.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Πῶς θεραπεύονται τά πάθη καί ἡ ἁμαρτία;



Ὁ τρόπος θεραπείας μιᾶς πνευματικῆς νόσου (ἁμαρτίας) διαφέρει πολύ ἀπό τόν τρόπο θεραπείας τῶν σωματικῶν παθήσεων. Στή δευτέρα περίπτωσι, χρειάζεται προσοχή καί ἁβρότης ἀπέναντι τοῦ πονεμένου μέρους. Πρέπει νά τοῦ βάλουμε χλιαρό νερό, μαλακά ἐπιθέματα, καταπραϋντικά κ.λ.π. 
Δέν συμβαίνει ὅμως τό ἴδιο μέ τίς πνευματικές παθήσεις. 
Ἄν ἔχης κάποια τέτοια ἀρρώστια, μήν τήν καλομεταχειρίζεσαι, ἀλλά σταύρωσέ την. Μή τῆς φέρεσαι μέ ἐπιείκεια, μή τήν θωπεύεις. 
Ἀλλά κάμε εὐθύς τό ἀντίθετο ὅ,τι σοῦ ζητεῖ.
Ἄν μίσησες τόν πλησίον σου, σταύρωσε εὐθύς αὐτό τό πάθος, ἄρχισε εὐθύς νά ἀγαπᾶς μέ περισσότερη ἀγάπη καί πάθος τόν πλησίον σου.
Ἄν ἔπεσες στό ἁμάρτημα τῆς φιλαργυρίας, ἀγωνίσου εὐθύς νά γίνης γενναιόδωρος. 
Ἄν παρασύρθηκες ἀπό τόν φθόνο, κάμε εὐθύς τήν καρδιά σου καλόβολη. 
Ἄν ἔπεσες σέ ὑπερηφάνεια, εὐθύς ταπείνωσε τόν ἑαυτό σου καί γίνε χῶμα νά σέ πατήσουν οἱ ἄλλοι. 
Ἄν φάνηκες λαίμαργος, ἀγωνίσου μέ τή νηστεία καί κρατήσου στήν ἐγκράτεια μέ ὑπομονή…
Τό μυστικό τῆς τέχνης γιά νά θεραπεύσομε τίς νόσους τῆς ψυχῆς ἔγκειται στό νά μή τίς λυπώμαστε καθόλου, ἀλλά νά τίς ξερριζώνουμε ἀμείλικτα.


Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης
"Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή μου"

Ν'αγαπάς κάθε άνθρωπο αδιάκριτα. Μη λογαριάζεις αν είναι αδύναμος κι αμαρτωλός



Μη σκέφτεσαι την αμαρτία, αλλά την προέλευση του ανθρώπου, που είναι η ίδια η εικόνα του Θεού. 
Σε ενοχλούν οι αδυναμίες των άλλων ανθρώπων, η κακία τους, η υπερηφάνειά τους, ο φθόνος, η απληστία κι η κοιλιοδουλεία τους. Μα και σένα δε σου λείπουν οι κακίες, ίσως μάλιστα να'χεις περισσότερες από τους άλλους... 
Στο κάτω κάτω σε σχέση με την αμαρτία όλοι οι άνθρωπο είναι ίδιοι. «Πάντες γαρ ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού» (Ρωμ. γ' 23). 
Όλοι είμαστε ένοχοι ενώπιον του Θεού και όλοι ζητούμε εξίσου το έλεος Του. 
Γι΄αυτό, εκτός από το να αγαπάμε τους άλλους, πρέπει να τους ανεχόμαστε και να τους συγχωρούμε, για να συγχωρήσει και μας ο ουράνιος Πατέρας μας. Πρέπει με όλη σου την ψυχή να τιμάς και να αγαπάς σε κάθε άνθρωπο την εικόνα Του Θεού, να μη λογαριάζεις τις αμαρτίες του. Μόνο ο Θεός είναι άγιος και αναμάρτητος. 
Και πρόσεξε πόσο μας αγαπά, πόσα δημιούργησε κι εξακολουθεί να δημιουργεί για μας! Μας τιμωρεί με αγάπη και μας συγχωρεί πλούσια.
Να σέβεσαι τον άνθρωπο έστω κι αν είναι αμαρτωλός, γιατί έχει πάντα ελπίδα να διορθωθεί. 

Από το βιβλίο Αγίου Ιωάννου Κροστάνδης 
"Η εν Χριστώ ζωή μου"

ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΑΓΩΝΑ

Προσφέρουμε στόν Θεό, ἕνα μικρό ἀγῶνα, δεκάρες εἶναι καί πρόκειται νά πάρουμε χρυσορυχεῖα εὐτυχίας καί ἀπολαύσεως στόν οὐρανό! Καί ὅμως ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, δέν προσφέρουμε οὔτε αὐτές τίς λίγες δεκάρες τῆς προσφορᾶς, ἑνός ἀγῶνα ὑπέρ τοῦ Θεοῦ. Θαυμάζει κανείς πόσο μᾶς πωρώνει ὁ διάβολος καί ἡ ἁμαρτία, σά νά ἔχουμε πάθει μία παράλυση (πνευματική) καί δέν μποροῦμε νά ξεκολλήσουμε ὥστε νά κάνουμε κάτι γιά τήν σωτηρία μας...
Ὅλοι μας ἔχουμε δύο ἑαυτούς: ὁ ἕνας εἶναι ὁ παλιός Ἀδάμ καί ὁ ἄλλος εἶναι ὁ νέος Ἀδάμ.
Ὁ πρῶτος εἶναι ὁ παλιός ἄνθρωπος μέ τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες καί ὁ δεύτερος Ἀδάμ εἶναι τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Γι' αὐτό καί πρέπει νά ἀγωνισθοῦμε, ὥστε νά νικήσουμε τόν παλιό Ἀδάμ καί νά ἐπικρατήσει ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ ἀναγεννημένος μέσα μας.
Ἡ κατά Θεόν σοφία ἐξασφαλίζεται μέ τόν ἀγῶνα πού κάνει ὁ πιστός μέ τόν διάβολο καί εἶναι ἡ τέχνη τῶν τεχνῶν καί ἡ ἐπιστήμη τῶν ἐπιστημῶν. Τέτοιες ψυχές θέλει ὁ Θεός, μέ ἀγωνιστικό πνεῦμα, τίς ὁποῖες προορίζει γιά τόν παράδεισο.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγωνίζεται καί ἐκτελεῖ τά καθήκοντά του, ἀσφαλίζει τόν ἑαυτόν του ἀπό κακό. Τά πνευματικά καθήκοντα, εἶναι σάν τά φάρμακα πού ἐξασφαλίζουν τήν ὑγεία στόν ἄνθρωπο.
Πρέπει νά βιάζομαι τόν ἑαυτόν μας στόν πνευματικό ἀγῶνα, διαφορετικά δέν θά ἔχουμε κανένα ὄφελος. Καί ἐάν δέν ἔχουμε πόθο σωτηρίας, δέν μποροῦμε νά βιάσουμε τόν ἑαυτόν μας, πάνω στόν σκληρό ἀγῶνα, τῆς κατά Χριστόν τελείωσής μας.
Νά παρακαλέσουμε τόν Θεό νά μᾶς χαρίση νήψη καί προσοχή, γιά νά ἐκτελοῦμε σωστά τά πνευματικά μας καθήκοντα. Νά μᾶς χαρίσει προθυμία στό νά ἐκτελοῦμε τίς ἐντολές Του.

Γέροντος Ἐφραίμ Ἀριζόνος

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΨΥΧΟΣΩΜΑΤΙΚΗ ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΑ
Ἐκδόσεις: "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ" 
Πληκτρολόγηση-ἐπιμέλεια Ἱστολόγιο ΚΑΙΟΜΕΝΗ ΒΑΤΟΣ 

Ἄν ἔρχεσαι νά ὑπηρετήσεις τό Θεό, ἑτοίμασε τήν ψυχή σου γιά πειρασμό



“ Ἄς μήν ἀνησυχοῦμε λοιπόν, ἄς μήν ἀδημονοῦμε ὅταν μᾶς ἔρχονται πειρασμοί. 
Γιατί, ἄν ὁ χρυσοχόος γνωρίζει πόσο χρόνο πρέπει ν’ ἀφήσει τό χρυσάφι στό καμίνι καί πότε νά τό βγάλει καί δέν τό ἀφήνει νά μένει στή φωτιά μέχρι νά καταστραφεῖ καί νά κατακαεῖ, πολύ περισσότερο τό ξέρει αὐτό ὁ Θεός καί, ὅταν δεῖ ὅτι γίναμε πιό καθαροί, μᾶς ἐλευθερώνει ἀπό τούς πειρασμούς, ὥστε νά μήν ἀνατραποῦμε καί πέσουμε ἀπό τό πλῆθος τῶν κακῶν. 
Ἄς μή δυσανασχετοῦμε λοιπόν, ἄς μή γινόμαστε μικρόψυχοι ὅταν μᾶς ἔρθει κάτι ἀπό τά ἀπροσδόκητα, ἀλλά ἄς ἀφήνουμε αὐτόν πού τά ξέρει καλά αὐτά νά δοκιμάζει στή φωτιά τήν ψυχή μας, ὅσο καιρό θέλει. Γιατί τό κάνει αὐτό γιά τό συμφέρον καί τό κέρδος ἐκείνων πού δοκιμάζονται.
Γι’ αὐτό καί κάποιος σοφός συμβουλεύει λέγοντας “παιδί μου, ἄν ἔρχεσαι νά ὑπηρετήσεις τό Θεό, ἑτοίμασε τήν ψυχή σου γιά πειρασμό, κάνε δίκαιη τήν καρδιά σου, δεῖξε ὑπομονή καί μήν ὑποχωρήσεις σέ περίοδο δυσκολιῶν” (Σοφ. Σειρ. β΄ 1-2). 
Ἄφησε σ’ αὐτόν, λέγει τά πάντα, γιατί γνωρίζει καλά πότε πρέπει νά μᾶς βγάλει ἀπό τό καμίνι τῶν συμφορῶν. Πρέπει λοιπόν σέ ὅλες τίς περιπτώσεις νά τά ἀφήνουμε σ’ αὐτόν καί πάντοτε νά τόν εὐχαριστοῦμε καί ὅλα νά τά ὑποφέρουμε μέ εὐγνωμοσύνη, εἴτε μᾶς εὐεργετεῖ, εἴτε μᾶς τιμωρεῖ, ἐπειδή καί αὐτό εἶναι ἕνα εἶδος εὐεργεσίας. 
Γι’ αὐτό καί ὁ γιατρός ὄχι μόνο ὅταν λούζει καί δίνει τροφή καί βγάζει τόν ἄρρωστο στούς κήπους, ἀλλά καί ὅταν τόν καυτηριάζει καί τόν χειρουργεῖ, εἶναι τό ἴδιο γιατρός. Καί ὁ πατέρας ἐπίσης, ὄχι μόνο ὅταν φροντίζει τόν υἱόν του, ἀλλά καί ὅταν τόν χτυπάει, τό ἴδιο εἶναι πατέρας, καί μάλιστα ὄχι λιγότερο ἀπ’ ὅ,τι εἶναι ὅταν τόν ἐπαινεῖ.
Γνωρίζοντας λοιπόν ὅτι ὁ Θεός εἶναι περισσότερο φιλόστοργος ἀπ’ ὅλους τούς γιατρούς, μήν ἐξετάζεις μέ περιέργεια, οὔτε νά ζητᾶς ἀπ’ αὐτόν λόγο γιά θεραπεία, ἀλλ’ εἴτε θέλει νά μᾶς ἀνακουφίσει εἴτε νά μᾶς τιμωρήσει, ἄς τοῦ παραδίδουμε τόν ἑαυτό μας τό ἴδιο καί στά δύο. 
Γιατί καί μέ τά δύο μᾶς ἐπαναφέρει στήν ὑγεία καί στό νά γίνουμε δικοί του, καί γνωρίζει αὐτά πού ὁ καθένας μας ἔχει ἀνάγκη καί τί συμφέρει στόν καθένα καί πῶς καί μέ ποιό τρόπο πρέπει νά σωθοῦμε, καί μᾶς ὁδηγεῖ σ’ αὐτόν τό δρόμο.
Ἄς ἀκολουθοῦμε λοιπόν ἐκεῖνο πού αὐτός προστάζει καί ἄς μήν ἐξετάζουμε τίποτε μέ λεπτομέρεια, εἴτε μᾶς προστάζει νά βαδίζουμε σέ ἄνετο καί εὔκολο δρόμο εἴτε σέ δύσκολο καί σκληρό, ὅπως ἀκριβῶς λοιπόν ἔκαμε καί στόν παράλητο αὐτόν. 
Ἕνα λοιπόν εἶδος εὐεργεσίας ἦταν αὐτό, τό ὅτι καθαρίζει δηλαδή τήν ψυχή του τόσο πολύ καιρό, ἀφοῦ τήν παρέδωσε σάν σέ κάποιο χωνευτήρι στή φωτιά τῶν πειρασμῶν. Καί δεύτερο εἶδος, ὄχι μικρότερο ἀπό τό πρῶτο, τό ὅτι εἶναι παρών σ’ αὐτούς τούς πειρασμούς, παρέχοντάς του πολλή παρηγοριά. Αὐτός ἦταν πού τόν στήριζε καί τόν συγκρατοῦσε καί τόν βοηθοῦσε καί δέν τόν ἄφηνε νά πέσει.”
“Γι’ αὐτό καί ὁ Παῦλος λέγει “πιστός δέ θεός, ὅς οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπέρ ὅ δύνασθε, ἀλλά ποιήσει σύν τῷ πειρασμῷ καί τήν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑμᾶς ὑπενεγκεῖν” (Α΄ Κορ. ι΄ 13). 
Ὄχι μόνο, λέγει, δέν ἀφήνει νά ἔρθει ἐπάνω μας δοκιμασία ἀνώτερη ἀπό τίς δυνάμεις μας, ἀλλά καί σ’ αὐτή τή σύμφωνη μέ τίς δυνάμεις μας δοκιμασία εἶναι παρών, ὑποστηρίζοντας καί ἐνισχύοντάς μας, ὅταν πρῶτα ἐμεῖς προσφέρουμε τά δικά μας, δηλαδή προθυμία, ἐλπίδα σ’ αὐτόν, εὐχαριστία, καρτερία, ὑπομονή. 
Γιατί ὄχι μόνο στούς κινδύνους πού εἶναι ἀνώτεροι ἀπό τίς δυνάμεις μας, ἀλλά καί σ’ αὐτούς πού εἶναι σύμφωνοι μέ τίς δυνάμεις μας χρειαζόμαστε τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἄν θέλουμε νά σταθοῦμε γενναῖα. 
Ἀλλοῦ πάλι λέγει “ὅπως συμμετέχουμε μέ τό παραπάνω στά παθήματα τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι καί ἡ ἐνίσχυση τοῦ Χριστοῦ γίνεται σέ μᾶς μέ τό παραπάνω γιά νά μποροῦμε καί μεῖς μέ τόν ἴδιο τρόπο, πού μᾶς ἐνισχύει ὁ Θεός, νά ἐνθαρρύνουμε ὅσους περνοῦν κάθε εἶδος θλίψης” (Β΄ Κορ. α΄ 5. 4). 
Ὥστε ἐκεῖνος πού τόν ἐνίσχυσε καί αὐτόν εἶναι ὁ ἴδιος πού ἐπέτρεψε τόν πειρασμό νά ἔρθει ἐναντίον του ”.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ


Ο Αββάς Σεραπίων διηγήθηκε το εξής, το οποίο συνέβη στα νιάτα του: «Όταν έμενα με τον Γέροντά μου, καθώς τρώγαμε, όταν σηκωνόμουνα απ΄ το τραπέζι, με την ενέργεια του δαίμονος, έκλεβα παξιμάδι και το έτρωγα στα κρυφά. Καθώς όμως πέρναγε ο καιρός, τόσο πολύ με κυρίεψε αυτή η συνήθεια, ώστε δεν μπορούσα να την νικήσω. Η συνείδησις με έλεγχε, αλλά ντρεπόμουνα να το εξομολογηθώ στον Γέροντά μου.
Οικονόμησε όμως η φιλανθρωπία του Θεού το εξής. 
Ήλθαν στον Αββά μου μερικοί αδελφοί για ψυχική ωφέλεια, οι οποίοι των ρωτούσαν για τους λογισμούς τους. Τους αποκρίθηκε τότε ο Γέροντας “Τίποτε άλλο δεν βλάπτει τους Μοναχούς και χαροποιεί τους δαίμονες, όσο το να κρύβουν τους λογισμούς τους απ΄ τους πνευματικούς Πατέρες”. Επίσης τους μίλησε και περί εγκράτειας. 
Εγώ, ακούγοντας τα λεγόμενα, ήλθα σε συναίσθηση και σκέφθηκα ότι ο Θεός απεκάλυψε στον Γέροντα τα πταίσματά μου. Ήλθα λοιπόν σε κατάνυξη και άρχισα να κλαίω. Τότε έβγαλα απ΄ τον κόρφο μου το παξιμάδι, που κακώς είχα συνηθίσει να κλέβω, έπεσα στο έδαφος και ζητούσα συγνώμη για τα αμαρτήματά μου και ευχή για να έχω ασφάλεια στο μέλλον.
Ο Αββάς μου είπε: “Παιδί μου. η εξομολόγησή σου, και χωρίς να σου ειπώ τίποτε, σε ελευθέρωσε, και κατέσφαξες τον δαίμονα, ο οποίος μέχρι τώρα σε πλήγωνε με σιωπή. Από δω και στο εξής ποτέ δεν θα έχει τόπο σε σένα, αφού τον έβγαλες απ΄ την καρδιά σου με την εξομολόγηση”.
Δεν πρόλαβε να τελειώσει ο Γέροντας, και να η ενέργεια του δαίμονα φάνηκε σαν λαμπάδα φωτιάς που εξερχόταν απ΄ τον κόρφο μου και γέμισε το σπίτι δυσωδία, ώστε να νομίζουν οι παρόντες ότι καιγόταν εκεί πολύ θειάφι ! Τότε είπε πάλι ο Αββάς μου: “Να η απόδειξη των λόγων μου και της ελευθερίας σου. Μας πληροφόρησε καθαρά ο Κύριος με το σημείο που έγινε”.
Από τότε, λοιπόν, τόσο μου έφυγε το πάθος της γαστριμαργίας και η διαβολική εκείνη επιθυμία, ώστε ποτέ πια δεν το σκέφθηκα».


ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΥΨΕΛΗ, 
εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, σ. 53.

Περί προσευχής

Μη φαντάζεσαι, αδελφέ, ότι η προσευχή συνίσταται μόνο από λόγια ή ότι είναι δυνατό να μαθευτεί με λόγια. Όχι, η αλήθεια του πράγματος, την οποία πρέπει να αντιληφθείς, είναι ότι η πνευματική προσευχή δε φτάνει την πληρότητα σαν αποτέλεσμα της μάθησης ή της επανάληψης λέξεων. Γιατί δεν προσεύχεσαι σε άνθρωπο, μπροστά στον οποίο μπορείς να επαναλάβεις μια καλοσυνθεμένη ομιλία, αλλά απευθύνεις την προσευχή σου σ΄ Εκείνον που είναι Πνεύμα. Πρέπει, επομένως, να προσεύχεσαι «εν πνεύματι», γιατί κι΄ Εκείνος είναι Πνεύμα.

Ιωάννου του Ερημίτου


Ένας αυθόρμητος διάλογος με Μάρτυρα του Ιεχωβά


Τη Δευτέρα 25 Αυγούστου, σε ένα από τα κεντρικά πάρκα της Αθήνας, Μάρτυρες του Ιεχωβά είχαν στήσει δύο σταντ με βιβλία και έντυπα της Σκοπιάς. Περνώντας από εκεί, πλησίασα και άρχισα να ξεφυλλίζω το βιβλίο τους “Τι διδάσκει πράγματι η αγία Γραφή”.
Στο σταντ, υπήρχε ένας κύριος (με αυτόν διεξήχθη ο διάλογος) και δύο κυρίες. Πλησίασα το σταντ, χωρίς να με προσκαλέσουν. Εκείνη τη στιγμή, συζητούσαν μεταξύ τους. Ο κύριος στράφηκε σε μένα, αφού πήρα στα χέρια μου το βιβλίο και άρχισα να το φυλλομετρώ. Παρακάτω, καταγράφω το διάλογο ανάμεσα σε μένα και το Μάρτυρα του Ιεχωβά. Κάποια σχόλια με πλάγια γράμματα απευθύνονται στους αναγνώστες. Τα έντονα γράμματα αποδίδουν ό,τι τονίστηκε στη συζήτηση.
ΜτΙ: Καλημέρα σας!
Εγώ: Καλημέρα.
ΜτΙ: ...
Εγώ: Είχα πάει και στην ετήσια συνέλευση στο ΟΑΚΑ (ήθελα να ξεκινήσω τη συζήτηση). Με είχε καλέσει ένας φίλος, ΜτΙ.
ΜτΙ (με χαμόγελο): Α ναι; Φαντάζομαι πόσα πνευματικά θέματα θα έχετε να συζητήσετε.
Εγώ: Προέκυψαν διαφορές, άλλωστε κι εμείς κι εσείς το ξέρουμε ότι υπάρχουν. Μου είπε ότι θα ήθελε να βρεθούμε και να μιλήσουμε για το όνομα του Θεού, αλλά έκτοτε δεν έχει επικοινωνήσει ακόμη μαζί μου.
ΜτΙ: Κάτι θα του έτυχε. Αφού σας το είπε, σίγουρα θα μιλήσετε. Έχετε συζητήσει με άλλους Μάρτυρες του Ιεχωβά;
Εγώ: Αρκετές φορές μου έχουν δώσει φυλλάδια στο δρόμο και στο σπίτι μου, αλλά απλά μου έδιναν το φυλλάδιο και έφευγαν.
ΜτΙ: Χαίρομαι πάρα πολύ που είστε άτομο απροκατάληπτο. Θεωρώ αδιανόητο νέοι άνθρωποι να μην έχουν ευρύ νου και διάθεση να ανταλλάξουν σκέψεις και ιδέες (δεν σχολίασε το γεγονός ότι οι ομόπιστοί του απρόσωπα δίνουν ένα φυλλάδιο και φεύγουν). Θα είδατε και τη βάπτιση, εμείς δεν βαπτιζόμαστε σε νεαρή ηλικία, μια βασική διαφορά από εσάς. Ορθόδοξη δεν είστε;
Εγώ: Ναι, μάλιστα, Ορθόδοξη. Ξέρετε, εμείς βαπτίζουμε τα παιδιά μας από μωρά, γιατί στηριζόμαστε στα λόγια του Χριστού προς το Νικόδημο στο κατά Ιωάννη 3:3-5 (έχω μαζί μου μια Καινή Διαθήκη, τη μετάφραση των τεσσάρων, την άνοιξα και του έδειξα το χωρίο): "Ο Ιησούς του είπε: "Σε βεβαιώνω πως αν δε γεννηθεί κανείς ξανά, δεν μπορεί να δει τη βασιλεία του Θεού. Τον ρώτησε ο Νικόδημος: Πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος ηλικιωμένος πια να γεννηθεί ξανά;...Ο Ιησούς του είπε: "Σε βεβαιώνω πως αν κανείς δε γεννηθεί από το νερό κι από το Πνεύμα, δεν μπορεί να μπει στη βασιλεία του Θεού...". Βλέπετε; "αν δε γεννηθεί κανείς ξανά...". Δεν πρόκειται δηλαδή για βάπτισμα αφιέρωσης, αλλά "εις άφεσιν αμαρτιών", όπως λέει και ο Απόστολος Πέτρος στο Πράξεις, 2:38-39 (του δείχνω το χωρίο, στην έκδοση που έχω, έχει αποδοθεί στα νέα ελληνικά "...για να συγχωρέθουν οι αμαρτίες σας...").
ΜτΙ: ...... (έμεινε για λίγο σιωπηλός). Περίεργο, έχω μιλήσει και με άλλους Ορθοδόξους, ακόμη και με ιερείς, αλλά δε μου έχουν πει αυτό.
Εγώ: Τι σας είπαν;
ΜτΙ: Διαφορετικά πράγματα, αλλά δεν έχει σημασία αυτή τη στιγμή.
Εγώ: Στηρίζουμε το νηπιοβαπτισμό και στην τελευταία εντολή του Κυρίου "πηγαίνετε λοιπόν και κάνετε μαθητές μου όλα τα έθνη, βαφτίζοντάς τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος...(του δείχνω πάλι το χωρίο από το Κατά Ματθαίον 28:16-20). Δηλαδή, για να γίνουμε μαθητές του Χριστού, πρέπει πρώτα να βαπτιστούμε.
ΜτΙ: Ναι, αλλά πρώτα λέει "κάνετε μαθητές" και στη συνέχεια "βαπτίζοντας". Πρώτα να κάνουν μαθητές και μετά να τους βαπτίζουν.
Εγώ: Εδώ, η μετοχή είναι τροπική. Δείχνει τον τρόπο, πώς να κάνουν μαθητές; Βαπτίζοντάς τους.
ΜτΙ: Συμφωνώ, τροπική, άρα πρώτα κάνουν μαθητές και μετά βαπτίζουν.
Εγώ: Συγγνώμη, αλλά αν κάτι μας δείχνει τον τρόπο, αυτό πρέπει να προηγηθεί για να πετύχουμε κάτι. Αν εγώ σας πω "πηγαίνετε στο περίπτερο, περπατώντας", θα πρέπει να περπατήσετε πρώτα, για να φτάσετε στο περίπτερο έπειτα.
ΜτΙ: Για το όνομα του Θεού, τι έχετε να πείτε; Δεν το χρησιμοποιείτε, όπως εμείς, αλλά εσείς το γνωρίζετε (1η αλλαγή θέματος, αλλά προσποιήθηκα ότι δεν το πρόσεξα);
Εγώ: Με τη φράση "το όνομα του Θεού", αναφέρεστε στο Ιεχωβά;
ΜτΙ: Μάλιστα. Εμείς, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, το γνωρίζουμε και το θεωρούμε απαραίτητο να το χρησιμοποιούμε για να έχουμε προσωπική σχέση μαζί Του.
Εγώ: Κοιτάξτε, εμείς οι Ορθόδοξοι και το γνωρίζουμε το όνομα αυτό, ένα από τα ονόματα, γιατί ο Θεός αποκαλύφθηκε με πολλά ονόματα και το χρησιμοποιούμε στις λατρευτικές μας συνάξεις, απλά δεν το χρησιμοποιούμε με τον τρόπο που το κάνετε εσείς, γιατί δεν το διδαχτήκαμε από τον Ιησού και τους αποστόλους μας.
ΜτΙ: Το χρησιμοποιείτε; Τι θέλετε να πείτε; Πρώτη φορά το ακούω αυτό! (Από όσα του είπα, ήταν ολοφάνερο ότι αυτό το σημείο τον είχε αιφνιδιάσει).
Εγώ: Υποθέτω ότι ξέρετε τι σημαίνει η λέξη «Αλληλούια», έτσι δεν είναι; "Αινείτε τον Γιαχ". Άλλωστε, και το βιβλιαράκι με τους ύμνους σας λέγεται “Ψάλλετε στον Ιεχωβά”και χρησιμοποιείτε τη φράση στους ύμνους σας (π.χ. βλ. ύμνο 104, “Αινείτε τον Γιαχ μαζί μου”).
ΜτΙ κυρία (που μέχρι τότε παρακολουθούσε σιωπηλή): Πώς γνωρίζετε τους ύμνους μας (φάνηκε ξαφνιασμένη);
Εγώ: Απλά έχω δει το βιβλίο σας στον ιστότοπό σας. Άλλωστε, άκουσα κάποιους στη συνέλευσή σας.
ΜτΙ (κύριος με τον οποίο συζητούσα): Ναι, συμφωνώ (ενν. για το τι σημαίνει «αλληλούια»).
Εγώ: Το «αλληλούια» λοιπόν ακούγεται εκατοντάδες φορές, όταν συγκεντρωνόμαστε στις εκκλησίες μας και ιδιαίτερα στη θεία Λειτουργία, "αινούμε τον Γιαχ". Αλλά υπάρχουν και πάρα πολλά άλλα και ίσως και πιο ουσιαστικά, που έχω να σας πω για το όνομα του Θεού.
ΜτΙ: Βλέπεις πράγματα, που είναι πολύ λυπηρά, π.χ. ιερείς να ευλογούν όπλα. Εμείς δεν θέλουμε τον πόλεμο. Δεν πάμε ούτε στο στρατό και έχουμε πληρώσει αυτή τη σταθερή μας απόφαση. Οι Χριστιανοί του 1ου αιώνα δεν πολεμούσαν (2η ολοφάνερη αλλαγή θέματος).
Εγώ: Εδώ βλέπω μια αντίφαση στα πιστεύω σας.
ΜτΙ: Τι αντίφαση;
Εγώ: Από τη μια αρνείστε ακόμη και να υπηρετήσετε τη θητεία σας στο στρατό και από την άλλη, φαντάζεστε τον Ιησού ως αρχηγό ενός στρατού, που θα έρθει να εξολοθρεύσει όσους δεν είναι Μάρτυρες του Ιεχωβά (βλ. ενδεικτικά το άρθρο “Χαιρετίστε τον Χριστό, τον Ένδοξο Βασιλιά!,” στη Σκοπιά, τ. 15 Φεβρουαρίου 2014, από όπου οι φωτογραφίες του παρόντος κειμένου).
ΜτΙ κυρία: Δεν είναι ακριβώς έτσι, όπως το λέτε, αλλά το πνεύμα, που είναι η ενεργός δύναμη του Θεού, έρχεται σε όποιον το ζητήσει (3η αλλαγή θέματος, ειλικρινά δεν κατάλαβα πώς της ήρθε αυτό).
ΜτΙ κύριος: Μια ακόμη σημαντική διαφορά μας.
Εγώ: Κοιτάξτε, αυτή τη στιγμή έχετε ανοίξει τέσσερα διαφορετικά θέματα, που για το καθένα έχουν γραφτεί τόμοι ολόκληροι και δεν έχουμε συζητήσει στην ουσία για κανένα από αυτά! Για τι από όλα θέλετε να μιλήσουμε: το νηπιοβαπτισμό, το όνομα του Θεού, τον πόλεμο ή το αν το άγιο Πνεύμα είναι η ενεργός δύναμη του Θεού;
ΜτΙ κυρία: Εδώ είναι λιγάκι δύσκολο, γιατί έχουμε έρθει για να διαδώσουμε το λόγο του Θεού σε όσους δεν τον ξέρουν. Εσείς φαίνεται ότι είστε καλή μαθήτρια και γνωρίζετε (διευκρινίζω, επειδή στο κείμενο λείπουν τα εξωγλωσσικά στοιχεία, τόσο απαραίτητα για την καλύτερη επικοινωνία, ότι αυτή η τελευταία φράση, το "καλή μαθήτρια", δεν ειπώθηκε καθόλου ειρωνικά).
Εγώ: Συγγνώμη, αλλά σύμφωνα και πάλι με τις θρησκευτικές σας πεποιθήσεις, όσα γνωρίζω είναι λάθος και θα χαθώ στον Αρμαγεδδώνα. Δεν πρέπει λοιπόν να συζητήσετε και μαζί μου; Τι σημασία έχει ότι γνωρίζω την πίστη μου, αφού για εσάς είναι λάθος;
ΜτΙ: Σας προτείνουμε να μπείτε στο επίσημο site μας, εδώ είναι η διεύθυνση και εκεί θα λυθούν οι απορίες σας. Κρατήστε και το βιβλίο αυτό (μου έδωσε το φυλλάδιο “Θα τελειώσουν ποτέ τα βάσανα;” Φαίνεται ότι ξέχασε πώς ήδη έχω επισκεφθεί το site τους, κάτι που του ανάφερα).
Δεν υπήρχε κάτι άλλο να πω, τους ευχαρίστησα και έφυγα.

Αλεξία Κρηνίτη

Αντιαιρετικός

Ἐξομολόγηση, ἐξομολόγος, ἐξομολογούμενος



Ἡ ἐξομολόγηση εἶναι θεοπαράδοτη ἐντολή καί ἀποτελεῖ ἕνα τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ ἐξομολόγηση δέν εἶναι μία τυπική, ἀπό συνήθεια «γιά τό καλό» καί λόγω τῶν ἐπικείμενων ἑορτῶν, βεβιασμένη καί πρόχειρη πράξη ἀπό ἕνα καί μόνο καθῆκον ἤ ὑποχρέωση καί πρός ψυχολογική ἐκτόνωση. Ἡ ἐξομολόγηση θά πρέπει νἄναι συνδυασμένη πάντοτε μέ τή μετάνοια. Μᾶς ἔλεγε Ἁγιορείτης Γέροντας: Πολλοί ἐξομολογοῦνται, λίγοι μετανοοῦν! (Αἰμιλιανός Σιμωνοπετρίτης).

Ἡ μετάνοια εἶναι μία ἐλεύθερη, καλλιεργημένη, ἐσωτερική διεργασία ἐπιμελημένη, συντριβῆς καί λύπης, γιά τήν ἀπομάκρυνση ἀπό τόν Θεό διά τῆς ἁμαρτίας. Ἡ μετάνοια ἡ ἀληθινή δέν συνδυάζεται μέ τήν ἀφόρητη θλίψη, τήν ὑπερβολική στενοχώρια καί τίς ἀδυσώπητες ἐνοχές. Τότε δέν εἶναι μᾶλλον εἰλικρινής μετάνοια, ἀλλά κρυφός ἐγωισμός, στραπατσάρισμα τοῦ «ἐγώ», θυμός μέ τόν ἑαυτό μας, πού ἐκδικεῖται γιατί ἐκτίθεται καί ντροπιάζεται καί δέν ἀνέχεται κάτι τέτοιο. Μετάνοια σημαίνει ἀλλαγή νοῦ, νοοτροπίας, μεταβολισμός, ἐγκεντρισμός χρηστοήθειας, μίσος τῆς ἁμαρτίας. Μετάνοια ἀκόμη σημαίνει ἀγάπη τῆς ἀρετῆς, καλοκαγαθία, ἐπιθυμία, προθυμία καί διάθεση σφοδρή ἐπανασυνδέσεως μέ τόν Χριστό διά τῆς Χάριτος τοῦ πανσθενουργοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ μετάνοια ξεκινᾶ ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς, ὁλοκληρώνεται ὅμως ἀπαραίτητα στό μυστήριο τῆς θείας καί ἱερᾶς ἐξομολογήσεως.

Ὁ ἐξομολογούμενος ἐξομολογεῖται εἰλικρινά καί ταπεινά ἐνώπιον τοῦ ἐξομολόγου, ὡς ἐν προσώπῳ τοῦ Χριστοῦ. Κανένας ἐπιστήμονας, ψυχολόγος, ψυχαναλυτής, ψυχίατρος, κοινωνιολόγος, φιλόσοφος, θεολόγος δέν μπορεῖ ν' ἀντικαταστήσει τόν ἐξομολόγο. Καμία εἰκόνα, ἔστω καί ἡ πιό θαυματουργή, δέν μπορεῖ νά δώσει αὐτό πού δίνει τό πετραχήλι τοῦ ἐξομολόγου, τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν. Ὁ ἐξομολόγος ἀναλαμβάνει τόν ἐξομολογούμενο, τόν υἱοθετεῖ καί τόν ἀναγεννᾶ πνευματικά, γι' αὐτό καί ὀνομάζεται πνευματικός πατέρας. Ἡ πνευματική πατρότητα κανονικά εἶναι ἰσόβια, ἱερή καί δυνατή, δυνατότερη καί συγγενικοῦ δεσμοῦ. Ὁ πνευματικός τοκετός εἶναι ὀδυνηρός. Ὁ ἐξομολόγος μέ φόβο Θεοῦ «ὡς λόγον ἀποδώσων», γνώση, ταπείνωση καί ἀγάπη παρακολουθεῖ τόν ἀγώνα τοῦ ἐξομολογούμενου καί τόν χειραγωγεῖ διακριτικά στήν ἀνοδική πορεία τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.

Ὁ ἐξομολόγος ἱερεύς ἔχει εἰδική εὐλογία ἀπό τόν ἐπίσκοπο γιά τό ἐξομολογητικό του ἔργο. Κανονικά ὅμως τό χάρισμα τοῦ «δεσμεῖν καί λύειν» ἁμαρτίες τό λαμβάνει μέ τή χειροτονία του εἰς πρεσβύτερο. Καθίσταται διάδοχος τῶν ἁγίων ἀποστόλων. Ἔτσι σημασία κύρια καί μεγάλη ἔχει ἡ ἐγκυρότητα καί ἡ κανονικότητα τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς διά τῶν ἐπισκόπων. Τό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως ὅπως καί ὅλα τ' ἅγια μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας τελεσιουργοῦνται καί χαριτώνουν τούς πιστούς ὄχι κατά τήν ἀξία, ἱκανότητα, ἐπιστημοσύνη, λογιοσύνη, εὐφράδεια, δραστηριότητα καί τέχνη τοῦ ἱερέως, ἀκόμη καί τήν ἀρετή καί ἁγιότητά του, ἀλλά τή διά τῆς κανονικότητος τῆς ἱερωσύνης καί τοῦ Τελεταρχικοῦ Παναγίου Πνεύματος. Οἱ τυχόν ἁμαρτίες τοῦ ἱερέως δέν ἐμποδίζουν τή θεία Χάρη τῶν μυστηρίων. Ἀλλοίμονο ἄν ἀμφιβάλλουμε ἄν κατά τήν ἀναξιότητα τοῦ ἱερέως τό ψωμί καί τό κρασί ἔγινε σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ κατά τή θεία Λειτουργία. Αὐτό βεβαίως δέν σημαίνει ὅτι ὁ ἱερεύς δέν θά πρέπει μόνιμα ν' ἀγωνίζεται γιά τήν καθαρότητά του. Ἔτσι δέν ὑπάρχουν καλοί καί κακοί ἐξομολόγοι. Ὅλοι οἱ ἐξομολόγοι τήν ἴδια ἄφεση δίνουν. Ἔχουμε ὅμως τό δικαίωμα ἐπιλογῆς τοῦ ἐξομολόγου. Μποροῦμε νά προστρέξουμε σέ αὐτόν πού ἀληθινά μᾶς ἀναπαύει. Δέν εἶναι σοβαρή ὅμως ἡ συνεχής ἀλλαγή ἐξομολόγου. Δέν φανερώνει κάτι τέτοιο πνευματική ὡριμότητα. Οὔτε ὅμως καί οἱ ἐξομολόγοι θά πρέπει νά στενοχωροῦνται παράφορα καί νά δημιουργοῦν μάλιστα καί προβλήματα ὅταν ἀναχωρήσει κάποιο πνευματικό τους τέκνο. Ἴσως τοῦτο σημαίνει πώς ἦταν νοσηρά συνδεδεμένοι μαζί του, συναισθηματικά, προσωποπαγῶς, δεμένοι μέ τό πρόσωπό του καί ὄχι μέ τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία, καί θεωροῦν τήν ἀναχώρηση προσβολή, μείωση, ὅτι δέν ὑπάρχει καλύτερος ἤ μία αἴσθηση ὅτι οἱ ἄλλοι μᾶς ἀνήκουν ἀποκλειστικά καί μποροῦμε νά τούς ἐξουσιάζουμε καί νά τούς φερόμαστε μάλιστα ἐξαναγκαστικά ὡς καταπιεσμένους καί ἀνελεύθερους ὑποτακτικούς. Εἴπαμε βέβαια πώς ὁ ἐξομολόγος εἶναι πνευματικός πατέρας καί ὁ πνευματικός τοκετός ἐνέχει ὀδύνη. Ἔτσι εἶναι φυσικό νά λυπᾶται γιά τήν ἀναχώρηση τοῦ υἱοῦ του. Προτιμότερο ὅμως εἶναι νά εὔχεται γιά τήν πνευματική του πρόοδο καί τή σύνδεσή του μέ τήν Ἐκκλησία, ἔστω καί παρά τήν ἀποσύνδεσή του ἀπό τόν ἴδιο. Νά εὔχεται καί ὄχι νά ἀπεύχεται.

Τό ἔργο τοῦ ἐξομολόγου δέν εἶναι μόνο ἡ ἁπλή ἀκρόαση τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ ἐξομολογούμενου καί ἡ ἀνάγνωση στό τέλος τῆς συγχωρητικῆς εὐχῆς. Οὔτε πάλι περιορίζεται μόνο στήν ὥρα τῆς ἐξομολογήσεως. Ὁ ἐξομολόγος σάν καλός πατέρας φροντίζει συνεχῶς τό τέκνο του, τό ἀκούει καί τό παρακολουθεῖ προσεκτικά, τό νουθετεῖ κατάλληλα, τό κατευθύνει εὐαγγελικά, τονίζει τά τάλαντά του, δέν τοῦ θέτει ὑπερβολικά βάρη, τό κανονίζει μέτρια ὅταν πρέπει, τό οἰκονομεῖ ὅταν ἀπογοητεύεται, βαρύνεται, δυσανασχετεῖ, ἀποκάμνει, τό θεραπεύει ἀνάλογα, δέν τό ἀποθαρρύνει ποτέ, συνεχίζοντας τόν ἀγώνα παθοκτονίας καί ἀρετοσυγκομιδῆς, μορφώνοντας στήν ψυχή του τήν ἀθάνατη Χριστό.

Ἡ ἀναπτυσσόμενη αὐτή πατρική καί υἱική σχέση ἐξομολόγου καί ἐξομολογουμένου δημιουργεῖ μία ἄνεση, ἐμπιστοσύνη, σεβασμό, ἱερότητα καί ἀνάταση. Ὁ ἐξομολογούμενος ἀνοίγει τήν καρδιά του στόν ἐξομολόγο καί τοῦ ἐκθέτει τά πιό κρύφια, τά πιό δόλια, τά πιό ἀκάθαρτα, ὅλα τά μυστικά του, πράξεις ἀπόκρυφες καί ἐπιθυμίες βλαβερές, ἀκόμη καί αὐτά πού δέν θέλει νά ὁμολογήσει στόν ἴδιο του τόν ἑαυτό καί δέν λέει στόν πιό στενό συγγενὴ του καί τόν καλύτερο φίλο του. Ἔτσι ὁ ἐξομολόγος θά πρέπει ἀπόλυτα νά σεβασθεῖ αὐτή τήν ἀπεριόριστη ἐμπιστοσύνη τοῦ ἐξομολογούμενου. Ἡ ἐμπιστοσύνη αὐτή ἐπαυξάνεται ὁπωσδήποτε καί ἀπό τό γεγονός ὅτι ὁ ἐξομολόγος εἶναι αὐστηρά δεσμευμένος, μέχρι θανάτου μάλιστα, ἀπό τούς θείους καί Ἱερούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μέ τό ἀπόρρητο τῆς ἐξομολογήσεως.

Στήν ὀρθόδοξη ἐξομολογητική δέν ὑπάρχουν βέβαια γενικές συνταγές, γιατί ἡ πνευματική καθοδήγηση τῆς κάθε μοναδικῆς ψυχῆς γίνεται ἐξατομικευμένα. Ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἀνεπανάληπτος, μέ ἰδιαίτερη ψυχοσύνθεση, ἄλλο χαρακτήρα, διάφορες δυνάμεις καί δυνατότητες, ὅρια, ἐφέσεις, ἀντοχές, γνώσεις, ἀνάγκες καί διαθέσεις. Ὁ ἐξομολόγος μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τή θεία φώτιση θά πρέπει νά διακρίνει ὄλ' αὐτά, ὥστε ν' ἀποφασίσει τί καλύτερα θά πρέπει νά χρησιμοποιήσει γιά νά βοηθήσει τόν ἐξομολογούμενο. Ἄλλοτε χρειάζεται ἡ ἐπιείκεια καί ἄλλοτε ἡ αὐστηρότητα. Δέν εἶναι γιά ὅλους πάντοτε τά ἴδια. Οὔτε ὁ ἐξομολόγος θά πρέπει νἄναι πάντα αὐστηρός, ἔτσι μόνο γιά νά λέγεται αὐστηρός καί νά ἐκτιμᾶται. Οὔτε ὑπερβολικά ἐπιεικής, γιά νά προτιμᾶται καί νά λέγεται πνευματικός πατέρας πολλῶν. Χρειάζεται φόβος Θεοῦ, διάκριση, τιμιότητα, εἰλικρίνεια, ταπείνωση, μελέτη, γνώση καί προσευχή.

Ἡ «οἰκονομία» δέν ἀπαιτεῖται ἀπό τόν ἐξομολογούμενο. Οὔτε εἶναι ὀρθό νά γίνει κανόνας ἀπό τόν ἐξομολόγο. Ἡ «οἰκονομία» θά πρέπει νά παραμείνει ἐξαίρεση. Ἡ «οἰκονομία» ἐπίσης θά πρέπει νά εἶναι πάντα πρός καιρόν (Ἀρχιμ. Γεώργιος Γρηγοριάτης). Ὅταν ἐκλείψουν οἱ λόγοι πού τήν ἐπιβάλλουν ἀσφαλῶς δέν θά πρέπει νά χρησιμοποιεῖται. Γιά τήν ἴδια ἁμαρτία μποροῦμε νά ἔχουμε πολλούς διαφορετικούς τρόπους πρός ἀντιμετώπισή της.

Ὁ κανόνας δέν εἶναι πάντοτε ἀπαραίτητος. Ὁ κανόνας δέν εἶναι τιμωρία. Εἶναι παιδαγωγία. Ὁ κανόνας δέν τίθεται πρός ἱκανοποίηση τοῦ προσβληθέντος Θεοῦ καί ἐξιλέωση τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἐνώπιον τῆς Θείας δικαιοσύνης. Αὐτή εἶναι μιὰ καθαρά αἱρετική διδασκαλία. Ὁ κανόνας συνήθως τίθεται στήν ἀνώριμη μετάνοια, πρός συναίσθηση καί συνειδητοποίηση τοῦ μεγέθους τῆς ἁμαρτίας. Ἡ ἁμαρτία κατά τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία δέν εἶναι τόσο παράβαση τοῦ νόμου, ὅσο ἔλλειψη ἀγάπης στό Θεό. Ἀγάπα καί κᾶνε ὅ,τι θέλεις, ἔλεγε ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος.

Ὁ κανόνας τίθεται πρός ὁλοκλήρωση τῆς μετάνοιας τοῦ ἐξομολογούμενου, γι' αὐτό, καθώς ὀρθά λέγει ὁ π. Ἀθανάσιος Μετεωρίτης, ὅπως ὁ ἐξομολόγος δέν ἐπιτρέπεται νά κοινοποιεῖ τίς ἁμαρτίες τοῦ ἐξομολογουμένου, ἔτσι κι ὁ ἐξομολογούμενος δέν ἐπιτρέπεται νά κοινοποιεῖ στούς ἄλλους τόν κανόνα πού τοῦ ἔθεσε ἰδιαίτερα ὁ ἐξομολόγος, πού εἶναι συνισταμένη πολλῶν παραμέτρων.

Ὁ ἐξομολόγος λειτουργεῖ ὡς χορηγός τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κατά τήν ὥρα τοῦ μυστηρίου δέν λειτουργεῖ ὡς ψυχολόγος καί ἐπιστήμονας. Λειτουργεῖ ὡς ἱερεύς, ὡς ἔμπειρος ἰατρός, ὡς φιλόστοργος πατέρας. Ἀκούγοντας τ' ἁμαρτήματα τοῦ ἐξομολογουμένου προσεύχεται νά τόν φωτίσει ὁ Θεός νά δώσει τό καλύτερο φάρμακο πρός θεραπεία, νά σφυγμομετρήσει τόν βαθμό καί τήν ποιότητα τῆς μετανοίας του. Ὁ ἐξομολόγος δέν στέκεται ἀπέναντι στόν ἐξομολογούμενο μέ περιέργεια, καχυποψία, ζήλεια, ὑπερβολική αὐστηρότητα, ἐξουσιαστικότητα καί ἀλαζονεία, ἀλλά οὔτε καί ἀδιάφορα, ἐπιπόλαια, ἀπρόσεκτα καί κουρασμένα. Ἡ ταπείνωση, ἡ ἀγάπη καί ἡ προσοχή τοῦ ἐξομολόγου θά βοηθήσει πολύ τόν ἐξομολογούμενο. Οὔτε ὁ ἐξομολόγος θά πρέπει νά κάνει πολλές, περιττές καί ἀδιάκριτες ἐρωτήσεις. Ἰδιαίτερα θά πρέπει νά διακόπτει τίς λεπτομερεῖς περιγραφές διαφόρων ἁμαρτημάτων καί ἰδιαίτερα σαρκικῶν, ἀκόμη καί τίς ἀναφορές ὀνομάτων, ὥστε ν' ἀσφαλίζεται περισσότερο. Ὁ ἐξομολογούμενος πάλι δέν θά πρέπει νά φοβᾶται, νά δειλιάζει καί νά ντρέπεται, ἀλλά νά σέβεται, νά ἐμπιστεύεται, νά τιμᾶ καί νά εὐλαβεῖται τόν ἐξομολόγο. Αὐτό τό κλίμα πάντως τῆς ἱερότητος, ἀλληλοσεβασμοῦ καί ἐμπιστοσύνης κυρίως θά τό καλλιεργήσει, ἐμπνεύσει καί δημιουργήσει ὁ ἐξομολόγος.


Ἡ ἁγία μητέρα μας Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι τό σῶμα τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ, εἶναι ἕνα ἀπέραντο θεραπευτήριο, ἀποθεραπείας τῶν ἀσθενῶν ἁμαρτωλῶν πιστῶν, ἀπό τά τραύματα, τίς πληγές καί τίς ἀσθένειες τῆς ἁμαρτίας, τῶν παθογόνων δαιμόνων καί τῶν ἰοβόλων δαιμονικῶν παγίδων καί ἐπηρειῶν τῶν δαιμονοκινήτων παθῶν.

Ἡ Ἐκκλησία μας δέν εἶναι παράρτημα τοῦ ὑπουργείου κοινωνικῆς προνοίας, οὔτε συναγωνίζεται νά ξεπεράσει τούς διάφορους συλλόγους κοινωνικῆς εὐποιΐας, δίχως διόλου ν' ἀρνεῖται τό σπουδαῖο καί ἀγαθό αὐτό ἔργο καί νά μή τό ἐπιτελεῖ πλούσια, ἐπαινετά καί θαυμάσια, ἀλλά κυρίως εἶναι ἡ χορηγός νοήματος τῆς ζωῆς, λυτρώσεως καί σωτηρίας τῶν πιστῶν «ὑπέρ ὧν Χριστός ἀπέθανεν» διά τῆς συμμετοχῆς τους στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Τό πετραχήλι τοῦ Ἱερέως εἶναι πλάνη, ὅπως ἔλεγε ὁ Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, πού λειαίνει καί ἰσιάζει τούς ἀνθρώπους, εἶναι θεραπευτικό νυστέρι παθοκτονίας καί ὄχι μιστρὶ ἐργασιομανίας ἤ σύμβολο ἐξουσίας. Εἶναι ὑπηρετική ποδιά διακονίας τῶν ἀνθρώπων πρός θεραπεία καί σωτηρία.

Ὁ Θεός χρησιμοποιεῖ τόν ἱερέα γιά τή συγχώρηση τοῦ πλάσματός του. Τό λέγει χαρακτηριστικά ἡ εὐχή: «Ὁ Θεός συγχωρῆσαι σοι δι' ἐμοῦ τοῦ ἁμαρτωλοῦ πάντα, καί ἐν τῷ νῦν αἰώνι καί ἐν τῷ μέλλοντι. καί ἀκατάκριτόν σε παραστῆσαι ἐν τῷ φοβερῶ αὐτοῦ Βήματι. περί δέ τῶν ἑξαγορευθέντων ἐγκλημάτων μηδεμίαν φροντίδα ἔχων, πορεύου εἰς εἰρήνην». Ἀνεξομολόγητες ἁμαρτίες θά βαραίνουν τόν ἄνθρωπο καί στόν μέλλοντα αἰώνα. Ἐξομολογημένες ἁμαρτίες δέν ἐξομολογοῦνται. Εἶναι σάν νά μή πιστεύει κανείς στήν χάρη τοῦ μυστηρίου. Ὁ Θεός τά γνωρίζει, ἀλλά θά πρέπει πρός ἄφεση, ταπείνωση καί ἴαση νά ἑξαγορευθοῦν. Ἡ ἐνίοτε ἐπιτίμηση ἁμαρτιῶν δέν ἀναιρεῖ τήν ἀγάπη τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἀποτελεῖ παιδαγωγική ἐπίσκεψη πρός καλύτερη συναίσθηση τῶν πταισμάτων.

Κατά τόν ὅσιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη «ἡ ἐξομολόγησις εἶναι μία θεληματική διά στόματος φανέρωσις τῶν πονηρῶν ἔργων καί λόγων καί λογισμῶν, κατανυκτική, κατηγορητική, εὐθεία, χωρίς ἐντροπήν, ἀποφασιστική, πρός νόμιμον πνευματικόν γινομένη». Ὁ θεοφόρος ὅσιος εὐσύνοπτα, μεστά καί σημαντικά ἀναφέρει πώς ἡ ἐξομολόγηση πρέπει νά γίνεται θεληματικά, ἐλεύθερα, ἀβίαστα, ἀνεξανάγκαστα, δίχως ὁ ἐξομολόγος ν' ἄγχεται νά ἐκμαιεύσει τήν ὁμολογία τοῦ ἐξομολογουμένου. Μέ κατάνυξη, συναίσθηση δηλαδή τῆς λύπης πού προκάλεσε εἰλικρινά μέ τήν ἁμαρτία στόν Θεό. Ὄχι συναισθηματικά, ὑποκριτικά, λιπόψυχα δάκρυα. Κατάνυξη γνήσια πού σημαίνει συντριβή, μεταμέλεια, μίσος τῆς ἁμαρτίας, ἀγάπη τῆς ἀρετῆς, ἐπίγνωση εὐγνωμοσύνης στόν Δωρεοδότη Θεό. Κατηγορητική σημαίνει ὑπεύθυνη ἐξομολόγηση, δίχως δικαιολογίες, ὑπεκφυγές, στρεψοδικίες, ἀνευθυνότητες καί μεταθέσεις, μέ εἰλικρινῆ αὐτομεμψία καί γνήσια αὐτοεξουθένωση, πού φέρει τή χαρμολύπη καί τό χαροποιό πένθος τῆς Ἐκκλησίας. Εὐθεία σημαίνει ἐξομολόγηση μέ κάθε εἰλικρίνεια, εὐθύτητα καί ἀκρίβεια, ἀνδρεία καί θάρρος, αὐστηρότητα καί γενναιότητα. Συμβαίνει ἀκόμη καί τήν ὥρα αὐτή ὁ ἄνθρωπος νά μή παραδέχεται τήν ἥττα του, τήν πτώση καί τήν ἀδυναμία του καί μέ ὡραιολογίες καί μακρυλογίες νά μεταθέτει τά ποσοστά εὐθύνης του, μέ περιστροφές καί μισόλογα, κατηγορώντας καί τούς ἄλλους, προκειμένου νά φυλάξει ἀκόμη καί τώρα ἀτσαλάκωτο τό ἐγώ του. Χωρίς ἐντροπή ἐξομολόγηση σημαίνει παρουσίαση τοῦ πραγματικοῦ οἰκτροῦ ἑαυτοῦ μας. Ἡ ντροπή εἶναι καλή πρό τῆς ἁμαρτίας καί ὄχι μετά καί μπροστά στόν ἐξομολόγο. Ἡ πρό τοῦ ἐξομολόγου ντροπή λέγουν θά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τή ντροπή στήν ἔσχατη κρίση, ἀφοῦ ὅ,τι συγχωρήσει ὁ ἐξομολόγος δέν θά ξανακριθεῖ. Ἀποφασιστική ἐξομολόγηση σημαίνει νά εἶναι καθαρή, συγκεκριμένη, εἰλικρινής καί μέ τήν ἀπόφαση νά μή ἐπαναλάβει τά ἐξομολογηθέντα ἁμαρτήματα ὁ πιστός. Ἀκόμη ἡ ἐξομολόγηση θά πρέπει νά εἶναι συνεχής, ὥστε τά φιλεπίστροφα, κατά τόν ὅσιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος, πάθη νά μή ἰσχυροποιοῦνται, ἀλλά ἀντίθετα σύντομα νά θεραπεύονται. Ἔτσι δέν λησμονοῦνται οἱ ἁμαρτίες, ὑπάρχει τακτικός ἔλεγχος, αὐτοπαρατήρηση, αὐτοέλεγχος, αὐτογνωσία καί αὐτομεμψία, δέν ἐγκαταλείπει ἡ Θεία Χάρη καί οἱ δαιμονικές παγίδες συντρίβονται εὐκολότερα καί ἡ μνήμη τοῦ θανάτου δέν εἶναι φοβερή καί τρομακτική.

Συμβαίνει συχνά-πυκνά καί τ' ὁμολογοῦμε μέ πολύ πόνο καί περισσή ἀγάπη τό κήρυγμα νά μήν εἶναι τόσο ὀρθόδοξο. Δηλαδή νά ἐξαντλεῖται σ' ἕνα ἀκόμη σχολιασμό τῆς φθηνῆς ἐπικαιρότητος καί νά μετατρέπεται κατά κάποιο τρόπο ὁ ἱερός ἄμβωνας σέ τηλεοπτικό «παράθυρο», ὅπου λέμε καί ἐμεῖς τή γνώμη μας γιά τά τρέχοντα καί συμβαίνοντα. Ὅμως τ' ὀρθόδοξο κήρυγμα κυρίως εἶναι ἐκκλησιολογικό, χριστολογικό, σωτηριολογικό, ἁγιολογικό καί ψυχωφελές. Τό κήρυγμα τῆς μετανοίας ἀπό τῶν Προφητῶν, τοῦ Τιμίου Προδρόμου, τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καί πάντων τῶν ἁγίων παραμένει λίαν ἐπίκαιρο καί ἀναγκαῖο. Βασική προϋπόθεση τῆς μετοχῆς στ' ἅγια μυστήρια καί τῆς ἀνοδικῆς πνευματικῆς πορείας εἶναι ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς. Καθαρότητα ἀπό τήν ποικίλη ἁμαρτία, τό πνεῦμα τῆς ἀπληστίας καί τῆς εὐδαιμονίας τῆς σύγχρονης ὑπερκαταναλωτικῆς κοινωνίας, τό πνεῦμα τῆς ἀντίθεης ὑπερηφάνειας ἑνός κόσμου ναρκισσευομένου, ἀτομικιστικοῦ, ἀταπείνωτου, ἀφιλάνθρωπου, ὑπερφίαλου καί παράδοξου, τό δαιμονικό πνεῦμα τῶν πονηρῶν λογισμῶν, τῶν φαντασιῶν καί φαντασιώσεων, τῶν καχυποψιῶν καί ζηλοφθονιῶν, τῶν ἀκαθάρτων καί σκοτεινῶν.

Κατάντησε δυσεύρετο κόσμημα ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, στίς ἀδελφικές σχέσεις, τίς συζυγίες, τίς συναδελφικές ὑποχρεώσεις, τίς φιλίες, τίς συζητήσεις, τίς σκέψεις, τίς ἐπιθυμίες, τίς ἱερατικές κλήσεις. Τά λεγόμενα μέσα μαζικῆς ἐνημερώσεως ξέπεσαν σέ ρυπογόνες ἑστίες. Λησμονήθηκε ἡ νηπτική ἐγρήγορση, ἡ ἀσκητική νηφαλιότητα, ἡ παραδοσιακή ὀλιγάρκεια, ἁπλότητα καί λεβεντιά. Ἔτσι μολύνεται τό λογιστικό τῆς ψυχῆς, διεγείρεται στήν ἀπληστία τό ἐπιθυμητικό καί ἀμβλύνεται σοβαρά τό βουλητικό, ὥστε ἀδύναμος ὁ ἄνθρωπος νά παρασύρεται στό κακό δίχως φραγμό καί ὅρια.

Ἐπικρατεῖ ἡ αὐτοδικαίωση, ἡ δικαιολόγηση τῶν παθῶν, ἡ ὡραιοποίηση τῆς ἁμαρτίας, ἡ κατοχύρωσή της διά νέων ψυχολογικῶν ἐρεισμάτων. Θεωρεῖται μείωση, ἀδυναμία καί λάθος ἡ παραδοχή τοῦ λάθους, ἡ ἀνάληψη τῆς εὐθύνης καί ἡ ταπεινή ἀποδοχή τοῦ σφάλματος. Ἡ συνεχής δικαιολόγηση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί ἡ ἐπιμελημένη μετάθεση εὐθυνῶν δημιουργοῦν ἕνα ἄνθρωπο συγχυσμένο, διχασμένο, ταραγμένο, ταλαιπωρημένο, δυστυχισμένο καί ἐγωπαθῆ, ἐμπαιζόμενο ἀπό τόν δαίμονα, αἰχμαλωτιζόμενο ἀπό αὐτόν στ' ἄφωτα δίχτυά του.

Κυριαρχεῖ ἕνας ἀνόητος ὀρθολογισμός, ὁ ὁποῖος ἐπιλέγει εὐαγγελικές ἀρετές καί συνοδικούς κανόνες, κατά τήν ἀρέσκεια, προτίμηση καί εὐκολία, σέ σοβαρά θέματα νηστειῶν, ἐγκράτειας, τεκνογονίας, ἤθους, σεμνότητος, αἰδοῦς, τιμιότητος καί ἀκριβείας.

Κατόπιν ὅλων τούτων, τά ὁποῖα δέν νομίζω ὅτι ὑπερβάλλουμε, θεωροῦμε ὅτι οἱ ἐξομολόγοι δέν ἔχουν εὔκολο ἔργο. Δέν ἀρκεῖ πλέον ἡ χειραγωγία στή μετάνοια καί ἡ καλλιέργεια τῆς ταπεινώσεως, ἀλλά χρειάζεται τό ποίμνιο κατήχηση, ἐπαναευαγγελισμό, κατάρτιση, μεταβολισμό πνευματικό πρός ἀπόκτηση ἰσχυρῶν ἀντισωμάτων. Ἀπαραίτητη ἡ ἀντίσταση, ἀντίδραση καί ἀντιμετώπιση τοῦ σφοδροῦ ρεύματος τῆς ἀποϊεροποιήσεως, τῆς ἐκκοσμικεύσεως, τοῦ ἀποηρωισμοῦ, τοῦ εὐδαιμονισμοῦ, τοῦ πλουτισμοῦ καί κορεσμοῦ. Ἰδιαιτέρως προσοχῆς, διδαχῆς καί ἀγάπης ἔχουν ἀνάγκη οἱ νέοι, πού ἡ ἀγωγή δέν τούς βοηθᾶ νά συνειδητοποιήσουν τό νόημα καί τό σκοπό τῆς ζωῆς, τό κενό, τό ἄκοσμο, τό ἄνομο, τό ἄφωτο τῆς ἁμαρτίας.

Σοβαρό πρόβλημα ἀποτελεῖ ἀκόμη καί γιά τούς χριστιανούς μας ἡ ἀγχώδης συχνά ἀναζήτηση μιᾶς ἄκοπης, ἄμοχθης καί ἄλυπης ζωῆς. Ἀναζητοῦμε Κυρηναίους. Δέν ἀποδεχόμεθα τήν ἄρση τοῦ προσωπικοῦ μας σταυροῦ. Δέν γνωρίζουμε τό βάθος καί τό εὖρος τοῦ σταυροῦ. Προσκυνοῦμε τόν σταυρό στήν ἐκκλησία, κάνουμε τόν σταυρό μας, ἀλλά δέν ἀσπαζόμαστε τόν προσωπικό μας σταυρό. Τελικά θέλουμε ἕνα ἀσταύρωτο Χριστιανισμό. Δέν ὑπάρχει ὅμως Πάσχα δίχως Μεγάλη Παρασκευή.

Τιμᾶμε τούς μάρτυρες καί τούς ὁσίους, ἀλλά δέν θέλουμε ἐμεῖς καμιά κακοπάθεια, καμιά καθυστέρηση, καμιά δυσκολία. Δυσκολευόμαστε στή νηστεία, δυσανασχετοῦμε στήν ἀσθένεια, δέν ἀνεχόμαστε πικρό λόγο, ἀκόμη καί ὅταν φταῖμε, ὁπότε πῶς νά ὑπομένουμε ἀδικία, συκοφαντία, κατατρεγμό καί ἐξορία, ὅπως οἱ ἅγιοί μας; Εἶναι γεγονός ἀδιαμφισβήτητο πώς τό σύγχρονο κοσμικό πνεῦμα τῆς εὐκολίας, τῆς ἀνέσεως καί τοῦ ὑπερκαταναλωτισμοῦ ἔχει ἐπηρεάσει ἰσχυρά τό μέτρο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Θέλουμε γενικά ἕνα ἀντιασκητικό Χριστιανισμό. Ἡ Ὀρθοδοξία ὅμως βάση ἔχει τό ἀσκητικό Εὐαγγέλιο.

Ἕνα ἄλλο μεγάλο πρόβλημα τῆς ἐποχῆς μας εἶναι ἡ νοσηρή καί ὑπερβολική ἐμπιστοσύνη τοῦ ἀνθρώπου στή λογική, τή διάνοια, τή γνώση καί τήν κρίση του. Πρόκειται γιά τόν παχυλό καί κουραστικό ἐν τέλει ὀρθολογισμό. Ἡ νηπτική ὀρθόδοξη θεολογία μᾶς διδάσκει τό νοῦ νά τόν ἔχουμε ἐργαλεῖο καί νά τόν κατεβάσουμε στήν καρδιά. Ἡ Ἐκκλησία μας δέν καλλιεργεῖ καί παράγει διανοούμενους. Γιά μᾶς ὁ ὀρθολογισμός δέν εἶναι φιλοσοφική νοοτροπία, ἀλλά μιὰ καθαρά ἁμαρτητική βιοθεωρία, μιὰ μορφή ἀθεΐας, ἀφοῦ ἀντιβαίνει στήν ἐντολή τῆς πίστεως, τῆς ἐλπίδος, τῆς ἀγάπης καί τῆς ἐμπιστοσύνης στόν Θεό. Ὁ ὀρθολογιστής κρίνει τά πάντα μέ τήν κρισάρα τοῦ μυαλοῦ, μόνο μέ τόν πεπερασμένο νοῦ του, κέντρο εἶναι ὁ ἐαυτός του καί τό κυρίαρχο ἐγώ του καί δέν ἐμπιστεύεται τή θεία Πρόνοια, τή θεία Χάρη καί θεία Βοήθεια στή ζωή του.

Θεωρώντας συχνά τόν ἑαυτό του ἀλάνθαστο ὁ ὀρθολογιστής δέν ἐπιτρέπει στόν Θεό νά ἐπέμβει στή ζωή του καί νά τόν κρίνει. Ἔτσι δέν θεωρεῖ ὅτι ἔχει ἀνάγκη ἐξομολογήσεως. Ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος ὅμως λέγει πώς τό νά νομίζει κάποιος πώς δέν ἔπεσε σέ ἁμαρτήματα, αὐτό εἶναι ἡ πιό μεγάλη πτώση καί πλάνη καί τό πιό μεγάλο ἁμάρτημα. Παρασυρμένοι ὁρισμένοι νεώτεροι θεολόγοι μιλοῦν γι' ἀστοχία καί ὄχι γιά ἁμαρτία, θέλοντας ν' ἀμβλύνουν τή φυσική διαμαρτυρία τῆς συνειδήσεως. Ἡ αὐτάρκεια ὁρισμένων ἐκκλησιαζομένων καί νηστευόντων χριστιανῶν κρύβει ἐνίοτε ἕνα λανθάνοντα φαρισαϊσμό, ὅτι δέν εἶναι ὅπως οἱ λοιποί τῶν ἀνθρώπων καί ὡς ἐκ τούτου δέν χρήζουν ἐξομολογήσεως.

Κατά τούς ἁγίους πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας τό μεγαλύτερο κακό εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ μητέρα ὅλων τῶν παθῶν κατά τόν ὅσιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος. Πρόκειται γιά πολύτεκνη μητέρα μέ πρῶτες θυγατέρες τήν κενοδοξία καί τήν αὐτοδικαίωση. Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι μιὰ μορφή ἄρνησης Θεοῦ, εἶναι ἐφεύρεση τῶν πονηρῶν δαιμόνων, ἀποτέλεσμα πολλῶν κολακειῶν καί ἐπαίνων, πού ἐπιφέρει τήν ἐξουδένωση καί ἐξουθένωση τῶν ἀνθρώπων, τή θεομίσητη κατάκριση, τόν θυμό, τήν ὀργή, τήν ὑποκρισία, τήν ἀσπλαχνία, τή μισανθρωπία, τή βλασφημία. Ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἕνα πάθος φοβερό, δύσκολο, δυνατό καί δυσθεράπευτο. Ἡ ὑπερηφάνεια ἐπίσης εἶναι πολυδύναμη καί πολυπρόσωπη. Ἐκδηλώνεται ὡς ματαιοδοξία, μεγαλαυχία, οἴηση, ἀλαζονεία, ὑπεροψία, φυσίωση, τύφωση, καύχηση, ἰταμότητα, ἔπαρση, μεγαλομανία, φιλοδοξία, φιλαυτία, φιλαρέσκεια, φιλοχρηματία, φιλοσαρκία, φιλαρχία, φιλοκατηγορία καί φιλονικία. Ἀκόμη ὡς αὐταρέσκεια, προσωποληψία, αὐθάδεια, ἀναίδεια, παρρησία, ἀναλγησία, ἀντιλογία, ἰσχυρογνωμοσύνη, ἀνυπακοή, εἰρωνεία, πεῖσμα, περιφρόνηση, προσβολή, τελειομανία καί ὑπερευαισθησία. Ἡ ὑπερηφάνεια τελικά ὁδηγεῖ στήν ἀμετανοησία.


Ὄργανο τῆς ὑπερηφάνειας συχνά γίνεται ἡ γλώσσα. Μέ τήν ἀργολογία, τή φλυαρία, τήν πολυλογία, τό κουτσομπολιό, τή μωρολογία, τή ματαιολογία, τήν ἀνειλικρίνεια, τήν ἀδιακρισία, τή διγλωσσία, τή διπλωματία, τήν εὐτραπελία, τήν προσποίηση καί τόν ἐμπαιγμό.

Ἀπό τά ἑπτά θανάσιμα ἁμαρτήματα προέρχονται πολλά ἄλλα πάθη. Ἀφοῦ ἀναφέραμε τά τῆς ὑπερηφάνειας, ἐρχόμαστε στή φιλαργυρία, πού γεννᾶ τή φιλοχρηματία, τήν πλεονεξία, τήν ἀπληστία, τήν τσιγγουνιά, τήν ἀνελεημοσύνη, τή σκληροκαρδία, τήν ἀπάτη, τήν τοκογλυφία, τήν ἀδικία, τή δολιότητα, τή σιμωνία, τή δωροληψία, τόν τζόγο. Ἡ πορνεία ἔχει μύριες ἐκφάνσεις ὅπως ὁ φθόνος μέ τίς ὕπουλες καί πονηρές κακίες του, ἡ ἀχόρταγη γαστριμαργία, ὁ θυμός καί ἡ ὕποπτη ἀκηδία καί ἀμέλεια.

Ἰδιαιτέρως προσοχῆς χρήζουν πολλά ἀνορθόδοξα στοιχεῖα στήν οἰκογενειακή ζωή καί φρονοῦμε πώς θά πρέπει νά θεαθοῦν προσεκτικά ἀπό ἐξομολόγους καί ἐξομολογουμένους. Ἡ ἀποφυγή τῆς τεκνογονίας, ἡ εἰδωλοποίηση τῶν τέκνων, θεωρούμενα προέκταση τοῦ ἐγώ τῶν γονέων, ὑπερπροστατευόμενα, παρακολουθούμενα συνεχῶς καί ἐξουσιαζόμενα βάναυσα. Ὁ γάμος εἶναι στίβος ταπεινώσεως, ἀλληλοπεριχωρήσεως καί ἀλληλοσεβασμοῦ καί ὄχι παράλληλη ὅδευση δύο ἐγωισμῶν, παρά τήν ἰσόβια σύζευξη καί συνύπαρξη. Χορεύει ὁ δαίμονας ὅταν δέν ὑπάρχει συγχώρεση στίς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες καί τά καθημερινά σφάλματα. Οἱ γονεῖς θά βοηθήσουν σημαντικά τά παιδιά τους ὄχι μέ τήν πλούσια εὐγένεια ἔξω ἀπό τό σπίτι ἀλλά μέ τό εἰρηνικό, νηφάλιο καί ἀγαπητικό παράδειγμα καθημερινά μέσα στό σπίτι τους. Ἡ συμμετοχή τῶν παιδιῶν μαζί μέ τούς γονεῖς τους στό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως θά τούς ἐνδυναμώσει μέ τή θεία Χάρη καί θά τούς στερεώσει στή βιωματική ἐμπειρία μέ τόν Χριστό. Ζητώντας οἱ σύζυγοι εἰλικρινά συγγνώμην διδάσκουν τά παιδιά τους τήν ταπείνωση, πού καίει τίς δαιμονικές πλεκτάνες. Σ' ἕνα σπιτικό πού ἀνθεῖ ἡ ἀγάπη, ἡ ὁμόνοια, ἡ κατανόηση, ἡ ταπείνωση καί εἰρήνη ὑπάρχει πλούσια ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ καί γίνεται κάστρο ἀπόρθητο στήν κακία τοῦ κόσμου. Ἡ μέ τή συγχωρητικότητα ἀγωγή τῶν παιδιῶν δημιουργεῖ μία ὑγιά οἰκογενειακή ἑστία πού τά ἐμπνέει καί τά ἐνισχύει γιά τό μέλλον τους.

Ἕνα ἄλλο μεγάλο θέμα, πού ἀποτελεῖ σοβαρό ἐμπόδιο γιά τή μετάνοια καί τήν ἐξομολόγηση εἶναι ἡ αὐτοδικαίωση, πού μαστίζει καί πολλούς ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας. Βάση της ἔχει, ὅπως εἴπαμε, τή δαιμονική ὑπερηφάνεια. Κλασικό παράδειγμα ὁ Φαρισαῖος τῆς παραβολῆς τοῦ Εὐαγγελίου.

Ὁ αὐτοδικαιούμενος ἄνθρωπος ἔχει φαινομενικά καλά, γιά τά ὁποῖα ὑπεραίρεται καί θέλει νά τιμᾶται καί ἐπαινεῖται. Χαίρεται νά τόν κολακεύουν, νά ἐξουθενώνει καί ταπεινώνει τούς ἄλλους. Αὐτοεκτιμᾶται ὑπερβολικά, αὐτοδικαιώνεται παράφορα καί θεωρεῖ τόν Θεό ἀναγκαστικά ὑποχρεωμένο νά τόν ἀνταμείψει. Πρόκειται τελικά γιά ταλαίπωρο ἄνθρωπο, ὅπου ταλαιπωρούμενος ταλαιπωρεῖ καί τούς ἄλλους. Διακατέχεται ἀπό νευρικότητα, ταραχή, ἀπαιτητικότητα, πού τόν αὐτοφυλακίζει καί δέν τόν ἀφήνει ν' ἀνοίξει τή θύρα τοῦ θείου ἐλέους, διά τῆς μετανοίας.

Γέννημα τῆς ὑπερηφάνειας εἶναι καί ἡ κατάκριση, πού δυστυχῶς ἀποτελεῖ συνήθεια καί πολλῶν χριστιανῶν, πού ἀσχολοῦνται περισσότερο μέ τούς ἄλλους παρά μέ τόν ἑαυτό τους. Φαινόμενο τῆς ἐποχῆς μας καί τῆς κοινωνίας πού ὠθεῖ τόν κόσμο στή συνεχῆ ἐτεροπαρατήρηση καί ὄχι τήν αὐτοπαρατήρηση. Οἱ μύριες ἀσχολίες καί δραστηριότητες τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου δέν τόν θέλουν νά μείνει ποτέ μόνο πρός μελέτη, περίσκεψη, προσευχή, αὐτογνωσία, αὐτομεμψία, αὐτοέλεγχο καί μνήμη θανάτου. Τά λεγόμενα μέσα μαζικῆς ἐνημερώσεως ἀσταμάτητα ἀσχολοῦνται σκανδαλοθηρικά, ἐπίμονα καί μακρόσυρτα μέ τά πάθη, τίς ἁμαρτίες, τά παραπτώματα τῶν ἄλλων. Ὅλ' αὐτά προκαλοῦν, ἐντυπωσιάζουν καί ἄν δέν σκανδαλίζουν πάντως φορτώνουν τήν ψυχή καί τό νοῦ μέ τά βρωμερά καί ἄσχημα καί μάλιστα καθησυχάζουν, ἀφοῦ ἐμεῖς εἴμαστε καλύτεροι. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος συνηθίζει στή μετριότητα, χλιαρότητα καί ἐφημερότητα τῆς φθηνῆς καθημερινότητος, μή συγκρινόμενος μέ τούς ἁγίους καί τούς ἥρωες.

Ἔτσι ἡ κατάκριση κυριαρχεῖ στίς μέρες μας, θεωρώντας ὁ ἄνθρωπος ὅτι ἐνεργεῖ δίκαιη κάθαρση, σπιλώνοντας ἄλλους καί μολύνοντας τόν ἑαυτό του, δημιουργώντας κακίες, μίση, ἔχθρες, μνησικακίες, ζηλοφθονίες καί ψυχρότητες. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής μάλιστα ἀναφέρει πώς ἐκεῖνος πού περιεργάζεται συνεχῶς τίς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων ἤ κρίνει τόν ἀδελφό του ἀπό ὑποψία καί μόνο, αὐτός δέν ἔκανε ἀκόμη ἀρχή μετανοίας, οὔτε ἄρχισε τήν ἔρευνα γιά νά γνωρίσει τίς ἁμαρτίες του.

Λέγονται πολλά καί διάφορα. Ἕνα τελικά εἶναι τό καίριο, σημαντικό καί ἐξέχον. Ἡ σωτηρία μας, γιά τήν ὁποία δέν πολυνοιαζόμαστε παντοτεινά. Ἡ σωτηρία δέν ἐπιτυγχάνεται παρά μόνο μέ εἰλικρινῆ μετάνοια καί καθαρή ἐξομολόγηση. Ἡ μετάνοια δέν ἀνοίγει μόνο τόν οὐράνιο παράδεισο, ἀλλά καί τόν ἐπίγειο μέ τήν πρόγευση, ἔστω ἐν μέρει, τῆς ἀνεκλάλητης χαρᾶς τῆς ἀτελεύτητης βασιλείας τῶν οὐρανῶν καί τῆς ὑπέροχης εἰρήνης ἀπό τώρα. Οἱ ἐξομολογημένοι ἄνθρωποι μποροῦν νἄναι οἱ ἀληθινά γνήσια χαρούμενοι, οἱ εἰρηνικοί καί εἰρηνοφόροι, οἱ κήρυκες τῆς μετανοίας, τῆς ἀναστάσεως, τῆς μεταμορφώσεως, τῆς ἐλευθερίας, τῆς χάριτος, τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ στίς ψυχές τους καί τή ζωή τους. Ἡ πλούσια χάρη τοῦ Θεοῦ κάνει τόν λύκο πρόβατο, λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Καμιά ἁμαρτία δέν ὑπερβαίνει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Κανείς ἁμαρτωλός ἄν θέλει δέν ἀδυνατεῖ ν' ἁγιάσει. Μᾶς τό ἀποδεικνύουν οἱ πολλοί μετανοημένοι ἅγιοι τοῦ Συναξαριστῆ.

Ὁ ἐξομολόγος ἐξομολογεῖ καί συγχωρεῖ τούς ἐξομολογούμενους μέ τ' ἅγιο πετραχήλι του. Δέν μπορεῖ ὅμως νά αὐτοεξομολογηθεῖ καί νά θέσει ὁ ἴδιος τό πετραχήλι του στό κεφάλι του γιά νά συγχωρηθεῖ. Πρέπει ἀπαραίτητα νά σκύψει σέ ἄλλο ὁπωσδήποτε πετραχήλι. Ἔτσι λειτουργεῖ ὁ πνευματικός νόμος, ἔτσι τά ἔθεσε ἡ πανσοφία καί ἡ φιλευσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ.

Δέν μπορεῖ νά ἐξομολογοῦμε καί νά μή ἐξομολογούμεθα. Νά διδάσκουμε καί νά μή πράττουμε. Νά μιλᾶμε γιά μετάνοια καί νά μή μετανοοῦμε οἱ ἴδιοι. Νά μιλᾶμε γιά ἐξομολόγηση καί νά μή ἐξομολογούμεθα τακτικά. Οὐδείς αὐτοκαθαίρεται καί οὐδείς αὐτοσυγχωρεῖται ποτέ. Οἱ ἀσύμβουλοι, οἱ ἀνυπάκουοι, οἱ ἀνεξομολόγητοι ἀποτελοῦν σοβαρό πρόβλημα τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί, τό πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ δύναται νά γίνει θαυματουργό νυστέρι ἀφαιρέσεως κακοήθων ὄγκων, ν' ἀναστήσει νεκρούς, ν' ἀνανεώσει καί μεταμορφώσει τόν ἄκοσμο κόσμο, νά χαροποιήσει γῆ καί οὐρανό. Ἡ Ἐκκλησία μας ἐμπιστεύθηκε τό μέγα λειτούργημα, τό ἱερό ὑπούργημα, στούς ἱερεῖς μας καί ὄχι στούς ἀγγέλους, γιά νά τούς πλησιάζουμε ἄνετα καί ἄφοβα ὡς ὁμοιοπαθεῖς καί ὁμόσαρκους.

Ὅλα τά παραπάνω, εἰλικρινά καί διόλου ταπεινόσχημα, εἰπώθηκαν ἀπό ἕνα συναμαρτωλό, πού δέν θέλησε νά κάνει τόν δάσκαλο, ἀλλά τόν συναγωνιζόμενο συμμαθητή σας. Θέλησε ἀπό ἀγάπη νά σᾶς θυμίσει μέ ἁπλά καί ἄτεχνα λόγια τή ζῶσα παράδοση τῆς ἁγίας μητέρας μας Ἐκκλησίας ἐπί τοῦ πάντοτε ἐπίκαιρου θέματος τῆς θεοΰφαντης καί θεομακάριστης μετανοίας καί τῆς θεοπαράδοτης καί θεαγάπητης ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως.

Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης


Οι πιο ωραίοι άνθρωποι...


«Οι πιο ωραίοι άνθρωποι που ξέρουμε είναι εκείνοι που έχουν γνωρίσει την ήττα στη ζωή τους, που έχουν υποφέρει, που έχουν αισθανθεί την απώλεια, και που έχουν βρει την έξοδο απ’ αυτά τα βάθη.
Αυτοί οι άνθρωποι έχουν ευγνωμοσύνη, έχουν ευαισθησία, και καταλαβαίνουν ποια είναι η ζωή εκείνη που σε γεμίζει ευσπλαχνία, τρυφερότητα, βαθειά αγάπη και σε κάνει να νοιάζεσαι.
Οι ωραίοι άνθρωποι δεν προκύπτουν, απλώς»

Ελίζαμπεθ Κούπμλερ-Ρος

Οίμοι! Οίμοι, ψυχή μου! Στέναξον, κλαύσον, θρήνησον

Και οι μεν Άγιοι Πατέρες, οι καλοί και αληθινοί Ποιμένες, εξεδίωξαν μακράν της Εκκλησίας τους αιρετικούς, τους λοιμώδεις λύκους, ο δε οικουμενικός Πατριάρχης καλεί τον αιρετικόν Πάπαν, τον εχθρόν της Εκκλησίας, τον παραβάτην και καταφρονητήν των αποστολικών και Πατρικών Παραδόσεων. 

Οίμοι! Οίμοι, ψυχή μου! Στέναξον, κλαύσον, θρήνησον, ως άλλος Ιερεμίας, ουχί δια την επίγειον Ιερουσαλήμ, την πόλιν των αιμάτων, Συ θρήνησον δια την Νύμφην του Χριστού, την ακηλίδωτον και άμωμον, την Μίαν, Αγίαν, Ορθόδοξον Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν, την πνευματικήν Μητέρα των Ορθοδόξων Χριστιανών.

Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος

Ποια ήταν η αμαρτία των Σοδόμων;



Φαντάζει ίσως εύτελές και άκαιρο τό έρώτημα πού διατυπώνεται στον τίτλο τού άρθρου τούτου. Όλοι γνω­ρίζουν ότι τό βδελυρό άνοσιούργημα τών κατοίκων τών Σοδόμων, της Γομόρρας και τών γύρω άπό αύτές πόλεων ήταν τό διαστροφικό πάθος της ομοφυλοφιλί­ας. Πάθος τόσο βδελυκτό στά μάτια τού Θεού, ώστε οί πόλεις αύτές νά παραμέ­νουν ύπόδειγμα αιώνιο της φρικτής άποδοκιμασίας τού Θεού μέ τή βαριά τιμωρία πού ύπέστησαν, άφανιζόμενες άπό προ­σώπου γης μέ θειάφι και φωτιά (βλ. Γεν. ιθ' 24-25).

Ωστόσο, μέσα στήν Αγία Γραφή έχου­με μία άναφορά στό άμάρτημα τών Σοδομιτών άπό τό στόμα τού ίδιου τοΰ Θεού, πού μας συγκλονίζει άκόμα περισσότε­ρο. Γύρω στό 600 π.Χ. ό Θεός μέσω τού προφήτη 'Ιεζεκιήλ προειδοποιεί τούς άμετανόητους 'Ιουδαίους γιά τήν τιμωρία πού πρόκειται νά έπέλθει κατά της Ιερου­σαλήμ λόγω τής τραγικής άποστασίας της άπό τό νόμο Του και τής γενικής δι­αφθοράς της. 'Ονομάζει ό παντοκράτωρ Κύριος τά Σόδομα άδελφή τής Ιερουσα­λήμ, έξαιτίας τής παρόμοιας διαφθοράς, και κατονομάζει τό άμάρτημα τής πόλε­ως τών Σοδόμων, έξηγώντας παράλληλα γιατί τήν κατέστρεψε ό Ίδιος και ταυ­τόχρονα άπειλώντας τήν Ιερουσαλήμ ότι τήν 'ίδια τύχη θά έχει κι αύτή.

Αύτό πού μάς έκπλήσσει στά λόγια τού Θεού είναι ότι τό άμάρτημα τών Σοδόμων δέν ονομάζεται άπό τόν καρδιογνώστη Κύριο όπως έμείς τό ξέρουμε, άλλά δια­φορετικά.

Διαβάζουμε: «Πλήν τούτο τό άνόμημα Σοδόμων τής άδελφής σου». πό ήταν τό άμάρτημα τών Σοδόμων, τής πόλε­ως αύτής πού άποδείχθηκε άδελφή σου. Ποιό;

Ή ύπερηφάνεια, ή καύχηση, τό θράσος, ή άλαζονεία! Και έξηγεί ό άγιος Θεός: «Εμεγαλαύχουν και έποίησαν άνομήματα ένώπιον έμού» (στίχ. 50). Ήταν αλαζόνες, λέγει, και καυχώνταν, κόμπαζαν γι΄ αύτά πού έκαναν, και τις αμαρτίες τους δέν τις έκαναν κρυφά, άλλά φανερά, μπροστά μου, στό φώς της ήμέρας, μέ αύθάδεια και άναισχυντία, χωρίς συστολή και φόβο. «Τήν αμαρτίαν... ούχί λάθρα έπαισχυνόμενοι πεποιήκασιν, άλλ' οιονεί έπαγαλλόμενοι τί έργασία των πονηρών άνήγγειλαν πάσι και ένεφάνισαν», σχο­λιάζει σέ άνάλογο άγιογραφικό χωρίο (Ησ. γ' 9) και ό Μ. Βασίλειος. Τήν άμαρτία τή διέπρατταν όχι κρυφά και μέ ντρο­πή, άλλά τή διέδιδαν παντού και τή δια­φήμιζαν, σάν νά άγάλλονταν μέ τά βρώ­μικα έργα πού έκαναν.

Γι' αύτό κι 'Εγώ, συνεχίζει στό λόγο Του ό δικαιοκρίτης Κύριος, τούς άφάνισα άπό προσώπου γης, έτσι πού τούς είδα νά φέ­ρονται. «Και έξήρα αύτάς καθώς είδον» (στίχ. 50).

Συγκλονιστικός ό θεϊκός λόγος: «Τούτο τό άνόμημα Σοδόμων»: όχι αύτό πού θά περιμέναμε νά άκούσουμε, άλλά «ύπερηφανία».

Έχει βάθος ή θεϊκή έτυμηγορία. Παρου­σιάζει τή ρίζα και αίτία της έκφυλιστικής, διαστροφικής άμαρτίας τών Σοδομιτών, πού δέν ήταν άλλη άπό τήν άλαζονεία, τήν αύθάδεια, τόν κομπασμό, τήν ύβρι ένώπιον τού Θεού. Δέν ήταν μόνο ότι άμάρταναν, άλλά και καυχώνταν γιά τήν άμαρτία τους. Αύτό ήταν τό έξοργιστικό στά μάτια του Θεού. Και γι' αύτό τούς έξήλειψε.

Γιατί τά γράφουμε αύτά;...

Φρίκη! Φρίκη, καθώς παρατηρεί κανείς τήν ταυτότητα στις διαθέσεις τών Σοδο­μιτών μέ τούς νεοσοδομίτες. Λές κι έχουν γραφεί τά λόγια αύτά του 600 π.Χ. γιά όσα σήμερα λαμβάνουν χώρα σέ όλο τόν κόσμο, και στήν πατρίδα μας.

«Gay pride»! Παρέλαση ομοφυλοφίλων σέ πρωτεύουσα και συμπρωτεύουσα, μέ κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα και διαφήμισή τους: «Pride»! Καύχηση! 'Υπερη­φάνεια!

Είναι νά μή φρικιά κανείς διαπιστώνον­τας τήν ομοιότητα; «Και έξήρα αύτάς κα­θώς είδον». Γι΄ αύτό τούς κατέστρεψα, δηλώνει ό Θεός...

Όσοι σ' αύτόν έδώ τόν τόπο θέλουμε άκόμα νά στεκόμαστε έπάνω στό φόβο του Θεού- όσοι άγωνιούμε νά μήν καταντήσει ή πατρίδα μας «εις βάθος κακών», ώστε νά «καταφρονεί», νά μήν ύπολογίζει τί­ποτε (Παρ. ιη' 3)· όσοι δέν άντέχουμε νά βλέπουμε τήν πατρίδα μας νά μεταβάλ­λεται σέ Σόδομα και Γόμορρα..., άς έννοήσουμε τό βάθος τών θείων λόγων. 'Άς λεπτύνουμε τά πνευματικά μας αισθητή­ρια, γιά νά μπορέσουμε νά διαπιστώσου­με τό εύρος της «ύπερηφανίας», δηλαδή της προκλητικής και αύθάδους άναισχυντίας πού έχει κατακλύσει τόν κόσμο μας, τήν έποχή μας, τούς δρόμους τών πόλεών μας, τις άφίσες και γιγαντοοθόνες τού ύλόφρονος πολιτισμού μας, τό «στύλ» της ζωής μας, τις ίδιες τις καρδιές μας, γι' αύτό και τις αισθητικές έπιλογές και προ­τιμήσεις μας- όλο αύτό τό κλίμα, τήν άτμόσφαιρα μέσα στήν όποια κινούμαστε και ή όποια εύνοεί τήν έμφάνιση διαρκώς νέ­ων παρόμοιων έκτρωμάτων...

Άς καταλάβουμε τή σοβαρότητα τών περιστάσεων, τό χείλος τοϋ γκρεμού στό όποιο βρισκόμαστε, κι άς φορέσουμε έπά­νω μας «σάκκο και σποδό». Νά πέσου­με στά γόνατα, νά ύψώσουμε τά χέρια, νά κλαύσουμε ένώπιον του Θεού παρα­δεχόμενοι ότι «ήμάρτομεν, ήνομήσαμεν, ήδικήσαμεν» ένώπιον Του (πρβλ. Δαν. γ', Προσ. 5) κι ότι μετανοούμε- έπιστρέφουμε άπό τόν μάταιο όγκο, τήν κενοδο­ξία, τή ματαιοδοξία μας, τόν τύφο και τήν άλαζονεία μας, στόν άγνότατο φόβο Του. Αύτόν τόν φόβο, τόν φόβο του Θεού, τό δέος, τήν εύλάβεια, τή συναίσθηση της άπανταχού παρουσίας Του άς καλλιερ­γήσουμε στούς εαυτούς μας και στά παι­διά μας.

Άλλος δρόμος δέν ύπάρχει. Ή προει­δοποίηση τού νόμου του Θεού είναι σαφής: Τήν ύβρι τήν άκολουθεί ή συντριβή, και «Κύριος ύπερηφάνοις άντιτάσσεται» (Παρ. ις' 18, γ' 34).


Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”


Άναψε τη ψυχή με τη προσευχή...



Άναψε τη ψυχή με τη προσευχή. Πίστεψέ με, δεν έχει τόσο την ικανότητα να καθαρίζει τη σκουριά η φωτιά, όσο η νυχτερινή προσευχή τη σκουριά των αμαρτιών μας. Ας ντραπούμε,αν όχι κανέναν άλλον, τους νυκτερινούς φύλακες.Εκείνοι περιέρχονται τους δρόμους για τον ανθρώπινο νόμο,φωνάζοντας δυνατά μέσα στην παγωνιά και περπατώντας μέσα από τα στενά, και πολλές φορές βρέχονται και παγώνουν για σένα και την σωτηρία σου και για τη φύλαξη των χρημάτων σου. 

Εκείνος για τα χρήματα σου παίρνει τόσα προνοητικά μέτρα, ενώ εσύ ούτε για τη δική σου ψυχή; Και μάλιστα εγώ δεν σε αναγκάζω να περιφέρεσαι έξω στο ύπαιθρο όπως εκείνος, ούτε να πιέζεσαι φωνάζοντας δυνατά, αλλά μένοντας μέσα σ' έναν απόμερο χώρο, στο ίδιο το δωμάτιο σου, γονάτισε, παρακάλεσε τον Δεσπότη. Γιατί αυτός ο ίδιος ο Δεσπότης διανυκτέρευσε πάνω στο όρος των Ελαιών; Όχι για να γίνει πρότυπο για μας;

Τότε αναπνέουν τα φυτά, τη νύχτα εννοώ· τότε και η ψυχή, ακόμη περισσότερο απ' αυτά, δέχεται τη δροσιά Αυτά τα οποία ο ήλιος της ημέρας τα ξήρανε, αυτά τη νύχτα δροσίζονται. Αποτελεσματικότερα από κάθε δροσιά είναι τα δάκρυα που χύνονται εναντίον των επιθυμιών και κάθε φλογώσεως και καύσωνα και δεν αφήνουν να πάθουμε κανένα κακό.
Αν δεν απολαύσει (η ψυχή) αυτή τη δροσιά, την ημέρα θα ξεραθεί εντελώς. Αλλά όχι, να μη συμβεί κανένας από μας να τροφοδοτήσει εκείνη τη φωτιά, αλλά αφού δροσιστούμε και απολαύσουμε τη φιλανθρωπία του Θεού, έτσι όλοι να ελευθερωθούμε από το φορτίο των αμαρτιών μας με τη χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αμήν.

Η αδιάλειπτη Προσευχή

Όπως το να αναπνέεις ποτέ δεν είναι άκαιρο, έτσι ούτε και το να ζητάς, αλλά το να μη ζητάς είναι άκαιρο. Διότι όπως έχουμε ανάγκη από αυτήν, την αναπνοή, έτσι και από τη βοήθειά Του· και εάν θέλουμε, εύκολα μπορούμε να Τον προσελκύσουμε.

Αυτά που πολλές φορές δεν μπορούμε να κατορθώσουμε με τη δική μας προσπάθεια, αυτά εύκολα θα μπορέσουμε να τα επιτύχουμε με τις προσευχές, τις προσευχές εννοώ τις συνεχείς. Διότι πρέπει πάντοτε και ακατάπαυστα να προσεύχεται και αυτός που βρίσκεται σε θλίψη και αυτός που βρίσκεται σε άνεση, και μέσα στις συμφορές και μέσα στα αγαθά· αυτός που έχει άνεση και πολλά αγαθά, για να μένουν αμετακίνητα και αμετάβλητα και να μην τα στερηθεί ποτέ, και αυτός που έχει θλίψεις και πολλές συμφορές, για να δει κάποια αγαθή μεταβολή, να επέλθει γαλήνη και να παρηγορηθεί.
Έλεγε η Άννα (η μητέρα του Σαμουήλ) συνεχώς τα ίδια και δεν σταματούσε να προσεύχεται δαπανώντας πολύ χρόνο με τα ίδια λόγια. Έτσι λοιπόν και στο Ευαγγέλιο διέταξε ο Χριστός να προσευχόμαστε. Διότι λέγοντας στους Μαθητές: «Όταν προσεύχεστε, μη φλυαρείτε όπως οι ειδωλολάτρες, που νομίζουν ότι με την πολυλογία τους θα εισακουσθούν» (Ματθ. 6, 7), μας δίδαξε και τον τρόπο της προσευχής, δείχνοντας ότι το να εισακουσθεί η προσευχή εξαρτάται όχι από το πλήθος των λόγων, αλλά από την εγρήγορση του νου.

Εάν αγρυπνούμε, η Χάρη μας κάνει ναούς του Αγίου Πνεύματος, ώστε όλα να μας έρχονται πολύ εύκολα… οπουδήποτε κι αν είσαι, το θυσιαστήριο το έχεις μαζί σου… αφού συ ο ίδιος είσαι και ιερέας και θυσιαστήριο και θύμα που θυσιάζεται. Γιατί όπου και να είσαι μπορείς να στήσεις τον βωμό δείχνοντας μόνο άγρυπνη διάθεση, και καθόλου δεν σε εμποδίζει ο τόπος ούτε ο καιρός, αλλά κι αν δεν γονατίσεις, κι αν δεν κτυπήσεις το στήθος και δεν σηκώσεις τα χέρια στον ουρανό, αλλά δείξεις μόνο θερμή διάνοια, η προσευχή σου είναι πλήρης. 

Είναι δυνατόν και γυναίκα που υφαίνει και γνέθει με τη ρόκα της να στραφεί βλέποντας τον ουρανό με τη διάνοια και να επικαλεσθεί με θερμότητα το Θεό· είναι δυνατόν και άνθρωπος που ευρίσκεται στην αγορά και περπατά μόνος του να κάνει μακρές προσευχές· και άλλος που κάθεται στο εργαστήριο και ράβει δέρματα να ανεβάσει τη ψυχή του στον Δεσπότη· είναι δυνατόν και ο υπηρέτης, και ο δούλος κι εκείνος που πηγαινοέρχεται κι εκείνος που εργάζεται στο μαγειρείο, όταν δεν μπορεί να έλθει στην εκκλησία, να κάνη προσευχή μακρά και έντονη· δεν περιφρονεί τόπο ο Θεός· ένα μόνο ζητά, διάνοια θερμή και ψυχή που σωφρονεί.

Και πώς είναι δυνατόν, λέει, άνθρωπος κοσμικός, προσηλωμένος στο δικαστήριο, να προσεύχεται τρεις ώρες την ημέρα και να τρέχει στην Εκκλησία; Είναι δυνατόν και πάρα πολύ εύκολα· διότι και αν δεν μπορεί να τρέξει στην Εκκλησία, είναι δυνατόν εκεί που είναι όρθιος μπροστά στις πόρτες και προσηλωμένος στο δικαστήριο να προσευχηθεί.

Γιατί δεν χρειάζεται τόσο η φωνή όσο ο νους, ούτε άπλωμα χεριών όσο συγκεντρωμένη ψυχή, ούτε στάση, αλλά φρόνημα· επειδή κι αυτή η Άννα, δεν εισακούστηκε από τη μεγάλη και λαμπρή φωνή της, αλλ’ επειδή φώναζε δυνατά μέσα στη καρδιά της: «Και αυτή φώναζε μέσα στη καρδιά της, και κινούσε τα χείλη της, αλλά η φωνή της δεν ακουγόταν…» (Α’ Βασιλ. 1, 13) και συνεχίζει: «…ο Θεός του Ισραήλ ας ικανοποιήσει όλα τα αιτήματα ,που ζήτησες απ’ αυτόν… και την θυμήθηκε ο Κύριος» (στίχ. 17, 19). 

Αυτό το έκαναν πολλές φορές κι άλλοι πολλοί· και ενώ ο άρχοντας από μέσα φώναζε, απειλούσε, χτυπιόταν, έκανε σαν τρελός, αυτοί με το στόμα κλειστό στέκονταν μπροστά στην πόρτα και λέγοντας στο Θεό λίγα λόγια με το νου, όταν έμπαιναν τον άλλαζαν, τον καταπράυναν και από άγριο τον έκαναν ήμερο και σε τίποτε δεν εμποδίστηκαν, ούτε από τον τόπο, ούτε από τον χρόνο, ούτε από τη σιωπή γι’ αυτή τη προσευχή. 
Αυτό λοιπόν κάνε και συ: στέναξε πικρά, θυμήσου τα αμαρτήματά σου, κοίταξε ψηλά στον ουρανό, πες με το νου σου «ελέησόν με, ο Θεός…» και η προσευχή σου είναι πλήρης. Διότι αυτός που είπε «ελέησόν με, ο Θεός…», έκανε εξομολόγηση· αυτός που είπε: «ελέησον με…» έλαβε συγχώρηση των παραπτωμάτων, πέτυχε τη Βασιλεία των Ουρανών.

Έτσι προσευχόταν και ο Μωυσής, γι’ αυτό και χωρίς να προφέρει τίποτε, του λέγει ο Θεός: «γιατί μου φωνάζεις;…» (Έξοδ. 14, 15). Διότι οι άνθρωποι ακούνε μόνο αυτή την (εξωτερική) φωνή, ενώ ο Θεός πριν από αυτή ακούει όσους κραυγάζουν από μέσα τους.

Άρα γίνεται να ακουγόμαστε και χωρίς να φωνάζουμε, και να προσευχόμαστε με το νου μας με πολλή προσοχή περπατώντας στην αγορά, κι όταν συζητούμε με φίλους και οτιδήποτε κάνουμε να επικαλούμαστε το Θεό με πολύ δυνατή φωνή, την εσωτερική , και να μην την φανερώνουμε σε κανέναν από τους παρόντες, όπως έκανε τότε η Άννα «..και εμνήσθη αυτής Κύριος και συνέλαβε» (Α’ Βασιλ. 1, 13, 19). Τόσο δυνατή ήταν η εσωτερική κραυγή της.

(Η Άννα) «όταν αύξησε την προσευχή… και ο Ηλί παρατήρησε το στόμα της..». Είχε σφραγισθεί λοιπόν η φωνή της, δεν σφραγίσθηκε όμως η δύναμη της προσευχής της, αλλά η καρδιά από μέσα φώναζε περισσότερο. Διότι αυτό κυρίως είναι προσευχή, όταν οι φωνές προέρχονται από μέσα· αυτό είναι μάλιστα το γνώρισμα της ψυχής που πονά, να εκφράζει την προσευχή όχι με τον τόνο της φωνής, αλλά με την προθυμία της καρδιάς.

Όταν νομίσαμε ότι τα σπίτια έγιναν ξαφνικά οι τάφοι μας (από τον φοβερό σεισμό), όταν όλος μαζί ο λαός έκραζε το «Κύριε, ελέησον», τότε και ο Κύριος λύγισε από την ευσπλαχνία του· κινώντας δηλαδή τη γη με μόνο το βλέμμα του, με το χέρι υποβάσταξε την κτίση που έτρεμε.

Είναι εντελώς αδύνατον άνθρωπος που προσεύχεται με την προθυμία που αρμόζει και παρακαλεί το Θεό συνεχώς, να αμαρτήσει ποτέ. Και πώς; εγώ θα σου πω: Αυτός που θέρμανε το νου του και ανάστησε τη ψυχή του και μετέφερε τον εαυτό του κι έτσι επικαλέσθηκε τον Δεσπότη του και θυμήθηκε τις αμαρτίες του και συζήτησε μαζί Του για την συγχώρηση τους παρακαλώντας τον να φανεί ευσπλαχνικός και ήμερος, από την ενασχόληση με αυτά τα λόγια αποβάλλει κάθε βιοτική φροντίδα και αναπτερώνεται και γίνεται ανώτερος από τα ανθρώπινα πάθη· κι εάν ακόμη μετά την προσευχή δει εχθρό, δεν θα τον δει πλέον σαν εχθρό· κι εάν δει όμορφη γυναίκα, δεν θα επηρεασθεί βλέποντάς την, επειδή η φωτιά της προσευχής παραμένει μέσα του και διώχνει μακριά κάθε απρεπή λογισμό.

Αλλά επειδή είμαστε άνθρωποι και είναι φυσικό να πέσουμε σε ραθυμία, όταν περάσουν μία και δύο ώρες και τρεις μετά την προσευχή, και δεις τη θερμότητα που είχε προηγηθεί σιγά-σιγά ν’ αρχίσει να υποχωρεί, τρέξε πάλι γρήγορα στην προσευχή και θέρμανε την καρδιά σου που ψυχράθηκε. Κι εάν το κάνεις αυτό όλη την ημέρα θερμαίνοντας τα μεσοδιαστήματα με τις πυκνές προσευχές, δεν θα δώσεις στο διάβολο αφορμή και είσοδο εναντίον των λογισμών σου.

ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

Λίγοι κατάλαβαν ὅτι τὸ κέντρο βάρους τοῦ νόμου, ἡ βασικὴ ἐπιδίωξη, εἶναι νὰ φιμώσει τὸν ἐλεγκτικὸ καὶ πατερικὸ λόγο τῆς Ἐκκλησίας

...αὐτὸ ποὺ ἐνδιαφέρει τοὺς προσκυνημένους πολιτικοὺς καὶ ἐκκλησιαστικοὺς ἡγέτες δὲν εἶναι τόσο ἡ ἐλευθερία τοῦ πολιτικοῦ λόγου, ὅσο ἡ ἐλευθερία τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ λόγου, διότι ἡ μόνη ἀκατανίκητη δύναμη εἶναι ἡ Ἐκκλησία καὶ οἱ ἄξιοι ποιμένες της. Λίγοι κατάλαβαν ὅτι τὸ κέντρο βάρους τοῦ νόμου, ἡ βασικὴ ἐπιδίωξη, εἶναι νὰ φιμώσει τὸν ἐλεγκτικὸ καὶ πατερικὸ λόγο τῆς Ἐκκλησίας· αὐτὸν φοβοῦνται οἱ Ἑβραιομασόνοι· εἶναι οὐσιαστικὰ ρατσιστικὸς ὁ νόμος, γιατὶ στρέφεται ἐναντίον τοῦ Εὐαγγελίου, ἐναντίον τῆς χριστιανικῆς πίστεως καὶ ζωῆς, στὴ θέση τῶν ὁποίων θέλουν νὰ βάλουν τὴν βρώμικη, τὴν σιχαμερὴ ζωὴ τῶν πόρνων, τῶν μοιχῶν, τῶν ὁμοφυλοφίλων, ἀλλὰ καὶ τὴν πλάνη τῆς πανθρησκείας τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ τῆς Μασονίας, ὅπου δικαιολογοῦνται καὶ ἐνθαρρύνονται οἱ ἠθικὲς παρεκτροπές.

Πρωτοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης

Ἡ Καινή Διαθήκη γιά τήν Β΄ Παρουσία




"Μέλλει γάρ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεσθαι ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρός αὐτοῦ, καί τότε ἀποδώσει ἑκάστῳ κατά τήν πρᾶξιν αὐτοῦ" (Ματθ. 16, 27).

"Τούς γάρ πάντας ἡμᾶς φανερωθῆναι δεῖ ἔμπροσθεν τοῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ, ἵνα κομίσηται ἕκαστος τά διά τοῦ σώματος πρός ἅ ἔπραξεν, εἴτε ἀγαθόν εἴτε κακόν" (Β΄ Κορ. 5, 10).
"Πάντες παραστησόμεθα τῷ βήματι τοῦ Χριστοῦ" (Ρωμ. 14, 10).

"Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τήν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπό καταβολῆς κόσμου" (Ματθ. 25, 34).

"Πορεύεσθε ἀπ' ἐμοῦ οἰ κατηραμένοι εἰς τό πῦρ τό αἰώνιον τό ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καί τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ" (Ματθ. 25, 41).

"Αὐτός (ὁ Ἰησοῦς) ἐστιν ὁ ὡρισμένος ὑπό τοῦ Θεοῦ κριτής ζώντων καί νεκρῶν" (Πράξ. 10, 42).

"Καί ὄψονται τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐπί τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ μετά δυνάμεως καί δόξης πολλῆς" (Ματθ. 24, 30).

"Ἐφ' ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε"(Ματθ. 25, 40).

"Ἐφ' ὅσον οὔκ ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἐλαχίστω, οὐδέ ἐμοί ἐποιήσατε" (Ματθ. 25, 45).

"Προσέχετε ἑαυτοῖς μήποτε βαρυνθῶσιν ὑμῶν αἱ καρδίαι ἐν κρεπάλῃ καί μέθῃ καί μερίμναις βιωτικαῖς, καί αἰφνίδιος ἐφ' ὑμᾶς ἐπιστῇ ἡ ἡμέρα ἐκείνη· ὡς παγίς γάρ ἐπελεύσεται ἐπί πάντας τούς καθημένους ἐπί πρόσωπον πάσης τῆς γῆς, ἀγρυπνεῖτε οὖν ἐν παντί καιρῷ δεόμενοι ἵνα καταξιωθῆτε ἐκφυγεῖν πάντα τά μέλλοντα γίγνεσθαι καί σταθῆναι ἔμπροσθεν τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου (τοῦ Ἰησοῦ)". (Λουκ. κα΄ 34-36).


Μ Ε Τ Α Ν Ο Ε Ι Τ Ε 
ΟΣΟ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙΡΟΣ ΖΩΗΣ

Πατερικό Ἀνθολόγιο περί μετανοίας



Κανένας δέν πρέπει νά ἀπογοητεύεται γιά τή σωτηρία του. Ἁμάρτησες; Μετανόησε. Χιλιάδες φορές ἁμάρτησες; Χιλιάδες φορές μετανόησε, ἀρκεῖ νά μή μείνης στήν ἁμαρτία.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.

Τί δύναμη μπορεῖ νά ἔχει ἡ ἁμαρτία, ἐκεῖ ὄπου ὑπάρχει ἠ μετάνοια;
Ἀσκητής Ἡλίας.

Δέν θά καταδικαστοῦμε ποτέ, γιατί δέν κάναμε θαύματα, ἀλλά ὀφείλουμε νά δώσουμε λόγο γιατί δέν κλαίγαμε ἀκατάπαυστα γιά τίς ἁμαρτίες μας.
Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος.

Ὅλοι οἰ πνευματικοί, οἰ πατριάρχες, οἱ ἀρχιερεῖς κι ὄλος ὁ κόσμος νά σέ συγχωρήσει, εἶσαι ἀσυγχώρητος, ἐάν δέν μετανοήσεις ἔμπρακτα.
Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός.

Ὅταν μέ τήν ἁμαρτία γίνεις παλαιός ἄνθρωπος, τότε μά τή μετάνοια κάνε καινούργιο τόν ἑαυτό σου.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.

Τά πόδια τοῦ ληστοῦ δέν μολύνουν καθόλου τό ἔδαφος τῆς οὐράνιας βασιλείας, ἀλλά τό τιμοῦν. Διότι εἶναι τά πόδια τῆς μετανοίας.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.

Μετάνοια εἶναι τό νά στερηθῆς κάθε σωματική παρηγορία, χωρίς καθόλου νά λυπηθῆς.
Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος.

Ἡ τέλεια μετάνοια βρίσκεται στήν ἀπόκτηση τῆς ταπεινώσεως, ὁπότε δέν ἔχουμε οὔτε πορνικούς λογισμούς. 
Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος.

Πολλοί ἀντέταξαν πολλά, γιά νά ἀποφύγουν τά δεινά πού ἔρχονται καταπάνω τους. Ἀλλά χωρίς προσευχή καί μετάνοια, κανένας δέν ξέφυγε καμμιά συμφορά. 
Ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος.

Αὐτός πού μᾶς κολακεύει, γίνεται ὑπηρέτης τῶν δαιμόνων καί μᾶς ὁδηγεῖ στήν ὑπερηφάνεια, μέ ἀποτέλεσμα νά χάσουμε τή μετάνοια πού θά μᾶς σώσει.
Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος.


ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
Ἐκδόσεις: "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"