φυλακής. Ύστερα απ’ όλ’ αυτά, έχασα κάθε είδος υπομονής και παρηγοριάς και σκέφτηκα να αυτοκτονήσω, αλλ’ έπειτα είδα ότι θα ήταν περιττή η αυτοκτονία, γιατί όσο περνούν οι μέρες όλο και χάνω δυνάμεις. Πιστεύω δε, ότι η ζωή που μου μένει είναι πια λίγη, επειδή οπωσδήποτε, έτσι όπως πάω, θα πεθάνω. Τώρα πηγαίνω στο χωριό μου να δω έναν ανεψιό μου και εκεί να πεθάνω στο μέρος που γεννήθηκα. Έχω έξι μήνες που ταξιδεύω και, κάθε μέρα που περνάει, με κάνει με κάνει περισσότερο αξιολύπητο. Τι λες εσύ φίλε μου για όλ’ αυτά; Τι πρέπει να κάνω; Στ’ αλήθεια, μου είναι αδύνατο πια να υποφέρω περισσότερο!».

Ακούγοντας όλη αυτή τη φοβερή και αληθινή ιστορία με κομμένη την αναπνοή μου, δόξασα τη σοφία και την αγαθότητα του Θεού που ενεργεί με τόσο ποικίλους και θαυμαστούς τρόπους για να φέρει τους αμαρτωλούς σε συναίσθηση.
Του είπα λοιπόν:
«Αδελφέ μου, έπρεπε τις ώρες του φόβου και του τρόμου και της αγωνίας σου να προσευχόσουν θερμά προς τον Θεό. Αυτό θα ήταν η μεγάλη και αποτελεσματική θεραπεία των δεινών σου».

«Αλήθεια! Στη ζωή μου –είπε– σκέφτηκα ότι θα ήταν καταστροφή για μένα να τολμήσω να προσευχηθώ απ’ ευθείας προς τον Θεό».

«Όχι, αδελφέ μου, όχι! Ο Σατανάς έβαλε στο μυαλό σου το φόβο και τις σκέψεις αυτές για την προσευχή. Αγαπητέ μου, δεν υπάρχει για το έλεος του Θεού όριο και, πραγματικά, λυπάται ο Θεός όταν δεν συναισθάνονται οι άνθρωποι και δεν καταλαβαίνουν να ζητήσουν το έλεός Του, για τους συγχωρήσει Εκείνος όλες τις αμαρτίες τους.
»Ο Θεός συγχωρεί χωρίς όριο αυτούς που μετανοούν. Δεν ξέρουν οι δυστυχείς άνθρωποι να προσευχηθούν, δεν ξέρουν να πουν την Προσευχή του Ιησού, το: “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλόν”. Εσύ θα κάνεις άριστα ν’ αρχίσεις να λες αυτή την προσευχή χωρίς διακοπή».

«Α, μάλιστα! Τη ξέρω αυτή την Προσευχή. Την έλεγα μερικές φορές που συνέβαινε να έχω ανάγκη από περισσότερο θάρρος, όταν επρόκειτο να κάνω κάποια κλεψιά!».

«Άκουσε, λοιπόν. Ο Θεός δεν σε κατέστρεψε όταν πήγαινες να κάνεις κάτι κακό κι έλεγες την Προσευχή αυτή. Πώς θα μπορούσε να προβεί στην καταστροφή σου, αφού η Προσευχή αυτή περιέχει τη λέξη του ελέους; Ο Σατανάς φρόντισε να σε κάνει να μη τη λες καθόλου· πρέπει δε να γνωρίζεις ότι, άσχετα με τις σκέψεις που έρχονται στο μυαλό σου, αν επιμένεις να λες τη νοερά Προσευχή του Χριστού, θα λυτρωθείς πολύ γρήγορα από τους τρόμους και από τ’ άλλα βάσανά σου και η γαλήνη του Θεού θα βασιλεύσει μέσα στη ψυχή σου. Θα γίνεις αφοσιωμένος του Θεού άνθρωπος και θ’ απαλλαγείς απ’ όλες τις αμαρτωλές σου συνήθειες και τα πάθη. Σε βεβαιώνω γι’ αυτό, γιατί έχω δει πραγματικά θαύματα στη ζωή μου απ’ αυτή την Προσευχή».

Μετά απ’ αυτά, του διηγήθηκα διάφορα περιστατικά, που έδειχναν την εξαίσια δύναμη που η Προσευχή του Ιησού είχε φέρει σε διάφορους αμαρτωλούς. Τέλος, τον έπεισα να έρθει μαζί μου στην Παναγία του Ποτσαέβ, το καταφύγιο των αμαρτωλών, για να εξομολογηθεί εκεί και να κοινωνήσει πριν φτάσει στο χωριό του.

Ο στρατιώτης μου, άκουσε όλα όσα του είπα με πολλή προσοχή, όπως τουλάχιστον κατάλαβα, και με χαρά συμφώνησε απόλυτα. Πήγαμε μαζί μέχρι το Ποτσαέβ, χωρίς να μιλά ο ένας προς τον άλλο, επειδή λέγαμε νοερά την Προσευχή του Ιησού σ’ όλο το διάστημα. Μια ολόκληρη μέρα βαδίζαμε έτσι. Την επόμενη αισθάνθηκε, όπως μου είπε, πολύ καλύτερα και για πρώτη φορά άρχισε να κυριαρχεί η ηρεμία μέσα του· ηρεμία, που ποτέ άλλοτε δεν την είχε αισθανθεί. Την τρίτη μέρα φτάσαμε στο Ποτσαέβ και τον συμβούλευα να μη διακόψει την Προσευχή ούτε κατά το διάστημα της μέρας ούτε τη νύχτα, όταν ήταν ξύπνιος. Τον βεβαίωσα δε ακόμη ότι το Πανάγιο Όνομα του Ιησού, που ο αόρατος εχθρός δεν μπορεί να το υποφέρει, θα τον ενδυνάμωνε για να σωθεί. Σ’ αυτό το σημείο τού διάβασα κι ένα κομμάτι από τη «Φιλοκαλία» που έλεγε ότι αν και οφείλουμε να λέμε πάντα την Προσευχή του Ιησού, είναι πολύ πιο απαραίτητο να τη λέμε όταν προπαρασκευαζόμαστε για την Αγία Κοινωνία.

Έκανε όπως του είπα και όπως του διάβασα κι ο Πνευματικός τού επέτρεψε να κοινωνήσει. Μετά ταύτα, από καιρό σε καιρό οι παλιές αμαρτωλές τάσεις και σκέψεις τον ενοχλούσαν, αλλά τις νικούσε εύκολα λέγοντας την Προσευχή αυτή. Την Κυριακή, για να σηκωθεί πρωί και για να προφθάσει τον Όρθρο, έπεσε να κοιμηθεί νωρίτερα αποβραδίς με τη νοερά Προσευχή στα χείλη. Εγώ έμεινα ξύπνιος και μ’ ένα ισχνό φως διάβαζα από τη «Φιλοκαλία».


Είχε περάσει καμιά ώρα όταν αντιλήφθηκα πως τον είχε πάρει πια ο ύπνος. Ξαφνικά, όμως, περίπου εικοσιπέντε λεπτά αργότερα, έδωσε ένα τίναγμα και σηκώθηκε όρθιος. Πήδησε κάτω απ’ το κρεβάτι κι έτρεξε κατά πάνω μου με δάκρυα στα μάτια και με λόγια ευτυχίας στα χείλη μού είπε: «Ω, αδελφέ μου! Τι είδαν τα μάτια μου! Πόσο ήρεμος κι ευτυχισμένος είμαι τώρα! Πιστεύω πια τέλεια ότι ο Θεός επιθυμεί ζωηρά τη σωτηρία των αμαρτωλών και ότι η θεία Του στοργή προς αυτούς κατευθύνεται. Δόξα, Σοι, Θεέ μου! Δόξα νά ’χει τ’ Όνομά Σου!».

Τρόμαξα και χάρηκα συγχρόνως και τον ρώτησα να μου πει τι ακριβώς του είχε συμβεί.

«Μόλις με πήρε ο ύπνος» –μου είπε– «είδα πως ήμουν σ’ αυτό το χλοερό λιβάδι που υπέφερα τα μαρτύρια. Στην αρχή τρομοκρατήθηκα, αλλά είδα τώρα αντί για το σύννεφο, ένα λαμπρό ήλιο ν’ ανατέλλει κι ένα λαμπρότατο φως να φωτίζει γλυκά το λιβάδι. Τώρα υπήρχαν ακόμη μέσα στο λιβάδι κόκκινα τριαντάφυλλα κι άλλα όμορφα λουλούδια. Ξαφνικά, παρουσιάστηκε πάλι ο παππούς μου και με κοίταξε με τόσο γλυκό βλέμμα, που ποτέ πριν δεν με είχε κοιτάξει άνθρωπος. Με χαιρέτησε και μου είπε: “Πήγαινε στο Ζιτομίρ, στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Εκεί στην εκκλησία θα σε προστατεύσουν. Κάθισε, λοιπόν, εκεί μέχρι το τέλος της ζωής σου και προσεύχου χωρίς ποτέ να σταματήσεις κι ο Θεός θα είναι μαζί σου”. Αυτά μου είπε κι αμέσως με σταύρωσε με το σημείο του σταυρού κι εξαφανίστηκε. Δεν μπορώ να εκφράσω το πόσο ευτυχισμένος είμαι τώρα. Αισθάνομαι σαν να ελαφρώθηκα από ένα φοβερό βάρος που είχα στη ψυχή μου. Τώρα μου φαίνεται πως μπορώ να πετάξω μέχρι τον ουρανό. Τη στιγμή που ξύπνησα, τώρα δα πριν από λίγες στιγμές, αισθάνθηκα τέτοια ειρήνη στην καρδιά και το μυαλό μου, που ποτέ πριν δεν είχα στη ζωή μου αισθανθεί. Τώρα τι πρέπει να κάνω; Δεν πρέπει να φύγω αμέσως για το Ζιτομίρ, όπως μου είπε ο παππούς μου; Θα φύγω, λοιπόν, αμέσως αφού εξασφάλισα την εσωτερική μου γαλήνη με τη νοερά Προσευχή».

«Μα, αδελφέ μου, στάσου!» –του είπα– «Ακόμη είναι νύχτα. Πώς μπορείς να ξεκινήσεις αμέσως, νύχτα καιρό; Κάθισε μέχρι το πρωί να πάμε στον Όρθρο να προσευχηθούμε κι ύστερα φεύγεις, με τη δύναμη του Θεού».

Έτσι, μετά απ’ αυτή τη συνομιλία, δεν κοιμηθήκαμε πια, αλλά πήγαμε στην εκκλησία, όπου κατά τη διάρκεια του Όρθρου προσευχηθήκαμε με δάκρυα στα μάτια κι όπως με βεβαίωσε αισθανόταν άρρητη γαλήνη και ότι προόδευε ειρηνικά στην Προσευχή του Ιησού. Μετά τη Θεία Λειτουργία κοινώνησε κι έπειτα έφαγε λίγο και ξεκίνησε για το Ζιτομίρ. Τον συνόδευσα μέχρι το δρόμο που αρχίζει γι’ αυτή την πόλη και τον κατευόδωσα με χριστιανική χαρά και αγάπη…

[«Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού»,
Μέρος 2ο, σελ. 185–194,
Μετάφραση:
Παντελεήμονος Καρανικόλα
Μητροπολίτου Κορίνθου
(1919–2006),
Εκδοτικός Οίκος
«Αστήρ»,
Αθήναι, 19663.
Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφιών,
πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]