.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

«Ἄν ζητᾶμε πρῶτα τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί αὐτή εἶναι ἡ μόνη μέριμνά μας, ὅλα τά ἄλλα θά μᾶς δοθοῦν»


Ἀπόσπασμα κειμένου ἀπό τό βιβλίο "Πνευματική Ἀφύπνιση - Λόγοι Β, 
Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου"

Ὁ Θεός ἀγαπάει τό πλάσμα Του, τήν εἰκόνα Του, καί τό φροντίζει γι’ αὐτά πού τοῦ χρειάζονται. Ἄν δέν τό πιστεύη καί παλεύη μόνος του νά τά ἀποκτήση, θά ταλαιπωρῆται. Μά ἄν ὁ Θεός δέν δώση αὐτά τά ἐπίγεια, τά ὑλικά πράγματα, δέν θά στενοχωρηθῆ ὁ ἄνθρωπος πού ζῆ πνευματικά. Ἄν ζητᾶμε πρῶτα τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί αὐτή εἶναι ἡ μόνη μέριμνά μας, ὅλα τά ἄλλα θά μᾶς δοθοῦν. Θά ἀφήση ὁ Θεός τό πλάσμα Του; Τό μάννα πού ἔρριχνε ὁ Θεός καθημερινά στούς Ἰσραηλίτες στήν ἔρημο, ἄν τό κρατοῦσαν γιά τήν ἄλλη μέρα, σάπιζε. Ἔτσι τά οἰκονόμησε ὁ Θεός, γιά νά ἔχουν ἐμπιστοσύνη στήν θεία πρόνοια... 
Ἀκόμη τό “ζητεῖτε πρῶτον τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ” δέν τό ἔχουμε καταλάβει. Ἤ πιστεύουμε ἤ δέν πιστεύουμε. Ὅταν πῆγα νά μείνω στό Σινᾶ, δέν εἶχα τίποτε. Δέν σκέφθηκα ὅμως καθόλου τί θά γίνω στήν ἔρημο μέσα σέ ἄγνωστους ἀνθρώπους, τί θά φάω, πῶς θά ζήσω. Τό ἀσκητήριο τῆς Ἁγίας Ἐπιστήμης, ὅπου θά ἔμενα, ἦταν χρόνια ἐγκαταλελειμμένο, ἀκατοίκητο. Ἐπειδή δέν ἤθελα νά ἐπιβαρύνω τό μοναστήρι, δέν ζήτησα τίποτε. Μοῦ ἔφεραν λίγο ψωμί ἀπό τό μοναστήρι καί τό γύρισα πίσω. Γιατί νά ἀνησυχήσω, ἀφοῦ ὁ Χριστός εἶπε: “Ζητεῖτε πρῶτον τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ”; Τό νερό καί αὐτό ἦταν ἐλάχιστο. Οὔτε ἐργόχειρο ἤξερα, γιά νά πῆς πώς θά δούλευα καί θά ἔβγαζα τό ψωμί μου. Τό μόνο ἐργαλεῖο πού εἶχα ἦταν ἕνα ψαλίδι. Τό χώρισα στά δύο, τό ἀκόνισα σέ μια
πέτρα, πῆρα καί ἕνα ξύλο καί ἄρχισα νά φτιάχνω ξυλόγλυπτα εἰκονάκια. Δούλευα καί ἔλεγα καί τήν εὐχή. Γρήγορα ἐξασκήθηκα. Ἔφτιαχνα συνέχεια τό ἴδιο σχέδιο, καί τήν δουλειά πού θά ἔκανα σέ πέντε μέρες, τήν ἔκανα σέ ἕντεκα ὧρες, καί ὄχι μόνο δέν στερήθηκα, ἀλλά βοηθοῦσα καί τά Βεδουϊνάκια. Γιά ἕνα διάστημα ἔκανα ἐργόχειρο ἀρκετές ὧρες τήν ἡμέρα. Ὕστερα εἶχα φθάσει σέ μιά κατάσταση πού δέν ἤθελα νά κάνω ἐργόχειρο, ἀλλά ἔβλεπα καί τήν ἀνάγκη πού εἶχαν τά Βεδουϊνάκια. Ἕνα σκουφί καί ἕνα ζευγάρι πέδιλα νά τούς ἔδινες, ἦταν γι’ αὐτά πολύ μεγάλη εὐλογία… Μοῦ πέρασε λοιπόν ὁ λογισμός: “Ἦρθα ἐδῶ, γιά νά βοηθῶ τούς Βεδουΐνους ἤ γιά νά κάνω προσευχή γιά ὅλον τόν κόσμο;”. Ἔτσι ἀποφάσισα νά περιορίσω τήν δουλειά, γιά νά εἶμαι πιό ἀπερίσπαστος καί νά προσεύχωμαι περισσότερο. Καί μήπως περίμενα ἀπό πουθενά βοήθεια; Οἱ Βεδουΐνοι δέν εἶχαν οἱ ἴδιοι νά φᾶνε. Τό μοναστήρι ἦταν μακριά. Ἀπό τήν ἄλλη μεριά ἔρημος. Τήν ἴδια μέρα ὅμως πού περιόρισα τήν δουλειά, γιά νά διαθέσω περισσότερο χρόνο στήν προσευχή, ἔρχεται κάποιος καί μέ βρίσκει ἔξω ἀπό τό ἀσκητήριο καί μοῦ λέει: “Νά, πάρε αὐτές τίς ἑκατό λίρες, γιά νά βοηθᾶς τά Βεδουϊνάκια καί νά μή βγαίνης ἀπό τό πρόγραμμά σου καί νά προσεύχεσαι”! Δέν ἄντεξα. Τόν ἄφησα μόνον του γιά ἕνα τέταρτο καί πῆγα λίγο μέσα. Μοῦ εἶχε δημιουργήσει τέτοια κατάσταση ἡ πρόνοια καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού δέν μποροῦσα νά συγκρατήσω τά δάκρυά μου. Βλέπεις πώς ὁ Θεός οἰκονομάει, ὅταν ὑπάρχη ἡ καλή διάθεση; Γιατί ἐγώ πόσα θά τούς ἔδινα; Ἔδινα σέ ἕνα, ἐρχόταν τό ἄλλο, “ἐμένα δέν μοῦ ἔδωσες, Πάτερ!”, ἔλεγε, ὕστερα ἐρχόταν ἄλλο, “ἐμένα δέν μοῦ ἔδωσες, Πάτερ!”.

Οἰκονομάει ὁ Θεός. Βλέπει τίς ἀνάγκες, τίς ἐπιθυμίες μας, καί, ὅταν κάτι εἶναι γιά τό καλόμας, μᾶς τό δίνει. Ὅταν κανείς χρειάζεται σέ κάτι βοήθεια, ὁ Χριστός καί ἡ Παναγία βοηθοῦν. Ρωτοῦσαν τόν Γέροντα Φιλάρετο: “Τί θέλεις, Γέροντα, νά σέ οἰκονομήσουμε;”, “Ὅ,τι θέλω ἡ Παναγία θά τό στείλη”, ἀπαντοῦσε ἐκεῖνος. Καί ἔτσι γινόταν. Ὅταν ἐμπιστευώμαστε τόν ἑαυτό μας στόν Θεό, ὁ Καλός Θεός μᾶς παρακολουθεῖ καί μᾶς οἰκονομάει. Σάν καλός οἰκονόμος δίνει στόν καθένα μας ὅ,τι τοῦ χρειάζεται καί μᾶς φροντίζει ἀκόμη καί σέ λεπτομέρειες γιά τίς ὑλικές ἀνάγκες μας. Καί γιά νά καταλάβουμε τήν φροντίδα Του, τήν πρόνοιά Του, μᾶς δίνει ἀκριβῶς ὅ,τι μᾶς χρειάζεται. Νά μήν περιμένης ὅμως πρῶτα νά σοῦ δώση ὁ Θεός, ἀλλά ἐσύ νά δώσης ὅλο τόν ἑαυτό σου στόν Θεό. Γιατί, ἐάν ζητᾶς συνέχεια ἀπό τόν Θεό καί δέν ἀφήνης τόν ἑαυτό σου μέ ἐμπιστοσύνη στόν Θεό, αὐτό δείχνει ὅτι ἔχεις δικό σου σπίτι καί ἀποξενώνεσαι ἀπό τίς αἰώνιες οὐράνιες Μονές. Ὅσοι ἄνθρωποι τά δίνουν ὅλα στόν Θεό καί δίνονται ὁλόκληροι σ’ Αὐτόν, στεγάζονται κάτω ἀπό τόν μεγάλο τροῦλλο τοῦ Θεοῦ καί προστατεύονται ἀπό τήν θεία Του πρόνοια. Ἡ ἐμπιστοσύνη στόν Θεό εἶναι μιά συνεχής μυστική προσευχή, πού φέρνει ἀθόρυβα τίς δυνάμεις τοῦ Θεοῦ ἐκεῖ πού χρειάζονται καί τήν ὥρα πού χρειάζονται, καί τότε τά φιλότιμα παιδιά Του Τόν δοξολογοῦν συνέχεια μέ πολλή εὐγνωμοσύνη.

Ὁ Παπα-Τύχων, ὅταν εἶχε πάει στό Καλύβι τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, δέν εἶχε ναό, ἄν καί τοῦ ἦταν ἀπαραίτητος. Οὔτε χρήματα εἶχε γιά νά φτιάξη, παρά μόνο μεγάλη πίστη στόν Θεό. Μιά μέρα προσευχήθηκε καί ξεκίνησε γιά τις Καρυές, μέ τήν πίστη ὅτι ὁ Θεός θά τοῦ οἰκονομοῦσε τά χρήματα πού χρειαζόταν, γιά νά φτιάξη τόν ναό. Πρίν φθάση ἀκόμη στίς Καρυές, τόν φώναξε ἀπό μακριά ὁ δικαῖος τῆς Σκήτης τοῦ Προφήτη Ἠλία. Ὅταν πλησίασε ὁ Παπα-Τύχων, ὁ δικαῖος τοῦ εἶπε: “Κάποιος καλός Χριστιανός ἀπό τήν Ἀμερική μοῦ ἔστειλε αὐτά τά δολλάρια, γιά νά τά δώσω σέ κανέναν ἀσκητή πού δέν ἔχει ναό. Ἐσύ δέν ἔχεις ναό· πάρ’ τα καί φτιάξε”. Δάκρυσε ὁ Παπα-Τύχων ἀπό συγκίνηση καί εὐγνωμοσύνη στόν Καλό Θεό πού, σάν καρδιογνώστης πού εἶναι, εἶχε φροντίσει γιά τόν ναό, πρίν ἀκόμη ἐκεῖνος Τόν παρακαλέση, ὥστε νά τοῦ ἔχη ἕτοιμα τά χρήματα, ὅταν θά τοῦ τά ζητοῦσε.

Ὅταν κανείς ἀφήνεται στόν Θεό, ὁ Θεός δέν τόν ἀφήνει. Καί πράγματι, ἄν χρειασθῆς αὔριο στίς δέκα ἡ ὥρα κάτι, ὅταν δέν εἶναι παράλογο καί εἶναι ἀνάγκη πραγματική, ἐννιά καί σαράντα πέντε λεπτά ἤ ἐννιά καί μισή θά τό ἔχη ἕτοιμο ὁ Θεός, γιά νά σοῦ τό δώση. Π.χ. σοῦ χρειάζεται ἕνα κύπελλο στίς ἐννιά ἡ ὥρα. Στίς ἐννιά παρά πέντε σοῦ ἔρχεται τό κύπελλο. Σοῦ χρειάζονται πεντακόσιες δραχμές. Τήν ὥρα που τίς θέλεις ἔρχονται ἀκριβῶς πεντακόσιες δραχμές· οὔτε πεντακόσιες δέκα οὔτε τετρακόσιες ἐνενῆντα. Ἔχω παρατηρήσει ὅτι, ἄν μοῦ χρειασθῆ λ.χ. κάτι αὔριο, ὁ Θεός τό ἔχει προνοήσει ἀπό σήμερα· πρίν δηλαδή τό σκεφθῶ ἐγώ, τό ἔχει σκεφθῆ ὁ Θεός πιό νωρίς καί τό παρουσιάζει τήν ὥρα πού τό χρειάζομαι. Γιατί ἀπό ἐκεῖ πού ἔρχεται, γιά νά φθάση σ’ ἐμένα ἀκριβῶς τήν ὥρα πού τό χρειάζομαι, βλέπω πόσος χρόνος ἀπαιτεῖται. Ἄρα ὁ Θεός τό φρόντισε νωρίτερα.

Ὅταν ἀπό φιλότιμο κάνουμε τόν Θεό νά χαίρεται μέ τήν ζωή μας, τότε Ἐκεῖνος δίνει ἄφθονες τίς εὐλογίες Του στά φιλότιμα παιδιά Του, τήν ὥρα πού τίς χρειάζονται. Ὅλη ἡ ζωή μετά περνάει μέ εὐλογίες τῆς θείας πρόνοιας. Μπορῶ ὧρες νά σᾶς λέω παραδείγματα ἀπό τήν θαυμαστή πρόνοια τοῦ Θεοῦ.

Ὅσιος Παΐσιος

Δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ “Παράκληση. Διμηνιαία Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λεμεσοῦ”, τεῦχος 72 (2013), σ. 13-14.

Μεγάλος φόβος, την ώρα του θανά­του

Μεγάλος φόβος, αδελφοί, θα μας κυριεύσει την ώρα του θανά­του, όταν η ψυχή χωρίζεται από το σώμα με φόβο και οδύνες. Διότι την ώρα του χωρισμού στέκονται μπροστά στην ψυχή τα έργα της, όσα έκανε τη νύχτα και τη μέρα, καλά και κακά, και οι Άγγελοι σπεύδουν βιαστικά να την βγάλουν έξω από το σώμα˙ αλλά η ψυχή παρατηρώντας τα έργα της δειλιάζει να βγει.
Η ψυχή μάλιστα του αμαρτωλού με φόβο χωρίζεται από το σώμα και με τρόμο αναχωρεί για να παρουσιασθεί στον αθάνατο Βασιλιά˙ και καθώς αναγκάζεται να βγει από το σώμα, βλέποντας τα έργα της, λέει σ’ αυτά με φόβο˙ «Δώστε μου προθεσμία μια ώρα, να βγω». Απαντούν σ’ αυτή τα έργα της· «Εσύ μας έκανες· γι’ αυτό ας πάμε εμείς στον Θεό μαζί μ’ εσένα».
Ας μισήσουμε, αδελφοί, αυτή τη μάταια ζωή, και ας ποθήσου­με μόνο τον Χριστό, τον άγιο. Δεν ξέρουμε, αδελφοί, σε ποια ώρα θα συμβεί ο θάνατός μας. Κανείς από μας δε γνωρίζει την ώρα η τη μέρα του χωρισμού. Ξαφνικά μάλιστα, καθώς εμείς βαδίζουμε και χαιρόμαστε αμέριμνα τις απολαύσεις στη γη, έρχεται το πρόσταγμα να πάρουν την ψυχή από το σώμα˙ και αναχωρεί ο αμαρτωλός άπ’ αυτό τον κόσμο τη μέρα που δεν το περιμένει, ενώ η ψυχή του είναι γεμάτη αμαρτίες και δεν έχει παρρησία. Γι’αυτό παρακαλώ, αδελ­φοί, ας γίνουμε ελεύθεροι και ας μη διατηρούμε τη δουλεία αυτής της ματαίας ζωής. Ας δώσουμε φτερά στην ψυχή μας, για να πετά­ει καθημερινά προς τον Θεό, μακριά από τιςπαγίδες και τα σκάνδα­λα. Ο Πονηρός κρύβει συνεχώς τις παγίδες του μπροστά στην ψυχή μας, ώστε, αφού πρώτα την σκανδαλίσει, να την παρασύρει με τις παγίδες του στην αιώνια κόλαση.
Βαδίζουμε ανάμεσα στα σκάνδαλα και στις παγίδες, αγαπητοί˙ ας προσευχόμαστε να μην πέσουμε σ’ αυτές. Είναι γεμάτες γλυκύτη­τα οι παγίδες του θανάτου. Ας μη δεθεί η ψυχή μας στη γλυκύτητά τους. Η γλυκύτητα των παγίδων τού θανάτου είναι η μέριμνα για τα γήινα πράγματα και για ταχρήματα και τους λογισμούς και τις πονηρές πράξεις. Μη γλυκαθείς εσύ, αδελφέ, με τη γλυκύτητα της παγίδας του θανάτου. Μη χαλαρώσεις τον εαυτό σου, ούτε να παρα­δοθείς στη μελέτη των πονηρών λογισμών. Αν ο ρυπαρός λογισμός βρει είσοδο να μπει μέσα στην ψυχή σου, την κάνει να νιώσει γλυκύ­τητα με την πονηρή μελέτη, για να την θανατώσει, και γίνεται ο πονηρός λογισμός σαν μια παγίδα μέσα στην ψυχή, αν συμβεί να μη διωχθεί με την προσευχή και τα δάκρυα, με την εγκράτεια και την αγρυπνία.
Γίνε συνεχώς ελεύθερος από όλα τα γήινα πράγματα, για να γλυτώσεις από τις παγίδες και τους λογισμούς και τις πονηρές πράξεις. Μη χαλαρώσεις τον εαυτό σου ούτε στιγμή στη μελέτη τού πονηρού λογισμού. Ας μην παρατείνει ο πονηρός λογισμός την πα­ραμονή του στην ψυχή σου, αδελφέ. Να καταφεύγεις πάντοτε στον Θεό με προσευχή και νηστεία και δάκρυα, για να γλυτώσεις από όλες τις παγίδες και τα σκάνδαλα και τα πάθη.
Μη νομίσεις, αδελφέ, ότι πρόκειται να ζήσεις πολύ χρόνο επά­νω στη γη, και χαλαρώσεις τον εαυτό σου στη μελέτη των πονηρών λογισμών και πράξεων, και έρθει ξαφνικά η προσταγή του Κυρίου και σε βρει να αμαρτάνεις χωρίς να έχεις πια καιρό μετάνοιας, ούτε επίσης συγχώρηση. Και τι θα πεις κατά την ώρα του χωρισμού, αδελφέ; Διότι συμβαίνει να μη σου επιτρέπει η προσταγή τού Κυρίου να παραμείνεις ούτε στιγμή επάνω στη γη. Πολλοί είναι που νομί­ζουν ότι πρόκειται να ζήσουν πολύ χρόνο στη γη, αλλά ήρθε ξαφνι­κά ο θάνατος, έθαψε τη μάταια προσδοκία. Ήρθε ξαφνικά ο θάνατος και βρήκε τον άνθρωπο, τον αμαρτωλό και πλούσιο, που λογάριαζε να ζήσει πολλά χρόνια με άνεση στη γη, να μετρά με τα δάχτυλα τα κεφάλαια και τους τόκους, και να διαιρεί με τη σκέψη τα άφθονα πλούτη του και να τα αναλογεί σε πολλά χρόνια.Ήρθε ξαφνικά ο θάνατος και σε μια στιγμή εξαφάνισε συγχρόνως όλο τον υπολογι­σμό και τον πλούτο και τη μέριμνα τού μάταιου λογισμού. Ήρθε επίσης ο θάνατος και βρήκε τον δίκαιο και όσιο άνθρωπο να μαζεύει τον πλούτο των ουρανών με την προσευχή και τη νηστεία.
Να έχεις πάντοτε μπροστά στα μάτια σου το θάνατο, αδελφέ μου, και να μη φοβάσαι το χωρισμό από το σώμα σου. Έτσι να προσμένεις και συ πάντοτε, σαν συνετός και πνευματικός άνθρωπος, καθημερινά το θάνατο και την παρουσία σου στο βήμα τού Κυρίου.
Ετοίμασε κάθε μέρα το λυχνάρι σου, σαν φρόνιμος και πρόθυμος άνθρωπος˙ πρόσεξέ το κάθε ώρα, με δάκρυα και προσευχές. Όσο χρονικό διάστημα, αδελφέ, είσαι ελεύθερος, βιάσου. Διότι έρχεται ο καιρός, γεμάτος δειλία και φόβο και θόρυβο, ο οποίος εξαιτίας της σύγχυσής του δεν επιτρέπει να συλλογίζεσαι αυτά που είναι ανώτερα.
Προσέχετε, αγαπητοί μου, πως αναπτύσσονται όλα τα πονηρά και πως προοδεύουν κάθε μέρα τα κακά και πως προχωρεί η πονη­ρία. Αυτά περιμένουν τη σύγχυση που έρχεται, και τη μεγάλη θλί­ψη που πρόκειται να έρθει σε όλα τα πέρατα της γης. Από τις αμαρτίες μας και από τη χαυνότητά μας προχωρούν τα πονηρά. Ας γίνουμε άγρυπνοι κάθε μέρα, φιλόθεοι πολεμιστές˙ ας νικήσουμε στον πόλεμο τού Εχθρού, φιλόχριστοι˙ ας διδαχθούμε τις συνήθειες τού πολέμου˙ διότι είναι αόρατος. Συνήθειες αυτού τού πολέμου είναι πάντοτε η απαλλαγή από τα γήινα πράγματα. Αν έχεις μπρο­στά στα μάτια σου κάθε μέρα το θάνατο, δε θα αμαρτάνεις. Αν απαλλαγείς από τα γήινα πράγματα, δε θα νικηθείς στον πόλεμο. Αν μισήσεις τα γήινα, καταφρονώντας τα προσωρινά, θα μπορέσεις να πάρεις, σαν γενναίος πολεμιστής, το βραβείο της νίκης. Επειδή δηλαδή τα γήινα έλκουν τον άνθρωπο κάτω, προς τον εαυτό τους, γι’ αυτό και τα πάθη σκοτίζουν στον πόλεμο τα μάτια της καρδίας.
Γι’ αυτό το λόγο μας πολεμά και μας νικά ο Πονηρός, επειδή είμα­στε γεμάτοι από γήινα και υπηρετούμε σαν δούλοι τα πάθη των γήι­νων μερίμνων διότι όλοι μας, χωρίς εξαίρεση, αγαπούμε τα γήινα, αδελφοί, και ο νους μας είναι καρφωμένος στη γη εξαιτίας της χα­λαρότητάς μας. Η μέρα τελειώνει πια και ο χρόνος μας πλησίασε προς το βράδυ, αλλά εμείς, αγαπητοί, εξαιτίας της απιστίας μας νο­μίζουμε ότι είναι πρωί.
Ας φοβηθούμε, αγαπητοί. Είναι ενδέκατη ώρα της μέρας, και το μάκρος του δρόμου είναι μεγάλο. Ας φροντίσουμε να βρεθούμε στο σταθμό μας. Ας γίνουμε άγρυπνοι και ας φυλάξουμε τους εαυ­τούς μας από τον ύπνο, όπως οι άυπνοι. Δε γνωρίζουμε ποια ώρα θα έρθει ο Δεσπότης. Ας ελαφρύνουμε τους εαυτούς μας από το βά­ρος των γήινων πραγμάτων. «Μη μεριμνάτε εντελώς», είπε ο Κύ­ριος. Το να αγαπάμε όλους παραγγέλλει σ’ εμάς ο Θεός, εμείς όμως μάλλον διώξαμε την αγάπη, και αυτή έφυγε από τη γη. Δε βρίσκεις επάνω στη γη την αγάπη τέλεια, σύμφωνα με το θέλημα τού Θεού. Από όλους διώχθηκε˙ από όλους μισήθηκε η αγάπη˙ πε­ρισσότερο βασιλεύει ο φθόνος˙ οι φιλονεικίες και οι συγχύσεις επάνω στη γη πληθύνουν οι αδικίες κάλυψαν όλους, χωρίς εξαίρεση˙ ο κα­θένας ζητά με πόθο τα γήινα και καταφρονεί τα ουράνια˙ ποθεί τα προσωρινά, και κανείς δεν αγαπά τα μέλλοντα.
Ποθείς να είσαι ουράνιος; Μη ζητάς αυτά που είναι επάνω στη γη, αλλά μίσησέτα και δείξε αποστροφή και αγωνίσου, ως τέλειος, και πόθησε, ως τέλειος, τη βασιλεία των ουρανών. Μη συλλογίζεσαι λέγοντας˙ «Είναι πολύς ο χρόνος της ασκήσεως και βαρύς, και εγώ, είμαι αμελής και αδύνατος και δεν μπορώ να αγωνισθώ». Άκουσε με προσοχή τα λόγια της ωραίας και καλής συμβουλής˙ μάθε καλά τι σου λέω, φιλόχριστε αδελφέ. Αν θελήσεις να αναχωρήσεις σε άλλη μακρινή χώρα, δεν μπορείς να διανύσεις την απόσταση όλου του δρόμου σε μια ώρα, αλλά υπολογίζοντας το περπάτημα σου καθη­μερινά κάνεις στάση και αναχωρείς, και μετά από καιρό και κόπο φθάνεις στη χώρα που ζητάς.
Έτσι είναι η ουράνια βασιλεία και η τρυφή του παραδείσου. Ο καθένας φθάνει εκεί με νηστείες και εγ­κράτεια και αγρυπνίες και αγάπη. Αυτοί είναι οι δρόμοι που οδη­γούν στον ουρανό, προς τον Θεό. Μη φοβηθείς να βάλεις αρχή του κάλου δρόμου, που φέρνει στη ζωή. Να θέλεις μόνο να βαδίσεις στο δρόμο, και αν βρεθείς ολοπρόθυμος, αμέσως ο δρόμος γίνεται ίσιος μπροστά σου. Και βαδίζοντας με χαρά κάνεις στάσεις, τερπόμενος σ’ αυτές· διότι δυναμώνουν τα βήματα της ψυχής σου στην κάθε στάση. Και για να μη βρεις δυσκολία στο δρόμο που οδηγεί στη ζωή, ο Κύ­ριος ο ίδιος έγινε δια μέσου του εαυτού του δρόμος της ζωής, για όσους θέλουν να αναχωρήσουν και να έρθουν με χαρά στον Πατέρα των φώτων.

Οσίου Εφραίμ του Σύρου

Σκέψεις για τον θάνατο

Ο ΚΛΗΡΟΣ όλων των ανθρώπων της γης, κλήρος αναπόφευκτος, είναι ο θάνατος. Τον φοβόμαστε ως τον πιο άσπονδο εχθρό μας. Τα θύματά του τα κλαίμε πικρά. Ωστόσο ζούμε σαν να μην υπήρχε θάνατος, ζούμε σαν να είμαστε αιώνιοι πάνω στη γη.

Τάφε μου! Γιατί σε ξεχνώ; Εσύ με περιμένεις. Περιμένεις να γίνω ο κάτοικός σου. Και θα γίνω. Γιατί, λοιπόν, σε ξεχνώ και ζω σαν να περιμένεις κάθε άλλον άνθρωπο εκτός από μένα;...

Η αμαρτία μού στέρησε και μου στερεί τη γνώση και την αίσθηση κάθε αλήθειας. Μου κλέβει, μου αρπάζει από τον νου τη μνήμη του θανάτου, του τελευταίου και συνάμα του πιο σημαντικού και του πιο βέβαιου γεγονότος της ζωής του άνθρωπου.

Για να θυμόμαστε τον θάνατο, πρέπει να ζούμε σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού. Με τις εντολές του Χριστού ο νους και η καρδιά καθαρίζονται, νεκρώνονται για τον κόσμο και αναζωογονούνται για τον Κύριο. Ο νους, όσο απαλλάσσεται από τους κακούς ή και απλώς μάταιους λογισμούς, τόσο συλλογίζεται τον θάνατο. Η καρδιά, όσο απαλλάσσεται από τα πάθη, τόσο τον προαισθάνεται. Και ο νους και η καρδιά, όσο απομακρύνονται από τον αμαρτωλό κόσμο, τόσο στρέφονται προς την αιωνιότητα, όσο αγαπούν τον Χριστό, τόσο ποθούν να βρεθούν κοντά Του, μολονότι, έχοντας συναίσθηση του μεγαλείου του Θεού και της δικής τους αμαρτωλότητας, αναλογίζονται με τρόμο την ώρα του θανάτου. Φοβερός παρουσιάζεται μπροστά τους ο θάνατος μαζί με τον αγώνα του. Τον ποθούν, ωστόσο, για να λυτρωθούν από την επίγεια αιχμαλωσία.

Αν εμείς δεν μπορούμε να ποθούμε τον θάνατο λόγω της ψυχρότητάς μας απέναντι στον Χριστό και της αγάπης μας προς τα φθαρτά, ας χρησιμοποιήσουμε τουλάχιστο τη μνήμη του θανάτου σαν ένα πικρό φάρμακο ενάντια στην αμαρτωλότητά μας. Γιατί η ψυχή, όταν οικειωθεί τη μνήμη του θανάτου, διαλύει τη φιλία της με την αμαρτία και απομακρύνεται απ' όλες τις αμαρτωλές απολαύσεις.

«Μόνο αυτός που γνώρισε τι σημαίνει μνήμη θανάτου», είπε κάποιος από τούς οσίους πατέρες, «δεν θα μπορέσει ποτέ πια ν' αμαρτήσει». «Να θυμάσαι πάντα τα τέλη της ζωής σου», λέει και η Γραφή, «και δεν θα αμαρτήσεις ποτέ».

Να σηκώνεσαι από το κρεβάτι σου σαν αναστημένος από τους νεκρούς. Να ξαπλώνεις στο κρεβάτι σου σαν νεκρός που τοποθετείται στον τάφο. Ο ύπνος είναι συμβολισμός του θανάτου. Και το σκοτάδι της νύχτας είναι προάγγελος του σκοταδιού του τάφου, που θα το διαλύσει το φως της αναστάσεως, φως χαρμόσυνο για τους φίλους του Χριστού και φοβερό για τους εχθρούς Του.

Ένα πυκνό σύννεφο, μολονότι δεν είναι παρά μια λεπτή μάζα υδρατμών, κρύβει από τα μάτια του σώματός μας το φως του ήλιου. Έτσι και το πυκνό σύννεφο των σαρκικών απολαύσεων, του περισπασμού και των βιοτικών μερίμνων κρύβει από τα μάτια της ψυχής μας τη μεγαλειώδη αιωνιότητα.

Για τα τυφλωμένα μάτια δεν υπάρχει ο λαμπερός ήλιος στον καθαρό ουρανό. Για την καρδιά που έχει τυφλωθεί από την εμπάθεια, από την προσκόλληση στον πλούτο και τη δόξα και τις ηδονές της γης, δεν υπάρχει αιωνιότητα.

«Κακός είναι ο θάνατος των αμαρτωλών» και τους επισκέπτεται τη στιγμή που δεν τον περιμένουν, βρίσκοντάς τους εντελώς απροετοίμαστους για την αιωνιότητα. Τους αρπάζει, λοιπόν, από τη γη, όπου άλλο τίποτα δεν έκαναν παρά να παροργίζουν τον Θεό, και τους ρίχνει για πάντα στη φυλακή του άδη.

Θέλεις να θυμάσαι τον θάνατο; Να είσαι αυστηρά μετρημένος στη διατροφή σου, στην ένδυσή σου, στη χρήση υλικών αντικειμένων γενικά. Να προσέχεις μήπως τα είδη πρώτης ανάγκης φτάσουν να γίνουν είδη πολυτελείας. Να μελετάς με πνεύμα μαθητείας τον νόμο του Θεού μέρα και νύχτα ή όσο μπορείς συχνότερα. Έτσι θα κρατήσεις τη μνήμη του θανάτου. Και θα την κρατήσεις σταθερά, μόνιμα, ακλόνητα, αν την ενώσεις με τη βαθιά μετάνοια για τις αμαρτίες σου, με την ειλικρινή διάθεσή σου για διόρθωση, με τα ποτάμια των κατανυκτικών δακρύων, με εγκάρδιες και πολλές προσευχές.

Ποιος από τους ανθρώπους έμεινε για πάντα σωματικά ζωντανός στη γη; Κανένας. Θ' ακολουθήσω, λοιπόν, κι εγώ τα χνάρια των γονιών μου, των παππούδων μου, των αδελφών μου και όλων των συνανθρώπων μου. Το σώμα μου θα κλειστεί στον σκοτεινό τάφο. Η κατάσταση της ψυχής μου θα είναι μυστήριο αξεδιάλυτο για όσους θα βρίσκονται ακόμα στη γη.

Θα κλάψουν για μένα οι συγγενείς και οι φίλοι μου. Ίσως να κλάψουν πολύ πικρά. Σύντομα, όμως, θα με λησμονήσουν. Έτσι θρηνήθηκαν και έτσι λησμονήθηκαν αναρίθμητοι άνθρωποι πριν από μένα. Τώρα δεν τους θυμάται παρά μόνο ο υπερτέλειος Θεός.

Αμέσως μετά τη γέννησή μου, ή μάλλον αμέσως μετά τη σύλληψή μου, ο θάνατος έβαλε πάνω μου τη σφραγίδα του. Είναι δικός μου κι αυτός, είπε, ετοιμάζοντας χωρίς χρονοτριβή το δρεπάνι του. Οποιαδήποτε στιγμή μπορώ να γίνω θύμα του! Ίσως να μου κατάφερε ήδη —και πράγματι μου κατάφερε— πολλά άστοχα χτυπήματα. Αναπόφευκτα, όμως, θα έρθει και το εύστοχο, το καίριο και τελευταίο χτύπημα.

Με παγερό χαμόγελο και υπεροπτικό ύφος κοιτάζει ο θάνατος τα επίγεια έργα των ανθρώπων. Κοιτάζει τον αρχιτέκτονα να σχεδιάζει ένα κολοσσιαίο κτίριο, κοιτάζει τον ζωγράφο να φιλοτεχνεί έναν υπέροχο πίνακα, κοιτάζει τον μεγαλοφυή στοχαστή να καταγράφει τις ιδέες του. Και ξαφνικά έρχεται απρόσκλητος, απρόσμενος αλλά και αδυσώπητος στους μεγάλους της γης, παίρνει τη ζωή τους και ακυρώνει τα φιλόδοξα σχέδιά τους.

Μόνο μπροστά στον μαθητή του Χριστού στέκεται ευλαβικά ο σκληρός θάνατος. Νικημένος καθώς είναι από τον αναστημένο Θεάνθρωπο, σέβεται μόνο την «εν Χριστώ» ζωή. Συχνά ουράνιος αγγελιοφόρος πληροφορεί τους υπηρέτες της Αλήθειας για την επικείμενη μετοίκησή τους στην αιώνια μακαριότητα. Έτσι, προετοιμασμένοι για τον θάνατο με την πνευματική ζωή, παρηγορημένοι από τη μαρτυρία της συνειδήσεώς τους και από την ουράνια υπόσχεση, κοιμούνται τον αιώνιο ύπνο ήσυχα, με το χαμόγελο στα χείλη.

Έχεις δει σώμα αγίου μετά την έξοδο της ψυχής του; Δεν αναδίδει δυσοσμία. Δεν εμπνέει φόβο. Όταν ενταφιάζεται, τη διάχυτη θλίψη των παρόντων ανθρώπων τη σκορπίζει και την εξαφανίζει μια ακατάληπτη χαρά. Το πρόσωπο, με τα χαρακτηριστικά του αναλλοίωτα, αναπαύεται μέσα σε μια βαθιά ειρήνη και συνάμα λάμπει από μιαν απερίγραπτη ευφροσύνη, την ευφροσύνη των τερπνών συναντήσεων και ασπασμών με τους αγίους και τους αγγέλους του Θεού, που έρχονται από τον ουρανό για να παραλάβουν την ψυχή.

Έλα, λοιπόν, μνήμη του θανάτου μου! Έλα εσύ, η τόσο πικρή αλλά και τόσο ρεαλιστική και αναγκαία και ωφέλιμη μνήμη! Απομάκρυνέ με από την αμαρτία! Βάλε με στον δρόμο του Χριστού! Παράλυσε τα μέλη μου για κάθε κούφια, κάθε μάταιη, κάθε αμαρτωλή ενέργεια.

Έλα, μνήμη του θανάτου μου! Έλα, και θα διώξω μακριά μου την κενοδοξία και τη φιληδονία, που θέλουν να με αιχμαλωτίσουν. Έλα, και θα αποσύρω από το τραπέζι μου τα αχνιστά πλούσια φαγητά. Έλα και θα βγάλω τα φανταχτερά μου ρούχα, για να βάλω πένθιμα. Έλα, και θα κλάψω ζωντανός τον εαυτό μου, τον νεκρό από τη γέννησή του.

"Έτσι!", μου αποκρίνεται η μνήμη του θανάτου. "Θρήνησε τον εαυτό σου όσο ακόμα είσαι ζωντανός! Εγώ ήρθα για να σε πικράνω ευεργετικά, φέρνοντας μαζί μου σκέψεις πολλές, σκέψεις ωφέλιμες για την ψυχή σου. Πούλησε όσα από τα υπάρχοντά σου δεν σου είναι απόλυτα αναγκαία και δώσε τα χρήματα στους φτωχούς, στέλνοντας μ' αυτόν τον τρόπο προκαταβολικά τους θησαυρούς σου στον ουρανό, όπως είπε ο Κύριος. Όταν πας κι εσύ εκεί, θα βρεις τους θησαυρούς σου αυξημένους εκατό φορές. Κλάψε πικρά και προσευχήσου θερμά για τον εαυτό σου. Ποιος θα σε μνημονεύει τόσο επίμονα και εγκάρδια μετά τον θάνατό σου όσο εσύ ο ίδιος πριν από τον θάνατό σου; Μην εμπιστεύεσαι τη σωτηρία της ψυχής σου σε άλλους, όταν μπορείς μόνος σου να επιτελέσεις αυτό το έργο, το πιο σημαντικό, το πιο επιτακτικό, αλλά και το πιο επείγον έργο της ζωής σου! Γιατί να τρέχεις πίσω από τη φθορά, όταν ο θάνατος οπωσδήποτε θα σου αφαιρέσει όλα τα φθαρτά; Ο θάνατος είναι εκτελεστής των εντολών του πανάγιου Θεού. Μόλις ακούσει μιαν εντολή Του, σπεύδει να την εκτελέσει με ταχύτητα αστραπής. Δεν ντρέπεται ούτε τον πλούσιο ούτε τον άρχοντα ούτε τον ήρωα ούτε τον μεγαλοφυή. Δεν λυπάται ούτε τα νιάτα ούτε την ομορφιά ούτε την εγκόσμια ευτυχία. Μεταφέρει στην αιωνιότητα κάθε άνθρωπο, τον φίλο του Θεού στην αιώνια μακαριότητα και τον εχθρό του Θεού στην αιώνια κόλαση".

«Η μνήμη του θανάτου είναι δώρο του Θεού», είπαν οι πατέρες. Κι αυτό το δώρο δίνεται στους τηρητές των εντολών του Χριστού, για να τους τελειοποιήσει στον ιερό αγώνα της μετάνοιας και της σωτηρίας.

Η ευεργετική και θεοδώρητη μνήμη του θανάτου προϋποθέτει πάντοτε την έντονη προσωπική προσπάθεια για την οικείωση αυτής της μνήμης. Μη σταματήσεις, λοιπόν, να ασκείς στον εαυτό σου όση βία χρειάζεται για να θυμάται —αδιάλειπτα, αν είναι δυνατόν— την ώρα του τέλους του. Ανάγκαζέ τον, με συνεχείς υπομνήσεις, να συλλογίζεται την αναμφισβήτητη τούτη αλήθεια, ότι οπωσδήποτε κάποτε, άγνωστο πότε ακριβώς, θα πεθάνει. Έπειτα από ολιγόχρονη άσκηση βίας και χάρη στις υπομνήσεις σου, η μνήμη του θανάτου θ' αρχίσει να έρχεται από μόνη της στον νου, να έρχεται όλο και πιο συχνά, να έρχεται δυνατή και συνταρακτική, χτυπώντας με το θανατηφόρο ξίφος της κάθε αμάρτημα πριν καλά-καλά γεννηθεί.

Ξένος προς το πνευματικό αυτό δώρο είναι εκείνος που αγαπά την αμαρτία. Ο φίλος της αμαρτίας και λίγο πριν τοποθετηθεί στον τάφο αποζητάει τις σαρκικές απολαύσεις. Καταπρόσωπο βλέπει τον θάνατο, και δεν προβληματίζεται. Αντίθετα, ο μαθητής του Χριστού, ακόμα και αν βρίσκεται σε μεγαλόπρεπα ανάκτορα, θυμάται τον τάφο, που τον προσμένει, και χύνει δάκρυα σωτήρια για την ψυχή του. Αμήν. 


(ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ B', ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΑΝΙΝΩΦ. ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ)

"H νεορθοδοξία ανατρέπει την Oρθοδοξία"

Τι είναι κατά βάθος η διδασκαλία των νεορθοδόξων; Είναι ένα θεωρητικό σύστημα, που συγκροτείται από στοιχεία παρέχοντα συνεχή και αδιάπτωτη ευδαιμονία, χαρά, ευφορία, αισιοδοξία, ερωτικές απολαύσεις, υποσχόμενες την τελείωση των βιούντων κατά τα πρότυπα των νεορθοδόξων, μέ κατάληξη τον θείον έρωτα και την θέωση. Δηλαδή πρόκειται για ένα τρόπο ζωής, μέσα στην Εκκλησία, που συνίσταται από, κατ' επιλογήν, δογματικές και πνευματικές θέσεις, υφιστάμενες απαραιτήτως προκρούστιες επεξεργασίες και υποτασσόμενες σε αναπλαστικές μεθοδεύσεις, για να υπηρετήσουν προεσχηματισμένα μοντέλα, στη θεωρία και την πράξη. Προσφέρουν έτσι μια dolce vita, αλλά, προπαντός, ορθόδοξη, αφού δεν στερείται ορθοδόξων στοιχείων! Και ακριβώς γι' αυτό και απατηλή.
Ποιος δεν θέλει την ευτυχία του, τη χαρά του και την αιώνια σωτηρία του; Έτσι λοιπόν η ανθολογημένη αυτή διδαχή από την Ορθοδοξία γίνεται αποδεκτή ευχαρίστως, σαν κάτι αντι-στατικό, αντι-παλαιολιθικό, αντι-συντηρητικό, σαν «μια άλλη γλώσσα, μια άλλη θεώρηση αυτού του χώρου». Ο Σταυρός του Χριστού δεν θα αίρεται πλέον, γιατί δεν χρειάζεται, η νέκρωση της σάρκας και των παθών είναι περιττή, αφού την ετοιμάζουμε για ερωτικές απολαύσεις, τηρουμένου, βέβαια, του όρου ότι «προσφέρεται για την ευτυχία του άλλου». 
Λόγος περί εντολών δεν γίνεται, για νηστείες και γενικώς άσκηση, για «στενή και τεθλιμμένη» και για πολέμους με τον σατανά και τα πάθη, τελεία σιωπή. Η Πατερική γραμματεία είναι καλή, αλλά ανθολογουμένη και καταλλήλως ερμηνευομένη, για να προβάλλει την χαρούμενη Ορθοδοξία. 
Τα αριστουργήματα της οσιακής εμπειρίας και των θεολογικών ελλάμψεων, που έχουν ενσωματωθεί στα λειτουργικά βιβλία της Παρακλητικής, του Τριωδίου, στα Μηναία, στο Θεοτοκάριον, στο Πεντηκοστάριον, είναι αποδεκτά, χωρίς όμως τους θρήνους της μετανοίας, χωρίς την αίσθηση της αμαρτωλότητος, της ενοχής, της ευθύνης, των χρεών από τις αμαρτίες, αφού ο Θεός είναι άπειρο πέλαγος αγαθότητος και βλέπει τις ανθρώπινες αθλιότητες με κατανόηση ως αστοχίες, ατευξίες. 
Λόγος περί θείας δικαιοσύνης και ανταποδόσεως, δεν έχει θέση στην νεορθοδοξία. Επίσης ο τόσον εύσπλαγχνος και φιλάνθρωπος Κύριος, αδύνατον να κολάσει, αφού κάτι σχετικό τάχα λέγει και ο Ισαάκ ο Σύρος. 
Ο φόβος έχει εκτοπισθεί από την αγάπη, το «τρέμω την φοβεράν ημέραν της κρίσεως», είναι άγνωστη γλώσσα, αφού θα μας δικαιώσει ο Κύριος, σαν τον Μαρμελάδωφ(1) μόνο και μόνο γιατί θεωρούσε τον εαυτό του ως χοίρο. Τον εκάλεσε ο Κύριος και χωρίς άλλη μετάνοια, χωρίς αποχή της μέθης και ας έστελνε τη Σόνια να πορνεύει για χάρη του πατρικού ποτού, όπως μας το εγγυάται ο κ. Γιανναράς.

1. Ήρωας του μυθιστορήματος του Ντοστογιέφσκι, "Εγκλημα και τιμωρία

------------------------------------------------------------
πηγή: ΘΕΌΚΛΗΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ, "Περί θείου και ανθρωπίνου έρωτος - Β. Ο Νικολαϊτικός ερωτισμός των νεορθοδόξων", εκδ. Σπηλιώτη

Έλληνες οι σε λίγο "θλιβεροί ρακένδυτοι επαίτες της τοκογλυφικής, άθεης και διεστραμμένης Ευρώπης"!



Σάββατο 11 Ιουλίου βράδυ στο μοναστήρι της Σουρωτής. Χιλιάδες προσκυνητές προσκυνούν τον Άγιο Παΐσιο και ζητούν την ευλογία του και την βοήθεια του. Δεν θα πω τίποτα για την παρουσία του προκαθήμενου που από πίσω του έτρεχαν ασθμαίνοντες δεκάδες ρασοφόροι να ποζάρουν δίπλα του, γιατί δεν είναι Έλληνας υπήκοος. Την ιδία ώρα παίζονταν οι τύχες και το μέλλον της πατρίδας μας μέσα στον λάκκο των άθεων θηρίων.
Η Ελλάδα, η πατρίδα της Ορθοδοξίας, η χώρα που γέννησε την δημοκρατία και έθεσε της βάσεις του σύγχρονου Οικουμενικού πολιτισμού, έρμαιο της Νέας Τάξης Πραγμάτων που με αλλεπάλληλες εφόδους προσπαθεί να κατασπαράξει τον ελληνικό λαό και να λεηλατήσει τον στρατό και την εκκλησία, δηλαδή τις δυο μεγάλες κολώνες της ύπαρξης του.
Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά τα τραγικά, ενώ η χώρα για άλλη μια φορά αλυσοδένεται στην μνημονιακή σκλαβιά, ενώ η ελληνική κοινωνία οδηγείται με νέα σκληρότερα από ποτέ μέτρα στο εκτελεστικό απόσπασμα, οι πνευματικοί ηγέτες αυτού του λαού παριστάνουν τους κωφάλαλους, εμφανίζονται ανύπαρκτοι και περί άλλων τυρβάζουν ενώ το ποίμνιο «καίγεται» με τον πιο τραγικό τρόπο. Το ηρωϊκό αιματοβαμμένο και τιμημένο ράσο το κατάντησαν… εξάρτημα καλλωπισμού!
Ελληνική εκκλησιαστική ιεραρχία! Καλυτέρα θα ήταν να ονομάζεται «Φιλανθρωπική Ένωση», ή… «Σύλλογος Φίλων της Οικολογίας, του Εκσυγχρονισμού» και του… «άλλα λόγια να αγαπιόμαστε»!
Με λίγα πιάτα φαγητού που προσφέρουν εκπλήρωσαν το έργο τους προς τον ελληνικό λαό, προς την Ορθοδοξία που σήμερα βάλλεται με θανάσιμο τρόπο, προς το ηλεκτρονικό φακέλωμα που θριαμβεύει με την σκανδαλώδη απουσία κάθε αντίδρασης, προς την περεταίρω πτώχευση όλων των παραδοσιακών αρχών μας, με τους Έλληνες που σε λίγο θα είναι οι θλιβεροί ρακένδυτοι επαίτες της τοκογλυφικής, άθεης και διεστραμμένης Ευρώπης.
Η υποκρισία δεν έχει όριο. Συνεχώς κηρύγματα του πουθενά σε ένα ακροατήριο που πονά και θα πονέσει ακόμα περισσότερο. Κηρύγματα της ανυπαρξίας σε μια χώρα που μετρά τις αμέτρητες πληγές της ενώ κομπάζονται ότι ορθοτομούν τον Λόγο.
Το πιο χειρότερο, κάποιοι από αυτούς κουνούν το δάχτυλο λέγοντας απειλητικά ότι πληρώνουμε τις αμαρτίες μας. Κρίμα σε αυτούς που βρίσκουν αυτήν την εύκολη διαφυγή από τις ποιμαντικές τους ευθύνες.
Όταν μια Ευρώπη που την ευλογούν, κολυμπά στην διαστροφή και στην εκπόρνευση της ανθρώπινης ύπαρξης, αυτοί κάνουν ηθικολογικά μαθήματα.
Και πέρα από όλα αυτά προχωρούν ακόμα και στην κατάργηση της πατερικής διδασκαλίας με το εύρημα του μεταπατερικού λογοπαίγνιου. Προχωρούν στην αλλαγή όλων των θεμελιωδών αρχών της ορθόδοξης πίστης χάριν του ευρωπαϊκού εκσυγχρονισμού τους.
Είναι ποιμένες Ορθοδόξων, ή φαρισαίοι, λύκοι με ένδυμα ποιμένος; Ευτυχώς που υπάρχουν και κάποιες εξαιρέσεις!
Ήμερα μνήμης του μεγάλου Αγίου Παισίου μας. Από κάποιον που είχε την τύχη να πάρει την ευλογία του όταν ήταν εν ζωή, φέτος, μετά από 18 χρόνια συνεχούς παρουσίας, με μεγάλη παρρησία στο σπίτι του Αγίου.
Ας μας ελεήσει ο Άγιος!

ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος

www.nikosxeiladakis.gr

Σε κάθε σου ενέργεια, ακόμη και στην παραμικρή σου κίνηση, κέντρο να είναι ο Θεός!

Η υπερηφάνεια είναι η μεγαλύτερη πνευματική αρρώστια. Σαν την βδέλλα που, αν κολλήσει επάνω σου, σου ρουφάει το αίμα, έτσι και η υπερηφάνεια ρουφάει όλο το εσωτερικό του ανθρώπου.
Φέρνει και πνευματική ασφυξία, γιατί καταναλώνει όλο το πνευματικό οξυγόνο της ψυχής.
Κοίταξε να πετάξεις τον εαυτό σου, γιατί αν δεν πετάξεις τον εαυτό σου, θα σε πετάξει ο εαυτός σου. Αν πετάξεις τον εαυτό σου, μετά θα πετάς. Τι τον κρατάς τον εαυτό σου για τον εαυτό σου; Το κομμάτι της αγάπης που κρατάς για τον εαυτό σου, το αφαιρείς από την ολοκληρωτική αγάπη που πρέπει να έχεις για τους άλλους.
Αν γνωρίσεις τον εαυτό σου, θα δεις ότι δεν έχεις τίποτα δικό σου και τίποτε δεν μπορείς να κάνεις χωρίς τη βοήθεια του Θεού. Αν λοιπόν καταλάβεις πως ότι καλό κάνεις είναι από τον Θεό και όσες χαζομάρες κάνεις είναι δικές σου, τότε θα πάψεις να έχεις εμπιστοσύνη στον εαυτό σου και θα απαλλαγείς από την αυτοπεποίθηση.
Λίγο αν μας εγκαταλείψει η Χάρις του Θεού, τίποτε δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε. Είναι απλά τα πράγματα. Έχει, ας υποθέσουμε, κάποιος μερικές ικανότητες και υπερηφανεύεται γι” αυτές. Πρέπει να σκεφθεί: Που τις βρήκε; Του τις έδωσε ο Θεός. Αυτός τι έκανε; Τίποτε. Δίνει λ.χ. ο Θεός σε κάποιον λίγο παραπάνω μυαλό και μπορεί να έχει μια μεγάλη επιχείρηση και να ζει άνετα. Να υπερηφανευτεί ότι τα καταφέρνει; Λίγο να τον εγκαταλείψει ο Θεός, μπορεί να χρεοκοπήσει και να πάει φυλακή.
Όταν κάποιος κάνει κάτι ταπεινά και με αγάπη και δεν βρει αναγνώριση, μπορεί να του έρθει και ένα παράπονο. Αυτό είναι ανθρώπινο -όχι φυσικά ότι και αυτό είναι σωστό, αλλά τότε έχει κανείς κάποια ελαφρυντικά. Όταν όμως απαιτεί την αναγνώριση, αυτό είναι βαρύ έχει μέσα εγωισμό και ανθρωπαρέσκεια.
Όσο μπορείς, να κινείσαι ταπεινά. Ότι κάνεις να το κάνεις με φιλότιμο, για τον Χριστό και όχι από κενοδοξία για να ακούσεις το «μπράβο» από τους ανθρώπους. Όταν ο άνθρωπος δε δέχεται τα «μπράβο» από τους ανθρώπους και εργάζεται μόνο για τον Θεό, τότε ανταμείβεται από τον Θεό και σ” αυτήν τη ζωή με την άφθονη Χάρη Του και στην άλλη με τα αγαθά του Παραδείσου.
Σε κάθε σου ενέργεια, ακόμη και στην παραμικρή σου κίνηση, κέντρο να είναι ο Θεός. Στρέψε όλο τον εαυτό σου προς τον Θεό. Αν αγαπήσεις τον Θεό, ο νους σου θα είναι συνέχεια στο πως να ευχαριστήσεις τον Θεό, και όχι στο πως να αρέσεις στους ανθρώπους.
Δυστυχώς, πολλές φορές οι πνευματικοί άνθρωποι θέλουν την αρετή, αλλά θέλουν και κάτι που να τρέφει την υπερηφάνεια τους, δηλαδή αναγνώριση, πρωτεία κ.τ.λ., κι έτσι μένουν με ένα κενό στην ψυχή τους, το κενό της κενοδοξίας δεν υπάρχει το πλήρωμα, το φτερούγισμα της καρδιάς. Και όσο μεγαλώνει η κενοδοξία τους, τόσο μεγαλώνει και το κενό μέσα τους και τόσο περισσότερο υποφέρουν.
Μόνο με τα αντίθετα των κοσμικών επιδιώξεων θα μπορέσεις να κινηθείς στον πνευματικό χώρο. Στοργή θέλεις; Να χαίρεσαι, όταν δε σου δίνουν σημασία. Ζητάς θρόνο; Κάθισε τον εαυτό σου στο σκαμνί. Ζητάς επαίνους; Αγάπησε την περιφρόνηση, για να νιώσεις την αγάπη του Περιφρονημένου Ιησού. Ζητάς δόξα; Ζήτα την αδοξία, για να νιώσεις την δόξα του Θεού. Και όταν νιώσεις την δόξα του Θεού, θα νιώθεις τον εαυτό σου ευτυχισμένο και θα έχεις μέσα σου την μεγαλύτερη χαρά απ” όλες τις χαρές του κόσμου.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Πόσοι θὰ σωθοῦν;

Δὲν εἶναι λίγες οἱ φορὲς ποὺ κοιτών­τας γύρω μας ­διαπιστώνουμε τὸ ὀλιγάριθμο τῶν πιστῶν χριστια­νῶν. Πόσοι ἀλήθεια ἐκκλησιάζονται κά­θε Κυριακή; Πόσοι τηροῦν τὶς ­νηστεῖες τῆς Ἐκκλησίας μας; Πόσοι ἐξομολογοῦνται καὶ κοινωνοῦν μὲ προετοιμασία; Πόσοι ζοῦν συνειδητὰ τὴ ζωὴ ποὺ ζητᾶ ὁ Κύριός μας καὶ ὁρίζει τὸ Εὐαγγέλιό Του; Λίγοι. Ἐλάχιστοι. Καὶ ὅσο συνειδητοποιοῦμε τὸ ἐλάχιστο αὐτὸ ποσοστό, τόσο καὶ ἀπογοητευόμαστε καὶ ἀπελπιζόμαστε. Καὶ τελικὰ ἀναρωτιώμαστε: ἂν εἶναι ἔτσι, ποιοὶ λοιπὸν θὰ σωθοῦν; Ποιοὶ θὰ ἀξιωθοῦν νὰ ἀπολαύσουν τὴ χαρὰ τῆς μελλούσης Βασιλείας τῶν οὐρανῶν; 

Ὅμως τὸ ἐρώτημα οὔτε ἀναδύεται ἀπὸ τὴν ὑπάρχουσα ἀπογοητευτικὴ πραγματικότητα οὔτε πρωτοφανὲς καὶ σύγχρονο εἶναι. Εἶναι ἐρώτημα ­σύγχρονο τῆς ἐποχῆς τοῦ Κυρίου. Τέθηκε στὸν ἴδιο τὸν Κύριο 2.000 χρόνια πρίν. Κάποιος δηλαδὴ Τὸν ρώτησε: «Κύριε, εἰ ὀλί­γοι οἱ σωζόμενοι;» (Λουκ. ιγ΄ [13] 23)· Κύριε, εἶναι ἄραγε ὄντως λίγοι αὐτοὶ ποὺ τελικὰ σώζονται; Καὶ βέβαια, πολὺ σωστὰ τὸ ἐρώτημα ἐτέθη στὸν Κύριο, διότι μόνος Αὐτὸς ἦταν σὲ θέση ὡς παντογνώστης νὰ γνωρίζει τὴν ἀπάντηση σ’ αὐτὸ τὸ ἐρώτημα.
Ἀλλὰ ὁ Κύριος δὲν ἔδωσε ἄμεση ἀπάν­τηση.
Καὶ δέν ἔδωσε ἀπάντηση, γιατὶ δὲν ἦλ­θε στὴν πρώτη ἐπὶ τῆς γῆς παρουσία Του γιὰ νὰ μᾶς φανερώσει ὅ,τι θὰ ἀποφασίσει κατὰ τὴ Δευτέρα Του Παρουσία.
Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἀπάντηση ποὺ ἔδωσε στὸ παραπάνω ἐρώτημα, δὲν ἱκανοποίησε τὴν περιέργεια τοῦ ἐρωτῶντος. Θέλησε ὅμως νὰ τοῦ ἀπαντήσει γιὰ νὰ τὸν ὠφελήσει.
–Μὴ ρωτᾶς λοιπόν, τοῦ λέει, πόσοι θὰ σωθοῦν. Αὐτό, ἀκόμη καὶ ἂν τὸ μάθεις, δὲν σὲ ὠφελεῖ. Ἐκεῖνο ποὺ πρέπει νὰ μάθεις καὶ ποὺ πρέπει περισσότερο νὰ σὲ ἀπασχολεῖ, εἶναι τὸ πῶς θὰ σωθεῖς. Καὶ ἐπειδὴ ἀκριβῶς αὐ­τὸ τὸ ἐρώτημα ἔχει σπουδαιότερη καὶ ὠφελιμότερη σημασία, γι’ αὐτὸ καὶ ἀπαντῶ σ’ αὐτό: Μάθε λοιπὸν ὅτι γιὰ νὰ σωθεῖτε, θὰ πρέπει νὰ ἀγωνίζεσθε. «Ἀγωνίζεσθε εἰσελθεῖν διὰ τῆς στενῆς πύλης» (Λουκ. ιγ΄ [13] 24).
«Ἀγωνίζεσθε». Αὐτὸ εἶναι ποὺ χρειάζεσθε. Ὁ ἀγώνας. Ὁ διαρκὴς καὶ ἔντονος καὶ μὲ ὅλες τὶς ἀνθρώπινες δυνάμεις.
Ἀγώνας ἀποφασιστικὸς γιὰ νὰ βαδίζουμε μὲ συνέπεια τὴν ὁδὸ τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου, χωρὶς συμβιβασμοὺς καὶ ὑποχωρήσεις. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος δὲν εἶπε «ἀγωνισθεῖτε», ἀλλὰ «ἀγωνίζεσθε». Διαρκῶς, ἀδιακόπως, μὲ ὅλες τὶς δυνάμεις σας μέχρι θανάτου. Μόνο ἔτσι θὰ σωθεῖτε.
Ἂς μὴν ἀπογοητευόμαστε λοιπὸν ἀπὸ τὴ φαινομενικὴ ἄρνηση τῆς ὁδοῦ τῆς σωτηρίας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Πρῶτον, γιατὶ δὲν ξέρουμε μὲ ποιὰ κριτήρια θὰ κρίνει ὁ πάνσοφος Κύριος, Αὐτὸς ποὺ θέλει «πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι» (Α΄ Τιμ. β΄ 4).
Μήπως θὰ μποροῦσε νὰ φανταστεῖ ποτὲ κανεὶς ὅτι ὁ ληστὴς ποὺ συσταυρωνόταν μὲ τὸν Κύριο θὰ ἦταν ὁ πρῶτος ἔνοικος τοῦ Παραδείσου; Φυσικὰ ὄχι. Ἂς μὴ σκαλώνει ἡ σκέψη μας λοιπὸν στὴν ἀπορία: ­πόσοι θὰ σωθοῦν; Ἀλλὰ νὰ μᾶς ἐνδιαφέρει ἂν πραγματικὰ θὰ εἴμαστε κι ἐμεῖς μεταξὺ τῶν σωζομένων. Νὰ ἔχουμε αὐτὴ τὴν ἱερὴ ἀνησυχία. Καὶ ταυτόχρονα νὰ ­εἰρηνεύουμε, γιατὶ γνωρίζουμε τὸν δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὴν προσωπική μας σωτηρία. Ἔχουμε στὰ χέρια μας τὸ κλειδὶ ποὺ ἀνοίγει τὴν πύλη τῆς οὐρανίου Βασιλείας. Καὶ αὐτὸ δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὸν προσωπικό μας ἀγώνα. Ἂς ἀγωνιζόμαστε λοιπόν. Γιατὶ μόνο οἱ ἀγωνιστὲς θὰ εἶναι καὶ οἱ νικητὲς τοῦ Παραδείσου. Ἂς ἀγωνιζόμαστε μὲ ἐλπίδα, μὲ πίστη, μὲ ἔνταση, χωρὶς διακοπή. Ἐναντίον τῶν παθῶν μας, τοῦ κακοῦ ἑαυτοῦ μας. Ἐναντίον τοῦ τρόπου ζωῆς τῶν πολλῶν, ποὺ εἴτε ἀπὸ ἄγνοια εἴτε ἀπὸ ἀδιαφορία ζοῦν στὴν ὁδὸ τῆς ἁμαρτίας. Μὰ πάνω ἀπ’ ὅλα ἂς ἀγωνιζόμαστε μέσα στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ διὰ τῶν ἱερῶν Μυστηρίων, ἔτσι ὥστε καὶ διὰ τῆς Χάριτός Του νὰ ἀπολαύσουμε τὸ μέγα ἔλεός Του καὶ τὴν αἰώνια σωτηρία μας.

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

Το όνειδος της ανθρωπότητος


ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟΝ ΤΗΣ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΙΑΣ

Το Όνειδος της ανθρωπότητας

«Ώ ανόητοι και βραδείς τη καρδία… ουκ οίδατε
ότι αρσενοκοίταις(= ομοφυλόφιλοι ), Βασιλείαν
Θεού ου κληρονομήσουσιν; » (Αγία Γραφή).

Ο Κιναιδισμός – Ομοφυλοφιλία είναι μιά διάστροφος – παρεκτροπή της γε-νετήσιας λειτουργίας, από του φυσικού. Μια διεφθαρμένη, παρά φύση σχέση, που υπάρχει μεταξύ ατόμων που ανήκουν στο ίδιο φύλο. Τούτο παρατηρείται και στα δύο φύλα, ανδρών και γυναικών, ( Ρωμ. 1,26-27 – Α΄ Κορ. 6,9-10 ).

Από Ψυχολογικής επόψεως εξεταζόμενος ο Κιναιδισμός – Ομοφυλοφιλία, είναι φαινόμενο « Ψυχοπαθολογικόν », από δε Βιολογικής επόψεως ερευ-νώμενο είναι « παθολογική κατάστασις ». Είναι ελκυστική δύναμη ο Κι-ναιδισμός – Ομοφυλοφιλία, η οποία ενεργεί « εις τον άνευ ηθικού έρματος άνθρωπον, βιούντα άνευ υψηλών ιδεωδών και βεβαίως εκτός της ακτινο-βολίας του Χριστιανισμού » ( ΘΗΕ, τόμ. 9ος σελ. 920-921 ).

Ομοφυλόφιλοι, κατά την Αγία Γραφή, είναι όλοι εκείνοι οι « εκτεθηλυμένοι, οι κίναιδοι, οι αισχροπαθούντες, οίτινες το σώμα εκθέτουσιν εις το πάσχειν τα των γυναικών ». ( Θεοφύλακτος. Παν. Τρεμπέλα, « Υπόμνημα εις τας Επιστολάς », τόμ. Α΄, σελ. 289 » - Α΄ Κορ. 6,9-10 ). 

Ο Κιναιδισμός – Ομοφυλοφιλία είναι μιά λίαν μυσαρή και απεχθής πράξη, και λόγω της μυσαρότητάς της, είναι τόσο κραυγαλέα, ώστε να προκαλεί την οργή του Δημιουργού. Είναι δε τόσο Θεομίσητη πράξη ο Κιναιδισμός – Ομοφυλοφιλία, εάν σκεφτούμε την απόφαση του Θεού, ο Οποίος δεν αρκέ-στηκε απλώς σε κάποια διορθωτική τιμωρία, αλλά προέβη στην εξάλειψή της από προσώπου γης, με την περίπτωση των Σοδόμων και της Γομόρρας. « κραυγή Σοδόμων και Γομόρρας πεπλήθυνται πρός με και αι αμαρτίαι αυτών μεγάλαι σφόδρα ». ( Γεν. 18,20 ). 

Ο Απόστολος Πέτρος μας βεβαιώνει, ότι την τιμωρία αυτή των Σοδομιτών ο Θεός την έχει ως « υπόδειγμα των μελλόντων ασεβείν τεθεικώς » ( Α΄ Πέτρ. 2,6 ). Και ο Απόστολος Ιούδας, ( όχι ο Ισκαριώτης ), μας δηλώνει λίαν κατη-γορηματικά, ότι και οι « κατά τον ίδιον όμοιον τούτοις τρόπον οπίσω σαρκός ετέρας πρόσκεινται δείγμα, πυρός αιωνίου δίκην υπέχουσι », ( Ιούδ. 7 ). Αναφέρεται δε και παρ’ Ιερωνύμω, ότι ένας διδάσκαλος του είχε πεί, πως «την νύχτα εκείνη κατά την οποίαν εγεννήθη ο Χριστός, έστειλε πρώτον Άγγελο ο Θεός και εθανάτωσε όλους τους αρσενοκοίτας, όπου ήσαν εις τον κόσμον, και έπειτα εγεννήθη, για να μην ευρεθή τότε εις την γην μία τοι-αύτη Θεομίσητη αμαρτία » ( « ΕΟΡΤΟΔΡΟΜΙΟΝ » σελ. 64 ). 

Οι Κίναιδοι – Ομοφυλόφιλοι, συνεπώς, από Εκκλησιαστικής επόψεως, εί-ναι ήδη καταδικασμένοι, όπως ακριβώς και ο Σατανάς, « σειραίς ζόφου ταρ-τάρου»( Β΄ Πέτρ. 2,4 ), και ουδεμία οικονομία είναι δυνατόν να επιδειχθεί από την Εκκλησία, εφ’ όσον δεν χωρεί Μετάνοια, δεδομένου ότι η αμαρτία αυτή είναι «δυσέκνιπτος (= δύσκολον να ξεπλυθεί – ασυγχώρητη ») μας διδάσκουν οι άγιοι Οικουμενικοί Πατέρες της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Και είναι Θεο-μίσητη η αμαρτία του Κιναιδισμού – Ομοφυλοφιλίας, γιατί προσβάλλει τον Δημιουργό ο Οποίος, κατ’ αυτούς, έχει κάνει λάθος, «.εδημιούργησε μόνον άρσεν και θήλυ», τον Αδάμ και την Εύα, και δεν εδημιούργησε έναν ακόμη Αδάμ, «ερμαφρόδιτον(= αρσενικο/θήλυκον! ». Άπαγε της βλασφημίας…

Ο Κιναιδισμός – Ομοφυλοφιλία είναι διαστροφή της γενετήσιας λειτουργίας από το φυσικό της. Διό και είναι Θεομίσητη διαστροφή που ξεπερνά ακόμη και την άλογο φύση, γι’ αυτό και είναι λίαν επικίνδυνη, θανάσιμος απειλή για την Κοινωνία. Είναι ο πιό μεγάλος κίνδυνος της ανθρώπινης κοινωνίας με α-νυπολόγιστες επιπτώσεις, γιατί:

Το μέγα αυτό τέρας του Κιναιδισμού – Ομοφυλοφιλίας, εξισώνεται με την φυσική ετεροφυλοφιλία. Επιφέρει συσκότιση των φύλων, και εμπνέει ιδε-ολογίες που προωθούν την αμφισβήτηση της οικογένειας, η οποία από την φύση της αποτελείται από δύο γονείς ετερόφυλους(= άνδρας και γυναίκα - πατέρας και μητέρα ). Ο ίδιος ο Δημιουργός για την απεχθή αμαρτωλή αυτή πράξη έχει ήδη αποφανθεί τελεσίδικα, και συνεπώς δεν υπάρχουν περιθώριαοποιασδήποτε εκκλησιαστικής οικονομίας, για την παραμονή των Κίναιδων – Ομοφυλοφίλων ως μελών της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Ιησού Χριστού.Διαγράφονται από τον κατάλογο των Χριστιανών.

Ο καθένας μπορεί να είναι αυτό που είναι, και ό,τι είναι, δεν πρέπει όμως να του δίνεται το δικαίωμα να το προβάλλει και να απαιτεί να τον απο-δεχθεί η κοινωνία, όταν είναι κοινωνικά επικίνδυνος, όπως πράγματι είναι ο Κίναιδος - Ομοφυλόφιλος. Και ναι μεν γίνεται κατανοητή η δύναμη της αδυ-ναμίας, αλλά οφείλουμε να αντισταθούμε. Και το οφείλουμε αυτό στην Κοι-νωνία μας. Να αντισταθούμε στην προβολή και τη διαφήμιση, και πολύ περισ-σότερον στην νομιμοποίηση του Κιναιδισμού – Ομοφυλοφιλίας, και καλόν είναι, τα επικίνδυνα Κοινωνικά αυτά άτομα, ουσιαστικά άρρωστα, να μην προ-ωθούνται στην Κοινωνία, πολύ δε περισσότερον να μην προβάλλονται, γιατί ε-γκυμονούν πολλαπλούς κοινωνικούς, οικογενειακούς και πολλούς άλλους κινδύνους. 
Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι πολύ αυστηρή ως προς το φοβερό αυτό μίασμα της ανθρωπότητας. Διό και απαιτεί την καθαρότητα των πιστών, ιδίως του Ιερατείου Της, για να υπερασπιστεί την ιερότητα και την αξία της αποστολής Της, στον κόσμο, και μάλιστα στο σημερινό αναρχούμενο, και σκληρά δοκι-μαζόμενο κόσμο.

Το ακατανίκητο αυτό πάθος του Κιναιδισμού – Ομοφυλοφιλίας στην εποχή μας παρουσιάζει έξαρση, και τούτο οφείλεται, « αφ’ ενός εις την προϊούσαν χαλάρωσιν και αμαύρωσιν των ηθικών κριτηρίων εξ επιδράσεως του γενι-κού υλόφρονος πνεύματος που χαρακτηρίζει την αλλοπρόσαλλη εποχή μας, αφ’ ετέρου δε, ειδικώτερον, εις την μεγάλην ελευθεριότητα, ήτις επικρατεί εις τας σχέσεις των δύο φύλων, και εκ τούτου σημειούται μιά τάσις αναζη-τήσεως της ηδονής του απηγορευμένου », ( ΘΗΕ. ενθ αν. ) 

Λοιπόν, ποίος τελικά θα προστατεύσει την Εκκλησία του Χριστού από τα όσα Αγιο/Γραφικά και επιστημονικά ντοκουμέντα αναφέρθηκαν ανωτέρω; Δεν υπάρχει άλλος, παρά μόνον ΕΝΑΣ. Αυτός, « ο μόνος δυνατός Φρουρός της Ορθοδόξου πίστεώς μας, ο πιστός λαός του Θεού », ( Απόφαση των πέντε Πατριαρχών της Ανατολής ). Η μεγάλη ευθύνη εν προκειμένω του πιστού λαού του Θεού είναι άκρως δεσμευτική, μάλιστα δε στους καιρούς μας, όπου « ο Κύριος είναι, εγγύς … μαράν αθά (= ο Κύριος θα έλθει, έρχεται… » ( Φλιπ. 4,5 – Α΄ Κορ. 16,12 ).

Αδελφοί!! Η επέκταση και το παγκόσμιο εναγκάλιασμα του Θεομίσητου Κιναιδισμού – Ομοφυλοφιλίας, μη εξαιρουμένης και της απρόσεκτης και αχάριστης Χώρας μας, σημαίνει, ότι ο « Κύριος είναι εγγύς ».

Αδελφοί μου, « πρόσχωμεν!! ». Η Βασιλεία του Θεού, φαίνεται, ότι μας σημαδεύει… « Ενδυσάμενοι ουν τα όπλα του φωτός, εν ημέρα ευσχημόνως περιπατήσωμεν… μη ως άσοφοι, αλλά’ ως σοφοί … εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, ότι αι ημέραι πονηραί εισί » ( Ρωμ. 13,12 – Εφεσ. 5,15 ).

Πρεσβύτερος ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΚΟΛΛΑΣ
Ορθόδοξος Θεολόγος – Εκκλ/κός ΣυνήγοροςΕπ/μος πρ/δρος Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος

http://thriskeftika.blogspot.gr

“Βλέπω τι μας περιμένει, γι’αυτό πονάω”



Μάιος 1987

Περνούν τα χρόνια και τί δύσκολα χρόνια! Δεν τελειώνουν τα θέματα. Βράζει το καζάνι. Αν δεν είναι λίγο δυναμωμένος κανείς, πώς θα μπορέση να αντιμετωπίση μια δύσκολή κατάσταση;

Ο Θεός δεν έκανε ανεπρόκοπους ανθρώπους. Πρέπει να καλλιεργήσουμε το φιλότιμο. Αλήθεια, Θεός φυλάξοι, αν γίνη ένα τράνταγμα, πόσοι θα σταθούν όρθιοι; Πριν από τον πόλεμο του ’40 , στην Κόνιτσα, εκεί που είχα το μαραγκούδικο ήταν η αγορά και έφερναν οι χωρικοί καλαμπόκι, σιτάρι κ.λπ.

Μερικοί πλούσιοι -τί πλούσιοι, αυτοί δηλαδή που έπαιρναν κάποιους τόκους από τις Τράπεζες-, όταν πήγαιναν οι καημένοι οι χωρικοί το καλαμπόκι στην αγορά, για να το πουλήσουν, αυτοί το κλωτσούσαν με το πόδι και ρωτούσαν πόσο έχει. Όταν ήρθε ο πόλεμος και αναγκάσθηκαν να τα πουλήσουν όλα, «καλημέρα» έλεγε ο ένας, «έχεις καλαμπόκι;» ρωτούσε ο άλλος.

Γι’ αυτό τώρα να ευχαριστήτε τον Θεό για όλα. Κοιτάξτε να ανδρωθήτε. Σφιχτήτε λιγάκι. Βλέπω τί μας περιμένει, γι’ αυτό πονάω. Μην αφήνετε τον εαυτό σας χαλαρό. Ξέρετε τί τραβάνε αλλού οι Χριστιανοί; Στην Ρωσία μέσα στα κάτεργα. Τί δυσκολίες! Πού πνευματικά βιβλία! Αφήστε την Αλβανία. Δυστυχία! Δεν έχουν να φάνε. Ούτε Εκκλησίες άφησαν ούτε μοναστήρια.

Τα ονόματά τους τα άλλαξαν και αυτά, γιατί δεν ήθελαν να ακούγωνται χριστιανικά ονόματα. Και στην Αμερική ακόμη, οι Ορθόδοξοι είναι λίγοι, σκορπισμένοι σε διάφορα μέρη, και ξέρετε τί τραβάνε; Να μην υπάρχη ορθόδοξη κοινότητα, να πηγαίνουν με το τραίνο ώρες μακριά, για να εκκλησιασθούν, να έρχωνται στο Άγιον Όρος να συμβουλευθούν για ένα θέμα! Είναι μεγάλη αχαριστία αυτό το χαλαρό πνεύμα που υπάρχει στην Ελλάδα.

Πόσους Αγίους θα παρουσιάση ο Θεός στα κράτη που υπήρχε κομμουνισμός! Μάρτυρες! Εκείνοι είχαν αποφασίσει τον θάνατο. Είχαν μεγάλες θέσεις και δεν συμφωνούσαν με τους νόμους, όταν ήταν αντίθετοι με τον νόμο του Θεού. «Δεν συμφωνώ σκοτώστε με, κλείστε με φυλακή», έλεγαν, για να μην παρασυρθούν και οι άλλοι. Εδώ πολλοί, χωρίς να ζορίζωνται, δείχνουν τέτοια αδιαφορία! Λίγο αν περνούσαν μια δυσκολία, έναν πόλεμο ή δύσκολα χρόνια, θα ήταν διαφορετικά.

Γιατί τώρα είναι σαν να μην συμβαίνη τίποτε. Είναι -πώς να το πη κανείς;- σαν ένας να έρχεται από την Αυστραλία με το αεροπλάνο την άνοιξη στην Ελλάδα και να φεύγη από ‘δω το φθινόπωρο για την Αυστραλία, οπότε φθάνει εκεί πάλι άνοιξη. Από άνοιξη σε άνοιξη, και χειμώνα δεν βλέπει δεν ξέρει ούτε τί γίνεται τον χειμώνα ούτε από κακοκαιρίες ούτε τίποτε.
Γέροντα, πώς μπορούμε να βοηθήσουμε έναν άνθρωπο αδιάφορο;

– Να του βάλουμε την καλή ανησυχία, να τον προβληματίσουμε, για να θελήση ο ίδιος να βοηθηθή. Με το ζόρι δεν γίνεται. Πρέπει να διψάη ο άλλος, για να του δώσης να πιή νερό. Δώσε σε έναν που δεν έχει όρεξη, να φάη με το ζόρι θα το κάνη εμετό. Όταν ο άλλος δεν θέλη, δεν μπορώ να του στερήσω την ελευθερία, το αυτεξούσιο.

Από το βιβλίο ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Β΄: «Πνευματική αφύπνιση», ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ» ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

«Θεέ μου, πάντως σε κάτι έχω σφάλει. Φώτισέ με να καταλάβω τί έκανα»



Πρώτα πρέπει να ανακρίνη τον εαυτό του.

Κι αν δεν βρίσκη τίποτε, τότε να κάνη δυό‐τρείς μετάνοιες, να πέση στα γόνατα και να πή: 
«Θεέ μου, πάντως σε κάτι έχω σφάλει. Φώτισέ με να καταλάβω τί έκανα». 

Μόλις το πη αυτό, αμέσως με την ταπείνωση θα φύγη η ομίχλη του πειρασμού και θα βρη την αιτία.

Βλέποντας δηλαδή ο Θεός την ταπείνωσή του, στέλνει την Χάρη Του και τον φωτίζει να θυμηθή ακριβώς σε τί έφταιξε, για να τακτοποιηθή.

Αγίου Πασίου Αγιορείτου

ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑΣ ΠΟΥ ΖΕΙ ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ ΓΙΑ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΣΥΜΒΑΙΝΟΥΝ ΚΑΙ ΓΙΑ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΕΡΧΟΝΤΑΙ...




"Δύο Σκαλοπάτια έμειναν ακόμα ...

Δεν θα τα εφαρμόσουν όλα και τα επόμενα μέτρα θα μείνουν στα χαρτιά ...

Θα θέλουν να τα εφαρμόσουν, αλλά δεν θα μπορέσουν γιατί θα τους βρούν άλλα ...

Στο έτος που ξημέρωσε θα γυρίσει ο κόσμος ανάποδα και όχι μόνο για την Ελλάδα.... Οι Γερμανοί θέλουν να μας εξαφανίσουν για πάντα...Αυτός είναι ο σκοπός τους. Αυτοί μας έφεραν σε αυτό το χάλι και όταν θα δουν ότι χάνουν το παιχνίδι και πέφτουν στον λάκκο που έσκαψαν, θα βάλλουν τους Τούρκους να επιβάλλουν την τάξη....

Θα κάνουν το ένα λάθος πίσω από το άλλο και το μεγαλύτερο τους θα είναι ότι θα επιτεθούν στην Ρωσία (θα φθάσουν λίγο έξω από τη Μόσχα)...

Κάποιοι θα αποφασίσουν να φράξουν τον δρόμο της Ρωσίας όταν εκείνη αποφασίσει να παίξει ενεργό ρόλο στον πλανήτη...

Θα παρασυρθούν όλοι μαζί σε ένα χορό θανάτου…"

Ελπίδα και απελπίσια

*Οι όποιες ανθρώπινες ελπίδες κάποια στιγμή θα σε απογοητεύουν και θα καταρρεύσουν – ο μόνος που δεν θα σε απογοητεύσει ποτέ είναι ο Θεός. «Η ελπίδα και η εμπιστοσύνη στον Θεό είναι η μεγαλύτερη ασφάλεια», όπως έλεγε και ο αγαπημένος μας Άγιος Παϊσιος.






Εισαγωγή

Πολλές φορές στην πορεία της ζωής μας είμαστε χαρούμενοι και αισιόδοξοι. Άλλοτε πάλι, εξαιτίας κάποιων καταστάσεων και συνθηκών, όλα μας φαίνονται μάταια και απελπιζόμαστε. Η απελπισία όμως εκείνο το οποίο θα προσφέρει, είναι να κάνει τα πράγματα ακόμη χειρότερα. Γι’ αυτό ποτέ δεν πρέπει να χάνουμε τις ελπίδες μας. Ιδιαίτερα δε εμείς οι χριστιανοί δεν είμαστε όπως «οι λοιποί οι μή έχοντες ελπίδα» (Α΄ Θεσ. 4, 13), γιατί έχουμε ελπίδα μας τον ίδιο τον Θεό.

Η απελπισία

Προτού αναφέρουμε οτιδήποτε άλλο, επιβάλλεται κατ’ αρχήν να δώσουμε ένα ορισμό του τι είναι απελπισία και εν συνεχεία, του τι είναι η ελπίδα. Απελπισία είναι η απώλεια της εμπιστοσύνης μας στην ελεημοσύνη και αγαθοσύνη του Θεού, με άλλα λόγια η απώλεια της πίστης μας στην Θεία πρόνοια, που συνέχει, φροντίζει και συντηρεί την κτίση και τον κόσμο ολόκληρο. Κατά τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, η απελπισία είναι η ενδέκατη βαθμίδα της κακίας.Οι συνέπειες της απελπισίας οδηγούν τον άνθρωπο στην δωδέκατη βαθμίδα, που είναι η αυτοκτονία. Η απελπισία κατά τους Πατέρες χαρακτηρίζεται ως δαιμονική διάθεση, που οδηγεί στην καταστροφή. Η απελπισία είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα του διαβόλου. Ο διάβολος μπορεί να πιστεύει και να φρίττει, όμως δεν ελπίζει, διότι απομακρύνθηκε από τον Θεό και παγιώθηκε στην κακία.

Αιτία της απελπισίας είναι η απομάκρυνση από τον Θεό και η έλλειψη εμπιστοσύνης σε Αυτόν. Όταν ο άνθρωπος διακόψει τον δεσμό με τον Θεό, τότε ακόμη και με την παραμικρή αφορμή, μπορεί να παρουσιαστεί στη ζωή του η απογοήτευση και η απελπισία. Όταν ο άνθρωπος δεν ασκείται πνευματικά, όπως θα έπρεπε να ασκείται και κυρίως όταν παραλείπει την προσευχή, τότε εύκολα απομακρύνεται από τον Θεό και χάνει την ελπίδα του σε Αυτόν.

Η ελπίδα

Ερχόμαστε τώρα στην ελπίδα. Σε αντίθεση με την απελπισία, η ελπίδα είναι αυτή που ζωογονεί την πίστη, και δίνει νόημα και στήριγμα στη ζωή μας. Οι χριστιανοί σε αντίθεση με τους «μή έχοντες ελπίδα», είναι οι άνθρωποι της ελπίδας. Η ελπίδα του χριστιανού δεν είναι κάτι το αφηρημένο. Ακόμη δεν στηρίζεται ούτε στα πράγματα του κόσμου τούτου, ούτε σε κάποιον άνθρωπο. Η ελπίδα μας είναι ο ίδιος ο Θεός. Στο Θεό στηρίζουμε την ελπίδα μας για σωτηρία, στο Θεό ελπίζουμε και για τα προβλήματα και τους αγώνες της καθημερινής και οικογενειακής ζωής. Ο Θεός είναι λοιπόν η ελπίδα, η καταφυγή και το στήριγμα μας στη ζωή μας και στον πνευματικό μας αγώνα.

Απόδειξη των πιο πάνω είναι ότι ο ίδιος ο Θεός έλαβε σάρκα και έγινε άνθρωπος, για να δώσει ξανά στον άνθρωπο την ελπίδα της σωτηρίας και της αθανασίας, Ο Θεός έγινε άνθρωπος «ίνα ημείς θεοποιηθόμεν» κατά τον Μέγα Αθανάσιο. Η επίγεια δράση του σαρκωμένου Υιού και Λόγου του Θεού, του Ιησού Χριστού, η διδασκαλία και τα θαύματά Του, οι νεκραναστάσεις που επιτέλεσε, μα προπαντός η δική Του Ανάσταση, εγκαινιάζουν ένα νέο κόσμο. Ένα κόσμο όπου η φθορά και ο θάνατος δεν έχουν θέση. Ένα κόσμο όπου κυριαρχεί η ελπίδα για την λύτρωση από τα δεσμά του θανάτου, της φθοράς και της ματαιότητας. Η Ανάσταση του Κυρίου αποτελεί το κέντρο της πίστεως και της ζωής μας. Αν η ζωή των χριστιανών δεν στηρίζεται στον ανεστημένο Χριστό, σημειώνει ο Απόστολος Παύλος, «ελεινότεροι πάντων ανθρώπων εσμέν» (Α΄ Κορινθ. 15, 19).

Η ελπίδα συνδέεται στενά με δύο άλλες βασικές χριστιανικές αρετές: την πίστη και την αγάπη. Η ελπίδα στηρίζεται στην πίστη και δίνει νόημα σε αυτήν. Όπως σημειώσαμε και πιο πάνω, η ελπίδα πηγάζει από την πίστη, αλλά ταυτόχρονα δίνει ζωή σε αυτήν. Όπως η πίστη, έτσι και η ελπίδα του χριστιανού συνδέεται με το πρόσωπο του Χριστού. Η ελπίδα συνδέεται στενά και με την αγάπη. Θεμέλιο της ελπίδας είναι η αγάπη του Θεού. Ο Θεός τόσο πολύ αγάπησε τον κόσμο, ώστε έστειλε τον Υιό Του το Μονογενή για να προσφέρει με Την σταυρική Του θυσία και Ανάσταση την ελπίδα της σωτηρίας και αναστάσεως σε όλους τους ανθρώπους. Η αγάπη του Θεού ,μας καλεί σε απαντητική αγάπη. Καλούμαστε να αγαπήσουμε τον Θεό, γιατί Αυτός πρώτος μας αγάπησε. Η αγάπη προς τον Θεό γεννιέται με την πίστη προς τον Θεό και αυξάνεται με την ελπίδα. Όσο δηλαδή δυναμώνει η ελπίδα προς τον Θεό, τόσο αυξάνει και η αγάπη προς Αυτόν. Τέλος, από την αγάπη προς τον Θεό, πηγάζει η αγάπη προς τον πλησίον. Έτσι, σε τελική ανάλυση η ελπίδα προς τον Θεό τροφοδοτεί και ενισχύει την αγάπη προς Αυτόν και το συνάνθρωπό μας.

Είναι γεγονός όμως, ότι η ελπίδα χρειάζεται υπομονή. Αυτό ισχύει για κάθε ελπίδα, πολύ περισσότερο για την χριστιανική. Άλλωστε ο αγώνας του πιστού, τόσο ο πνευματικός, όσο και γενικότερα ο αγώνας και οι μάχες της ζωής, απαιτούν υπομονή. «Δι’ υπομονής τρέχωμεν τον προκείμενον ημίν αγώνα» (Εβρ. 12, 1) τονίζει ο απόστολος Παύλος. Και εδώ είναι το πρόβλημα. Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν θέλει να περιμένει. Δεν μπορεί να περιμένει. Τα θέλει όλα γρήγορα, πρόχειρα και βιαστικά. Ο λόγος είναι διότι οι πολλές ανέσεις και ευκολίες της ζωής, έχουν κλονίσει την υπομονή του. Επιπλέον είναι και ο σύγχρονος τρόπος ζωής. Όλα γίνονται με απίστευτη ταχύτητα. Γι’ αυτό και εν πολλοίς ο σύγχρονος άνθρωπος έχει εξοστρακίσει την ελπίδα από την ζωή του. Διότι η ελπίδα απαιτεί υπομονή. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που οι στερήσεις, η κακοπάθεια, οι θλίψεις και οι δοκιμασίες στη ζωή μας αυξάνουν την υπομονή και την ελπίδα μας.

Να τονίσουμε εδώ ότι η ελπίδα δεν είναι μόνο χριστιανική αρετή. Όποιος ζει ελπίζει. Και όποιος παύει να ελπίζει, ουσιαστικά παύει να ζει. Άρα εάν όλοι οι άνθρωποι γενικά στη ζωή τους ελπίζουν, πόσο μάλλον οι χριστιανοί που πιστεύουν στον ανεστημένο Χριστό…

Επίλογος – Συμπέρασμα

Η ελπίδα είναι λοιπόν μία μεγάλη χριστιανική αρετή. Είναι αυτή που τροφοδοτεί την πίστη και την αγάπη προς τον Θεό, αλλά και την αγάπη προς τον πλησίον. Η ελπίδα μας στηρίζεται, όχι στα πράγματα του κόσμου τούτου, αλλά στον ίδιο τον Θεό. Τα υλικά αγαθά δεν προσφέρουν καμία ελπίδα, αλλά και εάν δεχθούμε ότι προσφέρουν, αυτή είναι απατηλή, ψεύτικη και πρόσκαιρη. Ακόμη και τα σύγχρονα επιτεύγματα της επιστήμης, της τεχνολογίας και της ιατρικής, σίγουρα πρόσφεραν πολλές ελπίδες και δυνατότητες στον άνθρωπο. Από την άλλη όμως δημιούργησαν και αρκετά άλλα προβλήματα και ηθικά διλήμματα. Γι’ αυτό και τονίζουμε συνεχώς ότι η ελπίδα μας είναι ο νικητής του διαβόλου και του θανάτου, ο Ιησούς Χριστός. Ο χριστιανός έχει την ελπίδα του στον ανεστημένο Χριστό. Γι’ αυτό και παρ’ όλες τις θλίψεις, δοκιμασίες, πειρασμούς, στεναχώριες, πτώσεις, αποτυχίες που έχει στη ζωή του, ποτέ δεν απελπίζεται. Ακόμη και ο κόσμος είναι δυνατόν να μας δώσει θλίψεις και πειρασμούς. «Εν τω κόσμω θλίψην έξετε, αλλά θαρεσείτε, εγώ νενίνηκα τόν κόσμον», μας λέει ο Χριστός. Ακόμη και μπροστά στην πραγματικότητα του θανάτου, ελπίζουμε στον Χριστό, ο οποίος είναι ο πρωτότοκος των νεκρών. Ο νικητής του θανάτου, αυτός ο οποίος «τά του θανάτου κλείθρα διεσπάραξεν». Ελπίζουμε λοιπόν στην μετά θάνατον αιώνια ζωή και στη κοινή ανάσταση νεκρών. Όπως λέμε και στο Σύμβολο της Πίστεως μας «προσδοκώ ανάστασιν νεκρών καί ζωήν του μέλλοντος αιώνος».

Ρένος Κωνσταντίνου, Θεολόγος

Η μνημόνευση των κεκοιμημένων στη Θ. Λειτουργία, ως μέγιστη προσφορά για την ανάπαυσή τους

Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός με την απλότητα που μιλούσε στος ιεραποστολικές περιοδείες του λέει στην Τέταρτη Διδαχή του: «Αν αγαπάτε τους αποθαμμένους, κάμνετε ό,τι ημπορείτε δια την ψυχήν των∙ συλλείτουργα, μνημόσυνα, νηστείας, προσευχάς ελεημοσύνας».

Όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας το κυριότερο που συνιστούν για την ανάπαυση των κεκοιμημένων μας είναι να μνημονεύονται τα ονόματά τους κατά την τέλεση του αγιωτάτου Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας. Αυτή την τάξη η Εκκλησία την τηρεί «από περάτων μέχρι περάτων», «βεβαίως και λίαν αναντιρρήτως» μέχρι σήμερα και θα τη συνεχίζει μέχρι «της του κόσμου λήξεως». Οι άγιοι Απόστολοι δεν τη θέσπισαν απλώς και ωςέτυχε. «Η απλανής θρησκεία των χριστιανών» δεν παρέλαβε τίποτε το μη ωφέλιμο, αλλά όλα είναι «επωφελή και θεάρεστα και λίαν ονησιφόρα (πολύ ωφέλιμα) και σωτηρίας μεγίστης πρόξενα», παρατηρεί ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός (Περί των εν πίστει κεκοιμημένων, ΕΠΕ 4, 156).

Δική μας φροντίδα είναι να ετοιμάζουμε ζυμωτό πρόσφορο, τυλιγμένο σε καθαρή λευκή πετσέτα, και να το πηγαίνουμε στην Εκκλησία μαζί με τα μνημονεύματα. Στο ένα χαρτάκι που έχει την ένδειξη «υπέρ αναπαύσεως» και το σταυρό γράφουμε σε γενική πτώση τα ονόματα των κεκοιμημένων και στο άλλο χαρτάκι που έχει την ένδειξη «υπέρ υγείας» γράφουμε τα ονόματα των ζώντων. Είναι τα λεγόμενα δίπτυχα.

Στην Ακολουθία της Προσκομιδής ο λειτουργός ιερέας εξάγει μερίδες για τα ονόματα των ζώντων και κεκοιμημένων που δίδονται προς μνημόνευσιν. Στη θεία Λειτουργία μετά τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων και το «Εξαιρέτως της Παναγίας αχράντου…»απευθύνει μία σειρά ικετευτικών δεήσεων υπέρ όλων των πιστών, κάνοντας αρχή από τη μνημόνευση του τιμίου Προδρόμου, των αγίων Αποστόλων, όλων των αγίων, του αγίου που επιτελούμε τη μνήμη του, κι αμέσως κατόπιν προσθέτει: «Μνήσθητι, Κύριε, πάντων των κεκοιμημένων επ’ ελπίδι αναστάσεως ζωής αιωνίου».Κατόπιν μνημονεύει τα ονόματά τους, βοηθούμενος και από τον διάκονο, και στο τέλος κατακλείει τη θερμή δέηση λέγοντας: «Και ανάπαυσον αυτούς, ο Θεός, όπου επισκοπεί το φως του προσώπου σου».

Μετά τη θεία Κοινωνία των πιστών, κατά τη «συστολή», ο λειτουργός ιερέας τοποθετεί μέσα στο άγιο Ποτήριο όλες τις μερίδες των ζώντων και των κεκοιμημένων που είχαν μνημονευθεί στην Ακολουθία της Προσκομιδής, «μετά φόβου και πάσης ασφαλείας, ώστε μηδέ κόνιόν τι άγαν λεπτότατον εκπεσείν ή καταλειφθήναι ποσώς εκείσε» (με πολλή επιμέλεια και προσοχή, για να μην παραπέσει το παραμικρό ψιχουλάκι ή παραλειφθεί καμιά μερίδα), προφέροντας τους λόγους: «Απόπλυνον, Κύριε, τα αμαρτήματα των ενθάδε μνημονευθέντων δούλων σου τω Αίματί σου τω Αγίω∙ πρεσβείαις της Θεοτόκου και πάντων σου των Αγίων. Αμήν.»

Καθώς εμβάπτονται οι μερίδες αυτές στο Αίμα του Κυρίου, παίρνουν δύναμη, χάρη, ευλογία, αγιασμό. Το Αίμα του Κυρίου μεταδίδει της θεία Χάρη στις ψυχές εκείνων για τους οποίους προσφέρθηκε. Η κάθε μερίδα «εισκομισθείσα τω ποτηρίω, ενούται τω αίματο. Διό και τη ψυχή, υπέρ ου προσήχθη, παραπέμπει την χάριν», παρατηρεί ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης(Περί του ναού και της θείας Μυσταγωγίας, P.G. 155,748).

Τον αγιασμό που μεταδίδει η θεία Κοινωνία τον καρπούνται και οι ζωντανοί και οι κεκοιμημένοι. Ο Χριστός μεταδίδει τον εαυτό Του όχι μόνο στους ζωντανούς αλλά και «στους κεκοιμημένους με τον τρόπο που Αυτός γνωρίζει», παρατηρεί ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας. Την αλήθεια αυτή την αναλύει διά πολλών ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το αγιότατο Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας τελείται και για τους πεθαμένους και για τους ζωντανούς, αγιάζει και τους μεν και τους δε. Σε καμία περίπτωση δεν είναι κατώτεροι οι κεκοιμημένοι από τους ζωντανούς. Από μερικές πλευρές είναι και ανώτεροι, διότι δεν αμαρτάνουν, ενώ εμείς αμαρτάνουμε καθημερινά, όσο ζούμε και αναπνέουμε (Ερμηνεία εις την θείαν Λειτουργίαν, ΜΓ’, ΕΠΕΦ 22, 200-214).

Είναι πολύ μεγάλη τιμή να μνημονεύονται οι κεκοιμημένοι μας κατά την τέλεση των φρικτών Μυστηρίων! «Μεγίστη τιμή το μνήμης αξιωθήναι»! Δεν θεσπίστηκε από τους αγίους Αποστόλους να γίνεται αυτό χωρίς λόγο, παρατηρείο Ιερός Χρυσόστομος.Γνώριζαν πόσο πολύ είναι το κέρδος που προκύπτει από τη μνημόνευση, πόσο μεγάλη η ωφέλεια! «Ίσασιν αυτοί πολύ κέρδος γινόμενον, πολλήν την ωφέλειαν». Διότι όταν ολόκληρος λαός στέκεται με τα χέρια υψωμένα και όλο το ιερατείο, «όταν γαρ εστήκη λαός ολόκληρος χείρας ανατείνοντες, πλήρωμα ιερατικόν», και βρίσκεται στο μέσον η φρικτή θυσία, «και προκέηται η φρικτή θυσία», πως έιναι δυνατόν να μην κάμψουμε με τη θερμή ικεσία μας τον άγιο Θεό να γίνει ίλεως υπέρ αναπαύσεως των προσφιλών κακοιμημένων μας; «πως ου δυσωπήσομεν τον Θεόν υπέρ τούτων παρακαλούντες;» (Ιω. Χρυσοστόμου, Εις την προς Φιλιππησίους Ομιλία Δ’, ΕΠΕ 21,440).
Και σ’ άλλη ομιλία που προσθέτει ο χρυσορρήμων Πατήρ: Δεν θεσπίστηκαν τυχαίως αυτά, ούτε ματαιοπονούμε, όταν μνημονεύουμε τους κεκοιμημένους μας κατά την τέλεση των φρικτών Μυστηρίων∙ «ου γαρ απλώς ταύτα επινενόηται, ουδέ εική μνήμην ποιούμεθα των απελθόντων επί των θείων μυστηρίων». Διότι την ιερή εκείνη στιγμή οι κεκοιμημένοι μας βρίσκονται πλάι στον Αμνό, που σήκωσε επάνω Του όλες τις αμαρτίες του κόσμου, και μνημονεύονται, για να έλεθει και σ’ αυτούς η θεία παρηγορία και ανάπαυση,«ίνα τις εντεύθεν αυτοίς γένηται παραμυθία». Να μην κουρασθούμε λοιπόν να βοηθούμε αυτούς που έφυγαν από την παρούσα ζωή, αλλά να προσφέρουμε υπέρ αυτών τη θεία Ευχαριστία. (Ιω. Χρυσοστόμου, Εις την Α΄ προς Κορινθίους Ομιλία ΜΑ΄, ΕΠΕ 18Α, 692).

Την ανάπαυση, την ωφέλεια, την αγαλλίαση που αισθάνονται οι ψυχές των κεκοιμημένων την ώρα που μνημονεύονται τα ονόματά τους στη θεία Λειτουργία δεν μπορεί ανθρώπινη γλώσσα να την εκφράσει. Ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων γράφει στις Κατηχήσεις του ότι «μεγίστην όνησιν» (πολύ μεγάλη ωφέλεια) δέχονται οι ψυχές εκείνων για τους οποίους γίνεται δέηση, «της αγίας και φρικωδεστάτης προκειμένης θυσίας» (τη στιγμή αυτή που προσφέρεται η αγία και τόσο φρικτή θυσία της θείας Ευχαριστίας) (Ε΄ Μυσταγωγική Κατήχησις, ΕΠΕ 2,384).
Αλλά και για ένα δεύτερο λόγο πάρα πολύ ωφελούνται οι κεκοιμημένοι μας, όταν μνημονεύονται τα ονόματά τους κατά την τέλεση των φρικτών Μύστηρίων.Διότι η μνημόνευσή των ονομάτων τους γίνεται εκ συμφώνου απ’ όλη την Εκκλησία. Κι όλοι γνωρίζουμε πόσο μεγάλη δύναμη έχει η προσευχή που αναπέμπεται στον Θεό από το σύνολο της Εκκλησίας. «Μεγάλη της ευχής η δύναμις της εν εκκλησία από του δήμου συμφώνως αναφερομένης εστί», παρατηρεί ο ιερός Χρυσόστομος (P.G. 56,182).
Οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι και κάθε άλλη προσφορά μας υπέρ αναπαύσεως των κεκοιμημένων τη δέχεται ο Θεός. Αλλά καμιά δεν αντικαθιστά την προσευχή της Εκκλησίας στη θεία Λειτουργία υπέρ αναπαύσεως των «επ’ ελπίδι αναστάσεως ζωής αιωνίου κεκοιμημένων» αδελφών μας.

Πηγή: «Η φροντίδα μας για τους κεκοιμημένους», Αβραάμ Μ. Κοκάλη, Εκδ. «Ο ΣΩΤΗΡ», Αθήναι 2012