.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εις εαυτόν ελθών.

Ο ΑΜΕΤΑΝΟΗΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΙΝΑΙ ΣΚΛΗΡΟ ΠΡΑΓΜΑ



Ο Θεός είναι πολύ κοντά μας, άλλα και πολύ ψηλά. Για να κάμψη κανείς τον Θεό,ώστε νά κατεβή να μείνη μαζί του, πρέπει νά ταπεινωθή και νά μετανοήση. Τότε ό πολυεύσπλαχνος Θεός, βλέποντας την ταπείνωση του, τον υψώνει ώς τούς Ουρανούς και τόν αγαπάει πολύ. ­Χαρά εσται εν τω ούρανω επί ένί άμαρτωλω μετανοουντι, λέει τό Ευαγγέλιο.
Ό Θεός έδωσε στον άνθρωπο τόν νου, γιά νά αναλογίζεται τό σφάλμα του, νά μετανοη και νά ζητάη συγχώρηση. Ό αμετανόητος άνθρωπος είναι σκληρό πράγμα. Είναι πολύ ανόητος, επειδή δεν θέλει νά μετανοήση, γιά νά απαλλαγή από τήν μικρή κόλαση πού ζή, ή οποία τόν οδηγεί στήν χειρότερη, τήν αιώνια. Έτσι στερείται και τις επίγειες παραδεισένιες χαρές, οί όποιες συνεχίζουν στόν Παράδεισο, κοντά στον Θεό, μέ τίς πολύ μεγαλύτερες χαρές, τίς αιώνιες.
Όσο ό άνθρωπος βρίσκεται μακριά άπό τόν Θεό, είναι εκτός εαυτού. Βλέπεις, στο Ευαγγέλιο γράφει ότι ό άσωτος υιός ­εις εαυτόν έλθών είπε-πορεύσομαι προς τον πατέρα μου. Δηλαδή, όταν συνήλθε, όταν μετάνοιωσε, τότε είπε: Θα επιστρέψω στον πατέρα μου. Όσο ζούσε στήν αμαρτία, ήταν εκτός εαυτού, δέν ήταν στα λογικά του, γιατί ή αμαρτία είναι έξω από τήν λογική.
- Γέροντα, ό Άββάς Άλώνιος λέει: ­Έάν θέλη ό άνθρωπος, από πρωί εως εσπέρας γίνεται εις μέτρον θείον. Τί εννοεί;
- Ή πνευματική ζωή δέν θέλει χρόνια. Σέ ένα δευτερόλεπτο μπορεί νά βρεθή κανείς απότήν κόλαση στον Παράδεισο, άν μετανοήση. Ό άνθρωπος είναι τρεπτός. Μπορεί νά γίνη άγγελος, μπορεί νά γίνη διάβολος. Πά πά πά, τί δύναμη έχει ή μετάνοια! Απορροφά τήν θεία Χάρη. Έναν λογισμό ταπεινό νά φέρη στον νου του ό άνθρωπος, σώθηκε. Έναν λογισμό υπερήφανο νά φέρη, άν δέν μετανοήση και τον βρή ό θάνατος, πάει, χάθηκε. Βέβαια, ό ταπεινός λογισμός πρέπει νά συνοδεύεται και από τον εσωτερικό αναστεναγμό, τήν
εσωτερική συντριβή. Γιατί ό λογισμός είναι λογισμός, άλλά υπάρχει και ή καρδιά. ­Όλη ψυχή και διάνοια και καρδία, λέει ό υμνωδός. Νομίζω όμως ότι ό Άββάς εδώ εννοεί μιά πιο μόνιμη κατάσταση. Χρειάζεται ένα διάστημα, γιά νά φθάση κανείς σέ καλή κατάσταση.
Σφάλλω, μετανοώ, συγχωρούμαι αυτήν τήν στιγμή. Άν έχω αγωνιστικό πνεύμα, μπορώ σιγά-σιγά νά σταθεροποιήσω μιά κατάσταση, άλλά μέχρι τότε ταλαντεύομαι.
- Γέροντα, ένας άνθρωπος ηλικιωμένος μπορεί νά βοηθήση πνευματικά τον εαυτό του;
- Ναί, ίσα-ίσα, όταν κανείς γεράση, τού δίνεται ή δυνατότητα νά μετανοήση, γιατί φεύγουν οί ψευδαισθήσεις. Πρώτα, επειδή είχε σωματικές δυνάμεις και δέν δυσκολευόταν, δέν καταλάβαινε τις αδυναμίες του και νόμιζε ότι βρισκόταν σέ καλή κατάσταση. Τώρα πού έχει δυσκολίες και γκρινιάζει, βοηθιέται νά καταλάβη ότι δεν είναι εντάξει, ότι χωλαίνει, και νά μετανοήση. Αν αξιοποίηση πνευματικά τά λιγώτερα χρόνια της ζωής του πού του έμειναν και χρησιμοποίηση και τήν πείρα πού του άφησαν τά περισσότερα χρόνια της ζωής του πού πέρασαν, δεν θά τόν άφήση ό Χριστός, θά τόν έλεήση.

Ἡ δύναμη τῆς πίστης καὶ ἡ ἀδυναμία τῆς ἀπιστίας!


ΛΟΓΙΑ ΚΑΘΑΡΑ ΚΑΙ ΑΠΛΑ

Αὐτὰ εἶναι λόγια καθαρά, ἁπλά, σίγουρα, καὶ δείχνουν πῶς πρέπει νὰ εἶναι ἡ βάση καὶ τὸ θεμέλιό της διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ. Γιατί πῶς μπορεῖ νὰ ἔχει πίστη στὸν Χριστὸ ἕνας ἄνθρωπος, καὶ μαζὶ νὰ εἶναι κολλημένος στὰ χρήματα καὶ στὸ συμφέρον, πολλὲς φορὲς μάλιστα περισσότερο κι’ ἀπὸ τοὺς ἄθεους; Θὰ πεῖ πὼς νομίζει πὼς θὰ ξεγελάσει τὸν Θεό. Ἀλλὰ «Θεὸς οὐ μυκτηρίζεται» δηλ., ὁ Θεὸς δὲν περιπαίζεται.
Καὶ ὅμως, ἡ πονηρὴ γνώμη τοῦ ἀνθρώπου ὅλα μπορεῖ νὰ τὰ συμβιβάσει: Νὰ εἶναι γαντζωμένος καλὰ στὸ χρῆμα, δηλαδὴ στὸ διάβολο, ποὺ τὸν λέγει ὁ Χριστὸς μαμωνά, θεὸ τῆς φιλαργυρίας, καὶ τὸν ἴδιο καιρὸ νὰ παρουσιάζεται γιὰ χριστιανός, νὰ πηγαίνει στὴν ἐκκλησιά, νὰ κάνει σταυροὺς καὶ μετάνοιες, νὰ κλαίει πολλὲς φορὲς ἀπὸ τὴν ἀγάπη του γιὰ τὸν Χριστό, ἀλλὰ νὰ μὴ μπορεῖ νὰ ξεγαντζωθεῖ ἀπὸ τὰ λεφτὰ κι’ ἀπὸ τὴ μανία τοῦ παρά. Λογικὴ δὲν χωρᾶ καθόλου σ’ αὐτούς. Εἶναι ὁλότελα ἀναίσθητοι καὶ πονηροί, κι’ ὅ,τι κάνουν τὸ κάνουν γιὰ νὰ τὸ ἔχουν δίπορτο, κι’ ὅ,τι κερδίζουν. «Βάστα γερά, σοὺ λέει, τὰ λεφτά, ποῦ εἶναι χειροπιαστά, ἄναβε καὶ κανένα κερί, κᾶνε καὶ καμιὰ μετάνοια, γιὰ νὰ΄ χεῖς τὸ μέσο καὶ μὲ τὸν Χριστό. Ἂν βγοῦνε ἀληθινά τα λόγια του γιὰ παράδεισο καὶ γιὰ κόλαση, ἔχουμε κι’ ἀπὸ κεῖ τὴ σιγουράντζα. Ὅ,τι καὶ νὰ γίνει, εἶναι κανένας κερδισμένος».
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει: «Ἄν, ἐλπίζουμε στὸν Χριστὸ μοναχὰ γιὰ τούτη τὴ ζωή, εἴμαστε οἱ πιὸ ἐλεεινοὶ ἄνθρωποι». Γιατί οἱ ψευτοχριστιανοί, παρακαλοῦνε τὸν Χριστὸ προπάντων γιὰ τὶς ὑποθέσεις τούτου τοῦ κόσμου, γιὰ τὶς δουλειές τους, γιὰ τὴ σωματικὴ ὑγεία τους, γιὰ τὰ παιδιά τους, καὶ μόλις σκοτεινιάσει ἡ κατάσταση, ἀρχίζουν τὰ παράπονα γιατί ὁ Χριστὸς κ’ ἡ Παναγία δὲν τρέξανε νὰ τοὺς βοηθήσουν στὶς δουλειές τους, πολλὲς φορὲς σὲ τέτοιες δουλειὲς ποὺ εἶναι ἀπάνθρωπες καὶ ποὺ τοὺς κάνουν νὰ κακουργοῦν καταπάνω στ’ ἀδέρφια τους.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει πάλι ἀλλοῦ: «Εἶναι καλό, νὰ στερεώνετε τὴν καρδιά σας μὲ τὴν ἐλπίδα στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, κι’ ὄχι μὲ φαγητὰ (δηλαδὴ μὲ σαρκικὰ καὶ ὑλικὰ πράγματα), ποὺ μ’ αὐτὰ δὲν ὠφεληθήκανε ὅσοι ἀφιερώσανε τὴ ζωὴ τοὺς σ’ αὐτά, δηλαδὴ στὸ νὰ μαζέψουν χρήματα, ξεγελώντας τὸν ἑαυτό τους πὼς μ’ αὐτὰ ἐξασφαλίζονται». Γιατί «ἐπελθῶν γὰρ ὁ θάνατος, ταῦτα πάντα ἐξηφάνισται».
Δὲν ὑπάρχει κανένα πράγμα πιὸ σίγουρο ἀπὸ τὴν ματαιότητα τοῦ κόσμου, κανένα. Ὅλη ἡ ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας φανερώνει αὐτὴ τὴν ἀπελπιστικὴ ματαιότητα. Καὶ ὅμως, πόσοι ἄνθρωποι στὸν κόσμο κάθισαν καὶ σκεφθήκανε πάνω σ’ αὐτὸ τὸ φανερότατο καὶ σιγουρότατο φαινόμενο, στὴ ματαιότητα, ποῦ θὰ ΄πρεπε ὁ κάθε ἄνθρωπος νὰ τὸ ΄χεῖ μέρα – νύχτα μπροστά του; Μὰ ἐμεῖς κάνουμε σὰν τὸ καμηλοπούλι (στρουθοκάμηλο), ποὺ χώνει τὸ κεφάλι του στὸν ἄμμο γιὰ νὰ μὴ βλέπει τὸν φονιά του, καὶ θαρρεῖ πὼς κρύφτηκε ἀπὸ αὐτόν.
Πόσο ἀξιολύπητοι σ’ αὐτὸ ἀπάνω εἶναι οἱ σπουδαῖοι ἄνθρωποι τῆς γῆς! Ἐνῶ βλέπουν καθαρὰ πὼς τὸ βάραθρο ποὺ κατάπιε ὅλους τους σπουδαίους ἀπὸ καταβολῆς κόσμου, καὶ πὼς τ’ ἀνοιχτὸ στόμα τοῦ περιμένει νὰ τοὺς καταπιεῖ κι’ αὐτούς, ἐκεῖνοι δός του καὶ καταγίνονται μὲ «μάταια καὶ ψευδῆ», μὲ πολιτικὲς πονηριές, μὲ πολέμους, μὲ ψευτομεγαλεία παιδιακίσια, καὶ μὲ ἀνοησίες, ποὺ διαλαλιοῦνται σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Ώ, ἀνοησία ἐκείνων ποὺ τοὺς λέει ὁ κόσμος σοβαρούς, μυαλωμένους, τετραπέρατους, μεγαλοφυεῖς! Τί φτώχεια ἀληθινὰ ἀπὸ κρίση κι’ ἀπὸ γνώση! Κι’ ἀπὸ τέτοιους κυβερνιέται, ὁ κόσμος. Ἢ οἱ ἄλλοι ποὺ καταγίνονται μὲ μανία στὶς μάταιες φιλοσοφίες καὶ στὶς τέχνες, καὶ τοὺς ἀποθεώνουν οἱ ἄλλοι, οἱ πολλοὶ ποὺ δὲν ἔχουν κουκούτσι κρίση, ἐνῶ ξέρουν καλὰ πὼς δὲν θὰ περάσει πολὺς καιρὸς ποὺ θὰ σβήσουν ὅλοι ἀπὸ τὸν κόσμο!
Ἡ περηφάνια θολώνει τὴν κρίση. Κι’ ὅπου ὑπάρχει περηφάνια, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρχει πίστη! Κι’ ἂπ’ ὅπου λείπει ἡ πίστη, λείπει κ’ ἡ ἐλπίδα. Ἂν πιστεύανε οἱ ἄνθρωποι πῶς ἐκεῖνα ποὺ λέει ὁ Χριστὸς εἶναι ἀληθινά, δὲν θὰ κολλούσανε τόσο στὰ ἐπίγεια. Ἀλλά, κατὰ βάθος, τὰ λόγια τοῦ Κυρίου εἶναι καλὰ γι’ αὐτούς, γιὰ νὰ εὐχαριστιοῦνται τ’ αὐτιὰ τοὺς μοναχά. Ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος λέει: «Ἂν πιστεύεις πὼς ὁ Θεὸς προνοεῖ γιὰ σένα, τί μεριμνᾶς καὶ φροντίζεις γιὰ τὰ πρόσκαιρα καὶ γιὰ τὶς ἀνάγκες τῆς σάρκας σου; Κι’ ἂν πάλι δὲν πιστεύεις πὼς ὁ Θεὸς φροντίζει γιὰ σένα, καὶ γιὰ τοῦτο φροντίζεις, χωρὶς ἐκεῖνον, γιὰ τὶς ἀνάγκες σου, εἶσαι ὁ πλέον ταλαίπωρος ἀπ’ ὅλους τους ἀνθρώπους. Ρίξε τὴ μέριμνά σου στὸν Κύριο, κι’ ἐκεῖνος θὰ σὲ θρέψει. Καὶ δὲν θὰ φοβηθεῖς ἀπ’ ὅποιον κίνδυνο κι’ ἂν ἔρθει καταπάνω σου». Καὶ συνεχίζει ὁ Ἅγιος: «Ἀπὸ καιρὸ σὲ καιρὸ ἡ ψυχή σου σαλεύει μὲ φόβο, τόσο ποὺ νὰ δειλιάζει κι’ ἀπὸ ἕναν ἴσκιο. Γιατί ἡ πίστη εἶναι ἐκείνη ἡ δύναμη ἡ νοητή, ποὺ στηρίζει τὴν καρδιὰ στὸ φῶς τῆς διάνοιας καὶ ποὺ μὲ τὴ μαρτυρία τῆς συνειδήσεως, δίνει στὴν ψυχὴ πολλὴ πεποίθηση, ὥστε νὰ μὴ φροντίζει ἡ ἴδια γιὰ τὸν ἑαυτό της, ἀλλὰ νὰ κρεμάσει στὸν Θεὸ τὴ φροντίδα της γιὰ ὅλα, χωρὶς νὰ μεριμνᾶ γιὰ τίποτα».
Ὁ Ἅγιος ποὺ τὰ λέει αὐτά, δὲν τὰ εἶπε μοναχά, ὅπως κάνουν οἱ περισσότεροι, ἀλλὰ τὰ ἔκανε στὴν πράξη, γιατί πῆγε κι’ ἀσκήτεψε ἀπὸ νέος στὴν ἔρημό της Μεσοποταμίας, χωρὶς νὰ φροντίσει ὁλότελα γιὰ τὴ συντήρησή του, κι’ ὅπως λέει ὁ ἴδιος, δὲν στερήθηκε τίποτα σ’ ὅλη τὴ ζωή του. Καὶ μάλιστα, σὰν τὸν πῆραν οἱ χριστιανοὶ μὲ τὸ στανιὸ καὶ τὸν κάνανε ἐπίσκοπό της Νινευῆ, δὲν πέρασε πολὺς καιρὸς καὶ γύρισε πίσω στὴν ἀγαπημένη τοῦ ἔρημο, κ’ ἐκεῖ τελείωσε τὴ ζωή του καὶ «ἐκοιμήθη πλήρης ἡμερῶν».
Ἀλλά, θὰ μοῦ πεῖ κανεὶς πὼς αὐτὰ γίνονταν τὸν παλαιὸ καιρό, καὶ πὼς σήμερα δὲν ὑπάρχουν ἄνθρωποι μὲ τέτοια πίστη. Λοιπὸν τὸν διαβεβαιώνω πὼς ναί. Ὑπάρχουν καὶ στὴ σημερινὴ ἁμαρτωλὴ καὶ σαρκικὴ ἐποχὴ κάποιοι γνήσιοι μαθητάδες τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἀναθέσανε τὴ φροντίδα τῆς ζωῆς τους στὸν Κύριο. Ἐγὼ γνωρίζω κάμποσους τέτοιους, κ’ ἔχω πληροφορηθεῖ καὶ γιὰ ἄλλους πολλούς. Εἶναι ἀπίστευτο, καὶ ὅμως εἶναι ἀληθινό.
. . .
Λέει ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος. «Νὰ μὴν ἀδυνατίσει (νὰ μὴν κλονιστεῖ) ἡ πεποίθησή σου (ἡ ἐμπιστοσύνη σου) στὸν Προνοητή σου, στὸν Θεό. Γιατί τὰ οἰκονομεῖ ὁ Κύριος κατὰ θαυμαστὸ τρόπο, γιὰ τοὺς δικούς του ἀνθρώπους. Ἐπειδὴ καὶ στὴν ἀκατοίκητη ἔρημο ἐξοικονομεῖ ἐκείνους ποῦ κάθονται μὲ τὴν πεποίθηση σ’ Αὐτόν, κι’ ὄχι στὴ βοήθεια ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους».
(Φώτης Κόντογλου, Ἀσάλευτο Θεμέλιο, Ἀκρίτας 1996) 

Μετάνοια και...

… ΣΩΤΗΡΙΑ



Στην ανθρώπινη δικαιοσύνη η απονομή χάριτος αποτελεί απόφαση της πολιτείας και απαιτείται να υποβληθεί το αντίστοιχο αίτημα από τον κατάδικο. Στην δικαιοσύνη του Θεού η παροχή χάριτος για τα αμαρτίες και τα εγκλήματα των ανθρώπων εξασφαλίσθηκε με την σταυρική θυσία του Χριστού, και δίνεται σε όλους τους ανθρώπους, σε κάθε αμαρτωλό, με την προϋπόθεση ότι θα την δεχθεί με μετάνοια και πίστη στον Χριστό. »Γιατί πράγματι με παροχή χάριτος έχετε σωθεί μέσω της πίστεως. Και αυτό δεν είναι επίτευγμα δικό σας. Είναι δώρο του Θεού» (Εφεσ. 2,8). Η θεία χάρη είναι δωρεά του Θεού προς όλους μας, αποτέλεσμα της μεγάλης αγάπης του Θεού για κάθε άνθρωπο αμαρτωλό, για την σωτηρία του οποίου προσέφερε τον Υιό Του τον Μονογενή για να μην χαθεί όποιος πιστεύει σε Αυτόν, αλλά να έχει ζωή αιώνιο (Ιω. 3,16). Ο Χριστός μας καλεί σε μετάνοια και σωτηρία. Ας δεχθούμε την μεγάλη δωρεά του Θεού και ας αφήσουμε την χάρη Του να πλημμυρίσει ολόκληρη την ζωή μας.

Όταν ο Ιησούς μεταμορφώθηκε ενώπιον των μαθητών στο όρος Θαβώρ συνέβη κάτι συγκλονιστικό. Ο Θεός Πατέρας εξέφρασε την ευαρέσκειά Του σε Εκείνον που ακολούθησε μέχρι τέλους την οδό της υπακοής και εκτελέσεως του θείου θελήματος. Και σήμερα ο Χριστός μπορεί να μεταμορφώσει την ζωή μας, να μας μεταδώσει την δική Του θεϊκή λάμψη εάν δεχθούμε το κάλεσμά Του και Τον ακολουθήσουμε με τέλεια υπακοή και συμμόρφωση στο θεϊκό θέλημα. Τότε θα δούμε την ζωή μας να αλλάζει και να πλησιάζει το πρότυπο του Χριστού. »Όλοι εμείς λοιπόν κοιτάζοντας με ακάλυπτο πρόσωπο τον καθρέπτη της δόξας του Κυρίου, μεταμορφωνόμαστε στην δική Του εικόνα, προχωρώντας από δόξα σε δόξα, έτσι ακριβώς όπως θα το πετύχαινε μόνον το Πνεύμα, ο Κύριος» (Β’ Κορ. 3,18).

Το πώς θα αντιμετωπίσουμε τις καταστάσεις εξαρτάται από το πώς θα τις δούμε. Όταν βλέπουμε τα πράγματα από κοντά μας φαίνονται μεγάλα και σημαντικά, όταν όμως τα εξετάσουμε από ψηλά, από μίαν άλλην πλευρά, από την πλευρά του Θεού θα μας φανούν μικρά και ασήμαντα. Έτσι αν υψωθούμε προς τον Κύριο με την προσευχή, θα βλέπουμε τις δοκιμασίες από ψηλά. Πόσο μικρά θα μας φαίνονται τότε τα προβλήματα όταν τα αντιμετωπίζουμε με την προοπτική την ουράνια, έχοντας συμπαραστάτη τον Χριστό! »Γιατί, πραγματικά, η πρόσκαιρη ελαφριά θλίψη μας δημιουργεί για μας σε ασύγκριτο βαθμό βάρος δόξας. Αφού εμείς δεν αποβλέπουμε σε αυτά που φαίνονται, αλλά σε αυτά που δεν φαίνονται, γιατί αυτά που φαίνονται είναι πρόσκαιρα, ενώ αυτά που δεν φαίνονται είναι αιώνια» (Β’ Κορ. 4,17-18).

Ο μεγάλος στρατηγός της αρχαιότητας Αννίβας είχε καταγάγει σπουδαίες νίκες κατά των Ρωμαίων, όταν όμως βρισκόταν σε μικρή απόσταση 20 χλμ. από την Ρώμη δίστασε να την πολιορκήσει και απεφάσισε να υποχωρήσει. Τότε ένας από τους στρατηγούς του είπε: »Αννίβα, ξέρεις να νικάς, αλλά δεν ξέρεις να επωφελείσαι από τις νίκες σου». Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για πολλούς χριστιανούς σήμερα. Οι άνθρωποι με την χάρη του Χριστού βγήκαν από την δουλεία της αμαρτίας και άρχισαν να κάνουν τα πρώτα βήματα για μία νέα πνευματική ζωή, αρχικά με ενθουσιασμό να βαδίζουν την οδό της πίστεως. Στην πορεία όμως άλλοι εγκατέλειψαν, πολλοί έχασαν τον αρχικό τους ζήλο και έγιναν χλιαροί, κάποιοι άλλοι έπεσαν πάλι σε αμαρτίες. Θλιβερές πτώσεις από έλλειψη υπακοής στο θέλημα του Θεού, συμβιβασμοί με τον κόσμο και άλλα αίτια, τους έκαναν να χάσουν τους καρπούς της πρώτης πνευματικής νίκης και να οπισθοχωρήσουν. Να προσέξουμε να μην συμβεί το ίδιο και σε μας. Μην αφήνουμε τον διάβολο να μας βγάλει από την πορεία μας και να χάσουμε την σωτηρία. Να προχωρούμε συνεχώς μπροστά με πίστη έχοντας οδηγό τον Χριστό, τον Υιό του Θεού, διατηρώντας την πίστη που ομολογούμε (Εβρ. 4,14).

Ο καλύτερος τρόπος να αντιμετωπίσουμε τον φόβο, τις δοκιμασίες, τις δυσκολίες της ζωής είναι να έχουμε εμπιστοσύνη στον Θεό. Οι εξωτερικές περιστάσεις, όποιες προκλήσεις και αν συναντήσουμε στο σπίτι, στην εργασία, στο σχολείο, ή αλλού, θα τις αντιμετωπίσουμε με απόλυτη εμπιστοσύνη στον Θεό. Η παρουσία Του στην ζωή μας έχει την δύναμη να μας καθοδηγεί με ασφάλεια και γαλήνη. Ας πούμε μαζί με τον ψαλμωδό » όταν με πιάνει τρόμος σε Σένα εγκαταλείπομαι. Στον Θεό που τον λόγο του εξυμνώ, στον Θεό ελπίζω, δεν φοβάμαι, τι θα μου κάνει ένας θνητός;» (Ψαλμ. 55,4-5).

Η ζωή μας μοιάζει με έναν αγρό που συνεχώς τον φροντίζουμε, τον καλλιεργούμε, τον ποτίζουμε, και περιμένουμε να απολαύσουμε τους καρπούς των κόπων και των προσπαθειών μας. Ό,τι σπείρουμε, ό,τι καλλιεργήσουμε, αυτό θα απολαύσουμε. Το ίδιο συμβαίνει και με τα πνευματικά πράγματα. Η συμπεριφορά και τα έργα μας αποτελούν μία συνεχής σπορά. »Μην γελιέστε, ο Θεός δεν εμπαίζεται, γιατί ό,τι σπείρει ο άνθρωπος, αυτό και θα θερίσει» (Γαλ. 6,7), μας λέει ο Παύλος στην προς Γαλάτας επιστολή. Αν επενδύσουμε στα έργα της σαρκός θα θερίσουμε φθορά και αμαρτίες. Αν σπείρουμε στο πνευματικά ζητήματα θα θερίσουμε αιώνια ζωή. Ο Χριστός μας καλεί να ζήσουμε από τώρα, εδώ στην γη, την ζωή που μας οδηγεί στην βασιλεία του Θεού. Καλούμαστε όλοι να ζήσουμε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού και να αποκτήσουμε τους καρπούς μίας αγίας και πνευματικής ζωής, να απολαύσουμε τους καρπούς και τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος. Ας μην αμελήσουμε να καλλιεργήσουμε μέσα μας τον καλό σπόρο, τον Λόγο του Ευαγγελίου, για να δούμε καρποφορία και ευλογία Χριστού στην ζωή μας.

Η χριστιανική ζωή είναι μία συνεχής πορεία με τον Χριστό, μία αδιάκοπη καθημερινή συναναστροφή με τον Σωτήρα μας Ιησού Χριστό. Χριστιανική ζωή σημαίνει σκληρή πορεία μέσα σε θλίψεις και δοκιμασίες, ένας καθημερινός σταυρός, μία καθημερινή άρνηση του εαυτού μας και του εγωιστικού μας θελήματος, παράδοση της ζωής μας στην αγάπη του Χριστού. Ο λόγος του Κυρίου είναι πάντοτε επίκαιρος και ας τον έχουμε κατά νου: »όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του και ας σηκώνει τον σταυρό του και ας με ακολουθεί»(Λουκ. 9,23). Στην χριστιανική μας ζωή θα αντιμετωπίσουμε δυσκολίες, πειρασμούς και δοκιμασίες. Δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε την προσπάθεια. »Μακάριος ο άνθρωπος που αντέχει στον πειρασμό, γιατί, αφού δοκιμασθεί, θα λάβει το στεφάνι της ζωής που υποσχέθηκε ο Κύριος σε εκείνους που Τον αγαπούν»(Ιακ. 1,12). Ο Χριστός μας προβάλλει αξεπέραστο παράδειγμα υπομονής, καθώς »υπέμεινε τον σταυρικό θάνατο χωρίς να λογαριάσει την ατίμωση και έχει καθίσει κατόπιν στα δεξιά του θρόνου του Θεού»(Εβρ. 12,2). Οι υποσχέσεις του Θεού είναι για όσους αγωνίζονται με υπομονή και επιμονή και δεν εγκαταλείπουν. »Έτσι λοιπόν και εμείς ας τρέχουμε με υπομονή να κερδίσουμε τον αγώνα που προβάλλει μπροστά μας, έχοντας στραμμένες τις σκέψεις μας στον Ιησού, τον αρχηγό και τελειωτή της πίστης μας» (Εβρ. 12,1-2) για να κατακτήσουμε »το βραβείο της ουράνιας κλήσης του Θεού μέσω του Χριστού Ιησού» (Φιλίππ. 3,13-14), ώστε να μπορέσουμε στο τέλος να ισχυριζόμαστε με καμάρι, όπως ο Παύλος: »τον καλό αγώνα αγωνίστηκα, τον δρόμο τελείωσα, την πίστη διατήρησα» (Β’ Τιμ. 4,7). Μην ξεχνάμε ότι ΄΄ο Θεός ανταμείβει εκείνους που Τον αναζητούν» (Εβρ. 11,6).

Κάθε μέρα που ξεκινάει γεμάτη υποχρεώσεις και μέριμνες είναι πολύ εύκολο να μας παγιδεύσει σε αυτόν τον ρυθμό ζωής ώστε να ξεχνάμε να διαθέτουμε χρόνο για προσευχή και πνευματική μελέτη. Έτσι ύπουλα και δόλια έρχεται ο διάβολος και μας ψιθυρίζει να βιαστούμε να πάμε στην δουλειά, στο μαγαζί, στο γραφείο, λέει στην νοικοκυρά να κοιτάξει τις δουλειές του σπιτιού, να ετοιμάσει τα παιδιά για το σχολείο, να μαγειρεύσει κ.οκ. Συνεχώς λοιπόν τρέχουμε και δεν έχουμε καιρό για ο,τιδήποτε άλλο. Να προσέξουμε την παγίδα αυτή. Βεβαίως και θα φροντίσουμε για τα αναγκαία, την εργασία, την οικογένεια, τα παιδιά, τις σπουδές μας, γιατί έχουμε σώμα που έχει ανάγκη τροφής. Ο Κύριος γνωρίζει τις βιοτικές μας ανάγκες και τις στηρίζει. Όσα όμως ισχύουν για το σώμα ,πολύ περισσότερο ισχύουν για την ψυχή, που έχει και αυτή ανάγκη της δικής της τροφής, που είναι ο Λόγος του Θεού. ΄‘Ο άνθρωπος δεν θα ζήσει μόνον με άρτο, αλλά με κάθε λόγο που βγαίνει από το στόμα του Θεού»(Ματθ. 4,4). Ας βάλουμε σωστές προτεραιότητες στην ζωή μας, να ξεκινάμε την ημέρα μας με προσευχή και ανάγνωση ενός σύντομου χωρίου από την Αγία Γραφή, για να βρούμε ενίσχυση για όλη την ημέρα, και στο τέλος της πάλι με προσευχή και μελέτη να ευχαριστούμε τον Κύριο και να γεμίζουμε την ψυχή μας με γαλήνη και χαρά που προέρχεται από την πνευματική μελέτη.

Πριν ο Χριστός περάσει στο σκοτεινό βασίλειο του θανάτου και μετά τρεις ημέρες να επανέλθει αναστημένος και θριαμβευτής, οι άνθρωποι αντιμετώπιζαν με τρόμο τον θάνατο γιατί γνώριζαν πως ήταν ένα ταξίδι χωρίς γυρισμό, ένα θλιβερό τέλος μίας σύντομης επίγειας ζωής. Με την Ανάσταση του Κυρίου η καρδιά μας γεμίζει με ελπίδα, ότι πέραν του τάφου υπάρχει μία άλλη πραγματικότητα, μία όμορφη ουράνια πατρίδα, μία ζωή αιωνιότητας κοντά στον Χριστό και τον Ουράνιο μας Πατέρα. Ο Χριστός μας υπόσχεται ότι »όποιος ζει και πιστεύει σε Μένα, αυτός δεν θα πεθάνει ποτέ. Το πιστεύεις αυτό;» (Ιω. 11,26). Καλούμαστε να πιστέψουμε στον Χριστό και να αναθέσουμε σε Αυτόν την ζωή μας με πίστη και ελπίδα, για να αξιωθούμε της αιωνίου ζωής.

Όταν δηλώνουμε πιστοί χριστιανοί, οφείλουμε να προσέχουμε την διαγωγή και τους λόγους μας, γιατί οι συνάνθρωποί μας κρίνουν και αξιολογούν την ζωή μας και την γνησιότητα της χριστιανικής μας πίστης.

Να βιώνουμε και να εφαρμόζουμε τις εντολές του Χριστού στην πράξη, »έτσι ώστε να φαίνεστε πως είστε επιστολή του Χριστού που την επιμεληθήκαμε εμείς. Μία επιστολή γραμμένη όχι με μελάνη, αλλά με το Πνεύμα του Ζώντος Θεού, όχι πάνω σε λίθινες πλάκες, αλλά σε πλάκες ανθρωπίνων καρδιών» (Β’ Κορ. 3,3). Οφείλουμε να είμαστε αντάξιοι του χριστιανικού ονόματος που φέρουμε και η διαγωγή μας να αποτελεί ένα συνεχές και ζωντανό Ευαγγέλιο, που να φωτίζει και να ελευθερώνει τους ανθρώπους από την σκοτεινή επίδραση του πονηρού.

Ίσως να έχετε δει μία εικόνα που παρουσιάζει τον Χριστό να στέκεται μπροστά σε μία πόρτα μιας οικίας και να χτυπά περιμένοντας να Του ανοίξουν από μέσα. Η σκηνή αυτή βασίζεται στο χωρίο της Αποκαλύψεως που εμφανίζει τον Κύριο να λέει: »Ιδού! Στέκομαι τώρα μπροστά στην θύρα και κρούω! Αν κανείς ακούσει την φωνή μου και ανοίξει την πόρτα, θα μπω στο σπίτι του και θα δειπνήσω μαζί του και αυτός μαζί μου» (Αποκ. 3,20). Την παραπάνω εικόνα πρόσεξε ένα μικρό παιδάκι που ρώτησε τον πατέρα του να του την εξηγήσει. Και τότε το παιδάκι με αφέλεια ρώτησε τον μπαμπά του :»Και πόσο καιρό θα στέκεται έξω και θα χτυπά; Γιατί δεν Του ανοίγουν την πόρτα;». Έχουμε και εμείς αναρωτηθεί γιατί ενώ ο Χριστός έρχεται στην ζωή μας και μας προσκαλεί, εμείς Τον αρνούμαστε, δεν Του ανοίγουμε, Τον αφήνουμε έξω από την ζωή και την καρδιά μας, Τον αποκλείουμε έξω και Τον αφήνουμε να περιμένει; Ας λάβουμε την απόφαση να ανοίξουμε την καρδιά μας στον Χριστό, να Του επιτρέψουμε να εισέλθει στην ζωή μας και να την αλλάξει ριζικά.

Έχουμε αξιοποιήσει στην ζωή μας το μεγάλο όπλο της προσευχής; Όσο αδύναμοι και μικροί να νοιώθουμε, έχουμε κάτι στο οποίο μπορούμε να στηριχθούμε, στα γόνατά μας. Γονατίζοντας στην προσευχή μπροστά στον Θεό, και καθώς η κραυγή της καρδιάς μας θα φθάνει στον θρόνο του Κυρίου, Εκείνος θα μας δίνει θαυμαστές απαντήσεις. Αν βλέπουμε όλα γύρω μας να σαλεύονται, αν ο εχθρός επιβουλεύεται την ψυχή μας, αν βλέπουμε τους άλλους και πιθανώς και τους εαυτούς μας να απομακρύνονται από τον Θεό, εμείς να προσευχόμαστε. Οι μεγαλύτερες μάχες έχουν κερδηθεί στα γόνατα της προσευχής. Με την προσευχή προσκαλούμε το χέρι του Θεού να κινηθεί υπέρ μας. Όλα τα ζητήματα που μας απασχολούν να τα εμπιστευθούμε στον Κύριο, φροντίζοντας να βαδίζουμε ταπεινά στο δρόμο Του και να τελούμε το θέλημά Του. Τίποτε δεν είναι τόσο μεγάλο ή άλυτο για τον Παντοδύναμο Θεό.

Ο ουρανός δεν είναι τόσο μακριά, ώστε να μην μας ακούει ο Θεός όταν προσευχόμαστε. Κάθε δάκρυ μετανοίας, κάθε στεναγμός προσευχής φθάνει στον ουρανό. Ο Χριστός μας άνοιξε τον δρόμο για να μπορούμε να πλησιάζουμε τον θρόνο της χάριτος του Θεού και να Του λέμε τα προβλήματα και τις ανάγκες μας, με την βεβαιότητα ότι μας ακούει. »Ο Κύριος είναι κοντά σε όλους που Τον επικαλούνται, σε όλους που Τον καλούν ειλικρινά» (Ψαλμ. 144,18). Το μόνο που μπορεί να εμποδίσει την προσευχή μας να φθάσει στον Θεό είναι η ανεξομολόγητη αμαρτία. »Θαρρείτε πως το χέρι του Κυρίου δεν φθάνει να σας σώσει και πως το αυτί Του δεν μπορεί να σας ακούσει? Λάθος! Οι αμαρτίες σας όμως υψώνουν τείχος ανάμεσα σε σας και στον Θεό και οι ανομίες σας Τον έκρυψαν μακριά σας, τόσο που να σας ακούει»(Ησ. 59,1-2), μας λέει ο Προφ. Ησαΐας. Ας πλησιάσουμε τον Κύριο με μετάνοια και ταπεινή προσευχή και να είμαστε βέβαιοι πως θα μας ακούσει και θα μας βοηθήσει.

Ρώτησαν κάποτε μία πιστή χριστιανή που ήταν βαριά άρρωστη στο κρεβάτι, αν επιθυμούσε να πεθάνει ή να συνεχίζει να ζει. Εκείνη απάντησε: »Ό,τι θέλει ο Θεός, όχι ό,τι θέλω εγώ. Ό,τι θέλεις Εσύ, Κύριε, να γίνει». Αυτή πρέπει να είναι και η δική μας στάση στην χριστιανική μας ζωή, μία συνεχής συμμόρφωση και υπακοή στο θέλημα του Θεού. Να επαναλαμβάνουμε συνεχώς τον λόγο της Παναγίας:»ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου!». Αν παραχωρήσουμε με εμπιστοσύνη ολόκληρη την ζωή μας στα χέρια του Θεού, Εκείνος που γνωρίζει καλύτερα από μας τι είναι το καλύτερο θα μας καθοδηγήσει. »Οδήγησέ με στην αλήθειά σου και δίδαξέ με, γιατί Συ είσαι ο θεός μου που με σώζεις, σε Σένα ελπίζω κάθε μέρα…Εκείνος που τον Κύριο σέβεται διδάσκεται από Αυτόν τι δρόμο να διαλέξει» (Ψαλμ. 24,5 και 12).

Η πίστη μοιάζει με ένα σχοινί που μας ενώνει με τον Θεό και μας σώσει από τον χαμό. Για παράδειγμα, δύο ναυαγοί βρίσκονται στην θάλασσα. Από το ναυαγοσωστικό τους ρίχνουν το σχοινί της διάσωσης. Ο ένας το αρπάζει και σώζεται. Ο άλλος επειδή έχει πιαστεί από μια σάπια σανίδα, νομίζει πως αυτή είναι ικανή να τον σώσει και τελικά χάνεται. Η σάπια σανίδα είναι οι προσπάθειες που κάνει ο άνθρωπος για να σωθεί μόνος του, αλλά δεν το κατορθώνει. Το πέλαγος της ζωής είναι μεγάλο και τα κύματα πανύψηλα. Με τις δικές μόνον δυνάμεις δεν μπορούμε να σωθούμε. Αρπάζοντας όμως το σχοινί της σωτηρίας που μας ρίχνει ο Θεός μέσα από το Ευαγγέλιο ας πιαστούμε γερά και με πίστη από τον Σωτήρα Χριστό, και Αυτός θα μας χαρίσει την σωτηρία.»Γιατί με χάρη έχετε σωθεί μέσω της πίστεως. Και αυτό δεν είναι επίτευγμα δικό σας. Είναι δώρο Θεού»(Εφεσ. 2,8-9).

Η επικοινωνία με τον Ουράνιο Πατέρα μας μέσω της προσευχής, μας ανεβάζει στον ουρανό. Όπως διατηρούμαστε στην φυσική ζωή με την αναπνοή μας, έτσι και με το οξυγόνο της προσευχής ανανεώνουμε την πνευματική μας ζωή. Είναι απόλυτη ανάγκη να προσευχόμαστε! Χωρίς προσευχή δεν μπορεί να υπάρξει πνευματική ανάπτυξη και πρόοδος στην ζωή μας. Η αδύναμη χριστιανική ζωή οφείλεται πολλές φορές στην έλλειψη προσευχής. Για να προχωρήσουμε πνευματικά, οφείλουμε να δίνουμε την αναγκαία προσοχή στην προσευχή. Από τον Παντοδύναμο Θεό θα λάβουμε τις απαντήσεις στις προσευχές και τα αιτήματά μας, όταν Του τα ζητάμε καθημερινά με την προσευχή μας. »Γιατί ο καθένας που ζητάει λαμβάνει και εκείνος που γυρεύει βρίσκει και σε εκείνον που χτυπάει θα ανοιχθεί» (Λουκ. 11,10) Τότε θα δούμε το πλήθος των ουράνιων ευλογιών να καλύπτουν την ζωή μας. »ας προσερχόμαστε λοιπόν με θάρρος στον θρόνο της χάριτος του Θεού, για να λάβουμε το έλεός Του και να βρούμε την χάρη που χρειαζόμαστε για βοήθεια στην κατάλληλη στιγμή» (Εβρ. 4,16).



«Ἥμαρτον εἰς τόν οὐρανόν καί ἐνώπιόν Σου»

ΛΟΓΟΣ ΑΓΙΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΟΠΟΒΙΤΣ, ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ


Ἰδού εὐαγγέλιο πού ἀφορᾶ στό νοῦ καί τό σῶμα τοῦ καθενός μας. Εἶναι τό εὐαγγέλιο τῆς εὐσπλαχνίας. Εἶναι ἡ θαυμαστή παραβολή τοῦ Σωτῆρος, στήν ὁποία ἀπεικονίζεται ὁλόκληρη ἡ ζωή μας. Ἡ δική μου, ἡ δική σου, τοῦ καθενός ἀνθρωπίνου ὄντος ἐπάνω στήν γῆ. Ὅλους τούς ἀφορᾶ τό σημερινό ἅγιο Εὐαγγέλιο. Ὅλους. 

Ὁ ἄνθρωπος! Αὐτός ὁ θεϊκός πλοῦτος ἐπάνω στήν γῆ! Κύτταξε τό σῶμα του, τό μάτι, τό αὐτί, τήν γλώσσα. Τί θαυμαστός πλοῦτος. Τό μάτι! Ὑπάρχει τίποτε πιό τέλειο πού νά ἠμπορῇ ὁ ἄνθρωπος νά ἐπινοήσῃ σ’ αὐτόν τόν κόσμο; Κι ὅμως, τό μάτι αὐτό τό ἐδημιούργησε ὁ Κύριος, ὅπως καί τήν ψυχή καί τό σῶμα. Ἡ ψυχή μάλιστα εἶναι ὁλόκληρη ἐξ οὐρανοῦ. Ὁποῖος πλοῦτος! Τό σῶμα! Θαυμαστός θεῖος πλοῦτος πού σοῦ δόθηκε γιά τήν αἰωνιότητα καί ὄχι μόνο γιά τήν πρόσκαιρη αὐτή γήινη ζωή. Καί ψυχή δοσμένη γιά τήν αἰωνιότητα. 

Ἀκούσατε τί εὐαγγελίζεται ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος σήμερα. «Τό δέ σῶμα τῷ Κυρίῳ» (Α΄ Κορ. 6, 13). Ὁ Κύριος ἔπλασε τό ἀνθρώπινο σῶμα γιά τήν αἰώνια ζωή, γιά τήν ἀθανασία, γιά τήν καθαρότητα. Τό ἔπλασε γιά τήν αἰώνια ἀλήθεια, γιά τήν αἰώνια δικαιοσύνη καί γιά τήν αἰώνια ἀγάπη: ὅπως τό σῶμα, ἔτσι καί τήν ψυχή. Ὅλα αὐτά εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ, ἀνεκδιήγητα καί μεγάλα καί πλούσια, καί –τό πιό σπουδαῖο– ἀθάνατα καί αἰώνια δῶρα τοῦ Θεοῦ. 
Ἐμεῖς ὅμως οἱ ἄνθρωποι τί κάνομε μ’ ὅλα αὐτά τά δῶρα; Τί οἰκοδομοῦμε μέ αὐτά; Παραδίδουμε τό σῶμα στίς ἡδονές καί στά πάθη αὐτοῦ τοῦ κόσμου, καί τήν ψυχή στούς ἀκαθάρτους λογισμούς, τίς ἀκάθαρτες ἐπιθυμίες, τίς ἀκάθαρτες ἡδονές. Διά τῶν ἁμαρτιῶν καί ἡ ψυχή καί τό σῶμα ἀπομακρύνονται ἀπό τόν Θεό, φεύγουν ἀπό τό Θεό, φεύγουν «εἰς χώραν μακράν». Τίνος εἶναι αὐτή ἡ «μακρυνή χώρα;» 
Ἀκούσατε ποῦ ὁ ἄσωτος υἱός βόσκει χοίρους. Στήν χώρα τοῦ διαβόλου. Στήν χώρα, ὅπου ὁ διάβολος ἔχει ἐξουσία πάνω στόν ἄνθρωπο διά τῶν παθῶν, διά τῶν ἁμαρτιῶν, καί τόν κρατάει σέ φρικτή τρέλλα, στόν παραλογισμό καί τήν παραφροσύνη. 
Λοιπόν, ἡ ἁμαρτία; Κάθε ἁμαρτία εἶναι τρέλλα. Καί ὁ ἄνθρωπος θά εἶναι πάντα μέσα σ’ αὐτή τήν τρέλλα, μέχρις ὅτου συναντηθῆ μέ τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Καί θά συναντηθῇ μέ τήν μετάνοια. 
Ἀκούσατε πῶς ὁ ἄσωτος υἱός, αἰσθανόμενος τί σημαίνει ζωή μέσα στήν ἁμαρτία, ζωή μέσα στίς ἡδονές καί τά πάθη αὐτοῦ τοῦ κόσμου, λέγει: «Πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγώ δέ λιμῷ ἀπόλλυμαι» σέ ξένη καί μακρυνή χώρα. «Ἀναστάς πορεύσομαι πρός τόν πατέρα μου». Σηκώθηκε καί πῆγε πρός τόν πατέρα. Καί ὁ οὐράνιος Πατήρ, ὁ Θεός καί Ἐλεήμων Κύριος, «ἔτι αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν καὶ ἐσπλαγχνίσθη καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν», ἐνῶ συγχρόνως ὁ υἱός μέ λυγμούς ἔλεγε: «πάτερ ἥμαρτον εἰς τόν οὐρανόν καί ἐνώπιόν σου, οὐκέτι εἰμί ἄξιος κληθῆναι υἱός σου». Ἁμάρτησα στόν οὐρανό καί σ’ ὅλα τά ἀστέρια. Ὅλα τά ἐμόλυνα μέ τό πύον τῶν παθῶν μου, καί μέ τό σκοτάδι τῶν παθῶν μου τά ἠμαύρωσα ὅλα. «Ἥμαρτον ἐνώπιόν σου»! Φεύγοντας ἀπό σένα, σέ ποιόν προσκολλήθηκα; Δίπλα σέ ποιόν ἤμουν; Τίνος χοίρους ἐγώ ἔβοσκα; Τοῦ διαβόλου! Ἐγώ διαβολοποίησα τήν ψυχή μου, τήν ὁποία ἐσύ μοῦ ἔδωσες νά γίνῃ ἁγία καί ἀθάνατη. Ἐγώ ἐβρώμισα τό σῶμα, ἐθανάτωσα τό σῶμα, ἐξαθλίωσα τό σῶμα! 
Ὅταν ὁ ἄσωτος υἱός «ἦλθεν εἰς ἑαυτόν» –ἀφοῦ ἦταν ἐκτός ἐαυτοῦ, στήν τρέλλα, στίς ἡδονές καί στά πάθη αὐτοῦ τοῦ κόσμου– διά τῆς μετανοίας ἔτρεξε πρός τόν πατέρα. Καί ὁ πατέρας τόν ἀγκαλιάζει καί τόν φιλεῖ. Δέν εἶχε τελειώσει ἀκόμη ὁ υἱός τήν ἐξομολόγησί του, δέν εἶχε ἐκφράσει ἀκόμη τήν ἐπιθυμία του νά τόν δεχθῇ ὁ πατέρας του σάν δοῦλο, καί ὁ πατέρας λέγει στούς ὑπηρέτες του: «Φέρετε τήν στολή τήν πρώτη καί ἐνδύσατέ τον καί δῶστε δακτυλίδι στό χέρι του καί ὑποδήματα στά πόδια του καί ἀφοῦ φέρετε τόν μόσχο τόν σιτευτό, σφάξτε τον γιά νά φάγωμεν καί εὐφρανθῶμεν». 
Γιά πιό λόγο εὐφραίνεται ὁ οὐρανός; Γιά ποιό λόγο ὁ Θεός εὐφραίνεται στόν οὐρανό; Γιά ποιό λόγο εὐφραίνονται οἱ ἄγγελοι; Σέ ποιόν ὁ Κύριος λέγει νά εὐφρανθῶμεν; Στούς ἀγγέλους! 
Ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος χάθηκε μέσα στίς ἁμαρτίες, θυμήθηκε ὅτι ἦταν ἀδελφός τῶν ἀγγέλων καί ἔσπευσε πρός τόν οὐρανό. «Ἥμαρτον εἰς τόν οὐρανόν καί ἐνώπιόν Σου». Ἁμάρτησα στούς ἀγγέλους, στούς ἀρχαγγέλους. Ἐγώ ἐδιαβολοποίησα τόν ἑαυτό μου. Ἔρριξα τόν ἑαυτό μου στήν ἀγέλη τῶν χοίρων, στήν ἀγέλη τῶν παθῶν. Καί νά, τώρα εἶμαι ὅλος ξεσχισμένος, ὅλος κουρελιασμένος. Καί ἡ ψυχή καί τό σῶμα κουρελιασμένα. Ὅλα ἐξαθλιωμένα. 
Λοιπόν, τί εἶναι μετάνοια; Ὁ Κύριος τρέχει νά συναντήσῃ τόν μετανοήσαντα υἱό. Τόν ἀγκαλιάζει καί τόν ἀσπάζεται καί ὅλος ὁ οὐρανός συγκινεῖται. Ὅλοι οἱ ἄγγελοι εὐφραίνονται. «Καί ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι» ἀναφέρεται στήν θαυμαστή περικοπή τοῦ Σωτῆρος. Γιά ποιό λόγο χαίρεσθε ἐσεῖς ἅγιοι ἄγγελοι, ἅγιοι ἀρχάγγελοι; Ἐσεῖς, οἱ ὁποῖοι παντοτινά πενθῆτε γιά τόν γήινο αὐτό κόσμο βλέποντας τά δικά σας πεσμένα ἀδέλφια, τούς ἀνθρώπους, πῶς πνίγονται μέσα στίς ἁμαρτίες καί τίς ἡδονές καί τά πάθη καί τούς διαφόρους θανάτους αὐτοῦ τοῦ κόσμου, γιατί εὐφραίνεσθε; «Εὐφραινόμαστε γιά τήν ἀνάστασι, τήν ζωοποίησι τοῦ νεκροῦ ἀδελφοῦ μας ἀνθρώπου, ὅτι νεκρός ἦν καί ἀνέζησε». Νεκρός ἦταν ὁ ἄσωτος υἱός, ὅταν ἦταν μακράν τοῦ Θεοῦ, τῆς πηγῆς τῆς Ζωῆς, μακρυά ἀπό τόν οὐρανό. Ἰδού, ἀνάστασις ἐκ νεκρῶν φαίνεται [ἡ ἐπιστροφή τοῦ ἀσώτου] στά μάτια ὅλων τῶν οὐρανίων δυνάμεων. Ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις γι’ αὐτό χαίρονται, «ὅτι ἀπολωλώς ἦν καί εὑρέθη». Πράγματι, ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι μέσα στίς ἁμαρτίες καί τά πάθη, χάνει τόν ἑαυτό του, δηλαδή δέν ἔχει αὐτογνωσία, εἶναι ἐκτός ἑαυτοῦ. 
«Εἰς ἑαυτόν δέ ἐλθών», λέγει ὁ Σωτήρ. Ὁ ἄνθρωπος συνέρχεται, ὅταν σκεφθῇ τίνος εἶναι, δηλ. τοῦ Θεοῦ. Τό σῶμα σου τίνος εἶναι; Τοῦ Θεοῦ. Ἡ ψυχή καί αὐτή τοῦ Θεοῦ. Ὅλα δῶρα, δῶρα τοῦ Θεοῦ. Ἐγώ, ποιός εἶμαι σάν ἄνθρωπος; Τοῦ Θεοῦ, ὅλος τοῦ Θεοῦ! Τό σῶμα μου εἶναι δοξασμένο ἀπό τόν Θεό. Γι’ αὐτό τό ἐδημιούργησε ὁ Θεός, λέγει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Καί τό σῶμα γιά τόν Κύριο, καί ἡ ψυχή γιά τόν Κύριο. Δοξάζομε τόν Κύριο καί μέ τό σῶμα καί μέ τήν ψυχή. Τοῦ Θεοῦ εἶναι καί τό ἕνα καί τό ἄλλο. Μή νομίζεις ὅτι εἶναι τίποτε δικό σου, ὄχι. Ὅλα εἶναι αἰωνίως τοῦ Θεοῦ. Καί σύ εἶσαι αἰωνίως τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά τότε μόνο, ὅταν ἐσύ τό συνειδητοποιῇς. 
Λοιπόν ἡ ἁμαρτία; Δέν ἐπιτρέπει ὁ διάβολος στόν ἄνθρωπο νά συναισθανθῇ ὅτι εἶναι υἱός τοῦ Θεοῦ. Ὁ διάβολος ἐξουσιάζει μέ τήν καρδιά καί δέν ἀφήνει στόν ἄνθρωπο νά σκεφθῆ τόν Θεό, νά θυμηθῆ, ὅτι εἶναι υἱός τοῦ Θεοῦ, ὅτι εἶναι πλούσιος, ἀνεκδιήγητα πλούσιος. Ὅτι αὐτός εἶναι ἀδελφός τῶν ἁγίων ἀγγέλων. Ὁ διάβολος ὅλα τά σκοτίζει, ὅλα τά ἀπομακρύνει ἀπό τόν ἄνθρωπο, τά διαστρεβλώνει, καί τοῦ δίνει ψεύτικες ἡδονές μέσω τῶν ἁμαρτιῶν. Πράγματι ἔχει δίκαιο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὅταν λέει στόν Ἅγιο Ἐπίσκοπο καί μαθητή του, Ἀπόστολο Τίτο: «ἦμεν γάρ ποτέ καί ἠμεῖς ἀνόητοι» (Τίτ γ΄, 3) Κοιτάξτε τί λέει ὁ Ἀπόστολος. Πότε Ἅγιε Ἀπόστολε; Ὑποδουλωμένοι στίς διάφορες ἐπιθυμίες καί στά διάφορα πάθη, τότε εἴμασταν τρελλοί καί ἀνόητοι. 
Δέν θέλει ὁ Κύριος διά τῆς βίας νά σέ ἀναστήση ἐκ τῶν θανάτων σου, νά σέ ἁρπάξη ἀπό τήν ἁμαρτία. Ἐσύ πρέπει πρῶτος νά τό πῆς στόν ἴδιο: «Κύριε, αὐτή ἡ ἁμαρτία μέ βασανίζει. Δέν τήν θέλω, ἔχει ὅμως ἐξουσία ἐπάνω μου. Ἐλευθέρωσέ με!» Τότε γίνεται θαῦμα. Πάντα. Ποτέ ὁ Κύριος δέν ἀφήνει χωρίς ἀπάντησι τήν προσευχή, ἔστω καί τοῦ μεγαλυτέρου ἁμαρτωλοῦ. Δέν ὑπάρχει φρικτή ἁμαρτία γιά τόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἀγρυπνεῖ ἐπάνω στή δική του συνείδηση, ἐπάνω στή ζωή του. Ξέρει ὁ ἄνθρωπος, ὅτι μετά τήν προσέλευση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο, ὅτι δέν ὑπάρχη ἁμαρτία, ἀπό τήν ὁποία ὁ Κύριος δέν μπορεῖ νά μᾶς ἐλευθερώση. Δέν ὑπάρχει ἁμαρτία, τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά νικήση, δέν ὑπάρχει ἁμαρτία, τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά διώξη. Ὁ Κύριος δίνει τήν δύναμη. Μόνο κάνε τήν ἀρχή. Μόνο ἀναβόησε, ὅπως ὁ ἄσωτος υἱός: «Πάτερ, ἥμαρτον εἰς τόν οὐρανόν καί ἐνώπιόν Σου». Ὅταν ἁμαρτάνης, ἁμαρτάνης ὄχι μόνο στόν Θεό, ἀλλά σ’ ὅλα τά οὐράνια κτίσματα, σ’ ὅλα τά ἐπίγεια κτίσματα. Ἁμαρτάνεις στά πουλιά, ἁμαρτάνης στά λουλούδια, τά δένδρα. Ἁμαρτάνεις σ’ ὅλα τά ζωντανά ὄντα. Ἡ ἁμαρτία εἶναι πραγματικά φοβερή, ἄνευ τῆς μετανοίας. Τόσο φοβερή, ὥστε νά σκοτώνη καί νά ρίχνη σ’ ἑκατό θανάτους. Νά ρίχνη στήν ἀγκαλιά τοῦ διαβόλου καί στήν αἰώνια φρικωδεστάτη κόλαση. Χωρίς ἀμφιβολία. Γι’ αὐτό ὁ Θεός ἦλθε σ’ αὐτόν τόν κόσμο. Νά ἐξολοθρεύση τόν φοβερό δράκοντα, ὁ ὁποῖος λέγεται ἁμαρτία. Ἦλθε ὁ Θεάνθρωπος Κύριος Ἰησοῦς Χριστός καί μᾶς ἔδωσε ὅλα τά μέσα νά ἐξολοθρεύσομε τήν ἁμαρτία, τήν κάθε ἁμαρτία. Ἐδημιούργησε τήν Ἐκκλησία Του ἐπάνω στή γῆ καί τῆς ἔδωσε ὅλες τίς οὐράνιες δυνάμεις, γιά νά νικᾶμε καί ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ὅλες τίς ἁμαρτίες, ὅλους τους θανάτους μέσα μας καί γύρω μας. 
Ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε τά θαυμαστά Ἅγια Μυστήρια. Τό ἅγιο Βάπτισμα, τή Θεία Κοινωνία, τά ὁποῖα ἐξολοθρεύουν τήν ἁμαρτία. Μᾶς ἔδωσε καί τίς θαυμάσιες ἀρετές, πίστη, ἐλπίδα, ἀγάπη, προσευχή, νηστεία, ἀγρυπνία, πραότητα καί ὅλες τίς ὑπόλοιπες εὐαγγελικές ἀρετές. Γι’ αὐτό δέν ὑπάρχει ἀπόγνωση στόν Χριστιανό ἄνθρωπο σ’ αὐτόν τόν κόσμο. 
Ἅς ξυπνήση ὁ Ἀγαθός Θεός ὅλους τους ἀθέους, ὅλους τους ἀπίστους. Ἅς κτυπήση τόν καθένα μέ τόν κεραυνό τοῦ Οὐρανίου Ἐλέους. Μέ τόν κεραυνό τοῦ Οὐρανίου Ἐλέους μέσα στή συνείδηση, μέσα στή ψυχή. Ἅς ξυπνήση ὁ καθένας καί πορευθῆ στήν οὐράνια πατρίδα του, στήν οὐράνια τράπεζα ἀνάμεσα στούς ἁγίους ἀδελφούς του, τούς ἀγγέλους. Ἅς ζήση ἐκεῖ μαζί τους διά τῆς αἰωνίας Θείας Ἀληθείας, αἰωνίας Θείας Διακαιοσύνης καί ὅλων τῶν αἰωνίων οὐρανίων χαρῶν. 
Κύριε, Σ’ εὐχαριστοῦμε γιά τό Ἅγιο Εὐαγγέλιο αὐτό. Σ’ εὐχαριστοῦμε γιά τήν ἀγαθή εἴδηση αὐτή. Γιατί δημιούργησες τόν ἄνθρωπο, νά μπορῆ νά νικήση κάθε ἁμαρτία καί κάθε διάβολο. Σέ Σένα δόξα καί εὐχαριστία, πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. 

Ήμαρτον Πάτερ...

ΤΙ ΑΛΛΟ ΕΧΩ ΝΑ ΕΙΠΩ;


«Πάτερ, εάν με συγχωράς να σε καλώ Πατέρα, εάν δεν πταίω καί σ’ αυτό τίποτε με το να τολμώ να σε ονομάζω Πατέρα, εάν δεν ατιμάζω με το αμαρτωλό μου στόμα το γλυκύτατο καί τίμιο όνομά σου, Πάτερ κατά χάριν, καί δημιουργέ κατά φύσιν, έσφαλα. Τί άλλο έχω να είπω; Ομολογώ εκείνο, το οποίο γνωρίζεις, καταγγέλλοντας εκείνο που δεν σε λανθάνει. Αμαρτωλός είμαι καί το γνωρίζεις. Έφταιξα εις τον ουρανόν καί έμπροσθέν σου, δεν τολμώ να σε ατενίσω, διότι είμαι τετυφλωμένος από τις αμαρτίες...
Ήμαρτον, Πάτερ, εις τον ουρανόν, ότι είναι θρόνος σου. Έσφαλα έμπροσθέν σου, διότι γνωρίζεις τις ανομίες μου. Δεν είμαι πλέον άξιος να ονομασθώ υιός σου. Μόνος μου γίνομαι απόκληρος. Τον εαυτό μου καταδικάζω, τον εαυτό μου κατακρίνω, μόνος μου αποφασίζομαι, δεν χρειάζομαι κατήγορο, δεν χρειάζομαι μάρτυρες. Έσωθέν μου με ελέγχουν οι μάρτυρες. Η συνείδησή μου με κατηγορεί, οι αμαρτίες μου με καταδικάζουν, οι πορνείες, οι μοιχείες, οι φόνοι, οι αδικίες, οι πλεονεξίες, οι παρανομίες, οι αμαρτίες, τις οποίες έκαμα εν νυκτί καί εν ημέρα με καταισχύνουν.
Καί λοιπόν δεν είμαι άξιος, Κύριε, να ονομασθώ υιός σου, διότι πώς να δυνηθώ να δω την Εκκλησία, την οποία επί τόσον καιρό εγκατέλειψα; Με ποιους οφθαλμούς να δώ την φοβερά καί Αγία σου Τράπεζα, όπου αποξενώθηκα απ’ αυτήν; Πώς να ακούσω τα λόγια της Γραφής σου, όπου τα αυτιά μου είναι ερρυπωμένα από αισχρούς καί κακούς λόγους; Πώς να ενατενίσω στα Άγια βιβλία σου, όπου τα κατεπάτησα με τα έργα μου; Πώς να λάβω τα Άχραντά σου Μυστήρια, όπου οι χείρες μου είναι μεμολυσμένες από αμαρτίες; Πώς να εισέλθει ο Χριστός στο στόμα μου, το οποίο ήταν έτοιμο σε ύβρεις, σε κατηγορίες, σε ονειδισμούς, σε καταδόσεις, σε βλασφημίες, σε μωρολογίες, σε αργολογίες, σε ψευδολογίες, σε επιορκίες, σε ασχημολογίες; Δεν είμαι πλέον άξιος να ονομασθώ υιός σου. Όποιος είναι υιός πονηρός, είναι ανάξιος Πατρός Αγαθού. Όποιος αγαπά τις ηδονές του κόσμου, στερείται της Αγάπης του Θεού. Όποιος αγαπά τα θελήματα του σώματός του, μισεί το καλό της ψυχής του. Όποιος ορέγεται τις αμαρτίες, αποστρέφεται τις αρετές. Εγώ είμαι ο πταίστης σε όλα. Εγώ είμαι εκείνος που κατεφρόνησα τα αγαθά και ζήτησα τα κακά, που μίσησα τις αρετές και αγάπησα τις αμαρτίες. Και λοιπόν δέξου με ως φύσει Εύσπλαχνος και μακρόθυμος που Είσαι»…

Μέρος Λόγου του Δαμασκηνού Στουδίτου 
εις την Παραβολή της Κυριακής του Ασώτου

Σαν τον άσωτο το γιό...




Έφυγα μακριά Φίλε του ανθρώπου, είχα τη σκηνή μου στην έρημο, 

από Σένα, τόν γλυκό μου Κύριο έφυγα και κρύφτηκα, 

κάτω απ τη νύχτα χώθηκα της αγωνίας να επιβιώσω. 

από κει γέμισα πολλές δαγκωματιές και τραύματα. 

Γύρισα, ήρθα σε Σένα, και στην ψυχή μου όμως πολλές οι πληγές. …; 

Το έλεος της χάρης Σου στάλαξε, Θεέ μου, 

τις πληγές μου άλειψε, εξάλειψε τα έλκη, 

τα μέλη μου συνάρμοσε και σύσφιξε… παράλυσαν… 

αφάνισε τις ουλές, μη μείνει ούτε μία, Σωτήρα, 

τέλεια γιάτρεψέ με ολόκληρο, κάνε με όπως πρίν, 

όταν δεν είχα μολυσμό ούτε μώλωπα 

ούτε πληγή να αιμορραγεί, ούτε κηλίδα, Θεέ μου, 

είχα γαλήνη, χαρά, ειρήνη και πραότητα, 

την άγια ταπείνωση και μακροθυμία, 

τον φωτισμό της υπομονής και πράξεις όμορφες, 

σε όλα υπομονή και δύναμη ανίκητη. … 

Χάζεψα, Κύριε, αποβλακώθηκα, σε μένα ελπίζοντας, 

με πλάκωσε και μ έσυρε η αγωνία για τα υλικά 

η μέριμνα για τα βιωτικά, 

ο ταλαίπωρος, καταξέπεσα, 

ψυχράθηκα σαν το σίδερο κι έγινα μαύρος 

πολύ καιρό, ώσπου έπιασα σκουριά. 

Κι έτσι φωνάζω πάλι εσένα, 

Φιλάνθρωπε, θέλω να καθαρίσω 

να υψωθώ στην πρώτη μου Ομορφιά 

το Φώς Σου τέλεια ν απολαύσω 

Τώρα κι αδιάκοπα σέ όλους τους αιώνες. 


”Ύμνοι Θείων Ερώτων” του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου 
[Ύμνος ΜΪΆ, στ. 1-5, 11-21, 41-49]
Μετάφραση: Γ. Βαλσάμης 



Αυτός που κερδίζει χάνει και αυτός που χάνει κερδίζει.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΤΙ ΨΕΜΑ;


To τι είναι αλήθεια και το τι είναι ψέμα, το καθορίζει η πρόθεση της ψυχής σου σε αυτή την ζωή. Αυτός που κερδίζει χάνει και αυτός που χάνει κερδίζει. Η αλήθεια είναι μαρτύριο αδερφέ και πάντα θα χάνεις, μα το παράδοξο είναι πως θα βγεις νικητής!
Αν ψάχνεις με ειλικρίνεια αυτό που θέλεις να βρεις τότε να ξέρεις πως θα χάσεις. Γιατί η αλήθεια δεν είναι προτίμηση του εγωισμού μας. Δεν είναι το παράγωγο της φαντασίας μας το οποίο εκπληρώνει κάθε επιθυμία της ψυχής μας. Αυτό είναι ημιτελές, για αυτό και σε συμπληρώνει. Στην αλήθεια δεν είσαι απαραίτητος αδερφέ. Πως να στο πω; Δεν σε έχει ανάγκη. Είναι τέλεια και για αυτό δεν την θες. Γιατί πάνω στην τελειότητά της, αντανακλάται το κενό του εαυτού σου, φαίνεται το πόσο αδύναμος είσαι. Για αυτό να είσαι έτοιμος να χάσεις αδερφέ, γιατί η αλήθεια δεν θα γίνει εσύ, εσύ πρέπει να γίνεις αλήθεια. Η αλήθεια είναι απροσάρμοστη με τα "θέλω" του εγώ σου, με τα πρέπει των καθημερινών σου αναγκών. Να το θέμα λοιπόν. Μπορείς να διακρίνεις την ρευστότητά του; Την προσαρμογή του σε καταστάσεις και ανάγκες; Το ψέμα γίνετε εσύ, η αλήθεια όχι.

Η αλήθεια είναι μαρτύριο αδερφέ και πάντα θα χάνεις, μα το παράδοξο είναι πως θα βγεις νικητής!

Η παραβολή του ασώτου υιού.

Ο ΑΣΩΤΟΣ ΥΙΟΣ

Ο ζητιάνος, η βαρυχειμωνιά...

...ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ!



Το χιονόνερο που έπεφτε ήταν εκνευριστικό. Ο δυνατός βοριάς δεν άφηνε τίποτε όρθιο. Το τσουχτερό κρύο ήταν ανυπόφορο.

Ο Μάρκος τυλίχθηκε με μία κουβέρτα και ζάρωσε πάνω στα πρόχειρα χαρτόκουτα που είχε στρώσει. Αναστέναξε βαριά. Ήπιε μία γουλιά νερό από το μπουκάλι. Όλα τα στοιχεία έδειχναν πως η νύκτα που θα ακολουθούσε θα ήταν εφιαλτική.

Αναρωτιόταν αν θα ξημέρωνε ζωντανός η αν θα πάγωνε. Κοιτούσε δεξιά -αριστερά μη τυχόν και περάσει κάποιος περαστικός και ανοίξει κουβέντα. Το εμπορικό Κέντρο δίπλα του είχε σχεδόν αδειάσει. Ασυναίσθητα κοίταξε τον ουρανό. «Γιατί Θεέ μου έφθασα σ’ αυτήν την κατάσταση; Γιατί με τιμωρείς τόσο σκληρά;»ψέλλισε! Κοιτούσε σαν να προσδοκούσε μία απάντηση. Μάταια όμως περίμενε. Το ρολόι που ήταν αναρτημένο στο εμπορικό κέντρο έδειχνε 1:45 π.μ.
Κοίταξε τις απέναντι πολυκατοικίες. Τα φώτα των διαμερισμάτων ήταν όλα κλειστά. Μόνο ένα εξ αυτών ήταν ανοικτό. Κάποιος άρρωστος η κανένα μωρό θα τους κρατά ξάγρυπνους, σκέφτηκε. Τουλάχιστον είναι στα ζεστά και θα έχουν κάποιον να τους φροντίσει. Ξαφνικά βλέπει μία μπλε ακτίνα φωτός να φεύγει από τον ουρανό και να εισέρχεται μέσα από την μπαλκονόπορτα στο διαμέρισμα. Ξαφνιάστηκε! Τρόμαξε. Άρχισε να τρίβει τα μάτια του μη τυχόν και έχει παραισθήσεις.
«Βρε τι ζημιά μπορείς να πάθεις από μία μπύρα!» σκεφτόταν. Προσπάθησε να σκεφθεί κάτι άλλο για να ξεφύγει από την παραίσθηση. Τα μάτια του όμως δεν τα όριζε. Ήταν καρφωμένα σ’ αυτό το περίεργο μπλε φως που κατέληγε στο διαμέρισμα. Άρχισε να τσιμπιέται μη τυχόν και κοιμόταν. Νόμιζε πως έβλεπε όνειρο. Αποφάσισε να σηκωθεί λίγο και να περπατήσει. Έτσι πίστευε πως θα ξέφευγε από τις παραισθήσεις. «Λες να είχε κανένα περίεργο χόρτο το σουβλάκι που έφαγα και μου έφερε αυτή την αναστάτωση;» αναλογιζόταν καθώς προχώρησε δύο τρία βήματα. «Μήπως πάλι είναι η τελευταία μου νύκτα αυτή και ο Θεός έδωσε αυτό το σημάδι;»
Ξανακοίταξε προς την πολυκατοικία. Το φως γινόταν πιο δυνατό. «Μπορεί να πρόκειται για κάποιο λέιζερ. Μπορεί αυτός που μένει στο διαμέρισμα να δημιουργεί όλο αυτό το θέαμα και ενώ το φως φεύγει από το διαμέρισμα να πιστεύω πως έρχεται από τον ουρανό. Αυτό είναι… Με το κρύο αυτό φαίνεται χάζεψα εντελώς» μονολόγησε ο Μάρκος και επέστρεψε στη θέση του! Άδικα σηκώθηκα, έλεγε. Ξανακάθισε κάτω και τυλίχθηκε με τις κουβέρτες. Ασυναίσθητα έκανε το σταυρό του και έγειρε πίσω το κεφάλι του.
«Τρεις ώρες απομένουν θα περάσουν. Πες ότι κάνω γερμανικό νούμερο στο στρατό… Α! ρε μανούλα ευτυχώς που δεν ζεις, να δεις πως κατάντησε ο γιος σου. Βέβαια αν ζούσες θα ήταν όλα διαφορετικά. Δεν νομίζω να κατέληγα ζητιάνος και άστεγος. Πολλά λάθη μάνα έκανα στη ζωή μου. Την κατέστρεψα. Έχασα τα πάντα. Πίστευα πως όλος ο κόσμος γυρίζει γύρω από μένα. Δεν υπολόγιζα τίποτε. Πούλησα και το πατρικό μας. Και εκείνο το χωραφάκι που είχα ενθύμιο από τον πατέρα μου. Εκείνο που έλεγες πως κάποτε βρισκόταν εκεί το ξωκκλήσι της Παναγίας μας. Εκείνο που έκαψαν οι αντάρτες. Κι εκείνο το πούλησα. Τα λεφτά τα ξόδεψα στα ξενύχτια και στα χαρτιά.
Δεν σεβάστηκα ούτε την υπόσχεση που σου έδωσα παιδί ακόμη, λίγο μετά το θάνατο του πατέρα μου ότι θα ανοικοδομήσω το σπίτι της Παναγίας και θα ανάβω το καντηλάκι της… Αχ ρε μάννα κι σ’ άκουγα θα είχα οικογένεια με τη Χρυσούλα, που μ’ αγαπούσε αληθινά. Αλλά ήθελα τη μεγάλη ζωή. Και να τώρα έγινα ένα ρεμάλι. Και το περίεργο είναι πως τα βάζω και με το Θεό. Με εκείνον δηλαδή που πολεμούσα γιατί τον έβλεπα εμπόδιο στη ζωή μου… Θυμάσαι που σου έλεγα πόσο ανόητος ήταν ο άσωτος υιός που αν και μπορούσε να περνά ζωή χαρισάμενη κοντά στο σπίτι προτίμησε και εκείνος τη μεγάλη ζωή.
Ε! μάννα πολύ πιο ανόητος από εκείνον είναι ο γιος σου. Ακολούθησα τα βήματα του ασώτου. Και να τρώω τώρα τα αποφάγια των άλλων και ζητιανεύω. Ούτε στο χωριό δεν τολμώ να πάω, τέτοιο τομάρι που είμαι». Αυτά συλλογιόταν ο Μάρκος προσπαθώντας να ανταπεξέλθει στην παγωμένη νύχτα.
Ασυναίσθητα κοίταξε και πάλι προς την πολυκατοικία. Το μπλε ουράνιο φως παρέμενε σταθερό. Τότε είδε μία ακτίνα φωτός να έρχεται προς το μέρος του. Όλα γύρω φωτίσθηκαν και μία ζεστασιά γέμισε τον χώρο.Ένιωσε τότε ένα χέρι να τον ακουμπά. Γύρισε να δει ποιός ήταν αλλά δεν είδε κανένα. Σε κλάσματα του δευτερολέπτου κάποιος τον σήκωσε στα χέρια του. Λουσμένος όπως ήταν από το φως βρέθηκε πάνω στο μπαλκόνι της απέναντι πολυκατοικίας. Κοίταξε μέσα. Είδε μία νεαρή κοπέλα να έχει υψώσει τα χέρια της και να προσεύχεται. Την έβλεπε λες και ήταν δίπλα του και τα πατζούρια να έχουν εξαφανιστεί. Άγγελοι φωτεινοί στέκονταν δίπλα της.
Διάβαζε από ένα βιβλίο προσευχές. Το πρόσωπό της έλαμπε σαν τον ήλιο. Ακούμπησε το βιβλίο στην άκρη. Ψαλτήριο ήταν ο τίτλος του. Η κοπέλα στη συνέχεια άνοιξε ένα τετράδιο και άρχισε να διαβάζει διάφορα ονόματα. Ο άγγελος που έστεκε δεξιά της σημείωνε. «Κύριε, στείλε τη ζεστασιά σου και στον φτωχό άγνωστο άστεγο που στέκεται εκεί απέναντι μέσα στη βαρυχειμωνιά. Σώσε τον Χριστέ μου. Κάλεσέ τον και πάλι κοντά σου και οδήγησε τον στη μετάνοια» είπε η κοπέλα αμέσως μετά την ικεσία που έκανε για να περάσει η κρίση στην Ελλάδα.
Για την κρίση είπε: «Κύριε στείλε την Παναγία μας και τους αγίους να διαλύσουν τον εγωισμό μας και να δώσουν τέλος στην αποστασία μας. Στείλε τους αγγέλους σου να μαλακώσουν τις ψυχές και τις καρδιές μας και να επαναφέρουν την αγάπη και την αληθινή πίστη στον ελληνικό λαό. Βοήθησε την πατρίδα μου να λούζεται πάλι με το ανέσπερον αναστάσιμο φως Σου και να εκδιώξει τους δαίμονες που τη διασύρουν και τη ξευτιλίζουν. Κύριε, έλα γρήγορα και μην αργείς. Ιδού η δούλη σου Μαρία έτοιμη να θυσιαστεί για σένα…»!
- «Τέτοιες προσευχές δεν είχα ακούσει ποτέ στη ζωή μου. Δάκρυα άρχισαν να τρέχουν στα μάγουλά μου. Ήταν τόσο όμορφα εκεί πάνω στο μπαλκόνι. Ήταν τόσο ζεστά. Δεν ξέρω πόσο έμεινα. Ξέρω μόνο πως όταν το ίδιο χέρι που με θαυμαστά με ανέβασε στο μπαλκόνι όταν με γύρισε πίσω είχε σχεδόν ξημερώσει. Ήταν η πιο γλυκιά νύχτα της ζωής μου. Το ρολόι του εμπορικού κέντρου έδειχνε σχεδόν έξι και τα συνεργεία καθαριότητας είχαν αναλάβει εργασία. Το μπλε φως είχε εξαφανισθεί.
Αν και δεν είχα κοιμηθεί ένιωθα ξεκούραστος και δυνατός. Έτρεξα απέναντι και κάθισα σε ένα απάγκιο μέρος. Ήθελα να συναντήσω αυτή την κοπέλα, να την ευχαριστήσω για το δώρο που μου έκανε και για τις προσευχές της. Γύρω στις 9 παρά κάτι την είδα να βγαίνει από την πολυκατοικία. Έτρεξα κοντά της. Μόλις με είδε έβαλε το χέρι στη τσάντα της, πιστεύοντας ότι θα της ζητήσω βοήθεια.
- Όχι, Όχι Μαρία δεν θέλω βοήθεια. Να σε ευχαριστήσω θέλω για το μεγάλο δώρο που μου έκανες και για τις προσευχές σου.
- Πως ξέρεις το όνομά μου», είπε τότε εκείνη.
- Να άκουσα χθες το βράδυ τις προσευχές σου, ψέλλισα αμήχανος καταπίνοντας τη γλώσσα μου. Είμαι ο άστεγος ζητιάνος που ικέτευες το Θεό να τον σώσει και να τον βοηθήσει να μετανοήσει. Πες μου Μαρία τι να κάνω;
Α! κατάλαβα είσαι εσύ που έκανες το σταυρό σου, του είπε τότε εκείνη. Σε κοιτούσα από τις γρίλιες της μπαλκονόπορτας. Ήθελα να σε φωνάξω να έρθεις να κοιμηθείς μαζί μας αλλά δεν ήξερα πως θα αντιδράσουν οι γονείς μου γιατί ήταν περασμένα μεσάνυχτα. Και επειδή δεν μπορούσα να σε βοηθήσω ζήτησα να το κάνει ο Χριστός μας για να βγάλεις τη νύχτα και να μην παγώσεις.
Ο Χριστός έκανε πάλι το θαύμα του. Περίμενε να χτυπήσω στη μάνα μου να σου φτιάξει ένα καλό πρωινό γιατί εγώ πρέπει να φύγω για διαφορετικά θα αργήσω στη δουλειά μου.
Πριν προλάβω να μιλήσω η Μαρία με έβαζε στο ασανσέρ.
- Γλυκιά μου μητερούλα θα φτιάξεις ένα ζεστό τσάι στον κύριο, γιατί πρέπει να φύγω;
- Ευχαρίστως Μαρία μου, ευχαρίστως! είπε εκείνη και μου έγνεψε να περάσω μέσα.
Ένιωσα πολύ άσχημα. Δεν ξέρω πόσο καιρό είχα να μπω σε σπίτι. Κοίταξα στο σαλόνι. Εκεί υπήρχε μία εικόνα της Παναγίας και μπροστά έκαιγε το καντηλάκι. Στο λιβανιστήρι, δίπλα στο νεροχύτι έκαιγε ακόμη το λιβάνι. Η Μαρία έφυγε λέγοντάς μου:
- Νιώσε άνετα και μην στεναχωριέσαι. Ο Χριστός σ’ αγαπά.
Σε λίγο ήρθε από το διπλανό δωμάτιο ο πατέρας της Μαρίας ο κυρ – Λάμπρος, όπως μου συστήθηκε. Με καλημέρισε και κάθισε δίπλα μου. Ευτυχώς που οι άνθρωποι έχουν λιβανίσει, γιατί από τη βρώμα μου δεν θα μπορούσαν ούτε να σταθούν. Η κυρά – Ουρανία ψιθύρισε κάτι στον άνδρα της και εκείνος πήγε στο δωμάτιο και γύρισε με φρεσκοσιδερωμένα ολοκαίνουργια ρούχα.
-Μάρκο παιδί μου, πιστεύω πως αυτά θα σου κάνουν. Αν δεν σου κάνουν θα πεταχτώ απέναντι στο εμπορικό κέντρο να σου πάρω ένα παντελόνι και ένα πουκάμισο. Μπουφάν και μπλούζες έχω πολλές και είναι στα μέτρα σου. Η Ράνιά μου έβαλε ήδη το θερμοσίφωνο να κάνεις ένα μπάνιο, μέχρι να φτιάξει κάτι να φάμε.
- Δεν είναι ανάγκη κυρ – Λάμπρο. Θα πιώ ένα τσάι και θα φύγω, είπα και έσκυψα από αμηχανία και ντροπή το κεφάλι μου.
-Μην ντρέπεσαι παιδί μου οι χριστιανοί είναι αδέλφια. Έχουν τον ίδιο Πατέρα και την ίδια μάνα την Παναγία μας.
Ο κυρ – Λάμπρος την ώρα που ήμουν στο μπάνιο έτρεξε και μου πήρε δύο-τρία παντελόνια, εσώρουχα, μία ζώνη κι ένα σακβουαγιάζ. Τα ρούχα του μου έκαναν κουτί. Είχα πολλούς μήνες να φορέσω φρεσκοσιδερωμένα ρούχα. Άλλωστε δεν πρέπει να ήταν και πολύ μεγαλύτερός μου. Η κυρά Ράνια, πρόσθεσε δύο-τρεις μπλούζες, ένα τάπερ με γλυκίσματα και αρκετές κάλτσες, στο σακβουαγιάζ. Με ρώτησε αν το νούμερο των παπουτσιών που φοράω ήταν 43 και όταν απάντησα καταφατικά, μου έφερε και ένα ζευγάρι μποτάκια.
Έμεινα δύο-ώρες μαζί τους και τους εξιστόρησα με το νι και με το σίγμα τι είχα ζήσει το προηγούμενο βράδυ. Εκείνοι έκαναν συχνά το σταυρό τους και ευχαριστούσαν το Θεό. Όπως μου είπε η κυρά Ράνια, η Μαρία της θέλει να μοιάσει στην Αγία Παρασκευή. Να αξιωθεί όπως εκείνη να δίδει το φως του Χριστού στους ανθρώπους…
Φεύγοντας ο κυρ – Λάμπρος μου έδωσε τριακόσια ευρώ και μου πρότεινε να μεταβώ στην Πελοπόννησο, σ’ ένα μοναστήρι κοντά στην Κόρινθο. Εκεί βρίσκεται ο τάδε γέροντας. Πες του ότι σε έστειλα εγώ και ζήτησέ του να δουλέψεις στο μοναστήρι ως εργάτης.
Το ότι συνήλθε και μπήκε πάλι σε μία σειρά είναι ένα θαύμα. Αλλά το μεγαλύτερο θαύμα είναι πως υπάρχουν ακόμη οικογένειες άγιες, οικογένειες χριστιανικές, οικογένειες Ορθόδοξες, εξομολογείτο στον γέροντα ο Μάρκος. Του ζήτησε ακόμη να γίνει μοναχός και να αξιωθεί να ξαναζήσει το άκτιστο φως.
Να ξαναζήσει τη γλυκιά εκείνη ζεστή νύχτα που διέλυσε τη βαρυχειμωνιά και το παγετό της καρδιάς του. Να βιώσει το φως του Χριστού που του πρόσφεραν οι αγνές προσευχές της Μαρίας.

http://fdathanasiou.wordpress.com

Ένα διαφορετικό βιογραφικό σημείωμα!


ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΑΣ...


Γεια σας. Το όνομά μου είναι Ιησούς-Ο Χριστός. Έχω στείλει το βιογραφικό μου επειδή ζητώ την κορυφαία διοικητική θέση στην καρδιά σου. Παρακαλώ να εξετάσεις τα επιτεύγματά μου, όπως ορίζεται στο βιογραφικό μου.
Προσόντα:
* Ίδρυσα τη γη και δημιούργησα τους ουρανούς, (βλ. Παροιμίες 3:19)
* Έχω πλάσει τον άνθρωπο από το χώμα της γης, (Βλέπε Γένεσις 2:7)
* Έδωσα πνοή στον άνθρωπο την αναπνοή της ζωής, (Βλέπε Γένεσις 2:7)
* Εξαργύρωσα τον άνθρωπο από την κατάρα του νόμου, (βλέπε Γαλάτες 3:13)

Επαγγελματικό Ιστορικό:
* Είχα μόνο έναν εργοδότη, (Βλέπε Λουκά 2:49).
* Ο εργοδότης μου δεν έχει τίποτα, αλλά διθυραμβικές κριτικές για μένα, (βλέπε Κατά 
Ματθαίον 3:15-17)

Δεξιότητες εργασίας Εμπειρίες:
* Ορισμένες από τις ικανότητές μου και τις εμπειρίες της εργασίας περιλαμβάνονται: ενίσχυση των φτωχών,θεραπεία ασθενών, την αποκατάσταση της όρασης για τους τυφλούς .
* Είμαι ένας θαυμάσιος Σύμβουλος, (βλ. Ησαΐας 9:06). * Το πιο σημαντικό, έχω την εξουσία, την ικανότητα και τη δύναμη να σας καθαρίσω τις αμαρτίες σας, (Δείτε εγώ Ιωάννου 1:7-9)

Σπουδές:
* Θα καλύπτουν όλο το εύρος και το μήκος της γνώσης, της σοφίας και της κατανόησης, (βλ. Παροιμίες 2:6).
* Μπορώ να σου πω ακόμα όλα τα μυστικά της καρδιάς σου, (βλ. Ψαλμοί 44:21).

Σημαντικών επιτευγμάτων:
* Ήμουν συμμέτοχος ενεργά στη μεγαλύτερη Σύνοδο Κορυφής όλων των εποχών, (βλ. Γένεσις 1:26).

Αναφορές:
Οι πιστοί και οι οπαδοί σε όλο τον κόσμο θα καταθέσουν για θεραπείες μου θεία, σωτηρία, λύτρωση, θαύματα, την αποκατάσταση και την υπερφυσική καθοδήγηση
Τώρα που έχετε διαβάσει το βιογραφικό μου, είμαι βέβαιος ότι είμαι ο μοναδικός υποψήφιος με όλα τα προσόντα να καλύψω την θέση στην καρδιά σου.
Πότε μπορώ να αρχίσω; Ο χρόνος είναι η ουσία, (Βλέπε Εβραίους 3:15).
ΠΗΓΗ: ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΑΓΙΑ ΜΕΤΕΩΡΑ

Μία αλήθεια...

ΩΣ ΑΝΘΟΣ!



Ψήγματα χρυσοῦ...

ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ



-Ποτέ μήν ἀπελπίζεσαι, ὦ ἄνθρωπε. Μονάχα γιά κεῖνον ἀπελπίσου πού ἀπελπίζεται ἀπό τόν ἑαυτό του. 


-Ὅποιος στηρίζει τήν ἐλπίδα του στόν Κύριο ἀσφαλίζεται σέ φρούριο ἀπόρθητο, κατέχει ἀήττητο ὅπλο καί δύναμη ἀκαταμάχητη. 

-Ὅσο ὁ οὐρανός εἶναι καλύτερος ἀπό τή γῆ, τόσο ἡ εὐτυχία τῆς γῆς εἶναι μικρότερη ἀπό αὐτή τοῦ οὐρανοῦ. 

-Βοᾶτε ἀπό τό πρωί ὥς τό βράδυ τό «Κύριε ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς». Ἡ προσευχή καταπραΰνει τό θυμό, σβήνει τήν κακή ἐπιθυμία, λειώνει τό φθόνο, διώχνει τή λύπη, φωτίζει τή σκέψη. 

-Ντροπή νά νιώθεις ὅταν ἁμαρτάνεις, μήν ντρέπεσαι ὅταν μετανοεῖς. Στήν ἀπώλεια δέν μᾶς ὁδηγεῖ τόσο ἡ ἁμαρτία ὅσο ἡ ἀπελπισία. Νά ἐπανορθώνουμε τήν ἁμαρτία μέ τή μετάνοια καί νά στηριζόμαστε στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. 

-Κανείς δέν σώζεται, ἄν δέν βοηθήσει νά σωθοῦν καί οἱ ἄλλοι. Ὁ καθένας εἶναι ὑπεύθυνος γιά τή σωτηρία τῶν ἄλλων. 

-Ἡ συνεχής χαλαρότητα γιά τήν ἐκπλήρωση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ ὁδηγεῖ στήν ἀπιστία. 

-Ἀδιαφόρησε γιά τίς ἀνέσεις καί τότε θά ἀποκτήσεις ἄνεση. Ἀδιαφόρησε γιά τά ὑλικά ἀγαθά καί τότε θά τά ἀποκτήσεις, ὄχι ὡς δέσμιος καί δοῦλος αὐτῶν ἀλλά ὡς ἐλεύθερος. Μέ ὅσα περισσότερα ἀγαθά περιβάλλεσαι, τόσο δουλικότερος γίνεσαι.

_________________
ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΕΧΩ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΣΤΗΝ ΠΡΟΝΟΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ!

Ευχαριστούμε τον φίλο του ιστολογίου Χ.Α, για την αποστολή του κειμένου.