.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Τί γίνεται ὅταν μᾶς ἀδικοῦν;



Ὅσους μᾶς κατηγοροῦν καί μᾶς ὑβρίζουν, ἤ μέ κάποιον ἄλλο τρόπο μᾶς φέρονται ἄσχημα, ἔχουμε διδαχθεῖ ὄχι μόνο νά μήν ἀνταποδίδουμε τίς κατηγορίες καί τίς βρισιές, ἤ νά τούς συμπεριφερόμαστε μέ τόν ἴδιο ἄσχημο τρόπο, ἀλλά καί νά τούς συγχωροῦμε καί νά τούς εὐλογοῦμε.

Διότι ὅσο ἐμεῖς εἰρηνεύουμε μέ τούς συνανθρώπους μας, τόσο πολεμοῦμε καί ἀποδιώκουμε τούς δαίμονες· ἀντίθετα, ὅσο μνησικακοῦμε ἐναντίον τῶν ἀδελφῶν μας καί τούς πολεμοῦμε, τόσο "εἰρηνεύουμε" μέ τούς δαίμονες, στούς ὁποίους, διδαχθήκαμε νά ἔχουμε τέλειο μίσος (Ψαλμ. ρλη΄ 22) καί ἀδιάλλακτο πόλεμο.

Ἅγιος Θεόδωρος Ἐπίσκοπος Ἑδέσσης,
ἐκ τῆς Μικρῆς Φιλοκαλίας 

Επιείκεια.....



Οι άνθρωποι δεν αλλάζουμε εύκολα. Όχι πάντα γιατί δεν θέλουμε, αλλά συνήθως γιατί δεν ξέρουμε ή δεν μπορούμε να αντέξουμε τις αλλαγές. Η παθολογία μας, πολλές φορές είναι ο μόνος τρόπος που έχουμε για να ζούμε. Γι αυτό αντί να κρίνουμε τους άλλους, ας τους δώσουμε, έναν άλλο τρόπο ζωής να υπάρξουν. Όσο μεγαλώνω τόσο πιο πολύ αισθάνομαι, ότι το μόνο κριτήριο για το κατά πόσο ένας άνθρωπος έχει Θεό μέσα του, είναι η επιείκεια!!! Να κατανοείς και να αποδέχεσαι τις αδυναμίες των άλλων. Την δυσκολία τους στην αλλαγή. Πες μου πόσο επιεικής είσαι, να σου πω πόσο ουρανό κουβαλάς μέσα σου…

π. λίβυος

Ὁ Παπαδιαμάντης καὶ οἱ Γραικύλοι



«Τούτ’ ἡ χώρα ποὺ ἀνεμίζει τοὺς ἀμέτρητους γραικύλους» 
ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ
(Aπόσπασμα)


Ὁ τελευταῖος γραικυλισμὸς ὡς νόσημα τῆς ἑλληνικῆς διανόησης ἀπορρέει ἀπὸ ἕνα παλαιὸ σύμπτωμα μειονεξίας ἀπέναντι στὴ Δύση, συνοδευόμενο μὲ αἴσθημα προκατάληψης κατὰ τοῦ Βυζαντίου, ἕνεκα παντελοῦς ἀγνοίας τῆς ἑλληνορθόδοξης θέασης τοῦ κόσμου...

Τὸ νόσημα παρουσιάζει συγκεκριμένα παθολογικὰ φαινόμενα, ποὺ τὰ ἀποτυπώνει ὁλοκάθαρα ὁ Παπαδιαμάντης στὸ ἀτελὲς μυθιστόρημά του «Τὸ λάβαρον», καὶ προσβάλλει κυρίως τοὺς νεοέλληνες λογίους, διανοουμένους καὶ πολιτικούς. 

Ὡς ἰδεολογικὸ σύνδρομο ἐμφανίζεται γενικῶς ὡς κρίση ταυτότητας, ὡς ἀπόρριψη τῶν ἡμετέρων καὶ θαυμασμὸς τῶν ἀλλοτρίων, ἤγουν ὡς πλέγμα ἐθνικοῦ αἰσθήματος κατωτερότητας... 

Ὁ γραικυλισμὸς ἐμφανίζεται καὶ ὡς ὀξεῖα μορφὴ τῆς χρονίου νόσου τοῦ μιμητισμοῦ καὶ τῆς ξενομανίας.

Ακυρώνει τὸν πατριωτισμό, παραλύει τὸ ἐθνικὸ φρόνημα, καταργεῖ κάθε ἐθνικὴ θεωρία, συχνὰ ὁδηγεῖ τὰ θύματά του νὰ μεταβληθοῦν σὲ ἄτυπους ἐξωμότες. Ἐν ἄλλοις λόγοις βρίσκεται στὸν ἀντίποδα τοῦ σωβινισμοῦ.

Δὲν εἴχανε κλείσει ἕξι χρόνια ἀπὸ τότε ποὺ ὁ Παπαδιαμάντης πρωτοδημοσίευσε διήγημα, τὸ ἑορταστικὸ χριστουγεννιάτικο «Τὸ Χριστόψωμο» στὴν ἐφημ. «Ἐφημερίς», 26 Δεκ. 1887, ἴσαμε τὴ δημοσίευση τοῦ «Λαμπριάτικου ψάλτη» στὴν ἐφημ. «Ἀκρόπολις», 27-31 Μαρτίου 1893. 

Εἰκοσιεφτὰ διηγήματα σὲ πεντέμισυ χρόνια, τὰ περισσότερα στὶς δύο παραπάνω ἐφημερίδες καὶ στὸ περιοδικὸ «Ἑστία», στὸ μεγαλύτερο μέρος τους μὲ ὑπόθεση συνδεδεμένη μὲ τὸ δωδεκαήμερο τῶν Χριστουγέννων ἢ τὸ Πάσχα, καὶ δημοσιευμένο τὶς μέρες τῶν γιορτῶν. 

Τὸ ἑορταστικὸ- θρησκευτικὸ-περιεχόμενο τῶν διηγημάτων ὡς ἐξωτερικὸ αἴτιο, κι ἡ ζήλια ὡς ἀφανὴς λόγος ἐπίκρισης, εἶχαν κάνει κάποιους κριτικοὺς νὰ δηλώσουν τὴ δυσφορία τους ἔναντι τοῦ Παπαδιαμάντη. 

Σ’ αὐτοὺς ἀπαντᾶ στὸν πρόλογό του ὁ κυρ-Ἀλέξανδρος, ἤπια, ἀλλὰ καὶ εἰρωνικά, καὶ μὲ ἀρκετὸ θυμὸ πρὸς τὸ τέλος. Μνημονεύει τὴ συγγραφική του πρόθεση, τὶς πηγὲς τῆς ἔμπνευσής του, τὸ ἀναγνωστικὸ ἐνδιαφέρον ποὺ παρουσιάζουν τὰ διηγήματά του, τὴν ἔλλειψη ἐπιζητημένης καὶ βεβιασμένης ὑπόθεσης ἢ πλοκῆς, τὴν ἄντληση τῆς θεματικῆς ἀπὸ τὴν πραγματικότητα χωρὶς κάτι τὸ ἀπίθανο, καί, τέλος, πὼς ἐργάζεται ὁ ἴδιος ὡς δημιουργός.

Ὁ Παπαδιαμάντης συνεχίζει ὑπογραμμίζοντας τὰ σημεῖα ποὺ ἐνοχλοῦν τοὺς ἐπικριτές του: ἡ θρησκευτικὴ ὑπόθεση τῶν ἔργων του, ἡ ἄποψή του περὶ συνεχείας τοῦ ἑλληνισμοῦ διὰ μέσου τοῦ ἑλληνικοῦ μεσαίωνα, ἡ ἀδιαφορία του γιὰ τὸν κακῶς νοούμενο ἐκπολιτισμὸ καὶ τὴν πρόοδο. 

Ἀλλὰ ἐκεῖ ποὺ ἐπιτίθεται λαῦρος ὁ Παπαδιαμάντης εἶναι στὰ συμπτώματα τοῦ γραικυλισμοῦ, ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὸν μιμητισμὸ καὶ τὴν ξενομανία.

''Τί μιμοῦνται μετὰ μανίας οἱ γραικύλοι τῆς ἐποχῆς του; Τὴν ἀθεΐα καὶ τὸν κοσμοπολιτισμό. Μὴ θρησκευτικὰ πρὸς Θεοῦ! Τὸ ἑλληνικὸν ἔθνος δὲν εἶναι Βυζαντινοί, ἐννοήσατε; Οἱ σημερινοὶ Ἕλληνες εἶναι κατ’εὐθεῖαν διάδοχοι τῶν ἀρχαίων. Ἔπειτα ἐπολιτίσθησαν, ἐπροώδευσαν καὶ αὐτοὶ συμβαδίζουν μὲ ἄλλα ἔθνη...''

Ἡ εἰρωνικὴ αὐτὴ δήλωση τοῦ Παπαδιαμάντη στρέφεται γενικῶς κατὰ τοῦ πνεύματος τῶν καιρῶν, τὴν παραγνώριση καὶ περιφρόνηση τοῦ Βυζαντίου καὶ τῆς ὀρθόδοξης ἀντίληψης, πνεῦμα ἀκόμα κυρίαρχο παρὰ τὸ ὅτι εἶχε πρὸ ἐτῶν ἐκδοθεῖ ἡ «Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους» τοῦ Παπαρηγόπουλου. 

Πρὸς ἄρσιν πάσης παρεξηγήσεως πρέπει νὰ λεχθεῖ ἐδῶ ὅτι ὁ Παπαδιαμάντης δὲν ἦταν κανενὸς εἴδους ἐμμανὴς σωβινιστής, ἀποκλειστικός, ξενοφοβικός... 

Ἄλλωστε, ὁ ἴδιος γράφει στὸ προοίμιο τοῦ «Λαμπριάτικου ψάλτη» ὅτι «ἐν πρώτοις, καλὸν θὰ ἦτο νὰ διακρίνωμεν ὅ,τι πράγματι εἶναι ξενισμὸς ἀπὸ ὅ,τι δύναται νὰ εἶναι, ἐκ τῆς φύσεως τῶν πραγμάτων, κοινὸν εἰς πάντα τὰ ἔθνη». 


Οὔτε, ἂς ποῦμε στὰ λογοτεχνικά του χρέη, ἔπαυσε νὰ διαβάζει καὶ νὰ παραπέμπει στὸν Βύρωνα,τὸν Μίλτωνα, τὸν Σέξπηρ, τὸν Θερβάντες...

οὔτε φυσικὰ ἀγνοοῦσε τὴν εὐρωπαϊκὴ λογοτεχνία ἢ εἰδησεογραφία, αὐτὸς ὁ ἐργαζόμενος ὡς μεταφραστὴς εὐρωπαϊκῶν ἐφημερίδων, περιοδικῶν καὶ ἄλλων ἐντύπων. 

Μ’ ἄλλα λόγια, τὸ καλὸ δὲν ἀνθεῖ μόνο στὴν Ἑλλάδα καὶ τὸ κακὸ στὰ ξένα, οὔτε ὅμως καὶ ἀντίστροφα...

Δὲν εἶναι ὄμορφο καὶ καλὸ ὅ,τι ἔρχεται ἀπὸ τὴν προηγμένη Δύση, καὶ ἄσχημο καὶ κακὸ ὅ,τι ἔχουμε στὴν Ἑλλάδα! 

Σὲ καμμιὰ ἀπὸ τὶς δύο θέσεις δὲν βρίσκεται ὁ Παπαδιαμάντης...ἐνῷ στὴν πρώτη βρίσκονται οἱ πατριδοκάπηλοι σωβινιστὲς, καὶ στὴ δεύτερη οἱ συμπλεγματικοὶ γραικύλοι.

Ὡς γνήσιος ὀρθόδοξος ὁ Παπαδιαμάντης δὲν ἐξεγείρεται ἀπὸ τὴν παρατήρηση ὅτι ὑπάρχει ἁμαρτία, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν δόλο καὶ τὴν ὑποκρισία...

Ἐντάσσοντας τὴν ἀπέχθεια τοῦ Παπαδιαμάντη κατὰ τῶν γραικύλων στὸ εὐρύτερο ἀντιδυτικὸ αἴσθημά του, θὰ παραθέσουμε ὁρισμένα χωρία ἀπὸ τὸ ἔργο του, πρὸς ἐπίρρωσιν τῶν λεγομένων:

«Ἀλλὰ τί θὰ ἐχρειάζετο ἡ Θεολογικὴ Σχολή, ἂν ἔμελλε ν’ ἀσχολῆται ἀποκλειστικῶς εἰς «τετριμμένα» θέματα, καὶ νὰ ἐμπνέεται ἀπολύτως ἀπὸ τὰ συναξάρια; Τόσοι σοφοὶ ἄνδρες, φωστῆρες ἐκ τῆς Ἑσπερίας ἀνατείλαντες, μὲ τόσον παχεῖς μισθούς, καὶ νὰ μὴ μεταγγίσουν ὀλίγον ἀθεϊστικὸν πνεῦμα εἰς τὴν Ἑλλάδα!».

«Ὁ ἰατρὸς ἦτο καλὸς νέος, πλησιάζων εἰς τὸ τεσσαρακοστόν, ὑψηλός, λιγνός, πρόθυμος, ὄχι πολὺ σκληρὸς οὔτε πλεονέκτης. Ἦτο ἀπόφοιτός του ἐν Ἀθήναις πανεπιστημίου, καὶ δὲν τὸν εἶχε κολλήσει μανία, ἂν καὶ εἶχε τὰ μέσα, νὰ μεταβῆ εἰς τὴν Ἑσπερίαν, ὅπως ἀγοράση σοφίαν...»

« τῶν τριῶν νεαρῶν ἡρώων τῶν προμάχων τῆς πίστεως καὶ τῶν ἐθνικῶν παραδόσεών των…»

« εἰσάγων εἰς τοὺς ἱεροὺς ναοὺς κοινὰ καὶ ξενότροπα, νόθα καὶ ἀπαγορευμένα…»

«Ἀλλὰ τότε δὲν ὑπῆρχεν ἰδέα φυλετισμοῦ μεταξὺ τῶν ὀρθοδόξων λαῶν, ὑπῆρχε μόνον κοινὸς σύνδεσμος μεταξὺ ὁμοπαθῶν καὶ ὁμοδούλων, ἐνῷ τώρα; ...»

«Αὐτὸ τὸ μειονέκτημα ἡμῶν, ἂν εἶναι μειονέκτημα, ἓν ἀποδεικνύει, ὅτι ἡμεῖς ἐξωκειώθημεν ἄρα μὲ τὰ πάτρια, καὶ τὰ πονοῦμεν, ἐνῷ αὐτοὶ δὲν τὰ ἐγνώρισαν καὶ δὲν τὰ στέργουσι. Διότι ἂν ἀνετρέφοντο μ’ αὐτά, θὰ ἦσαν εὐχαριστημένοι, καὶ δὲν θὰ ἐζήτουν τὴν μεταβολήν...»

« Καὶ ὅμως εὑρίσκονται ἀπὸ καιροῦ εἰς καιρὸν ἐκ τῶν ἡμετέρων τινές, τόσον ἐκφυλισμένοι, ὥστε νὰ θαυμάζωσι τὰ τῆς Παπικῆς Ἐκκλησίας! ...»

«Τώρα ἀναγκάζεταί τις νὰ ἀναγνωρίση ὅτι οἱ Οὐνῖται ἐκεῖνοι, καίτοι δογματικῶς ἐκπεσόντες, καλῶς ἔπραττον τηροῦντες τὰ πάτρια ὡς πρὸς τοὺς τύπους τουλάχιστον, καὶ μὴ ἐκφυλιζόμενοι, μὴ ἀπορροφώμενοι ἀπὸ τὴν Λατινικὴν Ἐκκλησίαν...»

«Αἱ εὐλαβεῖς κυρίαι ἀκρατῶς εὐρωπαΐζουσι, ἐγκαταλειποῦσαι ἀπὸ δεκάδων ἐτῶν ἤδη τοὺς ὀχληροὺς γυναικονίτας, διεχύθησαν ἐφ’ ἑκάτερα τοῦ ναοῦ...»

«Νὰ παύση π.χ. ἡ συστηματικὴ περιφρόνησις τῆς θρησκείας ἐκ μέρους πολιτικῶν ἀνδρῶν, ἐπιστημόνων, λογίων, δημοσιογράφων καὶ ἄλλων. Ἡ λεγομένη ἀνωτέρα τάξις νὰ συμμορφωθῆ μὲ τὰ ἔθιμα τῆς χώρας, ἂν θέλη νὰ ἐγκλιματισθῆ ἐδῶ. Νὰ γίνη προστάτις τῶν πατρίων, καὶ ὄχι διώκτρα. Νὰ ἀσπασθῆ καὶ νὰ ἐγκολπωθῆ τὰς ἐθνικᾶς παραδόσεις...»

«Νὰ μὴ περιφρονῆ ἀναφανδὸν ὅ,τι παλαιόν, ὅ,τι ἐγχώριον, ὅ,τι ἑλληνικόν. Νὰ καταπολεμηθῆ ὁ ξενισμός, ὁ πιθηκισμός, ὁ φραγκισμός. Νὰ μὴ νοθεύονται τὰ θρησκευτικὰ καὶ τὰ οἰκογενειακὰ ἔθιμα. Νὰ καλλιεργηθῆ ἡ σεμνοπρεπὴς βυζαντινὴ παράδοσις εἰς τὴν λατρείαν, εἰς τὴν διακόσμησιν τῶν ναῶν, τὴν μουσικὴν καὶ τὴν ζωγραφικήν...»

«Νὰ μὴ μιμώμεθα πότε τοὺς Παπικοὺς καὶ πότε τοὺς Προτεστάντας. Νὰ μὴ χάσκωμεν πρὸς τὰ ξένα. Νὰ στέργωμεν καὶ νὰ τιμῶμεν τὰ πάτρια...»

«Εἶναι τῆς ἐσχάτης ἐθνικῆς ἀφιλοτιμίας νὰ ἔχωμεν κειμήλια, καὶ νὰ μὴ φροντίζωμεν νὰ τὰ διατηρήσωμεν. Ἂς σταθμήσωσι καλῶς τὴν εὐθύνην των οἱ ἔχοντες τὴν μεγίστην εὐθύνην...»

«ἡ νοθεία ἡ ἐπιγενομένη εἰς τὸν θρησκευτικὸν βίον ὑπὸ καλλιτεχνικὴν μάλιστα ἔποψιν. Ὁ ἀπὸ τοῦ Βορρᾶ κατελθὼν χείμαρρος ἔφερεν ἐκτὸς τῶν ρουβλίων καὶ τῶν πολιτικῶν σκοπῶν, ἔθιμα τινὰ καὶ ἰδέας ἀπαδούσας εἰς γνησίας βυζαντινᾶς παραδόσεις (…) Οὕτως εἶναι ἐλπίς, ἐνόσῳ τὰ εὐαγῆ ταῦτα ἱδρύματα ὑπάρχουν (καὶ θὰ ὑπάρχωσιν ἐνόσῳ ὁ ἔξω Ἑλληνισμὸς δὲν συνδιαφθαρῆ φεῦ! θρησκευτικῶς τέλεον μετὰ τῆς ἐλευθέρας γωνίας), εἶναι ἐλπὶς νὰ ἀντισταθῆ ἐκεῖ ὁ Ἑλληνισμὸς εἰς τὴν ἐπιδρομὴν τῶν ξένων. Διότι ἐκ τῆς ἐλευθέρας Ἑλλάδος οὐδεμίαν ἐλπίδα συνδρομῆς βλέπομεν. Ἡ σημερινὴ δυνατὸν νὰ ὑπηρετῆ τὴν Ἑλλάδα ὡς κράτος, δὲν τὴν ὑπηρετεῖ ὅμως ὡς Ἔθνος, τοῦτο νομίζομεν ἡμεῖς...»

«Νὰ ἐμφυσηθῆ ζωὴ χωρὶς νὰ ὑπάρχη, νὰ δοθῆ ἔμπνευσις ἐκεῖ ὅπου λείπει ἡ ψυχή!… Καὶ ποῦ εἶναι οἱ δόκιμοι ποιηταί μας;… Καὶ ἐὰν τοιοῦτοι ὑπάρχουν, αὐτοὶ ἐνδιαφέρονται περισσότερον διὰ τὸν Νὶτς καὶ τὸν Ἴψεν παρὰ διὰ τὰ κατ’ αὐτοὺς σκουριασμένα ντόπια πράγματα...»

«Μόνον παρ’ Ἀσιανοῖς […] ταῦτα εἶναι τὸ ἕν ἄκρον. Τὸ ἄλλο ἄκρον ἀπαντᾶ εἰς τὰ ἤθη τῶν Ἑσπερίων […] ὁποῖον φραγκικὸν ἄρωμα […] Ὁ ἑλληνικὸς πολιτισμός, ὅπως καὶ ὁ Ὀρθόδο ξ ο ς Χριστιανισμὸς καὶ αὐτὸ τὸ προϊὸν καὶ ὁ ὀρθὸς λόγος, θέλουσι τὴν ἐν μέτρῳ προσπέλασιν καὶ παρρησίαν τῶν δύο φύλω...»

«Ἄμυνα περὶ πάτρης θὰ ἦτο ἡ εὐσυνείδητος λειτουργία τῶν θεσμῶν, ἡ ἐθνικὴ ἀγωγή, ἡ χρηστὴ διοίκησις, ἡ καταπολέμησις τοῦ ξένου ὑλισμοῦ καὶ τοῦ πιθηκισμοῦ, τοῦ διαφθείραντος τὸ φρόνημα καὶ ἐκφυλίσαντος σήμερον τὸ ἔθνος, καὶ ἡ πρόληψις τῆς χρεωκοπίας...»

Ὁ Παπαδιαμάντης καὶ οἱ Γραικύλοι
Φώτιου Ἀρ. Δημητρακόπουλου
Καθηγητοῦ Βυζαντινῆς Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν


NAI, ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΚΤΟΣ “ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ!” (αφιέρωμα στον κάθε Τελεβάντο)

Οι εμπαθείς, συμβιβασμένοι μας πολέμιοι, μας κατηγορούν πως “είμαστε εκτός εκκλησίας”… Τούτο ποιούσι μάλιστα ΟΝΤΕΣ οι ίδιοι ΟΝΤΩΣ ΕΚΤΟΣ Εκκλησίας, διά Συνοδικής πλέον διακηρύξεως της Παναιρέσεως. Έχουν το θράσος να μας συκοφαντούν και να λασπολογούν ενώ ΚΟΙΝΩΝΟΥΝ με όσους θεωρητικώς “καταδικάζουν”. Τέτοιες παρωδίες καταδίκης, τις χαίρεται και τις επικροτεί κι ο διάβολος!

Χιλιοπιπιλισμένη πλέον η πωρωμένη και ξεπερασμένη καραμέλα η οποία αηδιαστικώς ξεχύνεται από τον θρόνο του εφυσυχασμού και την βολικοτάτη, τρίζουσα καρέκλα του συμβιβασμού: “Είστε εκτός εκκλησίας…”

Τί έχουμε να απαντήσουμε;

Βεβαίως και είμαστε εκτός “εκκλησίας!” Αλλά ΠΟΙΑΣ “εκκλησίας”, εδώ είναι το θέμα και η ουσία της διαστάσεως. Εδώ βρίσκεται η εκ διαμέτρου αντίθετη ειδοποιός διαφορά, η άκρως καθοριστική και αποκαλυπτική συνάμα.

Είμαστε εκτός της Βαρθολομέϊκης, περιφερειακής, διοικητικής, δικαιοδοσιακής, αιρετικής πλέον Παρασυναγωγής εν Κολυμπαρίω, η οποία κηρύττει δημοσίως, γυμνή τη κεφαλή, την Παναίρεσιν του Οικουμενισμού.

Είμαστε εκτός της Θεομισήτου “εκκλησίας πονηρευομένων” οι οποίοι πονηρώ τω τρόπω, τον δολιότητος γέμοντα, εισήγαγον δολίως οι δολιοφθορείς της Ορθοδοξίας, τον δαίδαλον διαθρησκειακόν συγκριτισμόν και επέδωσαν ιστορικήν εκκλησιαστικότητα στην ετεροδοξία, δηλαδή παροχή σωτηρίας από όλες τις “αιρέσεις απωλείας”.

Είμαστε εκτός της μοιχειακής και μολυσματικής, βλασφήμου και βεβηλωτικής, διαβολοπνεύστου και βαβυλωνιακής “εκκλησίας”, η οποία προκλητικότατα παραμένει ισότιμο, ισόκυρο και οργανικό μέλος του Εωσφορικού “Παγκοσμίου Συμβουλίου Βλασφημιών!”

Είμαστε εκτός της “ορθοδόξου εκκλησίας” κατ’ όνομα, κατά την ταυτότητα, κατά σύσταση και οργάνωση δομική, κατά την εξωτερική και επιφανειακή της μορφή η οποία είναι λίρα κάλπικη, επίχρυση και πλαστή και συνιστά απάτη συστηματική.

Είμαστε εκτός του τεκτονοπροβλήτου, εγκαθέτου εγκαθιδρύματος και δεσποτοκρατικού τερατουργήματος το οποίον αυτοκατακρίτως ενώνεται με το Κολαστικό συναπάντημα της καταραμένης Πανθρησκείας του Μπαθομέτ και την αισχρή προσκύνηση του Βατικάνειου Βάαλ.

Είμαστε εκτός της Λατινόφρονης και Φιλοπαπικής, υποταγμένης και συμβιβαστικής, συνεισάκτου και συνυπαρξιακής σατανικής συναγωγής που θέλει να λέγεται “εκκλησία του οικουμενικού θρόνου”, του αιρεσιαρχικού θρόνου, του θρόνου του Αντιχρίστου.

Ο καθένας δύναται να αυτοπροσδιορίζεται ως δήθεν “εκκλησία”. Ο καθένας μπορεί να βγαίνει και να αυτοδιαφημίζεται ως υποτιθέμενη “εκκλησία” και να λέει ό,τι θέλει. Να το λένε; Το μόνο εύκολο! Το αποδεικνύουν όμως;

Είναι όντως η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού; Έχουν Κέντρο τον Χριστό και την Αλήθεια ή άνθρωπο αυταρχικό, θρόνο και πολίτευμα τυραννικό;
Είναι πράγματι η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία των Αγίων Πατέρων και των ΕΝΝΕΑ Οικουμενικών Συνόδων; Ή μήπως είναι η “Νέα εκκλησία” της Νέας Εποχής του Υδροχόου;
Ποιό είναι το “Πιστεύω” τους; Ποιό είναι το “Πρεσβεύω” τους; ΠΟΙΟΝ Θεό λατρεύουν και με ποιόν ορθό ή αιρετικό τρόπο τον προσκυνούν; “Εν Πνεύματι και Αληθεία” ή “εν Αποστασία και Απειθεία”;;
Ποιόν τιμούν και ποιόν “Μνημονεύουν” ως “Πρώτο” και “Οικουμενικό” ο οποίος υποτίθεται την Ορθόδοξον Οικουμένην εστήριξεν;
Και αυτός με την σειρά του, ΠΟΙΟΝ Μνημονεύει και με ΠΟΙΟΥΣ αιρετικούς Κοινωνεί;
Και αυτοί που λέγουν όλα όσα λέγουν, χαρτοπολεμικά πάντα, εναντίον των αιρετικών ποιμένων, αυτοί οι ίδιοι με ποιούς ενσωματώνονται και με ποιούς κοινωνούν;
Έχουν Σύνοδο; Έχουν ΜΙΑ ή πολλές, παράλληλες ή αλληλοαφοριστικές;
Έχουν Ενότητα Πίστεως ή Εωσφορικόν Κατακερματισμόν και “μεμέρισται ο Χριστός” εις χίλια δυό κομμάτια;
Αντιθέτως, ώ αναπολόγητοι κατήγοροι και συκοφάντες μας, είμαστε ΕΝΤΟΣ της Εκκλησίας! Αλλά ΠΟΙΑΣ Εκκλησίας;

Είμαστε εντός της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας του Χριστού, συνηγμένοι εις το Όνομα του Χριστού ότι Αυτός εστί εν μέσω ημών. Είμαστε το Μικρό Ποίμνιο και δεν το φοβούμαστε.

Είμαστε εντός του Πραγματικού, Οντολογικού, Αληθινού, Υπαρκτού και Ζωντανού Σώματος του Χριστού, το οποίο αρνείται κατηγορηματικώς να ενωθεί οργανικά, άρρηκτα και άριστα με τις αιρέσεις απωλείας, τις αιρέσεις του σατανά.

Είμαστε εντός της Αδιάκοπης και Διαχρονικής Εκκλησίας του Χριστού η οποία έχει Κέντρο τον Θεάνθρωπο Χριστό καί όχι κάποιον πατριάρχη δεσποτοκρατικό, τρεπτό, σφαλλερό, βλάσφημο, αντιπατερικό, αντορθόδοξο και αιρεσιαρχικό.

Είμαστε εντός της Ανατολικής Ορθόδοξου Εκκλησίας των Αγίων, Θεοφόρων ημών Πατέρων, της Εκκλησίας των ΕΝΝΕΑ Οικουμενικών Συνόδων χωρίς να καταπατούμε τα δόγματα, χωρίς να ακυρώνουμε τους Κανόνες, χωρίς να καταργούμε τα αναθέματα.

Είμαστε εντός της Αγίας Κιβωτού, η οποία κλυδωνίζεται αλλ’ ου καταποντίζεται στο Βατικάνειο βυθό της Παναιρέσεως του Οικουμενισμού, έστω κι αν συμβαίνει επί των ημερών μας, αυτή η Αγία Κιβωτός να αποτελεί μία μικρή βαρκούλα, εν τραγική αντιθέσει με τον μεγαθήριο Τιτανικό, ο οποίος πορεύεται ολοταχώς προς Πανθρησκειακό Παγόβουνο του Θηρίου.

Είμαστε εντός της ΜΙΑΣ Εκκλησίας του Χριστού, της Μίας Νύμφης του Χριστού εντός του Θείου Νυμφώνος Χριστού ως Νύμφη Εκλεκτή και Καλή, ως Πάγκαλος εν γυναιξί, Νύμφη η οποία με οποιαδήποτε θυσία και κάτω από οποιοδήποτε κόστος, συμφέρον ή απειλή, αρνείται να απατήσει τον Νυμφίο της Χριστό και να αγαπήσει ξένη αγκαλιά…

Είμαστε εντός της ΑΓΙΑΣ Εκκλησίας του Χριστού η οποία έχει το Πανάγιον Πνεύμα ως πηγή πάσης Αγιότητος και Καθαγιασμού και αναγνωρίζει και αποδέχεται ως Πηγή της Ζωαργίας, τον Αποκλειστικό και Μόνο Αγιώτατο και Παναγιώτατο Χριστό και όχι τον Πάπα τον Παναιρετικό.

Είμαστε εντός της ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ Εκκλησίας του Χριστού η οποία έχει Καθ’ όλα εξολοκλήρου την Καθ’ ολικήν Αλήθειαν και όχι την μερικήν, την αποσπασματικήν, την σπερματικήν, την διακλαδωτικήν και βλάσφημον “Βαπτισματικήν”. Αυτή η Αγία, Ορθόδοξη Αλήθεια απευθύνει την Θεολογία της και Σωτηριολογία της καθ’ όλην την οικουμένην. Είναι Οικουμενική μα όχι Οικουμενιστική.

Είμαστε εντός της ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ Εκκλησίας του Χριστού η οποία στηρίζεται επί τω θεμελίω των Αγίων Αποστόλων και επισφραγίζεται στο ανέσπερο και ατελεύτητο “Δι’ ευχών των Αγίων Πατέρων ημών” και όχι των αισχρών Μεταπατέρων οι οποίοι μετατρέπουν την άτρεπτη Αλήθεια σε τρεπτή Αγαπολογία της Κοσμικοποιήσεως.

Δεν καταλάβατε καλά. ΔΕΝ “ψάχνουμε” να βρούμε την Αληθινή Εκκλησία του Χριστού διότι ΔΕΝ την απωλέσαμε ΠΟΤΕ, δεν χάθηκε αυτή ποτέ, ούτε χαθήκαμε ποτέ εμείς στα μονοπάτια του χαμού, της απωλείας του Οικουμενισμού, ως χαμένοι και διεφθαρμένοι Ιούδες. Τί κι αν “φιλά υπέροχα” η Ιεζάβελ, ώ Αχααβίται χαμερπείς!
Τί κι αν μαγευτικά χορεύει η Σαλώμη του Βατικανού και στους Διαθρησκειακούς Διαλόγους της Ειδωλολατρείας διαφεντεύει η Ηρωδιάδα του Π.Σ.”ε”;

Τί κι αν άλλαξε το Εορτολόγιο και βαπτίστηκε ως “Πάτριο” το Ιουλιανό; Τί κι αν το Νέο “το παίζει πιό ωραίο” και εντοπίζεται το μοιραίο σε ημέρες 13; Δεν απομακρυνθήκαμε εμείς από τους αιρετικούς ποιμένες για να δημιουργήσουμε Νέα Σύνοδο, Νέα Στάνη, Νέα Ποίμνη, Νέα Κιβωτό. Αυτήν, θα την δημιουργήσει και επανασυστήσει ο Δημιουργός του Παντός και Τριαδικός ημών Θεός εν καιρώ ευθέτω, από την ήδη υπάρχουσα ιεραρχία, από την οποία πέτρα του σκανδάλου, δύναται τέκνα του Αβραάμ να εξαναστήσει. Δεν βιαζόμαστε κι ας μην έχουμε καιρό. “Καιρός του ποιήσαι τω Κυρίω”.

Άγιε Επίσκοπε του Θεού, σε σένα απευθύνομαι, στήθι επί του υψίστου σου σκοπού, επί το ύψος των περιστάσεων, εν καιρώ του συγχρόνου της Πίστεως Διωγμού. Στήθι καλώς. ΠΑΥΣΟΝ την γλώσσαν σου από Μνημονεύσεως ονόματος κακού, ποιμένος αιρεσιαρχικού, πατριάρχου αρχιοικουμενιστού. ΠΑΥΣΟΝ τας προφάσεις εν αμαρτίαις τας παραπλανητικάς περί του διπλωματικού “Άχρι Καιρού”…

Σε σένα, Άγιε Καθηγούμε, Αρχιμανδρίτα, Ιερομόναχε, Μοναχέ, Πρωτοπρεσβύτερε, Γέροντα, Εξομολόγε, Πνευματικέ, δώσε την καλή μαρτυρία, την αγία Ομολογιά, όπως κάνουν σήμερα οι άγιοι του Θεού, χάριτι Θεού και παύουν κάθε κοινωνία εκκλησιολογική μετά ακοινωνήτων.

Εάν καταδέχεσαι να γίνεσαι ακόμη κοινωνός με όσους τελούν ΜΟΙΧΕΙΑ πνευματική και ΠΡΟΔΙΔΟΥΝ την Αγία Πίστη μας την Αληθινή, τότε κάτι σάπιο υπάρχει μέσα σου, κάτι διεφθαρμένο, δεσποτοκρατικό κατεστημένο σε καθηλώνει και αμαυρώνει την τετραυματισμένη σου συνείδηση.

Το αναγράφει απελπιστικά η επιγραφή του μνήματός σου: ΕΝΘΑΔΕ ΚΕΙΤΑΙ ο κοινωνών μετά ακοινωνήτων. Και ημείς ενθάδε κείμεθα, τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι, τοις ρήμασι των Αγίων Πατέρων, τοις ρήμασι του Χριστού: “ἀλλοτρίῳ δὲ οὐ μὴ ἀκολουθήσουσιν ἀλλὰ ΦΕΥΞΟΝΤΑΙ ἀπ’ αὐτοῦ!”

ΦΕΥΓΕΤΕ ΤΗΝ ΠΟΡΝΕΙΑΝ ΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΝ ΤΟΥ Π.Σ.”ε”.

ΦΕΥΓΕΤΕ ΤΗΝ ΜΟΙΧΕΙΑΝ ΤΗΝ ΕΝ ΚΟΛΥΜΒΑΡΙΩ.

ΦΕΥΓΕΤΕ ΤΩΝ ΕΙΔΩΛΩΝ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ.

ΦΕΥΓΕΤΕ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΩΣ ΑΠΟ ΟΦΕΩΣ.

ΦΕΥΓΕΤΕ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ ΤΟΥ ΑΡΧΕΚΑΚΟΥ ΟΦΕΩΣ.

ΕΙΔ’ ΑΛΛΩΣ, “ΦΥΓΕΤΕ ΑΠΟ ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΑΣ.

ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΜΑΤΙΑ ΝΑ ΣΑΣ ΔΟΥΜΕ”,

ΚΑΘΩΣ ΕΙΠΕΝ Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΤΡΟΚΟΣΜΑΣ.

ΑΥΤΟ ΜΟΝΟ ΕΧΟΥΜΕ ΝΑ ΣΑΣ ΠΟΥΜΕ.


Του θεολόγου Νικολάου Πανταζή

Πάει ο Παλιός ο χρόνος, ο εκκλησιαστικός

Πάει ο Παλιός ο χρόνος, ο εκκλησιαστικός. Πέρασε με σιγήν ιχθύος, απελπιστικός. Ήλθε και απήλθε. Ουδείς διήλθε πανηγυρίζων την Εκκλησιαστικήν Πρωτοχρονιάν! Ύστερα από το ξεφτιλισμένο Πάρτι στ’ άπαιχτο το Κολυμπάρι, που να πάρει, ποιός έχει όρεξη και χρόνο για πανηγυρισμούς; Από τους πωρωμένους Πανηγυρτζίδες της ιεραρχικής μαφίας, τί καλό να περιμένει ο Ελληνικός Λαός; Ενώ αυτός πνίγεται στης κρίσεως την αγχόνη, αυτοί αποθεώνουν τις μεγαλόσχημες κοιλιές τους με πρωτοκλασσάτες, αριστοκρατικές οστακομακαρονάδες.

Η “Αρχή της Ινδίκτου” ακούγεται στη Νεολαία μας “κινέζικα”. Οι δαιμονόπληκτοι δεσποτοκράτες δεν ενδιαφέρονται πλέον για την ανωτέρα, υπερτέρα και Θεαρχική, την δική μας Πανίερη και Ξέχωρη Εκκλησιαστική Πρωτοχρονιά. Η πολιτική και κοσμική πρωτοχρονιά υπόσχεται ποικίλα ωφέλη και πολλά. Συνεπάγεται συντεχνιακά και τα “χρυσόβουλα” τα ελκυστικά στην κάθε πολιτικάντικη κοπή της βασιλόπιττος. “Κοινωνικές σχέσεις” κοσμικότητος από ξεπουλημένα και προκλητικότατα καλοθρεμμένα ανθρωπάκια της ματαιότητος και της δικέφαλης χλιδής, της πολιτικής και εκκλησιαστικής ηγεσίας. Η μασονική Κουκουβάγια μας έλλειπε κι ο παραφουσκωμένος Φίλης όχι φίλος μα εχθρός του εκπρόθεσμου θεσμικού ΟΕΔΒ (Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων).

Κούφια λόγια και κηρύγματα “αταξίας” των οικουμενιστών, στου Πάπα το κίναιδο και παιδοφιλίας “Δι’ ευχών” να υποκύπτουν “οι προσκυνημένοι” καθώς ο κάθε καθωσπρεπιστής, σιγονταρο-οικουμενιστής Μητροπολίτης να χαχανίζει άχαρα πίσω από τα χαρτοπολεμικά, χαρωπά χειροκροτήματα στο αχανές χάος του “Άχρι Καιρού”. Κι ο κολιός τον Αύγουστο. Κι η Εκκλησιαστική Πρωτοχρονιά την 1η Σεπτεμβρίου. Μη το ξεχνάμε αυτό. Άντε και Καλή Χρονιά, κάθε πέρυσι και καλύτερα, κάθε φέτος και αντίχριστος σκέτος με υποχρεωτικά μάϊκροτσιπς να μας “τσιπάρει” καθώς λαμπικάρει παμφαέστατα η παχυά φακή. Αρχιχρονιά Εκκλησιαστική κι αρχή κακός μας χρόνος, κακά μαντάτα κάκιστα να μας κεράσει.

Θα έλθει κι ο επόμενος και ο παράλλος. Κι ο παπαγάλος Πάπας θα βγαίνει στου τγίτερ τη βεράντα να αναμασά τα δύο αδιαπραγμάτευτα παντοτινά, το “Αλάθητο” και το “Πρωτείο!” Πρώτη του Έτους, προδοσία πρώτη, Σκηνή Πρώτη το Θέατρο του Κολυμβαρίου. Σκηνή Δεύτερη και Τελεσίδικη η Ψευτοένωση κι υποταγή, η υποδούλωση η οριστική στον Βάαλ του Βατικανού διά πρεσβειών του Βαρθολομαίου. “Δι’ ευχών των Μεταπατέρων”.

Πανταζής Νικόλαος

Ο αγώνας με τον δαίμονα

Στον αγώνα με τον δαίμονα ενώ ο άνθρωπος δίνει σταθερό στόχο, ο δαίμονας αλλάζει διαρκώς με αποτέλεσμα να μην είναι εύκολο να τον πολεμήσεις κατά μέτωπο. 

Οι Πατέρες της Εκκλησίας ονομάζουν τον αγώνα με τον δαίμονα νυκτομαχία. Ο άνθρωπος αγωνίζεται μαζί του στα τυφλά. Στην Γραφή διαβάζουμε τα εξής «Μη παντί πνεύματι πιστεύετε». Ο δαίμονας είναι ακάθαρτα πνεύματα. Χρησιμοποιούν πάντα την απάτη και το ψέμα. Δεν μπορούμε να τους αντιμετωπίσουμε κατά μέτωπο. Ακόμα κι ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, απέφυγε να ρθεί αντιμέτωπος με τον δαίμονα. ‘Ο Θεός θα σε επιτιμήσει, του είπε.

Άραγε δεν έχει ο δαίμονας κανένα αδύνατο σημείο; Όποιος συγκρούεται μαζί του θα λερωθεί από την ακαθαρσία του. Πράγματι η ακαθαρσία είναι η προτίμηση του δαίμονα. Αν στους πειρασμούς του θυμηθούμε ότι είναι βρώμα και δυσωδία, του αφαιρούμε κάθε επιβολή επάνω μας και φεύγει καταντροπιασμένος. 

Οι δαίμονες είναι υπερήφανοι και θέλουν να τους παίρνει κανένας στα σοβαρά. Αν τις προσβολές του τις αποκρούσουμε με την ενθύμηση της βρώμας και δυσωδίας του, τον νικάμε κατά κράτος. Μια μοναχή, είχε μάθει από την πείρα της με τον αόρατο πόλεμο με τους δαίμονες να φέρνει κάθε φορά που δέχεται τις επιθέσεις τους την θύμηση της βρώμας και δυσωδίας τους. Αν και προτιμούν να μένουν στις βρωμιές και στη δυσωδία, δεν θέλουν να το φέρνουν στην μνήμη τους αυτό οι άνθρωποι, γιατί οι απάτες τους δεν πιάνουν. Σαν το φίδι αν αποκαλυφθεί οι δαίμονες φεύγουν μακριά όταν ο άνθρωπος θυμηθεί ποιοι είναι στην πραγματικότητα.

Του Μόσχου Λαγκουβάρδου

Ο πνευματικός σταυρός σαν σημείο αυταπαρνήσεως



Ὑπάρχει σ᾿ ἐμᾶς ἕνας θρόνος κι ἕνας σταυρός. Ὅταν ἐμεῖς στεκώ­μεθα στόν θρόνο, ὁ Χριστός μας κάθεται στόν σταυρό, καί ἀντίστροφα.

Οἱ διάφορες σταυρώσεις εἶναι τά μέσα τῆς αὐταπαρνήσεώς μας.

Ὁ ἑαυτός μας εἶναι ὁ ἐσωτερικός μας κόσμος ἤ τό στρῶμα τῆς ἐσωτερικῆς μας δυστυχίας, πού τοποθετεῖται μπροστά στήν Μορφή τοῦ Χριστοῦ διά τῆς ψυχῆς μας· ἐνῶ τό ὑποσυνείδητο εἶναι ἡ κληρονομική μας κληρονομιά. Πρέπει ν᾿ ἀπομακρύνουμε τήν πολλή δυστυχία τῆς ψυχῆς μας γιά νά τυπωθῆ μέσα μας ἡ χρυσῆ Μορφή τοῦ Θεοῦ. Ὅμως οἱ ὑπάρχουσες μικρότητες θρυμματίζουν τήν δύναμι καί ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, γι᾿ αὐτό καί ἡ παραμικρή ἀκαθαρσία πρέπει νά καθαρισθῆ. Ἐξαρτᾶται ἀπό τήν συνείδησί σου, ἐάν θέλης νά καθαρισθῆς.

Ὅταν πηγαίνης στήν ἐξομολόγησι, βάλε τόν ἑαυτό σου στήν ζυγα­ριά τῆς συνειδήσεώς σου, τῆς σοβαρότητος, τῆς εὐθύνης, τῆς εἰλικρινείας σου καί λέγε: Ποιόν ὑπερασπίζεις;

-τόν παλαιό ἄνθρωπο ἤ τόν Νέο πού ἦλθε ἀπό τόν οὐρανό τόν Ὁποῖον ἐνδυθήκαμε, δι᾿ Αὐτοῦ ἀναγεννηθήκαμε, Τόν ὁμολογοῦμε, Τόν ζοῦμε μ᾿ ἕνα ἄλλο τρόπο ὑπάρξεως, μέ τήν ἀρετή τῆς διακρίσεως καί μέ τήν συμβουλή;

-τόν Νέο Ἄνθρωπο πού ἦλθε ἀπό τόν οὐρανό νά μᾶς βοηθήση, νά μᾶς δεχθῆ, νά μᾶς θρέψη, νά μᾶς ἀναθρέψη, νά μᾶς μεταφέρη σ᾿ ἕνα ἄλλο ἐπίπεδο ὑπάρξεως, ἤ αὐτόν πού σέ τραβᾶ σίγουρα στόν θάνατο;

Ἡ μάχη μέ τήν φύσι εἶναι δύσκολη. Τί πρέπει νά κάνουμε; Πρέπει νά ἐπανέλθουμε μέ ὅλη μας τήν ὕπαρξι, μέ ὅλη μας τήν λογική, μέ ὅλη μας τήν ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι ἡ περίληψις τῆς Γραφῆς.

από το βιβλίο: “ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΑ” – 
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΜΠΟΚΑ
ΡΟΥΜΑΝΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ (1910-1989)

Kι έτσι καθαρά ύψωνε τα χέρια σου σε προσευχή



Πριν υψώσουμε, λοιπόν, ικετευτικά τα χέρια μας στον ουρανό, ας βάλουμε αρχή μετάνοιας.

Άλλωστε, επειδή με τα χέρια εκτελούμε πολλές πονηρές πράξεις, γι’ αυτό ακριβώς έχει καθιερωθεί να τα υψώνουμε, όταν προσευχόμαστε, ώστε η υπηρεσία που προσφέρουν για την προσευχή, να τα εμποδίζει από την κακία και να τ’ απομακρύνει από την αμαρτία.

Έτσι θα θυμάσαι, δηλαδή, όταν πρόκειται ν’ αρπάξεις κάτι ή να χτυπήσεις κάποιον, ότι αυτά τα χέρια θα τα υψώσεις στο Θεό ως συνηγόρους σου και ότι μ’ αυτά θα Του προσφέρεις την πνευματική θυσία της προσευχής.

Γι’ αυτό μην τα μολύνεις, μην τα ντροπιάζεις, μην τα κάνεις ανάξια εμφανίσεως στο Θεό, με την τέλεση οποιασδήποτε ανομίας. Καθάριζέ τα με την ελεημοσύνη, με τη φιλανθρωπία, με την καλοσύνη, κι έτσι καθαρά ύψωνέ τα σε προσευχή.

Αν δεν προσεύχεσαι ποτέ με χέρια λασπωμένα, πολύ περισσότερο μην το κάνεις με χέρια λερωμένα από την αμαρτία. Γιατί κακό δεν είναι το να υψώνεις χέρια άπλυτα προς τον Κύριο· το να υψώνεις, όμως, χέρια καταμολυσμένα από αναρίθμητα αμαρτήματα, αυτό είναι φοβερό και προκαλεί την οργή του Θεού.

Αλλά μόνο έτσι παροργίζουμε τον Πατέρα μας; Με πόσους τρόπους, αλήθεια, αμαρτάνουμε, ακόμα και μέσα στην εκκλησία, την ώρα της λατρείας!

Αναπολόγητοι θα είμαστε, αν ο Θεός λογαριάσει τους αισχρούς λογισμούς που έχουμε στο νου μας, τις πονηρές επιθυμίες που έχουμε στην καρδιά μας, τις κατακρίσεις που ξεστομίζουμε καθημερινά για τον πλησίον μας, τα ψεύδη και τις συκοφαντίες, τις πανουργίες και τις δολοπλοκίες, τις κακότητες και τις αδικίες μας.

Λύπη μας προξενεί η προκοπή των άλλων, ακόμα και των φίλων μας. Ευχαρίστηση δοκιμάζουμε, όταν ο συνάνθρωπός μας υποφέρει, θεωρώντας τη συμφορά εκείνου ως παρηγοριά για τη δική μας δυστυχία.

Ασύνετα ζητάμε από το Θεό πράγματα φθαρτά κι ανώφελα, πράγματα που Εκείνος πρόσταξε να τα περιφρονούμε.

Αθεόφοβα καταριόμαστε τους αδελφούς μας, ενώ έχουμε εντολή να δίνουμε ευχές και στους εχθρούς μας.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Πώς θεραπεύονται οι αναμνήσεις

Ρώτησα μια ηλικιωμένη γυναίκα στην Εκκλησία του Παλαιού Νεκροταφείου, όταν σχόλασε η Θεία Λειτουργία: πώς θεραπεύονται οι αναμνήσεις και μου είπε, «τις ξαναζούμε υπό το πνεύμα του Χριστού».
Βέβαια, αυτό δεν μπορεί κανείς να το κάνει μόνος του. Πρέπει να γίνει εντός της Εκκλησίας, υπό την καθοδήγηση γέροντος στην εξομολόγηση. Δεν μπορούμε να θεραπεύσουμε από μόνοι μας τον εαυτό μας. Στην Ορθοδοξία πιστεύουμε ότι η θεραπεία είναι ενέργεια της Θείας Χάρης. Από εμάς εξαρτάται να αφαιρέσουμε τα εμπόδια που εμποδίζουν την Θεία Χάρη να μας επισκεφθεί: 
Αδελφοί, καθαρίσωμεν εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, επιτελούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού, γράφει ο Απόστολος Παύλος στην Δεύτερη προς Κορινθίους επιστολή του.

Του Μόσχου Λαγκουβάρδου
"Πνευματικό ημερολόγιο"

Ορθή δογματική συνείδηση

Τα θέματα της ορθοδόξου πίστεως έχουν αιώνια, πανανθρώπινη σημασία. Δεν μπορούμε να την αντιληφθούμε και γι’ αυτό ας ακολουθούμε πιστά τους Πατέρες της Εκκλησίας. Αν πάλι έχουμε την τάση να ερευνούμε και τα θέματα αυτά, ας τα ερευνούμε με οδηγό τους Πατέρες της Εκκλησίας. Δεν μπορούμε να έχουμε την άγνοιά μας για οδηγό. Αν δεν ξέρουμε την σημασία του Συμβόλου της Πίστεως, ας ρωτήσουμε τους Πατέρες, αντί να ψάχνουμε με την λογική μας να την μάθουμε. Παλιά οι άνθρωποι δέχονταν τις αλήθειες που παρέλαβαν στην Εκκλησία χωρίς να τις αμφισβητήσουν. Έτσι τις παραλάβαμε και έτσι τις παραδίδουμε στους νεωτέρους, έλεγαν. Σήμερα θέλουν να βεβαιωθούν με τη λογική τους για την αλήθεια των πραγμάτων, ακόμα και για πράγματα που δεν προσφέρονται για λογική επεξεργασία, όπως είναι η Πίστη, η Ελπίδα, η Αγάπη και όλη η αλυσίδα των αρετών.

Ένα παράδειγμα. Αναρωτιέται κάποιος με οδηγό την λογική του και την άγνοιά του: Τι πειράζει αν δεν πιστεύω στο Χριστό αν έχω αγάπη και τις άλλες αρετές; Τι πειράζει αν δεν πιστεύω ότι η Χάρη του Χριστού είναι άκτιστη αλλά είναι κτιστή, δηλαδή δημιούργημα του Θεού και όχι η ίδια η ενέργεια του Θεού ή αν το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται μόνο από τον Πατέρα και εκπορεύεται κι από τον Υιό ή αν ο Πατέρας δεν είναι Πατέρας αλλά μητέρα; Ένας δεν είναι ο Θεός; Γιατί να υπάρχουν διάφορες θρησκείες αντί μία θρησκεία σε όλη τη γη; Τι πειράζει αν υπάρχουν κι άλλοι σωτήρες του κόσμου εκτός από τον Χριστό;

Φυσικά δεν μπορούμε να απαντήσουμε σε όλες αυτές τις απορίες με την λογική μας χωρίς τους Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι έχουν μέσα τους το Χριστό και γνωρίζουν ότι όλα είναι του Χριστού. Ότι αν η αγάπη και κάθε αρετή δεν είναι του Χριστού, δεν είναι τίποτα.

Η λογική θα λάβει οπωσδήποτε τις απαντήσεις που ζητεί. Οι αιρέσεις προσφέρονται να ικανοποιήσουν την περιέργειά της και να τον προετοιμάσουν να δεχθεί τον Αντίχριστο. Ποιος είναι ο Αντίχριστος; Είναι αυτός που θα επιβάλει την παγκόσμια ειρήνη, την παγκόσμια θρησκεία και την παγκόσμια εξουσία, αυτήν του Μεγάλου Αδελφού. Πρόγευση όλων αυτών έχουμε λάβει ήδη από την κατάργηση της δημοκρατίας και τον φανερό ή κρυμμένο ολοκληρωτισμό σε όλες τις εκφάνσεις της σύγχρονης ζωής στον κόσμο.

Του Μόσχου Λαγκουβάρδου

Ὄχι ἀντιοικουμενιστὲς ἀλλὰ μέλη τῆς Ἁγίας Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας



Δὲν εἶμαι βέβαιος ἂν κατάλαβα καλά τα ὅσα μᾶς εἶπε ὁ σεβαστὸς ἱερομόναχος, ὅταν τὸν ἐπισκεφτήκαμε στὸ μοναστήρι. Προσπάθησα νὰ τὰ μεταφέρω στὸ χαρτὶ μὲ φόβο καὶ ἐπιφύλαξη, ἀλλὰ καὶ παράκληση νὰ δείξουν κατανόηση οἱ ἀναγνῶστες στὰ ἀτοπήματα τῶν διατυπώσεών μου, ὅσον ἀφορᾶ στὴν ὀρθότητα καὶ τὴν ἀκρίβεια, διότι εἶναι κρίμα νὰ τὸν ἐκθέσω ἔναντί τῆς ἀληθείας. 
Μᾶς εἶπε:
Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ ἅπαν. Ἡ Ἐκκλησία τῶν προφητῶν, τῶν ἀποστόλων, τῶν ἀσκητῶν, τῶν μαρτύρων, τῶν ὁσίων, τῶν δικαίων, τῶν ὁμολογητῶν καὶ ὅλων των ἁγίων, ὅλων των αἰώνων. Εἶναι τὸ φῶς καὶ ἔχει ὅλη τὴν ἀλήθεια. 
Ἀγκαλιάζει τὸ παρελθόν, τὸ παρόν, τὸ μέλλον, τὴν αἰωνιότητα. Ὡς ἅγιος τόπος καὶ τρόπος, εἶναι ὁ ἐγγυητὴς καὶ παροχεύς, ἀπάντησης καὶ πλήρωσης, στὶς ἅπασες ἀνάγκες τῆς κτίσεως, κυρίως δὲ τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ ἀντιβασιλιὰ τῆς δημιουργίας, ἕως ἐσχάτων τῆς ἀβύσσου τῆς καρδιᾶς του. 
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ μοναδικὸ μέσο, τὸ ἀποκλειστικό, τὸ ταπεινό, τὸ χωρὶς ἀλαζονεία ὄχημα, ὅπως θὰ ἔπρεπε νὰ πιστεύει καὶ νὰ λέει κάθε ὀρθόδοξος καὶ μάλιστα ἐπίσκοπος, ποὺ ὡς φορέας τῆς πλήρους ἀλήθειας ὁδηγεῖ....

ἀσφαλῶς τὰ μέλη της στὴ σωτηρία.
Ἡ πίστη ἡ ὁποία ἐκπηγάζει ἀπὸ τὴν ἁγία μας Ἐκκλησία, πληροὶ ὀντολογικῶς καὶ κορεννύει ἀκορέστως τὴν ψυχὴ τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Ἕνα μόνο πράγμα χρειάζεται: Νὰ θέλει ὁ ἄνθρωπος. 
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἅπασα θέση, δὲν εἶναι ἡ ἀντίθεση. Οὔτε δίνει ἀφορμή, ὥστε νὰ γίνει αἴτιος γὶ` αὐτήν. Δὲν κομματιάζεται. Δὲν δημιουργεῖ κομμάτια τύπου πολιτικῶν κομμάτων. Δὲν εἶναι ἐργαστήριο παραγωγῆς ὀπαδῶν πρὸς χειραγώγηση. Δὲν ξεκόβει, νὰ σταθεῖ ἔναντι. Ἡ Ἐκκλησία δὲν ἀντιτίθεται, δὲν ἀπολογεῖται, διότι εἶναι ὁ Χριστὸς παρατεινόμενος στοὺς αἰῶνες. Ἀπὸ ποιὸν νὰ ἐλεγχθεῖ; Πῶς καὶ σὲ ποιὸν καὶ γιατί νὰ ἀντισταθεῖ καὶ νὰ ἀπολογηθεῖ ὁ παντοδύναμος Χριστός; Νὰ ἀπολογηθεῖ τὸ φῶς στὸ σκοτάδι; Ἡ ἀλήθεια στὴν πλάνη; 
Ἡ ἀγάπη στὴν ἀπάτη; Ἡ παντοδυναμία στὴν οὐτιδανότητα; Ὁ δημιουργὸς στὸ πλάσμα του; Εἶναι ὁ ἀκλόνητος βράχος ἐπάνω στὸν ὁποῖο σπάζουν τὰ κύματα τοῦ σκότους, τοῦ ψεύδους, τῆς προδοσίας, τῆς ἄρνησης. Εἶναι ὅμως καὶ ὁ μοναδικὸς «εὔδιος λιμένας», μέσα στὸν ὁποῖο ἀσφαλίζεται καὶ ὁδηγεῖται ὁ ἄνθρωπος στὴ σωτηρία.
Ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει ἀντί-. Δὲ ἔχει καὶ –ἰσμό. 
Δὲ χρειάζεται πρὸ-θέσεις, δὲν ἔχει ἀνάγκη τὶς προθέσεις, κυριολεκτικῶς καὶ μεταφορικῶς. 
Δὲν ἐνεργεῖ σκόπιμα, ὑστερόβουλα, μηχανευόμενη τὸ ὁτιδήποτε. Εἶναι ἁπλή, ἔχει τὴν ἁπλότητα καὶ τὴν καθαρότητα. Δὲν τοποθετεῖται μερικῶς καὶ ἀντὶ-θέτως κατὰ οἱουδήποτε «λείμματος», τὸ ὁποῖο ἀρνεῖται καὶ παύει νὰ πιστεύει στὴ γνησιότητά της καὶ τὴ μοναδικότητα τῆς σωτηριώδους δυνάμεώς της. Ἡ Ἐκκλησία ἀνοίγει «ἀγκάλας πατρικᾶς» καὶ ἀναμένει. 
Λοιπόν, ἡ Ἐκκλησία δὲν παράγει ἰδεολογία, ὥστε νὰ δίνει δικαίωμα ὕπαρξης σὲ ἄλλο κομμάτι ὡς ἀντίπαλος. Ὅποιος θέλει μπορεῖ νὰ εἶναι μέσα στὰ ὅριά της, βάσει τῶν ἁγιοπνευματικῶν προϋποθέσεών της. Ὅποιος θέλει μπορεῖ νὰ μείνει ἔξω καὶ νὰ λάβει τὸ ὄνομα, τὴ στάση καὶ τὸ χαρακτηρισμὸ ποὺ τοῦ ἀρέσει.
Τὰ πρόβατα ποὺ μένουν ὅμως μέσα, δὲν χαρακτηρίζονται μὲ κανέναν ἄλλο τρόπο, ἐκτὸς ἀπ` αὐτόν: εἶναι μέλη τῆς Ἁγίας, Ἀνατολικῆς, Ὀρθόδοξης, Καθολικῆς, Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Δὲν ὑπάρχουν ἀντιοικουμενιστὲς οὔτε ἀντιοικουμενισμός. 
Ὑπάρχουν μέλη, ταπεινὰ ἀγωνιζόμενα γιὰ τὴ σωτηρία τους, μέσα στὴν ἀληθινὴ Κιβωτὸ τῆς Σωτηρίας. Οἱ ἀποκλίναντες καὶ ἐκτραπέντες τῆς ἁγίας ὁδοῦ, ναί, εἶναι οἰκουμενιστὲς καὶ θέτουν ἑαυτοὺς ἐκτὸς Ἐκκλησίας, διότι παρεκκλίνουν τῆς πίστεως τῶν Πατέρων. 
Οἱ μένοντες στὴν πίστη τῶν Πατέρων παραμένουν μέλη της, τέκνα της καὶ ὄχι ἀντιοικουμενιστές. Προσεύχονται δὲ μὲ πόνο, διότι τὰ ἀδέλφια τοὺς ἐγκαταλείπουν τὴν «Κιβωτὸ Σωτηρίας» καὶ πλέουν ἕρμαια, ἰδία εὐθύνη, στὸ πέλαγος τῆς σύγχυσης τοῦ παγκόσμιου ἰσοπεδωτικοῦ συγκρητισμοῦ.
Ἄνευ φόβου καὶ ἄνευ πάθους ἀλλὰ μετὰ πολλῆς ἐν Χριστῷ ἀγωνίας.

Ἠλιάδης Σάββας
Δάσκαλος
Κιλκίς, 2-9-2016

TO "ΘΗΡΙΟ" ΜΑΣ ΚΗΡΥΞΕ ΠΟΛΕΜΟ!

Στα απόνερα της λεγομένης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου

Μετά τις τυμπανοκρουσίες, τα μεγάλα λόγια, τις διακηρύξεις και τις διαβεβαιώσεις, οι πρόσφατες ειδήσεις του εκκλησιαστικού χώρου έρχονται να επιβεβαιώσουν με τον πιο εκκωφαντικό τρόπο όλους αυτούς που εξέφρασαν σφοδρές επιφυλάξεις και αντιρρήσεις για τη χρησιμότητα της λεγόμενης Πανορθόδοξης Συνόδου της Κρήτης. 
Έλεγαν πολλοί, με το πέρας των εργασιών της Συνόδου, ότι αυτή δεν υπήρξε ποτέ ορθόδοξη. 
Ότι πραγματοποιήθηκε μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει τα ιδιοτελή – και τελείως ξένα με το ορθόδοξο ήθος –κίνητρα των διοργανωτών της. 
Και, εν τέλει, να προσδώσει πανορθόδοξο κύρος στην κατρακύλα όσων επιθυμούν την απροϋπόθετη προσέγγιση με τους ετεροδόξους χριστιανούς και κυρίως με τον «αγιώτατο εκ Δύσεως αδελφό». Και τα τελευταία γεγονότα, δυστυχώς, τους δικαιώνουν.

Ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης συμμετείχε σε διαχριστιανικό συμπόσιο για τον επανευαγγελισμό της Ευρώπης από κοινού με λατίνο καρδινάλιο (ούτε λόγος βέβαια για την αλλοίωση του Ευαγγελίου από τους λατίνους). 
Ο Πατριάρχης Κων/πόλεως, όπως ανακοινώθηκε, θα συμμετάσχει σε κοινή προσευχή με τον Πάπα και τον προκαθήμενο των Αγγλικανών για την ειρήνη στον κόσμο (ούτε λόγος για τους ιερούς Κανόνες που το απαγορεύουν). Στη Χάλκη, υπό την αιγίδα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, διοργανώθηκε ημερίδα όπου εκλήθησαν εκπρόσωποι άλλων χριστιανικών ομολογιών (κάποιοι τις ονομάζουν Εκκλησίες) να αποτιμήσουν(!) τα αποφασισθέντα στην Σύνοδο των Ορθοδόξων. 
Στη Θεσσαλονίκη, με τις «ευλογίες» Πάπα και Πατριάρχη, διοργανώνεται αυτές τις ημέρες Συνέδριο για την περιεκτική οικολογία με βασικό άξονα την εγκύκλιο Laudato Si του «επισκόπου της πρεσβυτέρας Ρώμης". 
Ο Μητροπολίτης Βοστώνης, πριν ακόμη στεγνώσει το μελάνι όσων - με βία και νοθεία, όπως έχει καταγγελθεί – «ομόφωνα» αποφάσισαν οι προκαθήμενοι των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, έσπευσε να υποβάλλει τα σεβάσματά του στον Πάπα και ασφαλώς δεν παρέλειψε να συμπροσευχηθεί μαζί του κατά την παπική λειτουργία στη βασιλική του αγίου Πέτρου. Και ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό…

Και ρωτώ, λοιπόν, ο αδαής. Είναι τυχαίος αυτός ο καταιγισμός διαχριστιανικών προσεγγίσεων αμέσως μετά τη Σύνοδο; 
Αυτή είναι η σύγχρονη μαρτυρία της Ορθοδοξίας στον πλανεμένο σύγχρονο άνθρωπο; 
Ο συγχρωτισμός του τύπου «όλοι το ίδιο είμαστε, όλοι στον ίδιο Θεό πιστεύουμε» είναι επίσημη θέση της Εκκλησίας μας; 
Αυτή είναι η Παράδοση των αγίων Πατέρων και των Συνόδων; Θα συμφωνούσε με αυτές τις πρακτικές ο άγιος Παϊσιος, ο άγιος Πορφύριος, ο άγιος Νεκτάριος, ο άγιος γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής, ο γέρων Ιάκωβος και τόσοι άλλοι άγιοι του καιρού μας; 
Ποια η αντίδραση της ποιμενούσης Εκκλησίας σε όλα αυτά; 
Συγκατατίθεται ή ενόχως σιωπά; Ποια η άποψη των ποιμένων μας Μητροπολιτών; 
Τα Μοναστήρια μας, οι θεματοφύλακες της Πίστεως και της Παράδοσής μας, συμφωνούν; Γιατί αποθρασύνονται όλο και περισσότερο οι συμμετέχοντες σε παρόμοιες δράσεις; 
Ποιος τους νομιμοποιεί; 
Που βρίσκεται, μέσα σε όλες αυτές τις συναντήσεις «αγάπης και καταλλαγής» το Άγιο Πνεύμα; 
Επειδή κι αυτός ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό, σταματώ εδώ.

Επιθυμώ απλώς, τελειώνοντας, να εκφράσω την μεγάλη αγωνία μου για όσα έρχονται. Ελπίζω και εύχομαι ο Θεός να μην επιτρέψει την επέλαση της σύγχρονης αυτής αίρεσης. Και προσεύχομαι, στους χαλεπούς καιρούς που ζούμε, να φανερώσει ομολογητές ιεράρχες, κληρικούς, μοναχούς και λαϊκούς που θα αντιταχθούν στον πειρασμό, θα προασπίσουν την κληρονομιά μας, θα μιμηθούν τους αγωνιστές της Πίστεως και θα κατατροπώσουν τον πονηρό. Τρέφω αυτή την ελπίδα. Άλλωστε, «οὗ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις».

Του Γεωργίου Μηλιώτη, εκπαιδευτικού

Επιτρέπεται κάποιο ζευγάρι να χωρίσει; Τι πραγματικά λέει η εκκλησία;;; Γιατί ο Άγιος Θεόδωρος Στουδίτης ΔΙΕΚΟΨΕ το μνημόσυνο του Πατριάρχη του;

Αφιερώστε ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ λίγο χρόνο να ακούσετε τα σημερινά λόγια του πατρός Ευθυμίου Τρικαμηνά (σε ένα παρεκκλήσι, λίγο έξω από την Σουρωτή Θεσσαλονίκης), για τον γάμο, για το αν επιτρέπει η εκκλησία το διαζύγιο και τον δεύτερο/τρίτο γάμο.

Απίστευτα χρήσιμο στην εποχή μας που τα περισσότερα ζευγάρια χωρίζουν.

Επίκαιρο όμως και αναφορικά με την ίδια την "εκκλησία".
Το θέμα σχετίζεται με αυτό που αποκαλέστηκε"μοιχειανή Αίρεση" της εποχής του Αγ. Θεοδώρου του Στουδίτου.
Ο αυτοκράτορας ξαναπαντρεύτηκε με την ευλογία του πατριάρχη, αφού όμως πρώτα "ξεφορτώθηκε" την γυναίκα του, κλείνοντας την υποχρεωτικά σε μοναστήρι.

Ο Άγιος διέκοψε το μνημόσυνο του Πατριάρχη του. Ήξερε ότι εφόσον ως εκκλησία (ο Πατριάρχης) ευλόγησε έναν παράνομο γάμο, θα ακολουθούσαν και άλλοι τέτοιο. 
Έτσι ενεργούσαν οι Άγιοι Πατέρες της Ορθοδοξίας. Όταν παραβιαζόταν η αλήθεια και επικρατούσε η πλάνη, την ομολογούσαν, ακόμη κι αν χρειαζόταν να διακόψουν το μνημόσυνο του Πατριάρχη τους και να υποστούν τις συνέπειες. .
Σημειωτέον, η 2η γυναίκα του αυτοκράτορα ήταν εξαδέρφη του Αγίου Θεοδώρου, είχε λοιπόν κάθε λόγο να αποσκοπεί σε προσωπικά οφέλη αν τηρούσε στάση σιωπής.
Επισημαίνουμε ότι η διακοπή μνημοσύνου έγινε για ΜΗ δογματικό θέμα. Και Δεν είχε ακόμη καταδικαστεί ως αίρεση από "Σύνοδο"
Τι γίνεται όμως σήμερα; Ομολογούμε ή σιωπούμε;

Τελικά ποιος λέει την αλήθεια; 
ο Χριστός ή η Σύνοδος που "κατ οικονομίαν" επιτρέπει μέχρι 3 γάμους (και ισάριθμα διαζύγια;)

Την απάντηση θα δείτε στο βίντεο που ακολουθεί. Γιατί έφτασε η ώρα να μάθουμε την αλήθεια:



Ιστολόγιο "Ο Παιδαγωγός"

Πηγή βίντεο

Οἱ θέσεις τοῦ Ἁγίου εἶναι σαφεῖς: ἀπαιτεῖται ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ ὁποιαδήποτε αἵρεση ἢ αἱρετικὸ ἔρχεται σὲ σαφῆ ἀντίθεση μὲ τὶς Ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, εἴτε ἡ συγκεκριμένη αἵρεση ἔχει καταδικαστεῖ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, εἴτε ὄχι.


Παράδειγμα ἡ Διακοπὴ μνημοσύνου (στὴν ὁποία προέβη ὁ Ὅσιος Θεόδωρος) τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν Ταρασίου καὶ Νικηφόρου, οἱ ὁποῖοι γιὰ λόγους «οἰκονομίας» 
ἐπικοινώνησαν μὲ ἐκείνους ποὺ ἐξέφραζαν τὴν μοιχειανή αἵρεση. 
Τὸ πρόβλημα ἔληξε ἀργότερα, μὲ δικαίωση τῶν ἁγιοπατερικῶν θέσεων ποὺ ὑποστήριξε ὁ ὅσιος Θεόδωρος.

Ὑπ’ ὄψιν ὅτι ἡ μοιχειανὴ αἵρεση δὲν εἶχε καταδικαστεῖ ἀπὸ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ὅπως ἡ Εἰκονομαχία. Ὁ Ὅσιος ἀποτειχίστηκε καὶ ἀπὸ τὴν μία αἵρεση καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, (ἀσχέτως ἂν ἡ μία εἶχε καταδικασθεῖ καὶ ἡ ἄλλη δὲν εἶχε καταδικασθεῖ), καὶ δὲν περίμενε 100 χρόνια, μήπως κάποια Σύνοδος ἀποφασίσει τὴν καταδίκη τῆς αἱρέσεως (ὅπως συμβαίνει σήμερα μὲ τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ). 

Τὸ αὐτὸ προέτρεπε νὰ κάνουν καὶ οἱ ἄλλοι.

Ο Όσιος Μάξιμος ο Ομολογητής, και η αποτείχιση του



ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ

Διάλογος με τον Θεοδόσιο, τον επίσκοπο Καισαρείας Βιθυνίας,
κατά την πρώτη του εξορία στο φρούριο της Βιζύης της Θράκης.

Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, μέγας θεολόγος και Πατήρ της Εκκλησίας,ωμολόγησε την Ορθόδο­ξο Πίστι σε μία εποχή που παρουσιάζει πολλές ο­μοιότητες με την ιδική μας…

Η πολιτική των τότε αυ­τοκρατόρων απέβλεπε σε πολιτικοκοινωνικές ενοποιήσεις σαν τις σημερινές. Ως πρόσφορο μέσον για την πραγματοποίησί τους θεωρήθηκε η υποστήριξις της αιρέσεως του Μονοθελητισμού. Είχαν χρησιμοποιη­θή και εκκλησιαστικοί άνδρες, οι οποίοι υποστήριζαν την αίρεσι χάριν των κοσμικών αυτών σκοπιμοτήτων.

Είχαν πιστεύσει ότι ασκούν τάχα κάποια εκκλησια­στική οικονομία. Δυστυχώς, όλοι σχεδόν οι πατριαρ­χικοί θρόνοι είχαν πέσει στην αίρεσι του Μονοθελη­τισμού. Η Ορθόδοξος Πίστις ζούσε μόνο στην συνεί­δησι του πιστού λαού και εκφραζόταν με το στόμα των ελαχίστων Ομολογητών, οι οποίοι την εστερέω­σαν με το μαρτύριό τους.

Την εποχή αυτή ο άγιος Μάξιμος είχε διαδραμα­τίσει πρωτεύοντα ρόλο για την συγκρότησι της ορθο­δόξου τοπικής Συνόδου της Ρώμης (649), η οποία κα­τεδίκασε τον Μονοθελητισμό. Για τον λόγο αυτό ευρίσκεται εξόριστος στην Βιζύη της Θράκης.

Έχει διακόψει την εκκλησιαστική κοινωνία με τους πα­τριαρχικούς θρόνους της Ανατολής, επειδή έχουν εκ­πέσει στην αίρεσι…

Η αναφορά του είναι στην ορθο­δοξούσα τότε Ρώμη και στον Ομολογητή άγιο Πάπα Μαρτίνο.

Με σκοπό να μεταβάλλουν την γνώμη του και να τον προσεταιρισθούν, ο επίσκοπος Θεοδόσιος και οι αυτοκρατορικοί απεσταλμένοι τον επισκέπτονται στην Βιζύη και διεξάγουν τον κατωτέρω διάλογο…

Ο Άγιος με αταλάντευτη σταθερότητα διακρίνει την αλήθεια από την αίρεσι, το φως από το σκότος, και με γνώμονα την διδασκαλία των αγίων Αποστόλων και Πατέρων ανασκευάζει τα επιχειρήματα των μονοθελη­τών συνομιλητών του.

Είναι συγκινητική η ταπείνω­σις του Αγίου που συνοδεύει όλες τους τις εκφράσεις και κινήσεις, ακόμη και την ώρα που η αδικία εναντίον του είναι κατάφωρη. Προφανώς, ο φόβος του Θεού, η σταθερή ομολογία και η αληθινή ταπείνωσις συνιστούν το ιερό τρίπτυχο που χαρακτηρίζει κάθε Ορθόδοξο ομολογία.

Ο διάλογος του αγίου Μαξίμου στον τόπο της εξορίας του με τους συγκλητικούς άρχοντες και με τους επισκόπους της Κωνσταντινουπόλεως είναι ένα κλασικό πλέον κείμενο, στο οποίο φανερώνει τις γνή­σια Ορθόδοξες και εκκλησιαστικές προϋποθέσεις του Αγίου και τις αιρετικές και κοσμικές αντίστοιχα των συνομιλητών του.

Παραθέτουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα από αυτόν τον διάλογο, επειδή πιστεύουμε ότι θα βοηθή­ση τον λαό του Θεού να αντιληφθή ποιοι είναι σε κά­θε εποχή οι εκφρασταί της Πίστεώς του.

Αλλά και να δώσουμε αφορμές θεολογικής αυτοκριτικής σε όσους λόγω της εκκλησιαστικής τους ευθύνης ευρίσκονται μπροστά σε προφανή κίνδυνο να αθετήσουν και σήμε­ρα την ακρίβεια της αγίας Ορθοδόξου Πίστεως λόγω άλλων σκοπιμοτήτων.

Στις 24 του μηνός Αυγούστου, της 14ης επινεμή­σεως που μόλις τώρα πέρασε, επισκέφθηκε τον αββά Μάξιμο στον τόπο της εξορίας του, δηλαδή στο κά­στρο της Βιζύης, ο προρρηθείς επίσκοπος Θεοδόσιος, σταλμένος όπως είπε από τον ίδιο τον πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως Πέτρο.

Και μαζί του οι ύπατοι Παύλος και Θεοδόσιος, σταλμένοι όπως είπαν κι αυ­τοί από τον βασιλέα. Είχαν μαζί τους, καθώς φαίνε­ται, και τον επίσκοπο Βιζύης. Και λέγει ο Θεοδόσιος ο Επίσκοπος:

ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ: Παρακαλούν μέσω ημών ο βασι­λεύς και ο πατριάρχης, να μάθουν από σέναποια εί­ναι η αιτία που δεν έχεις κοινωνία με τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως.

ΜΑΞΙΜΟΣ: Γνωρίζετε τις καινοτομίες που έγιναν από την επινέμησι του περασμένου κύκλου, οι όποίες άρχισαν από την Αλεξάνδρεια με τα εννέα κεφάλαια που εξέθεσε ο Κύρος, αυτός που δεν ξέρω πως έγινε πατριάρχης της πόλεως εκείνης, και που επικυρώθη­καν από τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Γνωρί­ζετε επίσης και τις άλλες αλλοιώσεις, τις προσθήκες και τις αφαιρέσεις, που έγιναν συνοδικά από τους προεδρεύσαντας στην Εκκλησία των Βυζαντινών. Εν­νοώ τον Σέργιο, τον Πύρρο και τον Παύλο. Και αυτές τις καινοτομίες τις γνωρίζει όλη η οικουμένη. Γι’ αυ­τήν την αιτία δεν έχω κοινωνία, ο δούλος σας, με την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Ας αρθούν τα εμπόδια που μπήκαν από τους παραπάνω άνδρες, και μαζί μ’ αυτά κι αυτοί που τάβαλαν, όπως είπε ο Θεός: «και τους λίθους εκ της οδού διαρρίψατε» (Ιερεμ. 50, 26). Έτσι, βρίσκοντας την οδό του Ευαγγελίου όπως ήταν πρώτα, λεία και ομαλή και ελεύθερη από κάθε α­κανθώδη αιρετική κακία, θα την βαδίζω χωρίς να μου χρειάζεται καμμία ανθρώπινη προτροπή. Μέχρις ότου όμως οι πατριάρχαι της Κωνσταντινουπόλεως καυχώ­νται για τα τεθέντα εμπόδια και γι’ αυτούς που τα έβα­λαν, δεν υπάρχει κανένας λόγος ή τρόπος που να με πείση να έχω κοινωνία με αυτούς.

ΘΕΟΔ.: Μα τι κακό λοιπόν ομολογούμε, ώστε να χωρισθής από την κοινωνία μαζί μας;

ΜΑΞΙΜΟΣ: Επειδή λέγετε ότι ο Θεός και Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός έχει μία ενέργεια της Θεότητος και ανθρωπότητός του. Έτσι συγχέετε τον λόγο της θεολογίας με τον λόγο της οικονομίας.
Και πάλι, υιοθετώντας άλλη καινοτομία, αφαιρεί­τε εξ ολοκλήρου όλα τα γνωριστικά και συστατικά (στοιχεία) της θεότητος και ανθρωπότητος του Χρι­στού, θεσπίζοντας με νόμους και τύπους, ότι δεν πρέ­πει να λέγεται γι’ Αυτόν, ούτε μία ούτε δύο θελήσεις ή ενέργειες. Αυτό είναι πράγμα ανυπόστατο, διότι οι άγιοι Πατέρες μας διδάσκουν μεγαλοφώνως ότι: «Αυτό που δεν έχει καμμιά δύναμι, ούτε υπάρχει ούτε είναι κάτι ούτε έχει καμμία εντελώς θέσι».

ΘΕΟΔ.: Μη παίρνης σαν κύριο δόγμα, αυτό που γίνεται από οικονομία.

ΜΑΞΙΜΟΣ: Αν δεν είναι κύριο δόγμα για όσους το δέ­χονται, για ποιο λόγο με παραδώσατε ανέντιμα σε βάρβαρα και άθεα έθνη; Για ποιο λόγο καταδικάσθη­κα να μένω στη Βιζύη, και οι σύνδουλοί μου, ο ένας στην Πέρβερι κι ο άλλος στην Μεσήμβρια;
Και ποιος πιστός δέχεται την οικονομία που κάνει να σιγήσουν τα λόγια, τα οποία οικονόμησε ο των όλων Θεός να ειπωθούν από τους αποστόλους και τους προφήτας και διδασκάλους; Κι ας ιδούμε, μεγάλε κύ­ριε, σε ποιο κακό καταλήγει το θέμα αυτό, αν το καλο­εξετάσουμε. Διότι ο Θεός έβαλε στην Εκκλησία, πρώ­τον μεν τους αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, για να καταρτίζωνται οι πιστοί, λέγοντας στο Ευαγγέλιο προς τους αποστόλους και μέσω αυτών προς τους μεταγενεστέρους «Ο υμίν λέγω, πάσι λέ­γω», και πάλι «ο δεχόμενος υμάς εμέ δέχεται, και ο α­θετών υμάς, εμέ αθετεί». Είναι λοιπόν φανερό και ανα­ντίρρητο, ότι αυτός που δεν δέχεται τους αποστόλους και τους προφήτας και διδασκάλους και δεν υπολογί­ζει τα λόγια τους, δεν υπολογίζει τον ίδιο το Χριστό.
Ας εξετάσουμε δε και κάτι άλλο. Ο Θεός διάλεξε και κατέστησε αποστόλους, προφήτας και διδασκά­λους, προς τον καταρτισμό των πιστών. Αντίθετα, ο διάβολος διάλεξε και ξεσήκωσε ψευδαποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκάλους, για να πολε­μηθή και ο παλαιός νόμος και ο ευαγγελικός. Μονα­δικούς δε ψευδαποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκάλους εννοώ τους αιρετικούς, των ο­ποίων είναι διεστραμμένοι οι λόγοι και οι λογισμοί. Όπως ακριβώς λοιπόν αυτός που δέχεται τους αληθι­νούς αποστόλους και προφήτας και διδασκάλους, δέ­χεται τον Θεό, έτσι και αυτός που δέχεται τους ψευδα­ποστόλους και ψευδοπροφήτας και ψευδοδιδασκά­λους, δέχεται τον διάβολο. Αυτός λοιπόν που βάζει τους αγίους μαζί με τους βδελυρούς και ακαθάρτους αιρετικούς (δεχθήτε τα λόγια μου, λέγω την αλήθεια), προφανώς βάζει στην ίδια μοίρα τον Θεό μαζί με τον διάβολο.
Αν λοιπόν εξετάζοντας τις καινοτομίες που έγι­ναν τώρα στα χρόνια μας, τις βρίσκουμε να έχουν κα­ταντήσει σ’ αυτό το πιο ακραίο κακό, προσέξτε μή­πως, ενώ προφασιζόμαστε την ειρήνη, βρεθούμε να νοσούμε και να κηρύττουμε την αποστασία, η οποία θα είναι, κατά τον θείο απόστολο, πρόδρομος της πα­ρουσίας του Αντιχρίστου. Αυτά σας τα είπα χωρίς κανένα δισταγμό, κύριοί μου, για να λυπηθήτε τους ε­αυτούς σας κι εμάς.
Με συμβουλεύετε επίσης να έλθω να κοινωνήσω με την Εκκλησία στην οποία τέτοια κηρύσσονται, ε­νώ έχω άλλα γραμμένα στο βιβλίο της καρδιάς μου, και να γίνω κοινωνός μ’ αυτούς που νομίζουν ότι στρέφονται εναντίον του διαβόλου με την βοήθεια του Θεού, ενώ στην πραγματικότητα στρέφονται ενα­ντίον του Θεού; Να μη δώση Ο Θεός, που γεννήθηκε για μένα χωρίς αμαρτία!

Και αφού τους έβαλε μετάνοια, είπε:

ΜΑΞΙΜΟΣ: Οτιδήποτε έχετε διαταγή να κάνετε στο δούλο σας, σας λέγω κάμετέ το. Εγώ πάντως ουδέπο­τε θα γίνω συγκοινωνός μ’ αυτούς που δέχονται αυτές τις καινοτομίες.
Μόλις τα άκουσαν εκείνοι αυτά, πάγωσαν. Έβαλαν κάτω τα κεφάλια τους και εσιώπησαν για αρκετή ώρα. Σήκωσε κάποια στιγμή το κεφάλι του ο επίσκοπος Θεοδόσιος, κύτταξε προς τον αββά Μάξιμο και είπε:

ΘΕΟΔ.: Σου λέμε λοιπόν εμείς πως, εάν εσύ κοι­νωνήσης, ο δεσπότης μας ο βασιλεύς θα ελαφρύνη τον Τύπο.


ΜΑΞΙΜΟΣ: Η απόστασις που μας χωρίζει είναι ακόμη μεγάλη. Τι θα κάνουμε με το δόγμα του ενός θελήμα­τος που επικυρώθηκε συνοδικά από τον Σέργιο και τον Πύρρο για την αναίρεσι κάθε ενέργειας;

ΘΕΟΔ.: Εκεινο το χαρτί καταστράφηκε και αχρη­στεύθηκε.

ΜΑΞΙΜΟΣ: Το έσβησαν από τους πέτρινους τοίχους, όχι όμως κι από τις νοερές ψυχές. Ας δεχθούν την καταδίκη του που έγινε συνοδικά στην Ρώμη με ευσε­βή δόγματα και κανόνες, και τότε θα λυθή το μεσότοι­χο και δεν θάχουμε ανάγκη από συμβουλές.

ΘΕΟΔ.: Δεν έχει ισχύ η σύνοδος της Ρώμης, γιατί έγινε χωρίς την διαταγή του βασιλέως.

ΜΑΞΙΜΟΣ: Αν οι διαταγές των βασιλέων δίνουν κύ­ρος στις προγενέστερες συνόδους και όχι η ευσεβής πίστις, ας δεχθούν και τις συνόδους που έγιναν ενα­ντίον του ομοουσίου, μια και έγιναν με εντολή των βασιλέων. Και ποιος κανόνας ορίζει να είναι έγκυρες μόνο εκείνες οι σύνοδοι που συνεκλήθησαν με εντολή βασιλέως ή οπωσδήποτε όλες οι σύνοδοι να συγ­καλούνται κατόπιν βασιλικής διαταγής; Ο ευσεβής κανών της Εκκλησίας γνωρίζει ως άγιες και έγκυρες εκείνες τις συνόδους, τις οποίες διακρίνει η ορθότης των δογμάτων.

ΘΕΟΔ.: Όπως τα λες είναι. η ορθότης των δογμά­των δίνει κύρος στις συνόδους. Τι λοιπόν; Δεν πρέπει καθόλου να λέμε μία ενέργεια στον Χριστό;

ΜΑΞΙΜΟΣ: Σύμφωνα με την αγία Γραφή και τους α­γίους Πατέρας τίποτα τέτοιο δεν παρελάβαμε να λέμε. Αλλά, όπως ακριβώς παρελάβαμε να πιστεύωμε για το Χριστό δύο φύσεις, αυτές από τις οποίες απαρτίζε­ται, έτσι μας επετράπη να πιστεύω με και να ομολογούμε και τις φυσικές Του θελήσεις και ενέργειες που υπάρχουν καταλλήλως σ’ αυτόν, αφού αυτός ο ίδιος είναι εκ φύσεως Θεός μαζί και άνθρωπος.

ΘΕΟΔ.: Πράγματι, κύριε, και εμείς ομολογούμε και τις φύσεις και τις διάφορες ενέργειες, δηλαδή και την θεία και την ανθρωπίνη. και ότι η θεότης του εί­ναι θελητική και η ανθρωπότης του θελητική. επειδή η ψυχή του δεν ήταν χωρίς θέλησι. Αλλά για να μη χάνουμε τον καιρό μας εδώ, ό,τι κι αν είπαν οι Πατέ­ρες το ομολογώ, και μάλιστα το κάνω και εγγράφως (δηλαδή), δύο φύσεις και δύο θελήματα και δύο ενέρ­γειες. Έλα λοιπόν να κοινωνήσης μαζί μας και να γί­νη η ένωσις.

ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, δεν τολμώ να δεχθώ εγώ έγγρα­φη συγκατάθεσι από σας γι’ αυτό το πράγμα, διότι εί­μαι απλός μοναχός. Αν όμως ο Θεός σας έφερε σε κα­τάνυξι, ώστε να δεχθήτε τους λόγους των αγίων Πατέ­ρων, να ενεργήσετε όπως απαιτούν οι κανόνες. Να στείλετε, δηλαδή, περί τούτου έγγραφο προς τον επί­σκοπο Ρώμης, ο βασιλεύς και ο Πατριάρχης και η πε­ρί αυτόν σύνοδος. Εγώ πάντως ούτε κι αν γίνουν αυ­τά θα κοινωνήσω, επειδή οι αναθεματισθέντες αναφέ­ρονται στην αγία αναφορά. Διότι φοβάμαι το κατά­κριμα του αναθέματος.

ΘΕΟΔ.: Ο Θεός γνωρίζει ότι δεν σε κατηγορώ που φοβάσαι, αλλά ούτε και κανένας άλλος. Για το ό­νομα όμως του Κυρίου, πες μας την γνώμη σου, εάν είναι δυνατόν να γίνη αυτό (δηλ. να αρθή το ανάθεμα ήδη αποθανόντος αιρετικού).

ΜΑΞΙΜΟΣ: Ποια γνώμη μπορώ να σας δώσω γι’ αυτό; Πηγαίνετε, ψάξτε να βρήτε αν ποτέ έχει γίνει κάτι τέ­τοιο και ελευθερώθηκε κανείς μετά θάνατον από το έγκλημα για την πίστι, κι από το κατάκριμα που έχει εξαγορευθή εναντίον του. Πρέπει να καταδεχθούν ο βασιλεύς και ο Πατριάρχης να μιμηθούν την συγκα­τάβασι του Θεού. και ο μεν να κάνει παρακλητική κέ­λευσι, ο δε συνοδική δέησι προς τον πάπα της Ρώμης. Χωρίς αμφιβολία, αν βρεθή κάποιος τρόπος εκκλη­σιαστικός που να το επιτρέπη αυτό για την σωστή ομολογία της πίστεως, θα συμφωνήση περί αυτού μαζί σας.

ΘΕΟΔ.: Αυτό θα γίνη οπωσδήποτε. αλλά δος μου τον λόγο σου ότι, εάν στείλουν εμένα, θα έλθης μαζί μου.

ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, σου είναι πιο συμφέρον να πά­ρης μαζί σου τον σύνδουλό μου που είναι στη Μεσημ­βρία, παρά εμένα. Εκείνος και την γλώσσα γνωρίζει και τον σέβονται πολύ, μια και τόσα χρόνια τιμωρεί­ται για τον Θεό και για την ορθή πίστι που κρατεί ο θρόνος τους.

ΘΕΟΔ.: Έχουμε μεταξύ μας κάτι μικροδιαφορές, και δεν μου είναι τόσο ευχάριστο να πάω μαζί του.

ΜΑΞΙΜΟΣ: Δέσποτα, αφού νομίζετε ότι πρέπει να γίνη αυτό, ας γίνη όπως αποφασίζετε. εγώ σας ακολουθώ όπου θέλετε.

Μετά από αυτό σηκώθηκαν όλοι επάνω χα­ρούμενοι και με δάκρυα στα μάτια. Έβαλαν με­τάνοια και έγινε προσευχή. Και κάθε ένας τους ασπάσθηκε τα άγια Ευαγγέλια, και τον Τίμιο Σταυρό, και την εικόνα του Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, και της Δεσποίνης ημών Παναγίας Θεοτόκου της Μητέρας Του, αφού έ­βαλαν επάνω και τα χέρια τους προς βεβαίωσι των συμφωνηθέντων. Αφού ειπώθηκαν αυτά, ό­ταν ασπάζονταν μεταξύ τους είπε ο ύπατος Θεο­δόσιος:

ΘΕΟΔ.: Να λοιπόν, έγιναν όλα καλά. Άρα γε θα καταδεχθή ο βασιλεύς να κάνη παρακλητική κέλευσι;

ΜΑΞΙΜΟΣ: Οπωσδήποτε θα κάνη, εάν θέλη να είναι μιμητής του Θεού και να ταπεινωθή μαζί Του για την κοινή σωτηρία όλων μας. Ας αναλογισθή ότι, αφού ο Θεός που φύσει σώζει, δεν μας έσωσε παρά αφού με την θέλησί Του ταπεινώθηκε, πώς ο φύσει σωζόμενος άνθρωπος θα σωθή ή θα σώση χωρίς να ταπεινωθή;

Μετά δε την αναχώρησι των παραπάνω αν­δρών, στις 8 του μηνός Σεπτεμβρίου της παρού­σης 15ης ινδικτιώνος, πήγε πάλι ο ύπατος Παύ­λος στη Βιζύη προς τον αββά Μάξιμο, έχοντας μαζί του διαταγή που έλεγε τα εξής: «Παραγγέ­λομε στην ενδοξότητά σου να πας στη Βιζύη και να φέρης τον Μοναχό Μάξιμο με πολλή τιμή και περιποίησι, λόγω της μεγάλης του ηλικίας και της ασθενείας του, και διότι αυτός ανήκει στους προγόνους μας και τους έχει τιμήσει. Και να τον βάλης στο λαμπρό μοναστήρι του Αγίου Θεοδώρου, που βρίσκεται δίπλα στο Βασιλικό παλάτι». Αφού λοιπόν ο ύπατος τον πήρε και τον έβαλε στο προειρημένο μοναστήρι, πήγε να δώση ειδοποίησι.

Την επομένη ημέρα πήγαν προς αυτόν οι πα­τρίκιοι Επιφάνιος και Τρώιλος, με λαμπρό ντύ­σιμο και ύφος, καθώς και ο επίσκοπος Θεοδό­σιος. Συναντήθηκαν με αυτόν στο κατηχουμενείο της Εκκλησίας του ιδίου μοναστηριού. Αφού έγινε ο συνηθισμένος ασπασμός κάθησαν, υπο­χρεώνοντας κι αυτόν να καθήση. Και αρχίζοντας τον λόγο μαζί του ο Τρώιλος είπε:

ΤΡΩΙΛΟΣ: Ο αυτοκράτωρ μας διέταξε να έρθουμε και να σου ανακοινώσουμε την γνώμη που έχει η θεο­στήρικτη βασιλεία του. Αλλά πρώτα πες μας, θα κά­νης την διαταγή του βασιλέως ή δεν θα την κάνης;

Ο Μάξιμος είπε:

ΜΑΞΙΜΟΣ:Κύριε, να ακούσω τι διέταξε η ευσεβής του δύναμις και θά αποκριθώ κατάλληλα. γιατί προς κάτι το άγνωστο ποια απάντησι μπορώ να δώσω;

Ο Τρώιλος επέμενε λέγοντας:

ΤΡΩΙΛ.: Δεν πρόκειται να πούμε τίποτε, εάν δεν μας πης πρώτα, αν θα κάνης ή όχι την διαταγή του βασιλέως.

Και όταν τους είδε να αντιστέκωνται και λό­γω της καθυστερήσεώς του να βλέπουν πιο σκληρά και μαζί με τους συνακόλουθούς τους να αποκρίνωνται πιο άγρια, ενώ φάνταζαν τα περή­φανα στολίδια των αξιωμάτων τους, απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:

ΜΑΞΙΜΟΣ: Αφού δεν θέλετε να πήτε στον δούλο σας την απόφασι του κυρίου και βασιλέως μας, να λοιπόν σας λέω, κι ακούει ο Θεός και οι άγιοι άγγελοι και όλοι εσείς: οτιδήποτε με διατάξη για κάθε πράγμα που καταλύεται και καταστρέφεται σ’ αυτόν τον αιώνα, με προθυμία το κάνω.

Και αμέσως ο Τρώιλος είπε:

ΤΡΩΙΛ.: Συγχωρέστε με, αλλά εγώ φεύγω. γιατί αυτός τίποτε δεν πρόκειται να κάνη.

Και αφού έγινε πάρα πολύς θόρυβος και μεγάλη ταραχή και σύγχυσι, τους είπε ο επίσκοπος Θεοδόσιος:

ΘΕΟΔ.: Πείτε του την διαταγή και θα μάθετε την απάντησί του. Διότι, δεν είναι λογικό να φύγουμε, χω­ρίς να πούμε και να ακούσουμε τίποτε.

Τότε ο πατρίκιος Επιφάνιος είπε:

ΕΠΙΦ.: Αυτό σου δηλώνει με μας ο βασιλεύς: «Ε­πειδή η Δύσις και όσοι διαστρέφουν (τα πράγματα) στην Ανατολή αποβλέπουν σε σένα, κι όλοι εξ αιτίας σου ξεσηκώνονται μη θέλοντας να συμφωνήσουν μαζί μας για την πίστι, είθε να σε κατανύξη ο Θεός να κοινωνήσης μαζί μας βάσει του Τύπου που εκθέσαμε. Θα βγούμε τότε εμείς οι ίδιοι στη Χαλκή (πύλη) και θα σε ασπασθούμε, θα σου δώσουμε το χέρι και με κάθε τιμή και δόξα θα σε βάλουμε στην μεγάλη Εκκλησία. Θα στέκεσαι μαζί μας στο μέρος που συνηθίζουν να στέκωνται οι βασιλείς. Θα κάνουμε τότε και την σύ­ναξι (Θ. Λειτουργία) και θα κοινωνήσουμε τα άχρα­ντα και ζωοποιά μυστήρια, το ζωοποιό σώμα και αίμα του Χριστού.Θα σε ανακηρύξουμε πατέρα μας. και θα γίνη χαρά όχι μόνο στην φιλόχριστη και βασιλική μας πόλι, αλλά και σ’ όλη την οικουμένη. Γιατί γνω­ρίζουμε πολύ καλά ότι, εάν εσύ κοινωνήσης με τον ε­δώ άγιο θρόνο, όλοι θα ενωθούν μαζί μας, αυτοί που εξ αιτίας σου και εξ αιτίας της διδασκαλίας σου απο­σχίσθηκαν από την κοινωνία με μας».

Γυρίζοντας τότε προς τον επίσκοπο ο αββάς Μάξιμος του είπε με δάκρυα στα μάτια:

ΜΑΞΙΜΟΣ: Μεγάλε κύριε, όλοι περιμένουμε ημέρα κρίσεως.Αληθινά, ούτε όλη η δύναμι των ουρανών δεν θα με πείση να το κάνω αυτό. Γιατί, τι θα έχω να απολογηθώ -δεν λέω στο Θεό, αλλά στην συνείδησί μου-, αν για την δόξα των ανθρώπων, που μόνη της δεν έχει καμμιά οντότητα, γίνω εξωμότης της πίστεως που σώζει αυτούς που την υπερασπίζονται;

Όταν άκουσαν τα λόγια αυτά, σηκώθηκαν ό­λοι επάνω και γεμάτοι θυμό τον έσπρωξαν, τον τράβηξαν και τον έρριξαν κάτω. Τον γέμισαν μά­λιστα από το κεφάλι ως τα νύχια με φτυσίματα, που η δυσωδία τους παρέμεινε μέχρις ότου πλύ­θηκαν τα ρούχα του. Σηκώθηκε τότε και ο επί­σκοπος και είπε:

ΘΕΟΔ.: Δεν έπρεπε να το κάνετε αυτό. Έπρεπε να ακούσωμε μόνο την απάντησί του και να την αναφέ­ρωμε στον αγαθό μας βασιλέα. Μόλις τους έπεισε ο επίσκοπος να ησυχά­σουν, κάθησαν πάλι. Με θυμό όμως και αγριότη­τα του είπαν μύριες βρισιές και ακατανόμαστες κατάρες.

Τότε του είπε ο Επιφάνιος:

ΕΠΙΦ.: Πες μας λοιπόν κάκιστε λαίμαργε γέρο, μας είπες αυτά τα λόγια θεωρώντας ως αιρετικούς ε­μάς και την πόλι μας και τον βασιλέα; Αληθινά, είμα­στε περισσότερο Χριστιανοί και ορθόδοξοι από σένα. Και ομολογούμε ότι ο Κύριός μας και Θεός έχει και θεϊκή και ανθρώπινη θέλησι και νοερή ψυχή. και ότι κάθε νοερή φύσι οπωσδήποτε έχει εκ φύσεως το θέ­λειν και το ενεργείν, επειδή ίδιον της ζωής είναι η κί­νησις και ίδιον του νοός η θέλησις. Και γνωρίζουμε ότι είναι θελητικός, όχι μόνο κατά την θεότητα, αλλά και κατά την ανθρωπότητα. Δεν αρνούμαστε επίσης και τις δύο θελήσεις του και ενέργειες.

Και απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:

ΜΑΞΙΜΟΣ: Εάν πιστεύετε έτσι, όπως πιστεύουν οι νο­ερές φύσεις και η Εκκλησία του Θεού, πώς εσείς με αναγκάζετε να κοινωνήσω με τον Τύπο, που μόνο την αναίρεσι αυτών έχει;

ΕΠΙΦ.: Αυτό έγινε για οικονομία, για να μη ζημιωθούν οι λαοί μας με τέτοιες λεπτολογίες.

Και απαντώντας ο αββάς Μάξιμος είπε:
ΜΑΞΙΜΟΣ: Συμβαίνει το αντίθετο. κάθε άνθρωπος α­γιάζεται με την ακριβή ομολογία της πίστεως, και όχι με την αναίρεσι που βρίσκεται στον Τύπο.

Και είπε ο Τρώιλος:

ΤΡΩΙΛ.: Και στο παλάτι σου είπαμε, ότι (ο Τύ­πος) δεν ανήρεσε τίποτε, αλλά διέταξε να κατασιγά­σουν (οι διϊστάμενες απόψεις) για να ειρηνεύσουμε ό­λοι.

Και απαντώντας πάλι ο αββάς Μάξιμος είπε:

ΜΑΞΙΜΟΣ: Η σιωπή των λόγων είναι αναίρεσις των λόγων. Λέγει το Άγιον Πνεύμα μέσω του Προφήτου Δαβίδ: «Ουκ εισί λαλιαί, ουδέ λόγοι, ων ουχί ακούονται αι φωναί αυτών». Άρα λοιπόν ο λόγος που δεν λέγεται, δεν είναι καν λόγος.

Και είπε ο Τρώιλος:

ΤΡΩΙΛ.: Στην καρδιά σου να έχης ό,τι θέλεις, δεν σε εμποδίζει κανείς.

Ο αββάς Μάξιμος απήντησε:

ΜΑΞΙΜΟΣ: Ο Θεός δεν περιώρισε στην καρδιά όλη την σωτηρία, αλλά είπε: «Ο ομολογών με έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω αυτόν έμπροσθεν του Πα­τρός μου του εν ουρανοίς». Και ο θείος Απόστολος διδάσκει ως εξής: «Kαρδία μεν πιστεύεται εις δικαιο­σύνην. στόματι δε ομολογείται εις σωτηρίαν». Αν λοιπόν ο Θεός και οι προφήται και οι απόστολοι του Θεού προτρέπουν να ομολογήται με τους λόγους των Αγίων το μυστήριο, το μεγάλο και φρικτό και σωτή­ριο για όλο τον κόσμο, δεν πρέπει να σιωπήση με κα­νένα τρόπο η φωνή που κηρύττει αυτό, για να μη κιν­δυνεύση η σωτηρία των σιωπώντων.

Και απαντώντας ο Επιφάνιος με πολύ άγριο τρόπο είπε:

ΕΠΙΦ.: Υπέγραψες στον λίβελλο;

Και είπε ο αββάς Μάξιμος:

ΜΑΞΙΜΟΣ: Ναι υπέγραψα.

ΕΠΙΦ.: Και πώς τόλμησες να υπογράψης και να αναθεματίσης αυτούς που ομολογούν και πιστεύουν ό­πως οι νοερές φύσεις και η καθολική Εκκλησία; Α­ληθινά με δική μου πρότασι θα σε πάμε στην πόλι, θα σε στήσουμε δεμένο στην αγορά και θα φέρουμε τους μίμους, άνδρες και γυναίκες, και τις πιο διάσημες πόρνες και όλο το λαό, για να χτυπήση και φτύση κα­θένας και καθεμιά τους το πρόσωπό σου.

Απαντώντας σ’ αυτά ο αββάς Μάξιμος είπε:

ΜΑΞΙΜΟΣ: Ας γίνη όπως είπατε, εάν αναθεματίσαμε αυτούς που ομολογούν ότι ο Κύριος έχει δύο φύσεις, και τις κατάλληλες σ’ αυτόν δύο φυσικές θελήσεις και ενέργειες, και ότι είναι εκ φύσεως αληθινός Θεός και άνθρωπος. Διάβασε, δέσποτα, τα πρακτικά και τον λίβελλο, και εάν βρήτε αυτά που είπατε, κάμετε ό,τι σκέπτεσθε.

Μετά από αυτά τον ωδήγησαν στην Κωνσταντι­νούπολι και έβγαλαν απόφασι εναντίον τους. Ανεθε­μάτισαν και κατεδίκασαν τον εν αγίοις Μάξιμο, τον μακάριο μαθητή του Αναστάσιο, τον αγιώτατο πάπα Μαρτίνο, τον άγιο Σωφρόνιο πατριάρχη Ιεροσολύ­μων, και όλους τους ορθοδόξους και ομοφρονούντας μ’ αυτούς.

Έπειτα έφεραν και τον άλλο μακάριο Αναστάσιο. Αφού χρησιμοποίησαν και γι’ αυτόν τα ίδια αναθέματα και βρισιές, τους παρέδωσαν στους άρχο­ντες λέγοντας:
Αποφασίζουμε να σας παραλάβη αμέ­σως ο πανεύφημος έπαρχός μας, που είναι δω, στο πο­λυάνθρωπο ανάκτορό του. Να σας χτυπήση με νεύρα στα μετάφρενα (τον Μάξιμο, Αναστάσιο και Αναστά­σιο), και να αποκόψη από την ρίζα το όργανο της ακολασίας σας, δηλαδή την βλάσφημη γλώσσα σας, του Μαξίμου, Αναστασίου και Αναστασίου. Στη συ­νέχεια να κόψη με σιδερένιο μαχαίρι και την ταραχώ­δη δεξιά που υπηρέτησε τον βλάσφημο λογισμό σας. Μόλις δε σας αποστερήσουν αυτά τα βδελυκτά μέλη, να τα κρεμάσουν πάνω σας και να σας περιφέρουν στα δώδεκα τμήματα της βασιλίδος των πόλεων. Κατόπιν να σας παραδώση σε ισόβια εξoρία και ταυτόχρονα συνεχή φρούρησι, έτσι που συνεχώς και για όλο το χρόνο της ζωής σας να οδύρεσθε για τα βλάσφημα σφάλματά σας. Γιατί η κατάρα που εφεύρατε ε­ναντίον μας, επέπεσε πάνω στα κεφάλια σας.

Τότε λοιπόν τους πήρε ο έπαρχος και τους τιμώ­ρησε κόβοντας τα μέλη τους. Τέλος τους περιέφερε σ’ όλη την πόλι και τους εξώρισε στην Λαζική…
(Από το τεύχος 21 του έτους 1996 του περιοδικού Ο Ο­ΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ, σελίς 6-20).

ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ
(Διάλογος με τον Θεοδόσιο, επίσκοπο Καισαρείας Βιθυνίας.)