.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Περί Προσευχής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Περί Προσευχής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Η ΘΛΙΨΗ, ΔΥΝΑΜΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ



Γιατί να μην κάνουμε τη θλίψη μας δύναμη και ύψος προσευχής; Καμιά θλίψη δεν έρχεται μάταια και άσκοπα, για να πάει χαμένη στην πνευματική ζωή· χάρη σ’ αυτή κάθε μας ικεσία αποκτά φτερούγες ταπείνωσης. Καμιά θλίψη δεν έρχεται στη ζωή μας χωρίς την ευεργετική παραχώρηση του Θεού· του Θεού, που είναι υπέρλογη Αγάπη για όλους και για τον καθένα προσωπικά. Καμιά θλίψη δεν έρχεται για να κατατροπώσει και να νικήσει εκ προοιμίου την καρδιά που πιστεύει· τον άνθρωπο που προσφεύγει ολόψυχα στον Θεό και, με τη δύναμη της προσευχής, μπορεί να διαφεύγει τον μεγάλο κίνδυνο που υπάρχει στο ζοφερό κέντρο όλων ανεξαιρέτως των θλίψεων και που λέγεται «απόγνωση».

π. Δαμιανός

«εν τω στόματί σου και εν τη καρδία σου»



Όταν προσεύχεσαι στον Θεό, γνώριζε ότι Αυτός είναι κοντά σου, «εν τω στόματί σου και εν τη καρδία σου» (Ρωμ. 10, 8).
 Σε αγαπά όσο κανείς άλλος στη γη και στον ουρανό, αφού είσαι παιδί Του, είσαι εικόνα Του.
Γι αυτό κι εσύ με πολλή αγάπη να Τον επικαλείσαι, να Τον ευγνωμονείς και να Τον δοξάζεις, γιατί Εκείνος είναι η δύναμή σου, η ζωή σου και η δόξα σου!

Αγίου Ιωάννου της Κρονστάνδης

Οι καλύτερες στιγμές για προσευχή...



Είναι κάποιες στιγμές που η θλίψη σου γίνεται αφόρητο φορτίο, το βλέμμα σου σκοτεινιάζει, χάνεται στο χάος των λογισμών κι η ανάσα σου βαραίνει. Μην απελπίζεσαι! Αυτές είναι ίσως οι καλύτερες στιγμές για προσευχή εκ καρδίας. Απλά γονάτισε και μίλα Του. Είναι εκεί με την αγκαλιά Του ανοιχτή και περιμένει να σε ακούσει...
Όχι πως δεν γνωρίζει, απλά θέλει να το θέλεις, όποτε εσύ το θελήσεις είναι εκεί για ακουμπήσεις κάθε βάρος της ψυχής σου στα πόδια Του. Μίλα Του, πες Του όλα αυτά που αισθάνεσαι, όλα όσα δεν αντέχεις να παλεύεις πια, όλα όσα σε πονούν και σε πληγώνουν, όλα όσα μπορεί να σε θυμώνουν, όλα όσα φοβάσαι...
Και τότε είναι που θα νιώσεις το χάδι της άπειρης Του Αγάπης να φωτίζει και να αγκαλιάζει την ψυχή σου και το βάρος που κουβαλάς να ελαφρώνει. Τέτοιες στιγμές προσευχής λένε πως εισακούονται γρήγορα γιατί πηγάζουν απευθείας από τα βάθη της ψυχής…

“Γιατί σε μένα Θεέ μου;...”

Δεν είναι σπάνια η ερώτηση. Ίσως μάλιστα τις περισσότερες φορές να κλείνεται βαθιά μέσα στη συνείδηση του ανθρώπου, κι εκεί να τον βασανίζει, να μην τον αφήνει να ησυχάσει. Έτσι, σαν παράπο­νο, σαν κάτι που δεν βρίσκει δικαίωση μέσα του, μα και που ο ίδιος δεν τολμά να το εκφράσει, φοβούμενος ότι θα αμαρτήσει ενώπιον του Θεού. Κι ακριβώς ο φόβος αυτός επιτείνει ακόμα περισσότερο τον βασανισμό.

«Γιατί σε μένα, Θεέ μου; Γιατί μου έδωσες αυτόν τον σταυρό, γιατί επέτρεψες έτσι να ’ρθουν τα πράγματα; Δυσκολίες, αποτυχίες, ασθένειες στην οικογένειά μου, οικονομική στένωση, πένθος…».

[...] Το άρθρο αυτό γράφεται με αφορμή ερώτηση που δόθηκε από θεολό­γο καθηγητή σε παιδιά Β’ Γυμνασίου με την παράκληση να απαντήσουν γραπτώς και ανωνύμως. ‘Η ερώτηση: «Αν ο Ιησούς ζούσε τώρα ανάμεσά μας, θα ήθελες να Τον συναντήσεις; Τι θα ήθελες να Του πεις; Τι να συζητήσετε; Ποιο παράπονο θα ήθε­λες να Του κάνεις και τι θα Του ζη­τούσες;».

Εννοείται ότι οι απαντήσεις που δό­θηκαν ήταν πάμπολλες [...]. Θα μείνουμε σε μία από αυτές, συγ­κλονιστική ομολογουμένως, και όχι λιγότερο διδακτική. Τη μεταφέρουμε αυτούσια, με το λεκτικό και τη σύντα­ξη του παιδιού:

«Αρχικά ο Ιησούς ζει στην καρδιά μας. Ποτέ δεν μας εγκαταλείπει. Ό­μως, αν μου είχε δοθεί η ευκαιρία να Τον συναντήσω, για κανένα λόγο δεν θα την απέρριπτα!

Τα πράγματα που θα ήθελα να συζητήσω μαζί Του είναι τα λόγια που Του λέω κάθε νύχτα πριν πέσω για ύπνο. Θα Τον ευχαριστούσα για όλες τις κακές και καλές στιγμές της ζωής μου! Θα Τον ευχαριστούσα για την υγεία που έχουν οι γονείς μου και όλη η οικογένειά μου. Θα Τον ευχαριστούσα για την αγάπη και την αρμονία που υπάρχει στο σπίτι μου. Θα Τον ευχαριστούσα για κάθε στιγμή της ζωής μου. Θα Τον ευχαριστούσα γιατί είμαι ευτυχής. Θα Τον ευχαριστούσα για τους γονείς που έχω. Θα Του ζητούσα να συγχωρέσει τις αμαρτίες μου. Και στο τέ­λος θα Τον ρωτούσα: Γιατί μου τα δίνεις όλα αυτά, Θεέ μου; Τα αξίζω;…».

[...] Κατ’ αρχάς, ας προσέξουμε πόσες φο­ρές αναφέρει το παιδί το ρήμα «θα Τον ευχαριστούσα» και πόσες «θα Του ζη­τούσα» (και τι ζητά). Επιπλέον, αυτά τα λόγια μας διαβεβαιώνει ότι τα λέει κάθε βράδυ στην προσευχή του. Σ’ αυτή τη βά­ση θεμελιώνει τη σχέση του με τον Κύριο Ιησού: την ευχαριστία.

Ευχαριστία για όλα: «για όλες τις κακές και καλές στιγμές της ζωής μου!». Ποιος έμαθε σ’ αυτό το πλάσμα να ευχαριστεί τον Θεό για τις «κακές» στιγμές της ζωής του; Πόσους, αλήθεια, προσευχητικούς λόγους δεν ξεπερνά μια μόνο ευχαριστία για κάτι λυπηρό που επέτρεψε ο Θεός στη ζωή μας; Και πως ο Θεός – ας επιτραπεί η ανθρωποπαθής έκφραση – να μη συγκινηθεί, βλέποντας να Τον ευχαριστούμε για τα λυπηρά της ζωής μας; Τα λυπηρά, τα όποια επιτρέπει πάλι για το καλό μας, από αγάπη για μας. Τι μεγα­λείο, αληθινά, ψυχής προδίδει αυτού του είδους η ευχαριστία προς τον Θεό!

Και ερχόμαστε στην τελευταία και βασι­κότερη παρατήρηση: «Στο τέλος θα Τον ρωτούσα: Γιατί μου τα δίνεις όλα αυτά, Θεέ μου; Τα αξίζω;…» Η ίδια ερώτηση που θέσαμε για προμετωπίδα: «Γιατί σε μένα, Θεέ μου;». Αλλά τώρα πόσο δια­φορετικό περιεχόμενο αποκτά από αυτό που προφανώς εννοήσαμε διαβάζοντας τον τίτλο! Το αντίθετο ακριβώς. Γιατί σε μένα, Θεέ μου, όλα αυτά; Τι έκανα εγώ, για να μου δίνεις τόσες ευλογίες καθημε­ρινά; Τι άξιο βλέπεις επάνω μου;

Ίσως, όμως, να αντιπροτείνει ο αναγνώστης ότι πράγματι το ευλογεί πολύ το παιδί αυτό ο Θεός, και γι’ αυτό ευλόγως προβαίνει στην ερώτηση αυτή. Η πρα­γματικότητα όμως είναι αντίστροφη: Ε­πειδή το παιδί διατίθεται έτσι προς τον Θεό, γι’ αυτό ο Θεός δεν παύει να εκχέει επάνω του τις ευλογίες Του. Τίποτε δεν συντελεί τόσο στην επαύξηση των ευλογιών του Θεού προς εμάς, έλεγε ο ιερός Χρυσόστομος, όσο η ευχαριστία μας προς Εκείνον γι’ αυτές.

Έπειτα από τις γραμμές αυτές του παι­διού, ας αναρωτηθούμε: Ζούμε εμείς έτσι καθημερινά; Αναπτύσσουμε τέτοιου είδους σχέσεις με τον Κύριό μας; Του μι­λάμε έτσι στην προσευχή μας; Τον ευχαριστούμε για όλα όσα συμβαίνουν στη ζωή μας;

Αν δεν το κάναμε μέχρι τώρα, ας το ξε­κινήσουμε. Και αμέσως θα δούμε κάτι εκπληκτικό: το άγχος να φεύγει από πά­νω μας, το ίδιο και η γκρίνια, η καθημερι­νή τριβή. Μιά γαλήνη θα απλώνεται μέσα μας, και η ψυχή μας θα πλημμυρίζει από χαρά.

Και τότε αυθόρμητα θα μας βγει ετούτη η ερώτηση: «Γιατί σε μένα όλα αυτά, Θεέ μου; Τα αξίζω;». Και ίσως κι ένα δάκρυ αβίαστα να τη συνοδεύσει. Δάκρυ ευγνωμοσύνης προς τον δωρεοδότη, τον πανελεήμονα Κύριο.

Πηγή: Περιοδικό «Ο Σωτήρ». Αρ. Τεύχους: 2082

«ΑΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΤΟΜΑΡΑΚΙΑ! ΜΑΣ ΕΧΕΙ ΦΙΛΟΥΣ Ο ΘΕΟΣ!»



«Όταν προσεύχεσαι, αντιλαμβάνεσαι ότι ο Θεός σε ακούει, σου μιλάει, σε σκέφτεσαι –εσένα ξεχωριστά– και μάλιστα πολύ αγαπητικά. Μας μιλάει ο Θεός και πρέπει κι εμείς να Του μιλάμε από πολύ κοντά, με εμπιστοσύνη, αγαπητικά, λατρευτικά. Όταν λέμε “μιλάω στον Θεό” σημαίνει ότι πάω κοντά ως αγαπητός στον Θεό και πιστεύω ότι δεν θα μου χαλάσει το χατίρι.«

»Πρώτα Του λέω να με συγχωρέσει που τολμάω να Του μιλήσω. Τον παρακαλώ να μ’ ελεήσει, να μ’ ακούσει, να με προσέξει και να με κοιτάξει. Τι είναι το κοίταγμα; Η παροχή του θείου ελέους, η αίσθηση της επίσκεψης του θείου ελέους.«

»Κατά τη θεία συνομιλία πρέπει να έχουμε τη βεβαιότητα ότι ο Θεός θα μας απαντήσει. Αυτό δεν είναι πλάνη ούτε εγωισμός ούτε μύθος ούτε φαντασία· είναι πίστη, πραγματικότητα. Έτσι μας θέλει ο Θεός! Να Του μιλάμε όπως ο φίλος προς τον Φίλο και να στεκόμαστε ενώπιος Ενωπίω. Δεν μπορεί παρά να είναι μόνο έτσι. Ας είμαστε τομαράκια! Μας έχει φίλους ο Θεός. Και κάνει μεγάλη υπακοή σ’ εμάς. Δεν μας αρνείται τίποτα ο Θεός, εκτός κι αν ζητάμε πράγματα ανώφελα για τη σωτηρία μας.«

»Όταν στην προσευχή έχουμε πληρότητα πίστεως, τότε αισθανόμαστε την παρουσία του Θεού και Του μιλάμε “ενώπιος Ενωπίω”, πρόσωπο προς Πρόσωπο. Αυτή η μυστική και καυστική συνομιλία με τον Πανάγαθο Θεό ανοίγει τους οφθαλμούς της ψυχής. Ο νους ορά τον Θεό και η ψυχή ενώνεται άρρητα μαζί Του. Η αληθινή προσευχή είναι αστραπόμορφος και φεγγοβόλος “τόπος” θεοφάνειας· είναι η διόπτρα με την οποία ατενίζουμε τα ουράνια· μ’ αυτήν δεχόμαστε την αποκάλυψη του Θεού και ενωνόμαστε μαζί Του.«

»Όταν προσευχόμαστε, απευθυνόμαστε στον Παντογνώστη και Παντοδύναμο, που μπορεί να ενεργεί τα πάντα αμέσως. Κι όταν η αίσθηση της παρουσίας του Θεού αναπαύει το είναι μας κι έχουμε την πεποίθηση ότι ο Κύριος τα πάντα δύναται, τότε ο Θεός θαυματουργεί.«

»Ένα βράδυ στην προσευχή μου μίλησα πολύ προσωπικά στον Θεό. Μίλησα στο Πρόσωπο του Χριστού και είδα άμεσα τα αποτελέσματα της πλήρους εμπιστοσύνης προς Εκείνον. Όταν ικετεύουμε χωρίς ενδοιασμούς, χωρίς κανένα παραπέτασμα, ανοιχτά –και τηρούμε βεβαίως τις εντολές–, τότε ο Θεός δεν μας χαλάει χατίρι. Αμέσως μας ακούει. Τόσο πολύ μας αγαπάει! Και όταν ο Θεός, η Αυτοαγάπη, γίνει η αγάπη μου, εε!… από ’κει και πέρα αρχίζει η μακαριότητα και η απόλαυση της συνομιλίας πρόσωπο προς Πρόσωπο...«


»Όταν προσευχόμαστε με αληθινή αγάπη για τον συνάνθρωπο, ο Θεός αναπαύει πρώτα εμάς, στερεώνοντας την πίστη μας. Και μόλις παγιωθεί μέσα μας η πίστη στον Χριστό, αμέσως δρα η προσευχή και σ’ εκείνον για τον οποίο προσευχόμαστε. Διότι ο Θεός συγκινείται αφάνταστα, όταν κάποιος Τον παρακαλεί να ελεήσει την “αγάπη” Του, την εικόνα Του, δηλαδή τον συνάνθρωπο· και τότε, παρακαλώ, επεμβαίνει Εκείνος και θαυματουργεί.«

»Όταν προσευχόμαστε με πίστη και αγάπη για κάποιον αδελφό, θα έρθει καιρός που, με τη δύναμη αυτής της πίστης και της αγάπης, θα εισέλθεις στη χώρα της θείας θαυματουργίας. Η πίστη θα θαυματουργήσει και θα μεταδώσει στον αδελφό τη Χάρη, διεγείροντας τη ψυχή του προς το θείο· θα πιστεύσει και αυτός και θα δεχθεί το έλεος του Θεού και την αγάπη του Θεού.«

»Πρέπει να έχουμε προσευχή μουσκεμένη στα δάκρυα για όλο τον κόσμο, τον πάσχοντα κόσμο. Ιδιαίτερα να προσευχόμαστε γι’ αυτούς που πάσχουν πνευματικά και παραπαίουν στα σκοτάδια και παρασύρονται από τον πύρινο ποταμό της αμαρτίας. Όταν τα μοναστήρια προσεύχονται για τον κόσμο, θα γίνει ίλεως ο Θεός, θα λυπηθεί τα πλάσματά Του και θα τα σώσει.«

»Αν μας λείψει η προσευχή, σβήσαμε! Γιατί από τη δύναμη της προσευχής εξαρτάται η δύναμη της αγάπης. Βέβαια, χωρίς αγάπη δεν υπάρχει προσευχή· αλλά και χωρίς προσευχή δεν ζει η αγάπη. Η ικεσία για τον συνάνθρωπό μας έχει μεγάλη σημασία και για τη δική μας ψυχή. Ο Θεός, επειδή είναι Αγάπη, αγαπά πολύ την “αγάπη” Του, τον άνθρωπο. Ανταποκρίνεται αμέσως με θεϊκή ευσπλαχνία στη φιλάνθρωπη προσευχή μας και σπεύδει να μας αναπαύσει με το πλήρωμα του ελέους Του. Τότε η ύπαρξή μας πλατύνεται και ενώνεται εν Πνεύματι με όλη την ανθρωπότητα.«

»Αλλά κι εκείνος ο άνθρωπος που υποστηρίζεται με την προσευχή των συνανθρώπων του, αποκτά μεγάλη δύναμη και θωρακίζεται έναντι του εχθρού. Η προσευχή για τον πλησίον συγκινεί τον Θεό και διεγείρει το έλεός Του. Όταν με συντριβή και με πολλά δάκρυα παρακαλούμε τον Θεό για τον διπλανό μας, έχοντας βαθιά συναίσθηση της αναξιότητάς μας, τότε γινόμαστε παγκόσμιοι άνθρωποι, επειδή ενωνόμαστε με τον Χριστό, που περικλείει μέσα Του το σύμπαν».

ΓΕΡΟΝΤΑΣ
ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΟΥΛΗΣ
(1921–2001)

[«Ο Πατήρ Δαμασκηνός»,
Β΄ μέρος, κεφ. Α΄, §9, σελ. 386–389,
Έκδοσις Ιεράς Μονής
Αγίου Ιωάννου Προδρόμου Μακρυνού,
Μέγαρα 20061.
Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφιών,
διόρθωση και πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]

H πιο γλυκιά μητέρα

Οι προσευχές ποτέ δεν πάνε χαμένες. Κάθε ικεσία που βγαίνει ειλικρινά, γεμάτη δάκρυα, ποτέ δεν χάνεται, πηγαίνει κατευθείαν στον δικό Του θρόνο. Εκείνος πάντα σε κοιτάζει, όχι βλοσυρά, όχι σαν κακός εκδικητής, μα σαν στοργικός πατέρας, έτοιμος να σε σηκώσει αν χτυπήσεις, έτοιμος να σε παρηγορήσει αν στενοχωρηθείς...
Έχεις όμως και μια μητέρα ακόμα. Την δική Του μητέρα, που και εσένα σε αγαπάει όσο δεν φαντάζεσαι. Είναι η πιο γλυκιά μητέρα του κόσμου, που όποτε την χρειαστείς και την ζητήσεις, αμέσως θα έρθει δίπλα σου με ένα χάδι. Ένα αθόρυβο, ουράνιο χάδι. Η αγκαλιά Της είναι η πιο μεγάλη, η πιο σίγουρη, η πιο στοργική, η ωραιότερη. Περιμένει από σένα μονάχα να προσπαθείς, να αγαπάς το παιδί Της και να προσεύχεσαι…

Η προσευχή είναι το τείχος των πιστών, το όπλο μας το ακατανίκητο



«Και ο Κύριος έγινε καταφύγιο για τον φτωχό, βοηθός στην κατάλληλη στιγμή των θλίψεων» (Ψαλμ. 9, 10). 

Αυτός, λέγει ο Προφήτης Δαυίδ, με ασφάλισε, διότι τίποτε δεν είναι ίσο με αυτό το καταφύγιο, τόσο εύκολο και τόσο ασφαλές. Επειδή τα άλλα καταφύγια είναι δυνατόν να τα επιβουλευτούν και δεν μπορεί κανείς να τα βρει γρήγορα και έτοιμα, αλλά εμποδίζονται και από τον τόπο, και από τον χρόνο και από χιλιάδες άλλους παράγοντες, ενώ αυτήν πάντα την βρίσκεις κοντά σου, εάν μόνον την επιζητήσεις με σωστό τρόπο. Διότι «τότε θα φωνάξεις και ο Θεός θα σε ακούσει, και ενώ εσύ ακόμα μιλάς θα σου πει, να εγώ είμαι κοντά σου» (Ήσ. 58, 9). Και «εγώ ο Θεός που είμαι κοντά σου και όχι Θεός απόμακρος» (Ιερ. 23, 23)· δεν χρειάζεται λοιπόν να διανύσουμε απόσταση, ούτε να πάμε σε άλλους τόπους, αλλά μπορούμε αυτό το καταφύγιο να το βρούμε και στο σπίτι μας. 

Η προσευχή είναι το τείχος των πιστών, το όπλο μας το ακατανίκητο, η προσευχή είναι μέσον της καθάρσεως της ψυχής μας, η προσευχή είναι η απολύτρωση των αμαρτημάτων μας, η προσευχή είναι η προϋπόθεση κάθε καλού. Διότι η προσευχή δεν είναι τίποτε άλλο παρά διάλογος με το Θεό και συνομιλία με το Θεό. Ποιός λοιπόν θα μπορούσε να είναι πιο ευτυχισμένος από αυτόν που αξιώθηκε να ομιλεί συνεχώς στον Δεσπότη; 

Είναι μεγάλο όπλο η προσευχή, εάν γίνεται με κατάλληλη διάθεση. Είναι μεγάλο όπλο η προσευχή, μεγάλη ασφάλεια, μεγάλος θησαυρός, μεγάλο λιμάνι, περιοχή απαραβίαστη. Μεγάλο αγαθό η προσευχή. Διότι εάν κάποιος συζητώντας με κάποιον ενάρετο άνθρωπο, παίρνει όχι μικρή ωφέλεια απ’ αυτόν, εκείνος που αξιώθηκε να κάνει διάλογο με το Θεό, πόσα αγαθά δεν θα απολαύσει; Επειδή η προσευχή είναι διάλογος με το Θεό. 

Δεν υπάρχει τίποτε δυνατότερο ούτε ίσο με την προσευχή… Καμία σχέση δεν έχει με αυτή τη ζωή κατά την διάρκεια της προσευχής αυτός που προσεύχεται σωστά· ακόμη και αν βράζει μέσα του ο θυμός, εύκολα υποχωρεί, και αν ανάβει η επιθυμία, σβήνει, και αν τον λιώνει ο φθόνος, διώχνεται με πολλή ευκολία… 

Όπως ακριβώς όταν φανούν οι ακτίνες του ηλίου, φεύγουν όλα τα θηρία και κρύβονται στις φωλιές τους, έτσι και όταν η προσευχή βγει σαν ακτίνα από το στόμα και την γλώσσα μας, φωτίζεται ο νους, και όλα τα άλογα και άγρια πάθη φεύγουν δραπετεύοντας και κρύβονται στις φωλιές τους, μόνο όμως όταν προσευχόμαστε σωστά, με ψυχή άγρυπνη και νου προσεκτικό. 

Αυτός που μπορεί να προσεύχεται με αφοσίωση, έστω και αν είναι πολύ πτωχός, είναι όμως ο πλουσιότερος από όλους· όπως ακριβώς πάλι αυτός που έχει στερηθεί την προσευχή, έστω και αν κάθεται στον βασιλικό θρόνο, είναι πτωχότερος από όλους. 

Βασιλέας δεν ήταν ο Αχαάβ και είχε άφθονα πλούτη; Επειδή όμως στερείτο την προσευχή, έψαχνε να βρει τον Προφήτη Ηλία για να τον βοηθήσει, έναν άνθρωπο που δεν είχε σπίτι, ούτε ρούχα, παρά μόνο μια προβιά. Πώς γίνεται συ, με τόσες αποθήκες γεμάτες από αγαθά, να ζητείς αυτόν που δεν έχει τίποτε; Τί να τις κάνω τις αποθήκες, λέγει, αφού αυτός με την προσευχή του έκλεισε τον ουρανό και όλα όσα έχω μου τα αχρήστευσε; Βλέπεις ότι ο Ηλίας ήταν πλουσιότερος από τον βασιλέα; 

Και όσο αυτός σιωπούσε και δεν προσευχόταν να βρέξει, εκείνος με όλα του τα στρατεύματα βρισκόταν σε μεγάλη πτώχεια. Τί θαυμαστό πράγμα! Δεν είχε ενδύματα ο Ηλίας να φορέσει και έκλεισε τον ουρανό. Και γι’ αυτό τον έκλεισε, επειδή ήταν ρακένδυτος. Επειδή δεν είχε τίποτε, γι’ αυτό έγινε τόσο δυνατός· και μόλις κίνησε τα χείλη του σε προσευχή, έκανε να πέσουν με τη βροχή από τον ουρανό άφθονοι θησαυροί. Ω, στόμα που χωρά μέσα του πηγές υδάτων! Ω, γλώσσα από την οποία ξεχύνονται βροχές! Ω, φωνή από την οποία έρχονται αναρίθμητα αγαθά! 

Τίποτε δεν είναι πιο δυνατό από τον άνθρωπο που προσεύχεται γνήσια. Η προσευχή είναι φωτιά και μάλιστα όταν αναπέμπεται από προσεκτική και άγρυπνη ψυχή. Δεν είναι μικρός σύνδεσμος του ανθρώπου με το Θεό η προσευχή, αφού μας συνηθίζει να μιλούμε μαζί Του και μας οδηγεί στην φιλοσοφημένη ζωή. 

Εάν με το να ανακοινώσει κάποιος τις συμφορές του σε ανθρώπους και διηγηθεί τα βάσανά του αισθάνεται κάποια παρηγοριά, διότι ανακουφίζεται με όσα λέγει, πολύ περισσότερο θα ειρηνεύσεις και θα παρηγορηθείς αν ανακοινώσεις στον Κύριό σου με την προσευχή τα παθήματα της ψυχής σου. Και οι μεν άνθρωποι βαριούνται πολλές φορές αυτόν που θρηνεί και οδύρεται προς αυτούς και τον απομακρύνουν, ο Θεός όμως ποτέ δεν το κάνει αυτό, αλλά αντίθετα τον πλησιάζει και τον προσελκύει. Και όλη την ημέρα αν διηγείσαι τις συμφορές σου, περισσότερο σε αγαπά και σε ακούει. Ο Θεός συνηθίζει πάντοτε να ξεπερνά και να προλαβαίνει τα αιτήματά μας. 

Όπως μία πόλη ατείχιστη εύκολα καταλαμβάνεται από τους εχθρούς, επειδή δεν τους εμποδίζει κανείς, έτσι και μία ψυχή που δεν είναι περιφραγμένη με προσευχές και με δεήσεις εύκολα την υποτάσσει ο διάβολος και την κάνει δεκτική κάθε αμαρτίας και κακώσεως. 

Αν στερήσεις τον εαυτό σου από την προσευχή, είναι σαν να έβγαλες το ψάρι από τη θάλασσα– διότι όπως το ψάρι ζει με το νερό, έτσι και συ ζεις με την προσευχή· και όπως εκείνο πλέει, εύκολα επάνω στο νερό, και πηγαίνει όπου θέλει, έτσι και συ με την προσευχή θα περάσεις τους ουρανούς και θα πλησιάσεις το Θεό. 

Όπως το χρυσάφι και οι πολύτιμοι και ωραίοι λίθοι και τα μάρμαρα κοσμούν τα σπίτια των βασιλέων, έτσι και η προσευχή κοσμεί τον άνθρωπο και τον κάνει κατοικία του Χριστού. 

«Κάμπτω», λέει, «τα γόνατά μου προς τον Πατέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού… για να κατοικήσει το Χριστός με την πίστη στις καρδιές μας…» (Εφεσ. 3. 14, 17). Πώς και με τί μπορείς να εγκωμιάσεις την προσευχή, η οποία σε κάνει ναό και κατοικία του Θεού; Εκείνος τον οποίο δεν χωρούν οι ουρανοί, έρχεται και μπαίνει στη ψυχή εκείνου που ζει με προσευχές. 

Όμως πρέπει κι εμείς να ακούσουμε τα λόγια και τις παραγγελίες του Θεού και πάντοτε να προσπαθούμε να πολιτευόμαστε με ύμνους και προσευχές και περισσότερο να έχουμε το νου και το σώμα μας προσηλωμένα στη λατρεία και δοξολογία του Θεού παρά στις βιοτικές μέριμνες, διότι ζώντας έτσι θα ζούμε όπως πραγματικά πρέπει να ζουν οι άνθρωποι. Επειδή όποιος δεν προσεύχεται στο Θεό, ούτε επιθυμεί να συνομιλεί συχνά μαζί Του, αυτός είναι νεκρός και άψυχος και βρίσκεται μέσα στην αγνωσίαδιότι πρώτο σημάδι της αγνωσίας είναι το να μη γνωρίζει κάποιος το μεγαλείο της τιμής που του γίνεται, να μην αγαπά την προσευχή και να μην καταλαβαίνει πως όταν δεν προσεύχεται είναι νεκρός. Διότι όπως το σώμα μας χωρίς ψυχή είναι νεκρό και βγάζει δυσωδία, έτσι και η ψυχή που δεν προσεύχεται είναι νεκρή και άθλια και ακάθαρτη. 

Αυτό μας το διδάσκει και ο Προφήτης Δανιήλ, ο οποίος προτίμησε να πεθάνει παρά να στερηθεί τρεις ημέρες την προσευχή· επειδή ο βασιλέας των Βαβυλωνίων δεν τον πρόσταξε να ασεβήσει, αλλά μόνο για τρεις ημέρες να μην κάνει την προσευχή του. Αλλά ο Προφήτης δεν δέχθηκε να στερηθεί την προσευχή, γι’ αυτό και δεν στερήθηκε και την βοήθεια του Θεού. 

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

«ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ 1980»

«ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ 1980»
–Κεφάλαια Αναληπτικά–


     Όταν δεν έχουμε το νου μας στον Θεό, αλλά στο «γιατί», τότε θα μας φταίει ο ένας κι ο άλλος. Όμως φταίει ο εαυτός μας, κανείς άλλος δεν φταίει. Δεν έχουμε καλή πνευματική κατάσταση, αυτή είναι η αιτία. Όποιος κυνηγάει την Ευχή σαν το χρυσάφι και εκμεταλλεύεται (ακόμη) και το λεπτό (που περνάει), όλα τα υπερπηδά, όλα τα δέχεται και τα υπομένει. Τότε ο Θεός και η Παναγία τον σκεπάζουν. Τότε (αυτός ο άνθρωπος) θα προσέξει την κατάκριση, την παρακοή, (και όλα) τα ανευλόγητα (πράγματα). Χρειάζεται ταπείνωση. Όταν κανείς βλέπει εσωτερικά τον εαυτό του, θα τα βλέπει γύρω του όλα καλά. Όταν ο άνθρωπος έχει τον Θεό στη ψυχή του, δεν κακολογεί· και όταν βλέπει κάποιον να υποφέρει, τον πονάει και κλαίει μαζί του και ικετεύει τον Θεό να τον ελεήσει.

     Διά της προσευχής θα θεραπεύσουμε και του αδελφού την πληγή και την κάθε δύσκολη κατάσταση. Όταν ο άνθρωπος καταλάβει ότι είναι ένα Μηδέν, ούτε θυμώνει, ούτε κακολογεί, ούτε συζητάει (ανώφελα), αλλά κάνει προσευχή για τους άλλους. […] Το όνομα του Θεού πρέπει να το λέμε αδιαλείπτως και να δείτε πώς θα μας σκεπάσει ο Θεός. Να κυνηγούμε πολύ την Ευχή,  σαν αυτόν που κυνηγάει ένα διαμάντι. Αυτή θα μας μάθει να αγαπούμε τον Χριστό. Αν σκεφτόμαστε ότι και για ένα αργό λόγο θα δώσουμε λόγο στον Θεό (πρβλ. Ματθ. 12, 36) κι αν έχουμε προσοχή, δεν θα αργολογούμε. Θα δούμε τότε τα ελαττώματά μας, τις ατέλειές μας και θα λέμε ότι «οι άλλοι είναι άγγελοι κι εγώ είμαι ένα τίποτε». Κι έτσι έρχεται ο φόβος του Θεού.

     Ο άνθρωπος που δεν συγκεντρώνεται στη δουλειά του και στην προσευχή, αισθάνεται αμέλεια και δυσφορία. Όταν ο νους είναι αργός, τότε και το χέρι είναι αργό. Το εργόχειρο για τον Θεό το κάνουμε, όχι για κανέναν άνθρωπο. Είδατε κάτι; Θα το βολέψουμε, δεν θα περιμένουμε να το κάνει ο άλλος. Όταν δεν αργολογούμε όλη τη μέρα, το βράδυ θα απολαμβάνουμε (και) την προσευχή. Όταν έχουμε υπομονή και επιμονή στην Ευχή, θα την απολαύσουμε. Όταν δώσουμε στον Χριστό την αγάπη μας, κι Εκείνος θα μας δώσει όλη Του την αγάπη.

     Η προσευχή θα πάρει όλα τα ελαττώματα κι όλα τα πάθη μας. Όταν αμέσως μετανοήσουμε και κλαύσουμε, ο Χριστός θα ’ρθεί αμέσως κοντά μας και θα νομίζει κανείς ότι είναι μέσα σ’ ένα περιβόλι κι όχι στο Μοναστήρι (ή στην Εκκλησία). Όταν έχει προσευχή ο άνθρωπος, γίνεται ως Άγγελος· όλα τα παίρνει ο Χριστός και φεύγουν. Φεύγει και η μεμψιμοιρία και το θέλημα και το «γιατί». Θα κοπιάσουμε και (τότε) θα απολαύσουμε. Δυστυχώς, περνάει (όλη) η μέρα (μας) με την πολυλογία και ξεφεύγουμε. Εκείνον που θα μας βοηθήσει, Εκείνον που θα μας γλυκάνει, Τον ξεχνάμε. Κι έρχεται η ώρα που φεύγουμε και δεν έχουμε να παρουσιάσουμε έργα στον Χριστό, τίποτε!

     Όταν ο άνθρωπος έχει το νου του στον Θεό και στον Παράδεισο και δεν τον έχει στα γήινα και λατρεύει τον Δεσπότη Χριστό, οι πειρασμοί και οι λογισμοί παραμερίζονται και λαμβάνει χαρά, αγαλλίαση και υπομονή. Μέχρι να πεθάνουμε, θα έχουμε αγώνα, επειδή τα πάθη είναι ζυμωμένα με το αίμα μας και πρέπει να ξεριζωθούν. Όταν ο άνθρωπος έχει διαρκώς το νου του στον Θεό, λέει: «Γιατί να συζητώ (για μάταια και ανούσια πράγματα) και να μην έχω το όνομα του Θεού (στα χείλη μου); Γιατί να κατακρίνω (τον αδελφό μου) και να μην έχω το νου μου στον Θεό;». Όταν ο άνθρωπος κυνηγάει τον Θεό και την Ευχή, δεν αγαπάει τα λόγια και τις συζητήσεις. Τότε έρχεται (στη ψυχή) η Χάρις του Θεού, η μακαριότητα· και ό,τι και να ακούει (φωνές κλπ.), είναι σαν να μην ακούει και νομίζει ότι βρίσκεται σε άλλον τόπο.

     Όταν κυνηγάμε την Ευχή, ο Χριστός γίνεται χειραγωγός και μας λέει πώς να βαδίζουμε, πώς να τρώμε, πώς να καθόμαστε. Όταν ο άνθρωπος δεν πιστεύει τον λογισμό του και ταπεινώνεται, έχει ειρήνη και γαλήνη στη ψυχή του. Τα πάθη δεν θα παύσουν να μας πολεμούν, αλλά κι εμείς να τα πολεμούμε. Όλοι οι Άγιοι και οι Άγγελοι μάς αγαπούν και μας φρουρούν όλη μέρα, αλλά εμείς δεν τους αγαπούμε όσο πρέπει και ούτε τους ικετεύουμε όπως πρέπει…
     Το νου μας στον Θεό, στον Γέροντα (και στον Πνευματικό μας).

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΚΡΙΝΑ
(ΒΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ, 1921–1995)

ΘΕΟΣΚΕΠΑΣΤΗ ΜΟΝΑΞΙΑ



Εκτός από τη βασανιστική μοναξιά του κόσμου, υπάρχει μια άλλη θεοσκέπαστη μοναξιά που είναι γεμάτη θαυμαστή ειρήνη. Όταν είσαι μόνος με τον εαυτό σου και αφήσεις την Προσευχή να διώξει όλες τις σκιές που ταλάνιζαν τα σωθικά σου, τότε καταλαβαίνεις πραγματικά τη ζωή μέσα από τον παλμό της αποκαταστημένης καρδιάς και όχι μέσα από τον καθρέπτη που σου έδιναν στανικά οι μέντορες των ιδεών, των λογισμών και των αυταπατών σου…

π. Δαμιανός

Κάτι από τον Χριστό, ή τον Χριστό!



Τελικά θέλουμε κάτι από τον Χριστό 
ή 
θέλουμε τον ίδιο τον Χριστό;


Ο Θεός είναι διατεθειμένος να μείνη τελείως έξω από την ζωή μας, είναι έτοιμος να το σηκώση αυτό σαν ένα σταυρό, αλλά δεν είναι καθόλου διατεθειμένος να γίνη απλώς ένα μέρος της ζωής μας. Έτσι όταν σκεπτόμαστε την απουσία του Θεού, δεν αξίζει να ερωτήσουμε τον εαυτό μας: ποιος φταίει γι’ αυτό;

Πάντοτε αποδίδουμε την ενοχή στον Θεό, πάντοτε κατηγορούμε Εκείνον, είτε κατ’ ευθείαν, είτε μπροστά στους ανθρώπους, ότι είναι απών, ότι ποτέ δεν είναι παρών όταν Τον χρειαζόμαστε, ποτέ δεν ανταποκρίνεται οσάκις καταφεύγουμε σ’ Αυτόν.

Είναι στιγμές που είμαστε περισσότερο «ευσεβείς» και λέμε ευλαβικά: «ο Θεός δοκιμάζει την υπομονή μου, την πίστη μου, την ταπείνωσί μου». Βρίσκομε ένα σωρό τρόπους για να μεταβάλουμε την εναντίον μας κρίσι του Θεού σε έπαινό μας. Είμαστε τόσο υπομονετικοί ώστε μπορούμε να υποφέρουμε ακόμα και τον Θεό!

Όταν πάμε να προσευχηθούμε όλες τις φορές θέλουμε ΚΑΤΙ από Εκείνον και καθόλου ΕΚΕΙΝΟΝ. Μπορεί αυτό να λεχθεί σχέση; Συμπεριφερόμαστε με τον τρόπο αυτόν στους φίλους μας; Αποβλέπουμε κυρίως σ’ αυτό που η φιλία μπορεί να μας δώση ή αγαπάμε τον φίλο; Συμβαίνει το ίδιο στις σχέσεις μας με τον Θεό;

Ας σκεφθούμε τις προσευχές μας, τις δικές σας και τις δικές μου. Σκεφθήτε την θέρμη, το βάθος και την έντασι που έχει η προσευχή σας, όταν αφορά κάποιον που αγαπάτε, ή κάτι που έχει σημασία για την ζωή σας. Τότε η καρδιά σας είναι ανοιχτή, όλος ο εσωτερικός σας εαυτός είναι προσηλωμένος στην προσευχή. Μήπως αυτό σημαίνει ότι ο Θεός έχει κάποια σημασία για σας; ΌΧΙ, καθόλου! Απλώς σημαίνει ότι το θέμα της προσευχής σάς απασχολεί.

Όταν κάνετε την γεμάτη πάθος, βαθειά και έντονη προσευχή, την σχετική με το αγαπώμενο πρόσωπο, ή την κατάστασι που σας στεναχωρεί και μετά στραφήτε στο επόμενο αίτημα, που δεν σας απασχολεί και πολύ και ξαφνικά παγώση η διάθεσί σας, τι άλλαξε; «Ψυχράθηκε» μήπως ο Θεός; Ή έχει «απομακρυνθεί»; Όχι ασφαλώς. Αυτό σημαίνει ότι όλη η έξαρσι, όλη η έντασι της προσευχής σας δεν γεννήθηκε από την παρουσία του Θεού, ούτε από την προς Αυτόν πίστι σας, την σφοδρή γι’ Αυτόν αγάπη, από την αίσθησι της παρουσίας Του. Αλλά γεννήθηκε, μόνο και μόνο, από την ανησυχία σας για κείνο το πρόσωπο ή για κείνη την υπόθεσι, και όχι για τον Θεό.

Γιατί λοιπόν μας εκπλήττει το γεγονός ότι αυτή η απουσία του Θεού μας πλήττει; Εμείς είμαστε εκείνοι που απουσιάζουμε, εμείς γινόμαστε ψυχροί, αφού δεν μας ενδιαφέρει πλέον ο Θεός. Γιατί; Διότι ο Θεός δεν έχει τόσο σημασία για εμάς.

Υπάρχουν επίσης και άλλες περιπτώσεις που ο Θεός είναι «απών». Εφόσον εμείς είμαστε πραγματικοί, δηλαδή είμαστε, αληθινά, ο εαυτός μας, ο Θεός μπορεί να είναι παρών και να κάνη κάτι για εμάς. Αλλά από την στιγμή που προσπαθούμε να γίνουμε ότι στην ουσία δεν είμαστε, τότε δεν μένει τίποτε να πούμε ή να έχουμε. Γινόμαστε μία φανταστική προσωπικότης, μία ανειλικρινής παρουσία, και την παρουσία αυτήν δεν μπορεί να την πλησιάσει ο Θεός.

Για να μπορέσουμε να προσευχηθούμε πρέπει να ζήσουμε στην κατάστασι η οποία καθορίζεται σαν Βασιλεία του Θεού. Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι Αυτός είναι ο Θεός, ο Βασιλεύς, οφείλουμε να παραδοθούμε σ’ Αυτόν. Τουλάχιστον πρέπει να ενδιαφερόμαστε για το θέλημά Του, ακόμη και αν δεν είμαστε ικανοί να το εκπληρώσουμε. Αλλά αν δεν είμαστε ικανοί γι’ αυτό, αν φερόμαστε στον Θεό όπως ο πλούσιος νεανίας που δεν μπορούσε να ακολουθήση τον Χριστό γιατί ήταν πάρα πολύ πλούσιος, τότε πώς θα Τον συναντήσουμε;

Πολύ συχνά, ότι θα θέλαμε να είχαμε αποκτήσει δια της προσευχής, δια της βαθείας σχέσεως με τον Θεό, την οποίαν τόσο επιθυμούμε, είναι απλώς μια επιθυμία ευτυχίας και τίποτα παραπάνω. Δεν είμαστε προετοιμασμένοι να πουλήσουμε όλα όσα έχουμε για ναν αγοράσουμε τον πολύτιμο μαργαρίτη. Έτσι πώς είναι δυνατόν να κερδίσουμε αυτόν τον πολύτιμο μαργαρίτη; Είναι Αυτός η προσδοκία μας;


Τελικά θέλουμε κάτι από τον Χριστό ή θέλουμε τον ίδιο τον Χριστό;

του Μητροπολίτη Anthony Bloom

Ο Θεός λυπάται όταν δεν Τον ενοχλούμε

Έχουμε μεγάλη δύναμι ως πλήρωμα της Εκκλησίας, αν προσευχώμαστε με οδύνη ψυχής και ταπεινή καρδιά. Δεν χρειάζεται να περάσουμε το πέλαγος, ούτε να κάνουμε μεγάλες αποδημίες∙ κάθε ένας και κάθε μία, και όταν συναντιώνται στην Εκκλησία και όταν μένουν μέσα στο σπίτι, ας παρακαλούμε με πολλή κατάνυξι το Θεό και οπωσδήποτε θα εισακουσθούν οι προσευχές μας.
Από πού είναι φανερό αυτό; 
Από το ότι επιθυμεί πολύ πάντοτε να καταφεύγουμε κοντά Του, και να Τον παρακαλούμε σε όλες τις περιπτώσεις και να μην κάνουμε τίποτε ή να λέμε τίποτε χωρίς Αυτόν. Διότι οι άνθρωποι, όταν τους ενοχλούμε συνέχεια για τις διάφορες υποθέσεις μας, μας συμπεριφέρονται εχθρικά∙ ο Θεός όμως κάνει το εντελώς αντίθετο∙ και όχι όταν Τον ενοχλούμε συνέχεια για τα προβλήματά μας, αλλά και όταν δε το κάνουμε αυτό, τότε προ πάντων αγανακτεί. Άκουσε λοιπόν γιατί κατηγορεί τους Ιουδαίους λέγοντας∙“Λάβατε απόφασι , αλλά χωρίς εμένα και κάνατε συνθήκες, αλλά χωρίς το πνεύμα μου” (Ης. 30,2 ). Διότι η συνήθεια αυτών που αγαπούν είναι η εξής∙ θέλουν να εκπληρώνουν όλα τα θελήματα εκείνων που αγαπούν και χωρίς αυτούς δεν θέλουν να κάνουν ή να πουν τίποτε. Γι’ αυτό και ο Θεός όχι μόνον εδώ αλλά και αλλού τα ίδια επαναλαμβάνει λέγοντας∙ “Έκαναν βασιλείς, αλλά όχι δια μέσω εμού∙ έκαναν άρχοντες και δε μου το γνώρισαν” ( Ωσηέ 8, 4 ) .

Από το βιβλίο: «ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Χρυσοστομικός Άμβων Ε΄
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Τα νεύρα της ψυχής»
Έκδοσις
Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους.

ΠΕΡΙ ΕΥΧΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ



Όταν κάποτε ρώτησαν τον άγιο μητροπολίτη Τέτρι–Τσκάρο και στάρετς Ζηνόβιο (Μαζούγκα· 1896–1985) πώς να κάνουν την Ευχή του Ιησού, ο άγιος απάντησε ότι «δεν πρέπει να επιδιώκουμε αμέσως υψηλές βαθμίδες και ιδιαίτερη συγκέντρωση της σκέψης, αλλά χρειάζεται με απλότητα καρδιάς να λέμε την Ευχή προς τον ζώντα Θεό, ο Οποίος είναι κοντά μας, όπως η ψυχή μας». Συμβούλευε να εκμεταλλευόμαστε τις στιγμές της μοναξιάς μας και να διώχνουμε τις σκέψεις μας την ώρα της Ευχής του Ιησού. Αυτή την εργασία ο άγιος τη θεωρούσε υψηλότερη από την ανάγνωση βιβλίων. Επαναλάμβανε ότι η Ευχή του Ιησού μπολιάζεται στην ταπεινή καρδιά. Στους οικείους του ο άγιος Ζηνόβιος διηγείτο ότι «απέκτησε την Ευχή του Ιησού στη νεότητά του, όταν βρισκόταν στην έρημο, ενώ στον κόσμο προσπαθούσε να τη διαφυλάξει».

Κάποτε ο άγιος απάντησε σε έναν μοναχό, που τον είχε ρωτήσει πώς θα σωθεί: «Όταν βρίσκεσαι μόνος στο κελί σου, κάνε την Ευχή του Ιησού και διώξε όλους τους λογισμούς, όχι μόνο τους κακούς, αλλά και τους καλούς. Η σιωπή για τον μοναχό είναι η ελευθερία από τους λογισμούς. Αν έτσι πράττεις, θα δεις την Πρόνοια του Θεού στη ζωή σου».

Όταν έδινε ευλογία στα πνευματικά του τέκνα να λένε την Ευχή του Ιησού, ο άγιος Ζηνόβιος συμπλήρωνε να τελούν επίσης κανόνα προς την Υπεραγία Θεοτόκο, την ευχή «Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς», καθώς και το «Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία…».

Η προσευχή ήταν για τον άγιο η αναπνοή του, που τον συνέδεε με την Πηγή της Ζωής, η πραγματική και δραστική βοήθεια, που μπορούσε να παρέχει στους ανθρώπους, ελκύοντας το έλεος του Ίδιου του Κυρίου. Ο άγιος Δημήτριος του Ροστώφ έτσι μιλούσε για τη δύναμη της προσευχής: «Η προσευχή, όχι μόνο νικά τους νόμους της φύσεως, όχι μόνο αποτελεί ακαταμάχητη ασπίδα κατά ορατών και αοράτων εχθρών, αλλά συγκρατεί ακόμη και το χέρι του παντοδυνάμου Θεού, που έχει υψωθεί για να χτυπήσει τους αμαρτωλούς». Ο άγιος Ζηνόβιος ήξερε καλά ότι ο πιστός ποιμήν του Χριστού πρέπει, όχι μόνο να προσεύχεται και να φροντίζει για την πνευματική ανάπτυξη του ποιμνίου του, αλλά και να το διδάσκει να προσεύχεται.


Στην ερώτηση ενός πνευματικού τέκνου του σχετικά με το ποιες προσευχές προς την Παναγία συστήνει, ο άγιος απάντησε ότι η προσευχή «Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία…» εμπεριέχει τα πάντα. «Ορίστε, σκεφτείτε», είπε ο άγιος και πρόφερε αργά αυτή την προσευχή, κάνοντας στάσεις για περισυλλογή:

“Θεοτόκε Παρθένε…,
χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία…,
ο Κύριος μετά σου…,
ευλογημένη συ εν γυναιξί…,
και ευλογημένος…,
ο καρπός της κοιλίας σου…,
ότι Σωτήρα έτεκες…,
των ψυχών ημών…”».

Ο άγιος αγαπούσε πολύ την Υπεραγία Θεοτόκο και συχνά απευθυνόταν προς αυτή με θερμή προσευχή. Στην ερώτηση κάποιου ιερομονάχου τι ακριβώς πρέπει να κάνει, ώστε να μείνει πιστός στον Χριστό και να υποφέρει όλες τις δοκιμασίες, αν αρχίσουν ξανά αιματηροί διωγμοί κατά της Εκκλησίας, ο στάρετς Ζηνόβιος απάντησε:
«Να προσεύχεσαι στην Παναγία και, όσο μπορείς συχνότερα, να λες το “Θεοτόκε Παρθένε”. Η Υπεραγία Θεοτόκος φυλάει όποιον λέει αυτή την προσευχή.

»Ήμουν στην εξορία μαζί με έναν επίσκοπο. Απαιτούσαν από αυτόν να υπογράψει ότι συμμετείχε σε συνωμοσία κατά των αρχών, στην οποία εμπλέκονταν αρκετά ακόμη άτομα. Στις ανακρίσεις τον βασάνιζαν, αλλά άντεχε τα βασανιστήρια και δεν πρόδιδε τους αδελφούς του. Ο επίσκοπος εκείνος μου διηγήθηκε ότι έλεγε αδιαλείπτως την προσευχή “Θεοτόκε Παρθένε” και τις νύχτες τον κανόνα της “Οδηγητρίας”, που τον ήξερε από στήθους. Έλεγε ότι αισθανόταν τον πόνο, αλλά αμβλύ, και μετά έχανε τις αισθήσεις του. Εν τέλει, χωρίς να καταφέρουν τίποτα, τον άφησαν ήσυχο».

Ο άγιος Ζηνόβιος δίδασκε την προσευχή λέγοντας: «Ο Θεός, πρώτα απ’ όλα, χρειάζεται την προσωπική σας στροφή προς Αυτόν με την καρδιά σας. Μην εντρυφάτε σε βιβλία και διανοητικά συμπεράσματα· αυτό είναι λιγότερο σημαντικό. Το να στραφούμε μέσα από την καρδιά μας προς τον Θεό, αυτό είναι προσευχή. Να, τι θα σας προτείνω: Εμείς θα διαβάζουμε τη βραδινή ακολουθία, το Απόδειπνο. Εσείς, σταθείτε δίπλα, μπορείτε ακόμη και να μην παρακολουθείτε, μπορείτε ακόμη και να καθίσετε αν κουραστείτε, επειδή είστε ασυνήθιστοι (στον κόπο της ορθοστασίας). Απλά μιλήστε μόνοι σας με τον Θεό, νοερά, από μέσα σας, πείτε Του: “Κύριε, αν υπάρχεις, αποκάλυψέ μου τον εαυτό Σου!... Θέλω να Σε γνωρίσω!...”. Ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, εκφραστείτε με δικά σας λόγια. Κι ο Θεός, θα ανταποκριθεί, πιστέψτε με! Δεν ξέρω πώς, αλλά θα ανταποκριθεί!...». Ο άγιος Ζηνόβιος το βράδυ, προτού αποχωρήσει για ύπνο, πλησίαζε στη γωνία με τις εικόνες στο δωμάτιό του και για πολλή ώρα στεκόταν όρθιος και προσευχόταν, λέγοντας τον βραδινό κανόνα από στήθους μόνος του, χωρίς τη συμμετοχή του διακονητή του.

Κάποτε ο άγιος είπε σε έναν μοναχό: «Να φοβάσαι τη θερμή προσευχή για όποιον τρέφεις μέσα σου σαρκικό πάθος. Αυτού του είδους η προσευχή δεν είναι ευάρεστη στον Θεό, γιατί εμπεριέχει μυστική σαρκική επιθυμία. Να εμπιστευθείς αυτόν τον άνθρωπο στην Πρόνοια του Θεού και εσύ ο ίδιος ξέχασέ τον. Αν πράξεις έτσι, χάριν της αποφασιστικότητάς σου ο Κύριος δεν θα τον αφήσει από το έλεός Του και θα δεχθεί τη λήθη σου ως προσευχή».

Η μεγαλόσχημη μοναχή Ελισάβετ ενθυμείται: «Ο στάρετς ήταν εργάτης της νοεράς προσευχής. Ακόμα και μετά τη μοναχική κουρά μου, λόγω της υπερηφάνειας μου, όλη την ώρα έπαιρνα “μαθήματα” από αυτόν. Μια φορά, περάσαμε το πρωί από τον στάρετς, να πάρουμε ευλογία για την ημέρα και για το διακόνημα. Εκείνος καθόταν και το κομποσχοίνι του ήταν πάνω σε ένα σκαμνάκι, κοντά στη ράχη του κρεβατιού. Σε λίγο είδα ότι ακόμη εκεί ήταν το κομποσχοίνι. Σκέφτηκα ότι ο στάρετς μάλλον ξέχασε να το πάρει, αφού …“με αυτό πρέπει να προσευχόμαστε”. Μάλιστα μετά προχώρησα λίγο και τον ρώτησα: “Δέσποτα, να σας δώσω το κομποσχοίνι;”. “Δώσ’ το”, μου είπε. Έπειτα από καιρό κατάλαβα ότι το κομποσχοίνι δεν το χρειαζόταν, διότι ήταν εργάτης της νοεράς προσευχής. Το κομποσχοίνι χρειάζεται στους αρχαρίους. Αλλά η δική του προσευχή, είτε είχε το κομποσχοίνι στο χέρι, είτε το είχε αφήσει δίπλα, όλη την ώρα προχωρούσε».

Ο αγώνας της αδιάλειπτης νίψης και η ταπείνωση βοήθησαν πολύ τον άγιο Ζηνόβιο να αποκτήσει τη νοερά προσευχή και τη θεωρία του Θεού. Ο άγιος είχε φτάσει την τελειότητα στην εσωτερική Προσευχή του Ιησού. Δεν σταματούσε μέσα του ούτε κατά την ώρα των συζητήσεων.

Όντας έμπειρος εργάτης της Ευχής, ο άγιος στάρετς Ζηνόβιος, υποδείκνυε λεπτομερώς πώς να προχωρήσουν σε αυτό τον αγώνα άνθρωποι, που βρίσκονταν στις πιο διαφορετικές καταστάσεις και τις πιο διαφορετικές συνθήκες. Ο άγιος δίδασκε ότι η απόκτηση της αληθινής προσευχής μέσα στην καρδιά απαιτεί από τον χριστιανό μεγάλο κόπο και επιμονή. Δεν πρέπει όμως να περιμένει να έχει τη διάθεση για προσευχή, αλλά να ωθεί τον εαυτό του προς αυτή. Προτού ξεκινήσει τον κανόνα της προσευχής, ο χριστιανός χρειάζεται να προετοιμάσει τον εαυτό του γι’ αυτή: να διώξει όλες τις παράπλευρες σκέψεις, να καθησυχάσει τα συναισθήματά του και να θυμηθεί Αυτόν, προς τον Οποίο απευθύνεται με την προσευχή.

Η ίδια η ουσία της προσευχής, η εξύψωση του νου και της καρδιάς του ανθρώπου προς τον Θεό, μας δίνει τη δυνατότητα να εξασκούμαστε διαρκώς σε αυτή, καθώς μπορούμε να προσευχόμαστε πάντα και παντού: στον δρόμο, τις ώρες της εργασίας και της ανάπαυσης, την ώρα της συζήτησης και της λήψης τροφής, στη μοναξιά και την πολυκοσμία, όρθιοι, καθιστοί, ξαπλωμένοι.

Για να αποκτήσουμε διαρκή πόθο για την προσευχή, ο άγιος Ζηνόβιος συμβούλευε να επαναλαμβάνουμε νοερά σύντομες προσευχές, όσο συχνότερα γίνεται: «Κύριε, ελέησον», «Κύριε, βοήθησον», «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν». Όμως, να μη στηριζόμαστε στις δικές μας προσπάθειες, αλλά να ζητούμε από τον Κύριο να καταπέμψει μέσα μας το χάρισμα της προσευχής. Όλα αυτά του τα είχε διδάξει ο πνευματικός του, ο στάρετς Γεράσιμος, ο οποίος και ο ίδιος ζητούσε από τον Κύριο τη σωστή οικοδομή στην προσευχή των πνευματικών του τέκνων, ένα από τα οποία ήταν ο άγιος Ζηνόβιος.


[(1) Ζηνόβιος Τσεσνοκώφ:
«Στάρετς Ζηνόβιος
Στη χαρά και στη λύπη
Δόξα τω Θεώ»,
Μετάφραση από τη Ρωσική:
Αγγελική Πελωριάδη,
Κεφ. VII και VIII,
σελ. 163–164, 172–175
και 189–191,
Εκδόσεις «Άθως»,
Αθήνα 2015.
(2) Επιμέλεια ανάρτησης,
εύρεση και επιλογή φωτογραφιών,
μελέτη, σταχυολόγηση,
πληκτρογράφηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]

Γιατί δεν απαντά πάντοτε η Παναγία στις προσευχές μας;



Πολλοί χριστιανοί, και από αυτούς που συμμετέχουν πολύ συχνά στη Λατρευτική ζωή της Εκκλησίας, θέτουν το εξής ερώτημα: Γιατί δεν απαντάει πάντοτε η Παναγία μας, στις θερμές και επίμονες παρακλήσεις που τις κάνουμε.

Την απάντηση μας την δίνει ένας από τους στίχους της Παρακλήσεως .«Κάθε πιστός, λέει, λαμβάνει το δώρημα, δηλ. την απάντηση, ανάλογα με το συμφέρον της αιτήσεως».

Ζητούμε πολλά, πάρα πολλά από την Παναγία μας. Όμως όλα τα αιτήματά μας δεν είναι προς το συμφέρον μας. Εμείς, σαν άνθρωποι που είμαστε έχουμε μάτι περιορισμένο. Μάτι που βλέπει μόνο το παρόν. Γι΄ αυτό ζητούμε πράγματα που στην πρώτη όψη τους φαίνονται σωστά και δίκαια, στην ουσία τους είναι ψεύτικα και επιζήμια. Δεν συντελούν δηλ. στην σωτηρία μας. Για παράδειγμα θα αναφέρω ένα γεγονός μέσα από την Αγ. Γραφή. 
Οι Ισραηλίτες ζήτησαν από τον Θεό να τους γλιτώσει από την αιχμαλωσία των Αιγυπτίων και την φτώχεια. Ο Θεός τους άκουσε και τους δώρισε την ελευθερία και πολλά αγαθά.

Οι Ισραηλίτες όμως απ΄ όλα βλάφτηκαν. Αφού γεύθηκε όλα τα αγαθά του Θεού ο λαός του Ισραήλ, στην συνέχεια απέρριψε τον αληθινό Θεό και άρχισε να προσκυνάει τα είδωλα. Να λοιπόν γιατί δεν λαμβάνουμε πάντοτε την απάντηση που θέλουμε στις Παρακλήσεις μας. Γιατί δεν είναι πάντα προς το αιώνιο συμφέρον μας. Ο Ι. Χρυσόστομος λέει ότι όταν δεν μας απαντάει ο Θεός, τότε μας δίνει την ωραιότερη απάντηση. Γιατί τότε έχει να μας δώσει στον Ουρανό κάτι πολύ ανώτερο από αυτό που ζητούμε εδώ στη γη.

Γι΄ αυτό να δείξουμε εμπιστοσύνη στον Θεό, και στην Παναγία Μητέρα Του και να ζητούμε μόνον «Τα καλά και συμφέροντα ταις ψυχαίς ημών…» 
Αμήν.

Τρόπος προσευχής διά μέσου της Υπεραγίας Θεοτόκου Μαρίας



Έχεις και άλλον τρόπο, αγαπητέ, να μελετάς και να προσεύχεσαι δια μέσου της Αγίας Θεοτόκου, στρέφοντας το νου σου α΄) στον ουράνιο Πατέρα, β΄) στον Γλυκύτατο Ιησού, γ΄) και τελευταίο, σ’ αυτήν την ενδοξότατη Μητέρα του. 

Στρέφοντας το νου σου στο Θεό, σκέψου· α΄, τη μεγάλη χαρά που από αιώνες νωρίτερα είχε ο Θεός σκεπτόμενος το πρόσωπο της Θεοτόκου· τις αρετές και τις πράξεις της, από τότε που γεννήθηκε στον κόσμο, μέχρι τότε που αναπαύθηκε. 

Μελέτησέ το με τον εξής τρόπο: Ύψωσε τον λογισμό σου πάνω από κάθε καιρό και χρόνο και κτίσμα νοητό και αισθητό. Και εισερχόμενος, για να μιλήσω έτσι, στην ίδια την αιωνιότητα και στο νου του Θεού, σκέψου τις τρυφές και τις ανέκφραστες αγαλλιάσεις που δεχόταν ο Θεός διά μέσου της Αειπαρθένου Μαρίας. Βρίσκοντας τον Θεό ανάμεσα σ’ αυτές τις τρυφές, ζήτησέ του να σου δώσει, εξαιτίας των άφραστων αυτών αγαλλιάσεων, χάρη και δύναμη, για να μπορείς να καταβάλλεις και να νικήσεις τους εχθρούς σου· και μάλιστα εκείνον, που τότε σε πολεμεί· κατόπιν αναλογιζόμενος τις τόσες πολλές και εξαιρετικές πράξεις και αρετές αυτής της Θεοτόκου, και παρουσιάζοντάς τις άλλοτε όλες μαζί και άλλοτε μία από αυτές στο Θεό, για τη δύναμη εκείνων, ζήτησε από την άπειρη αγαθότητά του όλο εκείνο που χρειάζεσαι και επιθυμείς. 

Μετά από αυτά, στρέφοντας το νου σου στον Κύριό μας, τον Υιό της, ενθύμησέ του την Παναγία κοιλία που τον βάσταξε για εννέα μήνες· την ευλάβεια με την οποία τον προσκύνησε όταν γεννήθηκε και τον γνώρισε ως αληθινό Θεό και τέλειο άνθρωπο, Υιό και ποιητή της· τους φιλόστοργους οφθαλμούς της, που τον είδαν τόσο φτωχό· τις αγκάλες που τον δέχθηκαν, το γάλα που θήλασε, τους κόπους και τα βάσανα που υπέφερε γι αυτόν στη ζωή του και στον θάνατό του· και σου υπόσχομαι ότι με όλα αυτά θα προκαλέσεις ευχάριστη διάθεση στο θείο της τέκνο για να σου υπακούσει. 

Στο τέλος στρέψε το νου σου και σ’ αυτήν την Παναγία Θεοτόκο και θύμησέ της ότι στάθηκε η εκλεκτή από την αίδιο πρόνοια και αγαθότητα του Θεού, ως Μητέρα της χάριτος και της ευσπλαχνίας και ως δική μας Μητέρα και συνήγορος και ότι μετά από τον Υιό της δεν έχουμε ασφαλέστερο και δυνατότερο καταφύγιο να προσφύγουμε, παρά σε αυτήν· υπενθύμισέ της ότι όλοι εμείς οι Χριστιανοί, όπως δεν ονομάζουμε κυρίως πατέρα πάνω στη γη, όπως μας παρήγγειλε ο Υιός της επειδή κυρίως μόνον ένα Πατέρα έχουμε, αυτόν που βρίσκεται στους ουρανούς: «Και πατέρα σας μην ονομάσετε κανένα πάνω στη γη, γιατί ένας είναι ο Πατέρας σας ο ουράνιος» (Ματθ. 23,9) – με τον ίδιο τρόπο ούτε άλλη μητέρα ονομάζουμε πάνω στη γη, επειδή κυρίως αυτήν μόνον έχουμε Μητέρα στους ουρανούς και όλοι μας καυχόμαστε να ονομαζόμαστε τέκνα της. Γι’ αυτό και προσβλέπουμε προς αυτήν για να μας ελεήσει ολοκληρωτικά, όπως αποβλέπει χωρίς να παρεκκλίνει και στη μητέρα του το νήπιο που έχει απογαλακτισθεί, όπως έχει γραφεί: «Ύψωσα την ψυχή μου σαν το θηλασμένο βρέφος κοντά στη μητέρα του» (Ψαλμ. 130,3). 

Ακόμη υπενθύμισέ της τις αλήθειες που γράφουν γι’ αυτήν τα βιβλία, ότι όλοι οι πιστοί πιστεύουν στα τόσο υψηλά και τόσο θαυμαστά και μεγάλα κατορθώματα και χαρίσματα που προξένησε σε όλο το ανθρώπινο γένος, επειδή αυτή μόνο όντας ανάμεσα Θεού και ανθρώπων, τον μεν Θεό έκανε υιό ανθρώπου, τους δε ανθρώπους υιούς Θεού. Ότι χωρίς την μεσιτεία της δεν μπορεί κανένας να πλησιάσει το Θεό, ούτε άνθρωπος, ούτε άγγελος, διότι αυτή μόνο βρίσκεται ανάμεσα στην κτιστή κι ουράνια κτίση· ότι αυτή μόνον είναι Θεός άμεσος μετά το Θεό, και έχει τα δευτερεία της Αγίας Τριάδος, επειδή είναι αληθινά Μητέρα του Θεού· και ότι αυτή είναι όχι μόνον ο θησαυροφύλακας όλου του πλούτου της Θεότητος, αλλά και ο διαμοιραστής σε όλους, Αγγέλους και ανθρώπους, όλων των υπερφυσικών ελλάμψεων και πνευματικών χαρισμάτων που δίνονται από τον Θεό στην κτίση. Και ότι δεν υπάρχει κανένας που να την επεκαλέσθηκε με πίστη και να μην τον άκουσε με ευσπλαχνία. Τέλος πάντων, παρουσίασέ της τα βάσανα και τα πάθη του Μονογενή της Υιού που υπέφερε για τη σωτηρία μας, και παρακάλεσέ την να ζητήσει χάρι για σένα από αυτόν, ώστε και για σένα τα πάθη αυτά να προξενήσουν το αποτέλεσμα εκείνο, για το οποίο τα υπέφερε ο Υιός της· και αυτό είναι η δική σου σωτηρία· και αυτό όχι για άλλο, παρά για δική του δόξα και ευαρέστηση. 

Αγ. Νικοδήμου Αγιορείτου, «Αόρατος Πόλεμος

Όσιος Παΐσιος: Ευχή ψιθυριστά ή με τον νου;



-Γέροντα , πώς είναι καλύτερα να λέω την ευχή; Φωναχτά , ψιθυριστά ή με τον νου;

-Αν την λες φωναχτά, θα κουράζεσαι και γρήγορα θα αποκάμης. Γι’ αυτό να την λες πότε ψιθυριστά και πότε με τον νου. Η ευχή με τον νου είναι το καλύτερο∙ επειδή όμως δεν μπορούν όλοι οι άνθρωποι να την λένε συνέχεια με τον νου, βοηθάει να την λέη κανείς και ψιθυριστά, σαν μια προπαίδεια.

Μπορείς να αρχίζης να την λες ψιθυριστά , να συνεχίζης με τον νου, και ύστερα πάλι ψιθυριστά και πάλι με τον νου. Να κάνης αυτή την εναλλαγή, μέχρι να καταλήξη η ευχή να γίνεται μόνο με τον νου, να γίνη δηλαδή νοερά , όπως και λέγεται «νοερά προσευχή». Τότε προσεύχεται κανείς με τον νου του και η καρδιά του σκιρτά, αγάλλεται∙ φθάνει στον θείο έρωτα, ζη ουράνιες καταστάσεις.

-Αυτό το διάστημα , Γέροντα, κάθε φορά που μπαίνω στο κελλί μου, έχω μετεωρισμό και βλάσφημους λογισμούς. Γιατί μου συμβαίνει αυτό;

-Ξέχασες, φαίνεται, την ευχή, και γι’ αυτό ο πειρασμός έστησε την σκηνή του έξω από το κελλί σου.Προσπάθησε στις κενές ώρες που έχεις στο κελλί, να λες την ευχή ψιθυριστά , για να διώχνης τον μετεωρισμό και τους λογισμούς που υποβάλλει ο εχθρός. Η ψιθυριστή ευχή πολύ βοηθάει στις ώρες της επιθέσεως, γιατί εκείνην την στιγμή χρειάζεται προσοχή, για να γλυτώση κανείς από την εχθρική φάλαγγα.

-Γέροντα, συμφέρει, όταν μου έρχονται κακοί ή βλάσφημοι λογισμοί , να τους πολεμώ με αντιρρητικό πόλεμο1;

-Καλύτερα να τους πολεμάς με την ευχή παρά με αντιρρητικό πόλεμο. Όσο μπορείς, να μιλάς νοερώς με τον Χριστό δια της νοεράς προσευχής , και να μη συζητάς με τον νου σου «τούτο» ή «εκείνο». Να καλλιεργήσης την ευχή, η οποία αρχικά θα σε απαλλάξη από τους κακούς λογισμούς και στο τέλος θα γίνη ένα με την αναπνοή σου.

1. Αντιρρητικός πόλεμος σημαίνει να αντικρούη κανείς τους κακούς λογισμούς φέρνοντας αντίστοιχους καλούς.

Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ ζ΄ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ»
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 

Το φάρμακο της προσευχής (Γέροντας Εφραίμ της Αριζόνας)

Πως θα αντιμετωπίσουμε τις φουρτούνες της ζωής;
πόσο μεγάλη δύναμη έχει η ειλικρινής προσευχή στον Θεό;
Ακούστε τον Γέροντα Εφραίμ της Αριζόνας...


Πρωτοπρ. Νικόλαος Μανώλης, Πώς αντιμετωπίζουμε τους άσχετους με την Πίστη μας

Θα έρθουν μέρες.....



Θα έρθουν μέρες, ώρες και στιγμές που θα νιώσουμε αδύναμοι να προσευχηθούμε. 
Να σταθούμε ενώπιον του Θεού και να ψελλίσουμε τις γνωστές μας προσευχές. Ίσως τότε που δεν υπάρχει καμία πλέον δική μας προσπάθεια και δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε τον εαυτό μας με καμία δική μας κατάκτηση, προσπάθεια, αρετή και κατόρθωμα, να είναι η ώρα που η Χάρις θα μας αρπάξει στην κυριολεξία στην πλεονάζουσα αγκαλιά της.

Είναι τέτοιες στιγμές που πολλές φορές γεννιέται κάτι ειλικρινές και αληθινό μεταξύ εμάς και του Θεού, όταν εμείς έχουμε τσακιστεί και τσαλακωθεί, όταν νιώθουμε ανίσχυροι μέσα στην αποτυχία μας.

Άλλωστε ας μην ξεχνάμε οτι η προσευχή πολλές φορές εκφράζεται ως βαθιά σιωπή απέναντι στην δική μας αδυναμία και στην μεγάλη του φιλανθρωπία.

π. λίβυος

Πρωτοπρ. Νικόλαος Μανώλης, Ο ενδιάθετος λόγος και το κομποσχοίνι

Προετοιμασία για την προσευχή...


Γέροντα, ποιά προετοιμασία χρειάζεται να κάνουμε για την προσευχή;
– Ανάλογη με την προετοιμασία που κάνουμε για την Θεία Κοινωνία. Εκεί έχουμε Θεία Κοινωνία, εδώ θεία επικοινωνία.
Όταν κοινωνούμε, παίρνουμε μέσα μας τον Χριστό και έρχεται η θεία Χάρις. Με την προσευχή έχουμε συνέχεια επικοινωνία με τον Χριστό και δεχόμαστε με άλλον τρόπο την θεία Χάρη.
Δεν είναι μικρό πράγμα αυτό!
Τότε κοινωνούμε Σώμα και Αίμα Χριστού, τώρα επικοινωνούμε με τον Θεό. Όπως λοιπόν για την Θεία Κοινωνία επιβάλλεται να εξομολογηθή κανείς στον Πνευματικό, έτσι και για την προσευχή, που είναι θεία επικοινωνία, πρέπει να κάνη μια ταπεινή εξομολόγηση στον Χριστό. «Χριστέ μου, να πή, είμαι χάλια, είμαι τέτοιος, τέτοιος… Δεν αξίζει να ασχοληθής με εμένα, αλλά,
Σε παρακαλώ, βοήθησέ με». Έτσι έρχεται η θεία Χάρις και μετά αρχίζει η θεία επικοινωνία.


Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ ΣΤ’ «Περί Προσευχής»