.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ἡ Παρθένος σήμερον, τὸν ὑπερούσιον τίκτει....


Η Γέννηση του Χριστού, το Μέγα Μυστήριον



Αὐτὴ τὴν ἡμέρα (25 Δεκεμβρίου) ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας γιορτάζει τὸ μεγάλο καὶ ἀνερμήνευτο γεγονὸς τῆς κατὰ σάρκα γεννήσεως τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο.

Μυστήριο ξένον, λέγει ὁ Ὑμνωδός, τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, τὸ νὰ γεννηθῆ σὰν ἄνθρωπος, ὄχι κανένας προφήτης, ὄχι κανένας ἄγγελος, ἄλλα ὁ ἴδιος ὁ Θεός! Ὁ ἄνθρωπος, θὰ μποροῦσε νὰ φθάσει σὲ μία τέτοια πίστη;

Οἱ φιλόσοφοι καὶ οἱ ἄλλοι τετραπέρατοι σπουδασμένοι ἤτανε δυνατὸ νὰ παραδεχθοῦν ἕνα τέτοιο πράγμα; Ἀπὸ τὴν κρισάρα τῆς λογικῆς τους δὲν μποροῦσε νὰ περάσει ἢ παραμικρὴ ψευτιά, ὄχι ἕνα τέτοιο τερατολόγημα! Ὁ Πυθαγόρας, ὁ Ἐμπεδοκλῆς κι ἄλλοι τέτοιοι θαυματουργοί, ποὺ ἤτανε καὶ σπουδαῖοι φιλόσοφοι, δὲ μπορέσανε νὰ τοὺς κάνουνε νὰ πιστέψουνε κάποια πράγματα πολὺ πιστευτά, καὶ θὰ πιστεύανε ἕνα τέτοιο τερατολόγημα; Γι᾿ αὐτὸ ὁ Χριστὸς γεννήθηκε ἀνάμεσα σὲ ἁπλοὺς ἀνθρώπους, ἀνάμεσα σὲ ἀπονήρευτους τσοπάνηδες, μέσα σε μία σπηλιά, μέσα στὸ παχνί, ποὺ τρώγανε τὰ βόδια.

Κανένας δὲν τὸν πῆρε εἴδηση, μέσα σε ἐκεῖνον τὸν ἀπέραντο κόσμο, ποὺ ἐξουσιάζανε οἱ Ῥωμαῖοι, γιὰ τοῦτο εἶχε πεῖ ὁ προφήτης Γεδεών, πὼς θὰ κατέβαινε ἥσυχα στὸν κόσμο, ὅπως κατεβαίνει ἡ δροσιὰ ἀπάνω στὸ μπουμπούκι τοῦ λουλουδιοῦ, «ὡς ὑετὸς ἐπὶ πόκον». Ἀνάμεσα σὲ τόσες μυριάδες νεογέννητα παιδιά, ποιὸς νὰ πάρει εἴδηση τὸ πιὸ πτωχὸ ἀπὸ τὰ πτωχά, ἐκεῖνο ποῦ γεννήθηκε ὄχι σὲ καλύβι, ὄχι σὲ στρούγκα, ἀλλὰ σὲ μία σπηλιά; Καὶ κείνη ξένη, γιατὶ τὴν εἴχανε οἱ τσομπαναρέοι νὰ σταλιάζουνε τὰ πρόβατά τους.

Τὸ «ὑπερεξαίσιον καὶ φρικτὸν μυστήριο» τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ ἔγινε τὸν καιρὸ ποὺ βασίλευε ἕνας μοναχὰ αὐτοκράτορας ἀπάνω στὴ γῆ, ὁ Αὔγουστος, ὁ ἀνιψιὸς τοῦ Καίσαρα, ὕστερα ἀπὸ μεγάλη ταραχὴ καὶ αἱματοχυσία ἀνάμεσα στὸν Ἀντώνιο ἀπὸ τὴ μία μεριά, καὶ στὸν Βροῦτο καὶ τὸν Κάσσιο ἀπὸ τὴν ἄλλη. Τότε γεννήθηκε κι ὁ ἕνας καὶ μοναχὸς πνευματικὸς βασιλιάς, ὁ Χριστός. Κι᾿ αὐτὸ τὸ λέγει ἡ ποιήτρια Κασσιανὴ στὸ δοξαστικὸ ποὺ σύνθεσε, καὶ ποὺ τὸ ψέλνουνε κατὰ τὸν Ἑσπερινὸ τῶν Χριστουγέννων: «Αὐγούστου μοναρχήσαντος ἐπὶ τῆς γῆς, ἡ πολυαρχία τῶν ἄνθρωπων ἐπαύσατο. Καὶ Σοῦ ἐνανθρωπήσαντος ἐκ τῆς ἁγνῆς ἡ πολυθεΐα τῶν εἰδώλων κατήργηται. Ὑπὸ μίαν βασιλείαν ἐγκόσμιον αἱ πόλεις γεγένηνται. Καὶ εἰς μίαν δεσποτείαν Θεότητος τὰ ἔθνη ἐπίστευσαν…».

Τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ τὴν προφητέψανε οἱ Προφῆτες. Πρῶτος ἀπ᾿ ὅλους τὴν προφήτεψε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, τὴ μέρα ποὺ εὐλόγησε τοὺς δώδεκα υἱούς του, καὶ εἶπε στὸν Ἰούδα «δὲν θὰ λείψει ἄρχοντας ἀπὸ τὸν Ἰούδα μήτε βασιλιὰς ἀπὸ τὸ αἷμά του, ὡς ποὺ νὰ ἔλθει ἐκεῖνος, γιὰ τὸν ὁποῖον εἶναι γραμμένο νὰ βασιλεύει ἀπάν᾿ ἀπ᾿ ὅλους, κι αὐτὸν τὸν περιμένουμε ὅλα τὰ ἔθνη». Ὡς τὸν καιρὸ ποὺ γεννήθηκε ὁ Χριστός, οἱ Ἰουδαῖοι, τὸ γένος τοῦ Ἰούδα, εἴχανε ἄρχοντες, δηλαδὴ κριτὲς καὶ ἀρχιερεῖς, ποὺ ἤτανε κ᾿ οἱ πολιτικοὶ ἄρχοντές τους. Ἀλλὰ τότε γιὰ πρώτη φορὰ ἔγινε ἄρχοντας τῆς Ἰουδαίας ὁ Ἡρώδης, ποὺ ἤτανε ἐθνικὸς καὶ ἔβαλε ἀρχιερέα τὸν Ἀνάνιλον «ἀλλογενῆ», ἐνῶ οἱ ἀρχιερεῖς εἴχανε πάντα μητέρα Ἰουδαία. Τελευταῖος Ἰουδαῖος ἀρχιερεὺς στάθηκε ὁ Ὑρκανός. Καὶ οἱ ἄλλοι προφῆτες προφητέψανε τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, προπάντων ὁ Ἡσαΐας.

Τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ τὴ λένε οἱ ὑμνωδοὶ «τὸ πρὸ αἰώνων ἀπόκρυφον καὶ Ἀγγέλοις ἄγνωστον μυστήριον», κατὰ τὰ λόγια του Παύλου ποὺ γράφει: «Ἐμοὶ τῷ ἐλαχιστοτέρῳ πάντων τῶν ἁγίων ἐδόθη ἡ χάρις αὐτὴ ἐν τοῖς ἔθνεσιν εὐαγγελίσασθαι τὸν ἀνεξιχνίαστον πλοῦτον τοῦ Χριστοῦ καὶ φωτίσαι πάντας τίς ἡ οἰκονομία τοῦ μυστηρίου τὸν ἀποκεκρυμμένου ἀπὸ τῶν αἰώνων ἐν τῷ Θεῷ, τῷ τὰ πάντα κτίσαντι διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα γνωρισθῇ νῦν ταῖς ἀρχαῖς καὶ ταῖς ἐξουσίαις ἐν τοῖς ἐπουρανίοις διὰ τῆς ἐκκλησίας ἡ πολυποίκιλος σοφία τοῦ Θεοῦ» (Ἐφεσ. γ´ 8-10). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέγει, πὼς αὐτὸ τὸ μυστήριο δὲν τὸ γνωρίζανε καθαρὰ καὶ μὲ σαφήνεια οὔτε οἱ Ἄγγελοι, γι᾿ αὐτὸ ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ μὲ τρόμο τὸ εἶπε στὴν Παναγία. Καὶ στοὺς Κολασσαεῖς γράφοντας ὁ θεόγλωσσος Παῦλος, λέγει: «Τὸ μυστήριον τὸ ἀποκεκρυμμένον ἀπὸ τῶν αἰώνων καὶ ἀπὸ τῶν γενεῶν, νυνὶ ἐφανερώθη τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ, οἷς ἠθέλησε ὁ Θεὸς γνωρίσαι τὶς ὁ πλοῦτος, τῆς δόξης τοῦ μυστηρίου τούτου ἐν τοῖς ἔθνεσιν, ὃς ἐστὶ Χριστὸς ἐν ἡμῖν ἡ ἐλπὶς τῆς δόξης». Λέγει, πῶς φανερώθηκε αὐτὸ τὸ μυστήριο στοὺς ἁγίους, ποὺ θέλησε ὁ Θεὸς νὰ τὸ μάθουνε, καὶ αὐτοὶ θὰ τὸ διδάσκανε στὰ ἔθνη; στοὺς εἰδωλολάτρες, ποὺ προσκυνούσανε γιὰ θεοὺς πέτρες καὶ ζῶα καὶ διάφορα ἀλλὰ κτίσματα.

Ἑξακόσια χρόνια πρὸ Χριστοῦ ὁ βασιλιὰς Ναβουχοδονόσορ εἶδε στὸ Ὄνειρό του, πὼς βρέθηκε μπροστά του ἕνα θεόρατο φοβερὸ ἄγαλμα, καμωμένο ἀπὸ χρυσάφι, ἀσήμι, χάλκωμα, σίδερο καὶ σεντέφι: Κι ἄξαφνα ἕνας βράχος ξεκόλλησε ἀπὸ ἕνα βουνὸ καὶ χτύπησε τὸ ἄγαλμα καὶ τό ῾κανε σκόνη. Καὶ σηκώθηκε ἕνας δυνατὸς ἄνεμος καὶ σκόρπισε τὴ σκόνη, καὶ δὲν ἀπόμεινε τίποτα. Ὁ βράχος ὅμως ποὺ τσάκισε τὸ ἄγαλμα ἔγινε ἕνα μεγάλο βουνό, καὶ σκέπασε ὅλη τη γῆ. Τότε ὁ βασιλιὰς φώναξε τὸν προφήτη Δανιὴλ καὶ ζήτησε νὰ τοῦ ἐξήγησει τὸ ὄνειρο.

Κι ὁ Δανιὴλ τὸ ἐξήγησε καταλεπτῶς, λέγοντας πὼς τὰ διάφορα μέρη τοῦ ἀγάλματος ἤτανε οἱ διάφορες βασιλεῖες, ποὺ θὰ περνούσανε ἀπὸ τὸν κόσμο ὕστερα ἀπὸ τὸν Ναβουχοδονόσορα καὶ πὼς στὸ τέλος ὁ Θεὸς θὰ ἀναστήσει κάποια βασιλεία ποὺ θὰ καταλύσει ὅλες τὶς βασιλεῖες, ὅπως ὁ βράχος ποὺ εἶχε δεῖ στὸ ἐνύπνιό του ἐξαφάνισε τὸ ἄγαλμα μὲ τὰ πολλὰ συστατικά του: «Καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν βασελέων ἐκείνων, ἀναστήσει ὁ Θεὸς τοῦ οὐρανοῦ βασιλείαν, ἥτις εἰς τοὺς αἰῶνας οὐ διαφθαρήσεται», «κάποιο βασίλειο, λέγει, ποὺ δὲν θὰ καταλυθεῖ ποτὲ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων».

Αὐτὴ ἡ βασιλεία ἡ αἰώνια, ἡ ἄφθαρτη, εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, ἡ βασιλεία τῆς ἀγάπης στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ ἱδρύθηκε μὲ τὴν ἁγία Γέννηση τοῦ Κυρίου ποὺ γιορτάζουμε σήμερα. Καὶ ἐπειδὴ εἶναι τέτοια βασιλεία, γι᾿ αὐτὸ θὰ εἶναι αἰώνια, γι᾿ αὐτὸ δὲν θὰ χαλάσει ποτέ, ὅπως γίνεται μὲ τὶς ἄλλες ἐπίγειες καὶ ὑλικὲς βασιλεῖες. Ὅπως ὁ βράχος μεγάλωνε κι ἔγινε ὄρος μέγα καὶ σκέπασε τὴ γῆ, ἔτσι καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου ξαπλώθηκε σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη, μὲ τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων: « Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν, καὶ εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης τὰ ῥήματα αὐτῶν».

Ὥστε βγῆκε ἀληθινὴ ἡ ἀρχαιότερη προφητεία τοῦ Ἰακώβ, πὼς σὰν πάψει ἡ ἐγκόσμια ἐξουσία τῶν Ἰουδαίων, θὰ ἔρθει στὸν κόσμο ἐκεῖνος ποὺ προορίστηκε, «ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν».

Σημείωσε πὼς οἱ Ἑβραῖοι πιστεύανε πὼς ἡ φυλή τους μονάχα ἦταν βλογημένη, καὶ πὼς ὁ Θεὸς φρόντιζε μονάχα γι᾿ αὐτή, καὶ πὼς οἱ ἄλλοι λαοί, «τὰ ἔθνη», ἦταν καταραμένα καὶ μολυσμένα κι ἀνάξια νὰ δεχτοῦν τὴ φώτιση τοῦ Θεοῦ. Λοιπὸν εἶναι παράξενο νὰ μιλᾶ ἡ προφητεία τοῦ Ἰακὼβ γιὰ τὰ ἔθνη, γιὰ τοὺς εἰδωλολάτρες θὰ περιμένουν τὸν Μεσσία νὰ τοὺς σώσει καὶ μάλιστα νὰ μὴ λέει κἂν πὼς τὸν ἀναμενόμενο Σωτῆρα τὸν περιμένανε οἱ Ἰουδαῖοι μαζὶ μὲ τὰ ἔθνη, ἀλλὰ νὰ λέει πὼς τὸν περιμένανε μονάχα οἱ ἐθνικοί: «καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν». Ὅπως κι ἔγινε. Γιατί, τὴ βασιλεία ποὺ ἵδρυσε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, τὴ θεμελίωσαν μὲν οἱ ἀπόστολοι, ποὺ ἦταν Ἰουδαῖοι, ἀλλὰ τὴν ξαπλώσανε καὶ τὴν στερεώσανε μὲ τοὺς ἀγῶνες τους καὶ μὲ τὸ αἷμα τοὺς οἱ ἄλλες φυλές, «τὰ ἔθνη».

Εἶναι ὁλότελα ἀκατανόητο, γιὰ τὸ πνεῦμα μας, τὸ ὅτι κατέβηκε ὁ Θεὸς ἀνάμεσά μας σὰν ἄνθρωπος συνηθισμένος καὶ μάλιστα σὰν ὁ φτωχότερος ἀπὸ τοὺς φτωχούς. Αὐτὴ τὴ μακροθυμία μονάχα ἅγιες ψυχὲς εἶναι σὲ θέση νὰ τὴ νιώσουνε ἀληθινά, καὶ νὰ κλάψουνε ἀπὸ κατάνυξη.

Κάποιοι, μ᾿ ὅλα αὐτὰ ποὺ εἴπαμε, δὲν θὰ νιώσουμε τίποτα ἀπὸ τὸ Μυστήριο, ποὺ γιορτάζουμε. Σ᾿ αὐτούς, ἐγὼ ὁ τιποτένιος, δὲ μπορῶ νὰ πῶ τίποτα. Μοναχὰ θὰ τοὺς θυμίσω τὰ αὐστηρὰ λόγια ποὺ γράφει στὴν ἐπιστολή του ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστής, ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, κι᾿ ὁ θερμότατος κήρυκας τῆς ἀγάπης: «Πᾶν πνεῦμα, ὃ ὁμολογεῖ Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι. Καὶ πᾶν πνεῦμα, ὃ μὴ ὁμολογεῖ Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἐστίν. Οὗτος ἐστὶν ἀντίχριστος».

Φώτης Κόντογλου

Παραμονή Χριστούγεννα



Κρύο τάντανο ἔκανε, παραμονὴ Χριστούγεννα.Ὁ ἀγέρας σὰ νά ῾τανε κρύα φωτιὰ κι ἔκαιγε. Μὰ ὁ κόσμος ἤτανε χαρούμενος, γεμάτος κέφι.

Εἶχε βραδιάσει κι ἀνάψανε τὰ φανάρια μὲ τὸ πετρόλαδο. Τὰ μαγαζιὰ στὸ τσαρσὶ φεγγοβολούσανε, γεμάτα ἀπ᾿ ὅλα τὰ καλά. Ὁ κόσμος μπαινόβγαινε καὶ ψώνιζε· ἀπὸ τό ῾να τὸ μαγαζὶ ἔβγαινε, στ᾿ ἄλλο ἔμπαινε. Κι ὅλοι χαιρετιόντανε καὶ κουβεντιάζανε μὲ γέλια, μὲ χαρές. Οἱ μεγάλοι καφενέδες ἤτανε γεμάτοι καπνὸ ἀπὸ τὸν κόσμο ποὺ φουμάριζε.
Ὁ καφενὲς τ᾿ Ἀσημένιου εἶχε μεγάλη φασαρία, χαρούμενη φασαρία. Εἶχε μέσα δύο σόμπες, καὶ τὰ τζάμια ἤτανε θαμπά, ἀπ᾿ ὄξω ἔβλεπες σὰν ἤσκιους τοὺς ἀνθρώπους. Οἱ μουστερῆδες εἴχανε βγαλμένες τὶς γοῦνες ἀπὸ τὴ ζέστη, κόσμος καλός, καλοπερασμένοι νοικοκυραῖοι.

Κάθε τόσο ἄνοιγε ἡ πόρτα καὶ μπαίνανε τὰ παιδιὰ ποὺ λέγανε τὰ κάλαντα. Ἄλλα μπαίνανε, ἄλλα βγαίνανε. Καὶ δὲν τὰ λέγανε μισὰ καὶ μισοκούτελα, μὰ τὰ λέγανε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἴσαμε τὸ τέλος, μὲ φωνὲς ψαλτάδικες, ὄχι σὰν καὶ τώρα, ποὺ λένε μοναχὰ πέντε λόγια μπρούμυτα κι ἀνάσκελα, καὶ κεῖνα παράφωνα.


Ἀντίκρυ στὸν μεγάλον καφενὲ τ᾿ Ἀσημένιου ἤτανε κάτι φτωχομάγαζα, τσαρουχάδικα, ψαθάδικα καὶ τέτοια. Ἴσια-ἴσια ἀντίκρυ στὴ μεγάλη πόρτα τοῦ καφενὲ ἤτανε ἕνα μικρὸ καφενεδάκι, τὸ πιὸ φτωχικὸ σ᾿ ὅλη τὴν πολιτεία, μία ποντικότρυπα.
Ἐνῷ ὁ μεγάλος ὁ καφενὲς φεγγολογοῦσε καὶ τὰ τζάμια ἤτανε θολὰ ἀπὸ τὴ ζέστη, ἡ ποντικότρυπα ἤτανε σκοτεινή, γιατὶ ἡ λάμπα, μία λάμπα τσιμπλιασμένη, μία ἄναβε, μία ἔσβηνε, ὅπως ἔμπαινε ὁ χιονιᾶς ἀπὸ τὰ σπασμένα τζάμια τῆς πόρτας. Ἡ φιτιλήθρα ἤτανε στραβοβιδωμένη καὶ τσαλαπατημένη σὰν τὸ μοῦτρο τοῦ καφετζῆ, τοῦ μπαρμπα-Γιαννακοῦ τοῦ Χατζῆ, τὸ φιτίλι στραβοκομμένο, τὸ γυαλὶ σπασμένο ἀπὸ τό ῾να μάγουλο καὶ στὴν τρύπα εἴχανε κολλημένο ἕνα κομμάτι ταραμαδόχαρτο. Βάλε μὲ νοῦ σου τί φῶς ἔδινε μία τέτοια λάμπα!
Κάτω τὰ σανίδια ἤτανε σάπια καὶ τρίζανε. Στὸν τοῖχο ἤτανε κρεμασμένα δύο-τρία παμπάλαια κάντρα, καπνισμένα σὰν ἀρχαῖα εἰκονίσματα: τό ῾να παρίστανε τὸν Μέγα Πέτρο μέσα σὲ μία βάρκα ποὺ τὴν ἔδερνε ἡ φουρτούνα, τ᾿ ἄλλο τὸν μάντη Τειρεσία ποὺ μιλοῦσε μὲ τὸν Ἀγαμέμνονα, τ᾿ ἄλλο τὸν Παναγῆ τὸν Κουταλιανὸ ποὺ πάλευε μὲ τὴν τίγρη. Ἡ πελατεία ἤτανε συνέχεια μὲ τὸ καφενεῖο.  
Ὅλοι-ὅλοι ἤτανε πέντ᾿ – ἕξι γέροι σκεβρωμένοι, σαράβαλα, μὲ κάτι τρύπιες γοῦνες ποὺ δὲν τὶς ἔπιανε ἀγκίστρι.
Δύο-τρεῖς ἤτανε γιαλικάρηδες, δηλαδὴ εἴχανε καμιὰ σάπια βάρκα καὶ βγάζανε θαλασσινὰ γιὰ μεζέδες,ποὺ τὰ λέγανε γιαλικά, γιατὶ βρίσκουνται στὸ γιαλό, δηλαδὴ στὰ ρηχὰ νερά.
Οἱ ἄλλοι ἤτανε φρουκαλάδες, δηλαδὴ κάνανε φρουκαλιές. «Ἤτανε καὶ κανένας νεροκουβαλητὴς καὶ κανένας καρβουνιάρης. Νά,αὐτὴ ἤτανε ἡ πελατεία. Ὁ βοριᾶς ἔμπαινε μέσα μὲ τὴν τρούμπα, καὶ στριφογύριζε τὴ λάμπα ποὺ κρεμότανε ἀπὸ τὸ μαυρισμένο ταβάνι, κι ἀναβόσβηνε. Ἀπὸ τὸ κρύο τρέμανε οἱ γέροι καὶ χουχουλίζανε τὰ χέρια τους, τὰ βάζανε κι ἀπὸ πάνω ἀπὸ τὸ τσιγάρο, τάχα γιὰ νὰ ζεσταθοῦνε. Ὁ φουκαρὰς ὁ καφετζής, γιὰ νὰ μὴν παγώσει, ἔκανε σουλάτσο, πηγαινοερχότανε ἀπὸ τὸ τεζάκι ἴσαμε τὴν πόρτα, μὲ τὴν παλιογούνα ριχμένη ἀπὸ πάνω του καί, γιὰ νὰ δώσει κουράγιο στὴν πελατεία, ἐκεῖ ποὺ σουλατσάριζε, τὸν ἐπίανε τὸ σύγκρυο καὶ χτυπούσανε τὰ κατωσάγονά του, κι ἕσφιγγε ἀπάνω του τὴν παλιοπατατούκα του κι ἔλεγε:
— Ἐεεέχ!Μωρὲ ζεστὸ ποὺ εἶναι τὸ καφενεδάκι μας!…
Ὕστερα γύριζε κι ἔδειχνε τὸν μεγάλον καφενέ, ποὺ καπνίζανε κάργα οἱ σόμπες, κι ἔλεγε:
— Ἀντίκρυ, σκυλὶ ψοφᾶ ἀπὸ τὸ κρύο…, σκυλὶ ψοφᾶ!

Ὁ καημένος ὁ μπαρμπα-Χατζῆς! Ἀπ᾿ ὄξω περνοῦσε κόσμος βιαστικός, μὲ γέλια καὶ μὲ χαρές. Ἀπὸ ῾δῶ κι ἀπὸ ῾κεῖ ἀκουγόντανε τὰ παιδιὰ ποὺ λέγανε τὰ κάλαντα στὰ μαγαζιά. Ἡ ὥρα περνοῦσε κι ἀνάριευε σιγὰ-σιγὰ ὁ κόσμος. Τὰ μαγαζιὰ σφαλοῦσαν ἕνα-ἕνα. Μοναχὰ μέσα στὰ μπαρμπεριὰ ξουριζόντανε ἀκόμα κάτι λίγοι. Στὸ τσαρσὶ λιγόστευε ἡ φασαρία, μὰ στοὺς μαχαλάδες γυρίζανε τὰ παιδιὰ μὲ τὰ φανάρια καὶ λέγανε τὰ κάλαντα στὰ σπίτια. Οἱ πόρτες ἤτανε ἀνοιχτές, οἱ νοικοκυραῖοι, οἱ νοικοκυρᾶδες καὶ τὰ παιδιά τους, ὅλοι ἤτανε χαρούμενοι, κι ὑποδεχόντανε τοὺς ψαλτάδες, καὶ κεῖνοι ἀρχίζανε καλόφωνοι σὰν χοτζᾶδες:

Καλὴν ἑσπέραν, Ἄρχοντες,
ἂν εἶναι ὁρισμός σας,
Χριστοῦ τὴν θείαν γέννησιν νὰ πῶ στ᾿ ἀρχοντικό σας.
Χριστὸς γεννᾶται σήμερον ἐν Βηθλεὲμ τῇ πόλει,
οἱ οὐρανοὶ ἀγάλλονται,χαίρει ἡ κτίσις ὅλη…

Κι ἀφοῦ ξιστορούσανε ὅσα λέγει τὸ Εὐαγγέλιο, τὸν Ἰωσήφ, τοὺς ἀγγέλους, τοὺς τσομπάνηδες, τοὺς μάγους, τὸν Ἡρώδη, τὸ σφάξιμο τῶν νηπίων καὶ τὴν Ῥαχὴλ ποὺ ἔκλαιγε τὰ τέκνα της, ὕστερα τελειώνανε μὲ τοῦτα τὰ λόγια:
Ἰδοὺ ὁποὺ σᾶς εἴπαμεν ὅλην τὴν ἱστορίαν,
τοῦ Ἰησοῦ μας τοῦ Χριστοῦ γέννησιν τὴν ἁγίαν.
Καὶ σᾶς καλονυκτίζομεν, πέσετε κοιμηθεῖτε,
ὀλίγον ὕπνον πάρετε καὶ πάλιν σηκωθεῖτε.
Καὶ βάλετε τὰ ροῦχα σας, εὔμορφα ἐνδυθεῖτε,
στὴν ἐκκλησίαν τρέξατε,μὲ προθυμίαν μπεῖτε.
Ν᾿ ἀκούσετε μὲ προσοχὴν ὅλην τὴν ὑμνωδίαν
καὶ μὲ πολλὴν εὐλάβειαν τὴν θείαν λειτουργίαν.
Καὶ πάλιν σὰν γυρίσετε εἰς τὸ ἀρχοντικόν σας,
εὐθὺς τραπέζι στρώσετε, βάλτε τὸ φαγητόν σας.
Καὶ τὸν σταυρόν σας κάμετε, γευθεῖτε,εὐφρανθεῖτε,
δότε καὶ κανενὸς πτωχοῦ, ὅστις νὰ ὑστερεῖται.
Δότε κι ἐμᾶς τὸν κόπον μας,  ὅ,τ᾿ εἶναι ὁρισμός σας,
καὶ ὁ Χριστός μας πάντοτε νὰ εἶναι βοηθός σας.
Καὶ εἰς ἔτη πολλά!

Μπαίνανε στὸ σπίτι μὲ χαρά, βγαίνανε μὲ πιὸ μεγάλη χαρά. Παίρνανε ἀρχοντικὰ φιλοδωρήματα ἀπὸ τὸν κουβαρντᾶ τὸν νοικοκύρη, κι ἀπὸ τὴ νοικοκυρὰ λογιῶ-λογιῶν γλυκά, ποὺ δὲν τὰ τρώγανε, γιατὶ ἀκόμα δὲν εἶχε γίνει ἡ Λειτουργία, ἀλλὰ τὰ μαζεύανε μέσα σὲ μία καλαθιέρα. Ἀβραμιαῖα πράγματα! Τώρα στεγνώσανε οἱ ἄνθρωποι καὶ γινήκανε σὰν ξερίχια ἀπὸ τὸν πολιτισμό! Πᾶνε τὰ καλὰ χρόνια!

Ὅλα γινόντανε ὅπως τά ῾λεγε τὸ τραγούδι: Πέφτανε στὰ ζεστά τους καὶ παίρνανε ἕναν ὕπνο, ὥσπου ἀρχίζανε καὶ χτυπούσανε οἱ καμπάνες ἀπὸ τὶς δώδεκα ἐκκλησιὲς τῆς χώρας. Τί γλυκόφωνες καμπάνες! Ὄχι σὰν τὶς κρύες τὶς εὐρωπαϊκές, ποὺ θαρρεῖς πὼς εἶναι ντενεκεδένιες! Στολιζόντανε ὅλοι, βάζανε τὰ καλά τους, καὶ πηγαίνανε στὴν ἐκκλησιά. Σὰν τελείωνε ἡ Λειτουργία, γυρίζανε στὰ σπίτια τους. Οἱ δρόμοι ἀντιλαλούσανε ἀπὸ χαρούμενες φωνές. Οἱ πόρτες τῶν σπιτιῶν ἤτανε ἀνοιχτὲς καὶ φεγγοβολούσανε. Τὰ τραπέζια περιμένανε στρωμένα μ᾿ ἄσπρα τραπεζομάντηλα, κι εἴχανε πάνω ὅτι βάλει ὁ νοῦς σου. Φτωχοὶ καὶ πλούσιοι τρώγανε πλουσιοπάροχα, γιατί οἱ ἀρχόντοι στέλνανε ἀπ᾿ ὅλα στοὺς φτωχούς. Κι ἀντὶς νὰ τραγουδήσουνε στὰ τραπέζια, ψέλνανε τὸ Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε, Ἡ Παρθένος σήμερον τὸν ὑπερούσιον τίκτει, Μυστήριον ξένον ὁρῶ καὶ παράδοξον. Ἀφοῦ εὐφραινόντανε ἀπ᾿ ὅλα, πλαγιάζανε «ξέγνοιαστοι, σὰν τ᾿ ἀρνιὰ ποὺ κοιμόντανε κοντὰ στὸ παχνί, τότες ποὺ γεννήθηκε ὁ Χριστός, ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας.

Τώρα ἂς πᾶμε τὴν ἴδια βραδιὰ στὴν ἀντικρινὴ στεριά, ποὺ τρεμοσβήνουνε ἕνα-δύο μικρὰ φωτάκια, πέρα ἀπὸ τὸ πέλαγο ποὺ βογγᾶ ἀπὸ τὸν ἄγριο τὸν χιονιᾶ. Εἶναι ἕνα μαντρὶ πίσω ἀπὸ μία ραχούλα κοντὰ στὴ θάλασσα, φυτρωμένη ἀπὸ πουρνάρια. Αὐτὸ τὸ μαντρὶ εἶναι τοῦ Γιάννη τοῦ Βλογημένου. Τὰ πρόβατα εἶναι σταλιασμένα κάτω ἀπὸ τὴ σαγιὰ καὶ ἀκούγουνται τὰ κουδούνια, τὶν-τίν, ὅπως ἀναχαράζουνε. Ἐπειδὴ γεννᾶνε, οἱ τσομπαναραῖοι παρὰ-φυλάγουνε καί, μόλις γεννηθεῖ κανένα ἀρνί, τ᾿ ἁρπᾶνε καὶ τὸ μπάζουνε στὸ καλύβι καὶ τὸ ζεσταίνουνε στὴ φωτιὰ νὰ μὴν παγώσει. Ἀπ᾿ ὄξω φωνάζουνε οἱ μαννάδες.
Ἡ φωτιὰ ξελοχίζει καὶ τὸ καλύβι εἶναι σὰν χαμάμι. Ἐκεῖ-μέσα βρίσκουνται ἓξ᾿-ἑφτὰ νοματέοι, καθισμένοι γύρω ἀπὸ τὸν σοφρᾶ.

Πρῶτος εἶναι ὁ ἀρχιτσέλιγκας Γιάννης ὁ Βλογημένος, πού, ἅμα τὸν δεις, θαρρεῖς πῶς βρίσκεσαι ἀληθινὰ στὸ μαντρὶ ποῦ γεννήθηκε ὁ Χριστός. Εἶναι ἀρχαῖος ἄνθρωπος, ἀθῶος, μὲ γένια μαῦρα, σὰν ἅγιος. Τὰ ροῦχα ποὺ φορᾶ εἶναι βρακιὰ ἀνατολίτικα, στὰ ποδάρια του ἔχει τυλιγμένα πετσιὰ δεμένα μὲ λαγάρες, στὸ σελάχι του ἔχει ἤσκα καὶ τσακμάκι. Κι οἱ ἄλλοι τσομπάνηδες εἶναι σὰν τὸν Γιάννη, μονάχα ποὺ ὁ Γιάννης κάθεται μὲ τὸ πουκάμισο, ἐνῶ οἱ ἄλλοι, ἐπειδὴ βγαίνουνε ὄξω γιὰ νὰ κοιτάζουνε τὰ νιογέννητα, φορᾶνε προβιὲς προβατίσιες μὲ τὸ μαλλὶ γυρισμένο ἀπὸ μέσα. Αὐτοὶ ποὺ κάθουνται στὸν σοφρᾶ εἶναι μουσαφιραῖοι. Ὁ ἕνας εἶναι ὁ Παναγῆς ὁ Στριγκάρος, κοντραμπατζῆς ξακουσμένος γιὰ τὴν παλικαριά του. Εἶχε πάγει γιὰ κυνήγι καὶ νυχτώθηκε στὸ μαντρί.

Μὲ τὸν Γιάννη γνωριζόντανε ἀπὸ χρόνια, κι εἶχε κοιμηθεῖ πολλὲς φορὲς στὴ στάνη. Οἱ ἄλλοι τρεῖς ἤτανε καρβουνιάρηδες, ποὺ κάνανε κάρβουνα ἐκεῖ-κοντά. Οἱ ἄλλοι δύο ἤτανε ψαρᾶδες, ὁ γερο-Ψύλλος μὲ τὸ γιό του τὸν Κωσταντῆ. Καθόντανε λοιπὸν γύρω στὸ σοφρᾶ καὶ τρώγανε. Ἀπάνω στὸ τραπέζι ἤτανε κρέατα, μυτζῆθρες ἀνάλατες, μανούρια, ἁγίζια, ψάρια, μπεκάτσες ψητές, τσίχλες, κι ἄλλα πουλιὰ τοῦ κυνηγιοῦ. Ὁ ἕνας ὁ καρβουνιάρης ἤτανε ἀπὸ τὰ μπουγάζια τῆς Πόλης, ἀπὸ τὴ Μάδυτο, κι ἤξερε κι ἔψελνε καλά, εἶχε καὶ φωνὴ γλυκιὰ καὶ βαριά, τζουράδικη. Ἔψαλε τὸ Μεγάλυνον, ψυχή μου, μὲ τέτοιο μεράκι, ποὺ κλάψανε οἱ ἄλλοι ποὺ τὸν ἀκούγανε, κι ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος. Τὸ καλύβι γίνηκε σὰν ἐκκλησιά, ἔλεγες πὼς ἐκεῖ μέσα γεννήθηκε ὁ Χριστός. Ἀπ᾿ ἔξω ὁ χιονιᾶς μούγκριζε καὶ τσάκιζε τὰ ρουπάκια. Ὁ γερο-Στριγκάρος καθότανε στὰ σκοτεινὰ συλλογισμένος καὶ μασοῦσε τὸ μουστάκι του. Φοροῦσε μία κατσούλα ἀπὸ ἀστραχάν, μ᾿ ὅλο ποὺ ἔκανε ζέστη, κι εἶχε χωμένη τὴν ἀπαλάμη τοῦ κάθε χεριοῦ του μέσα στ᾿ ἀνοιχτὸ μανίκι τ᾿ ἀλλουνοῦ χεριοῦ. Γιὰ μία στιγμὴ σωπάσανε νὰ κουβεντιάζουνε.

Ὁ Στριγκάρος, σκυφτός, κοίταζε τὸ χῶμα. Κούνησε κάμποσο τὸ κεφάλι του, κι ἄνοιξε τὸ στόμα του κι εἶπε: Βρὲ παιδιά, καλὰ ἐσεῖς, γιορτάζετε τὴ χάρη Του, εἴσαστε καλοὶ ἄνθρωποι. Ἂμ ἐγώ, τί ψυχὴ θὰ παραδώσω, ποὺ σκότωσα καμιὰ κοσαριὰ ἀνθρώπους; Ἀκόμα καὶ γυναῖκες ξεκοίλιασα, καὶ μωρὰ πράματα χάλασα! Κανένας δὲ μίλησε.Ὕστερ᾿ ἀπὸ ὥρα, σὰν νά ῾τανε μοναχός, ξανακούνησε τὸ κεφάλι του κι ἀναστέναξε κι εἶπε: «Ἄραγες ὑπάρχει Κόλαση καὶ Παράδεισο;… Καὶ δάγκασε τὸ μουστάκι του. Ξανακούνησε τὸ κεφάλι του κι εἶπε μέσα στὸ στόμα του, σὰ νὰ μιλοῦσε μὲ τὸν ἑαυτό του: Δὲν μπορεῖ! Κάτι τις θὰ ὑπάρχει…Καὶ δὲν ξαναμίλησε...

Φώτης Κόντογλου - Από το βιβλίο ''Το Αϊβαλί η πατρίδα μου''

Ποιοι ήταν οι σοφοί αυτοί άνθρωποι που ήρθαν από ανατολών;



Όταν ο Κύριος Ιησούς Χριστός γεννήθηκε στη Βηθλεέμ, Τον προσκύνησαν πρώτοι οι ποιμένες και οι σοφοί (οι αστρονόμοι) από ανατολών, δηλαδή οι πιο απλοί και οι πιο σοφοί άνθρωποι του κόσμου τούτου!

Ποιοί ήταν οι σοφοί αυτοί άνθρωποι που ήρθαν από ανατολών; Το ερώτημα μελέτησε επισταμένως ο άγιος Δημήτριος του Ροστώφ.
Λέει, λοιπόν, ότι την εποχή εκείνη υπήρχαν κάποιοι βασιλείς ορισμένων μικρότερων περιοχών ή και μεμονωμένων πόλεων στην Περσία, την Αραβία και την Αίγυπτο.
Αυτοί ήταν επίσης και ειδήμονες αστρονόμοι. Το λαμπρό άστρο, που είδαν, τους φανερώθηκε για να αναγγείλει τη γέννηση του Νέου Βασιλέως.

Κατά τον άγιο Δημήτριο του Ροστώφ το αστέρι αυτό εμφανίστηκε σ’ αυτούς εννέα μήνες πριν από τη γέννηση του Ιησού Χριστού, ήτοι κατά τον χρόνο της υπερφυούς συλλήψεως Αυτού στην παρθενική μήτρα της Ύπεραγίας Θεοτόκου.
Οι σοφοί αστρονόμοι πέρασαν εννέα μήνες μελετώντας αυτό το αστέρι και προετοιμαζόμενοι για το ταξίδι το οποίο τελικώς πραγματοποίησαν. Έφτασαν στη Βηθλεέμ λίγο αφότου γεννήθηκε ο Σωτήρας του κόσμου.

Ο ένας εξ’ αυτών ονομαζόταν Μελχιώρ. Ήταν γέροντας με κατάλευκα μαλλιά και γένια. Αυτός πρόσφερε το χρυσάφι ως δώρο στον Κύριο.
Ο δεύτερος ονομαζόταν Γάσπαρ· ήταν νέος με ροδαλό πρόσωπο και αγένειος. Αυτός πρόσφερε το λιβάνι ως δώρο στον Κύριο.
Ο τρίτος ονομαζόταν Βαλτάσαρ· είχε μελαχρινή επιδερμίδα και δασύτριχη γενειάδα. Αυτός πρόσφερε ως δώρο στον Κύριο το μύρο. Αυτοί ήταν οι «μάγοι με τα δώρα».

Μπορούμε επίσης να πούμε ότι οι τρεις αυτοί σοφοί άνδρες εκπροσωπούσαν τις τρεις κύριες φυλές των ανθρώπων, που κατάγονταν από τους τρεις γιους του Νώε: Σημ, Χαμ και Ιάφεθ.
Ο Πέρσης σοφός εκπροσωπούσε τους Ιαφεθίτες, ο Άραβας τους Σημίτες και ο Αιγύπτιος τους Χαμίτες.
Έτσι μπορούμε να πούμε ότι διά μέσου των τριών αυτών, τρόπον τινά, ολόκληρο το ανθρώπινο γένος προσκύνησε τον Ενανθρωπήσαντα Θεό και Κύριο!

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΜΑΓΟΙ.
Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς – «Ο Πρόλογος της Αχρίδος» – Δεκέμβριος εκδ. Άθως


Κάθε χρόνο,που ακούω να ψάλλεται το «Χριστός γεννάται,δοξάσατε…



Κάθε χρόνο, που ακούω στην Εκκλησία, να ψάλλεται το «Χριστός γεννάται, δοξάσατε…»,θαρρώ πως αγαπώ περισσότερο την υμνογραφία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Όλες οι εκκλησιαστικές λειτουργικές τέχνες, ως αναγωγικές, μεταρσιώνουν τον άνθρωπο με μια ιεροπρεπή μυστικότητα.

Όμως η τέχνη της υμνογραφίας, συνάμα με την κατανυκτική βυζαντινή μουσική της Ορθοδοξίας, θαρρώ πως έχουν το χάρισμα να σου οδηγούν την ψυχή ως τις πόρτες του Παράδεισου. Η κάθε μια λέξη από τ’ αγιασμένα τροπάρια της Εκκλησίας μας κρύβει ένα μυστικό βάθος, ένα πλούτο πνευματικής πείρας,που διδάσκει με τον αμεσότερο τρόπο.

Ένα πρόχειρο παράδειγμα , από την πρώτη φάση του πρώτου κανόνος των Χριστουγέννων: «Χριστός γεννάται»! 

Αυτός ο ενεστώς χρόνος του «γεννάται», κι όχι «εγεννήθη». Είναι ένα πολύ συνηθισμένο βέβαια, στους ρήτορες, όπως λέγει ένας παλαιός ερμηνευτής, να «προσφέρουν τα περασμένα πράγματα εις χρόνον ενεστώτα, για να δείξουν αυτά ως παρόντα εις τα ομμάτια των ακροατών και ακολούθως να κάμουν αυτούς περισσότερον θεατάς, παρά ακροατάς». 

Όμως για τον καθένα χριστιανό που το ακούει, το διαβάζει ή το ψάλλει, εκείνο το «γεννάται» δηλώνει μέσα του: Τώρα, αυτή τη στιγμή «γεννάται» ο Χριστός, ετοίμασε το σπήλαιό σου-λέγει στον καθένα μας, διώξε από μέσα σου κάθε αμαρτωλή σου πράξη ή σκέψη και τρέξε να Τον προϋπαντήσεις. Υψώσου από τη γη κι από τα γήινα , για να δώσεις την αγάπη σου όλη σ’ Εκείνον, που κατεβαίνει τώρα στη γη για σένα. Αν δεν έχεις τίποτ’ άλλο να του προσφέρεις για δώρο, όπως οι Μάγοι κι οι ποιμένες, βγάλε από πάνω σου τιε αμαρτίες και πρόσφερέ τις-θ’ αδειάσει έτσι ο τόπος «εν τω καταλύματί» σου, για να φιλοξενήσεις τον Ερχόμενον ως νήπιον. Μην αργείς και μην αναβάλλεις, τώρα «Χριστός γεννάται», τώρα υποδέξου Τον στη φάτνη της ψυχής σου…

Από το βιβλίο: «Ημεροδρόμιο Χριστουγέννων»,Εκδόσεις Ακρίτας


Το θαύμα της Θείας Λειτουργίας: Η γέννηση του Χριστού συντελείται σε κάθε Θεία Λειτουργία


 

Και το θαύμα συνεχίζεται. Η γέννηση του Χριστού συντελείται σε κάθε Θεία Λειτουργία. Το θαύμα τελείται στην πιο κατανυκτική ώρα της, την ώρα του Καθαγιασμού, τότε που γονατίζουν οι καρδιές και τα γόνατα και κατεβαίνει το Άγιο Πνεύμα και μεταποιεί τον άρτο σε Σώμα Χριστού και το οίνο σε Αίμα Χριστού.
Και κατόπιν με την Θεία Μετάληψη ο Κύριος γεννιέται στην καρδιά του κάθε πιστού. Γεννιέται στην φάτνη της καρδίας του. Ζει το θαύμα προσωπικά και οντολογικά μέσα του. 
Έτσι λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος «Άνοιξε τις πύλες του ουρανού και κοίτα εκεί μέσα στην Αγία Τράπεζα και θα ατενίσεις το Σώμα του βασιλέως Χριστού. Αυτό , το τιμιότερο από καθετί άλλο, το βλέπεις και στην γη. Και δεν το βλέπεις μόνον, αλλά και το ψηλαφείς. Και δεν το ψηλαφείς απλώς. Αλλά και το εσθίεις και το παίρνεις μαζί σου. Λοιπόν , καθάριζε την ψυχή σου, ετοίμαζε την σκέψη σου προκειμένου να υποδεχθείς το μυστήριο αυτό».
Η γέννηση του Χριστού πρόκειται να τελεστεί στις 25 Δεκεμβρίου,κατά την τέλεση της Θείας Λειτουργίας στον Ιερό Ναό. Εκεί συνεχίζεται το μεγάλο Θαύμα της Γέννησης του Χριστού, που ξεκίνησε προ αιώνων με την προφητεία για τον ερχομό του και έγινε ιστορικά στην πόλη της Βηθλεέμ. 
Ο Ιερός Ναός τώρα είναι το σπήλαιο και η Αγία Τράπεζα η φάτνη. Εκεί με την πίστη μας θα δούμε το Βρέφος Χριστό να ανακλίνεται. Εκεί και εμείς με καθαρή συνείδηση θα δεχτούμε στην καρδιά μας το βρέφος Χριστό και θα γεννηθεί μέσα μας. Θα κοινωνήσουμε των Αχράντων Μυστηρίων. Και αν και φέτος ο Χριστός γεννηθεί μέσα μας, σίγουρα θα φέρει την χαρά και την ειρήνη και την αγάπη.

Αρχ. Σεβαστιανού Τοπάλη
Είς Επίγνωσιν Αληθείας 
Κείμενα πνευματικής επίγνωσης

Χριστουγεννιάτικες εμπειρίες του Φωτίου Κόντογλου



Τότε πού ήμουνα σε μικρή ηλικία, περνούσα με τους δικούς μου τις γιορτές απάνω σ’ ένα θαλασσοδαρμένο βουνό, στην Αγιά Παρασκευή.

Τις περισσότερες ώρες πήγαινα και καθόμου­να μέσα στη μικρή ευωδιασμένη εκκλησιά, όχι μο­ναχά κατά τις ακολουθίες, αλλά και την ώρα πού δεν ήτανε μέσα κανένας άλλος, παρεκτός από μέ­να. Διάβαζα τ’ αρχαία τροπάρια, και βρισκόμουνα σε μια κατάσταση πού δεν μπορώ να τη μεταδώσω στον άλλον. Προ πάντων ό Ιαμβικός Κανόνας «»Ε­σωσε λαόν», με κείνες τις παράξενες και μυστη­ριώδεις λέξεις, μ’ έκανε να θαρρώ πώς βρίσκουμαι στις πρώτες μέρες της δημιουργίας, όπως ήτανε πρωτόγονη ή φύση πού μ’ έζωνε, ό θεόρατος βρά­χος πού κρεμότανε απάνω από τη μικρή εκκλησιά, ή θάλασσα, τ’ άγρια δέντρα καί τα χορτάρια, οι κα­θαρές πέτρες, τα ρημονήσια πού φαινόντανε πέρα στο πέλαγο, ό παγωμένος βοριάς πού φυσούσε κ’ έκανε να φαίνουνται όλα κατακάθαρα, τ’ αρνιά πού βελάζανε, οι τσομπάνηδες ντυμένοι με προβιές, τ’ άστρα πού λάμπανε σαν παγωμένες δροσοσταλί­δες τη νύχτα!

Όλα τα ‘βλεπα μέσ’ από τους χριστουγεννιά­τικους ύμνους, μέσ’ από εκείνα τα αποκαλυπτι­κά λόγια.

Αλίμονο! Ο Χριστός κατάργησε την προπατο­ρική αμαρτία,πού είχε κάνει τον κόσμο άγριο καί τρελλόν από τη σαρκική ακολασία, ανοίγοντας τη θύρα της λύτρωσης σε όσους θέλουνε να σω­θούνε. Μα για κείνους πού δεν ακούνε τα λόγια του και δεν νοιάζουνται για τη σωτηρία της ψυχής τους, ή θύρα αυτή της ευσπλαχνίας είναι και απο­μένει κλειστεί στον αιώνα.

Σήμερα ό κόσμος είναι πάλι «αφηνιασμένος» και βουτηγμένος μέσα στην αγριωπή αμαρτία πού είναι γεμάτη υπερηφάνεια, τρελαμένη από τον οίστρο της ακολασίας, όπως ήτανε τον καιρό πού γεννήθηκε ό Κύριος και Λυτρωτής μας και ακόμα περισσότερο.

Γι’ αυτό, είναι καλότυχοι όσοι έχουνε μέσα στην καρδιά τους τον Χριστό. Καλότυχοι όσοι κόψανε κάθε ελπίδα από τούτον τον «άγριωπόν» και κατάμαυρον κόσμο, και πήγανε κοντά στον Χριστό πού κείτεται στη φάτνη, μαζί με το αθώο βόδι καί το ήμερο γαιδουράκι. Σ’ αυτούς τους λίγους και τους καταφρονεμένους δόθηκε ή βασιλεία.

Λοιπόν, ας ευχαριστηθούνε τον Κύριο με χα­ροποιά δάκρυα κι ας ψάλλουνε με γλυκόφωνα στό­ματα τον έπινίκειον ύμνο:

«Ω έθνη, πού είσαστε πριν βουτηγμένα στη φθορά και στον θάνατο, και πού ξεφύγατε ολότε­λα από την καταστροφή του πονηρού διαβόλου, υψώσετε τα χέρια σας με χαρά κοί με αγαλλίαση, λατρεύοντας μοναχά τον Χριστό, τον ευεργέτη σας, πού ήρθε στον κόσμο μας από συμπόνεση, για να μας σώσει».

Από το βιβλίο «Το Αϊβαλί, η Πατρίδα μου», εκδόσεις ΑΣΤΗΡ

Ο Χριστός και το «Πνεύμα των Χριστουγέννων»



Κάτω από έναν έναστρο ουρανό ήρθε το θείο βρέφος στην γη… μέσα στην σιωπή, μέσα στην αφάνεια, την ταπείνωση και την απλότητα.

Ο Χριστός έρχεται κάθε χρόνο να γεννηθεί σιωπηλά μέσα στην βοή των Χριστουγέννων, έρχεται να γεννηθεί χωρίς να απαιτεί την προσοχή μας, ζητώντας από τον κόσμο μόνο μία μικρή ακρούλα ώστε εκεί από την γωνιά της ταπείνωσης να μεταμορφώσει τον κόσμο…
Τα Χριστούγεννα όλοι μας «αναγκαζόμαστε» να είμαστε χαρούμενοι, να είμαστε ξένοιαστοι, να δείχνουμε ευτυχείς λες και μία αόρατη δύναμη μας καταδυναστεύει ώστε να ζούμε αυτές τις ημέρες μέσα σε μία ψευτοφιλανθρωπία, μέσα σε μία ψευτοκατάνηξη!
Η αναγκαιότητα του «Πνεύματος των Χριστουγέννων» είναι δυστυχώς άλλο ένα κατασκεύασμα της διεστραμμένης σκέψης μας. Το «Πνεύμα» αυτό παραγκωνίζει –αν δεν εξαφανίζει τελείως- τον Χριστό ο οποίος είναι το κεντρικό και τιμώμενο πρόσωπο της εορτής. Και όμως όλα όσα κάνουν οι άνθρωποι σήμερα εν όψει των εορτών (αγαθοεργίες, τραπέζια, εορτασμούς) τα κάνουν όχι για την Αγάπη του Χριστού (που θα έπρεπε) αλλά διότι όπως λένε «οι μέρες το επιβάλλουν». Χαίρονται όχι γιατί ο Θεός έγινε Άνθρωπος αλλά διότι έτσι πρέπει να γίνει! Εορτάζουν όχι διότι ο Θεός μας αγαπά αλλά διότι είναι ευκαιρία στις εορτές να μαζέψουμε δώρα, να πάμε ταξίδι, να κάνουμε διακοπές, να φάμε περισσότερο. Και φυσικά τα θεωρούμε όλα αυτά φυσιολογικά, διότι «έτσι κάνουν όλοι, διότι έτσι σκέφτονται όλοι»!
Το τραγικό είναι το να θεωρούμε ότι για να κοιτάξουμε τον διπλανό μας πρέπει «οι μέρες να το επιβάλουν» και όχι το ότι είμαστε χριστιανοί, είμαστε άνθρωποι! Διότι αυτές οι ημέρες θα έρθουν και θα φύγουν και μαζί με αυτές θα εξαφανιστεί και η όποια διάθεση είχαμε για αγαθοεργίες, για φιλανθρωπίες, για συγχωρετικότητα. Άρα λοιπόν καλό θα ήταν να βάλουμε στην άκρη αυτό το «Πνεύμα των Χριστουγέννων» και να βάλουμε στο κέντρο αυτών των ημερών αλλά και όλης της ζωής μας τον Χριστό, διότι μόνο τότε νομίζω ότι θα ζούμε σαν Χριστιανοί σαν δηλαδή άνθρωποι που όχι απλά βαπτίστηκαν και χρίστηκαν με Άγιο μύρο, αλλά άνθρωποι που προσπαθούν να ζουν μία Χριστομίμητη ζωή.
Ο Χριστιανός που δεν ζει μαζί με τον Χριστό, αλλά τον έχει βγάλει από την ζωή του, έχει βγάλει μόνος του τον εαυτό του από την Εκκλησία Του.
Οι εορτές της Εκκλησίας μας έχουν σκοπό να μας κάνουν αγιότερους αφουγκραζόμενοι όλα αυτά τα υψηλά πνευματικά νοήματα της κάθε εορτής που θα μας οδηγήσουν σε μία ασκητικότερη διάθεση, σε μία πιο συνειδητοποιημένη στάση ζωής.
Η ανθρωπότητα λοιπόν θα εορτάσει με ξέφρενους ρυθμούς «Χριστούγεννα». Ο Χριστός θα αχνοφαίνεται και πάλι πίσω από το καταναλωτικό όργιο που έχει στηθεί ανά τον κόσμο….και όμως εκεί πίσω από όλα αυτά ο Χριστός δεν παραπονείται, αλλά περιμένει τον κάθε έναν από εμάς…. να ανοίξουμε το παγωμένο σπήλαιο της καρδιάς μας ώστε να εισέλθει και να το ζεστάνει μεταμορφώνοντάς το σε πνευματικό παλάτι.
Ας τιμούν το «Πνεύμα των Χριστουγέννων» όλοι αυτοί που παρασύρθηκαν από την εκκοσμίκευση των εορτών (δικαίωμά τους), ας προσπαθήσουμε όμως εμείς να τιμήσουμε με την ζωή μας όχι μόνο αυτές της όντως Άγιες Ημέρες το πρόσωπο εκείνο που έκανε Καινά τα πάντα…όχι με αυτά που είπε ή έκανε αλλά με αυτό που Είναι, Αυτόν που είναι η Ελπίδα μας, η Αγάπη μας, ο Θεάνθρωπός μας… τον Χριστό!
Καλά Χριστούγεννα…

Η ΑΛΛΗ ΟΔΟΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ



Γιατί ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός γεννήθηκε στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας; Είναι κι αυτό ένα μυστήριο, που ερμηνεύεται ως εξής: Ο Χριστός γεννήθηκε εκεί, για να εκπληρωθεί η προφητεία του Προφήτη Μιχαία: «Κι εσύ Βηθλεέμ, πόλη που κατοικεί η συγγένεια του Εφραθά, παρ’ όλο που είσαι μια από τις πιο μικρές πόλεις του Ιούδα, Εγώ θα κάνω να προέλθει από σένα Εκείνος που θα γίνει άρχοντας του Ισραήλ» (Μιχ. 5, 2–3).


«Ιουδαία», σημαίνει «εξομολόγηση». «Βηθλεέμ», σημαίνει «οίκος άρτου». Αυτά, αλληγορικά, σημαίνουν πως όποιος αυτές τις άγιες μέρες θέλει να πάει στην Ιουδαία, δηλαδή στην ιερή εξομολόγηση, ας πάει και προς τη Βηθλεέμ· δηλαδή, ας πλησιάσει στο θυσιαστήριο όπου βρίσκεται ο Οίκος του Άρτου της Ζωής. Θέλω να πω μ’ αυτό ότι, όποιος θέλει να γιορτάσει επάξια τη Γέννηση του Χριστού, ας εξομολογηθεί και ας μεταλάβει. Αυτός είναι ο σκοπός της αγίας μας Εκκλησίας που όρισε μέσω της νηστείας των Χριστουγέννων να προετοιμαστούμε για την εξομολόγηση και για τη θεία Μετάληψη.


Το λοιπόν Χριστιανοί, για να φθάσουμε στην πνευματική αυτή Βηθλεέμ της Ιουδαίας και για να βρούμε τον Βασιλιά τ’ ουρανού και της γης, ας ακολουθήσουμε τους τρεις εκείνους ευλαβικούς Μάγους. Εκείνοι, οδηγούμενοι από έναν Αστέρα που τους φανερώθηκε τότε στον ουρανό, τους έδειξε ακριβώς την οδό και τον τόπο που γεννήθηκε ο Χριστός. Κι εμείς τώρα έχουμε γι’ Αστέρα τον Λόγο του Θεού, το ιερό Ευαγγέλιο και τον Νόμο της Χάριτος. Λέει ο Προφήτης Δαβίδ: «Ο Νόμος Σου μου είναι λυχνάρι για να μπορώ να περπατάω και φως για τα μονοπάτια μου» (Ψαλμ. 118, 105). Έχουμε στα πόδια μας αυτό το λυχνάρι, για να βλέπουμε πώς ακριβώς να περπατάμε· έχουμε αυτό το φως στους δρόμους μας για να μη χαθούμε μέσα στην πλάνη αυτής της μάταιης ζωής. Οι Μάγοι, σαν έφθασαν και είδαν εκείνο το Θείο Παιδίον μαζί με τη Μητέρα Του τη Μαρία, έπεσαν καταγής με πολύ ευλάβεια και Το προσκύνησαν. Άνοιξαν τους θησαυρούς τους και Του χάρισαν τα Δώρα, που ήταν χρυσάφι, λιβάνι και σμύρνα. Μ’ ετούτα τα Δώρα ήθελαν να Τον αναγνωρίσουν σα βασιλιά με το χρυσάφι, σα Θεό με το λιβάνι και σα θνητό άνθρωπο με τη σμύρνα. Έτσι κι εμείς· αφού πλησιάσουμε στην εξομολόγηση και στη θεία Μετάληψη για να βρούμε τον Χριστό, πρέπει να Του προσφέρουμε τρία δώρα: πρώτ’ απ’ όλα την καρδιά μας, η οποία πρέπει να είναι καθαρή σα το χρυσάφι, καθαρή από κάθε επιθυμία κι από κάθε αισχρό λογισμό. Δεύτερον, το πνεύμα μας, που πρέπει να είναι αναμμένο σα το λιβάνι, στην αγάπη του Θεού και του πλησίον· και, όπως το λιβάνι, να εκπέμπει με την ευλάβεια οσμή ευωδίας πνευματικής. Τρίτον, τη σμύρνα, που δηλώνει τη νέκρωση των παθών και της σαρκός με τη συντριβή και την κατάνυξη. Ή αλλιώς, ας Του προσφέρουμε επίσης κι αυτά τα τρία δώρα: χρυσάφι, δηλαδή την ελεημοσύνη· λιβάνι, δηλαδή την προσευχή· και σμύρνα, δάκρυα καυτά της μετανοίας. Αυτές είναι οι προετοιμασίες της αληθινής εξομολογήσεως και της άξιας Μεταλήψεως.


Οι Μάγοι, αφού προσκύνησαν τον Χριστό, δεν γύρισαν από τον ίδιο δρόμο απ’ τον οποίο ήρθαν στην αρχή, μονάχα άλλαξαν δρόμο κι αναχώρησαν για τη χώρα τους από μια άλλη οδό. Αυτό είναι το πιο αναγκαίο που πρέπει να κάνουμε κι εμείς. Όταν, λοιπόν, αυτές τις μέρες εξομολογηθούμε και μεταλάβουμε, δεν πρέπει να γυρίσουμε πάλι από την ίδια οδό που ήρθαμε πρώτα. Όχι. «Δι’ ἄλλης ὁδοῦ»: ν’ αλλάξουμε δρόμο, ν’ αλλάξουμε ήθη, ν’ αλλάξουμε ζωή. «Δι’ ἄλλης ὁδοῦ»: ας πάρουμε τον άλλο δρόμο της χριστιανικής αρετής· με λίγα λόγια, ας αφήσουμε εκείνη την οδό της κακής μας συνήθειας που μας έφερνε στην κόλαση. Ας περπατήσουμε μιαν άλλη οδό, την οδό μιας τέλειας διόρθωσης του βίου μας, που μας φέρνει στην αιώνια ζωή…

ΗΛΙΑΣ ΜΗΝΙΑΤΗΣ
ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΕΡΝΙΤΖΗΣ ΚΑΙ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ
(1669–1714)

Προφητικές προρρήσεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γιά τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ

Ἡ κατά σάρκα γέννηση τοῦ Κυρίου καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τό κορυφαῖο γεγονός τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, γιατί κατ’ αὐτό ἀνατράπηκε κυριολεκτικά ἡ τάξη τῆς φύσεως μέ τό να γίνει ὁ ἄπειρος καί αἰώνιος Θεός ἄνθρωπος μέ σκοπό νά σωθεῖ ὁ πεπτωκός στήν ἁμαρτία καί τή φθορά ἄνθρωπος καί νά γίνει κατά χάριν Θεός. Ὁ σαρκωθείς Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ (Ἰωάν. α΄ 14) ὑπάρχει πλέον ὡς ἀσφαλής γέφυρα σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἡ ὁποία ἄγει τούς πιστούς στήν αἰώνια ζωή.


Τό μεγάλο καί ὑπέρλογο αὐτό γεγονός περιγράφεται στήν Καινή Διαθήκη ἀπό τούς ἱερούς Εὐαγγελιστές Ματθαῖο καί Λουκᾶ. Ὁ ἕνας συγγραφέας συμπληρώνει τή διήγηση τοῦ ἄλλου, ἔτσι ὥστε νά ἔχουμε μία λεπτομερή ἐξιστόρηση τοῦ γεγονότος. Ὁ πρῶτος Εὐαγγελιστής, ὁ Ματθαῖος, γράφοντας, ὅπως εἶναι γνωστό, τό Εὐαγγέλιό του πρός τούς Ἑβραίους παραθέτει πλῆθος προφητειῶν, οἱ ὁποῖες ἀναφέρονται στήν προσωπικότητα καί τό ἔργο τοῦ Λυτρωτῆ. Πράγματι ἡ Παλαιά Διαθήκη εἶναι γεμάτη ἀπό προφητεῖες, καταπληκτικῆς καθαρότητας καί σαφήνειας γιά τό Μεσσία Χριστό. Ὁλόκληρο ἄλλωστε τό ἱερό αὐτό Βιβλίο ἔχει ὡς στόχο νά ἀναγγείλει καί νά προετοιμάσει τό ἀνθρώπινο γένος γιά τήν ἐν Χριστῷ σωτηρία.Οἱ ἱεροί συγγραφεῖς της φωτισθέντες ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα (Ἑβρ. α΄ 1-2) διεῖδαν καί προφήτευσαν μέ φανταστική ἀκρίβεια, πρίν ἀπό ἑκατοντάδες ἤ καί χιλιάδες χρόνια, τά σωτηριώδη ἐσχατολογικά γεγονότα, καί ἰδιαίτερα αὐτά πού σχετίζονται μέ τό θεῖο Πρόσωπο τοῦ Μεσσία. Οἱ προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀποτελοῦν πραγματικά τό μόνιμο θαῦμα ὅλῶν τῶν ἐποχῶν, διότι ἔχουν ἐπαληθευτεῖ ὅλες μέχρι τελευταίας λεπτομέρειας.

Ἡ προσμονή ὅμως κάποιου διακεκριμένου μελλοντικοῦ λυτρωτῆ δέν ἦταν προνόμιο μόνον τῶν Ἑβραίων, αὐτοί ἁπλά εἶχαν πιό ξεκάθαρες περιγραφές γι’ Αὐτόν, λόγω τῆς ἀποκεκαλυμένης ἀλήθειας μέσω τῶν Προφητῶν. Ὅλοι σχεδόν οἱ λαοί περίμεναν ἕναν θεϊκό σωτήρα, ὁ ὁποῖος θά τούς ἐλευθέρωνε ἀπό τό κακό καί τήν ἀνθρώπινη δυστυχία (βλ. Λάμπρου Σκόντζου, Ἡ Προσμονή τῶν Ἐθνῶν τῆς ἐν Χριστῷ Ἀπολυτρώσεως, στήν Ἐφημ. «Ἐκκλησιαστική Ἀλήθεια», 16-12-1989). Πιθανότατα ὡς μακρυνή ἀνάμνηση τῆς μεγάλης ὑπόσχεσης τοῦ Θεοῦ στούς πεπτωκότες πρωτοπλάστους, τό «Πρωτοευαγγέλιο» (Γέν. γ΄ 15).

Πρώτη λοιπόν προφητική πρόρρηση τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γιά τόν Χριστό εἶναι αὐτή πού βγαίνει ἀπό τό στόμα τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ ἀμέσως μετά τήν μοιραία πτώση τοῦ πρώτου ἀνθρωπίνου ζεύγους, τῆς ἐθελουσίας ἐνέγειας τοῦ ἀνθρώπου νά ἀποστατήσει ἀπό τό Δημιουργό του καί νά γίνει φορέας τοῦ κακοῦ, καί πού περιγράφεται στό τρίτο κεφάλαιο τῆς Γενέσεως παραστατικότατα. Ἀπευθυνόμενος ὁ Θεός πρός τόν ἀρχέκακο ὄφι στόν ὁποῖο ἐκρύπτετο ὁ διάβολος τοῦ εἶπε: «Καί ἔχθραν θήσω ἀνά μέσον σοῦ καί ἀναμέσον τῆς γυναικός, καί ἀνά μέσον τοῦ σπέρματος αὐτῆς. Καί αὐτός σοῦ τηρήσει κεφαλήν καί σύ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν» (Γέν. γ΄ 15). Αὐτή ἦταν ἡ πρώτη ἀναλαμπή τῆς ἐλπίδος γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί ταυτόχρονα ἄρχισε ἀπό ἐκείνη τή στιγμή ἡ ἀρχή τοῦ τέλους τοῦ κράτους τοῦ διαβόλου καί τῆς δύναμης τοῦ κακοῦ. Σύμφωνα μ’ αὐτή ὁ μελλοντικός Γιός τῆς Γυναίκας ἔμελλε νά συντρίψει τό κακό καί τόν ἐφευρέτη καί ἐνσαρκωτή του διάβολο. Ἡ μητέρα αὐτοῦ τοῦ μεγάλου καί μυστηριώδους λυτρωτοῦ δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τήν Παρθένο Μαρία, τήν Θεοτόκο, ἡ ὁποία «ἀσπόρως», «ἐν γαστρί ἔχουσα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου» (Ματθ. α΄ 18), χωρίς τή φυσική μεσολάβηση ἄρρενος, «ἔτεκεν τόν υἱόν αὐτῆς τόν πρωτότοκον, καί ἐκάλεσε τό ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν» (Ματθ. α΄ 25), «ὅς ἐστί Χριστός Κύριος, ἐν πόλει Δαυΐδ» (Λουκ. β΄11). Ἡ νίκη Του ἐπί τοῦ διαβόλου ὑπῆρξε καίρια ἐπάνω στό φρικτό Γολγοθᾶ, ὁ Ὁποῖος διά τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ του Πάθους, τοῦ θανάτου, τῆς εἰς Ἅδου καθόδου Του καί διά τῆς θριαμβευτικῆς του Ἀναστάσεως νίκησε κατά κράτος τό διάβολο καί κατήργησε γιά τούς πιστούς του τό μεγαλύτερό του ὅπλο τό θάνατο. Αὐτή ἡ καταπληκτική προφητεία κατέστη ἡ ἀρχή τῆς ὑλοποίησης τοῦ προαιωνίου σχεδίου τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τό ὁποῖο προέβλεπε τήν κλήση τοῦ «περιουσίου» λαοῦ, τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ, τήν ἐκλογή ἀπό αὐτόν ἁγίων ἀνδρῶν καί γυναικῶν, ὡς ὀργάνων Του καί διά μέσω αὐτοῦ τοῦ λαοῦ νά προετοιμαστοῦν τά ἔθνη νά ὑποδεχτοῦν τήν ἐν Χριστῷ σωτηρία.

Οἱ πρῶτες μεγάλες προσωπικότητες, οἱ ὁποῖες κατεστάθησαν ὄργανα τοῦ σχεδίου τοῦ Θεοῦ ὑπῆρξαν οἱ πατριάρχες Ἀβραάμ, Ἰσαάκ καί Ἰακώβ. Αὐτοί εἶναι οἱ γενάρχες τοῦ «περιουσίου» λαοῦ, καί ἔλαβαν τήν διαβεβαίωση ἀπό τό Θεό ὅτι μέσω αὐτῶν «ἐνευλογηθήσονται» «πᾶσαι αἱ φυλαί τῆς γῆς» (Γέν. ιβ΄1-3, κστ΄4, κη΄14), διότι ὁ μελλοντικός λυτρωτής τοῦ κόσμου θά εἶναι κάποιος μακρινός τους ἀπόγονος. Ὁ ἐθνικός Βαλαάμ προφήτευσε πώς «ἀνατελεῖ ἄστρον ἐξ Ἰακώβ, ἀναβήσεται ἄνθρωπος ἐξ Ἰσραήλ˙ θραύσει τούς ἀρχηγούς Μωάβ καί προνομεύσει πάντας υἱούς Σήθ» (Ἀριθμ. κδ΄17-18). Ὁ ἴδιος ὁ πατριάρχης Ἰακώβ εὐλογώντας τά παιδιά του στήν ἐπιθανάτια κλίνη, προφήτευσε, εὐλογώντας τόν υἱό του Ἰούδα, ὅτι ὁ μεγάλος λυτρωτής θά προέλθει ἀπό τή γενιά του. «Οὐκ ἐκλείψει ἄρχων ἐξ Ἰούδα καί ἡγούμενος ἐκ τῶν μηρῶν αὐτοῦ, ἕως ἄν ἔλθῃ ὧ ἀπόκειται (ὁ Σηλώ = ὁ εἰρηνοποιός Μεσσίας) καί αὐτός προσδοκία ἐθνῶν» (Γέν. μθ΄ 8-10). Πράγματι τόσο ὁ Ματθαῖος ὅσο καί ὁ Λουκᾶς μέ τήν παράθεση τῶν γενεαλογιῶν τοῦ Χριστοῦ (Ματθ. α΄, κεφ. Λουκ. γ΄ 21-36) ἐπιβεβαιώνουν αὐτή τή σημαντική προφητεία, ὁ Χριστός κατήγετο ἀπό τό γένος τοῦ Ἰούδα.

Ὁ Κύριος ὅμως ἦλκε τήν καταγωγή του καί ἀπό μία ἄλλη ἔνδοξη προσωπικότητα, τόν μεγάλο βασιλέα Δαυΐδ. Ὁ προφήτης Νάθαν ἀπευθυνόμενος πρός τόν Δαυΐδ προφήτευσε πώς «ἀναστήσω τό σπέρμα σου μετά σέ, ὅς ἔσται ἐκ τῆς κοιλίας σου, καί ἐτοιμάσω τήν βασιλείαν αὐτοῦ˙ αὐτός οἰκοδομήσει μοι οἶκον τῷ ὀνόματί μου, καί ἀνορθώσω τόν θρόνον αὐτοῦ ἕως εἰς τόν αἰῶνα» (Α΄ Βασ. ζ΄ 12). Ὁ ἴδιος ὁ προφητάναξ Δαυΐδ ὁμιλώντας ἀπό μέρους τοῦ Θεοῦ, προφήτευσε «διαθέμην διαθήκην τοῖς ἐκλεκτοῖς μου, ὤμοσα Δαυΐδ τῷ δούλῳ μου ἕως τοῦ αἰῶνος ἑτοιμάσω τό σπέρμα σου καί οἰκοδομήσω εἰς γενεάν τόν θρόνον σου» (Ψαλμ. πθ΄5). Ἐπίσης ὁ προφήτης Ἱερεμίας ἀργότερα προφήτευσε πώς «Ἰδού ἡμέραι ἔρχονται λέγει Κύριος, καί ἀναστήσω τῷ Δαυΐδ ἀνατολήν δικαίαν, καί βασιλεύσει βασιλεύς καί στήσει καί ποιήσει κρίμα καί δικαιοσύνην ἐπί τῆς γῆς» (Ἱερ. κγ΄5). Πράγματι ὁ Χριστός ἀνῆκε στόν «οἶκο καί τῆς πατριᾶς Δαυΐδ» (Λουκ. β΄4), κι αὐτό ἦταν πασίγνωστο, διότι ακόμα καί ὁ θεραπευθείς τυφλός ἀπό τόν Κύριο τόν ἀπεκάλεσε «υἱό Δαυΐδ» (Λουκ. ιη΄36) καθώς καί οἱ ὄχλοι τόν προσφωνοῦσαν «Κύριος Υἱός Δαυΐδ» (Ματθ. η΄ 31). Ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη ὅμως εἶναι ὅτι ὁ Ἰωσήφ καί ἡ Μαρία ὑποχρεώθηκαν ἀπό τίς ρωμαϊκές ἀρχές νά μεταβοῦν «εἰς τήν ἰδίαν πόλιν...εἰς τήν Ἰουδαίαν εἰς πόλιν Δαυΐδ, ἥτις καλεῖται Βηθλεέμ...ἀπογράψασθαι» (Λουκ. β΄ 3-5).

Ὁ μεγάλος προφήτης Δανιήλ προφήτευσε περί το 550 π.Χ. καί καθόρισε ἐπακριβῶς τό χρόνο τῆς γεννήσεως τοῦ Μεσσία «καί γνώσῃ καί συνήσεις ἀπό ἐξόδου λόγον τοῦ ἀποκριθῆναι καί τοῦ οἰκοδομῆσαι Ἱερουσαλήμ ἕως Χριστοῦ ἑβδομάδες ἑπτά καί ἑβδομάδες ἑξήκοντα δύο» (Δαν. θ΄ 25). Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας μέ κατάλληλο ὑπολογισμό μέ βάση τήν προφητεία τοῦ Δανιήλ ἔφτασαν στό ἔτος 4 π.Χ. πού θεωρεῖται τό πραγματικό ἔτος τῆς γέννησης τοῦ Κυρίου.

Αὐτός πού προεῖδε ξεκάθαρα τόν Μεσσία παντός ἄλλου εἶναι ὁ προφήτης Ἠσαΐας (περ. 750 π.Χ.). Ὁ θεηγόρος αὐτός προφήτης περιέγραψε μέ καταπληκτικές λεπτομέρεις τή φύση, τήν προσωπικότητα καί τό ἔργο τοῦ Μεσσία. Προεῖπε τήν ὑπερφυσική γέννησή του ἀπό τήν Παρθένο χωρίς τή μεσολάβηση ἀνδρός, «Δώσει λέγει Κύριος αὐτός σημεῖον˙ ἰδού ἡ παρθένος ἐν γαστρί ἔξει καί τέξεται υἱόν καί καλέσεις τό ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ» (Ἠσ. ζ΄14). Ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος καταχώρησε αὐτούσια τήν προφητεία αὐτή στή διήγησή του γιά τή γέννηση τοῦ Σωτῆρα, ὡς ἐκπλήρωση τοῦ ρηθέντος «ὑπό τοῦ Κυρίου διά τοῦ προφήτου» (Ματθ. α΄ 22) καί στή συνέχεια ἀναλύει τό ὄνομα Ἐμμανουήλ «ὅ ἔστι μεθερμηνευόμενον μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός» (στ. 23). Καί συνεχίζει ὁ μεγάλος προφήτης περιγράφοντας τή θεία φύση τοῦ Μεσσία, «Παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν, υἱός καί ἐδόθη ἡμῖν˙ οὗ ἡ ἀρχή ἐγεννήθη ἐπί τοῦ ὤμου αὐτοῦ καί καλεῖται τό ὄνομα αὐτοῦ μεγάλης βουλῆς ἄγγελος, θαυμαστός σύμβουλος, Θεός ἰσχυρός, ἐξουσιαστής, ἄρχων εἰρήνης, πατήρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος» (Ἠσ. θ΄ 6) καί «Μεγάλη ἡ ἀρχή αὐτοῦ καί τῆς εἰρήνης αὐτοῦ οὐκ ἔστι ὅριον. Ἐπί τόν θρόνον Δαυίδ καί τήν βασιλείαν αὐτοῦ κατορθῶσαι αὐτήν καί ἀντιλαβέσθαι αὐτῆς κρίματι καί ἐν δικαιοσύνη ἀπό τοῦ νῦν καί εἰς τόν αἰῶνα» (Ἠσ. θ΄ 7). Εἶναι τόσο σαφής ὁ προφήτης πού δέ χρειάζεται κανένα σχόλιο, ὁ Μεσσίας εἶναι ὁ σαρκωμένος Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ (Ἰωάν. α΄ 14). Ἡ γέννηση τοῦ Λυτρωτή – Μεσσία κατά τόν Ἠσαΐα θά γίνει ἀθόρυβα, χωρίς διαγγελεῖς καί τυμπανοκρουσίες, ὅπως ταιριάζει σέ ἕνα τόσο σημαντικό πρόσωπο, ὅπως τό φύτρωμα ἑνός φυτοῦ, «ἐξελεύσεται (ὡς) ράβδος ἐκ τῆς ῥίζης Ἰεσσαί καί ὡς ἄνθος ἐκ τῆς ρίζης ἀναβήσεται» (Ἠσ. ια΄ 1) κάτι ἀνάλογο μέ τήν προφητεία τοῦ Ψαλμωδοῦ, περί τοῦ ἀθορύβου ἐρχομοῦ τοῦ Μεσσία, «ὡς ὑετός ἐπί πόκον καί ὡσεί σταγών ἡ στάζουσα ἐπί τῆς γῆν» (Ψαλμ. οα΄6).

Ὁ προφήτης Μιχαίας (περ. 730 π.Χ.) προφήτευσε τόν τόπο τῆς γεννήσεως τοῦ Μεσσία Χριστοῦ. «Καί σύ Βηθλεέμ, οἶκος Ἐφραθά, ὀλιγοστός εἶ τοῦ εἶναι ἐν χιλιάσιν Ἰούδα˙ ἐκ σοῦ μοι ἐξελεύσεται τοῦ εἶναι εἰς ἄρχοντα ἐν τῷ Ἰσραήλ, καί αἱ ἔξοδοι αὐτοῦ ἀπ’ ἀρχῆς ἐξ ἡμερῶν αἰῶνος» (Μιχ. ε’ 1). Ὁ Ματθαῖος ὁμιλεῖ γιά τήν ἐκπλήρωση αὐτῆς τῆς προφητείας, παραθέτοντάς την ἐλαφρῶς παραφρασμένη (Ματθ. β’ 6).

Ἡ προσκύνηση τῶν Μάγων τῆς Ἀνατολῆς προφητεύτηκε ἀπό τόν Ἠσαΐα ἐπακριβῶς καί μάλιστα ἀντλοῦμε πληρέστερες πληροφορίες γι’ αὐτούς (π.χ. γιά τήν καταγωγή τους) γιά τίς ὁποῖες σιωποῦν τά Εὐαγγέλια. «Βασιλεῖς θαρσεῖ καί νῆσοι δῶρα προσοίσουσι, βασιλεῖς Ἀράβων καί Σαβᾶ δῶρα προσάξουσι. Καί προσκυνήσουσιν αὐτῷ πάντες οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς. Καί δοθήσεται αὐτῷ ἐκ τοῦ χρυσίου τῆς Ἀραβίας» καί «πάντες ἐκ Σοβᾶ ἤξουσι φέροντες χρυσίον καί λίβανον οἴσουσι καί λίθον τίμιον καί τό σωτήριον Κυρίου εὐαγγελιοῦνται» (Ἠσ. ξ΄ 6). Ὁ Ματθαῖος ἐπαληθεύει τό γεγονός πώς «Ἰδού μάγοι ἀπό ἀνατολῶν παρεγένοντο...καί ἐλθόντες εἰς τήν οἰκίαν εἶδον τό παιδίον μετά Μαρίας τῆς μητρός αὐτοῦ, πεσόντες προσεκύνησαν αὐτῷ, καί ἀνοίξαντες τούς θησαυρούς αὐτῶν προσήνεγκαν αὐτῷ δῶρα, χρυσόν καί λίβανον καί σμύρναν» (Ματθ. β’ 1-11).

Ὁ προφήτης Ἱερεμίας (περ. 620 π.Χ.) προφήτευσε τή φοβερή σφαγή τῶν ἀθώων νηπίων ἀπό τό θηριώδη βασιλιά Ἡρώδη, τονίζοντας τόν τρομερό θρῆνο καί κοπτετό πού ἐπακολούθησε κατόπιν, «Φωνή ἐν Ραμᾷ ἠκούσθη θρήνου καί κλαυθμοῦ καί ὀδυρμοῦ Ραχήλ ἀποκλαιομένη οὐκ ἤθελε παύσασθαι ἐπί τοῖς υἱοῖς αὐτῆς ὅτι οὐκ εἰσίν» (Ἱερ. λη’15). Ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος, ὁ ὁποῖος διέσωσε τό τραγικό αὐτό γεγονός, παραθέτει τήν καταπληκτική αὐτή προφητεία (Ματθ. β’ 16-18). Ἐπίσης ὁ προφήτης Ὠσηέ (περ. 750 π.Χ.) προφήτευσε τή φυγή τῆς ἁγίας οἰκογενείας στήν Αἴγυπτο, ὕστερα ἀπό τήν προειδοποίηση τοῦ Ἀγγέλου, γιά νά μή κατασφαχθεῖ τό θεῖο Βρέφος, λέγοντας «ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τόν υἱόν μου» (Ὠσ. ια’ 1), τήν ὁποία προφητεία ἐπαναλαμβάνει καί ὁ Ματθαῖος «ἵνα πληρωθῇ τό ρηθέν ὑπό τοῦ Κυρίου διά τοῦ προφήτου λέγοντος» (Ματθ. β’ 15).

Αὐτές εἶναι οἱ βασικές προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γιά τή γέννηση τοῦ Σωτήρα Χριστοῦ, ἀλλά δέν εἶναι οἱ μόνες γι’ Αὐτόν. Ὁλόκληρο τό ἱερό αὐτό βιβλίο εἶναι ἕνα προοίμιο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Τά γεγονότα τά ὁποῖα ἔλαβαν χώρα, σχετίζονται μέ τήν ἱερή ἱστορία τῆς σωτηρίας καί τῆς πραγματώσεως τοῦ θείου σχεδίου, καί ἐκτίθενται σ’ αὐτό ἀπό τούς θεόπνευστους συγγραφεῖς, ὁδήγησαν τήν ἀνθρώπινη ἱστορία στό μεγαλύτερό της συμβεβηκός, στήν Ἐνανθρώπιση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Αὐτός ὁ προσανατολισμός τοῦ ἱστορικοῦ γίγνεσθαι τῆς προχριστιανικῆς ἐποχῆς πρός τό κορυφαῖο αὐτό γεγονός, εἶναι ἄξιος θαυμασμοῦ ἀπό κάθε σοβαρό μελετητή, διότι ἐνῶ στήν οὐσία ὑλοποιήθηκε τό περί τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου σχέδιο τοῦ Θεοῦ, σέ καμία περίπτωση δέν παραβιάστηκε ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία.

Τό θεῖο Πρόσωπο τοῦ Μεσσία – Λυτρωτή ὑπῆρξε γιά τόν ἀρχαῖο κόσμο καί ἰδιαίτερα γιά τόν Ἰσραηλιτικό λαό ἡ ἰσχυρότερη «προσδοκία» (Γέν. μθ’ 10) ὅλων τῶν ἐποχῶν. Ἡ εὐλογημένη γέννησή Του χώρησε στήν ἀνθρώπινη ἱστορία στά δύο, στήν πρό Χριστοῦ ἐποχή τῆς πτώσεως, ἀλλά καί τῆς προετοιμασίας τοῦ κόσμου γιά τή σωτηρία, καί στήν μετά Χριστόν ἐποχή τῆς χάριτος, τῆς εὐλογίας καί τοῦ ἁγιασμοῦ. 

Τοῦ Θεολόγου – Καθηγητῆ κ. Λάμπρου Σκόντζου
Πηγή: Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού.

Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς: «Ὁ θυμὸς τοῦ Θεοῦ δὲν ἔπεσε μόνο στὰ Σόδομα, ἀλλὰ μπορεῖ νὰ πέσει καὶ σὲ χριστιανικὲς πόλεις παρόμοιες μὲ τὰ Σόδομα»



Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Δὲν φτάνει μόνο ἡ πίστη…» 
Ἱεραποστολικὲς Ἐπιστολὲς Β΄, 
Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Σ΄ ἕνα κάτοικο τοῦ Ζέμουν 
γιὰ τὴν καταστροφὴ τῶν Σοδόμων

«Γιατί ὁ Θεὸς κατέστρεψε τὰ Σόδομα;», ρωτᾶτε. Μὰ δὲν σᾶς κατέστη σαφὲς ἀπὸ τὴν ἴδια τὴ Γραφὴ τοῦ Θεοῦ; «Εἶπε δὲ Κύριος· κραυγὴ Σοδόμων καὶ Γομόρρας πεπλήθυνται πρὸς με, καὶ αἱ ἁμαρτίαι αὐτῶν μεγάλαι σφόδρα» (Γεν. 18, 20). Καὶ ὅτι ἡ ἁμαρτία Σοδόμων ἦταν ὄντως πολὺ μεγάλη καὶ σφοδρή, φαίνεται καὶ ἀπὸ τὸ ὅτι δὲν εἶχαν βρεθεῖ οὔτε δέκα δίκαιοι. Διότι στὴν ἐρώτηση τοῦ δίκαιου Ἀβραάμ, ἐὰν θὰ καταστρέψει τὴν ἁμαρτωλὴ πόλη, σὲ περίπτωση ποὺ βρεῖ σ΄ αὐτὴ δέκα δίκαιους, ὁ Κύριος ἀπάντησε καὶ εἶπε: «οὐ μὴ ἀπολέσω ἕνεκεν τῶν δέκα» (Γεν. 18, 32). Ἀλλὰ δὲν βρέθηκαν οὔτε δέκα. Ὅλοι οἱ πολίτες ἦταν σὲ πόλεμο ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ ἐναντίον τῆς φύσης. Οἱ ψυχὲς τους ἦταν νεκρὲς ἐνῶ τὰ σώματα ἐκφυλισμένα. Γι΄ αὐτὸ χτύπησε «θεῖον, καὶ πῦρ» (Γεν. 19, 24), τὸ σύμβολο τῆς βρώμας καὶ τῆς ἔξαψης τῶν παθῶν τους, καὶ ἀπὸ τὰ Σόδομα δὲν ἔμεινε τίποτα πλὴν τοῦ κακοῦ ὀνόματος καὶ τῆς φρικιαστικῆς ἀφήγησης.
Ὅμως δὲν ἔπεσε ὁ θυμὸς τοῦ Θεοῦ μόνο στὰ Σόδομα, ἀλλὰ καὶ σὲ πολλὲς ἄλλες πόλεις, ὅπου ἡ ἁμαρτία εἶχε κάνει τοὺς ἀνθρώπους δύσμορφους σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε νὰ μὴν μοιάζουν καθόλου πιὰ μὲ τὸ ἔργο τοῦ οὐράνιου Δημιουργοῦ. Καὶ ἐφόσον ἔτσι ἔγινε μὲ τὶς κακὲς πόλεις, στὶς ὁποῖες δὲν εἶχε ἀκουστεῖ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πόσω μᾶλλον μπορεῖ νὰ συμβεῖ μὲ τὶς χριστιανικὲς πόλεις -τὶς ἐφάμιλλες ἢ παρόμοιες ὡς πρὸς τὸ κακὸ μὲ τὰ Σόδομα- τὶς βαπτισμένες στὸ...ὄνομα τοῦ Κυρίου Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ; 

Διαβάστε τὴν ἀπειλὴ τοῦ Σωτήρα πρὸς τὴν πόλη Καπερναούμ: 
«Καὶ σὺ Καπερναούμ, ἡ ἕως τοῦ οὐρανοῦ ὑψωθεῖσα ἕως ᾅδου καταβιβασθήσῃ· ὅτι εἰ ἐν Σοδόμοις ἐγενήθησαν αἱ δυνάμεις αἱ γενόμεναι ἐν σοί, ἔμειναν ἂν μέχρι τῆς σήμερον» (Ματθ. 11, 23). 

Καὶ πράγματι, ἡ προφητεία ἐκπληρώθηκε: ἐκεῖ ὅπου κάποτε στεκόταν ἡ ὑπερήφανη πόλη τῆς Καπερναοὺμ τώρα εἶναι ἀδιαπέραστος θαμνώδης τόπος, πέτρες καὶ φωλιὲς φιδιῶν. Μὲ τὰ μάτια τους τὸ εἶδαν καὶ μὲ τὴν καρδιὰ ἔτρεμαν ὅλοι οἱ προσκυνητὲς τῶν Ἁγίων Τόπων.

Η ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΜΙΑΣ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ

Γιατί να μην ακούσουμε για το Ισλάμ από μια γυναίκα η οποια μεγάλωσε σαν μουσουλμάνα στην Μέση Ανατολή ?

Η μουσουλμάνα αυτή εδω και καιρό ήθελε να κάνη ένα βίντεο για να εξήγησει την πραγματική φύση του Ισλάμ. Το Ισλάμ όπως αναφέρει δεν είναι μια φυλή άλλα είναι μια θρησκεία. Οι μουσουλμάνοι πρέπει να πιστεύουν στον Muhammad,τον προφήτη τους και να τον ακολουθήσουν στην τελική αποστολή του.

Τι έκανε λοιπόν αυτός ο προφήτης Muhammad ? Ήταν ένας βιαστής, παιδόφιλος, γενοκτονος, πολεμοκάπηλος, ψεύτης , απατεώνας, κλεφτής, μοιχός, όπως ομολογεί αυτή η μουσουλμάνα. 
«Είχε 100αδες παλλακίδες . Αιματοκύλισε τον τότε γνωστό κόσμο με τα ιδία του τα χέρια χάριν του ονόματος του και των διδασκαλιών του. Και όσο αναφορά τους jĭ-hädist, η λεξι Jĭ-häd είναι από το ουσιαστικό Jĭ-häd που σημάνω αγώνας. Το Ισλάμ πήρε αυτήν την λέξη και την μετέτρεψε σε πόλεμο για χάρη του Αλλάχ.» 
«Για τους μουσουλμάνους τι θέλει ο Αλλάχ ? Ο Αλλάχ θέλει να γίνουν όλοι μουσουλμάνοι. Το Jĭ-häd αναφέρεται πολλές φορές μέσα στο Κοράνι και δεν εννοεί την βία του όπως την εφαρμόζουν.» 

«Για κάποια θέματα όταν δεν υπάρχει συγκεκριμένη αναφορά στο Κοράνι πρέπει να θα ακόλουθεις την Seerah και την Sunnah που άφησε σαν παρακαταθήκη ο Muhammad. Όταν ήρθε με τον στρατό του στην Μέκκα όπου λάτρευαν τα είδωλα άρχισε τις «αποκαλύψεις» του και προέτρεψε τον κόσμο να προσέλθει στο Ισλάμ. Στην αρχή παρουσιάστηκε ειρηνικός. Όταν άρχισε να κηρύττει και να καλεί τον κόσμο στο Ισλάμ τον έδιωξαν από την Μέκκα γιατί αυτός και οι ακόλουθοι του δημιουργούσαν προβλήματα και οι προσκυνητές δεν τους ήθελαν εκεί.» 

«Μετά πήγε στην Medina οπού ήδη τον περίμεναν οπαδοί του. Στην Μεδίνα ήταν και η τελευταία φορά που ο Muhammad προσηλύτισε ειρηνικά για το Ισλάμ. Από εκεί και μετά ο ειρηνικός Μωάμεθ έγινε ένας πολέμαρχος.» 
Μετά από αυτό, υπήρχε πόλεμος, σκλαβοι, δουλες και παλλακίδες
Θέλετε ένα παράδειγμα ; 
«Το Bani Quraytha ήταν ένα χωριό διπλά στην Μεδίνα. Εκεί ο Μωάμεθ. είχε ένα όνειρο ότι μια γυναικά από το Bani Quraytha που ήταν όλες Εβραίες είχε δηλητηρίαση το νερό του. Συμφώνα με τις ισλαμικές του πεποιθήσεις για το όνειρο αυτό έπρεπε να πάει εκεί να σκότωσει τους πάντες και να σκλαβώσει τις γυναίκες τους σαν παλλακίδες, Javari or Ajaria. Το ίδιο κάνουν σήμερα οι Τζιχαντιστές στις χριστιανές και στις Γιεζίντι στην Συρία και στο Ιράκ.» 
«Τα εγκλήματα που κάνουν σήμερα οι Τζιχαντιστές θεωρούνται σαν μουσουλμανικό καθήκον. Ζηλωτές όπως οι ζηλωτές του Ισλάμ δεν υπάρχουν σε άλλες θρησκείες. Τηρούν το νομό της Sharia, τηρούν το νομό του jĭ-häd και πιστεύουν ότι είναι πιο θεάρεστο να σκοτώσεις ένα άπιστο παρά να πεθάνεις σαν αποστάτης του Ισλάμ και του Αλλάχ.» 

«Τώρα το να λέμε ότι όλοι οι μουσουλμάνοι είναι τρομοκράτες είναι σα να λέμε ότι όλοι οι Ιταλοί είναι μαφιόζοι. Οι Ιταλοί είναι μια ράτσα, έρχονται από ένα κράτος δεν είναι μια θρησκεία και δεν χαρακτηρίζονται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις. Δεν έχω πρόβλημα να διδάσκετε το Ισλάμ στα σχολεία αλλά το πρόβλημα είναι το τι και πως διδάσκετε και να μην το εξευμενίζετε και να μη αποφεύγετε τα κρίσιμα κομμάτια του.» 
«Όταν μιλάμε για τον χριστιανισμό δεν μπορούμε να μην μιλάμε για τον Χρήστο, δεν μπορούμε να διδάσκουμε τον Ιουδαϊσμό χωρίς να διδάξουμε για τον Μωυσή. Δεν μπορούμε να διδάξουμε τον βουδισμό χωρίς να διδάξουμε για τον Βούδα. Άρά δεν μπορούμε και να διδάξουμε για το Ισλάμ χωρίς να αναφέρουμε τον Muhammad και τις 11 γυναίκες του, το 9χρονο παιδί που το έπαιρνε από το παιχνίδι για να ικανοποιεί τα ένστικτα του. Αυτό είναι το Ισλάμ.» 
«Μεγάλωσα σαν μουσουλμάνα και σας ρωτώ, θέλετε να διδάξετε για το Ισλάμ ? τότε να διδάξετε για τους σκλάβους του Muhammad. Να διδάξετε για τιν σκλαβιά που επέβαλλε. Οι τυφλοι Αμερικανοί τρελαίνονται για αυτόν χωρίς να ξέρουν τίποτα. Αγνοούν ότι ακόμα και σήμερα στο Ισλάμ υπάρχουν σκλαβοπάζαρα. Υπολογίζετε ότι υπάρχουν 20 εκατομμύρια σκλάβοι στα μουσουλμανικά κράτη παγκοσμίως. Και κανείς δεν μίλα για αυτό το θέμα.» 
«Οι γυναίκες στην Δύση ενδιαφέρονται να αγωνιστουν για να έχουν ίδιους μισθούς με τους άντρες, αλλά δεν ενδιαφέρονται που λιθοβολούν, σφάζουν, σκοτώνουν σήμερα τις γυναίκες σε μουσουλμανικά κράτη. Για όλα αυτά δεν νοιάζεται κανείς.» 
«Κανείς δεν ενδιαφέρεται για τα μικρά κοριτσάκια Yezidi που τα απαγάγουν και τα έχουν σαν sex slaves. Τι υποκριτές που ήσαστε όλοι σας! Σας ενδιαφέρει το πώς θα νομιμοποιήσετε τους ομοφυλόφιλους LGBT, όταν στα μουσουλμανικά κράτη τους ομοφυλόφιλους τους πετούν έτσι απλά από τα μπαλκόνια στις οικοδομές.» 
«Μην με προκαλείτε εμένα λέγοντας ότι ο τάδε μουσουλμάνος έκανε μια καλή πράξη όταν αγνοείτε 1400 χρόνια βίας» 
Η κοπέλα αυτή μεγάλωσε σαν μουσουλμάνα στην Μέση Ανατολή και πιστεύω ξέρει πολύ καλύτερα τα πράγματα από ότι μας τα παρουσιάζουν. Το βίντεο και την πραγματικά συγκλονιστική ομιλία της την αφιερώνω στους μουσουλμάνους φίλους μας που επισκέπτονται καθημερινά την ιστοσελίδα μας όχι επειδή αρέζουν τα άρθρα μας, αλλά για… να ελέγχουν τι γράφεται. 
Ο Αλλάχ μαζί σας! 

ΣΟΥΛΤΑΝΑ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗ

www.nikosxeiladakis.gr

Σχόλια Περί συμφώνου Συμβίωσης και άλλων

Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος: Λόγος γιά τήν ὁμοφυλοφιλία



«Ἀλλ' ἀκόμη δέν ἀνέφερα τό ἀποκορύφωμα τῶν κακῶν, οὔτε τό κυριώτερον μέρος τῆς συμφορᾶς ἀπεκάλυψα, διότι πολλάκις, πού ἠτοιμάσθην νά τό εἰπῶ ἐκοκκίνησα, πολλάκις δέ ἐντράπηκα. Ποῖον λοιπόν εἶναι αὐτό; Διότι πρέπει πλέον νά τό ἀποτολμήσωμεν νά τό εἴπωμεν. Ἄλλωστε θά ἦτο μεγάλη ἀνανδρία, ἐνῶ πρόκειται νά ἐκριζώσωμεν κάτι κακόν, νά μή τολμῶμεν οὔτε κἄν νά ὁμιλήσωμεν δι' αὐτό, ὡσάν νά πρόκειται ἡ σιωπή νά ἰατρεύση ἀφ' ἑαυτῆς τήν ἀσθένειαν. 

Δέν θά σιωπήσωμεν λοιπόν, καί ἄν ἀκόμη πρόκειται μυριάκις νά ἐντραπῶμεν καί νά κοκκινίσωμεν. Διότι καί ὁ ἰατρός, προκειμένου νά καθαρίση τήν μολυσμένην πληγήν, θά παραιτηθῆ ἀπό τοῦ νά χρησιμοποίηση τόν σίδηρον, καί νά βυθίση τά δάκτυλά του εἰς τόν πυθμένα τοῦ τραύματος; Λοιπόν, οὔτε καί ἡμεῖς πρόκειται νά σταματήσωμεν τόν λόγον αὐτόν, καθ' ὅσον ἡ μόλυνσις εἶναι χειροτέρα. Ποῖον λοιπόν εἶναι τό κακόν;

Κάποιος παράδοξος καί παράνομος πόθος εἰσῆλθεν εἰς τήν ζωήν μας. Ἐπέπεσεν ἀσθένεια βαρεία καί ἀθεράπευτος καί ἐνέσκηψε πανώλης χειροτέρα ὅλων...

Ἐπενοήθη κάποια νέα καί φοβερά παρανομία, διότι ἀνατρέπονται ὄχι μόνον οἱ ἀνθρώπινοι, ἀλλά καί οἱ φυσικοί νόμοι. Κατήντησε λοιπόν μικρόν πρᾶγμα ἡ πορνεία θεωρουμένη ὡς συνήθης ἀσέλγεια. Καί ὅπως εἰς τάς ὀδύνας, τό τυραννικώτερον πάθος, ὅταν ἐπέλθη, καλύπτει τήν ἐντύπωσιν τοῦ προηγουμένου, ἔτσι καί τό ὑπερβολικόν μέγεθος αὐτῆς τῆς ὕβρεως κάμνει τό ἀνυπόφορον, νά μή φαίνεται πλέον ὡς ἀνυπόφορον, δηλαδή τήν ἀκολασίαν περί τήν γυναίκα. 

Διότι φαίνεται ὅτι εἶναι εὐχάριστον τό νά ἠμπορέση νά διαφύγη κανείς ἀπό τά δίκτυα αὐτά καί κινδυνεύει εἰς τό ἑξῆς νά γίνη περιττόν τό γυναικεῖον φύλον, ἐφ' ὅσον οἱ νέοι ἀναπληρώνουν ἀντί ἐκείνων, ὅλα τά εἰς ἐκείνας ἀνήκοντα. Καί δέν εἶναι μόνον αὐτό τό κακόν, ἀλλ' ὅτι μέ πολλήν ἐλευθερίαν ἀποτολμᾶται τοιαύτη ἀκολασία καί ἐνομιμοποιήθη ἡ παρανομία. Κανείς λοιπόν δέν φοβεῖται καί δέν τρέμει. 

Κανείς δέν ἐντρέπεται οὔτε κοκκινίζει, ἀλλά καί ὑπερηφανεύεται διά τήν γελοίαν αὐτήν πράξιν καί θεωροῦνται παράφρονες οἱ σώφρονες καί ὅτι δῆθεν παραπλανῶνται οἱ νουθετοῦντες. Καί ἄν μέν τύχη νά εἶναι κατώτεροι σωματικῶς, δέρονται, ἄν δέ εἶναι ἰσχυρότεροι χλευάζονται, καταγελῶνται, περιλούονται μέ μυριάδας ἐμπαιγμούς. 

Εἰς τίποτε δέν ὠφελοῦν τά δικαστήρια, οὔτε οἱ νόμοι, οὔτε οἱ παιδαγωγοί, οὔτε οἱ πατέρες, οὔτε οἱ ὑπηρέται, οὔτε οἱ διδάσκαλοι. 

Διότι ἄλλους μέν κατώρθωσαν νά διαφθείρουν διά χρημάτων, αὐτοί δέ ἐνδιαφέρονται πῶς νά ἀποκτήσουν μισθόν. Ἐξ ἐκείνων δέ πού εἶναι φρονιμώτεροι καί φροντίζουν διά τήν σωτηρίαν αὐτῶν, πού τούς ἔχουν ἐμπιστευθῆ, ἄλλοι μέν πολύ εὐκόλως ἀποκοιμίζονται καί ἐξαπατῶνται, ἄλλοι δέ φοβοῦνται τήν δύναμιν τῶν ἀνηθίκων. Ἄλλωστε εὐκολώτερον θά ἠδύνατο νά γλυτώση κάποιος, ὁ ὁποῖος ἔχει γίνει ὕποπτος ὅτι ἐποφθαλμιᾶ τό βασιλικόν ἀξίωμα, παρά νά ξεφύγη ἀπό τά χέρια τῶν μιαρῶν ἐκείνων, ἄν προσπαθήση νά ἁρπάξη ἀπό αὐτούς τά παιδιά. 

Ἔτσι, ὡσάν εἰς μεγάλην ἐρημίαν, μέσα εἰς τάς πόλεις οἱ ἀρσενικοί μέ ἀρσενικούς διαπράττουν τήν ἀκολασίαν. Ἐάν δέ μερικοί ἔχουν ξεφύγει τάς παγίδας αὐτάς, δυσκόλως θά ἀποφύγουν ὅμως τήν κακήν φήμην αὐτῶν, οἱ ὁποῖοι διαπράττουν τάς ἀσχήμιας αὐτάς. Πρῶτον μέν, διότι εἶναι πάρα πολύ ὀλίγοι καί κατ' αὐτόν τόν τρόπον εὐκόλως θά ἠμποροῦσαν νά κρύπτωνται ἀνάμεσα εἰς τό πλῆθος τῶν κακῶν, δεύτερον δέ, διότι καί οἱ ἴδιοι οἱ μιαροί καί οἱ μολυσμένοι ἐκεῖνοι δαίμονες, ἐπειδή δέν ἠμποροῦν κατ' ἄλλον τρόπον νά βλάψουν αὐτούς οἱ ὁποῖοι τούς περιεφρόνησαν, προσπαθοῦν νά τούς τιμωρήσουν διά τοῦ τρόπου αὐτοῦ. Διότι, ἀφοῦ δέν ἠμπόρεσαν νά τούς πλήξουν θανασίμως οὔτε νά ἐγγίσουν τήν ἰδίαν τήν ψυχήν των, ἐπιχειροῦν λοιπόν νά πληγώσουν τουλάχιστον τόν διάκοσμον τῆς σωφροσύνης των, τόν ὁποῖον λαμβάνουν ἀπό τήν κοινωνίαν καί νά καταστρέψουν τήν καλήν ὑπόληψίν των.

Διά τοῦτο καί ἤκουσα ὅτι πολλοί παραξενεύονται, πῶς ἀκόμη καί σήμερον δέν ἔβρεξε ἄλλην πυρίνην βροχήν, πῶς δέν ἐπαθεν ἡ πόλις μας αὐτά, ποὺ ἔπαθον τά Σόδομα ἐνῶ εἶναι ἀξία διά πολύ σκληροτέραν τιμωρίαν, καθόσον δέν ἐσωφρονίσθη οὔτε μέ τά κακά ἐκείνων; Ἀλλά μολονότι λοιπόν ἡ χώρα ἐκείνη ἐπί δύο χιλιάδες ἔτη βοᾶ διά τῆς ὄψεώς της λαμπρότερον καί ἀπό φωνήν, πρός ὅλην τήν οἰκουμένην, διά νά μή ἀποτολμήση παρόμοιον ἁμάρτημα, ὄχι μόνον δέ ἐμειώθη ἡ τάσις των διά τήν ἁμαρτίαν αὐτήν, ἀλλά καί περισσότερον αὐθάδεις ἔγιναν, ὡσάν νά φιλονεικοῦν καί μάχωνται μέ τόν Θεόν καί προσπαθοῦν νά ἀποδείξουν ἐμπράκτως ὅτι τόσον περισσότερον θά εἶναι προσκεκολλημένοι εἰς τά κακά αὐτά, ὅσον περισσότερον τοὺς ἀπειλεῖ. 

Πῶς λοιπόν δέν ἔγινε τίποτε τέτοιο, ἐνῶ τά μέν Σοδομιτικά ἁμαρτήματα διαπράττονται, ὅμως, δέν ἐπιβάλλονται αἱ τιμωρίαι τῶν Σοδόμων; Ἐπειδή τούς ἀναμένει ἄλλο πῦρ καυστικώτερον καί τιμωρία ἀτελεύτητος. Ἄλλωστε καί ἐκεῖνοι, ἐνῶ διέπραξαν πολύ βαρύτερα ἁμαρτήματα ἀπό τούς καταστραφέντας διά τοῦ κατακλυσμοῦ, ἐννοῶ τούς μετέπειτα, καμμία τέτοια ραγδαία βροχή, δέν ἔγινε μετά ἀπό ἐκεῖνον. 

Καί ἐδῶ πάλιν ὁ λόγος εἶναι ὁ ἴδιος. Διατί τάχα οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι, ὅταν οὔτε δικαστήρια ὑπῆρχον, οὔτε φόβος ὑπῆρχε ἀπό τούς ἄρχοντας, οὔτε νόμος νά τούς ἀπειλῆ, οὔτε ὅμιλος προφητῶν διά νά τούς ἐπαναφέρη εἰς τάξιν, οὔτε φόβος κολάσεως, οὔτε ἐλπίς βασιλείας αἰωνίου, οὔτε ἄλλη γνῶσις ἀληθείας, οὔτε καί τά θαύματα, πού ἠμποροῦν νά ἀναστήσουν καί τούς λίθους, πῶς λοιπόν αὐτοί, πού δέν ἀπήλαυσαν τίποτε ἀπό αὐτά, ἐτιμωρήθησαν τόσον αὐστηρά διά τάς ἁμαρτίας των καί αὐτοί, πού ἔχουν συμμετάσχει εἰς ὅλα αὐτά καί ζοῦν μέσα εἰς τόσον φόβον καί θείων καί ἀνθρωπίνων δικαστηρίων, δέν ἐτιμωρήθησαν ἀκόμη μέχρι σήμερον μέ τάς αὐτὰς τιμωρίας, ἐνῶ εἶναι ἄξιοι σκληροτέρας τιμωρίας; 

Ἄρα, δέν εἶναι εὐνόητον καί εἰς ἕνα παιδί, ὅτι τούς ἐπιφυλάσσεται αὐστηροτέρα τιμωρία; Διότι, ἐάν ἐμεῖς ὀργιζώμεθα ἔτσι καί ἀγανακτῶμεν, ὁ Θεός, πού φροντίζει δι' ὅλα καί ἰδιαιτέρως διά τό ἀνθρώπινον γένος καί ἀποστρέφεται καί μισεῖ σφοδρῶς τήν κακίαν, πῶς θά ἠνείχετο νά ἀποτολμῶνται αὐτά χωρίς τιμωρίαν; Δέν εἶναι ἔτσι, ὄχι! Ἀλλά θά ἐπιφέρη ἐπ' αὐτῶν τήν παντοδύναμον χείρα του καί τήν ἀφόρητον πληγήν καί τήν ὀδύνην τῶν βασανιστηρίων ἐκείνων, πού εἶναι τόσον φοβερά, ὥστε αἱ συμφοραί τῶν Σοδόμων συγκρινόμενοι πρός αὐτά, θά θεωροῦνται ἀστεῖαι. 

Διότι ποίους βαρβάρους δέν ἐξεπέρασαν, ποῖον γένος θηρίων, διά τῆς μιαρᾶς αὐτῆς σαρκικῆς μίξεως; Ὑπάρχει εἰς μερικά ἀπό τά ἄλογα ζῶα μεγάλη γενετήσιος ὁρμή καί ἐπιθυμία ἀσυγκράτητος, πού δέν διαφέρει καθόλου ἀπό τήν τρέλλαν. Ἀλλ' ὅμως, δέν γνωρίζουν τόν ἔρωτα αὐτόν τοῦ ἀρσενικοῦ πρός τό ἀρσενικόν, ἀλλά στέκονται εἰς τά ὅρια, πού ἔθεσεν ἡ φύσις. Καί ἄν ἀκόμη μυριάκις κοχλάζει μέσα των τό πάθος, ὅμως, δέν ἀνατρέπουν τούς νόμους τῆς φύσεως. Οἱ δῆθεν, ὅμως, λογικοί, πού ἐγνώρισαν τήν θείαν διδασκαλίαν καί διδάσκουν εἰς ἄλλους τί πρέπει καί τί δέν πρέπει νά κάμνουν καί ἤκουσαν Γραφάς, πού κατῆλθον ἀπό τόν οὐρανόν, συνάπτουν σχέσεις ὄχι τόσον ἐλευθέρως μέ τάς πόρνας, ὅσον μέ τούς νέους. 

Ὡσάν νά μή εἶναι ἀκριβῶς ἄνθρωποι, μήτε νά ὑπάρχη ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία τιμωρεῖ τάς παρανομίας, ἀλλά ὡσάν σκότος, πού κατέλαβε τά πάντα καί κανείς πλέον οὔτε βλέπει αὐτά οὔτε τά ἀκούει, τοιουτοτρόπως ἀποτολμοῦν τά πάντα, καί μάλιστα μέ τόσην μεγάλην μανίαν. Οἱ δέ πατέρες τῶν διαφθειρομένων παιδιῶν ὑπομένουν αὐτά σιωπηλῶς καί δέν ἐξαφανίζονται μαζί μέ αὐτά, οὔτε σκέπτονται καμμίαν διόρθωσιν τοῦ κακοῦ. 

Διότι καί ἐάν ἔπρεπε νά μεταφέρουν τά παιδιά των ἐξορία εἰς ξένην χώραν ἐξ αἰτίας τοῦ πάθους αὐτοῦ, εἴτε εἰς τήν θάλασσαν, εἴτε εἰς τάς νήσους, εἴτε εἰς ἀπάτητον γῆν, εἴτε εἰς τήν ὑπεράνω ἡμῶν οἰκουμένην, δέν θά ἔπρεπε νά κάνουν τό πᾶν καί νά προσπαθήσουν, ὥστε νά μή συρθοῦν αὐταί αἱ αἰσχρότητες; Καί ἄν ὑπάρχη κάπου ἕνα χωρίον προσβληθέν ἀπό ἀσθένειαν καί μάλιστα χολέραν, δέν θά μεταφέρωμεν ἀπό ἐκεῖ τοὺς υἱούς καί ἄν ἀκόμη πρόκειται νά κερδίσουν ἐκεῖ πολλά καί ἡ ὑγεία των εἶναι ἀρίστη; Τώρα δέ, ὅμως, πού τόση διαφθορά ὑπάρχει παντοῦ, ὄχι μόνον σύρομεν αὐτούς πρός τά βάραθρα αὐτά, ἀλλά ἀπομακρύνομεν καί αὐτούς, πού θέλουν νά τούς ἀπαλλάξουν, ὡσάν καταστροφεῖς. 

Καί πόσης ὀργῆς ἄξια δέν εἶναι αὐτά καί πόσων κεραυνῶν, ὅταν τό μέν λεκτικόν αὐτῶν προσπαθοῦμεν νά τό διορθώσωμεν καί νά τά καθαρίσωμεν διά τῆς κοσμικῆς σοφίας, τήν δέ ψυχήν, πού κεῖται μέσα εἰς τόν βόρβορον τῆς ἀσελγείας καί σαπίζει διαρκῶς, ὄχι μόνον παραμελοῦμεν, ἀλλά καί ὅταν θέλη νά ἀνορθωθῆ, τήν ἐμποδίζωμεν; 

Ἀκόμη λοιπόν θά τολμήση νά εἰπῆ κανείς ὅτι εἶναι δυνατόν αὐτοί, ποὺ εἶναι τόσον βυθισμένοι εἰς τοιαύτας ἁμαρτίας νά σωθοῦν; Ἀπό ποῦ; 

Διότι αὐτοί, πού διέφυγον τήν μανίαν τῶν ἀκολάστων (εἶναι δέ ὀλίγοι αὐτοί), τούς τυραννικούς ἐκείνους ἔρωτας, πού διαφθείρουν τά πάντα, ὅμως, δέν διαφεύγουν τόν πόθον τοῦ πλούτου καί τῆς δόξης. Οἱ περισσότεροι, ὅμως, καί ἀπό τά ἴδια αὐτά πάθη καί ἀπό τά πάθη τῆς ἀσελγείας καταλαμβάνονται μέ μεγαλυτέραν ὁρμήν.

Ἔπειτα θέλοντες νά τούς καλλιεργήσωμεν τήν εὐγλωττίαν, δέν ἀπορρίπτομεν μόνον τά ἐμποδίζοντα τήν παίδευσιν, ἀλλά δημιουργοῦμεν καί τά συντελοῦντα διορίζοντες καί παιδαγωγούς καί διδασκάλους καί χρήματα δαπανῶντες καί ἀπαλλάσσοντες αὐτούς ἀπό τάς ἄλλας ἀσχολίας καί τονίζοντες εἰς αὐτούς τακτικώτερον ἀπ' ὅσον οἱ παιδοτρίβαι εἰς τούς Ὀλυμπιακούς ἀγώνας ἀφ' ἑνός μέν δέ τήν πενίαν λόγω τῆς ἀπαιδευσίας καί ἀφ' ἑτέρου τόν πλοῦτον, πού ἀποκτᾶ κανείς ἀπό τήν μόρφωσιν καί πράττοντες καί λέγοντες τό πᾶν καί μόνοι μας καί μέ ἄλλους, ὥστε νά τούς ὁδηγήσωμεν εἰς τό τέλος τῆς ἐν λόγω παιδείας καί παρά ταῦτα πολλάκις οὔτε ἔτσι τό ἐπιτυγχάνομεν. 

Νομίζομεν δέ ὅτι θά προκύψη καλλιέργεια συμπεριφορᾶς καί ὀρθότητος ἀρίστου βίου, ἐνῶ ὑπάρχουν τόσον πολλά, ποὺ τήν διακόπτουν; Καί τί χειρότερον θά ἠδύνατο νά γίνη ἀπό τόν παραλογισμόν αὐτόν; Τό μέν εὐκολώτερον δηλαδή νά γίνεται ἀντικείμενον τόσον μεγάλης τιμῆς καί ἐπιμελείας, ὡσάν νά μή εἶναι δυνατόν χωρίς αὐτήν νά κατορθωθῆ ποτέ αὐτό, ἐκεῖνο δέ πού εἶναι δυσκολώτερον, τοῦτο νά νομίζωμεν ὅτι θά μᾶς ἔλθη ἐνῶ κοιμούμεθα, ὡς νά ἦτο κάτι ἀπό τά εὐτελῆ καί μηδαμινά;

Διότι ἡ παίδευσις τῆς ψυχῆς εἶναι ἔργον τόσον δυσκολώτερον καί ἐπιπλέον, ὅσον τό νά πράττη κανείς ἀπό τό νά λέγη καί ὅσον τά ἔργα εἶναι κοπιαστικώτερα τῶν λόγων. 

Καί ποίαν ἀνάγκην ἔχουν τά παιδιά μας, λέγει, ἀπό τήν φιλοσοφίαν καί ὀρθότητα βίου; Πράγματι αὐτό εἶναι• αὐτό εἶναι ἐκεῖνο, πού κατέστρεψε τά πάντα, ὅτι δηλαδή πρᾶγμα τόσον ἀναγκαῖον, πού συγκρατεῖ τήν ζωήν μας, θεωρεῖται περιττόν καί πάρεργον. Κανείς δέν θά ἔλεγε, ἐάν ἔβλεπε τόν υἱόν του νά ἀσθενῆ κατά τό σῶμα, ποίαν ἀνάγκην ἔχει ἀπό καθαράν καί ἀκριβῆ ὑγείαν;

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως

ΕΠΕΙΓΕΙ Ο ΞΕΣΗΚΩΜΟΣ

Καί μεῖς τί κάνουμε; Δέν εἴμαστε λίγοι. Εἴμαστε πολλοί, οἱ πολλοί. Εἴμαστε οἱ περισσότεροι στήν Ἑλλάδα. Ἅγιοι δέν εἴμαστε. Ἀλλά οὕτε ἀνώμαλοι εἴμαστε. Ὁ ἀγῶνας εἶναι σοβαρός. Ἀποκλείεται κάθε ἐφησυχασμός. Αὐτό τό «ἐπεῖγον ΟΧΙ στο σύμφωνο συμβίωσις τῶν ὁμοφυλοφίλων», πού ἠλεκτρονικά μέχρι στιγμῆς πολλές χιλιάδες βροντοφώναξαν στόν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας, στόν Πρωθυπουργό καί στόν ὑπουργό Δικαιοσύνης, πρέπει νά γίνη κεραυνός. Προτοῦ νά μᾶς κάψη ὁ Θεός (καί ἄς μή γελάση κανείς ἐν προκειμένῳ), ἄς καυτηριάσουμε ἐμεῖς τή φρικτή πληγή τῆς άνώμαλης ἀκολασίας.
Αὐτοί ἔχουν τό θράσος νά χρησιμοποιοῦν καί τόν κυβερνητικό καί τόν κοινοβουλευτικό μηχανισμό, καί μεῖς οἱ χριστιανοί δέν ἔχουμε τό θάρροςνά ἀντισταθοῦμε; Δέν ἔχουμε τό θάρρος νά ποῦμε στόν ὑπουργό Δικαιοσύνης: Stop; Ἐδῶ εἶναι Ἑλλάδα, δέν εἶναι Σόδομα καί Γόμορρα.Stop! Στή φόρα πού ἔχετε πάρει νά καταθέσετε (ὅπως ἀνακοινώσατε στίς 9 Νοεμβρίου) νομοσχέδιο «Συμφώνου Συμβίωσης τῶν Ὁμοφυλοφίλων»! Ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος σύσσωμη ἄς φωνάξει στόν πρωθυπουργό: Ὄχι, δέν θά ἐπιτρέψουμε νά μετατραπῆ ἡ Ἑλλάδα σέ ἀπέραντο βοῦρκο!
Ἰσχυρίζονται, ὅτι ἡ ὁποιαδήποτε νομιμοποίησις καί διευκόλυνσις τῶν πάσης φύσεως ἀνωμάλων, ἀποτελεῖ νομιμοποίησι… δικαιωμάτων τους, τά ὁποῖα μάλιστα χαρακτηρίζουν… Ἀνθρώπινα Δικαιώματα!
Ρωτᾶμε:
Ἡ σχιζοφρένεια εἶναι ἀνθρώπινο δικαίωμα; Ἀσφαλῶς ὄχι! Εἶναι ἀσθένεια. Καί ὡς ἀσθένεια δέν ἔχει δικαίωμα νά ξαπλωθῆ. Ὁ φορέας της ἔχει ἁπλῶς τό δικαίωμα νά θεραπευθῆ.
Ἡ ὁμοφυλοφιλία δέν εἶναι τρόπος ζωῆς μέ ἰδεολογικό (!) περιεχόμενο. Εἶναι ἀσθένεια. Ὡς ἀσθένεια ἀνέκαθεν ἀντιμετωπιζόταν. Καί ὡς ἀσθένεια δέν ἔχει δικαιώματα ἐξαπλώσεως (καί ἐπιδημίας). Ὁ φορέας της ἔχειδικαίωμα θεραπείας. Ἀλλοίμονο, ἄν τό θῦμα τό μετατρέψουμε σέ δράστη καί τοῦ δώσουμε τό δικαίωμα νά δρᾶ ἀσύδοτα καί νά δημιουργῆ καί ἄλλα θύματα!
Ρωτᾶμε:
Ἡ κλοπή εἶναι ἀνθρώπινο δικαίωμα; Εἶναι πάθος κοινωνικά ἐπικίνδυνο.Τό μόνο ἐν προκειμένῳ δικαίωμα τό ἔχει ἡ κοινωνία, πού ὀφείλει νά τιμωρῆ τόν κλέφτη.
. Ἡ ὁμοφυλοφιλία δέν εἶναι ἀποδεκτή κατάστασις. Εἶναι πάθος, χειρότερο ἀπό τήν κλοπή. Καί ὡς πάθος ἔχει δύο ἀντιμετωπίσεις. Τά θύματα ἔχουν δικαίωμα θεραπείας. Οἱ δράστες καί οἱ ἀσυνείδητα διεστραμμένοι, πού κλέβουν τήν ἀθωότητα καί τή φυσικότητα νεαρῶν κυρίως ἀτόμων, ἀντιμετωπίζονται μέ αὐστηρή ποινή, ὅπως οἱ παιδόφιλοι καί ἄλλοι.
Ρωτᾶμε:
Τά ναρκωτικά εἶναι ἀνθρώπινο δικαίωμα; Ἀσφαλῶς ὄχι. Εἶναι ἐκτροπήἀπό τή φυσική ζωή. Τό δικαίωμα, πού ἔχουν, δέν εἶναι νά νομιμοποιηθοῦν, ἀλλά νά περιορισθοῦν. Καί οἱ φορεῖς τους εἶναι θύματα, πού δέν κάνουν σημαία την ἀδυναμία τους, ἀλλά χρήζουν τῆς θεραπείας, πού λέγεται ἀπεξάρτησις.
Τό ἴδιο καί ἡ ὁμοφυλοφιλία. Εἶναι ἐκτροπή ἀπό τό κατά φύσιν στόπαρά φύσιν. Καί αὐτή ἡ ἐκτροπή ἀποτελεῖ ἐντροπή νά ἔχη τή στήριξι καί τήν ἐπιβράβευσι μιᾶς ὁλόκληρης κυβερνήσεως! 

τοῡ ἱεροκήρυκος ἀρχιμ. Δανιήλ Ἀεράκη