.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΝΕΙΛΟΥ



Ο Όσιος Νείλος έζησε τον 16ο αιώνα. Κατήγετο από ένα χωρίον της Τριπόλεως της Πελοποννήσου. Ασκήτευσεν εις το Άγιον Όρος και εκοιμήθη την 12ην Νοεμβρίου του έτους 1651. Εκ του τάφου του Οσίου ανέβλυσεν ευωδέστατον μύρον δι’ αυτό και ονομάζεται μυροβλήτης.
(Πιστόν αντίγραφον από το βιβλίον «Ευαγγελικός Κήπος», της Ιεράς Μονής Σταυροβουνίου Κύπρου).
Ο Όσιος Νείλος έζησε τον 16ο αιώνα. Κατήγετο από ένα χωρίον της Τριπόλεως της Πελοποννήσου. Ασκήτευσεν εις το Άγιον Όρος και εκοιμήθη την 12ην Νοεμβρίου του έτους 1651. Εκ του τάφου του Οσίου ανέβλυσεν ευωδέστατον μύρον δι’ αυτό και ονομάζεται μυροβλήτης.
________________________________________

«Κατά το 1900 έτος βαδίζοντας προς τον μεσασμόν του 8ου αιώνος (5.508 χρόνια απο Αδάμ + 2000 μ.Χ. = 7.508 χρόνια) άρχεται ο κόσμος του καιρού εκείνου, να γίνεται αγνώριστος. Όταν πλησιάσει ο καιρός της ελεύσεως του Αντιχρίστου θα σκοτιστεί η διάνοια των ανθρώπων από τα πάθη τα της σαρκός και θα πληθυνθη σφόδρα η ασέβεια και η ανομία’ τότε άρχεται ο κόσμος να γίνεται αγνώριστος μετασχηματίζονται αι μορφαί των ανθρώπων και δέν γνωρίζωνται οι άνδρες από τάς γυναίκας διά της αναισχύντου ενδυμασίας και των τριχών της κεφαλής’ οι τότε άνθρωποι θά αγριέψουν και θα γίνουν ωσάν θηρία από την πλάνην του αντιχρίστου.
Δέν θα υπάρχει σεβασμός εις τούς γονεις και τους γεροντότερους, η αγάπη θα εκλείψει, οι ποιμένες των Χριστιανών Αρχιερείς και ιερείς θα είναι άνδρες κενόδοξοι, παντελώς μή γνωρίζοντες την δεξιάν οδόν από την αριστεράν.
Τότε θα αλλάξουν τά ήθη και αι παραδόσεις των Χριστιανών και της Εκκλησίας. Η σωφροσύνη θα απολεσθεί από τους ανθρώπους και θα βασιλεύσει η ασωτία. Το ψεύδος και η φιλαργυρία θα φθάσουν εις τόν μέγιστον βαθμόν, και ουαί εις τους θησαυρίζοντας αργύρια.
Αί πορνείαι, μοιχείαι, αρσενοκοιτίαι, κλοπαί και φόνοι, θά πολιτεύωνται, εν τω καιρω εκείνω, και διά την ενέργειαν της μεγίστης αμαρτίας και ασελγείας, οι άνθρωποι θέλουν στερηθεί την χάριν του Αγίου Πνεύματος όπου έλαβον εις το Άγιον Βάπτισμα ως και την τύψιν της συνειδήσεως.
Αί εκκλησίαι του Θεού θά στερηθούν ευλαβών και ευσεβών ποιμένων και αλοίμονον τότε εις τούς εν τω κόσμω ευρισκομένους Χριστιανούς οι οποίοι θα στερηθούν τελείως την πίστην, διότι δέν θά βλέπουν απο κανέναν φως επιγνώσεως, τότε θά αναχωρούν από τον κόσμον εις τα ιερά καταφύγια διά να εύρουν ψυχικήν ανακούφησιν των θλίψεών των και παντού θα ευρίσκουν εμπόδια και στεναχωρίας. Και πάντα ταυτα γενήσονται διά τό ότι ο Αντίχριστος θέλη κυριεύση τά πάντα, και γενήσεται εξουσιαστής πάσης της Οικουμένης και θά ποιη τέρατα και σημεια κατά φαντασίαν’ θέλει δέ δώση πονηράν σοφίαν εις τόν ταλαίπωρον άνθρωπον, να εφεύρη νά ομιλεί ο είς πρός τον άλλον, από την μίαν άκρην της γης, έως την άλλην’ τότε θά πέτανται στόν αέρα ως πτηνά και διασχίζοντες τόν βυθόν της θαλάσσης ως ιχθύες.
Και ταυτα πάντα ποιουντες οί δυστυχεις άνθρωποι, διαβουντες εν ανέσει, μή γνωρίζοντες οι ταλαίπωροι ότι ταυτα εστί πλάνη του Αντιχρίστου. Και τόσον θά προοδεύση την επιστήμην κατά φαντασίαν ο πονηρός, ώστε αποπλανησαι τούς ανθρώπους και μη πιστεύει είς την ύπαρξην του τρισυποστάτου Θεου.
Τότε βλέπων ο Πανάγαθος Θεός την απώλειαν του ανθρωπίνου γένους, θέλει κολοβώση τάς ημέρας, διά τους ολίγους σωζωμένους, διότι θέλει πλανείσαι εί δυνατόν και τους εκλεκτούς.
Τότε αιφνιδίως θέλει έλθη η δίστομος ρομφαία και θα θανατώσει τόν πλάνον και τους οπαδούς αυτού…».

Όταν αγαπήσεις τον Χριστό, όλα τα πράγματα παίρνουν την αξία που πρέπει και όχι περισσότερο.




Ο κόσμος μας είναι το υπέροχο σπίτι της Ενσαρκωμένης Αλήθειας, είναι ο δρόμος προς την ατέλεστη τελειότητα.
Όλα τα πράγματα στην ζωή είναι όμορφα, όμως, κακά τα ψέματα, δεν μπορούν να γεμίσουν την ανθρώπινη ύπαρξη. Γιατί; Διότι η ανθρώπινη φύση δια της ενσαρκώσεως του Λόγου έχει πλέον θεωθεί. Η ανθρώπινη φύση ζητά πλέον το Θείο, το άπειρο, το ατέλεστο.
Τα πράγματα λοιπόν αυτής της ζωής μπορούν να προσφέρουν στον άνθρωπο μόνο μερική χαρά, μερική ανάπαυση, μερική ειρήνη, μερική ευτυχία...μέχρι εκεί. 
Και γι’ αυτό μένει πάντα ανικανοποίητος, δεν του αρκεί αυτό που πήρε, αυτό που ένιωσε. Το βαριέται, το συνηθίζει και μετά το απορρίπτει. Και γι’ αυτό βασανίζεται και βασανίζει και τους γύρω του. Θέλει κι' άλλο... όμως δεν το βρίσκει μέσα στην φθορά με αποτέλεσμα να αποπροσανατολίζεται μέσα σε αυτό το κυνηγητό της ευτυχίας το οποίο όμως γίνεται σε λάθος τόπους και με λάθος τρόπους.
Δυστυχώς αδελφοί μου δεν έχουμε καταλάβει ότι το μείζων αυτής της ζωής είναι να αναπτύξουμε σχέση με τον Θεό. Δυστυχώς εμείς, στην προσπάθειά μας να ικανοποιήσουμε την ακόρεστη επιθυμία μας για χαρά και ευτυχία, αναπτύσσουμε σχέση με πράγματα και όχι με τον Θεό. Δηλαδή τι θέλω να πω. Καταντούμε να εξαρτάται η ευτυχία μας από πράγματα. Το αν θα είμαι ευτυχισμένος εξαρτάται π.χ.από το τι ρούχα φοράω, από το αμάξι που οδηγώ, από το κινητό που χρησιμοποιώ, από το σπίτι που κατοικώ.
Καλό είναι να αναρωτηθούμε όλοι μας, και πρώτος εγώ. Τελικά, τι αγαπώ περισσότερο; Τα υλικά πράγματα ή το Θεό;
Πόσο μου στοιχίζει η απομάκρυνσή μου, λόγο μιας πτώσης, από τον Θεό και πόσο μου στοιχίζει η απώλεια ενός υλικού πράγματος; (Π.χ.εάν τρακάρω με το αμάξι, και πάθει ζημία, θα στεναχωρηθώ μήπως πιο πολύ, απ’ ότι εάν πέσω σε μία αμαρτία; Η αλήθεια είναι ότι εάν τρακάρω, θα χάσω τον ύπνο μου, ενώ εάν πέσω σε μία αμαρτία, π.χ. κατακρίνω, σαν να μην συμβαίνει τίποτα θα κοιμηθώ σαν πουλάκι….)
Μήπως αγαπώ τελικά, περισσότερο το αμάξι μου από τον Θεό; Μήπως τελικά αγαπώ περισσότερο το κινητό μου από τον Θεό; Ναι… σε αυτό το σημείο έχουμε φτάσει. Να αγαπούμε ένα άψυχο αντικείμενο παρά τον Δημιουργό μας. Έχουμε φτάσει στο σημείο να νιώθουμε πιο δεμένοι με το κινητό μας, με τα ρούχα μας, με το σπίτι μας παρά με τον Θεό. Και αυτό είναι τραγικό. Είναι τραγικό διότι ο Θεός τα έχει ευλογήσει όλα στην ζωή, αλλά εμείς έχουμε μείνει σ’ αυτά και μόνο σ’ αυτά και αρνούμαστε να δούμε πίσω από την ύλη τον Δημιουργό της ύλης. Κολλάμε στα φθαρτά και αδιαφορούμε για τα άφθαρτά.
Κανείς δεν λέει αδελφοί μου ότι είναι κακό να χρησιμοποιούμε την τεχνολογία, τα υλικά πράγματα. Όμως άλλο να τα χρησιμοποιούμε για να κάνουμε πιο εύκολη και άνετη την ζωή μας και άλλο το να εξαρτάται σε απόλυτο βαθμό η προσωπική μας ευτυχία από την απόκτηση αυτών των υλικών αγαθών.
Ο άνθρωπος βρίσκει ανάπαυση και ειρήνη όταν βρίσκει τον Θεό, όταν αφήνει τον Θεό να του αποκαλυφθεί μέσα στην καρδιά του…και τότε αρκείται σε αυτά που έχει. Εάν όμως αρνηθεί τον Θεό και προσπαθεί να βρει την χαρά σε υλικά πράγματα τότε πέφτει στην παγίδα του συμβιβασμού. Συμβιβάζεται με τα πάθη του. Συμβιβάζεται με το λίγο και το μέτριο. Π.χ. Κάποιος που είναι λαίμαργος και έχει συμβιβαστεί με το πάθος αυτό, θέλει συνεχώς να τρώει διαφορετικά φαγητά, γιατί; Διότι προσπαθεί απελπισμένα να ικανοποιήσει την λαιμαργία του με την ποικιλία των γεύσεων. Προσπαθεί να βρει την ευτυχία διαμέσου του λάρυγγός του. Εάν του βάλεις το βράδυ το ίδιο φαγητό που έφαγε και το μεσημέρι θα κατσουφιάσει, θα δυσανασχετήσει, για να μην πώ να του βάλεις να φάει χθεσινό φαγητό. «Καλά χθεσινό φαγητό θα φάω»;
Άλλο παράδειγμα. "Θα πάω", λένε συνήθως οι γυναίκες, "να ψωνίσω για να μου φτιάξει η διάθεση". Και ερωτώ: Δηλαδή η διάθεσή σου εξαρτάται από τα ψώνια που θα κάνεις ή δεν θα κάνεις; Εξαρτάται η ευτυχία σου εάν θα αγοράσεις μοδάτα ρούχα τα οποία τις περισσότερες φορές σου είναι περιττά; 
Άλλο είναι να πάω να αντικαταστήσω τα ρούχα μου, τα παπούτσια μου, το κινητό μου γιατί έχουν φθαρεί και άλλο να τα αντικαταστήσω διότι τα βαρέθηκα. Το ότι τα βαρέθηκα δείχνει ότι ανέπτυξα σχέση μαζί τους…και επειδή δέθηκα μαζί τους -ενώ αυτά είναι άψυχα πράγματα και δεν μπορούν να μου ανταποδώσουν αγάπη, - τα βαριέμαι, απογοητεύομαι απ’ αυτά και θέλω να τα αντικαταστήσω, θέλω άλλα, καινούργια, ελπίζοντας ότι τα καινούργια θα μου γεμίσουν το κενό που αισθάνομαι. Δυστυχώς όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι.
Δεν φταίνε τα υλικά πράγματα, αυτά υπάρχουν για να μας εξυπηρετούν. Φταίμε εμείς που τα έχουμε τοποθετήσει στην θέση του Θεού, φταίμε εμείς που δενόμαστε τόσο πολύ μ’ αυτά και γι’ αυτό και θέλουμε συνεχώς να τα αλλάζουμε, ελπίζοντας ότι το καινούργιο θα μας δώσει λίγες στιγμές ευτυχίας. Και ίσως μας δώσει. Αλλά μέχρι εκεί. Λίγες στιγμές. Τίποτα παραπάνω.
Όλοι μας λοιπόν, θα πρέπει να αναρωτηθούμε μήπως και εμείς έχουμε πέσει στην παγίδα του διαβόλου και έχουμε αντικαταστήσει τον Θεό με κάποιο πάθος μας, με κάποιο άψυχο αντικείμενο. Από το οποίο αδίκως περιμένουμε την ευτυχία, διότι ευτυχία δεν μπορεί να σου προσφέρει ένα πράγμα.
Ευτυχία μπορεί να παραχθεί διαμέσου μίας βαθιάς σχέσης προσώπων, ειδικά όταν αυτή η σχέση είναι μεταξύ ανθρώπου και Θεού, τότε η σχέση αυτή σε πληρώνει, σε κάνει δηλαδή να νιώθεις πλήρης, ευτυχής… και γι’ αυτό μετά ο άνθρωπος αντιμετωπίζει όλα τα άλλα όπως πρέπει, όπως τα αρμόζει. Δεν τα δίνεις περισσότερη αξία απ’ ότι έχουν.
«Τι φαγητό έχουμε σήμερα, το χθεσινό; Δόξα τω Θεώ. Πάλι καλά. Άλλοι δεν έχουν καθόλου».
«Τι; Αυτό που φοράω δεν είναι στην μόδα; Τι με νοιάζει; Με κρατάει ζεστό; Κάνει την δουλειά του; Δόξα τω Θεώ».
Όταν αγαπήσεις τον Χριστό, όλα τα άλλα παίρνουν δευτερεύουσα αξία, παίρνουν την αξία που πρέπει και όχι περισσότερο.

αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Από το βόλεμα στην ανακάλυψη της αληθινή ζωής.



Πόσο ζηλεύω τις πέστροφες. Που δε λογαριάζουν την ορμή του νερού και κολυμπούν κόντρα στο ρεύμα...
Άραγε, πόσες φορές κάναμε και εμείς κάτι αντίστοιχο στη ζωή μας; Πόσες φορές αποφασίσαμε να ξεφύγουμε απ'το βόλεμα της καθημερινότητας; Απ'την απίστευτα στείρα ρουτίνα μας; Πόσες φορές προσπαθήσαμε να μιλήσουμε ειλικρινά στο Θεό; 

Αυτό ζηλεύω: την αληθινή ζωή. Αυτό επιθυμώ: το γνήσιο βίωμα. Να είμαι αληθινός όσο και αν μου κοστίζει. Όσο και αν οι περιστάσεις δεν ανέχονται κάτι το διαφορετικό. Κι όλο αυτό, μυστικά...
Δύσκολο, μα αξίζει. Να κάνω ό,τι μπορώ για να στεριώσω σε μια σχεδία στη θάλασσα των πειρασμών. Να αγαπώ ανυπόκριτα, άδολα, ειλικρινά. Απροϋπόθετα. Λέξεις με τόση βαρύτητα. 
Καιρός να περάσουμε απ'τη θεωρία στην πράξη. Καιρός να δείξουμε ότι με το Θεό βοηθό μπορούμε να κινήσουμε για την ανακάλυψη της αληθινής ζωής.


Ἐξομολόγησις



Μέ τίποτε ἄλλο δέ χαίρεται τόσο ὁ διάβολος, ὅσο μέ τό μοναχό πού κρύβει στήν ἐξομολόγησι τούς λογισμούς του, ἔλεγε κάποιος Γέροντας

Ἄν ἐνοχλῆσαι ἀπό πονηρούς λογισμούς, συμβουλεύει ἄλλος Πατήρ, φανέρωσέ τους στήν ἐξομολόγησι, γιά ν᾿ ἀπαλαγῆς γρήγορα ἀπ᾿ αὐτούς. Ὅπως τό φίδι ἐξαφανίζεται, μόλις βγῆ ἀπό τή φωλιά του, ἔτσι χάνεται κι᾿ ὁ κακός λογισμός μόλις ἐξαγορευθῆ.
Ἕνας ἀδελφός πειραζόταν ἀπό σαρκική ἐπιθυμία. Πολλά χρόνια κοπίαζε μόνος του, ἀλλά δέν ἔβλεπε ὠφέλεια στόν ἑαυτό του. Γιά νά νικήση τέλος τό πάθος του, στάθηκε μιά Κυριακή στή μέση τῆς ἐκκλησίας, ὕστερα ἀπό τή Λειτουργία, καί εἶπε δυνατά, γιά ν᾿ ἀκουστῆ ἀπό ὅλους τούς μοναχούς:
-- Προσευχηθῆτε γιά μένα, ἀδελφοί, νά μ᾿ ἐλεήση ὁ Θεός, γιατί δεκατέσσερα ὁλόκληρα χρόνια ἔχω πόλεμο στή σάρκα. 
Λέγοντας αὐτά, αἰσθάνθηκε ἀμέσως νά ἐλευθερώνεται ἀπό τό πάθος. Ὅ,τι δέν ἔκανε χρόνων κόπος καί ἄσκησις, τό κατώρθωσε σέ μιά στιγμή ἡ ἐξομολόγησις.
3. Ὅταν ἤμουν νέος, διηγεῖτο μιά μέρα στούς μαθητάς του ἕνας ἀπό τούς μεγάλους Πατέρες τῆς ἐρήμου, πολεμήθηκα ἀπό κάποιο πάθος ψυχικό. Ἄκουγα συχνά τούς ἀδελφούς νά λένε, πώς ὁ Ἀββᾶς Ζήνων ἦταν καλός Πνευματικός καί ὠφελοῦσε πολύ μέ τίς συμβουλές του ὅσους ἐξωμολογοῦντο σ᾿ αὐτόν. Σκέφτηκα πολλές φορές νά πάω κι᾿ ἐγώ νά ἐξομολογηθῶ τό πάθος μου, ἀλλά μέ ἐμπόδιζε ἡ ντροπή.
-- Ξέρεις τί πρέπει νά κάνης, μοῦ ἔλεγε ὁ λογισμός μου. Γιατί λοιπόν νά φανερώνης καί σέ ἄλλους τά κρυφά σου;
Ἄλλοτε πάλι, πού ξεκινοῦσα μέ τήν ἀπόφασι νά ἐξομολογηθῶ, ἔνιωθα ἀνακούφισι ἀπό τόν πόλεμο, - τέχνασμα κι᾿ αὐτό τοῦ διαβόλου γιά νά μ᾿ ἐμποδίση ἀπό τή μοναδική γιατρειά. Εἶχα πάει πολλές φορές ὥς τό κελλί τοῦ Γέροντα, μά πάντα γύριζα πίσω ἄπρακτος. Ἐκεῖνος μέ καταλάβαινε, ἀλλά περίμενε νά ταπεινωθῶ καί νά ὁμολογήσω μόνος τό πάθος μου. Ἴσως νά μοῦ ἔκανε καί πολλή προσευχή, γιατί μιά μέρα πού πολεμήθηκα πολύ, εἶπα στόν ἑαυτό μου:
-- Ἔχεις, ταλαίπωρε, κοντά σου τό γιατρό καί μένεις ἀκόμη ἀγιάτρευτος, ἐνῶ τόσοι καί τόσοι ἔρχονται ἀπό μακριά καί ὠφελοῦνται.Ἔτσι λύγισε ἡ καρδιά μου καί ξεκίνησα μέ τήν ἀπόφασι νά ἐξομολογηθῶ χωρίς ἀναβολή. Ἀπό τό δρόμο ὅμως ἄρχισαν πάλι οἱ δισταγμοί.
-- Ἄν βρῶ μόνο του τόν Γέροντα, θά εἰπῶ πώς εἶναι θέλημα Θεοῦ νά ἐξομολογηθῶ καί θά τά φανερώσω ὅλα. Ἄν ὅμως ἔχη ἐπισκέπτας, θά γυρίσω πίσω καί δέ θά ἐξομολογηθῶ ποτέ.
Βρῆκα μόνο του τόν Γέροντα. Μέ ὑποδέχτηκε ὅπως πάντα μέ μεγάλη καλωσύνη. Μ᾿ ἔβαλε νά καθίσω κοντά του καί μοῦ ἔδωσε χρήσιμες συμβουλές. Ἐγώ στό μεταξύ κυριεύτηκα πάλι ἀπό τήν καταραμένη ντροπή. Ἔκλεισα τό στόμα μου καί δέν ἔβγαζα λέξι. Ὅταν ἔπαψε κι᾿ ἐκεῖνος νά μιλᾶ, σηκώθηκα νά φύγω. Σηκώθηκε κι᾿ ἐκεῖνος νά μέ συνοδέψη ὥς τήν πόρτα καί πήγαινε μπροστά. Τόν ἀκολουθοῦσα μέ ἀργό βῆμα, ἤμουν ἀξιοθρήνητος ἀπό τήν πάλη πού γινόταν μέσα μου. Γύρισε μιά στιγμή τό κεφάλι του ὁ Γέροντας καί, βλέποντάς με νά βασανίζωμε ἔτσι, μ᾿ ἐλυπήθηκε. Ἦρθε κοντά μου κι᾿ ἀκουμπῶντας τό εὐλογημένο χέρι του στό στῆθος μου, μοῦ εἶπε μέ συμπάθεια: 
-- Τί ἔχεις, παιδί μου, καί βασανίζεσαι; Φανέρωσε τόν πόνο σου. Ἄνθρωπος ὁμοιοπαθής εἶμαι κι᾿ ἐγώ.
Νόμιζα τή στιγμή ἐκείνη πώς χώρισε στά δύο ἡ καρδιά μου. Ἔπεσα στά πόδια του καί τά ἔβρεξα μέ τά δάκρυά μου.
-- Ἐλέησέ με, Ἀββᾶ, τοῦ ἔλεγα ἀνάμεσα στά ἀναφιλητά μου.
-- Πές μου, τί ἔχεις; 
-- Δέν καταλαβαίνεις τάχα, Ἀββᾶ, γιατί βασανίζομαι; 
-- Ἐσύ ὁ ἴδιος πρέπει νά τό φανερώσης, γιά νά βρῆς ἀνακούφισι. 
Μέ πολλή συστολή ἐξωμολογήθηκα τό πάθος μου.
-- Γιατί τόσο καιρό δέ μοῦ τό φανέρωσες; μοῦ εἶπε μέ συμπόνια. Δέν εἶναι τρία τώρα χρόνια πού ἔρχεσαι δῶ μ᾿ αὐτούς τούς λογισμούς καί διστάζεις νά τούς ἐξομολογηθῆς;

-- Ναί, Ἀββᾶ, τοῦ εἶπα. Ἀλλά βοήθησέ με, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Κυρίου.
Μέ σήκωσε ἐπάνω μέ καλωσύνη.
-- Δέν εἶναι τίποτε, μοῦ εἶπε, θά περάση. Μή παραμελῆς τήν προσευχή σου καί μήν ἀφήσης τό λογισμό σου νά κατακρίνη ἄλλον ἄνθρωπο.
Γύρισα στό κελλί μου μ᾿ ἐλαφρωμένη καρδιά. Εἶχα ἀπαλλαχθῆ ἀπό τό πάθος.
4. Σέ πρόσωπο πού ἡ συνείδησί σου δέν σέ πληροφορεῖ, συμβουλεύει ὁ Ἀββᾶς Ποιμήν, μήν ἐμπιστεύεσαι τήν ἐξομολόγησί σου.



Ἀπό τό: "ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ"

Θεοδώρας Χαμπάκη Ἡγουμ. Ι.Μ. Ὁσίου Θεοδοσίου

Ἐκδόσεις "ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΟΣ «ΛΥΔΙΑ»

Τί διαφθείρει τήν μετάνοια

Ὁ γεωργός, ἐάν μετά τήν σπορά δέν περιμένη τόν θερισμό, ποτέ δέν θά θερίση. Διότι ποιός θά προτιμοῦσε νά κοπιάζη μάταια, ἐάν δέν ἐλπίζη , ὅτι θά κερδίση ἀγαθά ἀπό τούς κόπους του; Ἔτσι λοιπόν καί ἐκεῖνος πού σπείρει λόγους καί δάκρυα καί ἐξομολόγησι, ἕνα δέν τό κάνη αὐτό μέ καλή ἐλπίδα, δέν θά μπορέση νά ἀπομακρυνθῆ οὔτε ἀπό τοῦ νά ἁμαρτάνη, διότι θά κατέχεται ἀκόμη ἀπό τό κακό της ἀπογνώσεως , Ἀλλ’ ὅπως ὁ γεωργός ἐκεῖνος πού ἔχει ἀπελπισθῆ γιά τήν συγκομιδή τῶν καρπῶν του, δέν θά ἐμποδίση τίποτε ἀπό ὅσα βλάπτουν τήν σπορά, ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος πού σπείρει τήν ἐξομολόγησι μέ δάκρυα χωρίς νά περιμένη ἀπό αὐτήν κανένα κέρδος, δέν θά μπορέση νά ματαιώση τῶν καταστρεπτική δύναμι ἐκείνων πού καταστρέφουν τήν μετάνοια. Διαφθείρει δέ τήν μετάνοιά το νά πέση κανείς πάλι στά ἴδια ἁμαρτήματα. Διότι λέγει «Ὅταν ἕνας οἰκοδομή καί ἄλλος γκρεμίζη, τί κέρδισαν πλέον ἐκτός ἀπό κόπο; Ὅταν κανείς καθαρίζεται ἀπό νεκρό καί πάλι τόν ἀγγίζη, τί ὠφελήθηκε ἀπό τό λουτρό του;» ( Σείρ. 43, 23-25 ). Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τόν ἄνθρωπο πού ἀπέχει μέν ἀπό τίς ἁμαρτίες του πρός στιγμήν καί ἔπειτα κάνει πάλιν τά ἴδια? ποιός θά ἀκούση τήν προσευχή του; Καί πάλι? «Ὅταν ἐπιστρέψη κανείς ἀπό τήν ἀρετή στήν ἁμαρτία, ὁ Κύριος θά τοῦ ἑτοιμάση ρομφαία» (Σόφ. Σείρ. 26, 28 ) . Καί ? «Ὅπως ὁ σκύλος , ὅταν ἐπιστρέψη στόν ἐμετό του καί γίνη μισητός, τέτοιος εἶναι ὁ ἀνόητος, πού ἐπιστρέφει στήν ἁμαρτία τοῦ» (Πάρ. 26, 11 ).

Μή δημοσιεύης τήν ἁμαρτία σου μέ σκοπό μόνον νά κατηγορήσης τόν ἑαυτό σου, ἀλλά καί μέ σκοπό νά δικαιωθῆς μέ τόν τρόπο τῆς μετανοίας. Διότι ἔτσι θά μπορέσης νά παρακινήσης τήν ἐξομολογούμενη ψυχή σου νά ἀλλάξη τρόπο ζωῆς καί νά μήν περιπέση πλέον στά ἴδια σφάλματα. Τό νά καταδικάζη κανείς μέ δριμύτητα τόν ἑαυτό του καί νά τόν ἀποκαλῆ ἁμαρτωλό, εἶναι συνηθισμένο θά λέγαμε καί στούς ἀπίστους. Διότι πολλοί ἀπό τούς ἀνθρώπους τοῦ θεάτρου… ταλανίζουν τόν ἑαυτό τούς , ἀλλά χωρίς τόν σκοπό πού πρέπει.

(Πρός Θεόδωρον Μοναχόν ἐκπεσόντα, ΕΠΕ 28, 852. PG 47, 306 )
Πηγή: «ΜΕΤΑΝΟΙΑ, ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΙΣ, ΝΗΣΤΕΙΑ, ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ» 
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ Χρυσοστομικός Ἄμβων ΣΤ΄» 
2η Ἔκδοσις (Ἐπηυξημένη καί βελτιωμένη)
Ἔκδοσις: Συνοδία Σπυρίδωνος Ἱερομονάχου, Νέα Σκήτη Ἄγ. Ὅρους, 2008


Κύριε...



Κύριε, Θεέ μου, ύψωσε την ψυχή μου
Απ' αυτό το σκοτάδι μέσα στο Φως Σου
Τύλιξε την ψυχή μου μέσα στην Ιερή Σου Καρδιά.

Θρέψε την ψυχή μου με το Λόγο Σου
Μύρωσε την ψυχή μου με το Άγιο Όνομά Σου
Ετοίμασε την ψυχή μου ν' ακούσει το κήρυγμά... Σου.

Φύσηξε τη γλυκιά Σου ευωδία
Πάνω στην ψυχή μου, αναζωογονώντας την.
Σαγήνεψε την ψυχή μου προς τέρψιν της Ψυχής Σου.

Πατέρα, ομόρφυνέ με, το παιδί Σου
Στάζοντας πάνω μου το αγνό Σου μύρο.
Mε πήρες στην Ουράνια Αυλή Σου, όπου κάθονται όλοι οι Εκλεκτοί...

Με έδειξες ολόγυρα στους αγγέλους Σου, αχ, τι περισσότερο ζητάει η ψυχή μου;

Tο Πνεύμα Σου μου έδωσε Ζωή κι Εσύ, που είσαι ο Ζωντανός Άρτος, παλινόρθωσες τη ζωή μου.

Mου πρόσφερες το Αίμα Σου να πιω, για ν' αξιωθώ να μοιραστώ αιώνια μαζί Σου τη Βασιλεία Σου
Και να ζήσω στους αιώνες των αιώνων.

Δόξα στον Ύψιστο!

Δόξα στον Άγιο των Αγίων
Δοξασμένο κι ευλογημένο το Όνομα του Κυρίου μας
Γιατί το Έλεος Tου και η Αγάπη Tου απλώνεται από γενεά σε γενεά και στους αιώνες των αιώνων.

Αμήν.


http://agiosdimitrioskouvaras.blogspot.gr

Ἕνα κείμενο περί Ἐξομολογήσεως


... Εἰς τό τέλος τῆς ἑβδομάδος, ἀφοῦ προπαρασκευάσθηκα καλά γιά τήν ἁγία Κοινωνία, πρίν ἐξομολογηθῶ, ἐσκέφθηκα ὅτι ἦταν μιά εὐκαιρία νά κάνω ἐκεῖ μιάν ἐξομολόγησιν ὅσον τό δυνατόν πιό λεπτομερῆ. Ἄρχισα, λοιπόν, τήν προσπάθεια γιά νά θυμηθῶ ὅλα τά ἁμαρτήματα ἀπ’ τήν νεότητά μου καί γιά νά μή τυχόν λησμονήσω ἔστω καί τό παραμικρό, τά ἔγραψα μέ ὅση τό δυνατόν περισσότερη λεπτομέρεια. Ἐγέμισα ἔτσι μιά μεγάλη κόλλα χαρτί μέ ὅλα αὐτά πού ἔγραψα. Ἔπειτα, ὅμως, ἄκουσα ὅτι εἰς τήν Κιταβάγια Παστίνα, πού ἀπέχει περίπου τρία χιλιόμετρα ἀπό ἐκεῖ, ἐζοῦσεν ἕνας ἀσκητής ἱερεύς, ὁ ὁποῖος ἦτο σοφός ἄνθρωπος καί γεμᾶτος ἀπό κατανόηση. 
Ὁποιοσδήποτε ἐπήγαινεν εἰς αὐτόν γιά νά ἐξομολογηθεῖ, εὑρισκόταν σέ μιάν ἀτμόσφαιρα γεμάτη ἀπό μειλιχιότητα καί συμπάθεια, ἀποχωροῦσε δέ χορτᾶτος ἀπό διδασκαλία γιά τήν σωτηρία του καί ἤρεμος ψυχικά. Μέ μεγάλην εὐχαρίστηση ἐπληροφορήθηκα γιά ὅλα αὐτά καί ἀνεχώρησα ἀμέσως νά συναντήσω τόν ἄγιον αὐτόν γέροντα.

Ὅταν ἔφθασα, εἰς τήν ἀρχή, ἐζήτησα ὁλίγες συμβουλές, ὕστερα δέ ἀπό κάμποσην ὥρα συνομιλίας τοῦ ἐδιάβασα τό χαρτί μέ τίς ἁμαρτίες μου, πού εἶχα γράψει. Ὅταν ἐτελείωσα τό διάβασμα, ἐκεῖνος μοῦ εἶπε:

«Παιδί μου, πολλά ἀπ’ αὐτά πού μοῦ ἐδιάβασες εἶναι χωρίς καμμιά ἀξία, οἱ συμβουλές μου δέ γιά τήν ἐξομολόγηση εἶναι γενικά οἱ ἐξῆς:

Πρῶτον: Δέν εἶναι ἀνάγκη νά ἐξομολογῆσαι ἁμαρτήματα γιά τά ὁποῖα ἄλλοτε μετενόησες, τά ἐξαγορεύθηκες καί ἐπῆρες τήν συγχώρηση. Ὅταν τά ξαναεξομολογῆσαι εἶναι σάν νά θέτεις σέ ἀμφιβολία τή δύναμη τοῦ Μυστηρίου τῆς θείας Ἐξομολογήσεως.

Δεύτερον: Δέν πρέπει νά θυμᾶσαι εἰς τήν ἐξομολόγηση οὔτε καί νά ἀναφέρεις εἰς αὐτήν ἄλλα τυχόν πρόσωπα πού συνέβη νά εἶναι συνδεδεμένα μέ τίς ἁμαρτίες σου. Δηλαδή, πρέπει νά ἐξομολογηθεῖς τά ἰδικά σου μόνον ἁμαρτήματα καί νά κρίνεις τόν ἑαυτό σου μόνον καί κανέναν ἄλλον.

Τρίτον: Δέν πρέπει νά ξεχνᾶς ὅτι οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς ἀπαγορεύουν νά ἀναφέρουμε μέ ὅλες τίς λεπτομέρειες τά διάφορα ἁμαρτήματά μας, ἐπειδή εἶναι καλύτερο νά τά ὁμολογοῦμε καί νά τά ἀναγνωρίζουμε εἰς τίς γενικές τους γραμμές γιά νά ἀποφεύγεται ὁ πειρασμός ἀπό τήν ἐπανάληψη τῶν λεπτομερειῶν καί γιά τόν ἑαυτό μας καί γιά τόν πνευματικό.

Τέταρτον: Ὅταν μετανοεῖς πρέπει νά μετανοεῖς εἰλικρινά καί πραγματικά γιατί εἶναι γεγονός ὅτι ἡ μετάνοιά σου αὐτή σήμερα εἶναι ἀφρόντιστη χλιαρή καί πρόχειρη.

Πέμπτον: Ἀσχολήθηκες σήμερα μέ ἕνα σωρό λεπτομέρειες, ἐνῶ παρέλειψες τό κυριότερο πρᾶγμα, δηλαδή δέν ἀνέφερες τίς πιό βαρειές ἀπ’ ὅλες τίς ἁμαρτίες, γιατί δέν παραδέχθηκες, οὔτε ἔγραψες εἰς τό χαρτί, ὅτι δέν ἀγαπᾶς τόν Θεό, ὅτι μισεῖς τόν πλησίον σου, ὅτι δέν πιστεύεις εἰς τόν Λόγον τοῦ Θεοῦ, καί ὅτι εἶσαι γεμᾶτος ἀπό ὑπερηφάνεια καί φιλοδοξία, γεγονότα πού ἀποτελοῦν τήν τετραπλῆ μάζα τοῦ κακοῦ καί τά ὁποῖα εἶναι ἡ αἰτία ὅλων τῶν ἄλλων ἁμαρτημάτων μας. Αὐτά εἶναι οἱ τέσσερεις κυριώτερες ρίζες, ἀπό τίς ὁποῖες φυτρώνουν ὅλα τά ἄλλα ἁμαρτήματα εἰς τά ὁποῖα πέφτουμε ὅλοι».

Ἡ ἔκπληξίς μου πραγματικά ἦταν μεγάλη ἀπό ὅσα ἄκουσα, γι’ αὐτό ἀπευθυνόμενος πρός τόν φημισμένο αὐτόν πνευματικό, τοῦ εἶπα: 

«Νά μέ συγχωρήσεις, σεβαστέ πάτερ, ἀλλά πῶς εἶναι δυνατόν νά μή ἀγαπῶ τόν Θεό, τόν Πατέρα ὅλων μας καί Συντηρητή; 
 Σέ τί ἄλλο θά μποροῦσα νά πιστεύσω, ἐκτός ἀπό τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, ἡ εὐλογία τοῦ ὁποίου ἁγιάζει τά πάντα; 
Ἐγώ θέλω πάντα τό καλό τοῦ πλησίον μου, ποιόν δέ λόγο θά εἶχα γιά νά τούς μισῶ; 
Ὡς πρός τήν ὑπερηφάνεια, δέν ἔχω τίποτα γιά νά ὑπερηφανευθῶ, ἐκτός ἀπ’ τά ἀναρίθμητά μου ἁμαρτήματα. Ἀλλ’ ἀκόμη τί καλό ἔχω ἐπάνω μου γιά νά ὑπερηφανευθῶ; 
Μήπως τά πλούτη μου ἤ τήν ὑγεία μου; Μόνον ἄν ἤμουν μορφωμένος ἤ πλούσιος, θά μποροῦσα νά ἔχω πέσει σέ σφάλματα σάν αὐτά πού μοῦ ἀνέφερες».

«Ἀγαπητέ μου, εἶναι κρῖμα πού τόσο λίγο κατάλαβες τί ἐννοῶ μέ αὐτά πού εἶπα. Κοίταξε! Θά διδαχθεῖς πολύ καί γρήγορα, ἀπάνω σέ ὅσα σοῦ εἶπα, ἐάν διαβάσεις αὐτές τίς σημειώσεις πού σοῦ δίνω, τίς ὁποῖες καί ἐγώ χρησιμοποιῶ εἰς τήν ἐξομολόγησή μου. 
Διάβασέ τες προσεκτικά καί θά καταλάβεις ἐντελῶς καθαρά τήν ἀκριβῆ ἀπόδειξη ὅλων αὐτῶν πού σοῦ εἶπα καί τά ὁποῖα σέ ἐξέπληξαν»

Μού ἔδωσε τίς σημειώσεις καί ἐγώ ἄρχισα νά τίς διαβάζω. Οἱ σημειώσεις αὐτές ἔχουν ἀκριβῶς ὡς ἐξῆς:

«Ἐξομολόγηση πού ὁδηγεῖ τόν ἔσω ἄνθρωπο σέ ταπείνωση»

«Στρέφοντας τά μάτια μου προσεκτικά εἰς τόν ἑαυτό μου καί παρακολουθῶντας τήν πορεία τῆς ἐσωτερικῆς μου καταστάσεως, πιστοποιῶ ἀπό τήν πεῖρα μου, ὅτι δέν ἀγαπῶ τόν Θεόν, ὅτι δέν ἔχω θρησκευτική πίστη καί ὅτι εἶμαι γεμᾶτος ἀπό ὑπερηφάνεια καί ὑλοφροσύνη. Ὅλα αὐτά τά βρίσκω εἰς τόν ἑαυτό μου μετά ἀπό λεπτομερῆ ἐξέταση τῶν αἰσθημάτων καί τῆς συμπεριφορᾶς μου. 

Δέν ἀγαπῶ τόν Θεό. Ἄν ἀγαποῦσα πραγματικά τόν Θεό θά εἶχα συνεχῶς τήν σκέψη μου στραμμένη πρός Αὐτόν καί θά ἤμουν εὐτυχισμένος. Κάθε σκέψη γιά τό Θεό θά μοῦ ἔδινε χαρά καί ἀγαλλίαση. 
Ἀντιθέτως, ὅμως, πολύ συχνότερα καί πολύ εὐκολώτερα σκέπτομαι διάφορα γήινα πράγματα, ἐνῶ ἡ ἀπασχόληση τῆς σκέψεώς μου μέ τόν Θεό καταντᾶ ἐργασία ἐπίπονη καί ξερή. Ἐάν ἀγαποῦσα τόν Θεόν, ἡ συνομιλία μου μέ Αὐτόν, διά τῆς προσευχῆς θά ἦτο ἡ τροφή καί ἡ τρυφή μου καί θά μέ ὡδηγοῦσε σέ ἀδιάσπαστη ἐπικοινωνία μέ Αὐτόν. 
Ὅμως, ὅλως ἀντίθετα, ὄχι μόνο δέν εὑρίσκω εὐχαρίστηση εἰς τήν προσευχή μου ἀλλά χρειάζεται κάθε φορά νά καταβάλλω προσπάθεια γιά νά προσευχηθῶ. Ἀγωνίζομαι κατά τῆς ἀπροθυμίας, νικῶμαι ἀπό τήν ἁμαρτωλότητά μου καί εἶμαι πάντα πρόθυμος νά καταπατῶ μέ κάθε ἀνόητη σκέψη καί πρᾶγμα, ἀκόμη καί κατά τήν ὥρα τῆς προσευχῆς, γεγονότα, πού, ὅπως εἶναι φυσικόν, μικραίνουν τήν προσευχή καί ἀπομακρύνουν τήν σκέψιν ἀπό αὐτήν. Ὁ καιρός μου περνᾶ ἀχρησιμοποίητος ἤ μᾶλλον χρησιμοποιεῖται σέ μάταιες ἀπασχολήσεις, ὅταν δέ ἀπασχολοῦμαι μέ τόν Θεόν, ὅταν θέτω τόν ἑαυτόν μου κάτω ἀπό τήν παρουσία Του, τότε κάθε ὥρα μοῦ φαίνεται πώς εἶναι ἕνας ὁλόκληρος χρόνος. Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος ἀγαπᾶ κάποιο πρόσωπο, τό σκέπτεται ὅλη τήν ἡμέρα χωρίς διακοπή, διατηρεῖ συνεχῶς τήν εἰκόνα του μέσα εἰς τήν καρδιά του, φροντίζει γι’ αὐτό καί σέ καμμιά περίπτωση τό ἀγαπημένο του πρόσωπο δέν φεύγει ἀπό τήν σκέψη του. Ἐγώ, ὅμως ὁλόκληρη τήν ἡμέρα, εἶναι ζήτημα ἄν ξεχωρίζω ἔστω καί μιάν ὥρα γιά νά βυθισθῶ σέ ἐντρύφηση καί θεία μελέτη, γιά νά ζωογονήσω τήν καρδιά μου μέ τήν ἀγάπη μου πρός Αὐτόν, ἐνῶ μέ εὐκολία καί εὐχαρίστηση ἐξοδεύω τίς εἴκοσι τρεῖς ὧρες τοῦ ἡμερονυκτίου σάν μιά θερμή προσφορά καί θυσία εἰς τά εἴδωλα τῶν διαφόρων παθῶν.

Ὁλονένα συζητῶ γιά τιποτένια πράγματα καί γεγονότα, τά ὁποῖα μολύνουν τό πνεῦμα, κι αὐτό μοῦ δίνει εὐχαρίστηση. Εἰς τίς σκέψεις μου γιά τόν Θεό, εἶμαι ξηρός, ἀπρόθυμος καί ἀμελής. Κι ὅταν ἀκόμη χωρίς νά τό θέλω, συμβαίνει ὥστε ἄλλοι νά μέ παρακινήσουν σέ πνευματική συζήτηση, κοιτάζω νά μετατρέψω τό θέμα σέ κάτι ἄλλο, πιό εὐχάριστο εἰς τίς ἐπιθυμίες μου. Εἶμαι τρομερά περίεργος γιά κάθε μοντέρνο, γιά τά πολιτικά καί γιά χίλια δυό ἄλλα ζητήματα. Πολύ συχνά ζητῶ τήν ἱκανοποίηση εἰς τήν ἀγάπη πρός τίς κοσμικές γνώσεις, εἰς τήν ἐπιστήμη, εἰς τήν τέχνη, καί θέλω ὅλο καί περισσότερα ἀγαθά νά ἀποκτήσω. Ἡ μελέτη τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ, ἡ γνῶσις Αὐτοῦ καί τῆς Θρησκείας, δέν μοῦ κάνουν πολλήν ἐντύπωσιν, οὕτε ἱκανοποιοῦν τήν πνευματική πεῖνα τῆς ψυχῆς μου. Ὅλα αὐτά τά παραδέχομαι ὅτι εἶναι ὄχι μόνον ἀνούσια ἀπασχόληση γιά ἕνα χριστιανό, ἀλλ’ ἐπί πλέον καί ἀνωφελής.

Ἐάν ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι ἡ τήρησις τῶν ἐντολῶν Του, ὅπως ὁ Χριστός εἶπε «εἰ ἀγαπᾶτε με τάς ἐντολάς τάς ἐμᾶς τηρήσατε» ἐγώ ὄχι μόνο δέν τηρῶ τάς ἐντολάς Του, ἀλλ’ οὔτε καμμιά προσπάθεια καταβάλλω νά κατορθώσω τήν τήρησή τους. Ἔτσι εἶναι ἀπόλυτη ἀλήθεια, τήν ὁποία εὔκολα συμπεραίνει κανείς, ὅτι δέν ἀγαπῶ τόν Θεόν. Ἐπάνω σ’ αὐτό ὁ Μέγας Βασίλειος λέει: Ἡ ἀπόδειξις ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν ἀγαπᾶ τόν Θεό καί τόν Χριστόν, ἔγκειται εἰς τό γεγονός ὅτι δέν τηρεῖ τάς ἐντολάς του. 

Δέν ἀγαπῶ οὔτε τόν πλησίον μου. Ἐάν ἀγαποῦσα τόν πλησίον μου, θά ἦτο δυνατόν νά σκεφθῶ καί νά ἀπόφασίσω νά δώσω καί τήν ζωήν μου γι’ αὐτόν, ἐάν θά ὑπῆρχε ἀνάγκη. Ὄχι, ὅμως, αὐτό μόνον δέν κάνω, ἀλλ’ οὔτε καί τήν παραμικρή θυσία εἶμαι διατεθειμένος νά ὑποστῶ γι’ αὐτόν. Ἐάν ἀγαποῦσα τόν πλησίον μου, σύμφωνα μέ τήν ἐντολήν τοῦ Εὐαγγελίου, οἱ λύπες του θά ἦσαν καί δικές μου λύπες καί οἱ χαρές του θά ἀντανακλοῦσαν εἰς τό πρόσωπό μου, ὅπως εἰς τό δικό του. Ἀντιθέτως, ὅμως, εὐχαριστοῦμαι νά ἀκούω διάφορα ἄσχημα πράγματα γι’ αὐτόν, ἀντί νά λυποῦμαι καί νά πονῶ. Τό κάθε κακό τυχόν πού ἀκούω γιά τόν πλησίον μου, ὄχι μόνον δέν τό σκεπάζω μέ ἀγάπη, ἀλλά τό διατυμπανίζω ὅπου μπορῶ μέ ἐσωτερικήν ἱκανοποίηση. Ἡ εὐτυχία τοῦ πλησίον μου, ἡ τιμή του, τά ἀγαθά του δέν μέ εὐφραίνουν, μοῦ δίνουν δέ ἀντιθέτως τό συναίσθημα τῆς ἀδια-φορίας. Τέλος, ὄχι λίγες φορές, καταλαμβάνουν τήν ψυχή μου περιφρόνηση καί φθόνος γιά τόν πλησίον μου. 

Δέν ἔχω θρησκευτική πίστη. Οὔτε εἰς τήν ἀθανασίαν, οὔτε εἰς τό Εὐαγγέλιο, διότι ἐάν ἤμουν τέλεια πεπεισμένος καί ἐπίστευα χωρίς ἀμφιβολία ὅτι μετά ἀπό τόν τάφο ξανοίγεται ἡ αἰώνιος ζωή καί ἡ ἀνταπόδοσις τῶν πεπραγμένων αὐτοῦ τοῦ κόσμου, θά ἐσκε-πτόμουν συνεχῶς αὐτό, χωρίς ἀνάπαυλα. Ἡ ἰδέα τῆς ἀθανασίας θά μέ συνέτριβε κυριολεκτικά καί θά ἐζοῦσα αὐτήν τήν πρόσκαιρη ζωή σάν ἕνας ξένος καί παρεπίδημος, που ἔχει πάντα εἰς τόν νοῦ του τήν φροντίδα νά ἀξιωθεῖ κάποτε νά φθάσει εἰς τήν γλυκειά του πατρίδα. Ἀντίθετα, ὅμως, ἐγώ οὔτε κάν σκέπτομαι γιά τήν αἰωνιότητα καί συμπεριφέρομαι εἰς τήν ζωή μου σάν νά πιστεύω ὅτι τό τέλος τοῦ παρόντος βίου εἶναι καί τό τέρμα τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεώς μου. Μέσα μου φωλιάζει ὑποσυνείδητα ἡ σκέψις πού συνοψίζεται εἰς τό : ποιός ξέρει καί ποιός εἶδε τά μετά θάνατον;

Ὅταν μιλῶ γιά τήν ἀθανασία, τό μυαλό μου συμφωνεῖ μ’ ἐκείνην, ἐνῶ ἡ καρδιά μου πολύ ἀπέχει ἀπό τοῦ νά εἶναι πεπεισμένη γι’ αὐτήν. Ὅλη αὐτή ἡ ἀπιστία μου ἀποδεικνύεται ἀπό τίς πράξεις μου καί ἀπό τήν συνεχεῖ φροντίδα νά ἱκανοποιῶ τήν ζωή τῶν αἰσθήσεων. Ἐάν ἡ διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου εἶχε κυριαρχήσει εἰς τή καρδιά μου μέ τήν ἀνάλογη πίστη, θά εἶχα καταλυφθεῖ ἀπ’ τό Λόγο τοῦ Θεοῦ καί θά τόν ἐμελετοῡσα, θἄβρισκε δέ ἡ ἀφοσίωσις καί ἡ προσοχή τήν κατοικία της εἰς τήν ψυχή μου. Ἡ προσοχή, ἡ εὐσπλαγχνία, ἡ ἀγάπη πού κρύπτονται μέσα εἰς Αὐτόν θά μέ ὡδηγοῦσαν εἰς τήν χαρά καί τήν εὐτυχία τῆς μελέτης τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ νύκτα καί ἡμέρα. Εἰς τήν μελέτην αὐτήν θά εὕρισκα τροφή πνευματική, τόν ἐπιούσιον ἄρτον τῆς ψυχῆς μου καί ἡ καρδία μου θά παρεκινεῖτο εἰς τήν τήρησή του. 

Τίποτα εἰς τόν κόσμον αὐτόν δέν θἆ-ταν δυνατό νά μέ ἀπο-τρέψει ἀπ’ τήν ἐφαρμογή της εἰς τήν ζωή μου. Ἀντιθέτως, ὅμως, ὅταν κάθε τόσο διαβάζω ἤ ἀκούω τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, ἄν ἡ ἀνάγκη ἤ ἡ ἀγάπη πρός τή γνώση μέ ὠθοῦν πρός τοῦτο, τόν παρακολουθῶ χωρίς τήν δέουσα προσοχή καί τόν εὑρίσκω τίς περισσότερες φορές καταθλιπτικό ἤ χωρίς σπουδαῖο ἐνδιαφέρον. Συνήθως φθάνω εἰς τό τέλος τῆς μελέτης του χωρίς σπουδαία ὡφέλεια καί πάντα πρόθυμος νά τόν ἀλλάξω μέ ἐλαφρά ἀναγνώσματα πού μοῦ εἶναι πολύ ἐν-διαφέροντα καί μέ εὐχαριστοῦν.

Εἶμαι πλήρης ἀπό ὑπερηφάνεια καί φιλαυτία. Ὅλες μου οἱ ἐνέργειες τό βεβαιώνουν. Βλέποντας κάτι καλό εἰς τόν ἑαυτόν μου, ἐπιθυμῶ νά τό κάνω ἐμφανές ἤ νά ὑπερηφανευθῶ γι’ αὐτό μπροστά σέ ἄλλους ἀνθρώπους ἤ νά τό θαυμάσω μόνος μου ἐσωτερικῶς. Ἄν καί ἐπιδεικνύω μίαν ἐξωτερική ταπεινοφροσύνη, τήν ἀποδίδω σέ ἀποτελεσματικότητα τῆς ἰδικῆς μου δυνάμεως, θεωρῶ δέ τόν ἑαυτόν μου ἤ ἀνώτερον ἀπό τούς ἄλλους, ἤ τουλάχιστον ὄχι χειρότητό τους. Ὅταν ἀνακαλύπτω ἕνα σφάλμα μου προσπαθῶ νά τό δικαιολογήσω καί νά τό σκεπάσω, λέγοντας: Τί νά κάνω; Ἔτσι εἶμαι φτιαγμένος, ἤ δέν πειράζει, κανείς δέν θά μέ παρεξηγήσει. Θυμώνω μέ ὅσους δέν δείχνουν ἐκτίμηση πρός τό πρόσωπό μου καί τούς πιστεύω ὅτι εἶναι ἄνθρωποι πού δέν ἠμπο-ροῦν νά ἐκτιμήσουν τήν ἀξία τοῦ ἄλλου. Ἀγάλλομαι γιά τά χαρίσματά μου, καί ὅλες μου τίς πτώσεις τίς θεωρῶ ἐντελῶς προσωπικό μου ζήτημα. Ἐνῶ εἶμαι μεμψίμοιρος, εὑρίσκω εὐχαρίστησιν εἰς τίς ἀτυχίες τῶν ἐχθρῶν μου. Ὅταν ἀγωνίζωμαι γιά κάτι καλό τό κάνω μέ τόν σκοπό ἤ νά κερδίσω ἐπαίνους, ἤ νά δώσω κάποια ἐλαστικότητα εἰς τόν πνευματικό μου ἑαυτό, ἤ νά πάρω μιά πρόσκαιρη παρηγορία.

Μέ μιά λέξη, συνεχῶς κατασκευάζω ἕνα εἴδωλο τοῦ ἑαυτοῦ μου πρός τό ὁποῖον ἀποδίδω ἀδιάκοπες τίς ὑπηρεσίες μου, φροντίζοντας μέ κάθε τρόπο γιά τήν εὐχαρίστησή μου καί τήν καλλιέργεια τῶν παθῶν καί τῶν ἐπιθυμιῶν μου. Πράττοντας ὅλα αὐτά ἀναγωρίζω τόν ἑαυτόν μου νά εἶναι γεμᾶτος ἀπό ὑπερηφάνεια, ἀπό διάφορες σαρκικές ἐπιθυμίες, ἀπό ἀπιστίαν, ἀπό ἔλλειψιν ἀγάπης πρός τόν Θεό καί ἀπό κακία πρός τόν πλησίον μου. Ποιά κατάσταση θά μποροῦσε νά ὑπάρξει πιό ἁμαρτωλή ἀπό αὐτήν; 
Ἡ κατάστασις τῶν πνευμάτων τοῦ σκότους πρέπει νά εἶναι καλύτερη ἀπό τήν ἰδικήν μου. Ἐκεῖνα, ἄν καί δέν ἀγαποῦν τόν Θεό, ἄν καί μισοῦν τούς ἀνθρώπους καί τροφή τους εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια, μ’ ὅλα ταῦτα πιστεύουν εἰς τόν Θεό καί φρίττουν. 
Ἐγώ ὅμως; 
Μπορῶ νά βρεθῶ σέ χειρότερη κόλασιν ἀπ’ αὐτήν πού ἀντιμε-τωπίζω; 
Πῶς δέ δέν θά λάβω τήν πιό αὐστηρή τιμωρία γιά τήν ἀνόητη καί ἀπρόσεκτη ζωή μου, τήν ὁποίαν ἀναγνωρίζω ὅτι ζῶ; 

Διαβάζοντας ὅλον αὐτόν τόν τύπον τῆς ἐξομολογήσεως πού μοῦ ἔδωσεν ὁ ἱερεύς, τρομοκρατημένος ἐσκέφθηκα καί εἶπα μέσα μου: «Θεέ καί Κύριε! Τί φοβερά ἁμαρτήματα ὑπάρχουν κρυμμένα μέσα μου καί μέχρι τώρα δέν τά εἶχα ἀνακαλύψει!». Ἡ ἐπιθυμία νά καθαρισθῶ ἀπό αὐτά μέ ἔκαναν νά ἱκετεύσω αὐτόν τόν μεγάλον ἐξομολόγο νά μέ διδάξει πῶς νά γνωρίσω τήν αἰτίαν ὅλου αὐτοῦ τοῦ κακοῦ καί πῶς νά θεραπεύσω ἀπ’ αὐτό τόν ἑαυτόν μου. Ἔτσι ὁ ἅγιος αὐτός πνευματικός ἄρχισε νά μέ καθοδηγεῖ λέγοντας: Παιδί μου καί ἀδελφέ μου, ἡ αἰτία τῆς ἐλλείψεως ἀγάπης πρός τόν Θεό εἶναι ἔλλειψις πίστεως. Ἡ ἔλλειψις αὐτή τῆς πίστεως εἶναι ἡ αἰτία τῆς ἐλλείψεως τῆς πεποιθήσεως καί ἡ αἰτία τοῦ τελευταίου αὐτοῦ, εἶναι ἡ ἀποτυχία μας ὡς πρός τήν ἀναζήτηση τῆς ἀληθινῆς καί ἁγίας γνώσεως καί ἡ ἀδιαφορία μας ὡς πρός τήν ἀναζήτηση τοῦ φωτός τοῦ πνεύματος. Μέ μιά λέξη ἄν δέν πιστεύεις δέν μπορεῖς νά ἀγαπᾶς... Μέ τήν ἁγιαστική μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί μέ τήν ἀπόκτηση πείρας, πρέπει νά γεννηθεῖ εἰς τήν ψυχή σου μία δίψα, μιά ἀκατάσχετη ἐπιθυμία, κάτι σάν θαῦμα, τό ὁποῖον θά σοῦ φέρει μιάν ἀσίγαστη ἐπιθυμία νά μάθεις, ὅσο μπορεῖς πιό πολύ, πιό τέλεια, πιό βαθειά, ὅ,τι περιβάλλει ὅλους μας...

Φαντάζομαι τώρα πώς θά κατάλαβες ὅτι ἡ αἰτία τῶν ἁμαρτημάτων, τά ὁποῖα ἐδιάβασες προηγουμένως, εἶναι ἡ ἀδράνεια τῆς ψυχῆς μας γιά σκέψεις ἐπάνω σέ πνευματικά πράγματα, ἀδράνεια πού ξηραίνει τά συναισθήματα καί τήν ἀνάγκη τῆς ψυχῆς γιά παρόμοιες πνευματικές ἐντρυφήσεις. Ἐάν θέλεις νά μάθεις πῶς θά νικήσεις αὐτήν τήν αἰτία τοῦ κακοῦ, φρόντισε νά ἀποκτήσεις μέ ὅλη σου τήν δύναμη τήν φώτιση τοῦ πνεύματος, τήν φώτιση τῆς ψυχῆς, μέ ἐπιμελῆ καί ἁγιαστική μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, μέ τήν μελέτη τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, μέ τίς συμβουλές πνευματικῶν ἀν-θρώπων καί μέ συζητήσεις μέ ἄτομα πού εἶναι σοφοί καί γεμᾶτοι ἀπό Χριστό… 
Ἄς κάνουμε τήν προσπάθεια αὐτή καί ἄς προσευχώμεθα, ὅσο συχνότερα μποροῦμε μέ τά λόγια: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, κάνε μας νά σέ ἀγαπήσουμε τόσον, ὅσο πρίν γνωρίσουμε Σένα, ἀγαπούσαμε τήν ἁμαρτία.

ἀπό τό βιβλίο «Οἱ περιπέτειες ἑνός προσκυνητοῦ» 
σελ. 165 ἐκδ. Παπαδημητρίου

Έχεις κακία με κανένα;



Όταν ο γέρων Πορφύριος ήταν νεώτερος και υγιής, εξομολογούσε πολλούς πιστούς και, σαν ευσπλαχνικός πατέρας, ό,τι κι αν του λέγανε, τους τα συγχωρούσε όλα. Μόνο που τους έκανε στο τέλος μία ερώτησι.

Έχεις κακία με κανένα;

Κι άν ένας του έλεγε ότι δεν κρατεί κακία με κανένα, τον αγαπούσε πολύ, άν όμως του έλεγε ότι έχει έχθρα με τον αδελφό του ή τη νύφη του ή με κάποιο άλλο πρόσωπο, άρχιζε να του αναπτύσση το μυστήριο της συγχωρητικότητας και του ελέους προς τον συνάνθρωπο μας, γιατί το πταίσμα του πλησίον μας, όσο μεγάλο κι άν φαίνεται, στην πραγματικότητα, μπροστά στα πταίσματα μας προς το Θεό είναι ελάχιστο κι όμως αυτή τη μεγαλοψυχία μας θα εκμεταλλευθή ο Θεός για να μας συγχωρήση αμαρτίες, για τις οποίες δεν υπάρχει αριθμός.
Μάλιστα θάτανε φρικτό και βλακώδες να χαθή ένας άνθρωπος στην αιώνια κόλασι, επειδή δεν θέλει να αποβάλη την κακία και την έχθρα προς τον ομοιοπαθή συνάνθρωπο του.

Γέρων Πορφύριος

http://talantoblog.blogspot.gr

Ποιὸς μπορεῖ πιὰ νὰ μὲ παρηγορήσει;



Κανεὶς δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ μὲ παρηγορήσει»· «ὅλα τελείωσαν»· «ὅλα ἔχουν χαθεῖ». Τέτοιες καὶ παρόμοιες ἐκφράσεις λένε μὲ πόνο κάποιες φορὲς ἄνθρωποι ἀπελπισμένοι, ποὺ ὑπο φέρουν μέσα σὲ μεγάλες δοκιμασίες καὶ θλίψεις στὴν ἀπαράκλητη σκληρὴ ἐποχή μας. Ἄνθρωποι ποὺ ἔκαναν ὄνειρα γιὰ τὸ μέλλον τους καὶ εἶδαν ξαφνικὰ μέσα σὲ μιὰ στιγμὴ νὰ σωριάζονται ὅλα σὲ ἐρείπια. Ἢ κάποιοι ποὺ βρέθηκαν ἀντιμέτωποι μὲ θλίψεις, ἀρρώστιες, οἰκογενειακὰ ἢ οἰκονομικὰ προβλήματα μεγάλα καὶ ἄλυτα.
Πόσο μικροὶ εἴμαστε οἱ ἄνθρωποι! Πόσο ἀδύναμοι! Κι ἐνῶ κάποτε νομίζουμε ὅτι ἔχουμε δυνάμεις, χρήματα, γνώσεις, ἱκανότητες, κάποια στιγμὴ κουρελιάζον-ται ὅλα μπροστὰ στὰ ἀπρόοπτα τῆς ζωῆς. Καὶ τότε;
Πῶς νὰ παρηγορήσει κανεὶς ἕναν οἰκογενειάρχη ποὺ ἔμεινε ἄνεργος, κι ὁ ἴδιος καὶ ἡ σύζυγός του; Πῶς νὰ στηρίξεις ἕνα παιδὶ ποὺ ἔχασε τὴ μάνα του; Πῶς νὰ ἐνισχύσεις ἕναν ἀδελφὸ ποὺ ὑποφέρει ἀπὸ ἀνίατη ἀρρώστια;

Κι ὅταν πάλι μᾶς τσακίζουν κάποιες πνευματικὲς πτώσεις καὶ ἀδυναμίες, τότε... τότε ποιὸς θὰ μᾶς στηρίξει, ποιὸς θὰ μᾶς παρηγορήσει; Ξέρουμε ποιός... Τὸ καταλαβαίνουμε. Ἀλλὰ δυστυχῶς μόνο θεωρητικά. Στὴ δύσκολη ὥρα τῶν πειρασμῶν καὶ τῶν δοκιμασιῶν τὰ χάνουμε, μελαγχολοῦμε. Μέχρι νὰ ἔρθει ἡ ὥρα ποὺ μέσα στὸ καμίνι τῶν θλίψεων θὰ νιώσουμε τὸ ἄγγιγμα τοῦ Θεοῦ. Θὰ αἰσθανθοῦμε τὴν παρουσία Του ὡς «φωνὴ αὔρας λεπτῆς» (βλ. Γ΄ Βασ. ιθ΄ 12) νὰ ἔρχεται καὶ νὰ ἁπαλύνει τὸν πόνο μας. Εἶναι ἡ ὥρα ποὺ θὰ καταλάβουμε ἔμπρακτα ὅτι μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ μᾶς ξεκουράσει, νὰ μᾶς εἰρηνεύσει. Ὅταν μᾶς ἀπογοητεύσουν πλήρως οἱ γύρω μας ἄνθρωποι, ὅταν χάσουμε κάθε ἀποκούμπι, τότε καταλαβαίνουμε ὅτι μόνο ὁ Θεὸς μᾶς ἀπέμεινε.
Διότι μόνο Αὐτὸς εἶναι ποὺ ξέρει πραγματικὰ τὶς δυσκολίες μας, μόνο Αὐ τὸς θέλει καὶ μπορεῖ νὰ μᾶς βοηθήσει. Διότι Αὐτὸς εἶναι «ὁ πατὴρ τῶν οἰκτιρμῶν καὶ Θεὸς πάσης παρακλήσεως» (Β΄ Κορ. α΄ 3). Αὐτὸς εἶναι ἡ πηγὴ τοῦ ἐλέους. Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε ἔστειλε τὸν Υἱό Του τὸν Μονογενὴ στὴ γῆ μας, γιὰ νὰ σηκώσει Ἐκεῖνος ὅλες τὶς πτώσεις μας καὶ τοὺς πόνους μας. Καὶ πόνεσε ὁ Ἴδιος ὅσο κανεὶς ἄλλος. Καὶ ξέρει κι ἀπὸ τὸν δικό Του πόνο νὰ ἁπαλύνει τὸν ἀσυγκρίτως μικρότερο δικό μας. Αὐτὸς μᾶς ἔστειλε καὶ τὸν Παράκλητο, τὸν Παρηγορητή, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, γιὰ νὰ μᾶς παρηγορεῖ σὲ κάθε δοκιμασία καὶ θλίψη.
Καὶ μᾶς παρηγορεῖ ὁ Θεὸς ὄχι μόνο σὲ κάποιες συγκεκριμένες στιγμὲς τῆς ζωῆς μας ἀλλὰ διαρκῶς. Ἀκόμη κι ὅταν ἐμεῖς δὲν τὸ καταλαβαίνουμε. Διότι Αὐτὸς εἶναι ὁ «παρακαλῶν ἡμᾶς ἐν πάσῃ τῇ θλίψει ἡμῶν» (Β΄ Κορ. α΄ 4). Καὶ μᾶς παρηγορεῖ ὄχι ἀντίστοιχα μὲ τὸ βάρος τῶν θλίψεών μας ἀλλὰ πολὺ περισσότερο. «Διὰ Χριστοῦ περισσεύει ἡ παράκλησις ἡμῶν» (Β΄ Κορ. α΄ 5). Μπορεῖ νὰ εἶναι πολλές, ἀμέτρητες οἱ δοκιμασίες μας. Ἀλλὰ εἶναι ἀσυγκρίτως περισσότερες καὶ οἱ παρακλήσεις καὶ οἱ ἐπισκέψεις τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας.
Καὶ πῶς μᾶς παρηγορεῖ ὁ Θεός; Ἄλλοτε μὲ τὶς μυστικὲς ἐμπνεύσεις καὶ τὴ χάρη Του ποὺ στέλνει στὶς ψυχές μας· κι ἄλλοτε διὰ τῶν Ἁγίων Του, καὶ ἰδιαιτέρως διὰ τῆς Παναγίας Μητέρας μας, τῆς μόνης ἀκαταισχύντου ἐλπίδος καὶ παραμυθίας μας· διότι κι αὐτὴ δοκίμασε πόνο ὅσο κα-μιὰ ἄλλη μητέρα στὸν κόσμο· πόνο δυσβάστακτο, ποὺ σὰν πύρινη ρομφαία τρύπησε τὴν καρδιά της. Γι’ αὐτὸ καὶ ξέρει νὰ παρηγορεῖ καὶ νὰ στηρίζει τὶς ψυχὲς ποὺ πονοῦν καὶ ὑποφέρουν. Μᾶς παρηγορεῖ ὁ Θεὸς καὶ μὲ τὸν θεῖο του λόγο, μᾶς μεταγγίζει τὴ χάρη Του ὅταν ἐμεῖς μελετοῦμε τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἄλλα πνευματικὰ βιβλία. Κι ἄλλοτε πάλι μᾶς στέλνει τοὺς ἀνθρώπους Του γιὰ νὰ μᾶς μεταγγίσουν τὴ δική Του παρηγορία.
Μέσα στὴν Ἐκκλησία ἄλλωστε ὑπάρχει εἰδικὸ χάρισμα παρηγορίας. Καὶ τὸ χάρισμα αὐτὸ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πολυτιμότερα στοιχεῖα γιὰ τὴν προσέγγιση τῶν πονεμένων ἀνθρώπων (Α΄ Κορ. θ΄ 22). Τέτοιο χάρισμα εἶχε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος παρηγοροῦσε τὸν καθένα ξεχωριστά (Α΄ Θεσ. β΄ 11). Καὶ τοὺς προέτρεπε ὅλους νὰ κάνουν μὲ τὴ σειρά τους τὸ ἴδιο: «Παρακαλεῖτε ἀλλήλους» ἔλεγε (δ΄ 18). Καὶ γι’ αὐτὸ ἔστελνε στὶς τοπικὲς Ἐκκλησίες τοὺς μαθητές του γιὰ νὰ παρηγοροῦν τὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν (Ἐφ. ς΄ 22, Κολ. δ΄ 8). Τέτοιο χάρισμα εἶχε ἰδιαιτέρως καὶ ὁ ἀπόστολος Ἰωσῆς, ὁ ὁποῖος ὀνομάσθηκε ἀπὸ τοὺς ἄλλους Ἀποστόλους καὶ Βαρνάβας, «υἱὸς παρακλήσεως», δηλαδὴ «ἄνθρωπος τῆς παρηγοριᾶς» (Πράξ. δ΄ 36).
Γιὰ νὰ μπορέσει ὅμως κανεὶς νὰ παρηγορήσει τοὺς ἄλλους, πρέπει πρῶτα νὰ πονέσει ὁ ἴδιος καὶ νὰ δεχθεῖ τὴν παρηγορία τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι μόνο θὰ μπορέσει κατόπιν νὰ τὴν μεταδώσει πειστικὰ σ’ ὅσους πονοῦν. Γι’ αὐτὸ λέει χαρακτηριστικὰ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι ὁ Θεὸς «μᾶς παρηγορεῖ σὲ κάθε θλίψη μας, γιὰ νὰ μποροῦμε κι ἐμεῖς μὲ τὴ σειρά μας νὰ παρηγοροῦμε τοὺς ἄλλους στὶς θλίψεις τους» (Β΄ Κορ. α΄ 4). Τότε μποροῦμε νὰ μιλοῦμε πειστικὰ γιὰ τὴν παρηγοριὰ ποὺ δίνει ὁ Θεός, ὅταν μιλοῦμε ἀπὸ προσωπικὴ πείρα καὶ διηγούμαστε βιωματικὰ στοὺς ἄλλους πῶς ὁ Θεὸς παρηγόρησε καὶ μᾶς, ὅταν βρισκόμασταν σὲ μεγάλες δοκιμασίες.
Στὴν ἀπαράκλητη καὶ ἐγωκεντρικὴ ἐποχή μας, στὴν ἀποστατημένη Ἑλλάδα μας, ποὺ ταλανίζεται ἀπὸ μιὰ κρίση ποὺ δείχνει νὰ μὴν ἔχει διέξοδο, μέρα μὲ τὴ μέρα οἱ ἄνθρωποι βυθίζονται σὲ μεγαλύτερες θλίψεις καὶ δοκιμασίες. Στὶς δύσκολες αὐτὲς ὧρες ἔχουμε χρέος ὅλοι μας νὰ διακηρύττουμε στοὺς ἄλλους ὅτι μόνο ὁ Θεὸς μᾶς ἀπέμεινε καὶ ὅτι μόνο Αὐτὸς μπορεῖ νὰ μᾶς παρηγορήσει. Ἀλλὰ νὰ γίνουμε καὶ μεῖς «υἱοὶ παρακλήσεως», νὰ παρηγοροῦμε καὶ νὰ στηρίζουμε μὲ τὴ σειρά μας τοὺς ἀδελφούς μας, πρὶν καταρρεύσουν μέσα στὶς δοκιμασίες τους. Μέχρι νὰ μᾶς λυπηθεῖ ὁ Θεὸς καὶ νὰ φέρει καιροὺς ἀναψύξεως στὴ ζωή μας.

Περιοδικό ”Ο ΣΩΤΗΡ”

Άλλο μεταμέλεια και άλλο μετάνοια



Άλλο η μεταμέλεια και άλλο η μετάνοια. Μεταμέλεια για τα σφάλματα μου είναι η προσπάθεια να αποκαταστήσω την εικόνα μου μέσα μου και γύρω μου. Ενώ η μετάνοια είναι η επιστροφή του νου μου στον Θεό.
Θυμώνω παραδείγματος χάριν με κάποιον και μεταμελούμαι γιατί χάλασε η εικόνα του εαυτού μου στον αντίδικο μου και μέσα μου. Πως έφτασα σε τέτοιο σημείο να εκτεθώ; Τι θα λέει για μένα αυτός ο άνθρωπος; πως του φέρθηκα έτσι; Ο εγωισμός μας δεν σηκώνει αυτή την έκθεση του εγώ μας, και προσπαθούμε μεταμελούμενοι ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο να αποκαταστήσουμε την εικόνα μας. Ενώ μετάνοια είναι η επιστροφή της καρδιάς μου στο Θεό παρόλα τα σφάλματα μου. Δηλαδή ελπίδα. 

Γέροντας Μακάριος του Μαρουδά 

Δεν είναι περίεργο πως...



1. Δεν είναι περίεργο πως ένα ποσό των 20 Ευρώ σας φαίνεται πολύ μεγάλο, όταντο δίνετε στην εκκλησία, αλλά είναι μικρό όταν πηγαίνετε για ψώνια;

2. Δεν είναι περίεργο που 2 ώρες σας φαίνονται πολλές, όταν είστε στην εκκλησία,ενώ σας φαίνονται λίγες, όταν παρακολουθείτε μια καλή ταινία;

3. Δεν είναι περίεργο το ότι δεν βρίσκετε λόγια να πείτε όταν προσεύχεστε, αλλάδεν έχετε κανένα πρόβλημα όταν σκέφτεστε για ποιό πράγμα θα μιλήσετε με ένανφίλο;

4. Δεν είναι περίεργο το πόσο «δύσκολο» και «βαρετό» είναι να διαβαστεί ένακεφάλαιο της Αγίας Γραφής, ενώ πόσο εύκολα διαβάζονται 100 σελίδες ενόςδημοφιλούς μυθιστορήματος;

5. Δεν είναι περίεργο το ότι ο καθένας θέλει εισιτήρια για μπροστινές θέσεις σε συναυλίες και αγώνες, αλλά προτιμά να κάθεται στα τελευταία καθίσματα τηςεκκλησίας;

6. Δεν είναι περίεργο το ότι πρέπει να ξέρετε για μια εκδήλωση της εκκλησίας 2-3 εβδομάδες πριν από την ημέρα που θα πραγματοποιηθεί, ώστε να μπορέσετε να την βάλετε στον προγραμματισμό σας, αλλά μπορείτε για άλλα γεγονότα να... αποφασίσετε και την τελευταία στιγμή;

7. Δεν είναι περίεργο το πόσο δύσκολο είναι να μάθετε κάτι που σχετίζεται με το Θεό, ώστε να το μοιραστείτε με άλλους, αλλά το πόσο εύκολο είναι να μάθετε, να καταλάβετε και να διαδώσετε ένα κουτσομπολιό;

8. Δεν είναι περίεργο το ότι εύκολα πιστεύετε αυτά που γράφονται στα περιοδικά και στις εφημερίδες, αλλά από την άλλη αμφιβάλλετε για τα λόγια της ΑγίαςΓραφής.

9. Δεν είναι περίεργο που ο καθένας θέλει μια θέση στον ουρανό, αλλά δεν θέλει να πιστέψει, να κάνει η να πει κάτι για να φθάσει εκεί;

10. Δεν είναι περίεργο το πόσο εύκολα στέλνετε ανέκδοτα σε e-mails τα οποίαπροωθούνται δεξιά κι αριστερά, ενώ το σκέφτεστε διπλά όταν πρόκειται να στείλετε ένα μήνυμα για τον Θεό;

-->εμ.

Ὁδηγία πρὸς Ἕλληνες διαιτητές: "Μὴν κάνετε τὸν σταυρὸ σας γιατί εἶναι δεῖγμα χαμηλῆς αὐτοεκτίμησης"



Εἰδικὴ σύσταση στοὺς διαιτητὲς τῆς Σοῦπερ Λίγκα νὰ μὴν σταυροκοπιοῦνται πρὶν ἀρχίσει ἕνα παιχνίδι ἔγινε στὸ τελευταῖο σεμινάριο τῆς Κεντρικῆς Ἐπιτροπῆς Διαιτησίας.

Κάποιοι ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες διαιτητὲς ποὺ ἔχουν καλὴ σχέση μὲ τὰ Θεία κάνουν τὸν σταυρὸ τους πρὶν ἀπὸ τὴν ἔναρξη ἢ μετὰ τὴ λήξη ἑνὸς ποδοσφαιρικοῦ ἀγώνα.

Στὸ τελευταῖο σεμινάριο τῆς Κεντρικῆς Ἐπιτροπῆς Διαιτησίας ὅμως, ἔγινε εἰδικὴ σύσταση σὲ διαιτητὲς τῆς Σοῦπερ Λίγκα νὰ τὸ σταματήσουν! Γιὰ ποιὸν λόγο; Γιατί εἶναι δεῖγμα, λέει, χαμηλῆς αὐτοεκτίμησης…

Συμπαράσταση ἀπό τόν Ἅγιο Ἄγγελο


Τό παρακάτω περιστατικό τό ἀφηγήθηκε μέ μεγάλη συγκίνηση μιά εὐσεβέστατη κυρία, ἀρκετά ἡλικιωμένη, ἡ ὁποία ἀξιώθηκε νά δεῖ ἕνα ἀπ᾿ τά παιδιά της ν᾿ ἀφιερώνεται στό Θεό. Συνέβη ὅταν ἦταν νεαρή μητέρα κι εἶχε τά παιδάκια της μικρά.
Ἔπειδή ἡ ζωή ἦταν δύσκολη τότε κι ἐργαζόταν μόνο ὁ σύζυγος, προσπαθοῦσαν μέ οἰκονομία νά ζήσουν, γιά νά μπορέσουν νά χτίσουν κι ἕνα σπιτάκι, μήπως γλυτώσουν ἀπ᾿ τό ἐνοίκιο, πού τούς ἐξαντλοῦσε οἰκονομικά. Τά παιδάκια ὅμως ἦταν ἀδύνατα, καί εἰδικά τό ἕνα. Ὁ γιατρός στόν ὁποῖο τά πῆγαν, συνέστησε καλή διατροφή· καλύτερη ἀπ᾿ ὅση εἶχαν. 
Ἡ μητέρα συμφώνησε μαζί του καί προσπαθοῦσε νά πείσει καί τό σύζυγό της, ὁ ὁποῖος, ἄν καί ἦταν κι ἐκεῖνος καλός πατέρας καί τ᾿ ἀγαποῦσε τά παιδιά, ἤθελε νά ἐξακολουθήσει τή μικρή ἀποταμίευση, γιά τό λόγο πού προαναφέρθηκε. Ἔτσι ἔφτασαν νά διαφωνήσουν. Ἥρεμα, βέβαια, ἀλλά δημιουργήθηκε ἕνα στενόχωρο ἀδιέξοδο.Αὐτή ἡ συζήτηση ἔγινε μέσα στόν κῆπο τοῦ Ζαππείου, ὅπου οἱ γονεῖς εἶχαν βγεῖ περίπατο μαζί μέ τά μικρά παιδάκια τους. Ἡ νεαρή μητέρα, ἡ ὁποία σημειωτέον ἦταν ὀρφανή ἀπό μικρό παιδί καί δέν εἶχε κοντά της κανέναν συγγενῆ, γιά νά βοηθήσει νά πειστεῖ ὁ σύζυγος, ἔνιωσε πολύ πόνο καί τά μάτια της γέμισαν δάκρυα. Δέν εἶπε ὅμως οὔτε λέξη. Ἦταν ἄνθρωπος πού εἶχε τήν δύναμη τῆς ὑπομονῆς καί τῆς σιωπῆς στίς δύσκολες ὧρες. Προσευχήθηκε ὅμως νοερά ἐκείνη τή στιγμή μέ ἀφάνταστη πίστη καί πόνο καί εἶπε στό Θεό: 
"--Θεέ μου! Λυπήσου με, καί φώτισέ τον! Λυπήσου με, γιατί δέν ἔχω κανέναν νά μέ βοηθήσει! Κανέναν!..."Ἐνῶ ὅμως ἔλεγε αὐτά μέ τή μυστική προσευχή της, βλέπει δίπλα της φωτεινή μεγαλοπρεπῆ ὕπαρξη! Ἕνα γλυκύτατο Ἄγγελο τοῦ Θεοῦ μέ ξανθά μαλλιά, πού τήν κοίταζε μέ πολλή ἀγάπη καί συμπάθεια! Ταράχτηκε ἐλαφρά, ἀλλά καί πάλι κατάφερε καί δέ μίλησε. Ὁ Ἄγγελος, ὁ Ἄγγελος της, ἀμέσως ἔγινε ἄφαντος, ἀφοῦ πρῶτα τῆς ἔδωσε τό ἐλπιδοφόρο μήνυμα τοῦ Θεοῦ: "Δέν εἶσαι μόνη, κόρη μου!..."Σέ λίγο ἀκούστηκε γλυκειά καί ταπεινωμένη ἡ φωνή τοῦ συζύγου της νά λέει: 
"-- Ἔχεις δίκιο, "Μαρία" μου. Πρῶτα εἶναι ἡ ὑγεία τῶν παιδιῶν μας καί μετά ἔχει ὁ Θεός καί γιά τό σπίτι!"Νά πῶς λύνονται οἱ διαφωνίες, ὅταν ὑπάρχουν ἄνθρωποι προσευχῆς! Καί τό ἄλλο:
Κανείς δέν εἶναι πραγματικά μόνος, ἀλλά νιώθει μόνος, ἄν δέν ζεῖ κατά Θεόν...

Ἀπό τό βιβλίο: "Μηνύματα ἀπό τόν Οὐρανό"
Ἔκδοσις: " Ἱ. Μονῆς Παναγίας Βαρνάκοβας Δωρίδα 2005

Ἡ σημασία τῆς μετάνοιας.



Συνήθιζα νά τόν ἐπισκέπτομαι συχνά. Μιά μέρα λοιπόν, ὅταν πῆγα, τόν βρῆκα νά διαβάζει. Χάρηκε, ὅπως πάντα, πού μέ εἶδε. Σηκώθηκε, μέ ἀσπάσθηκε κι ἔκανε νά ξαναπιάσει τό βιβλίο. Ἐγώ ὅμως εἶχα πάει ἐκεῖ γιά ν’ ἀκούσω λόγο ψυχωφελή ἀπ’ τό στόμα του. Γι’ αὐτό τόν παρακάλεσα νά διακόψει τή μελέτη του καί νά μοῦ μιλήσει γιά τή μετάνοια. 

Χωρίς νά πολυσκεφτεῖ, μοῦ λέει:

-Πίστεψέ με, ἀδελφέ, ὅτι ὁ ἀγαθός Θεός μας δέν θά κρίνει τό χριστιανό ἐπειδή ἁμάρτησε.
Ξαφνιάστηκα. Μ’ ὅλο μου τό σεβασμό ἀπέναντί του, τόλμησα ν’ ἀντιδράσω.
-Δηλαδή, καταπώς λές, οἱ ἁμαρτωλοί δέν θά κριθοῦν; Μ’ ἄλλα λόγια, δέν ὑπάρχει κρίση;
Χαμογέλασε αἰνιγματικά.
-Ὑπάρχει καί παρϋπάρχει!
-Τότε ποιός θά κριθεῖ;
-Ἄκου, παιδί μου, νά σοῦ ἐξηγήσω. Δέν κρίνει ὁ Θεός τό χριστιανό γιατί ἁμάρτησε, ἀλλά γιατί δέν μετανοεῖ. Τό ν’ ἁμαρτάνει κανείς καί νά μετανοεῖ, εἶναι ἀνθρώπινο. Τό νά μή μετανοεῖ, ὅμως, εἶναι γνώρισμα τοῦ διαβόλου καί τῶν δαιμόνων του. Γι’ αὐτό λοιπόν, παιδί μου, θά κριθοῦμε. Γιατί δέν ζοῦμε συνεχῶς μέσα στή μετάνοια. 
Καί παίρνοντας ἀφορμή ἀπό τή συζήτησή μας ἐκείνη, μοῦ διηγήθηκε μέ πολλή ἐνάργεια ἕνα θαυμάσιο γεγονός, πού, ἀκούγοντάς το καί μόνο, τά χάνει κανείς μέ τήν ἄφατη φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου.
Λίγο καιρό ἀφότου ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τόν εἶχε ὁδηγήσει γιά πρώτη φορά στή μετάνοια, βρισκόταν, λέει, σέ μιά περιοχή, πού λέγεται «τοῦ Ἀριστάρχου», καί ἀναλογιζόταν τίς ἁμαρτίες του. Ἔνιωσε ὅπως ὁ ἄσωτος γιός τῆς παραβολῆς. Ξαφνικά ἀπό μιά ἐσωτερική παρόρμηση, λέει στόν ἑαυτό του:
-Σήκω, ἁμαρτωλέ Νήφων, καί πήγαινε στήν ἐκκλησία, νά ἐξομολογηθεῖς τίς ἁμαρτίες σου στό Θεό. Δέν ξέρεις ἄν θά ζεῖς αὔριο. Βιάσου λοιπόν! Κουράστηκε νά σέ προσμένει ἐκεῖ ὁ πολυεύσπλαχνος Θεός, καρτερώντας τή μετάνοιά σου.
Δέν κατάλαβε γιά πότε ἔφτασε στό ναό. Λές κι εἶχαν φτερά τά πόδια του. Στάθηκε στά πρόθυρα. Στράφηκε στ’ ἀνατολικά, σήκωσε τά χέρια του ψηλά κι ἔκφραξε μέ στεναγμούς:

-Δέξου, Πατέρα, τόν νεκρό,
Πού ’χασε τήν ψυχή του
Δέξου τό καταγώγιο τῶν ἁμαρτιῶν,
τόν βλάσφημο καί τόν πονηρό,
τόν ἀδιάντροπο καί τόν αἰσχρό,
τόν μολυσμένο καί στό σῶμα καί στήν ψυχή.
Δέξου με, τόν βυθισμένο
σ’ ὅλες τίς δαιμονικές κακίες.
Ἐλέησέ με, τόν μοιχό,
τόν πόρνο καί τόν παιδοφθόρο,
τόν κλέφτη καί τόν παραβάτη,
τῆς ἁμαρτίας τό σίχαμα.
Ἐλέησέ με, τοῦ ἐλέους
ἡ πλούσια κι ἀστείρευτη πηγή.
Μήν ἀποστρέψεις ἀπό μένα
τό πρόσωπό Σου τ’ ἀγαθό.
Μήν πεῖς, Δέσποτα:
‟Ποιός εἶσαι τάχα; Δέν σέ ξέρω!’’.
Μήν πεῖς: ‟Ποῦ ἤσουνα ὥς τώρα;’’.
Μή μέ περιφρονήσει, τόν καπνό,
τό χῶμα, τή σαπίλα, τή ντροπή,
τό σίχαμα, τήν ἀνομία, τό σκουπίδι,
τῶν πονηρῶν τό λάφυρο
καί τῶν θνητῶν τό σκάνδαλο.
Μή μ’ ἀποστέρξεις, Δέσποτα·
ἔλεος δεῖξε, σῶσε με!
Τό ξέρω δά, φιλάνθρωπε,
ὅτι δέν θέλεις τό χαμό τοῦ ἁμαρτωλοῦ,
μά τήν ἐπιστροφή καί σωτηρία του.
Δέν θά Σ’ ἀφήσω, ἄν δέν μ’ ἐλεήσεις!
Δέν θά Σ’ ἀφήσω, ἄν δέν μέ βοηθήσεις!....

Δέν εἶπε μόνο αὐτά, μά καί πολλά ἄλλα, μέ τήν ψυχή φαρμακωμένη....
Ξάφνου, μιά βροντή ἀκούστηκε ἀπ’ τόν οὐρανό κι ἕνα φῶς, ἀκτινωτό καί φοβερό, ἔλαμψε. Κι ἐκεῖνο τό φῶς ἔγινε σάν ἀγκαλιά, πού ἔκλεισε μέσα της τόν ὅσιο καί τόν ἀσπάσθηκε τρυφερά! Συνάμα μιά γλυκειά, οὐράνια φωνή ἀκούστηκε νά λέει:

-Καλῶς ὅρισε ὁ γιός μου! Καλῶς το, τό παιδί μου, τό πικραμένο μου! Ξαναζωντάνεψε τό παλικάρι μου. Ξαναβρέθηκε τό χαμένο μου. Πῶς ἀναστέναζα, γιέ μου, γιά σένα! Πῶς καιγόταν ἡ καρδιά μου κι ἀδημονοῦσε κι ἔλεγε: ‟Νά, ὥρα τήν ὥρα θά γυρίσει. Κι ἄν ὄχι τό πρωί, σίγουρα ὅμως ὥς τό βράδυ....’’. Πῶς μ’ ἔλιωνε ἡ ἔγνοια σου! ..... Χαρά σ’ ἐμένα τώρα, πού φωτίστηκαν τά μάτια σου, ξανάνιωσε ἡ ψυχή σου, καί ἀπό μόνος σου πιά θά μ’ ὁμολογεῖς χωρίς δισταγμό!

Μέ τά λόγια αὐτά τόν ἀσπάσθηκε πάλι καί χάθηκε στόν οὐρανό. Κι ὁ δίκαιος, ἀπ’ τή γλυκύτητα τοῦ ἀσπασμοῦ, ἔπεσε σάν σέ ἔκστασση.
Μόλις συνῆλθε λίγο, ἄλλο τίποτα δέν μπόρεσε νά κάνει ἤ νά πεῖ, παρά μόνο νά ψελλίσει:
-Δόξα Σοι, ὁ Θεός! Δόξα Σοι!
Καί πάλι:
-Δόξα Σοι, ὁ Θεός!....
Τό ἔλεγε καί τό ξανάλεγε ἀκατάπαυστα μέ τήν καρδιά πλημμυρισμένη ἀπό θεϊκή εὐωδία καί τό στόμα ξέχειλο ἀπό μέλι πνευματικό.
Ὥρα πολλή προσευχόταν μετά ἀπό κεῖνο τόν ἀνέκφραστο ἀσπασμό. Ὕστερα κινησε γιά τό κελλί του σάν χαμένος ἀπ’ τήν ἔκσταση, πού τοῦ προκάλεσε ἡ θεϊκή ἐπίσκεψη. Ἀπό τότε, καθώς ἔλεγε, μέ πολλή εὐκολία καί προθυμία βάδιζε στό δρόμο τοῦ Θεοῦ.
Αὐτό τό παράδοξο καί σχεδόν ἀπίστευτο θαῦμα τό ἄκουσα – μάρτυράς μου ὁ Θεός! - ἀπό τό ἴδιο τό στόμα τοῦ ὁσίου. Μοῦ τό διηγήθηκε μέ δάκρυα καί δέος, ἀλλά καί μέ χαρά πνευματική. Γιατί συνήθιζα νά τοῦ ζητάω ἐπίμονα νά μοῦ διηγεῖται διάφορα περιστατικά ἀπό τή ζωή του. Κι ἐπειδή μ’ ἀγαποῦσε πολύ, ποτέ δέν μοῦ ἔκρυβε τίποτα.
Σάν ἔφτασε λοιπόν στό κελλί του, τό ἴδιο ἐκεῖνο βράδυ, πυρπολημένος ἀπό θεῖο πόθο, ἄρχισε πάλι νά προσεύχεται:

-Θεέ μου, Θεέ μου,
Σύ πού τόν οὐρανό «ἐξέτεινας ὡς δέρριν»22
καί πού τόν καταστόλισες μέ τ’ ἄστρα,
μέ τά σύννεφα, τόν ἥλιο, τή σελήνη,
κι ἐμένα καταστόλισε
μέ κάθε ἀρετή, ἀντί γι’ ἀστέρια.
Τό νοῦ μου φώτισε
μέ τ’ Ἅγιό Σου Πνεῦμα, ἀντί γιά ἥλιο.
Τό εἶναι μου πλημμύρισε
μέ τή σοφία Σου, ἀντί γιά σελήνη.
Μέ τήν πραότητα, τήν ὁσιότητα καί τή δικαιοσύνη
ἀντί γιά νέφη τύλιξέ με.
Περίζωσε τή μέση μου μέ τήν ἀλήθεια Σου.
Τά πόδια μου ἑτοίμασε
γιά τό χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς εἰρήνης Σου.
Θεέ μου, Θεέ μου,
Σύ πού ξεχύνεις πλούσιο στήν πλάση τόν ἀέρα
γιά ν’ ἀναπνέουν οἱ ἄνθρωποι
καί νά ζωογονοῦνται,
ξέχυσε πλούσια μέσα μου τή χάρη καί τή δωρεά
τοῦ Ἁγίου καί ζωοποιοῦ Σου Πνεύματος.
Κάνε με ὁλόκληρο θεόμορφο,
ὁλόφωτο καί καθαρό, σεμνό καί πράο,
γεμάτο χάρη καί ἀλήθεια,
γεμάτο γνώση καί σοφία πνευματική.

Μέ τά τελευταῖα τοῦτα λόγια, ἔλαμψε καί πάλι φῶς οὐράνιο. Τήν ἴδια στιγμή τοῦ παρουσιάστηκε ἄγγελος Κυρίου, κρατώντας ἕνα δοχεῖο γεμάτο μύρο. Ὅλο ἐκεῖνο τό μύρο τοῦ τό ἄδειασε στό κεφάλι. Ἀπό κεῖ κύλησε καί μούσκεψε ὅλο του τό σῶμα. Ὁ τόπος πλημμύρισε εὐωδία...
Τά ροῦχα του μοσχομύριζαν ἀρκετές μέρες, πράγμα πού ἔκανε τούς ἄλλους νά ἀποροῦν. Μερικοί ξεθάρρεψαν καί τόν ρώτησαν:
-Ἀπό τί εἶναι αὐτή ἡ εὐωδία;
Μά ἐκεῖνος ἀπαντοῦσε:
-Ἐγώ εἶμαι ἀπ’ τά γεννοφάσκια μου βουτηγμένος στίς ἁμαρτίες. Αὐτό τό γνωρίζω καλά. Ὅσο γιά τήν εὐωδία, δέν ξέρω ἀπό τί εἶναι....

22.Πρβλ.Ψαλμ. 103:2.


Ἕνας Ἀσκητής Ἐπίσκοπος
Ὅσιος Νήφων Ἐπίσκοπος Κωνσταντιανῆς
(σελ.65-70)
Ἱερὰ Μονή Παρακλήτου
Ὠρωπος Ἀττικῆς 2004

Στόν προσευχόμενο στόν Θεό, τόν ὁποῖο ὅλοι του οἱ συγκάτοικοι χλευάζουν.



Μέχρι νά ἀρχίσεις νά προσεύχεσαι στόν Θεό ἤσουν σ᾿ ὅλους ἀγαπητός. Καί τώρα ξαφνικά στό σπίτι σου εἶσαι στό ἐπίκεντρο ἐχθρικοῦ στρατοπέδου. Νωρίτερα μεθοῦσες, καί κάπνιζες καί λίγο ἔκλεβες καί ἔβριζες καί τεμπέλιαζες τίς ἐργάσιμες μέρες καί ἔκανες ὁτιδήποτε ἄλλο εἶναι σιχαμερό μπροστά στόν Θεό καί τίμιο στόν κόσμο. Καί ὅμως τότε ἤσουν ἀγαπητός σ᾿ ὅλους στό σπίτι. Ἐνῶ τώρα πού κατευθύνθηκες στόν δρόμο τοῦ δικαίου, τῆς τιμιότητας καί τῆς προσευχῆς, τώρα ὅλοι ὅρμησαν πάνω σου σάν σφῆκες.

Νά χαίρεσαι, ἀδελφέ, ἑκατό φορές νά χαίρεσαι. Μά δέν βλέπεις ὅτι τό Εὐαγγέλιο διαδραματίζεται στό σπίτι σας; 
Στό ἴδιο σπίτι στό ὁποῖο μέχρι τώρα κουβέντιαζαν γιά τόν φόρο καί τό δύσκολο βαρύ μεροκάματο καί τούς κλέφτες καί τούς κλεπταποδόχους καί τούς πάρεδρους, σ᾿ αὐτό τό ἴδιο σπίτι ἄρχισαν νά ἐκπληρώνονται εὐαγγελικές προφητεῖες. Τό σπίτι σας ἀνυψώθηκε ἕως τούς οὐρανούς, ἔγινε ἡ σκηνή τοῦ χριστιανικοῦ δράματος, ἔπιασε τή σχέση μέ τούς Ἀποστολικούς καί μαρτυρικούς καιρούς. 
Ἡ ἱστορία τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας συμβαίνει σέ μικρό ἐμβαδόν στό σπίτι σας. Ἰδού οἱ προφητεῖες τοῦ Χριστοῦ, πού συνέβησαν ἀμέτρητες φορές σ᾿ αὐτό τόν γήινο πλανήτη καί πού τώρα ἀρχίζουν νά συμβαίνουν στό σπίτι σας.

«Καί ἔσεσθε μισούμενοι ὑπό πάντων διά τό ὄνομά μου· ὁ δέ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται» (Ματθ. 10:22).
«Καί ἐχθροί τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοί αὐτοῦ» (Ματθ. 10:36).

«Μακάριοι οἱ κλαίοντες νῦν, ὅτι γελάσετε. Μακάριοι ἐστε ὅταν μισήσωσιν ὑμᾶς οἱ ἄνθρωποι, καί ὅταν ἀφορίσωσιν ὑμᾶς καί ὀνειδίσωσι καί ἐκβάλωσι τό ὄνομα ὑμῶν ὡς πονηρόν ἕνεκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου» (Λουκ. 6:21-22).
«Ἀμήν λέγω ὑμῖν ὅτι κλαύσετε καί θρηνήσετε ὑμεῖς, ὁ δέ κόσμος χαρήσεται· ὑμεῖς δέ λυπηθήσεσθε, ἀλλ᾿ ἡ λύπη ὑμῶν εἰς χαράν γενήσεται» (Ἰωάν. 16:20).

Τί ὑπάρχει πιό ξεκάθαρο ἀπ᾿ αὐτές τίς προφητείες; Ἰδού, ἐκπληρώνονται καί σήμερα, δίπλα στήν ἑστία σου, ἐπάνω σέ σένα. Γι᾿ αὐτό δέξου ὅλες τίς ἐξυβρίσεις ὄχι σάν ἐξυβρίσεις ἀλλά σάν παράσημα. Νά ξέρεις, ὅτι οἱ διῶχτες σου θά μετανιώσουν, οἱ χλευαστές σου θά βουβαθοῦν κι ἐσύ θά χαίρεσαι. Σήμερα εἶσαι ὁ τελευταῖος στό σπίτι τοῦ πατέρα σου, ἀλλά σέ λίγο θά εἶσαι ὁ πρῶτος. Ἐνῶ ἐκεῖνοι πού σέ διώχνουν, θά σέ ὑπηρετοῦν. Τοῦτο ἔχει προφητευθεῖ καί ἐπαναληφθεῖ χιλιάδες φορές καί σέ χιλιάδες μέρη.
Εἰρήνη καί εὐλογία ἀπό τόν Κύριο

Τῷ Θεῷ δόξα εἰς τούς αἰῶνας! Ἀμήν.

Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

Ἀπό τό βιβλίο: "Δρόμος δίχως Θεό δέν ἀντέχεται..."
Ἱεραποστολικές ἐπιστολές Α΄
Ἐκδόσεις "Ἐν πλῷ"