.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πνευματικές Νουθεσίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πνευματικές Νουθεσίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Όπου και αν κρυφτείς, ο Θεός θα σε βρεί



Όπου και αν κρυφτείς, ο Θεός θα σε βρεί. Ξανά και ξανά θα χτυπάει την πόρτα της καρδιάς σου και συ κάποτε, δεν μπορεί, θα θελήσεις να του ανοίξεις. Ίσως τότε καταλάβεις πόσο άργησες, πόσο γρήγορα περνάει η ζωή. Μα πάλι δεν πειράζει, η Θεία Χάρη αναπληρώνει τα ελλείποντα. Και κεί, στη δύση του βίου, πιο ώριμος από ποτέ, καταλαβαίνεις πως ο χρόνος, ο τόσο λίγος, για να προφθάσει ο άνθρωπος να πραγματοποιήσει όσα άπειρα ονειρεύεται από τα νεανικά του χρόνια, παίρνει κάτι από την άνεση της αιωνιότητας, χωράει πράξεις κι ενέργειες κι αγάπη που δεν χωρούν με τίποτα στο ανθρώπινο μας σύμπαν. 

Είναι τότε που αφέθηκες, τότε που έπαψες να λογαριάζεις και κόπο και χρόνο και ιστορικά συμβάντα, για χάρη του Θεού και των εν Χριστώ αδελφών σου. Είναι τότε που έρχεται ο Θεός να σταματήσει τα ρολόγια και να χωρέσει σ’ ένα εικοσιτετράωρο αμέτρητες ζωές ανθρώπων, που ζητούν θαλπωρή, στήριγμα και ελπίδα.

Ο Παντοδύναμος Κύριος, κυβερνάει τον κόσμο και όλα όσα γίνονται στον κόσμο γίνονται είτε με τη χάρη Του, είτε με την βούλησή Του. Οι τρεις άγιοι παίδες της Βαβυλώνας ομολογούσαν τον Κύριο και πίστευαν αληθινά ότι όλες οι δοκιμασίες που συνέβαιναν σ’ αυτούς και στον Ισραήλ, γίνονταν επειδή το επιτρέπει ο Θεός. 

Μόνον αυτή η τοποθέτηση φέρνει στην ψυχή την ειρήνη, δεν αφήνει τον άνθρωπο να ανησυχεί καν, να εξάπτεται, ενώ στρέφει τα βλέμματα της ψυχής προς την αιωνιότητα και δίνει υπομονή στον πόνο. Ακόμη και ο ίδιος ο πόνος καθώς και όλα τα προβλήματα φαίνονται σύντομα, μηδαμινά και ανούσια. Μην παραπονιέσαι για το βάρος του σταυρού. Την ημέρα του πόνου απόθεσε τη θλίψη σου στον Κύριο και Αυτός θα σε παρηγορήσει.

Άγιος Σεραφείμ της Βύριτσα

( Από το βιβλίο του: Ο Παντοδύναμος Κύριος, κυβερνάει τον κόσμο και όλα όσα γίνονται στον κόσμο)

''Βάζε μετάνοια όταν σφάλεις καί μή χάνεις καιρό...''



Ἔλαβα, παιδί μου, τὴν ἐπιστολή σου, καὶ εἶδα σ’ αὐτὴ τὴν ἀνησυχία σου.

Ὅμως μὴ λυπᾶσαι, παιδί μου. Μὴν ἀνησυχεῖς τόσο. Καὶ ἂν πάλι ἔπεσες, πάλι σήκω. Ὀνομάσθηκες οὐρανοδρόμος. Δὲν εἶναι, παράξενο νὰ σκοντάφτει ἐκεῖνος ποὺ τρέχει. Μόνον χρειάζεται νὰ ἔχει ὑπομονὴ καὶ μετάνοια κάθε στιγμή.

Βάζε λοιπὸν μετάνοια συνεχῶς, ὅταν σφάλεις, καὶ μὴ χάνεις καιρό. Γιατί, ὅσον ἀργεῖς νὰ ζητήσεις συγχώρηση, τόσον δίνεις ἄδεια στὸν πονηρὸ νὰ ἁπλώνει μέσα σου ρίζες. Μὴν τὸν ἀφήνεις νὰ ἀποκτᾶ δικαιώματα εἰς βάρος σου.

Λοιπὸν μὴν ἀπελπίζεσαι ὅταν πέφτεις, ἀλλὰ ἀφοῦ σηκωθεῖς πρόθυμα βάζε μετάνοια λέγοντας· – Συγχώρησε μέ, Χριστέ μου, ἄνθρωπος εἶμαι καὶ ἀσθενής.

Δὲν εἶναι ἐγκατάλειψη αὐτό. Ἀλλά, ἐπειδὴ ἔχεις ἀκόμα μεγάλη ὑπερηφάνεια κοσμική, κενοδοξία πολλή, σὲ ἀφήνει ὁ Χριστός μας νὰ σφάλλεις, νὰ πέφτεις. Νὰ μαθαίνεις κάθε μέρα αἰσθητὰ τὴν ἀδυναμία σου καὶ νὰ ὑπομένεις τοὺς φταῖχτες. Νὰ μὴν κατακρίνεις τοὺς ἀδελφούς, ἐὰν σφάλλουν, ἀλλὰ νὰ τοὺς ὑπομένεις.

Ὥστε, ὅσες φορὲς πέφτεις, πάλι νὰ σηκώνεσαι, καὶ ἀμέσως νὰ ζητᾶς τὴ συγχώρηση.

Μὴν ἀφήνεις...λύπη στὴν καρδιά σου. Διότι ἡ χαρὰ τοῦ πονηροῦ εἶναι ἡ λύπη, ἡ ἀθυμία, ἀπὸ τὴν ὁποία γεννιοῦνται πολλὰ καὶ μὲ τὰ ὁποία γεμίζει πικρία ἡ ψυχὴ αὐτοῦ ποὺ τὰ ἔχει. Ἐνῶ ἡ διάθεση τοῦ μετανοοῦντος λέει: «Ἥμαρτον, συγχώρησον, Πάτερ»! 

Καὶ διώχνει τὴ λύπη. «Μήπως, λέει, δὲν εἶμαι ἄνθρωπος ἀσθενής; Λοιπόν, τί πρέπει νὰ κάνω»; Πράγματι, παιδί μου, ἔτσι εἶναι. Ἔχε θάρρος...

Μόνον ὅταν ἔλθει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, τότε στέκει στὰ πόδια τοῦ ὁ ἄνθρωπος. Ἀλλιῶς, χωρὶς χάρη, πάντοτε παρασύρεται καὶ πάντοτε πέφτει. Νὰ ἔχεις ἀνδρεία λοιπὸν καὶ μὴ φοβᾶσαι καθόλου.

Εἶδες πῶς ὑπέμεινε τὸν πειρασμὸν ὁ ἀδελφὸς ποῦ γράφεις; Τὸ ἴδιο κᾶνε καὶ σύ. Ἀπόκτησε γενναῖο φρόνημα στοὺς πειρασμοὺς ποὺ ἔρχονται ἐναντίον σου. Πάντως θὰ ἔλθουν. Ἔχεις ἀνάγκη ἀπ’ αὐτούς. Γιατί ἀλλιῶς δὲν καθαρίζεσαι.

Ἄφησε τί λέει ἡ ἀκηδία καὶ ἡ ραθυμία σου. Μὴν τοὺς φοβᾶσαι. Καθὼς μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ πέρασαν οἱ προηγούμενοι, ἔτσι θὰ περάσουν καὶ αὐτοί, ἀφοὶ κάνουν τὸ ἔργο τους.

Φάρμακα εἶναι οἱ πειρασμοὶ καὶ βότανα ἰατρικά, ποὺ θεραπεύουν τὰ πάθη τὰ φανερὰ καὶ τὶς ἀόρατες πληγές μας.

Ἔχε λοιπὸν ὑπομονὴ γιὰ νὰ κερδίζεις καθημερινά, νὰ ἀποταμιεύεις μισθό, ἀνάπαυση καὶ χαρὰ στὴν οὐράνια Βασιλεία. Γιατί ἔρχεται νύχτα, δήλ. ὁ θάνατος, ποὺ τότε κανεὶς πλέον δὲν μπορεῖ νὰ ἐργασθεῖ. 

Γι’ αὐτό τρέξε. Εἶναι λίγος ὁ καιρός...

Γνώριζε δὲ καὶ αὐτό· ὅτι καλλίτερα εἶναι μία ἡμέρα ζωῆς γεμάτη νίκες μὲ βραβεῖα καὶ στεφάνια, παρὰ χρόνια πολλὰ καὶ νὰ ζεῖς μὲ ἀμέλεια. Γιατί μίας ἡμέρας ἀγώνας μὲ γνώση καὶ αἴσθηση ψυχῆς, ἰσχύει γιὰ πενήντα χρόνια κάποιου ἄλλου, χωρὶς γνώση ἀλλὰ ποὺ ἀγωνίζεται μὲ ἀμέλεια.

Χωρὶς ἀγώνα καὶ χωρὶς νὰ χύσεις αἷμα μὴ περιμένεις νὰ ἐλευθερωθεῖς ἀπὸ τὰ πάθη.

Ἀγκάθια καὶ τριβόλια φυτρώνει ἡ γῆ μας μετὰ τὴν παράβαση. Πήραμε ἐντολὴ γιὰ κάθαρση· ἀλλὰ μὲ πόνο πολύ, μὲ ματωμένα χέρια, καὶ μὲ πολλοὺς ἀναστεναγμοὺς ξεριζώνονται. 

Κλάψε λοιπόν, χύσε δάκρυα ποταμούς, καὶ μαλακώνει ἡ γῆ τῆς καρδιᾶς σου.

Καί, ἀφοῦ τό χῶμα βραχεῖ, εὔκολα ξεριζώνεις τά ἀγκάθια...


Γέροντα Ιωσήφ του Ησυχαστού
(«Ἔκφρασις Μοναχικῆς ἐμπειρίας», ἔκδ, Ι.Μ.Φιλοθέου, Ἄγ. Ὅρος, 
σ. 127-129. σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση.)

ΕΚΕΙΝΟΙ ΟΠΟΥ ΔΕΝ ΠΑΙΔΕΥΟΝΤΑΙ ΕΔΩ


ΑΛΛΟΙΜΟΝΟΝ ΕΙΣ ΑΥΤΟΥΣ, ΟΤΙ ΘΕΛΟΥΝ ΚΟΛΑΖΕΣΘΑΙ ΑΙΩΝΙΩΣ» 

(Διονυσίου Ιερομ. του ρήτορος)


Ψυχωφελές περιστατικό, σχετικά πρόσφατο.

Όπως μας διηγείται αδελφός:

«Ένας γνωστός μου εισέρχεται σε κάποιο χώρο.Ξάφνου ακούει από τον διευθυντή να λέει κάπως δυνατά: «Δόξα τω Θεώ!»

Αισθάνθηκε μεγάλη χαρά, όπως μου είπε, όταν άκουσε σε τέτοιο χώρο, τέτοια λόγια …που δεν περίμενε να ακούσει! Αμέσως όμως, ακούει και μια φωνή μέσα του να του λέει: 

«Άνοιξε τις Γραφές που είναι «Μαργαρίται» και κατανόησε τι σημαίνει πλάνη και τι πώρωση καρδίας και κράτα κρατούμενα για όλους και πρώτα για τον εαυτό σου. Μη βγάζεις συμπεράσματα από τα φαινόμενα, αλλά εξέταζε τα νοητά!»

Ξαφνιάστηκε ο άνθρωπος, τα παράτησε όλα και έτρεξε, πήρε το «θησαυροφυλάκιο» και διάβασε το εξής: 

«Εγώ, αδελφοί, αναγινώσκων τα Βιβλία ευρίσκω θαύματα, όσα έδειξεν ο Θεός, ίνα παιδεύση τους ανθρώπους τους κακοτρόπους και κακογνώμονας, πλην είναι σκοτεινά, και δεν δύνανται οι αμαθείς να τα καταλάβωσι, και έκαμα κόπον και εξήγησα μερικά και θαυμαστά εις ωφέλειαν των ευρισκομένων. Ακούσατε λοιπόν εκδίκησιν όπου κάμνει ο Πανάγαθος Θεός εις εκείνους όπου έκαμαν κακόν εις τους ευεργέτας τους.

Ένας κλέπτης και φονεύς, ένα καιρόν υπάγει και πίπτει εις ένα καστρότειχον παλαιόν να κοιμηθή εις τον ίσκιον. Και εφάνη εις τον ύπνον του, ότι κάποιος του ελάλησε και του είπε, σήκω απ’αυτού και παραμέρισε, διότι πίπτει να σε πλακώση.

Εκείνος όταν ήκουσεν, εσηκώθη και έφυγε, και παρευθύς έπεσεν το καστρότειχον. 
Και αυτός ο αιμοπότης έβαλεν εις τον νουν του, ότι καλά κάμνει, επειδή από τον κίνδυνον τον εγλύτωσεν ο Θεός, και ότι δεν τον μισεί δια τα έργα του και τους φόνους του. 

Επήρε λοιπόν θυμίαμα και κηρόν, και φθάνοντας εις την εκκλησίαν λέγει: 

Ευχαριστώ σοι, Κύριε, ότι με εγλύτωσες από τον κίνδυνον.
Και δεν ήξευρεν ο τρισάθλιος, ότι άλλο βούλεται ο Θεός.

Επήγεν εις το οσπήτιόν του, και τρώγων και πίνων καλά, έπεσε να κοιμηθή και εκεί όπου εκοιμάτο, εφάνη πάλιν εκείνος όπου τον εγλύτωσεν από το τειχίον, και του λέγει: 
Και τι μου έφερες το θυμίαμα και το κερί; ή βάνεις εις τον νουν σου, ότι μου αρέσουν τα έργα σου τα παμπόνηρα; Ήξευρε ότι δια τούτο σε ελευθέρωσα από τον κίνδυνον εκείνον, δια να μη αποθάνης αναπαυτικά, και δεν σε ιδή τις, αλλά βούλομαι να σε βάλω εις το σουβλί, δια να σε ιδούν οι άνθρωποι όπου ευρεθούν εκεί.

Και εκείνος ωσάν είδε το όραμα εσηκώθη τρομασμένος, και βλέπει έξω και εστέκοντο τινές να τον πιάσουν, και αυτή τη ώρα τον έφερον δεμένον εις τον κριτήν, απεφάσισεν η κρίσις να τον βάλουν εις το σουβλί, μέσα εις την αγοράν, δια να τον ιδούν μικροί και μεγάλοι.

Ούτω ανταπέδωκεν ο Θεός εις εκείνον τον φονέα. Και τούτο το κάμνει ο Θεός πολλαίς φοραίς, δια να παιδεύση τους κακοτρόπους, και να έχουν εκείνοι όπου παιδεύονται, ολιγότερην κόλασιν.

Διότι εκείνοι όπου δεν παιδεύονται εδώ, αλλοίμονον εις αυτούς ότι θέλουν κολάζεσθαι αιωνίως.»

Στο τέλος, ο αδελφός ευχαρίστησε τον Θεό που του αποκάλυψε να διακρίνει μερικώς!

Εάν τώρα το εγκολπώθηκε ή όχι είναι δικό του θέμα.

Ο καλός Θεός έκανε και πάλι αυτό που κάνει πάντα, εις πάντας και κανενός τη θέληση δε βιάζει.» 

ᾨδὴ α'

Χριστὸς γεννᾶται· δοξάσατε. 
Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν· ἀπαντήσατε. 
Χριστὸς ἐπὶ γῆς· ὑψώθητε. 
ᾌσατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ, καὶ ἐν εὐφροσύνῃ, 
ἀνυμνήσατε λαοί· ὅτι δεδόξασται.


Γιατί πρώτοι «είδαν» οι Ποιμένες;;

Σας μεταφέρει ταπεινά με εν Χριστώ αγάπη και ενδιαφέρον

Ο Γεώργιος Φλώρος

Η σημασία του ''κατ`εικόνα και καθ`ομοίωσιν''



Αν θέλεις, ας προσθέσουμε σ`αυτόν τον μικρό λόγο, σαν χρυσή σφραγίδα και με λίγα λόγια για τη σημασία του ''κατ`εικόνα και καθ`ομοίωσιν'', με το οποίο πλάστηκε το τιμιότερο απ`όλα τα κτίσματα του Θεού, ο άνθρωπος. Και πράγματι, το νοερό και λογικό ζώο, ο άνθρωπος, είναι το μόνο από όλα τα κτίσματα που φέρει το ''κατ`εικόνα και καθ`ομοίωσιν'' Θεού (Γεν.α΄26) γνώρισμα.

Κάθε άνθρωπος λέγεται ''κατ`εικόνα'' (εικόνα του Θεού), διότι φέρει το αξίωμα του νου και της ψυχής, δηλαδή το ακατάληπτο, δηλαδή το ακατάληπτο, το αόρατο, το αθάνατο, το αυτεξούσιο. Και ακόμη το αξίωμα να άρχει, να τεκνοποιεί και να οικοδομεί.
''Καθ`ομοίωσιν'' λέγεται ο άνθρωπος, διότι με την άσκηση της αρετής και τις θεώνυμες και θεομίμητες πράξεις του ομοιάζει προς τον αγαθό Θεό. Δηλαδή, με το να συμπεριφέρεται φιλανθρώπως προς τους συνανθρώπους του, να οικτείρει, να ελεεί και να αγαπά τους ''συνδούλους'' του με κάθε ευσπλαχνία και συμπάθεια. Διότι, όπως λέγει ο Χριστός, ο Θεός μας ο αληθινός, πρέπει να είμαστε οικτίρμονες, αφού Οικτίρμων (σπλαχνικός) είναι και προς εμάς ο ουράνιος Πατέρας μας (Λουκ. ς΄36). Και το μεν ''κατ`εικόνα'' το έχει κάθε άνθρωπος, διότι τα χαρίσματα του Θεού δεν ανακαλούνται (Ρωμ.ια΄29). Το ''καθ`ομοίωσιν'' όμως είναι σπάνιο απόκτημα και το έχουν μόνον οι ενάρετοι και οι άγιοι, οι οποίοι μιμούνται, με ανθρώπινα μέτρα, την αγαθότητα του Θεού.

Εύχομαι κι εμείς να αξιωθούμε της υπεράγαθης φιλαναθρωπίας του Θεού, αφού τον ευαρεστήσουμε με την αγαθοεργία μας και γίνουμε μιμητές όλων εκείνων που ευαρέστησαν απ`αιώνος το Χριστό· ''ότι Αυτώ (στο Χριστό) εστί το έλεος και Αυτώ πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις συν τω ανάρχω αυτού Πατρί και τω Παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ αυτού Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν''.

Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός
ΜΙΚΡΗ ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ

Τι ανδρειότερο υπάρχει από μία καρδιά συντριμμένη καί ταπεινωμένη ...



Αν θέλεις να επιτύχεις αυτά που επιθυμείς και ποθείς, εννοώ τα αγαθά του Θεού, και αν θέλεις από άνθρωπος να γίνεις επίγειος άγγελος, αγάπησε, αδελφέ, τη θλίψη του σώματος, δέξου την κακοπάθεια, και μάλιστα αγάπησε πολύ τους πειρασμούς, επειδή αυτοί πρόκειται να σου γίνουν πρόξενοι κάθε καλού.

Πες μου, τι ωραιότερο υπάρχει από μία ψυχή που θλίβεται με επίγνωση, ότι κάνοντας υπομονή πρόκειται να κληρονομήσει τη χαρά όλων; Τι ανδρειότερο υπάρχει από μία καρδιά συντριμμένη και ταπεινωμένη, που τρέπει σε φυγή χωρίς κόπο τις φάλαγγες των δαιμόνων και τις απομακρύνει ολότελα; Τι ενδοξότερο υπάρχει από την πνευματική πτωχεία (*) που είναι πρόξενος της βασιλείας των ουρανών, αλλά και τι θα μπορούσε να είναι αντάξιο με την πνευματική πτωχεία, ή τώρα ή στον μέλλοντα αιώνα;

Και ακόμη το να μη μεριμνά κανείς για τον εαυτό του, για να αποκτήσει δηλαδή κάτι από τα γήινα, αλλά να έχει στραμμένο ολόκληρο το νου του προς τον Χριστό, πόσα αιώνια αγαθά φαντάζεσαι ότι προξενεί, πόση αγγελική κατάσταση; Και ακόμη το να καταφρονεί κανείς όλα μαζί τα πρόσκαιρα και αυτές ακόμη τις απαραίτητες ανάγκες του σώματος, ώστε να μη φιλονεικεί με κάποιον γι’ αυτά, για να διατηρεί αμείωτη την ειρήνη και την αγάπη μέσα σε ατάραχη ψυχική κατάσταση, για ποιες αμοιβές και για ποια στεφάνια και βραβεία δεν είναι αντάξιο;

Πραγματικά, η εντολή ξεπερνά τη φύση και οι αμοιβές ξεπερνούν τη λογική· ο Χριστός θα γίνει γι’ αυτούς τα πάντα, αναπληρώνοντας τα πάντα.

Όταν όμως ακούς το όνομα Χριστός, μην προσέχεις την απλότητα του λόγου και τη συντομία της λέξης, αλλά σκέψου τη δόξα της Θεότητας, που ξεπερνά το νου και τη σκέψη· σκέψου την ανέκφραστη δύναμή της, το αμέτρητο έλεός της, τον ακατανόητο πλούτο της, αυτά που ο Χριστός δίνει σ’ αυτούς με αφθονία και με γενναιοδωρία, και που αρκούν να αναπληρώσουν όλα, επειδή δέχθηκαν μέσα τους εκείνον τον ίδιο τον Χριστό, τον αίτιο και βραβευτή κάθε καλού· διότι αυτός που αξιώθηκε να δει και να αντικρύσει τον Χριστό, δεν επιθυμεί κάτι άλλο, ούτε αυτός που γέμισε από την αγάπη του Θεού, ανέχεται να αγαπήσει επάνω στη γη κάποιον άλλο περισσότερο από τον Χριστό.

Γι’ αυτό λοιπόν, αγαπητοί μου αδελφοί, ας σπεύσουμε να βρούμε τον Χριστό και να τον δούμε τι λογής είναι ως προς την ωραιότητα και την τέρψη, επειδή και βλέπουμε πολλούς από τους ανθρώπους να υπομένουν από την επιθυμία κάποιων πρόσκαιρων αγαθών πολλούς κόπους και μόχθους, αλλά και να κάνουν μακρινά ταξίδια, και όχι μόνο αυτά, αλλά να καταφρονούν και γυναίκα και παιδιά και κάθε άλλη δόξα και απόλαυση, και να μην προτιμούν τίποτε άλλο εκτός από το θέλημά τους, για να μην αποτύχουν στο σκοπό τους.

Και αν μερικοί άνθρωποι κάνουν όλο τον αγώνα και θυσιάζουν την ίδια τους τη ζωή για πρόσκαιρα και φθαρτά πράγματα, εμείς δεν θα παραδώσουμε σε θάνατο τις ψυχές και τα σώματά μας για χάρη του Βασιλιά των βασιλευόντων και του Κυρίου των κυριευόντων, και του δημιουργού και εξουσιαστή των απάντων;

Αλλά και πού να απομακρυνθούμε ή πού να φύγουμε, αδελφοί, από την παρουσία του; 
Αν δηλαδή ανεβούμε στον ουρανό, θα τον βρούμε να είναι εκεί, αν κατεβούμε στον άδη, και εκεί είναι παρών· αν απομακρυνθούμε στις εσχατιές της θάλασσας, δεν θα αποφύγουμε το χέρι του, αλλά η δύναμη του χεριού του θα κρατά σφιχτά τις ψυχές και τα σώματά μας (Ψαλ. 138:7-10).

Μην μπορώντας λοιπόν, αδελφοί, να σταθούμε απέναντί του ή να φύγουμε από την παρουσία τού Κυρίου, ελάτε, ας προσφέρουμε τους εαυτούς μας δούλους στον Κύριο και Θεό, που έλαβε για χάρη μας σαν ένδυμα μορφή δούλου (Φιλιπ. 2:7) και πέθανε για τη σωτηρία μας· ελάτε, ας ταπεινωθούμε κάτω από τη δύναμη του χεριού του, που αναβλύζει για όλους σαν από πηγή την αιώνια ζωή και την προσφέρει πλούσια με το Άγιο Πνεύμα σ’ εκείνους που τη ζητούν.
(*) πνευματική πτωχεία· η ταπείνωση (Ματθ. 5:3)

Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου Έργα, Λόγος δεύτερος (απόσπασμα), σελ. 42. 
Μετάφραση Κωνσταντίνου Γ. Φραντζολά. Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 2017.

Τριών τρόπων της προσευχής



Τρεις είναι οι τρόποι της προσοχής και της προσευχής, με τους οποίους η ψυχή ή υψώνεται ή γκρεμίζεται· υψώνεται όταν τους μεταχειρίζεται σε κατάλληλο καιρό, γκρεμίζεται όταν τους κατέχει παράκαιρα και ανόητα. Η νήψη λοιπόν και η προσευχή είναι δεμένες όπως η ψυχή με το σώμα και η μία χωρίς την άλλη δεν μπορεί να σταθεί. Αυτά τα δύο συνδέονται μεταξύ τους με δύο τρόπους. Πρώτα η νήψη αντιστέκεται στην αμαρτία, σαν εμπροσθοφυλακή, και κατόπιν ακολουθεί η προσευχή, η οποία θανατώνει παρευθύς και αφανίζει όλους εκείνους τους αισχρούς λογισμούς που εξουδετέρωσε πρωτύτερα η προσοχή· γιατί αυτή μόνη της δεν μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο. Αυτή η δυάδα, δηλαδή η προσοχή και η προσευχή, είναι η πύλη της ζωής και του θανάτου, κι όταν με τη νήψη φυλάγομε καθαρή την προσευχή, βελτιωνόμαστε, ενώ όταν δεν προσέχομε και τη μολύνομε και τη διαφθείρομε, αυξανόμαστε στην κακία. Επειδή λοιπόν, όπως είπαμε, οι τρόποι της προσοχής και προσευχής είναι τρεις, πρέπει να πούμε και τα ιδιώματα του κάθε τρόπου ώστε, όποιος θέλει να βρει τη ζωή και να εργαστεί, να βεβαιωθεί από αυτές τις τρεις ξεχωριστές καταστάσεις και να διαλέξει το καλύτερο, και όχι από άγνοια να κρατήσει το χειρότερο και να διωχθεί έτσι από το καλύτερο.

Περί της πρώτης προσευχής

Της πρώτης προσευχής τα ιδιώματα είναι τα εξής. Όταν κανείς στέκεται σε προσευχή και σηκώνει στον ουρανό τα χέρια και τα μάτια και το νου του και σχηματίζει ο νους του θεία νοήματα και ουράνια κάλλη, ταξιαρχίες Αγγέλων και κατοικητήρια Αγίων και γενικά, όλα όσα άκουσε από τις Γραφές, αυτά στον καιρό της προσευχής τα συναθροίζει στο νου του και παρακινεί την ψυχή του σε θείο πόθο, ατενίζοντας σταθερά στον ουρανό, και μερικές φορές χύνοντας και δάκρυα από τα μάτια του, με αυτό τον τρόπο λίγο-λίγο υπερηφανεύεται η καρδιά του και επαίρεται, και του φαίνεται πως αυτά που γίνονται είναι από χάρη θεϊκή προς παρηγοριά του, κι εύχεται να βρίσκεται πάντοτε σε τέτοια εργασία.

Όλα αυτά είναι σημάδια της πλάνης, γιατί το καλό δεν είναι καλό, όταν δε γίνει με τρόπο καλό. Αν λοιπόν ένας τέτοιος άνθρωπος αποσυρθεί σε άκρα ησυχία, είναι αδύνατο να μην τρελαθεί· κι αν τύχει να μην πάθει κάτι τέτοιο, όμως είναι αδύνατο να αποκτήσει τις αρετές ή να φτάσει στην απάθεια. Με τούτο τον τρόπο πλανήθηκαν κι εκείνοι που βλέπουν φως αισθητά και νιώθουν κάποιες ευωδίες με την όσφρησή τους κι ακούνε φωνές κι άλλα πολλά παρόμοια. Και άλλοι από αυτούς δαιμονίστηκαν και γυρίζουν έξαλλοι από τόπο σε τόπο και από χώρα σε χώρα· άλλοι πάλι δεν κατάλαβαν αυτόν που μετασχηματίζεται σε άγγελο φωτός και πλανήθηκαν με το να τον δεχτούν κι έμειναν στο εξής αδιόρθωτοι ως το τέλος, χωρίς να δέχονται καμία συμβουλή από ανθρώπους. Άλλοι από αυτούς παρακινήθηκαν από το διάβολο που τους απάτησε και σκοτώθηκαν μόνοι τους, άλλοι δηλαδή γκρεμίστηκαν κι άλλοι κρεμάστηκαν. Και ποιος μπορεί να διηγηθεί όλες τις διάφορες μορφές της απάτης του διαβόλου; Πλην από αυτά που είπαμε, κάθε φρόνιμος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει ποιο είναι το κέρδος από τον πρώτο τρόπο της προσοχής. Κι αν τύχει κανείς να μην πάθει αυτά που είπαμε, επειδή βρίσκεται μαζί με άλλους (γιατί αυτά τα παθαίνουν οι αναχωρητές που είναι μόνοι τους), όμως περνά όλη του τη ζωή απρόκοπος. 

Περί της δεύτερης προσευχής

Η δεύτερη προσευχή είναι η εξής. Όταν ο νους συνάγει τον εαυτό του από όλα τα αισθητά και φυλάγεται από τις εξωτερικές αισθήσεις και συνάγει όλους τους λογισμούς, αλλά χωρίς να το καταλαβαίνει πορεύεται μάταια· και πότε εξετάζει τους λογισμούς του, πότε προσέχει στα λόγια της ικεσίας που λέει προς το Θεό· κι άλλοτε επαναφέρει στον εαυτό του τους λογισμούς που αιχμαλωτίστηκαν, ενώ άλλοτε, αφού κυριεύθηκε ο ίδιος από κάποιο πάθος, αρχίζει πάλι με βία να επιστρέφει στον εαυτό του. Έχοντας τούτο τον πόλεμο, δεν είναι δυνατό να ειρηνέψει αυτός ποτέ ή να λάβει το στέφανο της νίκης.

Γιατί ο τέτοιος άνθρωπος μοιάζει μ' εκείνον που κάνει πόλεμο μέσα στη νύχτα, ο οποίος ακούει τις φωνές των εχθρών και δέχεται πληγές από αυτούς, μα δεν μπορεί να δει καθαρά ποιοι είναι και από πού ήρθαν και πώς και γιατί τον πληγώνουν, επειδή το σκότος που έχει στο νου του προξενεί αυτή τη ζημία, και δεν είναι δυνατό ποτέ να γλυτώσει όποιος κάνει αυτόν τον πόλεμο από τους νοητούς εχθρούς του που τον συντρίβουν. Και υπομένει τον κόπο, αλλά χάνει το μισθό. Αλλά και εξαπατάται από την κενοδοξία, χωρίς να το καταλαβαίνει, και του φαίνεται πως είναι τάχα προσεκτικός· και καθώς κυριεύεται και εμπαίζεται από αυτή, συχνά καταφρονεί από υπερηφάνεια τους άλλους και τους κατηγορεί ως απρόσεκτους και συστήνει τον εαυτό του ως ποιμένα προβάτων, μοιάζοντας με τυφλό που υπόσχεται να οδηγεί άλλους τυφλούς. 

Τούτος είναι ο δεύτερος τρόπος της προσευχής κι από αυτά μπορεί ο φιλόπονος να μάθει τη ζημία που προξενεί. Όμως η δεύτερη προσευχή είναι καλύτερη από την πρώτη, όπως η νύχτα με πανσέληνο από τη νύχτα χωρίς άστρα και φεγγάρι.

Περί της τρίτης προσευχής

Ιδού αρχίζομε να μιλάμε περί της τρίτης προσευχής. Αυτή είναι πράγμα παράδοξο και δυσκολοερμήνευτο· και σ' εκείνους που την αγνοούν, όχι μόνο είναι δυσκολοκατάληπτη, αλλά σχεδόν και απίστευτη, επειδή δεν συναντάται στους πολλούς· και καθώς νομίζω, αυτό το καλό έφυγε από μας μαζί με την υπακοή. Γιατί η υπακοή απαλλάσσει τον εραστή της από τις επιδράσεις του παρόντος πονηρού κόσμου και τον ελευθερώνει από μέριμνες και εμπαθείς προσκολλήσεις και τον κάνει πρόθυμο και άοκνο στον ζητούμενο σκοπό του, αν βέβαια αυτός έχει βρει απλανή οδηγό. Από ποια πρόσκαιρα δηλαδή θα νικηθεί ο νους εκείνου που με την υπακοή νεκρώθηκε για κάθε εμπαθή προσκόλληση στον κόσμο ή το σώμα του; Η, από ποια μέριμνα μπορεί να δεσμευθεί εκείνος που ανέθεσε κάθε μέριμνα της ψυχής και του σώματός του στο Θεό και στον πνευματικό του πατέρα και δε ζει πλέον για τον εαυτό του, ούτε επιθυμεί να είναι αρεστός σε ανθρώπους; Από αυτά, οι νοητές περικυκλώσεις των αποστατών δαιμόνων, οι οποίες σαν σχοινιά σύρουν το νου σε πολλούς και διάφορους λογισμούς, διαλύονται· και τότε ο νους μένει ελεύθερος και πολεμά με εξουσία και ερευνώντας τους λογισμούς των δαιμόνων τους αποδιώχνει με επιτηδειότητα και προσφέρει με καθαρή καρδιά τις προσευχές του στο Θεό. Αυτή είναι η αρχή της μοναχικής πολιτείας, κι όσοι δεν κάνουν τέτοια αρχή μάταια κοπιάζουν.

Η αρχή τώρα της τρίτης προσευχής δεν είναι να κοιτάζει κανείς στον ουρανό και να σηκώνει τα χέρια του και να συνάγει τους λογισμούς και να ζητά βοήθεια από τον ουρανό· αυτά, καθώς είπαμε, είναι ιδιώματα του πρώτου τρόπου της πλάνης. Μήτε πάλι, όπως στη δεύτερη προσευχή, ο νους αρχίζει να φυλάγεται από τις έξω αισθήσεις του και να μη βλέπει τους εσωτερικούς εχθρούς. Γιατί ένας τέτοιος βάλλεται από τους δαίμονες, μα δε βάλλει εναντίον τους· πληγώνεται, και δεν το ξέρει· πιάνεται αιχμάλωτος, και δεν μπορεί να αμυνθεί σ' αυτούς που τον αιχμαλωτίζουν πάντοτε οι αμαρτωλοί (δαίμονες) σχεδιάζουν κακά πίσω από την πλάτη του ή μάλλον μπροστά στα μάτια του και τον κάνουν κενόδοξο και υπερήφανο.

Αλλά αν συ θέλεις να κάνεις αρχή αυτής της φωτογεννήτρας και τερπνής εργασίας, βάλε πρόθυμα αρχή ως εξής. Ύστερα από την τέλεια υπακοή που ο λόγος περιέγραψε πρωτύτερα, χρειάζεται να κάνεις και όλα σου τα έργα με συνείδηση καθαρή, γιατί χωρίς υπακοή ούτε καθαρή συνείδηση υπάρχει. Και τη συνείδησή σου πρέπει να τη φυλάγεις πρώτον απέναντι στο Θεό· δεύτερον, απέναντι στον πνευματικό σου πατέρα· και τρίτον, απέναντι στους ανθρώπους και τα πράγματα του κόσμου. Απέναντι στο Θεό οφείλεις να φυλάξεις τη συνείδησή σου έτσι ώστε να μην κάνεις εκείνα πού ξέρεις πως δεν αναπαύουν το Θεό, μήτε του αρέσουν. Απέναντι στον πνευματικό σου πατέρα, ώστε να κάνεις όλα εκείνα που σου λέει σύμφωνα με το σκοπό του, χωρίς να προσθέτεις ή να παραλείπεις. Απέναντι στους ανθρώπους πρέπει να φυλάγεις τη συνείδηση ώστε να μην κάνεις στον άλλο εκείνα που εσύ μισείς, και στα πράγματα του κόσμου πάλι οφείλεις να φυλάγεσαι από την μη ορθή χρήση σε κάθε περίπτωση, και στο φαγητό και στο ποτό και στην ενδυμασία· και γενικά, όλα πρέπει να τα κάνεις σαν να ήσουν μπροστά στο Θεό, χωρίς να σε ελέγχει σε κάτι η συνείδησή σου.

Αφού λοιπόν προλειάναμε και προετοιμάσαμε το δρόμο της αληθινής προσοχής, ας πούμε, αν θέλετε, μερικά σύντομα και σαφή περί των ιδιωμάτων της. Η αληθινή και απλανής προσοχή και προσευχή είναι αυτή· να φυλάγει ο νους την καρδιά όταν προσεύχεται και να περιστρέφεται πάντοτε μέσα σ' αυτή και από εκείνο το βάθος να αναπέμπει τις δεήσεις προς τον Κύριο. Και αφού εκεί μέσα γευθεί ότι είναι χρηστός ο Κύριος, δε βγαίνει πλέον από τον τόπο της καρδιάς, γιατί λέει κι αυτός σαν τον Απόστολο: «Είναι ωραία να είμαστε εδώ». Και παρατηρώντας συνεχώς τους εκεί τόπους, χτυπά και διώχνει τα νοήματα που σπέρνει ο εχθρός. Σ' εκείνους όμως που έχουν άγνοια, αυτό το σωτήριο έργο φαίνεται πολύ σκληρό και δύσκολο· και είναι αληθινά εξαντλητικό το πράγμα και επίπονο, όχι μόνο για τους αμύητους, αλλά και για εκείνους που έλαβαν χωρίς πλάνη την πείρα του μα δε δέχτηκαν και δεν έστειλαν την ηδονή του στο βάθος της καρδιάς. Εκείνοι όμως που απόλαυσαν την ηδονή που έχει και γεύθηκαν τη γλυκύτητά της με το φάρυγγα της καρδιάς τους, μπορούν να αναφωνούν μαζί με τον Παύλο: «Ποιος θα μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού; κλπ.».

Γιατί οι άγιοι Πατέρες μας, ακούγοντας τον Κύριο πού λέει πως από την καρδιά μας βγαίνουν πονηροί λογισμοί, φόνοι, μοιχείες, κλεψιές, ψευδομαρτυρίες, και πως αυτά είναι που μολύνουν τον άνθρωπο, και που συμβουλεύει να έχομε καθαρό το εσωτερικό του ποτηριού για να γίνει και το απέξω καθαρό, άφησαν κάθε άλλο τρόπο εργασίας των αρετών και αγωνίστηκαν γι' αυτή τη φύλαξη της καρδιάς, ξέροντας πολύ καλά πως μαζί με αυτή θα μπορέσουν χωρίς κόπο να ασκήσουν και κάθε άλλη πνευματική εργασία, ενώ χωρίς αυτή δεν είναι δυνατό να παραμείνει καμία αρετή. Αυτήν, μερικοί από τους Πατέρες την ονόμασαν καρδιακή ησυχία· άλλοι, προσοχή· άλλοι, φύλαξη της καρδιάς· άλλοι, νήψη και αντίρρηση· άλλοι, έρευνα των λογισμών και φύλαξη του νου· όλοι όμως με αυτή καλλιέργησαν τη γη της καρδιάς τους και με αυτή αξιώθηκαν να τραφούν με το θείο μάννα. Γι' αυτή λέει ο Εκκλησιαστής: «Ευφραίνου, νέε, στη νεότητά σου και περπάτα στους δρόμους της καρδιάς σου άμωμος και διώξε από την καρδιά σου τον παροργισμό. Αν το πνεύμα αυτού που εξουσιάζει έρθει καταπάνω σου, μην αφήσεις τον τόπο σου»· λέγοντας τόπο εννοεί την καρδιά, όπως λέει και ο Κύριος: «Από την καρδιά βγαίνουν πονηροί διαλογισμοί». Λέει ακόμη: «Μη σκορπίζετε το νου σας εδώ κι εκεί», και: «Τί στενή είναι η πύλη και δύσκολη η οδός που οδηγεί στη ζωή!», και πάλι: «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι», εκείνοι δηλαδή που δεν απέκτησαν μέσα τους καμία έννοια τούτου του κόσμου. Λέει και ο Απόστολος Πέτρος: «Να είστε νηφάλιοι και άγρυπνοι· ο αντίπαλος σας διάβολος περιφέρεται σαν το λιοντάρι που ουρλιάζει ζητώντας ποιον να καταπιεί κλπ.».

Και ο Παύλος αναφέρεται ολοφάνερα στη φύλαξη της καρδιάς όταν γράφει προς τους Εφεσίους: «Η πάλη μας δεν είναι εναντίον όντων από αίμα και σάρκα». Και οι θείοι Πατέρες μας έγραψαν πολλά για τη φυλακή της καρδιάς, κι όποιος θέλει ας διαβάσει τα συγγράμματά τους να δει όσα δηλαδή έγραψε ο ασκητής Μάρκος και όσα λέει ο Ιωάννης της Κλίμακας και ο Ησύχιος και ο Φιλόθεος Σιναΐτης και ο Ησαΐας και ο Βαρσανούφιος και το βιβλίο «Παράδεισος Πατέρων» (Γεροντικό). Και τι λέω πολλά; Κανείς δεν μπόρεσε, αν δε φύλαξε το νου του, να φτάσει στην καθαρότητα της καρδιάς, για να γίνει άξιος να δει το Θεό. Γιατί χωρίς την προσοχή κανείς δεν μπορεί να γίνει "πτωχός τω πνεύματι", μήτε μπορεί να πενθήσει ή να πεινάσει και να διψάσει τη δικαιοσύνη, και χωρίς νήψη κανείς δεν μπορεί να είναι αληθινά ελεήμων ή καθαρός στην καρδιά ή ειρηνοποιός ή διωγμένος για χάρη της δικαιοσύνης· και για να πω γενικά, με κανένα τρόπο δεν μπορεί κανείς ν' αποκτήσει όλες τις θεόπνευστες αρετές, παρά με τη νήψη. Για τούτο περισσότερο απ' όλα αυτή πρέπει να επιμεληθείς, για να καταλάβεις με τη δοκιμή τα λεγόμενά μου, που είναι άγνωστα σε όλους τους ανθρώπους. Και αν θέλεις να μάθεις και τον τρόπο της προσευχής, θα σου πω με τη δύναμη του Θεού και περί τούτου όσο μπορώ.

Πριν απ' όλα, τρία πράγματα πρέπει να αποκτήσεις κι έπειτα να κάνεις αρχή στην αναζήτησή σου. Αυτά είναι: αμεριμνία από κάθε πράγμα, είτε παράλογο, είτε εύλογο, δηλαδή νέκρωση απ' όλα· συνείδηση καθαρή, δηλαδή να φυλάγεις τον εαυτό σου ακατηγόρητο από τη συνείδησή σου· και απροσπάθεια, δηλαδή να μην κλίνεις σε κανένα πράγμα του κόσμου τούτου, ούτε αυτού του σώματός σου. Έπειτα κάθισε σε κελί ήσυχο και σε μία μοναχική γωνιά και πρόσεξε να κάνεις ό,τι σου λέω· κλείσε τη θύρα και μάζεψε το νου σου από κάθε μάταιο και πρόσκαιρο πράγμα, και τότε ακούμπησε στο στήθος το πηγούνι σου, στρέφοντας τα αισθητά μάτια μαζί με όλο το νου στο κέντρο της κοιλιάς, δηλαδή στον ομφαλό, και κράτησε και την αναπνοή από τη μύτη για να μην αναπνέεις ανεμπόδιστα, και ερεύνησε νοητά στα έγκατα σου να βρεις τον τόπο της καρδιάς όπου είναι στη φύση τους να συνδιατρίβουν όλες οι ψυχικές δυνάμεις.

Στην αρχή έχεις να βρεις σκότος κι ανυποχώρητη σκληρότητα· αν όμως επιμείνεις κι εργαστείς αυτό το έργο νύχτα και μέρα, θα βρεις, ω του θαύματος, ατέλειωτη ευφροσύνη. Γιατί όταν ο νους βρει τον τόπο της καρδιάς, βλέπει παρευθύς εκεί μέσα εκείνα που δεν ήξερε ποτέ του. Βλέπει δηλαδή τον αέρα που βρίσκεται μέσα στην καρδιά και τον εαυτό του φωτεινό και γεμάτο διάκριση. Και στο εξής, από όποιο μέρος εμφανιστεί κανένας λογισμός, πριν ακόμη να σχηματιστεί ή να ειδωλοποιηθεί, τον διώχνει και τον αφανίζει με την επίκληση του Ιησού Χριστού. Και από εδώ ό νους, μνησικακώντας κατά των δαιμόνων, σηκώνει καταπάνω τους τη φυσική οργή και κυνηγά και χτυπά τους νοητούς εχθρούς. Τα υπόλοιπα θα τα μάθεις με τη βοήθεια του Θεού μόνος σου, με τη φύλαξη του νου σου και κρατώντας στην καρδιά τον Ιησού· γιατί λέει κάποιος: «Να κάθεσαι στο κελί σου και αυτό θα σε διδάξει τα πάντα».

Ερώτηση - Απόκριση

Ερώτηση: Και γιατί η πρώτη και η δεύτερη φύλαξη δεν μπορούν να οδηγήσουν στην τελείωση τον μοναχό;

Απόκριση: Γιατί δεν τις μεταχειριζόμαστε με τη σειρά που πρέπει. Ο Ιωάννης της Κλίμακος αυτά τα παρομοιάζει με μία κλίμακα, λέγοντας: «Άλλοι περιορίζουν τα πάθη· άλλοι ασχολούνται με την ψαλμωδία και αφιερώνουν σε αυτή τον περισσότερο χρόνο· άλλοι καταγίνονται με τη νοερά προσευχή· και άλλοι ενατενίζουν στη θεωρία και ζούνε στο βυθό. Στο πρόβλημα αυτό ας χρησιμοποιηθεί το παράδειγμα της κλίμακας.» Όσοι λοιπόν θέλουν να ανεβούν μία κλίμακα, δεν αρχίζουν από επάνω προς τα κάτω, αλλά από κάτω επάνω, και ανεβαίνουν το πρώτο σκαλί κι έπειτα το επόμενο κι όλα τα πιο πάνω· κι έτσι μπορεί κανείς να σηκωθεί από τη γη και ν' ανεβεί στον ουρανό. Αν λοιπόν θέλομε να γίνομε τέλειοι άνδρες με την πληρότητα του Χριστού, ας αρχίσομε σαν βρέφη την κλίμακα που είπαμε, ώστε με τις διάφορες μεθηλικιώσεις να φτάσομε διαδοχικά τα μέτρα του παιδιού, του άνδρα και του πρεσβυτέρου.

Πρώτη ηλικία της μοναχικής ζωής είναι ο περιορισμός των παθών, που είναι έργο των αρχαρίων.

Δεύτερη βαθμίδα και μεθηλικίωση, που από έφηβο τον κάνει νέο πνευματικά, είναι η απασχόληση με την ψαλμωδία. Γιατί μετά τον κατευνασμό και τη μείωση των παθών, η ψαλμωδία προξενεί γλυκύτητα στη γλώσσα και λογίζεται ευάρεστη στο Θεό, αφού δεν είναι δυνατό να ψάλλομε στο Θεό σε γη ξένη, δηλαδή σε εμπαθή καρδιά. Τούτο είναι το σημάδι αυτών που προκόβουν.

Τρίτη βαθμίδα και μεθηλικίωση αυτού που από νέος γίνεται πνευματικά άνδρας, είναι η επιμονή στην προσευχή, που είναι σημάδι αυτών που έχουν προκόψει. Και διαφέρει η προσευχή από την ψαλμωδία όσο ο ώριμος άνδρας από το νέο και από τον έφηβο, ανάλογα με το βαθμό πού έχομε.

Εκτός από αυτές, τέταρτη βαθμίδα και μεθηλικίωση πνευματική είναι του πρεσβυτέρου και ασπρομάλλη· η αταλάντευτη δηλαδή ενατένιση της θεωρίας, η οποία είναι των τελείων. Ιδού, συμπληρώθηκε η οδός και πήρε τέλος η κλίμακα. Αυτά λοιπόν έτσι είναι κι έτσι θεσπίστηκαν από το Πνεύμα, και δεν είναι δυνατό να ανδρωθεί το νήπιο και να γίνει ασπρομάλλης γέροντας, παρά με το να αρχίσει όπως είπαμε από την πρώτη βαθμίδα και περνώντας ορθά από τις τέσσερις ν' ανεβεί στην τελειότητα.

Ξεκίνημα για να έρθει στο φως αυτός που θέλει να αναγεννηθεί πνευματικά, είναι η μείωση των παθών, δηλαδή η φύλαξη της καρδιάς· διαφορετικά είναι αδύνατο να μειωθούν τα πάθη, γιατί από την καρδιά προέρχονται, καθώς λέει ο Σωτήρας, οι πονηροί διαλογισμοί που μολύνουν τον άνθρωπο. Δεύτερη μετά από αυτά είναι η επίταση της ψαλμωδίας. Γιατί αφού κατευναστούν και λιγοστέψουν τα πάθη με την εναντίωση σ' αυτά της καρδιάς, η επιθυμία της συμφιλιώσεως με το Θεό φλογίζει το νου. Και από αυτό δυναμώνει ο νους και χτυπά και διώχνει τους λογισμούς που περιτριγυρίζουν την επιφάνεια της καρδιάς. Και έπειτα πάλι ασχολείται το πιο πολύ με τη δεύτερη προσοχή και προσευχή. Και τότε προβάλλει η αντεπίθεση των πονηρών πνευμάτων και τα πνεύματα των παθών αναταράζουν σφοδρά την άβυσσο της καρδιάς. Όμως με την επίκληση του Κυρίου Ιησού Χριστού αφανίζονται και λιώνουν σαν το κερί. Και πάλι αφού διωχτούν από εκεί, αναταράζουν μέσω των αισθήσεων την επιφάνεια του νου. Και για τούτο γρήγορα αισθάνεται ο νους τη γαλήνη σ' αυτόν, πλην να γλυτώσει τελείως από αυτά και να μην τα πολεμά, είναι αδύνατο. Τούτο έχει δοθεί μόνο σ' εκείνον που έφτασε στη βαθμίδα του τέλειου άνδρα, που έχει αναχωρήσει από όλα τα ορατά και παραμένει συνεχώς στην προσοχή της καρδιάς.

Από αυτά ο προσεκτικός υψώνεται σιγά-σιγά στη σύνεση του ασπρομάλλη γέροντα, δηλαδή στην άνοδο της θεωρίας, πράγμα που είναι των τελείων.
Όποιος λοιπόν τα μεταχειρίζεται αυτά ορθά και στον καιρό του το καθένα, αυτός μπορεί, μετά την αποβολή των παθών από την καρδιά του, και στην ψαλμωδία να επιδοθεί και ν' αντιπολεμήσει τους λογισμούς που ξεσηκώνονται μέσω των αισθήσεων και ταράζουν την επιφάνεια του νου, και στον ουρανό να υψώνει τα αισθητά μαζί με τα νοητά μάτια όταν χρειαστεί, και να προσεύχεται αληθινά και καθαρά· τούτο όμως να το κάνει σπάνια, για το φόβο των δαιμόνων που ενεδρεύουν στον αέρα. Γιατί τούτο μόνο ζητά ο Θεός από μας, να είναι καθαρμένη η καρδιά μας με τη φύλαξη· κι αν η ρίζα είναι αγία, καθώς λέει ο Απόστολος, φανερό είναι πως και οι κλάδοι είναι άγιοι κι ο καρπός. Χωρίς όμως τον τρόπο που είπαμε, όποιος σηκώνει τα μάτια και το νου του στον ουρανό και θέλει να φαντάζεται κάποια νοητά, αυτός σχηματίζει μέσα του είδωλα και όχι την αλήθεια· γιατί με το να είναι ακάθαρτη η καρδιά του δεν προκόβει ούτε η πρώτη ούτε η δεύτερη προσοχή. Όταν δηλαδή θέλομε να κτίσομε ένα σπίτι, δε βάζομε πρώτα τη σκεπή κι υστέρα το θεμέλιο, γιατί τούτο είναι αδύνατο· αλλά πρώτα βάζομε το θεμέλιο κι ύστερα κτίζομε το σπίτι και τότε βάζομε και τη σκεπή. Έτσι πρέπει να κάνομε και σ' αυτά που λέμε. Πρώτα να βάλομε πνευματικό θεμέλιο, δηλαδή να φυλάξομε την καρδιά και να λιγοστέψομε σε αυτή τα πάθη· κι ύστερα να κτίσομε τους τοίχους του πνευματικού σπιτιού, δηλαδή να αποκρούομε με τη δεύτερη προσοχή τη θύελλα των πονηρών πνευμάτων που ξεσηκώνουν οι εξωτερικές αισθήσεις και να ξεφεύγομε το γρηγορότερο από αυτόν τον πόλεμο. Και τότε να στήσομε και τη σκεπή με την τέλεια στροφή προς το Θεό και την αναχώρηση, οπότε ολοκληρώνομε το πνευματικό μας σπίτι με τη δύναμη του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας. Σε Αυτόν ανήκει η δόξα στους αιώνες των αιώνων.
Αμήν.

Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος 

ΠΕΡΙ ΚΑΤΑΘΛΙΨΕΩΣ



Μαθήτρια τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ὁ ὁποῖος τῆς ἔστειλε 11 ἐπιστολές ἀπό τό τόπο τῆς ἐξορίας του. Στήν 10η ἐπιστολή τῆς γράφει:

«Πράγματι, ἡ κατάθλιψη εἶναι φοβερό βασανιστήριο τῶν ψυχῶν, εἶναι ἕνας πόνος ἀνέκφραστος καί ποινή πικρότερη ἀπό κάθε ἄλλη ποινή καί τιμωρία. Γιατί μιμεῖται τό σκουλήκι, πού ἔχει δηλητήριο καί προσβάλλει ὄχι μόνον τό σῶμα, ἀλλά καί τήν ἴδια τήν ψυχή. 

Είναι σαράκι πού κατατρώγει ὄχι μόνον τά κόκκαλα, ἀλλά καί τη σκέψη εἶναι ένας δήμιος καθημερινός πού δέν ξεσχίζει μόνον τά πλευρά, ἀλλά καταστρέφει καί τη δύναμη τῆς ψυχῆς· εἶναι καί νύχτα παντοτινή, σκοτάδι χωρίς τό παρα-μικρό φῶς, τρικυμία καί ζάλη, πυρετός κρυφός, πού καίει περισσότερο ἀπό κάθε φλόγα, πόλεμος χωρίς ἀνακωχή, ἀρρώστια πού κάνει σκοτεινά πολλά ἀπό αὐτά πού βλέπουμε. 

Γιατί ὁ ἴδιος ὁ ἥλιος καί ὁ καθαρός ἀέρας φαίνεται ὅτι ἐνοχλοῦν ἐκείνους πού ἔχουν αὐτή τη διάθεση καί μεταβάλλει τό μεσημέρι σέ μεσάνυκτα.

Γι’ αὐτό καί ὁ θαυμάσιος προφήτης δηλώνοντας αὐτό ἔλεγε· «ὁ ἥλιος θά δύσει γι’ αὐτούς τό μεσημέρι» (Ἀμώς 8,9),ὄχι μέ τήν ἔννοια ὅτι ὁ ἥλιος ἐξαφανίζεται οὔτε ὅτι διακόπτει τόν συνηθισμένο δρόμο του, ἀλλά μέ τήν ἔννοια ὅτι ὁ λυπημένος ἄνθρωπος τό καταμεσήμερο φαντάζεται ὅτι εἶναι νύχτα. 

Ἡ σκοτεινή νύχτα δέν εἶναι τέτοια, ὅπως εἶναι ἡ νύχτα τῆς ἀθυμίας, ἡ ὁποία δέν προέρχεται ἀπό φυσικό νόμο, ἀλλά ἀπό σκοτισμό τῆς διάνοιας. Γι’ αὐτό καί εἶναι φοβερή καί ἀφόρητη, ἔχει πρόσωπο ἄσπλαχνο, εἶναι σκληρότερη ἀπό κάθε τύραννο, δέν ὑποχωρεῖ γρήγορα σε κανένα ἀπό ἐκείνους πού προσπαθοῦν νά τήν διαλύσουν, ἀλλά κρατεῖ πολλές φορές τήν ψυχή πού ἔχει κυριεύσει στερεώτερα ἀπό διαμάντι, ὅταν αὐτή δέν ἀκολουθεῖ τήν κατά Θεόν φιλοσοφία. 

Σήκω ἐπάνω καί ἅπλωσε τό χέρι σου στο λόγο μου καί πρόσφερέ μου αὐτήν τήν καλή συμμαχία, γιά νά σε ἀπαλλάξω τελείως ἀπό τήν αἰχμαλωσία τῶν πικρῶν σκέψεων.

Γνωρίζοντας αὐτά τά πράγματα, εὐσεβεστάτη κυρία μου, νά κοπιάζεις καί νά ἀγωνίζεσαι καί νά βιάζεις τόν ἑαυτό σου, ἔχοντας τή συμμαχία τῶν λόγων μου, ὥστε νά διώχνεις καί νά ἀπομακρύνεις μέ πολλή ὁρμή τίς ἀπαισιόδοξες σκέψεις πού σέ ταράσσουν καί σοῦ προκα-λοῦν θόρυβο καί ζάλη».

Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
(Ε.Π.Ε. τόμ. 37, 452).

Ἄλλο τό ένα καί ἄλλο τό ἄλλο



ἀπόσπασμα ἀπό τόν ὀγδοηκοστό Λόγο, περί ἀπαθείας

"...Ἄλλο εἶναι ἡ ἀκινησία τῶν μελῶν τοῦ σώματος καί αὐτῶν τῶν παθῶν τῆς ψυχῆς, καί ἄλλο ἡ ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν. Γιατί ἡ ἀκινησία τῶν μελῶν τοῦ σώματος καί τῶν παθῶν τῆς ψυχῆς εἶναι ἐκ φύσεως, ἐνῶ ἡ ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν ἔχει συνήθεια νά καταστέλλει καί ὅλες τίς φυσικές κινήσεις.

Ἄλλο εἶναι τό νά μήν ἐπιθυμεῖ κάποιος τίποτα ἀπό τά χαρμόσυνα τοῦ κόσμου καί ἡδονικά καί ἄλλο τό νά ἐπιθυμεῖ τά οὐράνια καί αἰώνια ἀγαθά διότι · τά χαρμόσυνα καί ἡδονικά τοῦ κόσμου τά καταφρόνησαν καί ἄλλοι ἄνθρωποι καί οἱ περισσότεροι ἀπό αὐτούς γιά ἄλλη αἰτία· ἐνῶ γιά τά οὐράνια ἀγαθά πολλοί λίγοι φρόντισαν.

Ἄλλο εἶναι τό νά μή ζητᾶ κάποιος δόξα ἀπό τούς ἀνθρώπους καί ἄλλο τό νά εἶναι ὁλότελα κρεμασμένος ἀπό τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί νά ζητᾶ αὐτήν πάντοτε· ·γιατί τήν ἀνθρώπινη δόξα τήν μίσησαν καί οἱ περισσότεροι μέ τό νά κυριεύθηκαν ἀπό ἄλλα πάθη, ἐνῶ τήν θεία πολλοί λίγοι ἀξιώθηκαν νά τήν λάβουνμέ πόνο καί κόπο πολύ.

Ἄλλο εἶναι τό νά εὐχαριστιέται κάποιος μέ πενιχρό φόρεμα καί νά μήν ἐπιθυμεῖ λαμπρή στολή καί ἄλλο τό νά εἶναι ντυμένος τό φῶς τοῦ Θεοῦ· γιατί τήν λαμπρή στολή τήν καταφρόνησαν πολλοί, μέ τό νά σέρνονται ἀπό ἄλλες μύριες ἐπιθυμίες· ἐνῶ τό Θεῖο φῶς ντύθηκαν μονάχα αὐτοί πού καταξιώθηκαν νά γίνουν Υἱοί τοῦ Φωτός καί τῆς ἡμέρας·

Ἄλλο εἶναι τό νά λέει κάποιος ταπεινά λόγια καί ἄλλο τό νά ἔχει ταπεινό φρόνημα, ἡ Ἁγία Ταπείνωση καί τά ἐπίλοιπά της ἰδιώματα καί χαρίσματα καί οἱ ἐνέργειές της δέν εἶναι στήν ἐξουσία μας, ἀλλά εἶναι χάρισμα Θεοῦ, γιά νά μήν καυχηθεῖ κάποιος οὔτε σέ αὐτό·...

Ἄλλο εἶναι τό νά μή λυπᾶται κάποιος, οὔτε νά ὀργίζεται στίς ἀτιμίες ·καί ὕβρεις καί πειρασμούς καί θλίψεις ὅπου ἀκολουθοῦν καί ἄλλο τό νά τά θέλει αὐτά μέ τήν εὐχαρίστησή του. Ἄλλο εἶναι τό νά παρακαλᾶ κάποιος τόν Θεό γιά ἐκείνους πού κάνουν σέ αὐτόν αὐτά, καί ἄλλο τό νά τούς συγχωρεῖ, καί ἄλλο πάλι νά τούς ἀγαπᾶ ἐξ ὅλης του τῆς ψυχῆς ὡς εὐεργέτες του...

Καί ἀπό αὐτά πάλι τό ἀνώτερο καί ὑψηλότερο χωρίς καμμιά σύγκριση μοῦ φαίνεται πώς εἶναι τό νά λησμονήσει κάποιος τελείως τούς πειρασμούς ὅπου ἔχει πάθει καί νά μήν θυμᾶται ποτέ ἐκείνους πού τόν λύπησαν..."

(Ἁγ. Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, ἀπόσπασμα ἀπό τόν ὀγδοηκοστό Λόγο, περί ἀπαθείας)

Στους δρόμους της αρετής...



Στους δρόμους της αρετής υπάρχει 
η αληθινή και ευχάριστη ζωή. 
(Παρ. Ιβ’ 28) 

Κι αν έχει κόπο η προσπάθεια για την απόκτηση της αρετής, όμως η συνείδηση μας γεμίζει από μεγάλη ευφροσύνη. Και είναι τόσο μεγάλη η εσωτερική ηδονή που μας χαρίζει, ώστε κανένας λόγος δε μπορεί να την περιγράψει. Διότι τίποτε δεν είναι πιο γλυκό και ευχάριστο από την αγαθή συνείδηση. (Εις το κατά Ματθαίον, ομιλία ΝΓ’ ΕΠΕ 11,166) 

Τιμή για τον άνθρωπο είναι η αρετή και το να φιλοσοφεί για τα μετά θάνατον αγαθά, να φροντίζει για όλα εκείνα που αποβλέπουν στην αιώνια ζωή, των αλόγων ζώων περιορίζεται μόνον στον παρόντα βίο, ενώ η δική μας ζωή αποβλέπει σε άλλο ανώτερο βίο, που δεν έχει τέλος. (Εις ΜΗ’ Ψαλμόν, ΕΠΕ 6, 194-196) 

Τόσο μεγάλη είναι η δύναμη της αρετής. Διότι τίποτε, αγαπητέ, δεν είναι ισάξιο με την ενάρτη ζωή. Γι’ αυτό και ο Κύριος έλεγε: «Ας λάμψει το φως σας μπροστά στους ανθρώπους, για να ιδούν τα καλά σας έργα και δοξάσουν τον Πατέρα σας τον ουράνιο». Είδες ότι, όπως ακριβώς όταν φανείτο φως, διώχνει το σκοτάδι, έτσι και η αρετή, όταν παρουσιαστεί, και την κακία τρέπει σε φυγή και το σκοτάδι της πλάνης απομακρύνει, ακι κινεί σε δοξολογία το νου εκείνων που τη βλέπουν; (Εις την Γένεσιν, ομιλ. ΚΣΤ’, ΕΠΕ 3, 134) 

Αρχή και τέλος της αρετής είναι η αγάπη. Την αγάπη έχει για ρίζα η αρετή, αυτήν για προϋπόθεση και θεμέλιο, αυτήν για κορυφή. (Εις την προς Ρωμαίους, ομιλ. ΚΔ’, ΕΠΕ 17,516) 

Ο υπερβολικά ενάρετος δεν οδηγείται στην αρετή ούτε από τον φόβο, ούτε από την υπόσχεση της βασιλείας του Θεού, αλλά από καθαρή αγάπη προς τον ίδιο το Χριστό, όπως ακριβώς έκανε ο Παύλος. Παρόλα αυτά εμείς ας σκεπτόμαστε τα αγαθά της Βασιλείας του Θεού και τα βασανιστήρια της κολάσεως, και έστω και έτσι ας ρυθμίζουμε της συμπεριφορά μας και ας παιδαγωγούμε τους εαυτούς μας. Έστω και έτσι ας οδηγούμε τους εαυτούς μας προς εκείνα που πρέπει να πράττουμε. (Εις την Β’ προς Θεσσαλονικείς, ομιλ. Β’, ΕΠΕ 23, 32-34) 

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Εγρήγορση και περισπασμός...



…Η σύντομη επίγεια ζωή μας δόθηκε ως χρόνος προετοιμασίας γιά τήν αιωνιότητα. Κι είναι κρίμα νά τήν ξοδεύουμε μόνο σέ γήινες φροντίδες, στην ικανοποίηση μικροαπολαύσεων κι αθέμιτων επιθυμιών. Γινόμαστε έτσι σάν τόν άνεμο πού φυσάει προς όλες τίς κατευθύνσεις, τρέχουμε άπό τη μιά αισθησιακή απόλαυση στην άλλη… Οι άνθρωποι του κόσμου τούτου πιστεύουν πως ο περισπασμος είναι κάτι ασήμαντο, αθώο. Οι άγιοι πατέρες όμως τον περισπασμό τον λογαριάζουν ώς ρίζα όλων σχεδόν τών κακών. Εκείνος πού επηρεάζεται καί υποκύπτει εύκολα στον περισπασμό έχει κάποια πολύ επιπόλαιη κι επιφανειακή γνώση γιά όλα τά θέματα, ακόμα καί γιά τά πιό σπουδαία καί σοβαρά. Εκείνος του οποίου ό νους περισπαται συχνά καί περιφέρεται από δώ κι από κει είναι κατά κανόνα ασυνεπής. Τά συναισθήματα του δεν έχουν ούτε βάθος 
ούτε σταθερότητα. Πετάει σάν τήν πεταλούδα από λουλούδι σε λουλούδι καί περνάει τόν καιρό του από διασκέδαση σε διασκέδαση, η μιά ματαιότητα διαδέχεται τήν άλλη.

Ο άνθρωπος που περισπαται συχνά δεν μπορεί ν’ αγαπήσει τό συνάνθρωπο του εύκολα.
Τίς δυστυχίες τών άλλων τίς άντιπαρέρχεται μ’ αδιαφορία καί συνήθως φορτώνει τους άλλους μέ βάρη πού δέν μπορούν νά σηκώσουν. Οι θλίψεις τόν επηρεάζουν πολύ, επειδή ακριβώς δέν τίς περιμένει. Τό μόνο πού επιθυμεί κι έπιδιώκει είναι οί χαρές. Αν ή θλίψη είναι πολύ σοβαρή αλλά παροδική, τότε τήν ξεχνάει εύκολα, αμέσως μό λις παραδοθεί στό θόρυβο κάποιας διασκέδασης. Όταν ή θλίψη αυτή δμως διαρκέσει πολύ, τότε τόν καταρρακώνει, τόν οδηγεί στην απόγνωση.

Ό περισπασμος τιμωρεί από μόνος του εκείνον πού έχει παραδοθεί σ’ αυτόν. Όσο περνάει ό καιρός δλα τόν ενοχλούν. Μοιάζει μ’ αυτόν πού δέν απόκτησε ποτέ υγιή γνώση καί γερά θεμέλια. Παραδίδεται σέ μιά ατέλειωτη καί βασανιστική απελπισία. Ό περισπασμος γενικά είναι κακός. Ιδιαίτερα επιβλαβής όμως γίνεται στό έργο του Θεού καί της σωτηρίας μας, που απαιτεί διαρκή εγρήγορση καί προσοχή. «Γρηγορείτε και προσεύχσθε, ίνα μη είσέλθητε εις πειρασμόν», είπε ό Σωτήρας μας στους μαθητές Του (Ματθ. κστ’41).
«Λέγω πάσι: γρηγορείτε» (Μάρκ. ιγ’ 47). Ό Κύριος καί Σωτήρας μας απευθύνεται μέ τά λόγια αυτά σ’ όλους τους χριστιανούς κι επομένως καί σέ μάς, τους ανθρώπους του καιρού μας.

Όποιος ζει τή ζωή του δοσμένος σέ διάφορους περισπασμούς παραβαίνει άμεσα μέ τόν τρόπο ζωής του τίς ίντολές του Κυρίου Ίησού Χρίστου. Όλοι οί άγιοι αγωνίστηκαν μέ κάθε τρόπο ν’ απαλλαγούν από τους περισπασμούς. Προσπαθούσαν ν’ αύτοσυγκεντρώνονται διαρκώς ή τουλάχιστον όσο πιό πολύ μπορούσαν. Όλη τους τήν προσοχή τήν έδιναν στό νου, στίς κινήσεις του, καθώς καί στην καρδιά. Μεριμνά τους ήταν νά καθοδηγήσουν καί τά δυό, νου καί καρδιά, σύμφωνα μέ τίς εύαγγελικές εντολές.
Όταν κάποιος συνηθίζει ν’ αύτοσυγκεντρώνεται, προφυλλάσσεται από τόν περισπασμό, ακόμα κι άν οι πειρασμοί τόν περιτριγυρίζουν άπ’ όλες τίς πλευρές κι είναι ένοχλτητικοί. Ο άνθρωπος που νήφεί καί γρήγορει είναι σά νά κατοικεί στην έρημο, ακόμα κι άν ζει ανάμεσα σέ πλήθος ανθρώπων.

Κάποιος μεγάλος πατέρας πού είχε μάθει εμπειρικά τήν ωφέλεια πού προκύπτει από την αυτοσυγκέντρωση καί την περισυλλογή, καθώς καί τη βλάβη πού προκαλεί ό περισπασμός, έλεγε πώς χωρίς έντονη εγρήγορση καί προσοχή στον εαυτό μας είναι αδύνατο νά προκόψουμε έστω καί σέ μιά αρετή.

Η σύντομη επίγεια ζωή μας δόθηκε ως χρόνος προετοιμασίας γιά τήν αιωνιότητα.
Κι είναι κρίμα νά τήν ξοδεύουμε μόνο σέ γήινες φροντίδες, στην ικανοποίηση μικροαπολαύσεων κι αθέμιτων επιθυμιών. Γινόμαστε έτσι σάν τόν άνεμο πού φυσάει προς δλες τίς κατευθύνσεις, τρέχουμε άπό τη μιά αισθησιακή απόλαυση στην άλλη. Ξεχνάμε ή σπάνια θυμόμαστε, καί τότε επιφανειακά κι επιπόλαια τόν τελικό προορισμό μας, τήν αναπόφευκτη κρίση, τήν αιωνιότητα πού αναπόδραστα μας περιμένει.

από το βιβλίο: Οσίου Ιγνατίου Μπριαντσιανίνωφ Έργα Γ΄, “Η Βασιλεία του Θεού και ο αντίχριστος”.

Η ένδεια είναι ευεργεσία του Θεού

α. Ότι δια την υπερβολικήν αγάπην όπου έχει ο Θεός 
εις τους ανθρώπους έβαλεν αυτούς εις πολλά, και διάφορα περιστατικά.

β'. Και ότι η ένδεια είναι η ευεργεσία του Αγίου Θεού.

γ'. Και ότι εκείνος οπού φεύγει την ένδειαν, αποβάλλει τον χριστιανισμόν, 
και δεν θέλει να είναι χριστιανός.

δ'. Και ότι ανάγκη είναι να έχουν οι χριστιανοί θλίψεις και βάσανα.

Α’. Ο Θεός ο φιλάνθρωπος εσυγχώρησε να περικυκλώσουν τον άνθρωπον, άφ' ου εξέπεσεν από την χάριν του, φόβοι πολ­λοί, και διάφορα περιστατικά, και θλίψεις, και βάσανα. 
Και τον άφησε να ενοχλήται, και να ταράττεται από όλα τα μέρη, και να πολεμήται από τον ίδιον τον εαυτόν του. Η δε αιτία όπου το έκαμεν αυτό, είναι θαυμαστή, και γεμάτη από αγάπην, και αγαθότητα. Ότι καθώς ένας υπέρπλουτος άνθρωπος όπου να έχη υιόν αγαπητόν, και δια την πολλήν αγάπην όπου έχει εις αυτόν, δεν θέλει να ευρίσκη, ή να πέρνη άλλοθεν ο υιός του, μήτε φαγητά, μήτε πιοτά, μήτε φορέματα, μήτε υποδήματα, μήτε καμμίαν άλλην απόλαυσιν, και άνεσιν, αλλά θέλει να λαμβάνη όλα αυτά από τον πατέρα του μόνον, δια να ευρίσκεται πάντοτε κοντά του, και να ανα­παύεται εις τα γόνατά του.

Και αν ίσως καμμίαν φοράν συμβή να φύγη από τον πατέρα του ο υιός, και θελήση να πάρη από άλλον όλα του τα χρειαζόμενα, κάνει τρόπον ο πατήρ του, ή να μη τα ευρίσκη τελείως ο υιός του, ή αν τα ευρίσκη να τα λαμβάνη με κόπον, και πόνον, και θλίψιν. 
Μάλιστα παραγγέλλει ο πατήρ όλους όσοι είναι εις την εξουσίαν του, εάν ίδουν τον υιόν του όπου να περιπατή εδώ και εκεί μακριά από τον πατέρα του, να τον διώχνουν, και να τον λυπούν εις κάθε πράγμα, δια να γυρίση εξ ανάγκης, και μη θέλωντας εις τον πατέρα του, και να αναπαύετε εις αυτόν όπου τον ηγάπησε πολλά, μη ευρίσκωντας την ανάπαυσίν του εις άλλο μέρος.
Τοιουτωτρόπως έκαμε και ο Θεός εις τον άνθρωπον, δια να μην ευρίσκη ανάπαυ­σιν εις την παρούσαν ζωήν, και εις τα πράγματα του κόσμου, (ότι όλα αυτά είναι ματαιότης) και να αναγκάζεται να γυρίζη πάλιν προς τον αγαθόν Θεόν, και κύριον, και δεσπότην, και πατέρα, και προνοητήν, και κηδεμόνα, και λυτρωτήν, και σωτήρα του, και να ευρίσκε­ται κοντά του. Ώστε και αυτός ο άνθρωπος να ευρίσκη ανάπαυσιν, και ο Θεός, και πατήρ του να απολαμβάνη πάντοτε τον υιόν του, και να χαί­ρεται εις ούτον.
Ότι ο άνθρωπος πριν της παρα­βάσεως ήτον εις κάθε ευτυχίαν, και είχε μεγάλην ανάπαυσιν, και εχαίρετο μέσα εις τον παράδεισον, χωρίς καμμίαν θλίψιν, και λύπην, και μήτε ίξευρε παντελώς τι πράγμα είναι η λύπη. Όμως από την απροσεξίαν όπου είχε δια την μεγάλην ευτυχίαν του, ήλθεν εις επιθυμίαν να απολαύση εκείνα όπου ήσαν ανώτερα από λόγου του, και υπέρ την δύναμίν του, και ηθέλησε να γένη Θεός κατά την συμβουλήν του διαβόλου.
Δια τούτο παρευθύς, όπου ηθέλησε να επιχειρισθή τα αδύνατα, έχασεν εκείνην την μεγάλην ευτυχίαν, και ανάπαυσιν όπου είχε, και έγινεν ενδεής εις πολλά, και όσην πλουσιότητα είχε πρώτον, εις άλλην τόσην ένδειαν, και πτωχείαν εκατήντησεν ύστερον, και έλαβε την παίδευσιν της υπερηφανίας, από την οποίαν επαρακινήθη, και αυθαδίασε να επιχειρισθή εκείνο το μεγάλον, και τολμηρόν επιχείρημα. Ότι τρόπον τινά ωσάν να εχόρτασεν από την ευτυχίαν εκείνην όπου του εχάρισεν ο Θεός, και την εκαταφρόνησε πλέον, και ηθέλησε το ανώτερον.
Αφ' ου δε έγινεν ενδεής, δοκιμάζει κόπους πολ­λούς, και πόνους και μόχθους δια την χρείαν, και ένδειάν του, και μην έχωντας τα χρειαζόμενα, καθώς θέλει, λυπείται, και θλίβεται, και αδημονεί, και θέλωντας να μην ευρίσκεται εις ένδειαν, κάμνει μεγάλους αγώνας, δια να ζη πλουσιοπάροχα, και άπ' αυτήν την αιτίαν πα­ρακινούμενος, γίνεται κλέπτης, ή κρυφός, ή φα­νερός, και αδιάντροπος, πέρνωντας τα ξένα πράγματα, και πλεονέκτης, και άδικος, και άρπαξ, και ζηλεύει, και προδίδει, και κατηγορεί, και μάχεται, και φυλάττει έχθραν, και πολεμεί, και επιβουλεύεται, και κάνει εκοίκησιν, και φιλονεικά, και ψεύδεται, και κάνει όρκους, και φο­νεύει, και καταφρονεί και αυτόν τον Θεόν όπου του εδιώρισεν εις την παρούσαν ζωήν δια προσωρινήν κόλασιν, την ένδειαν, την οποίαν επροξένησεν εις το ανθρώπινον γένος η παράβασις του Αδάμ.
Και τοιουτωτρόπως κάμνωντας γί­νεται εχθρός του Θεού, και εναντιώνεται εις την προσταγήν του, όπου εδιώρισε να είναι ενδεής, και αυτός γίνεται πλούσιος, και ευτυχισμένος. Και δια τα πλούτη του γίνεται κενόδοξος, και υπερήφανος. Έπειτα τι ακολουθεί; το Κύριος υπερηφάνοις αντιτάσσεται, και καταντά το τέλος του εις την ομοίαν καταδίκην όπου ήλθε και ο διάβολος ο αποστάτης, του Θεού.

Β’. Πρέπει λοιπόν να ιξεύρωμεν, ότι την ένδειαν την έδωκεν ο Θεός δικαίως εις ημάς δια τιμωρίαν προσωρινήν, και δια τούτο πρέπει να την υπομένωμεν με ευχαριστίαν, δια να σύρωμεν εις τον εαυτόν μας με τούτο την ευσπλαγχνίαν, και το έλεος, και την πρόνοιαν του Θεού. Ότι εκείνον όπου αγαπά ο Κύριος τον παιδεύει, δια να ταπεινωθή με την παίδευσιν εκείνην της έν­δειας, και να μακρύνη από την υπερηφάνιαν.
Και μαστιγοί πάντα υιόν, ον παραδέχεται, με δια­φόρους αρρώστιας, και θλίψεις, δια να τον συμμαζώξη κοντά του, και να τον έχη μαζή του. Και δια τους αγώνας, και πόνους όπου υπομέ­νει με ευχαριστίαν, να τον στεφανώση με τον στέφανον της υπομονής, και να τον κάμη υιόν του θετόν. Διότι η παράβασις του Αδάμ δεν ακολούθησεν από άλλο τίποτε, παρά με το να είχεν όλα τα αγαθά με πλουσιότητα, και χωρίς κόπον. Δια τούτο κάθε ένας όπου σπουδάζει να αποφύγη την ένδειαν (την οποίαν δεν είναι δυ­νατόν να την αποφύγη τινάς ποτέ) φαίνεται πως εναντιώνεται εις τον Θεόν, και τρόπον τινά α­γωνίζεται να χαλάση την απόφασιν του Θεού όπου επρόσταξε να τρώγωμεν το ψωμί μας με τον ιδρώτα του προσώπου μας, έως όπου να αποθάνωμεν.
Επειδή λοιπόν εις την παρούσαν ζωήν εδόθη εις όλους τους ανθρώπους η ένδεια, ωσάν μία πρόσκαιρος κόλασις φυσική, εκείνος όπου αγωνίζεται να την αποφύγη θέλει καταντήσει εις την αιώνιον κόλασιν (1) ότι δεν είναι δυνατόν να αποφυγή τινάς με άλλον τρόπον την ένδειαν της παρούσης ζωής, έξω μόνον με αρ­παγάς, και αδικίας, και πλεονεξίας. 
Και η ευτυ­χία, και τα πλούτη, φυσικά προξενούν την υπερηφάνειαν, όπου είναι η αρχή της αμαρτίας, και δια να πέση κάτω να κρημνισθή η υπερηφάνια, πέρνει τον υπερήφανον εις την εξουσίαν της η αισχρουργία, ήγουν τον κυριεύουν τα σαρκικά πάθη, τα οποία προέρχονται από ανοησίαν και διαφθοράν ορθού λογισμού.

Γ’. Όθεν κάθε χριστιανός όπου πάσχει να αποφυγή την ένδειαν, είναι φανερόν πως δεν θέ­λει να είναι αληθινός χριστιανός.Ότι ο αλη­θινός χριστιανός είναι αδύνατον να είναι χωρίς, ένδειαν. Διατί ο Υιός και ο Λόγος του Θεού, και Θεός όπου έγινεν Άνθρωπος όμοιος με ημάς, δια να αναπλάση την ανθρωπίνην φύσιν, δεν εχάλασεν απλώς και ως έτυχε ταις απόφασές του, ήγουν την φθοράν, και τον θάνατον όπου έδωκε δια τιμωρίαν του Αδάμ, όπου παρέβη την εντολήν του· ότι και το, εν ιδρώτι του προ­σώπου σου φαγή τον άρτον σου· και το, γη, ει, και εις γην απελεύση, μένουν δια πάντα εις τους ανθρώπους. Άλλα κάνωντας εκείνους όπου πιστεύουν εις την ένσαρκον οικονομίαν του, κοι­νωνούς μετόχους της εδικής του δυνάμεως, ως Θεού δυνάμεως, και της εδικής του σοφίας, ως Θεού σοφίας, τοιουτωτρόπως εχάλασε ταις απόφασες όπου είπαμεν δια μέσου πολλών παθημά­των και θλίψεων, έως και δια του σταυρού ά­τιμου θανάτου, γενόμενος εις ημάς τύπος και παράδειγμα αυτός πρώτος ο Κύριος ημών Ιη­σούς Χριστός.
Ομοίως και οι Απόστολοι, και όλοι οι αληθινοί χριστιανοί λαμβάνοντες με την χάριν του Χριστού μεγάλην δύναμιν, υπομένουν μετά χαράς τας θλίψεις, και τους πειρασμούς, και καρποφορούν με πολλήν υπομονήν. Δια τούτο και οι Μάρτυρες δεν επαρακαλούσαν τον Χριστόν, να τους γλυτώση από τα παιδευτήρια, και τα βάσανα του μαρτυρίου, ούτε οι Ασκηταί εζητούσαν να τους ελευθερώση από τους πόνους, και μόχθους της ασκήσεως, αλλά επαρακαλούσαν να τους δώση υπομονήν πολλήν, και με υπομονήν μεγάλην αγωνίσθησαν τον αγώνα του μαρ­τυρίου, και της ασκήσεως, δια να λάβουν εις την μέλλουσαν ζωήν τον μισθόν κατά τον κόπον τους, δια τούτο και ο Θεός λέγεται Θεός της υπομονής και της μακροθυμίας.

Δ’. Λοιπόν εις κάθε θεοσεβή είναι αναγκαία κάθε θλίψις, και στενοχώρια, και λύπη. Ότι προ του να δοκιμάση τινάς τους πειρασμούς δεν ημπορεί να τους καταλάβη, και να τους γνωρίση, καθώς πρέπει, αλλά όταν τους δοκιμάση, και τους γνωρίση, και ελευθερωθή από αυτούς, τότε ευχαριστεί εκείνον όπου τον ελευ­θέρωσε. Διατί εκείνος όπου είναι απείραστος, και δεν εδοκίμασε πειρασμούς, είναι αμελής εις το να ευχαριστή τον Θεόν, από τον οποίον φυλάττεται, και μένει απείραστος. Αμή οπόταν πέση εις πειρασμούς, και ελευθερωθή, τότε του ευχα­ριστεί πολλά. Ει δε και ευρεθή τινάς όπου να ευχαριστή τον Θεόν πάντοτε, χωρίς να δοκιμάση πειρασμούς, όμως δεν τον ευχαριστεί τόσον πολλά, και με τόσην προθυμίαν, με όσην τον ευχαριστεί εκείνος όπου ελευθερωθή από θλίψεις, και πειρασμούς.
Ώστε όπου αναγκαίον, και χρειαζόμενον είναι, να πέση κάθε χριστιανός εις πει­ρασμούς και θλίψες, και στενοχωρίαις, και λύπαις, δια να γνωρίση την δύναμιν του Θεού, και να τον ευχάριστη εξ όλης του της ψυχής, και εξ όλης του της διανοίας, και εξ όλης του της δυνάμεως. Και μάλιστα εκείνος όπου έχει άνεσιν, και δεν έχει πειρασμόν, είναι υποκείμε­νος εις δύω μεγάλα κακά. Το ένα όπου δεν ευ­χαριστεί τον Θεόν εξ όλης του ψυχής και καρ­δίας, και το άλλο όπου καταγίνεται ο νους του εις φροντίδας ματαίας, και ανωφελείς. Αν ίσως ο Αδάμ ευχαριστούσε τον Θεόν εις καιρόν, ό­που ευρίσκετο εις μεγαλωτάτην ανάπαυσίν, και ανεκλάλητον χαράν, βέβαια δεν ήθελε πλανηθή, μήτε ήθελε δεχθή ποτέ εκείνην την πονηράν συμβουλήν του διαβόλου, μήτε ήθελε επιθυμήση να γένη Θεός.
Δια τούτο και ημείς καθώς χρειαζόμεθα την αναπνοήν του αέρος, τοιουτωτρόπως χρειαζόμεθα και την ευχαριστίαν του Θεού, εάν θέλωμεν να μη πέσωμεν εις πειρασμούς, και θλί­ψεις, και λύπας. Όθεν ας ευχαριστούμεν, αδελ­φοί μου, εις όλα τον Θεόν, και ας υπομένωμεν αγογγύστως κάθε πειρασμόν, και θλίψιν, εν Χρι­στώ Ιησού τω Κυρίω ημών, ω η δόξα εις τους αιώνας.
Αμήν

(1) Το αυτό λέγει και» ο μέγας Αθανάσιος εις τον περί παρθενίας λόγον. Ο έχων ανάπαυσιν εν τω κόσμω τούτω, την αιώνιον ανάπαυσιν μη ελπιζέτω λαβείν˙ η βασιλεία γαρ των ουρανών ουκ εστι των αναπαυομένων ενθάδε, άλλ' εκείνων εστί των εν θλίψη πολλή, και στενοχωρία διαξάντων τον βίον τούτον.


ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΤΑ ΕΥΡΙΣΚΟΜΕΝΑ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΑΣ. ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ 

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΤΑ ΕΥΡΙΣΚΟΜΕΝΑ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΑΣ. ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ 

…Για όσους προσμένουν το έλεος του Θεού



«Έλεγεν πάλιν ο Αββάς Ησαΐας, ότι εάν θέλη ο Θεός ψυχήν ελεήσαι, αυτή δε αφηνιάζει και ουκ ανέχεται, αλλά το θέλημα αυτής ποιεί, συγχωρεί αυτήν παθείν άπερ ου θέλει, ίνα ούτως αυτόν επιζητήση».

Ο γέροντας ασκητής προσπαθεί ν’ απαντήσει με τη διακριτική σοφία του στις εσωτερικές ανησυχίες και τους προβληματισμούς μας:

Πόσο ανεξιχνίαστες είναι οι παρεμβάσεις του Θεού στην ανθρώπινη πορεία!

Πόσο παράξενοι, πόσο αλλιώτικοι είναι οι δρόμοι των ανθρώπων για να φτάσουν στη σωτηρία!

Ο Θεός επισκέπτεται την ψυχή, άλλοτε σαν «πνοή αύρας λεπτής» κι άλλοτε σαν «συσσεισμός». Την ελκύει μ’ ένα χάδι πατρικής στοργής ή τη συνεφέρνει μ’ ένα δυνατό χτύπημα.

Τη συναντάει σε κάποιο «φρέαρ του Ιακώβ» να της αποκαλύψει μεγάλες αλήθειες ή κοντά στην «κολυμβήθρα του Σιλωάμ» να τη θεραπεύσει.

Άλλοτε την προσάγουν σ’ Αυτόν κάποιοι μαθητές Του ή την «πληγώνει» στα βάθη της ένας ασίγαστος πόθος, έως ότου Τον γνωρίσει, για ν’ αναπαυθεί και να φωνάξει μέσα στην ευτυχία της: «Χαρά, χαρά, πλημμύρα χαράς»!

Όμως, λέγει ο άγιος ερημίτης, μερικές φορές, ενώ ο Θεός θέλει να ελεήσει την ψυχή, αυτή σαν τα ατίθασα άλογα αφηνιάζει, αντιδρά, δεν ανέχεται την παιδαγωγία Του, όταν μάλιστα την κάνει να πονάει.

Θεωρεί δέσμευση το νόμο Του, στέρηση της ελευθερίας της και κάνει το θέλημά της.

Τότε ο μεγάλος Παιδαγωγός επιτρέπει να πάθει εκείνο που δε θέλει, ώστε έτσι να συλλάβει την ένδειά της, την αμαρτωλότητα, το χάος μακριά από τη θεία παρουσία και να Τον επιζητήσει.

Σκληροί δρόμοι για να φτάσει κανείς στο Θεό!

Ο Αββάς Μακάριος λέγει: «Ο Κύριος οίδε τα συμφέροντα και ποιεί μεθ’ ημών έλεος».

Εμείς ας Τον παρακαλούμε: «Κύριε, ως θέλεις και ως οίδας ελέησόν με».

simeiakairwn.wordpress.com

Ο Απόστολος Παύλος για τις αιρέσεις μας συμβουλεύει



''Η κόρη του διαβόλου…''

Ο Απόστολος Παύλος για τις αιρέσεις μας συμβουλεύει:
«Προσέχετε ουν εαυτοίς και παντί τω ποιμνίω εν ω υμάς το Πνεύμα το Άγιον έθετο επισκόπους, ποιμαίνειν την Εκκλησίαν του Κυρίου και Θεού, ην περιεποιήσατο δια του ιδίου αίματος. Εγώ γαρ οίδα τούτο, ότι εισελεύσονται μετά την άφιξίν μου λύκοι βαρείς εις υμάς μη φειδόμενοι του ποιμνίου· και εξ υμών αυτών αναστήσονται άνδρες λαλούντες διεστραμμένα του αποσπάν τους μαθητάς οπίσω αυτών» (Πράξεις κ 28-30). Δηλαδή:
Προσέχετε λοιπόν στον εαυτόν σας, πως θα ζήτε, και πως θα φέρεσθε σε όλο το ποίμνιό σας, στο οποίο το πνεύμα το Άγιο σας έβαλε επισκόπους, να ποιμαίνετε την Εκκλησία του Θεού, την οποία αυτός ο Κύριος απέκτησε με το Αίμα Του.
Διότι εγώ γνωρίζω αυτό· ότι μετά τον ερχομό μου αυτόν και την αναχώρηση θα εισέλθουν λύκοι βαρείς ανάμεσά σας, δηλ. αιρετικοί ψευτοδιδάσκαλοι· και από σας τους ίδιους θα εγερθούν άνδρες εγωϊστές, οι οποίοι θα διδάσκουν διεστραμμένες και ψεύτικες διδασκαλίες, για να αποσπούν τους μαθητάς από τον σωστό δρόμο της σωτηρίας και να τους παρασύρουν με το μέρος τους ως δικούς τους οπαδούς.


Τονίζει ο Άγιος Ιγνάτιος Μπριατσιανίνωφ ότι:
«Αίρεση είναι αμαρτία του νου. Η Αίρεση είναι πιο πολύ δαιμονική παρά η ανθρώπινη αμαρτία- είναι η κόρη του διαβόλου, η κληρονομιά του, η ασέβειά του, σχεδόν ειδωλολατρία».

Ο Γέροντας π. Φιλόθεος Ζερβάκος σημειώνει:
«Πιστεύω και ελπίζω ότι ο ιδρυτής της Εκκλησίας, ο Αρχηγός της σωτηρίας ημών, ο κραταιός και δυνατός εν πολέμοις, πάντας τους πολεμούντας την Νύμφην Αυτού Εκκλησίαν, την καθαράν και άσπιλον, την οποίαν περιποιήσατο με το Τίμιον Αίμα Του, θα τους συντρίψη ως σκέυη κεραμέως και θα διαφυλάξη και διασώση Αυτήν καθαράν. Υμείς δε οι εναπολειφθέντες στήτε καλώς, στήτε μετά φόβου, στήτε ανδρείως και μη κλίνετε γόνυ εις τον αντίχριστον Πάπαν και εις τους οπαδούς αυτού φιλοπαπιστάς οικουμενιστάς, και λοιπούς δειλούς και προδότας. Στήτε μέχρι τέλους, μέχρι θανάτου, δια να λάβετε τον άφθαρτον στέφανον εις τους ουρανούς…».

Ο σύγχρονος Άγιος μας Παΐσιος παρατηρεί:
«Σήμερα, δυστυχώς, μπήκε η ευρωπαϊκή ευγένεια και πάνε να δείξουν τον καλό. Θέλουν να δείξουν ανωτερότητα και τελικά πάνε να προσκυνήσουν τον διάβολο με τα δύο κέρατα. «Μία θρησκεία, σου λένε, να υπάρχη» και τα ισοπεδώνουν όλα. Ήρθαν και σ’ εμένα μερικοί και μου είπαν: «Όσοι πιστεύουμε στον Χριστό, να κάνουμε μία θρησκεία». «Τώρα είναι σαν να μου λέτε, τους είπα, χρυσό και μπακίρι, χρυσό τόσα καράτια και τόσα που τα ξεχώρισαν, να τα μαζέψουμε πάλι και να τα κάνουμε ένα. Είναι σωστό να τα ανακατέψουμε πάλι; Ρωτήστε ένα χρυσοχόο: «Κάνει να ανακατέψουμε την σαβούρα με τον χρυσό;» Έγινε τόσος αγώνας, για να λαμπικάρη το δόγμα». Οι Άγιοι Πατέρες κάτι ήξεραν και απαγόρευσαν τις σχέσεις με αιρετικό. Σήμερα λένε: «Όχι μόνο με αιρετικό αλλά και με Βουδιστή και με πυρολάτρη και με δαιμονολάτρη να συμπροσευχηθούμε. Πρέπει να βρίσκωνται στις συμπροσευχές τους και στα συνέδρια και οι Ορθόδοξοι. Είναι μία παρουσία». Τι παρουσία; Τα λύνουν όλα με την λογική και δικαιολογούν τα αδικαιολόγητα. Το ευρωπαϊκό πνεύμα νομίζει ότι και τα πνευματικά θέματα μπορούν να μπουν στην Κοινή Αγορά».

Ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς επισημαίνει:
«Ο Οικουμενισμός είναι κοινό όνομα για όλους τους ψευδοχριστιανισμούς, για τις ψευδοεκκλησίες της Δυτικής Ευρώπης. Μεσα στον Οικουμενισμό βρίσκεται η καρδιά όλων των ευρωπαϊκών ουμανισμών, με κέντρο τον Παπισμό. Όλοι δε αυτοί οι ψευδοχριστιανισμοί, όλαι αι ψευδοεκκλησίαι , δεν είναι τίποτα άλλο παρά μία αίρεση παραπλεύρως στην άλλη αίρεση. Το κοινό ευαγγελικό όνομά τους είναι παναίρεση. Διατί; Διότι στο διάστημα της ιστορίας οι διάφορες αιρέσεις ηρνούντο η παρεμόρφωνον ιδιώματά τινα του Θεανθρώπου και Κυρίου Ιησού, οι δε ευρωπαϊκές αυτές αιρέσεις απομακρύνουν ολόκληρο τον Θεάνθρωπο και στην θέση του τοποθετούν τον Ευρωπαίο άνθρωπο. Εδώ δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ του Παπισμού, Προτεσταντισμού, Οικουμενισμού και άλλων αιρέσεων των οποίων το όνομα “λεγεών”».

Τίποτε δε συμβαίνει τυχαία.Τα πάντα μας τα στέλνει ο Θεός



Όταν γνωρίζουμε πού γίνεται ο αγώνας που έχουμε αρχίσει, και ποιο σκοπό έχει, τότε καταλαβαίνουμε και γιατί ο αγώνας μας ονομάζεται αόρατος πόλεμος. 
Όλα διαδραματίζονται στην καρδιά, μέσα στη βαθιά σιωπή που βασιλεύει μέσα μας. Ένα σοβαρό ζήτημα, στο οποίο αποδίνουν μεγάλη βαρύτητα οι άγιοι πατέρες, είναι τούτο: Κράτα κλειστά τα χείλη σου για ό,τι αφορά τα μυστικά σου βάθη. Αν κανείς ανοίξει τις δικλείδες, φεύγει η θερμότητα που κρύβεται μέσα στον λέβητα θερμάνσεως. 
Κανείς δεν θέλει πια αυτές τις δικλείδες, που δεν κάνουν τη δουλειά τους.

Μη λες τίποτε σε άλλους για τις καινούργιες σου αποφάσεις που αφορούν την εσωτερική σου ζωή. Δεν χρειάζεται να φλυαρείς για την καινούργια ζωή που έχεις αρχίσει και τη βαθιά εμπειρία που πιστεύεις πως αποκτάς. 
Η πνευματική ζωή είναι μυστική στην ουσία της. 
Είναι υπόθεση ανάμεσα σε σένα και τον Θεό. Ανάμεσα στους δυο σας μονάχα. 
Η μοναδική εξαίρεση μπορεί να 'ναι ο πνευματικός σου πατέρας.

Αυτή η σιωπή είναι πολύ αναγκαία και ζωτικής σημασίας για την πνευματική σου πορεία. Γιατί καθένας που μιλάει για την προσωπική του ζωή δίνει τροφή στο ναρκισσισμό και τη φιλαυτία του. Και αυτά πρέπει με κάθε τρόπο να κατανικηθούν! Η σιωπή αντίθετα βοηθάει την αύξηση της εμπιστοσύνης στον Θεό, ο οποίος βλέπει «εν τω κρυπτώ». Μέσα από τη σιωπή ασκείται κανείς στο να συνομιλεί με τον Θεό, που ακούει ό,τι του λέμε χωρίς να χρειάζονται λόγια και λέξεις. Αυτός είναι το στήριγμά σου και σ' αυτόν πρέπει να 'χεις αποθέσει όλη την εμπιστοσύνη σου. 
Είσαι αγκυροβολημένος στην αιωνιότητα. 
Και εκεί δεν υπάρχουν κανενός είδους λόγια.

Συνεπώς θα πρέπει να θεωρείς πως καθετί που συναντάς στην πορεία σου, μικρό ή μεγάλο, το στέλνει ο Θεός για να σε βοηθήσει στον αγώνα σου. 
Μονάχα αυτός γνωρίζει ό,τι σου είναι ωφέλιμο και ό,τι χρειάζεσαι σε κάθε περίσταση: επιτυχίες, αναποδιές, πειρασμούς, πτώσεις. 
Τίποτε δε συμβαίνει τυχαία και χωρίς να αποτελεί πολύτιμη ευκαιρία να διδαχτείς απ' αυτό. Πρέπει να αποσαφηνίσεις καλά μέσα σου αυτό, γιατί έτσι μεγαλώνει η εμπιστοσύνη σου στον Κύριο που αποφάσισες να ακολουθήσεις.[...] 

Τίτο Κολλιάντερ, Ο δρόμος των ασκητών, εκδ. «Ακρίτας», σ. 31-32

Ἡ πίστις μας δέν ἐπιδέχεται οὔτε προσθήκη οὔτε ἀφαίρεσι»



Ὅπως τό μάτι δέν δέχεται τίποτα ξένο, ἔτσι εἶναι καί ἡ πίστις, σάν τό μάτι. Δέν δέχεται προσθήκη οὔτε μιᾶς τρίχας. Θά μείνῃ ἀναλλοίωτη εἰς τούς αἰῶνας. Αὐτό σημαίνει «τήν πίστιν τετήρηκα»· φύλαξα τήν πίστι ἀναλλοίωτη, ὅπως τήν δέχθηκα ἐξ ἀποκαλύψεως.

Ἀλλ᾿ οὔτε καί ἀφαίρεσι δέχεται ἡ πίστις ἡ Ὀρθόδοξος. Ἡ πίστις μας εἶναι γνήσιο νόμισμα. Κίβδηλα δέ νομίσματα, πού κυκλοφοροῦν στήν ἀγορά, εἶναι οἱ πλάνες καί οἱ αἱρέσεις.

Ἡ πίστις μας δέν εἶναι ἐφεύρεσις παπάδων, ἀνθρώπινη ἐπινόησις. Ἡ πίστις –προσέξτε– δέν εἶναι ἀνακάλυψις· εἶναι ἀποκάλυψις, ἄνωθεν φωτισμός…

Μά θά μοῦ πῆτε· Τί σημασία ἔχει ἡ πίστις μέ τή ζωή μας;

Ἀπαντῶ.

Ποιός ἀπό σᾶς θέλει, ὁ γαλατᾶς νά τοῦ προσφέρῃ τό γάλα νερωμένο;

Ποιός θέλει, ὁ φαρμακοποιός νά τοῦ δώσῃ τό φάρμακο νοθευμένο;

Ποιός θέλει νά τοῦ δώσουν χαρτονόμισμα πλαστογραφημένο, κίβδηλη λίρα;

Κανείς.

Ἄν λοιπόν ἄλλοι ἀγανακτοῦν ἐναντίον τῆς νοθείας τροφίμων ἤ φαρμάκων ἤ τοῦ νομίσματος, πῶς ἐμεῖς νά μήν ἀγανακτοῦμε ἐναντίον ἐκείνου πού θίγει ὅ,τι πολυτιμότερο καί ἱερώτερο ἔχουμε, τήν ὀρθόδοξο πίστι μας, γιά τήν ὁποία χύθηκε τόσο αἷμα;

Ὄχι, ἀδελφοί μου· τέτοια προδοσία, εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδοξίας μας, δέν θά δεχθοῦμε. 
Κ᾿ ἐπειδή ζοῦμε σέ ἡμέρες πονηρές, πού ὁ διάβολος θά κοσκινίσῃ τούς Χριστιανούς, φωνάζουμε· «Ὅσοι πιστοί», «στῶμεν καλῶς» ἐπάνω στό βράχο τῆς πίστεώς μας…

Εἴθε στό τέλος τῆς ζωῆς μας νά μπορέσουμε νά ποῦμε κ᾿ ἐμεῖς ὅ,τι εἶπε ὁ Ἀπ. Παῦλος· «Τόν ἀγῶνα τόν καλόν ἠγώνισμαι, τόν δρόμον τετέλεκα, τήν πίστιν τετήρηκα· λοιπόν ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος»· ἀμήν.


Ὅπως εἶπα στόν ἐνθρονιστήριο λόγον μου καί ἐδήλωσα σαφῶς καί κατηγορηματικῶς, ὅτι δέν θά θυσιάσω τάς ἀρχάς μου χάριν τοῦ θρόνου, ἀλλά θά θυσιάσω χίλιους θρόνους γιά τήν ἀλήθεια, γιά τόν Χριστό, καί γιά τήν πατρίδα.

Σέβομαι τάς ἀρχάς καί τάς ἐξουσίας, ἀλλ᾿ ὑπεράνω ὅλων ἔχω τήν ἀλήθεια καί τόν Θεόν…

Πιστεύω στό Εὐαγγέλιο, πιστεύω στήν Ὀρθοδοξία, καί παίζω κορώνα – γράμματα τή ζωή μου γιά τήν Ἑλλάδα….Κρατῶ τήν γραμμή τήν ὁποίαν ἐχάραξε τό Εὐαγγέλιο, ἐχάραξαν οἱ Πατέρες….

(+) Ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.



Και οι νύν πρόδρομοι του Αντιχρίστου, σπέρνουν την σύγχυση και πλανούν εκλεκτούς!

Ο Αντίχριστος θα κάνει μέγα ψευτοθαύμα με σκοπό 
να πλανηθούν 
ακόμη και οι εκλεκτοί του Θεού


Ο Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ, ερμηνεύοντας την Αποκάλυψη Ιωάννου μιλά για τις απάτες και ο μέγα ψευτοθαύμα που θα κάνει ο Αντίχριστος προκειμένου να πλανηθούν ακόμη και οι εκλεκτοί του Θεού.

Θα πλανηθούν άραγε;

Αν πλανηθούν τελικά κάποιοι, αυτό σημαίνει πως ποτέ δεν ήσαν πραγματικά εκλεκτοί του Θεού…

Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ: 

Και πρέπει ιδιαίτερα να το προσέξωμε. Και να κλαύσωμε γι’ αυτό. Γιατί τα θαύματα και οι πράξεις του αντιχρίστου θα φέρουν σε δύσκολη θέση και τους πιο εκλεκτούς δούλους του Θεού.

Η αιτία της μεγάλης επίδρασης του αντιχρίστου θα έγκειται στην σατανική δολιότητα και υποκρισία, με τις οποίες σκεπάζει το πιο φρικαλέο κακό με το αχαλίνωτο και αναίσχυντο θράσος του με την πλήρη συμπαράσταση των πονηρών πνευμάτων και με την ικανότητα να κάνη θαύματα ψεύτικα μεν, αλλά που προκαλούν
κατάπληξη. Η φαντασία του ανθρώπου είναι ανίκανη να συλλάβη την εικόνα ενός τόσο μεγάλου κακούργου, όσος θα είναι ο αντίχριστος.

Θα σαλπίζει για τον εαυτό του, όπως σάλπιζαν οι πρόδρομοί του, οι προτυπώσεις του. Θα ονομάζη τον εαυτό του κήρυκα και παλινορθωτή της αληθινής θεογνωσίας. Έτσι εκείνοι, που δεν κατανοούν τον χριστιανισμό, θα ιδούν σ’ αυτόν ένα αντιπρόσωπο και υπέρμαχο της αληθινής θρησκείας! Και θα πάνε με το μέρος του. Θα σαλπίση. Και θα ονομάση τον εαυτό του επηγγελμένον Μεσσίαν. Και συναντώντας τον, εκείνοι που ζουν με σαρκικό φρόνημα, και βλέποντας την δόξα του, την δύναμή του, τις πνευματικές του ικανότητες, την ολοσχερή επιβολή του στα στοιχεία του κόσμου, θα τον αναγορεύσουν Θεό και θα γίνουν οπαδοί του [11].
Ο αντίχριστος θα παρουσιασθή πράος, εύσπλαγχνος, γεμάτος αγάπη, γεμάτος αρετές. Θα τον δεχθούν σαν πράγματι γεμάτον αρετές. Και θα υποταχθούν σ’ αυτόν, εξ αιτίας των υψίστων αρετών του, όλοι εκείνοι που φαντάζονται, πως αλήθεια είναι η «αλήθεια» του πεπτωκότος ανθρώπου, και γι’ αυτό ούτε καν σκέπτονται να την ξεπεράσουν για να γνωρίσουν την αλήθειαν του Ευαγγελίου[12].
Ο αντίχριστος τότε θα εισηγηθή στην ανθρωπότητα την δημιουργία μιας ανώτατης παγκόσμιας ειρήνης και ευημερίας. Θα προσφέρη τιμές, πλούτη, μεγαλεία, σημαντικές ανέσεις και σαρκικές ηδονές. Και όσοι ποθούν επίγεια πράγματα, θα τον δεχθούν. 
Και θα τον ονομάσουν «κύριό» τους[13]. Ενώπιον της ανθρωπότητος ο αντίχριστος θα ανοίξη ένα τέτοιο ανεξήγητο με την τότε επιστήμη τσίρκο θαυμάτων, που η κατεργαριά τους θα θυμίζη θέατρο. Θα φέρη φόβο με τις απειλές και θαυμασμό με τα θαύματά του. Θα ικανοποιήση την άκριτη περιέργειά τους και την παχυλή τους άγνοια. Θα ικανοποιήση την ματαιοδοξία τους και τον εγωισμό τους. Θα ικανοποιήση το σαρκικό τους φρόνημα. Θα ικανοποιήση την δεισιδαιμονία και τις προλήψεις τους. Και θα φέρη σε σύγχυση τους σοφούς. Έτσι όλοι οι άνθρωποι με οδηγό την πεπτωκυία φύση τους, χωρίς το φως του Θεού, θα παρασυρθούν και θα καταλήξουν πειθήνια και άβουλα όργανα του πλάνου[14].

Τα σημεία του αντιχρίστου θα γίνουν κατά κύριο λόγο στον αέρα [15], και συγκεκριμένα στο στρώμα, στο οποίο κυριαρχεί ο σατανάς[16]. Τα σημεία αυτά θα επιδρούν ως επί το πλείστον στην αίσθηση της όρασης. Και έτσι και θα γοητεύουν και θα απατούν.

Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος μελετώντας στην Αποκάλυψη του τα γεγονότα, που θα γίνουν πριν από την συντέλεια του κόσμου, λέγει ότι ο αντίχριστος θα κάμη μεγάλα σημεία, ακόμη και να κατεβή «πυρ εκ του ουρανού ενώπιον των ανθρώπων»[17]. Το θαύμα αυτό, μας λέγει η Αγία Γραφή, θα είναι το πιο μεγάλο από τα θαύματα του αντιχρίστου. Και αυτό το θαύμα θα γίνη στον αέρα. Θα είναι ένα μεγαλοπρεπές και φοβερό θέαμα!
Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ

Βιβλιογραφία
[11] έ.α.
[12] Μακαρίου Αιγυπτίου Ομιλία ΛΑ’ § 4.
[13] Θεοφυλάκτου Βουλγ. Εις το Ιωάν. 5, 43.
[14] Αποκ. 13, 8.
[15] Εφραίμ του Σύρου, έ.α., Εφ. 2, 2 και 6, 12.
[16] Συμεών Νέου Θεολόγου, Περί του τρίτου είδους προσευχής.
[17] Αποκ. 13, 13.