.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

GULAG στρατόπεδα συγκέντωσης των χριστιανών 1917-1942 [αφιερωμένο στους κουραμπιέδες χριστιανούς]



Tα βασανιστήρια στην αρχαία Εκκλησία είναι γνωστά, αλλά φαντάζουν εξωπραγματικές ιστορίες όταν διαβάζουμε τα συναξάρια.
Ας δούμε λοιπόν το πρόσφατο ολοκαύτωμα των χριστιανών μόλις πριν από 80 χρόνια με 100.000.000 εκτελεσεις σε Ρωσία - Κίνα.

Εκτός από τις εκτελέσεις και τα βασανιστήρια υπήρχαν και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης Γκουλάγκ [βλέπε βιβλιο του Νομπελίστα Αλεξάνδρου Σολτζενίσιν «το αρχιπέλαγος των Γκουλάγκ» ο οποιος έκανε 10 χρόνια ως τρόφιμος]



Εκτός από τα Γκουλάγκ υπήρχε και η εξορία στους πάγους. Εδώ λοιπόν θα αναφέρουμε μια ιστορία τηλεγραφικά:

Παράτησαν στην παγωμένη Σιβηρία μια κοινότητα χριστιανών, και τους άφησαν τρόφιμα για το επόμενο διάστημα, με την προϋπόθεση να υπογράψουν την παραλαβή τροφίμων.
Η απάντηση των χριστιανών ήταν: εμεις υπογραφή σε εσας ΔΕΝ βάζουμε.
Εφυγαν οι αθεοι κομμουνιστες και γύρισαν μετα από μια εβδομάδα με το στυλό στο χέρι. Τους λένε εκ νεου: υπογράψτε την παραλαβή τροφίμων για να ζήσετε.
Οι χριστιανοί απάντησαν: εμείς υπογραφή σε εσας δεν βάζουμε.
Εφυγαν οι μπολσεβίκοι και γύρισαν μετα από 15 μέρες.
Οι χριστιανοί ηταν ολοι νεκροί από την πεινα και το κρύο.


ΕΞΩ ΟΙ ΛΥΚΟΠΟΙΜΕΝΕΣ! Ο Χριστιανισμος βαλεται εκ των εσω. Ο σατα­νας εχει τοποθετησει τα οργανα του μεσα στο ι. θυσιαστηριο, βδελυγματα ερημωσεως. Ω σεις επισκοποι, ειστε φονιαδες, σφαζετε ψυχες «υπερ ων Χριστος απεθανε» (῾Ρωμ. 14,15· πρβλ. Α΄ Κορ. 8,11)

Γαλη (=γατα) – νυμφη

Ὁ Χριστιανισμός, ἀγαπητοί μου, ὅταν σταμά­τησαν οἱ διωγμοί, κηρύχθηκε ἐ­πίσημη θρη­σκεία τοῦ κράτους τὸ ἔτος 313 μ.Χ. καὶ σιγὰ – σι­γὰ ἡ πίστις πῆρε νὰ προοδεύῃ. 
Χτίζονται να­οί, βαπτίζονται καὶ ἀξιωματοῦ­χοι…. Ἀλλὰ ἡ ἐξωτερικὴ αὐ­τὴ ἄνεσι καὶ ἡ λαμπρότητα ἔγιναν πειρασμοὶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία. Ἄν­θρω­ποι ποὺ τὸν καιρὸ τῶν διωγμῶν ἔμειναν μακριά, τώρα, ὄχι ἀ­πὸ ἁγνὴ πίστι ἀλλ᾽ ἀπὸ ταπει­νὴ συμφεροντολογία, εἶπαν· Θὰ γίνουμε Χριστι­ανοί, ἀ­κόμα καὶ κληρικοί, γιὰ νὰ ζήσουμε.
Ἀλλ᾽ αὐτοὶ δὲν εἶχαν καμμιά σχέσι μὲ τὸν Θεῖο ἱδρυτὴ τῆς Ἐκκλησί­ας. 
Ἦ­ταν λύκοι μὲ ἔνδυμα προβάτου, ἔκαναν μεγάλη ζημιά. Οἱ εὐ­σεβεῖς σκαν­δαλίζονταν, οἱ ἄπιστοι χαί­ρον­ταν. Τὴν σκανδαλώ­­δη ζωή τους συ­ζητοῦσαν καὶ διακωμῳδοῦσαν στὰ θέατρα. Ὁ Χριστιανισμὸς ἐ­βάλλετο ἐκ τῶν ἔ­σω. Ὁ σατα­νᾶς εἶχε τοποθετήσει ὄργανά του μέ­σα στὸ ἱ. θυσιαστήριο, βδελύγματα ἐρημώσεως.

Ἀ­κούστηκαν διαμαρτυρίες· Ἔξω οἱ λυκο­ποι­μένες! Ὁ ἅγ. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἀ­π᾽ τὸ ἐρημητήριό του ἔρριξε κεραυνούς· Προσ­έχετε, ἐ­πίσκοποι, στὶς χειροτονίες! ἄν­θρωποι ἀδοκί­μαστοι δὲν πρέπει νὰ προάγωνται. Γιὰ νὰ γίνῃ κάποιος ὀρ­γανοπαίκτης ἀπαιτεῖται ἄσκησι, γιὰ νὰ γίνῃ ἀ­θλητὴς χρειάζεται προπόνησι, γιὰ νὰ γίνῃ καπετάνιος ναυτικὴ ἐκπαίδευσι, γιὰ νὰ γίνῃ στρατηγὸς γυμνά­σια καὶ μά­χες· καὶ γιὰ νὰ γίνῃ κληρικὸς καμμιά δοκιμασία; Ἀρκεῖ νὰ τὸ θελή­σῃ κάποιος, καὶ θὰ βρεθοῦν ἐ­πίσκοποι νὰ τὸν χειροτονήσουν. Ὦ σεῖς ἐ­πί­σκοποι, εἶστε φονιᾶ­δες, σφάζετε ψυχὲς «ὑ­πὲρ ὧν Χριστὸς ἀπέθανε» (῾Ρωμ. 14,15· πρβλ. Α΄ Κορ. 8,11)· γιὰ νὰ μὴ φέρετε λοιπὸν εὐθύνη γιὰ τέτοιους φόνους, σταθῆτε προσ­εκτικοὶ στὶς χειροτονίες. Καὶ γιὰ νὰ κάνῃ ζωηρότερη τὴν προτροπή του ὁ ἅγ. Γρηγόριος ἀ­ναφέρει τὸν ἀκόλουθο μῦθο τῆς γαλῆς (=γάτας).
Μιὰ γάτα, λέει, ἔγινε κάποτε νύφη. Στολισμέ­νη πήγαινε γιὰ τὴ στέψι. Ἀλλὰ ξαφνικά, πάνω στὴ σπουδαιότερη στιγμή, βλέπει ἀπὸ κάποια τρύ­­πα νὰ βγαίνῃ ἕνας ποντικός. Ἡ νύφη ἀναστα­τώ­νεται, τὸ ἔνστικτο τὴν κάνῃ νὰ ξεχάσῃ τὴν ἐ­πι­σημότητα καί, ὅπως εἶνε, μὲ τὰ πέπλα τῆς νυ­φι­κῆς στολῆς, ὁρμάει, χώνεται σὲ σχισμές, κυ­λιέ­ται, λασπώνεται, γιὰ νὰ συλλάβῃ τὸ θήραμα.
Μιὰ γάτα – νύφη· αὐτὴ εἶνε κατὰ τὸν Γρηγό­ριο τὸν θεολόγο ἡ εἰκόνα τοῦ νέου ἐκείνου ποὺ χωρὶς νὰ δοκιμασθῇ, χωρὶς νὰ ἐλεγχθῇ ἂν ἀπέ­βαλε τὸν «παλαιὸν ἄνθρωπον» (῾Ρωμ. 6,6. Ἐφ. 4,22. Κολ. 3,9), ὁδηγεῖται νὰ τελέσῃ τοὺς πνευματικοὺς γάμους του μὲ τὴν Ἐκκλησία, νὰ γίνῃ κληρικός.
Καὶ νάτον γίνεται. Μόλις ἔχει χειροτονηθῆ· ἀ­στρά­φτει ἡ ἱερατικὴ στολή. Ἀλλὰ κλάψτε τον! Ὁ νέος κληρικός, μὲ τὰ στιχάρια, τὰ ἐπικαλύμμαυχα, τὰ ἐγκόλπια καὶ τὶς μίτρες, ὅλη τὴ νυφι­κὴ στολὴ ποὺ τὸν ἔντυσε ἡ Ἐκ­κλησία, δὲν εἶνε τίποτε ἄλλο παρὰ ἕνας «παλαι­ὸς ἄν­θρω­­πος», μία γάτα. Εἶνε νὰ μὴ δῇ τὸν πον­τι­κό, τὸ ἀν­τικείμενο δηλαδὴ ἐκεῖνο, πρόσωπο ἢ πρᾶγμα, ποὺ θὰ ἐ­ρεθίσῃ τὸ πάθος ποὺ κρύβε­ται στὴν καρ­διά του. Τὸ εἶδε; ὁ ταλαίπωρος θὰ ζαλιστῇ, θὰ λησμονή­σῃ τοὺς φρικτοὺς ὅρκους, θὰ ὁρμήσῃ πρὸς ἱκα­νοποίησιν τοῦ πάθους του· καὶ ὁ λαός, ποὺ θὰ τὸν βλέπῃ νὰ κατρακυλᾷ στὰ βάραθρα τῆς ἀτιμίας, θὰ γε­λᾷ καὶ θὰ ἐλεεινολογῇ ἐκείνους ποὺ μὲ ἐλαφρὰ τὴ συνείδησι τὸν χειροτόνησαν· Μὰ δὲν τὸν βλέ­πατε; τόσο ἀνίδεοι ἀπὸ ψυχολογία εἶστε; ἦ­ταν γάτα, ἔτρωγε ποντίκια τῶν ὑπονόμων, κ᾽ ἐ­σεῖς θε­λήσατε νὰ τὸν παρουσιάσετε σὰν νύφη στὸν οἶ­κο τοῦ Κυρίου. Πόση εἶνε ἡ εὐ­θύνη σας!
Προσοχὴ στὶς χειροτονίες! αὐτὸ φω­νάζει στὰ ποιήματά του ὁ ἅγ. Γρηγόριος ὁ Θεο­λόγος, αὐ­τὸ ἐπαναλαμβάνουν καὶ οἱ ἄλλοι δύο ἱεράρχαι, ὁ Μ. Βασίλειος καὶ ὁ ἱ. Χρυσόστομος, ἑρμηνεύοντας τὸ θεόπνευστο ῥητὸ τοῦ ἀπ. Παύλου «Χεῖρας ταχέως μηδενὶ ἐπιτίθει, μηδὲ κοι­νώνει ἁμαρτίαις ἀλλοτρίαις» (Α΄ Τιμ. 5,22).
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἔλαβε μέτρα, γιὰ νὰ μὴ εἰσέρχωνται στὸ ἱ. θυσιαστήριο ἀνάξιοι ποὺ θὰ παίζουν τὴν κωμῳδία τῆς νύφης – γάτας. Σὲ τοπικὲς καὶ οἰκουμενικὲς Συνόδους ψήφισε ἱ. κανόνες, ὥρισε σωματικά, ἠθικὰ καὶ πνευματι­κὰ προσόντα ἐκείνων ποὺ θὰ χειροτονοῦνται. Κανένας νεόφυτος, ἀδοκίμαστος, ἀμύητος στὴν ὑψηλὴ θεωρία, νὰ μὴ εἰσέρχεται στὰ ἅγια τῶν ἁ­­γίων. Οἱ πατέρες, γνωρίζοντας τὴ φύσι τοῦ ἀνθρώ­που, πόσο ἡ νεανικὴ ἡλικία εἶνε ῥευστὴ μὲ μύρι­ες μεταπτώσεις, ὥρισαν ὡς κα­τώτερο ὅ­ριο ἡλικί­ας γιὰ μὲν τὸν διάκονο τὸ 25ο ἔτος συμ­πληρωμένο, γιὰ δὲ τὸν πρεσβύτε­ρο τὸ 30ὸ ἔτος. Καὶ τονίζουν ὅτι, καὶ ἂν ὑπάρχῃ κάποιος νέος ποὺ ἐμφανίζει ἐξαιρετι­κὰ ἠθικὰ προσόν­τα, νὰ μὴ χειροτονῆ­ται πρὶν τὰ κανονισμένα ὅρια ἡλικίας, ἀλλὰ νὰ περιμένῃ τὴν τελείωσι ποὺ φέρνει ὁ χρόνος.

Ἐάν, ἀγαπητοί μου, ζοῦσε σήμερα ὁ ἅγιος Γρηγόριος, τί θὰ ἔλεγε καὶ τί θὰ ἔγραφε;
Σήμερα, ποὺ τὸ κῦμα τῆς διαφθορᾶς παφλά­ζει, ποὺ καὶ γέροι παρασύρονται καὶ πέφτουν, ποὺ ἀμφισβητεῖται ἡ ἠθικὴ ὑπόστασι ὅλων λό­γῳ ἐξογκώσεως σκανδάλων, ποὺ οἱ ἐχθροὶ τῆς Ὀρθοδοξίας περιπατοῦν κύκλῳ, σήμερα ποὺ οἱ λεγεῶνες τοῦ ᾅδου βγῆ­καν γιὰ νὰ διαλύσουν τὸ πνευματικὸ οἰκοδόμημα, σήμερα ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀνάγκη ἀδαμαντίνων ψυχῶν, καὶ ἄρα χρει­άζεται μεγαλύτερη προσοχὴ στὶς χειροτονίες.
Καὶ ὅμως καμμία προσοχή. Ἱεράρχες, μὲ ἀβα­σάνιστες χειροτο­νίες, πλημμύρισαν τὴν Ἑλλάδα μὲ κληρικοὺς ἐκ τῶν ὁποίων ἄλλοι μὲν πέτα­ξαν τὰ ῥάσα καὶ ἐ­τράπησαν εἰς θήραν ποντι­κῶν, ἄλλοι δὲ φέρον­τας τὰ ῥάσα ἔγιναν δημιουργοὶ σκανδά­λων συν­­ταρακτικῶν. Ἐν τούτοις καμμία τιμωρία, καμμία ἐπίπληξι δὲν τοὺς ἐπιβλήθηκε. Τὰ κατσου­λάκια τῶν μητροπολιτικῶν αὐ­λῶν ἔγιναν νύφες, φόρεσαν στολὲς διακόνων, πρεσβυτέρων, ἀρχιμανδριτῶν, καὶ ὁ διάβολος ἄ­ναψε φωτιὰ μεγάλη στὴν Ἐκκλησία.
Χειροτονοῦνται ἄγαμοι διάκονοι νεαροὶ σπου­δασταὶ 22-23 ἐτῶν. Γιατί, παρακαλῶ, τέτοια βια­­σύνη; Μή­πως εἴμαστε σὲ καιρὸ διωγμοῦ, ἐσφά­γησαν ὅ­λοι οἱ κληρικοὶ κ᾽ εἶνε ἀπόλυτη ἀνάγ­κη νὰ ἐ­πανδρωθοῦν τὰ κενά; Μήπως οἱ νεαροὶ πρό­κειται νὰ πᾶνε σὲ χωριὰ τῆς παραμεθορίου ποὺ ἔχουν χρόνια νὰ δοῦν παπᾶ; ἢ μήπως κάποιος ἀπ᾽ αὐτοὺς θὰ γίνῃ ἐφημέριος λεπροκομείου σὲ κάποιο ἀπομονωμένο νησί;
Ἡ βιασύνη εἶνε γιὰ ν᾽ ἀποφύγουν τὴ στράτευσι καὶ τὴ θητεία. Δυστυχισμένα πλάσματα! δὲν σᾶς δίδαξε κανείς, ὅτι τὸ βάρος τῆς ἱερω­σύ­­νης εἶνε χίλιες φορὲς μεγαλύτερο κι ἀπ᾽ τὴν πιὸ δύσκολη στρατιωτικὴ θητεία; Δὲν σᾶς τόνισε κανείς, ὅτι ὑπάρχουν ἀπαγορευτικοὶ κα­νόνες – νόμοι τῆς Ἐκκλησίας κι ὅτι δὲν μπορεῖ­τε ἀ­­τιμωρητὶ νὰ ἐγκαινιάζετε τὴ σταδιοδρομία σας μὲ ἀντικανονικὲς πράξεις; Δὲν σᾶς εἶ­πε καν­εὶς γιὰ τοὺς πειρασμοὺς ποὺ θὰ πέσετε ἂν ὑ­ποσχεθῆτε πρὶν τὴν ὥρα σας ἐνώπιον Θεοῦ παρθενικὴ ζωή; Δὲν σᾶς ἀνέφερε κανεὶς τὸ ὄ­νομα κάποιου Θεοδώρου, τοῦ μετέ­πειτα ἐπι­σκόπου Μοψουεστίας, ποὺ λόγῳ μιᾶς Ἑρμιόνης ξέπεσε κι ἀγάπησε τὸν κόσμο, καὶ τὸν ὁ­ποῖο μετὰ βίας κατώρθωσε νὰ ἐπαναφέ­ρῃ στὴ μοναχικὴ ζωὴ ὁ ἱ. Χρυσόστομος; Εἶστε σεῖς ἀ­νώτεροί του; ἢ ὑπάρχουν σήμερα Χρυσόστο­μοι νὰ σᾶς ἐπαναφέρουν στὸ δρόμο σας;
Ἀλλ᾽ αὐτοὶ ποὺ σᾶς χειροτόνησαν ἔχουν με­γαλύτερο κρίμα. Δὲν μᾶς ἐνδιαφέρουν τὰ ὀνό­ματά τους· ὅποιοι κι ἂν εἶνε, δὲν εἶ­νε ἀ­νώτεροι ἀπὸ Οἰκουμενικὲς Συνόδους. Καὶ νέα Οἰκουμενικὴ Σύν­οδος ἂν κάποτε συνεκαλεῖτο, θὰ ἔπρεπε ὄχι μόνο νὰ μὴ μειώσῃ τὸ ὅριο ἡλικί­ας γιὰ ἱε­ρωσύνη, ἀλ­λὰ καὶ νὰ τὸ αὐξήσῃ, ἔ­χοντας ὑπ᾽ ὄ­ψιν τὴ διαφθορὰ τῶν ἐσχάτων ἡ­μερῶν. Ὅπως εἶπε κάποιος καθηγητής, τέτοιες χειροτονίες ἀ­ποτε­λοῦν ἔγκλημα ἐσχάτης προδοσίας ἱερῶν θεσ­μῶν τῆς Ἐκκλησίας καὶ προκαλοῦν, ὅπως ἔ­λε­­γε ὁ Ἰωσὴφ Βρυέννιος, τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ σὲ ἄρχοντες καὶ ἀρχομένους. Ἂς ποῦμε κ᾽ ἐμεῖς μαζὶ μὲ τὸν συγγραφέα τοῦ Πηδαλίου ἅγ. Νικό­­δημο τὸν Ἁγιορείτη· «Ἵλεως γένοιτο ὁ Θεὸς διὰ τὴν τωρινὴν παράβασιν τῶν κανόνων τούτων».

Φοιτηταὶ τῆς θεολογίας, σπουδασταὶ τῶν ἱ­ερατικῶν σχολῶν, εὐέλπιδες τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς πατρίδος, σ᾽ ἐσᾶς τώρα ἀ­πευθύνομαι. Ὅσοι ἔχετε ἐπιθυμία νὰ ντυθῆτε τὸ ῥάσο τοῦ κληρικοῦ, μὴ βιαστῆτε. Μὴ παρασυρθῆτε ἀπὸ προηγούμενα παραδεί­γματα. Σεβαστῆτε τὴν τά­ξι τῆς Ἐκκλησί­ας, νόμους ποὺ θέσπισαν ἅ­γιοι πατέρες «τῷ πνεύματι ζέοντες, τῷ Κυρίῳ δουλεύ­οντες» (῾Ρωμ. 12,11). Προτοῦ ν᾽ ἀποφασίσετε, πάρτε στὰ χέ­ρια σας τὴ Γραφή, τὸ Πηδάλιο, τοὺς Περὶ ἱε­ρωσύ­νης λόγους τοῦ ἱ. Χρυσοστόμου, τὸν Ἀ­πολογη­τικὸ καὶ τὰ Ἔπη τοῦ ἁγ. Γρηγορίου τοῦ θε­ολόγου, τὰ Ἀσκητικὰ τοῦ Μ. Βασιλείου. Πάρ­τε φτε­ρὰ καὶ πετάξτε, ἀναζητῆστε μέρος ἀπο­μακρυσμένο – ἐρημικό, κ᾽ ἐκεῖ «ἑαυτοῖς καὶ τῇ ἁ­γίᾳ Τριάδι συστρεφόμενοι» μελετῆστε, γνωρίστε τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς τῆς τόσο ἀπατη­λῆς, κατα­ληφθῆτε ἀπὸ τὸ δέος τῆς θεότητος, καὶ ἀκούγοντας τὴ φωνὴ τῆς κλήσεως τρέμον­τας γιὰ τὶς εὐθῦνες βαδίστε, ἡγεμονεύοντας ἐπὶ τοῦ ἑαυτοῦ σας καὶ τοῦ λαοῦ, σῴζοντας τοὺς ἑ­αυτούς σας καὶ τὴν ἀγαπητή μας πατρίδα.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Περιληπτικὴ μεταφορὰ ἄρθρου ἀπὸ τὸ περιοδικὸ «Χριστιανικὴ Σπίθα» (φ. 122/Φεβρ. 1952, 
βλέπε καὶ βιβλίο Φλογέρα Α΄ σσ. 117κ.ἑ.). Μεταγλώττισις καὶ σύντμησις 22-12-2014.

ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΣΕ ΚΑΙΡΟΥΣ ΑΠΟΣΤΑΣΙΑΣ. Βράδυ Δεκαπενταύγουστου του 2017...

ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΣΕ ΚΑΙΡΟΥΣ ΑΠΟΣΤΑΣΙΑΣ

του Νεκτάριου Δαπέργολα

Βράδυ Δεκαπενταύγουστου του 2017. Ένα ήδη οδυνηρό πνευματικά καλοκαίρι βαίνει αργά προς το τέλος του, προοιωνίζοντας δυστυχώς ακόμη πιο επώδυνες μέρες. Μέρες θλίψης, μέρες σύγχυσης, μέρες διωγμού. Και γενικά μέρες αγωνίας για όλους όσους βλέπουν εδώ και καιρό τα μαύρα σύννεφα να συγκεντρώνονται πάνω από την καθημαγμένη χώρα και - βλέποντάς τα - συνειδητοποιούν τα πασίδηλα πλέον σημεία των καιρών…

Βράδυ Δεκαπενταύγουστου. Λίγες μόλις ώρες αφότου, θεαρχίω νεύματι οι θεοφόροι απόστολοι, υπό νεφών μεταρσίως αιρόμενοι, εκ περάτων συνέδραμον του κηδεύσαι την της ζωής Μητέρα. Αι δε υπέρταται των ουρανών δυνάμεις, συν τω οικείω Δεσπότη παραγενόμεναι, το θεοδόχον σώμα προέπεμψαν, τω δέει κρατούμεναι. Και σπεύσαμε βέβαια μαζικά κι εμείς να πλημμυρίσουμε τις εκκλησιές. Μα ειλικρινά δεν ξέρω τι κατορθώσαμε να αισθανθούμε και πάλι από το μεγάλο μας Πάσχα του καλοκαιριού. Τι κατορθώσαμε να της πούμε και τι να της ζητήσουμε. Ποιο δώρημα δηλαδή που να ταιριάζει πραγματικά προς το συμφέρον της αιτήσεως…

Βράδυ Δεκαπενταύγουστου. Ενός Δεκαπενταύγουστου σε καιρούς κλιμακούμενης απόγνωσης. Η άνευ προηγουμένου πολιτική κρίση συνεχίζει να βαθαίνει - και όσο περνάει ο καιρός, αυτό που επέρχεται, είναι φανερό πως κυοφορεί καταστάσεις τραγικές. Φέρνει πιο κοντά την εκποίηση της πατρίδας, τη νέκρωση της αγοράς, τον δημογραφικό και εθνικό όλεθρο εξαιτίας της υπογεννητικότητας και της θανάσιμης λαθροεισβολής, την πλήρη υποταγή και εκχώρηση της εθνικής μας κυριαρχίας σε ξένα αφεντικά. Και μάλιστα όλα αυτά με σφραγίδα…αριστεροφανούς «προοδευτικότητας», εξ ου και η πλήρης απογοήτευση για ένα μεγάλο κομμάτι του λαού, το οποίο στήριξε τις έσχατες ελπίδες του για πολιτική ανατροπή σε ένα μόρφωμα που συσπείρωσε κάποια στιγμή τις περισσότερες δυνάμεις του φερόμενου ως αντιμνημονιακού χώρου. Ενός λαού όμως που και πάλι προδόθηκε, γιατί βέβαια διέπραξε για μια ακόμη φορά το ίδιο τραγικό λάθος, πεποιθώς επ’ άρχοντας, επί υιούς ανθρώπων, οις ουκ έστι σωτηρία. Και τώρα που προδόθηκε, έχει απομείνει εδώ και καιρό μουδιασμένος να παρακολουθεί παθητικά τις εξελίξεις. Πιο παθητικά και υποτονικά από κάθε άλλη φορά. Ίσως γιατί νιώθει ότι δεν έχει πού να ελπίσει πλέον.

Και γιατί όμως άραγε να ξέρει πού να ελπίσει αυτός ο λαός της αποστασίας, που έχει τόσο πολύ εθιστεί πια στο να παρακολουθεί αποχαυνωμένος «υπερήφανους ομοφυλόφιλους» (να παρελαύνουν ή να συμβιώνουν δια νόμου), στο να νοιάζεται μόνο για τον απλό πονοκέφαλο της οικονομικής κρίσης (μη δίνοντας δεκάρα για τον θανατηφόρο καρκίνο της πνευματικής κατάρρευσης) και στο να καταπίνει αμάσητα τόσα και τόσα νεοταξίτικα «προοδευτικά» σκουπίδια; Είναι πραγματικά τόσο βαθιά πλέον η παρακμή μέσα στο άθλιο ψευδοκράτος που εδώ και δεκαετίες παράγει κυρίως απάτη κι ασυναρτησία, ώστε είναι ν’ απορείς ποια απερινόητη μεγαλοθυμία του Ετάζοντος καρδίας και νεφρούς μάς κρατάει ακόμα και δεν μας καταποντίζει οριστικά μες στ’ αποκαΐδια. Και την ίδια ώρα βέβαια δεν ξέρεις και πού να στρέψεις το βλέμμα, αναζητώντας δειλά κάποιο μικρό στήριγμα. Όλα υπό διάλυσιν, όλοι οι θεσμοί ξεχαρβαλωμένοι απ’τη φαυλότητα ή την ανεπάρκεια, όλα να καταρρέουν με κρότο εκκωφαντικό. Πολιτικές δυνάμεις απαξιωμένες κάτω από το ασήκωτο βάρος δεκαετιών ανομίας και χυδαιότητας. Μια απερίγραπτη κυβέρνηση που δεν απέτυχε μόνο παταγωδώς στις έωλες υποσχέσεις για απαλλαγή από τα μνημόνια, αλλά βρίσκει πλέον τις ευκαιρίες - πότε μες στον ορυμαγδό και πότε χάρη στο γενικό μούδιασμα - για να περνά ανενόχλητη αρρωστημένες διατάξεις, μέτρα εθνοκτόνα και νομοσχέδια μηδενιστικά. Μια Δικαιοσύνη σε πλήρη ανυποληψία, μια Υγεία σε πλήρη διάλυση, μια Παιδεία ταγμένη στο να παράγει όχι συγκροτημένους πολίτες, αλλά αφελληνισμένα, παραζαλισμένα και αναλφάβητα ανθρώπινα κοπάδια. Και ταυτόχρονα βέβαια να βλέπεις κι ανθρώπους δήθεν σοβαρούς, ακόμη κι ανθρώπους κοντινούς σου, να εξακολουθούν να τυρβάζονται περί όνου σκιάς, να συνεχίζουν ακόμη και τώρα - παρά τα αδυσώπητα σημεία των καιρών - να ομφαλοσκοπούν, με την επί χρόνια κεκτημένη αδράνεια της πλέον αυτιστικής εσωστρέφειας. Μια θλίψη τα πάντα λοιπόν. Θλίψη και απογοήτευση.

Και λίγο πιο πέρα φυσικά, η τραγική σύναξη των εκκλησιαστικών μας ταγών, πάντοτε ασελγούσα (πλην ελαχίστων φωτεινών εξαιρέσεων) επί του Σώματος και του Αίματος του εν ύδασι την γην Κρεμάσαντος. Από τη μια με τα οικουμενιστικά ή μασωνικά λύματα μέσα στα οποία βυθίζονται πια τόσοι και τόσοι ιεράρχες μας, από την άλλη με τις πάντα ανοιχτές και κακοφορμισμένες πληγές της ελλειμματικής πνευματικότητας, της σιμωνίας, του καριερισμού, της εκκοσμίκευσης, της αδιαφορίας για τα πάντα. Οπότε τι μας απομένει πλέον άραγε ως παρηγοριά;

Μα να λοιπόν τι μας απομένει. Η μεγαλύτερη πηγή παρηγοριάς και δύναμης. Ο γλυκασμός των αγγέλων, η χαρά των θλιβομένων, η απαλλαγή των ασθενούντων. Το άρρηκτον τείχος μας, ο ηλιοστάλακτος θρόνος, η ακαταίσχυντος προστασία, η αμετάθετος μεσιτεία μας προς τον Ποιητήν. Μαζί της, μάς απομένει και η γη μας, μια γη γεμάτα κόκαλα αγίων, ποτισμένη με το αίμα χιλιάδων μαρτύρων και ηρώων, σμιλεμένη απ’ τον πόνο και το δάκρυ, μπολιασμένη απ’ τα ατέλειωτα βάσανα και τους καημούς της Ρωμηοσύνης. Και μας απομένουν βέβαια κι οι λίγες φωνές όσων τάχθηκαν να φυλάγουν τις σύγχρονες Θερμοπύλες - και θα συνεχίσουν φυσικά να το πράττουν, παγερά αδιάφοροι για το αν «οι Μήδοι επιτέλους θα διαβούνε». Ψυχές που αγωνίζονται στην αφάνεια, «ελεύθεροι κι ωραίοι που ζουν σε κάποιες φυλακές» (στα μοναστήρια και στον κόσμο) και μας κρατάνε ακόμη όρθιους.

Κι από πίσω τους, πολύ πίσω τους, πασχίσαμε να βαδίσουμε στα σκυφτά κι εμείς, με όλα τα πάθη και τις αδυναμίες μας, στα μικρά μας μετερίζια εδώ και πολλά χρόνια. «Είμαστε ακόμα εδώ, ψάχνοντας στα τυφλά καινούργιους δρόμους», όπως θα τραγούδαγαν κι οι Κατσιμιχαίοι. Κι είναι στα τυφλά βέβαια, γιατί κι εμείς ελάχιστα νιώσαμε στον δρόμο - κι όσα κι αν μάθαμε να λέμε για πατρίδα, πίστη και παράδοση, θεωρίες ήτανε πιο πολύ παρά βίωμα και πράξη. Υπήρξαμε προφανώς πολύ μικροί κι ανάξιοι, άδεια σαρκία κι εμείς, ανάλγητοι κι αμετανόητοι, χαμένοι στα πλέγματα και τους εγωισμούς μας, αποστάτες ανέστιοι, «κύνες επί τον ίδιον έμετον επιστρέφοντες». Γι’ αυτό και ό, τι ξεκινήσαμε κατά καιρούς να φτιάξουμε (ομάδες, κινήσεις και σχήματα), έμεινε λειψό και ατελέσφορο. Γιατί δεν είχε Χάρη. Απολύτως λογικό να κολοβωθεί και να εξοκείλει. Άξιον και δίκαιον.

Βράδυ Δεκαπενταύγουστου. Ενός Δεκαπενταύγουστου σε αγριεμένους καιρούς. Καιρούς αποστασίας και μάταιης περιπλάνησης. Μα όσα κι αν πράξαμε, σε ό,τι κι αν φταίξαμε, όσο κι αν «πήραμε τη ζωή μας λάθος», είναι τέτοια η λαίλαπα που έρχεται (και ειλικρινά η οικονομική κατάρρευση είναι το τελευταίο που εννοώ), που ίσως να πλησιάζει η ώρα που, όποιος έχει απομείνει ζωντανός σε τούτον τον τόπο, επιτέλους θα κληθεί και να το αποδείξει. Και θα κληθεί να το πράξει, ξεκινώντας βέβαια από το αναφανδόν μείζον και πραγματικά θανάσιμο πνευματικό και εθνικό μας πρόβλημα (που πολύ απλά δεν είναι άλλο από την προϊούσα προδοσία της ορθόδοξης πίστης μας από τα όργανα της οικουμενιστικής παναίρεσης - για την οποία προδοσία, όσο δεν θα αντιδρούμε, θα είμαστε όλοι μας συνένοχοι) και συνεχίζοντας μετά και με τα λοιπά πνευματικά και υλικά (πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά, εθνικά) ζητήματα. Με πράξεις όμως πλέον κι όχι με λόγια - καιρός να μπει πια ένα τέλος οριστικό κι αμετάκλητο για τις διαπιστώσεις, τα συμπεράσματα, τις ατέρμονες αναλύσεις. Και φυσικά αυτές οι πράξεις μπορεί να γίνουν μόνο συν Θεώ. Μόνο με το αυτεπίγνωτον της αθλιότητάς μας, μόνο με την οριστική ταφή του ελεεινού πτώματος μέσα μας, μόνο με το αυθεντικό κλάμα της ειλικρινούς επιστροφής μας, μόνο με την επίκληση του ελέους Του και της μεσιτείας Της. Μόνο έτσι μπορούμε να προχωρήσουμε πια. Σε κάθε άλλη περίπτωση, οι καιροί μας μάλλον τελειώνουν πλέον κάπου εδώ. Και ό,τι επί αιώνες κάποιοι έχτισαν σ’ αυτή τη γη, δείχνει καταδικασμένο να χαθεί οσονούπω οριστικά μαζί μας μες στα συντρίμμια.

Βράδυ Δεκαπενταύγουστου του 2017. Λίγο μόλις μετά το δεύτερο Πάσχα μας - εκείνο του καλοκαιριού. Λίγο μετά αφού η την ζωήν κυήσασα προς την ζωήν μεταβέβηκεν. Λίγες ώρες αφότου η του αενάου φωτός Μητέρα μετέστη από της γης εις τα άνω. Από εκεί που βρίσκεται, ας ξαναβάλει το χέρι της, για μια ακόμη φορά…


H ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ



«Τὴν ὑψηλοτέραν τῶν οὐρανῶν
καὶ καθαρωτέραν λαμπηδόνων ἡλιακῶν,
τὴν λυτρωσαμένην ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας,
τὴν Δέσποιναν τοῦ κόσμου ὕμνοις τιμήσωμεν»

ΑΠΟΨΕ ἡ ὁμιλία θὰ εἶνε δογματική· θὰ μιλήσουμε πάνω σὲ ἕνα δόγμα τῆς πίστεως.
Τί θὰ πῇ δόγμα; Δόγμα εἶνε αὐτὸ ποὺ διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας καὶ πρέπει νὰ τὸ πιστεύουμε καὶ νὰ τὸ παραδεχώμεθα ὡς ἀπόλυτη ἀλήθεια. Τί διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας; 
Πολλὰ πράγματα. Διδάσκει ―καὶ ὁ Χριστιανὸς πρέπει νὰ ξέρῃ― τί εἶνε ὁ κόσμος, τί εἶνε ὁ ἄνθρωπος, τί εἶνε τὸ σῶμα καὶ τί ἡ ψυχή, τί εἶνε ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι, τί εἶνε ἁγία Τριάς, τί εἶνε Θεὸς Πατήρ, τί εἶνε Υἱός, τί εἶνε Πνεῦμα ἅγιο, τί εἶνε παράδεισος καὶ τί κόλασις, τί εἶνε Ἐκκλησία, τί εἶνε τὰ μυστήρια, τί εἶνε ἡ βάπτισις, ὁ γάμος, ἡ θεία εὐχαριστία κ.τ.λ.. 
Ὅλα αὐτὰ εἶνε μαθήματα, ποὺ πρέπει νὰ τὰ ξέρῃ.

Δυστυχῶς ὑπάρχει μεγάλη ἄγνοια. Οἱ Χριστιανοὶ οὔτε τὸ ἀλφαβητάριο τῆς πίστεως δὲν ξέρουνε. Καὶ ὄχι μόνο οἱ ἀγράμματοι ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ οἱ τάχα ἐπιστήμονες. Ξέρουν πολλὰ ἄλλα πράγματα, ἀλλὰ ἀπὸ τὴ θρησκεία μας ἔχουν μεσάνυχτα. Καὶ πῶς νὰ ξέρουν, ὅταν στὴν ἐκκλησία δὲν πατᾶνε παρὰ μόνο Χριστούγεννα καὶ Πάσχα;

Ἂς δοῦμε λοιπὸν τώρα, τί διδάσκει ἡ Ὀρθοδοξία μας γιὰ τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας. 
Ἔχει δὲ μεγάλη σημασία τὸ δόγμα περὶ τῆς Θεοτόκου, διότι συνδέεται ἀμέσως μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ἑκατομμύρια γυναῖκες γεννηθήκανε, ἑκατομμύρια ζοῦνε σήμερα, καὶ ἑκατομμύρια θὰ γεννηθοῦν μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων. Ἄλλες ἀπὸ αὐτὲς διακρίθηκαν γιὰ τὸ κάλλος τους, ἄλλες γιὰ τὴν εὐφυΐα τους, ἄλλες γιὰ τὴν καταγωγή τους. Ὅλες ὅμως λησμονοῦνται. 
Μία γυναίκα μόνο δὲν λησμονεῖται· ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ Παναγία μας. Γιατί; Διότι μέσα στὰ ἑκατομμύρια τῶν γυναικῶν μόνο αὐτὴ βρέθηκε ἄξια νὰ γεννήσῃ τὸ Θεό, νὰ γίνῃ Μήτηρ τοῦ Θεοῦ. Τί μυστήριο αὐτό! Πόσο καθαρὰ ἔπρεπε νὰ εἶνε αὐτὴ ποὺ θὰ ἀξιώνετο νὰ γεννήσῃ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν! 
Ἔπρεπε νὰ εἶνε ἁγνὴ καὶ παρθένος. Καὶ ἔγινε τὸ μέγα μυστήριο· ὁ Θεός, ποὺ δὲν τὸν χωροῦν οἱ οὐρανοί, ἐχώρεσε μέσα στὴν κοιλία τῆς παρθένου, καὶ ἔγινε ἡ κοιλία της θρόνος του. 
Ἡ παρθένος Μαρία γέννησε τὸν Θεό, γι᾿ αὐτὸ λέγεται Θεοτόκος. Τὸ δὲ ἐπίσης θαυμαστὸ ποιό εἶνε· ὅτι ἔμεινε παρθένος ὄχι μόνο πρὸ τοῦ τόκου ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸν τόκο καὶ μετὰ τὸν τόκο, δηλαδὴ ἀειπάρθενος. Ἂν δὲν τὸ πιστεύῃς αὐτὸ τὸ μυστήριο, δὲν εἶσαι ὀρθόδοξος Χριστιανός. Ἡ Παρθένος γέννησε τὸν Σωτῆρα τοῦ κόσμου. Αὐτὸ εἶνε ἡ πίστις μας. 
Ἔξω ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία οἱ αἱρετικοὶ διχάζονται ὡς πρὸς τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας· ἄλλοι τὴν ὑπερτιμοῦν, καὶ ἄλλοι τὴν ὑποτιμοῦν. Ἐμεῖς τί λέμε;
Ἡ Ὀρθοδοξία παραδέχεται, ὅτι ἡ Παναγία εἶνε ἀνώτερη ἀπὸ τοὺς πατριάρχας καὶ τοὺς προφήτας τῆς παλαιᾶς διαθήκης, ἀνώτερη ἀπὸ τὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο, ἀνώτερη ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους, ἀνώτερη ἀκόμα κι ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους. 
Ἡ Παναγία εἶνε παραπάνω ἀπ᾿ ὅλους. Ἀλλὰ δὲν εἶνε Θεός· ἐδῶ σταματοῦμε. 
Διότι ἡ θεοποίησις τῆς Παναγίας εἶνε αἵρεσις. Αἱρετικοὶ εἶχαν θεοποιήσει τὴν Παναγία. Ἐμεῖς δὲν τὴ θεοποιοῦμε· δὲν λέμε, ὅτι ἡ Παναγία εἶνε Θεός.
Ἡ Παναγία, ἐν σχέσει μὲ τὸ Θεό, μὲ τὸ Χριστό, εἶνε καὶ αὐτὴ μία «δούλη»· ἔτσι ὀνομάζει τὸν ἑαυτό της ἡ ἰδία (βλ. Λουκ. 1,38,48). Ἦταν ταπεινὴ ἡ Παναγία, δὲν ὑπερηφανεύετο. 
Ὅταν «ἄγγελος πρωτοστάτης οὐρανόθεν ἐπέμφθη εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τὸ Χαῖρε» (Ἀκάθ. ὕμν.), δὲν ὑπερηφανεύτηκε ὅτι θὰ γεννήσῃ τὸ Χριστό. Οὔτε πῆγε νὰ τὸ διαλαλήσῃ στοὺς δρόμους καὶ τὶς πλατεῖες. Μόνο ἐρώτησε· Πῶς ἐγὼ χωρὶς ἄντρα θὰ γεννήσω παιδί; 
Καὶ ὁ ἄγγελος ἀπήντησε· «Οὐκ ἀδυνατήσει παρὰ τῷ Θεῷ πᾶν ῥῆμα». Καὶ τότε ἐκείνη δέχθηκε μὲ ταπείνωσι τὸ θεῖο θέλημα· «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου» (Λουκ. 1,35-38). Ἔτσι εἶπε ἡ Παναγία· ὅτι εἶνε μιὰ «δούλη» τοῦ Θεοῦ.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ εἶνε ἁμαρτία αὐτὸ ποὺ παρατηρεῖται καμμιὰ φορὰ ἀπὸ ἄγνοια, νὰ τιμοῦν τὴν Παναγία παραπάνω ἀπὸ τὸ Χριστό (κάπου εἶδα λ.χ. μπροστὰ στὸ Χριστὸ νὰ ἔχουν μιὰ μικρὰ καντήλα, καὶ μπροστὰ στὴν Παναγιὰ μιὰ μεγάλη καντήλα).
Ὡρισμένοι αἱρετικοὶ ὅμως, ὄχι ἀπὸ ἄγνοια ἀλλ᾿ ἀπὸ σατανικὴ ἐπιμονή, θεωροῦν τὴν Παναγία σὰν Θεό· ὅπως οἱ ἀρχαῖοι εἰδωλολάτραι πρόγονοί μας εἴχανε τὴν Ἄρτεμι, τὴν Ἀθηνᾶ κ.τ.λ.. Ὄχι τέτοια πράγματα. Αὐτὸ εἶνε τὸ ἕνα ἄκρο, τὸ ὁποῖο κρατοῦν οἱ παπικοί. Αὐτοί, οἱ φράγκοι, τὴν Παναγία τὴν ἔχουν πολὺ ψηλά, τὴν τιμοῦν σχεδὸν σὰν Θεό, τῆς φτειάχνουν καὶ ἀγάλματα. Αὐτοὶ ἔχουν τὴν λεγομένη Μαριολατρία.
Οἱ ἄλλοι ἀντιθέτως πηγαίνουν στὸ ἄλλο ἄκρο. Εἶνε οἱ προτεστάνται. Αὐτοὶ τί λένε; Ὑποτιμοῦν τὴν Παναγία. Τὴν θεωροῦν μιὰ ἁπλῆ γυναῖκα. Τί εἶνε, σοῦ λένε, ἡ Μαρία; εἶνε ὅπως ὅλες οἱ γυναῖκες. Καὶ ἐνῷ οἱ παπικοὶ τῆς ἔχουν καὶ ἀγάλματα, οἱ προτεστάνται δὲν τῆς ἔχουν οὔτε εἰκόνα. Οἱ δὲ χιλιασταὶ οὔτε ν᾿ ἀκούσουν θέλουν γιὰ τὴν Παναγία.
Ἐμεῖς λοιπόν, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, εἴμεθα στὸ μέσον. Ἡ Ὀρθοδοξία οὔτε μὲ τοὺς προτεστάντες πάει, οὔτε μὲ τοὺς παπικοὺς πάει. Καὶ διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας, ὅτι ἡ Παναγία εἶνε ὑπεράνω ὅλων τῶν ἁγίων, ἀλλὰ ὄχι Θεός· καὶ ὅτι ἀξιώθηκε νὰ γεννήσῃ ὑπὲρ φύσιν τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστὸς γεννήθηκε κατὰ τρόπο ὑπερφυσικό, θαυμαστό, μυστηριώδη, τρόπον ἄγνωστον τοῖς ἀνθρώποις. Αὐτὰ πιστεύει ἡ Ἐκκλησία μας γιὰ τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ ἔτσι τιμοῦμε ἐμεῖς τὴν Παναγία.

Αὐτὰ βέβαια στὴ διδασκαλία. Τί γίνεται ὅμως στὴν πρᾶξι; Λέμε, ὅτι τιμοῦμε ὀρθοδόξως τὴν Παναγία. Τὴν τιμοῦμε ὄντως; Ὑπάρχουν ἀσφαλῶς καὶ ψυχὲς ποὺ ἀγαποῦν καὶ τιμοῦν τὴν Παναγία. Οἱ ἄλλοι; Τὴν ἡμέρα τῆς Κοιμήσεως ὅλοι θὰ ἑορτάσουν. Τότε καὶ οἱ ἐπίσημοι θὰ ἐκκλησιαστοῦν. Ἀλλὰ τί ὥρα φθάνουν; Πρὸς τὸ τέλος. Ἔρχονται ἁπλῶς γιὰ τὸν τύπο.
Ὅσο γιὰ τοὺς στρατιωτικούς; Μὲ τὰ λόγια τιμοῦν κι αὐτοὶ τὴν Παναγία. Ἀλλ᾿ ἐὰν ὑπάρχῃ ἕνας χῶρος ὅπου ὑβρίζεται ἡ Παναγία μέρα – νύχτα, εἶνε ὁ στρατός. Ποῦ εἶνε ἡ τιμή; Πήγαινε μέσα στὸ στρατῶνα ν᾿ ἀκούσῃς τί γίνεται.Ὑπάρχουν βέβαια κ᾿ ἐδῶ καὶ ἀξιωματικοὶ καὶ στρατιῶτες ποὺ τιμοῦν τὴν Παναγία, δὲν τὸ ἀρνοῦμαι. Ἀλλὰ οἱ πολλοί; Δὲν περνάει μέρα στοὺς λόχους καὶ στὰ τάγματα, ποὺ νὰ μὴ ὑβρίζεται φοβερὰ καὶ ἀπαίσια ἡ Παναγία.
Τέλος ὁ λαός. Παντοῦ δυστυχῶς, σὲ σπίτια καὶ δημοσίους χώρους, οἱ λεγόμενοι ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ προσβάλλουν χυδαιότατα τὸ τίμιον ὄνομα τῆς Παναγίας. Καὶ ποιός διαμαρτύρεται παρακαλῶ; Ἀκούει ὁ Χριστιανὸς νὰ βλαστημοῦν, καὶ χαχανίζει. 
Ἀκούει ἡ γυναίκα τὸν ἄντρα της νὰ ὑβρίζῃ, καὶ ὅταν τῆς πῇς ὅτι ἁμαρτάνει ποὺ τὸ ἀνέχεται, σοῦ λέει· Τί, νὰ χάσω ἐγὼ τὸν ἄντρα μου;… Δὲ᾿ λέω νὰ πάρῃ διαζύγιο. Ἀλλὰ ἔχει πολλὰ μέσα ἡ γυναίκα γιὰ νὰ πείσῃ τὸν ἄντρα. Δυστυχῶς δὲν κάνει τίποτα. Ἀκοῦνε οἱ γονεῖς τὰ παιδιά· τίποτα ἀπολύτως! Αὐτὸ εἶνε ἁμαρτία. Διότι ἁμαρτάνει αὐτὸς ποὺ βλαστημάει, ἀλλ᾿ ἂν ἀκοῦς κ᾿ ἐσὺ καὶ δὲν διαμαρτύρεσαι, ἔχεις κ᾿ ἐσὺ ἁμαρτία. Δὲν εἶσαι Χριστιανός· ψευτοχριστιανὸς εἶσαι. Δὲν ἀγαπᾷς καὶ δὲν τιμᾷς τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο.
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος φθάνει νὰ πῇ· Συμβούλεψε τὸ βλάστημο. Δὲν σὲ ἀκούει; Ἔχεις χέρι; Χτύπησέ τον. Χέρι ποὺ χτυπάει βλάστημο θὰ ἁγιάσῃ. Στὸν Πόντο καὶ στὴ Μικρὰ Ἀσία δὲ᾿ βλαστημούσανε. Ὅποιος θὰ τολμοῦσε νὰ βλαστημήσῃ, ἔπρεπε νὰ φύγῃ ἀπὸ τὸ χωριό. Καὶ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς λέει· Ἂν πάρῃς ἕνα μαχαίρι καὶ μοῦ βγάλῃς τὰ μάτια, μοῦ κόψῃς τ᾿ αὐτιὰ τὶς μύτες καὶ τὰ χέρια, ἔχω χρέος νὰ σὲ συγχωρήσω. Ἂν ὑβρίσῃς τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα ποὺ μὲ γέννησε, ἔχω χρέος νὰ σὲ συγχωρήσω. Ἂν ὅμως βλαστημήσῃς τὸ Χριστὸ καὶ τὴν Παναγιά μου, δὲν ἔχω μάτια νὰ σὲ δῶ!
Εἴμεθα λοιπὸν ὅλοι συνένοχοι. Καὶ μιὰ βλαστήμια ἀκόμα νὰ ἀκουγότανε στὴν Ἑλλάδα, ἔπρεπε νὰ χτυποῦν νεκρικὰ οἱ καμπάνες σὰν τὴ Μεγάλη Παρασκευή. Τώρα χιλιάδες βλαστημοῦν, καὶ κανείς δὲν ἐνοχλεῖται!
Προσπαθῆστε λοιπόν. Βρῆτε τρόπο, ὥστε νὰ σβήσῃ ἡ βλαστήμια ἀπὸ τὸν τόπο μας, καὶ ἡ κοινωνία μας νὰ γίνῃ μιὰ κιθάρα ποὺ θὰ ὑμνῇ μέρα καὶ νύχτα τὴν Παναγία καὶ τὸν Υἱόν της, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 10-8-1989

Η δύναμη της Παναγίας είναι η σιωπή της....



Ποτέ δεν με γοήτευσε η "δύναμη" της Παναγίας, η "Στρατηγός", η "Νικήτρια". Προτιμώ την ταπείνωση, την αγάπη, την υπομονή της, την απίστευτη σιωπή της, τον πόνο στα μάτια και την καρδιά της, αυτή την αγιότητα που μεταπλάθει την δοκιμασία σε φως και χαρά. 

Αυτή την αίσθηση οτι Εκείνη με νιώθει ακόμη κι όταν δεν εχω καμία λέξη να της πω, ακόμη κι όταν αισθάνομαι οτι δεν έχω καμία όρεξη να εξηγώ. Αυτή η απόλυτη μητρική αποδοχή που υπάρχει στο βλέμμα της, είναι εκείνο που πάντα με συγκλόνιζε. Γιατί δεν ξέρω για σας, μα εγω πολλές φορές δεν έχω όρεξη μα ούτε δύναμη οχι μόνο να προσευχηθώ μα ούτε και να μιλήσω. 

Στην αρχή ένιωθα άσχημα και ενοχικά. Τώρα πλέον το ζω, το βιώνω ως απόλυτα φυσιολογικό. Αποδέχομαι δίχως να κρίνω, οτι δεν γίνεται πάντα να είμαι καλά, όμορφα και δυνατά, και τότε είναι που κοιτώ την Παναγία με απόλυτη άνεση και ελευθερία γιατί μου επιτρέπει να είμαι ο ευατός μου δίχως να πρέπει να εξηγώ το πως και το γιατί της συμπεριφοράς μου. 

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά απο το να εισαι απλά ο εαυτός σου στο κάθε παρόν της ζωής. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευλογία να αισθάνεσαι οτι αυτό που είσαι με τα καλά και τα κακά, τα σκοτεινά και φωτεινά ψυχικά σου σοκάκια, κάποιος το αγαπάει πολύ δίχως να το κρίνει. Για μένα αυτή είναι η Παναγία, που μπορεί να μιλάει μαζί μου, στην πιο βαθιά σιωπή μου…..

«Ἐπὶ σοὶ Χαίρει, Κεχαριτωμένη. Πᾶσα ἡ κτίσις» Φώτης Κόντογλου - Ἡ Κοίμησις τῆς Θεοτόκου

«Ὡς ἐμψύχῳ Θεοῦ κιβωτῷ ψαυέτω μηδαμῶς χεὶρ ἀμυήτων· χείλη δὲ πιστῶν τὴ Θεοτόκῳ ἀσιγήτως φωνὴν τοῦ ἀγγέλου ἀναμέλποντα, ἐνἀγαλλιάσει βοάτω· Ὄντως ἀνωτέρα πάντων ὑπάρχεις, Παρθένε ἁγνή». «Ἐσένα ποὺ εἶσαι ζωντανὴ κιβωτὸς τοῦ Θεοῦ, ἂς μὴ σὲ ἀγγίζει ὁλότελα χέρι ἄπιστο, ἀλλὰ χείλια πιστὰ ἂς ψάλλουνε δίχως νὰ σωπάσουνε τὴ φωνὴ τοῦ ἀγγέλου (ὁ ὑμνωδὸς θέλει νὰ πεῖ τὴ φωνὴ τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, ποὺ εἶπε «εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί») κι ἂς κράζουνε: «Ἀληθινά, εἶσαι ἀνώτερη ἀπ᾿ ὅλα Παρθένε ἁγνή»...

Ἀλλοίμονο! Ἀμύητοι, ἄπιστοι, ἀκατάνυχτοι, εἴμαστε οἱ πιὸ πολλοὶ σήμερα, τώρα ποὺ ἔπρεπε νὰ προσπέσουμε μὲ δάκρυα καυτερὰ στὴν Παναγία καὶ νὰ ποῦμε μαζὶ μὲ τὸ Θεόδωρο Δούκα τὸ Λάσκαρη, ποὺ σύνθεσε μὲ συντριμένη καρδιὰ τὸν παρακλητικὸ κανόνα: «Ἐκύκλωσαν αἱ τοῦ βίου μὲ ζάλαι ὥσπερ μέλισσαι κηρίον, Παρθένε». «Σὰν τὰ μελίσσια ποὺ τριγυρίζουνε γύρω στὴν κερήθρα, ἔτσι κ᾿ ἐμένα μὲ ζώσανε οἱ ζαλάδες τῆς ζωῆς καὶ πέσανε ἀπάνω στὴν καρδιά μου καὶ τὴν κατατρυπᾶνε μὲ τὶς φαρμακερὲς σαγίτες τους. Ἄμποτε, Παναγιά μου, νὰ σὲ βρῶ βοηθό, νὰ μὲ γλύτωσεις ἀπὸ τὰ βάσανα». Μὰ ποιὸς ἀπό μας γυρεύει βοήθεια ἀπὸ τὴν Παναγία, ἀπὸ τὸν Χριστὸ κι᾿ ἀπὸ τοὺς ἁγίους; Γυρεύουμε βoήθεια ἀπὸ τὸ κάθε τί, παρεκτῶς ἀπὸ τὸ Θεό. Ἀλλὰ τί βοήθεια μποροῦνε νὰ δώσουνε στὸν ἄνθρωπο τὰ εἴδωλα τὰ λεγόμενα «ἐπιστήμη» καὶ «τέχνη»; Ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ ἀναχωρητὴς λέγει: «Σ᾿ ὅλους τοὺς δρόμους ποὺ πορεύονται οἱ ἄνθρωποι σὲ τοῦτον τὸν κόσμο δὲv βρίσκουνε σὲ κανένα τὴν εἰρήνη, ὡς ποὺ vα σιμώσουμε στὴν ἐλπίδα τοῦ Θεοῦ. Μὰ ἀλλοίμονο οἱ πιὸ πολλοὶ ἄvθρωποι εἶναι «οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα» ὅπως λέγει ὁ Παῦλος. Ὅποιος δὲν ἔχει τὴν πίστη μέσα στὴν καρδιά του, τί ἐλπίδα μπορεῖ νἄχει; Ὅπου ν᾿ ἀκουμπήσει ὅλα εἶναι σάπια. Γι᾿ αὐτὸ κι᾿ ὁ ὑμνογράφος ποὺ εἴπαμε, λέγει στὴν Παναγία: «Ἀπορήσας ἐκ πάντων, ὀδυνηρῶς κράζω σοι· πρόφθασον, θερμὴ προστασία, καὶ τὴν βοήθειαν δός μοι τῷ δούλῳ σου τῷ ταπεινῷ καὶ ἀθλίω». «Ὅλα, λέγει τὰ δοκίμασα, μὰ κανένα πράγμα δὲ μπόρεσε vα μὲ ξαλαφρώσει. Γιὰ τοῦτο φωνάζω Ἐσένα μὲ θρῆνο πικρόν, καὶ λέγω: Πρόφταξε καὶ δόσε τὴ βοήθειά σου σὲ μένα τὸν ταπεινὸ κι᾿ ἄθλιο δοῦλο σου».

Ἡ Παναγία εἶναι ἡ ἐλπίδα τῶν ἀπελπισμένων, ἡ χαρὰ τῶν πικραμένων, τὸ ραβδὶ τῶν τυφλῶν, ἡ ἄγκυρα τῶν θαλασσοδαρμένων, ἡ μάνα τῶνὀρφανεμένων. Ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ εἶναι πονεμένη θρησκεία, ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς καρφώθηκε ἀπάνω στὸ ξύλο: κ᾿ ἡ μητέρα του ἡ Παναγία πέρασε κάθε λύπη σὲ τοῦτον τὸν κόσμο. Γι᾿ αὐτὸ καταφεύγουμε σὲ Κεiνη ποὺ τὴν εἴπανε οἱ πατεράδες μας: «Καταφυγή», «Σκέπη τοῦ κόσμου», «Γοργοεπήκοο», «Γρηγοροῦσα», «Ὀξεία ἀντίληψη», «Ἐλεοῦσα», «Ὁδηγήτρια», «Παρηγορίτισσα» καὶ χίλια ἄλλα ὀνόματα, ποὺ δὲν βγήκανε ἔτσι ἁπλὰ ἀπὸ τὰ στόματα, ἀλλὰ ἀπὸ τὶς καρδιὲς ποὺ πιστεύανε καὶ ποὺ πονούσανε. Μονάχα στὴν Ἑλλάδα προσκυνιέται ἡ Παναγία μὲ τὸν πρεπούμενο τρόπο ἤγουν μὲ δάκρυα μὲ πόνο καὶ μὲ ταπεινὴ ἀγάπη. Γιατὶ ἡ Ἑλλάδα εἶναι τόπος πονεμένος, χαροκαμένος, βασανισμένος ἀπὸ κάθε λογῆς βάσανο. Κι᾿ ἀπὸ τούτη τὴν αἰτία τὸ ἔθνος μας στὰ σκληρὰ τὰ χρόνια βρίσκει παρηγοριὰ καὶ στήριγμα στὰ ἁγιασμένα μυστήρια της ὀρθόδοξης θρησκείας μας, καὶ παραπάνω ἀπὸ ὅλα στὸ Σταυρωμένο τὸ Χριστὸ καὶ στὴ χαροκαμένη μητέρα του, ποὺ πέρασε τὴν καρδιά της σπαθὶ δίκοπο. Σὲ ἄλλες χῶρες τραγουδᾶνε τὴν Παναγία μὲ τραγούδια κοσμικά, σὰν νἆναι καμιὰ φιληνάδα τους, μὰ ἐμεῖς τὴν ὑμνολογοῦμε μὲ κατάνυξη βαθειά, θαρρετὰ μὰ μὲ συστολή, μὲ ἀγάπη μὰ καὶ μὲ σέβας,σὰν μητέρα μας μὰ καὶ σὰν μητέρα τοῦ Θεοῦ μας. Ἀνοίγουμε τὴν καρδιά μας νὰ τὴ δεῖ τί ἔχει μέσα καὶ νὰ μᾶς συμπονέσει. Ἡ Παναγία εἶναι ἡ πικραμένη χαρὰ τῆς Ὀρθοδοξίας, «τὸ χαροποιὸν πένθος», «ἡ χαρμολύπη» μας, «ὁ ποταμὸς ὁ γλυκερὸς τοῦ ἐλέους», «ὁ χρυσοπλοκώτατος πύργος καὶ ἡ δωδεκάτειχος πόλις». Ἡ ὑμνωδία τῆς ἐκκλησίας μας εἶναι ἕνας παράδεισος, ἕνα μυστικὸ περιβόλι ποὺ μοσκοβολᾶ ἀπὸ λογῆς-λογῆς μυρίπνοα ἄνθη, καὶ τὰ πιὸ μυρουδικά, τὰ πιὸ ἐξαίσια, εἶναι ἀφιερωμένα στὴν Παναγία. Ὅλος ὁ κόσμος θλίβεται μαζί της καὶ μαζί της χαίρεται μὲ μία χαρὰ πνευματική: «Ἐπὶ Σοὶ χαίρει, Κεχαριτωμένη, πᾶσα ἡ κτίσις, ἀγγέλων τὸ σύστημα καὶ ἀνθρώπων τὸ γένος, ἡγιασμένε ναὲ καὶ παράδεισε λογικέ, παρθενικὸν καύχημα, ἐξ ἧς Θεὸς ἐσαρκώθη καὶ παιδίον γέγονεν ὁ πρὸ αἰώνων ὑπάρχων Θεὸς ἡμῶν». Ἀπορεῖς τί νὰ πρωτοδιαλέξεις ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ὑμνολογία τῆς Θεοτόκου! Θαρρεῖς πῶς ὁ ἀγέρας, τὰ βουνά, οἱ θάλασσες τῆς Ἑλλάδας, τὰ χωριὰ οἱ πολιτεῖες, γεμίσαvε εὐωδία πνευματικὴ ἀπ᾿ αὐτὸ «τὸ χρυσοῦν θυμιατήριον», ἀπ᾿ αὐτὴ «τὴν μανναδόχον στάμνον ποὺ ἔχει μέσα «μύρον τὸ ἀκένωτον». Οἱ γυναῖκες μας εἶναι στολισμένες μὲ τὄνομά της, τὰ βουνά μας, οἱ κάμποι, τὰ νησιά, τ᾿ ἀκροθαλάσσια εἶναι ἁγιασμένα ἀπὸ τὰ ξωκκλήσια της, τὰ καράβια μας ἔχουν γραμμένο ἀπάνω στὴ μάσκα καὶ στὴν πρύμη τὸ γλυκύτατο τόνομά της. Ἀληθινὰ στὴν Ἑλλάδα μας «ἐπὶ Σοὶ χαίρει, Κεχαριτωμένη, πᾶσα ἡ κτίσις», «Γιὰ Σένα, χαίρεται ὅλη ἡ πλάση. Σήμερα ποὺ κοιμήθηκες, θαρεῖς πὼς ἡ χαρὰ γίνηκε πιὸ μεγάλη, ἡ θλίψη ἄλλαξε σὲ ἀγαλλίαση, ἡ ἐλπίδα ζωήρεψε ἀντὶ νὰ ἀποσκιάσει καὶ πλημμύρησε τὶς καρδιές μας.

Σήμερα τ᾿ ἀγέρι φυσᾶ γλυκύτερα στὰ κουρασμένα πρόσωπά μας, τὰ δέντρα σὰν νὰ γενήκανε πιὸ χλωρά, τ᾿ αὐγουστιάτικο κύμα σὰν νὰἀρμενίζει πιὸ δροσερὸ μέσα στὸ πέλαγο καὶ ἀφρίζει φουσκωμένο ἀπὸ χαρὰ μεγάλη, τὸ κάθε τί πανηγυίζει κι᾿ ἀγάλλεται... Ὤ! Τί θάνατος λοιπὸν εἶναι αὐτός, ποὺ γέμισε τὴν οἰκουμένη καὶ τὶς καρδιές μας μὲ τὴ χαρὰ τῆς ἀθανασίας! Καὶ καλώτατα ψέλνει ὁ ὑμνωδὸς σήμερα: «Ἐν τῇ γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες, Θεοτόκε. Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν». Ἀληθινὰ λέγει καὶ σ᾿ ἕνα ἄλλο τροπάρι: «Τῇ ἀθανάτῳ σου κοιμήσει, Θεοτόκε, μῆτερ τῆς ζωῆς...».

Ἀλλὰ τὸ ξαναλέγω. Τί νὰ πεῖ κανένας πρῶτα καὶ τί ὕστερα, ἀπὸ τὰ τόσα πνευματικὰ ὑμνολογήματα ποὺ προσφέρανε οἱ ὀρθόδοξες καρδιὲς στὴν Παναγία, στὸ «Ῥόδον τὸ ἀμάραντον», ποὺ μοσκοβόλησε καὶ ἅγιασε τὴν καταβασανισμένη τὴν Ἑλλάδα! Τὴν ὑμνολογήσανε μὲ τὰ λόγια, μὲ τὴν ψαλμωδία, μὲ τὴ ζωγραφική, μὲ τὸ σκαλισμένο ξύλο, μὲ τ᾿ ἀσήμι, μὲ τὸ μάλαμα, μὲ τὸ κηρομάστιχο, μὲ κάθε τίμιο κι᾿ ἁγιασμέvο πράγμα ποὺ μπορεῖ νὰ χρησιμέψει στὸν ἄνθρωπο γιὰ vα μπορέσει vα δείξει τὴν ἀγάπη του, τὸ σέβας του, τὴ χαρά του, τὴν πίκρα του, κι᾿ ὅτι ἄλλο ἁγνὸ αἴσθημα ἔχει μέσα στὰ φύλλα τῆς καρδιᾶς του. Τὸ νὰ πιάσει κανένας νὰ τὰ ἱστορήσει καταλεπτῶς, θὰ ἤτανε σὰν νάθελε vα μετρήσει τὸν ἄμμο τῆς θάλασσας; Γιὰ τοῦτο ἀνθολογᾶμε λιγοστὰ λουλούδια ἀπὸ τῆς ὑμνωδίας τὸ ἁγιόκλημα «εἰς ὀσμὴν εὐωδίας πνευματικῆς».

Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα ἂς μεταγράψουμε λίγα λόγια ἀπὸ τὶς Καταβασίες τοῦ Ἀκαθίστου ὕμνου «Ἀνοίξω τὸ στόμα μου», ποὺ εἶναι τὸ βυζαντινώτατο, ὅλη ἡ Κωνσταντιούπολη πνευματικὰ πανηγυρίζουσα. Στοχασθεῖτε καλὰ ἐκείνη τὴν ἐξαίσια γ´ ᾠδὴ ποὺ λέγει: «Τοὺς σοὺς ὑμνολόγους Θεοτόκε, ὡς ζῶσα καὶ ἄφθονος πηγή, θίασον συγκροτήσαντας πνευματικόν, στερέωσον καὶ ἐν τῇ θείᾳ δόξῃ σου στεφάνων δόξης ἀξίωσον».

Οὐράνια ἀπηχήματα!: «Τοὺς ὑμνολόγους σου, Θεοτόκε, ποὺ συγκροτήσανε ἕναν πνευματικὸ θίασο, στερέωσέ τους, Ἐσὺ ποὺ εἶσαι ζωντανὴ ὡς ἄφθονη πηγή. Καὶ μὲ τὴ θεία δόξα σου, ἀξίωσέ τους νὰ φορέσουνε τῆς δόξας τὰ στέφανα», Ἀμὴ ἡ θ´ ᾠδὴ ποὺ λέγει: «Ἅπας γηγενὴς σκιρτάτω τῷ πνεύματι λαμπαδουχούμενος· πανηγυριζέτω δὲ ἀΰλων νόων φύσις, γεραίρουσα τὰ ἱερὰ θαυμάσια τῆς θεομήτορος, καὶ βοάτω, Χαίροις, παμμακάριστε Θεοτόκε, ἁγνή, ἀειπάρθενε». Ἀμὴ ἐκείvα τὰ πανηγυρικὰ αὐτόμελα ποὺ ψέλνουνε στὸν ἑσπερινὸ τῆς Κοιμήσεως, μὲ μέλος θριαμβευτικὸ καὶ μὲ πνευματικὴ μεγαλοπρέπεια! Ποιὸς χριστιανὸς Πίνδαρος τὰ σύνθεσε, Πίνδαρος ἁγιασμένος! «Ὢ τοῦ παραδόξου θαύματος! ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς ἐν μνημείῳ τίθεται, καὶ κλίμαξ πρὸς oυραvὸv ὁ τάφος γίνεται! Εὐφραίνου Γεθσημανή, τῆς Θεοτόκου τὸ ἅγιον τέμενος. Βοήσωμεν οἱ πιστοί, τὸν Γαβριὴλ κεκτημένοι ταξίαρχον: Κεχαριτωμένη, χαῖρε, μετά σου ὁ Κύριος, ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ διὰ σοῦ τὸ μέγα ἔλεος». Ποταμὸς μέγας καὶ βουερὸς ἀναβρύζει καὶ μᾶς δροσίζει, καὶ πίνουνε νερὸ δροσερὸ ψυχὲς ξερὲς καὶ διψασμένες! Κύτταξε πάθος καὶ μεράκι ποὺ ξελοχίζει ἀπὸ καιγόμενη καρδιά! Ὁ ὑμνωδός, ἀντὶ νὰ κλάψει γιὰ τὴν Παναγία ποὺ εἶναι μπροστά του ξαπλωμένη ἀπάνω στὴν κλίνη της, τυλιγμένη μὲ τὸ μαφόρι της μὲ κλεισμένα τὰ μάτια της ποὺ δίνανε παρηγοριὰ στὴν ἀνθρωπότητα, μὲ σταυρωμένα τὰ ἄχραντα χέρια της, ποὺ βαστάξανε τὸν Χριστὸ καὶ τὸν ἀναθρέψανε, πεθαμένη σὰν τὸν κάθε ἄνθρωπο, ἀντὶς λέγω νὰ κλάψει, ἀφοῦ πρῶτα ἀπορεῖ πῶς ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς κείτεται στὸ μνῆμα, μονομιᾶς κράζει μὲ δάκρυα στὰ μάτια, πλὴν δάκρυα χαρᾶς: «Εὐφραίνου Γεσθημανή, ποὺ ἔχεις θησαυρισμένο τὸ ἅγιο σκήνωμα τῆς Θεοτόκου». Κ᾿ ὕστερα στρέφει στοὺς χριστιανοὺς ποὺ εἶναι μέσα στὴν ἐκκλησία καὶ τοὺς λέγει μὲ τὸν ἴδιο πνευματικὸ οἶστρο. «Ἂς κράξουμε ὅλοι μαζὶ στὴν Παναγία, ἔχοντας γιὰ πρωτοψάλτη τὸν ἀρχάγγελο Γαβριήλ, ποὺ τὴ χαιρέτισε μὲ τὰ ἴδια λόγια κατὰ τὴ χαρoύμενη, μέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ κι᾿ ἂς ποῦμε: «Κεχαριτωμένη, χαῖρε, μαζί σου εἶναι ὁ Κύριος, ποὺ δωρίζει στὸν κόσμο μὲ ἐσένα, τὸ μέγα ἔλεος». Θάνατος δὲν ὑπάρχει ἐδῶ πέρα ποῦ εἶναι ἡ μητέρα τῆς Ζωῆς; Κι᾿ οὔτε μοιρολόγια καὶ ξόδια θρηνητερά, παρὰ χαρὰ ἀνεκλάλητη, γάμος πνευματικός, τράπεζα ἁγιασμένη ποὺ ἔχει ἀπιθωμένον ἀπάνω της τὸν ἄρτο τῆς ζωῆς καὶ τὸ κρασὶ τῆς ἀθανασίας, καὶ πίνουνε οἱ χριστιανοὶ καὶ μεθᾶνε ἕνα μεθύσι ἅγιο, ἁγνό, ἄμωμο καὶ δὲν βρίσκονται πιὰ μπροστὰ σἕνα λείψανο ποὺ τὸ κηδεύουνε, ἀλλὰ βρίσκονται στὴ Ναζαρέτ, στό σπίτι τὸ χαρούμενο καὶ τὸ μοσκοβολημένο ἀπὸ τὴν παρθενικὴ εὐωδία τῆς Παναγίας, τότε ποὺ ἤτανε δεκάξη χρονῶν, κατὰ κείνη τὴν ἡμέρα πὤγινε ὁ Εὐαγγελισμός, καὶ κράζουνε γηθόσυνα οἱ λιγόζωοι οἱ ἄνθρωποι σὰ νάναι ἀθάνατοι, μαζὶ μὲ τὸν ἀρχάγγελο Γαβριήλ: «Κεχαριτωμένη, χαῖρε, μετὰ σοῦ ὁ Κύριος!» Ἡ Κοίμησις γίνεται Εὐαγγελισμός, ἡ θλίψη μεταλλάζεται σὲ χαρά!

Ναί, Δὲν ὑπάρχει ἀληθινὴ χαρά, παρὰ μονάχα στὸ Χριστὸ κι᾿ αὐτὴ ἡ χαρὰ εἶναι ἕνα ἀμάραντο λουλούδι, πὤχει τὴ ρίζα του στὸν πόνο. Οἱ ἄλλες οἱ χαρὲς εἶναι χαρὲς ψεύτικες, χωρὶς ρίζα. «Ἡ γυνὴ ὅταν τίκτῃ, λύπην ἔχει, ὅτι ἦλθεν ἡ ὥρα αὐτῆς. Ὅταν δὲ γεννήσῃ τὸ παιδίον, οὐκέτι μνημονεύει τῆς θλίψεως, διὰ τὴν χαρὰν ὅτι ἐγεννήθη ἄνθρωπος εἰς τὸν κόσμον. Καὶ ὑμεῖς οὖν λύπην μὲν νῦν ἔχετε· πάλιν δὲ ὄψομαι ὑμᾶς, καὶ χαρήσεται ὑμῶν ἡ καρδία καὶ τὴν χαρὰν ὑμῶν οὐδεὶς αἴρει ἀφ᾿ ὑμῶν». Τὰ μάτια μου εἶναι θολωμένα ἀπὸ τὰ δάκρυα τώρα ποὺ γράφω αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ μας. Αὐτὰ τὰ λίγα λόγια τὰ φύλαξε ἡ ἀνθρωπότητα στὴν καρδιά της καὶ μ᾿ αὐτὰ κλαίγει καὶ μ᾿ αὐτὰ χαίρεται. Αὐτὰ τὰ λόγια γενήκανε θεμέλιο τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ μεταλλαχτήκανε σὲ λογῆς-λογῆς ἁγιασμένα αἰσθήματα καὶ βγήκανε ἀπὸ τὶς καιόμενες καρδιὲς τῶν ἁγίων ἀνθρώτων καὶ εὐωδιάσανε τὸν κόσμο. Ἀπὸ τὸν ἕναν γινήκανε ὕμνοι, ἀπὸ τὸν ἄλλον εἰκονίσματα, σὲ ἄλλον γινήκανε προσευχή, σὲ ἄλλον ψαλμός, σὲ ἄλλον ἐκκλησιὰ μὲ κουμπέδες καὶ μὲ ἁγιατράπεζα, σὲ ἄλλον θυσία τοῦ μάταιου κόσμου καὶ βουβὴ κατάνυξη. Αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ σταθήκανε πηγὴ καὶ ἔμπνευση καὶ γιὰ τὸ θρηνητικὸ ἀηδόνι τῆς ἔρημος, θέλω νὰ πῶ γιὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος, σὲ ὅσα ἔγραψε γιὰ τὸ «Χαροποιὸν πένθος»: «Ὅποιος κλαίγει, λέγει αὐτὸς ὁ ἅγιος, καὶ πικραίνεται γιὰ τὸν Θεό, ἐκεῖνος ἀξιώνεται νὰ δεῖ στὴν ψυχή του τὴν oυράνια καὶ θεία παρηγοριά. Κι᾿ αὐτὴ ἡ οὐράνια παρηγοριὰ εἶναι κάποια ἀνακούφιση καὶ θεϊκὴ ἀλάφρωση, ποὺ παρηγορᾶ τὴν πονεμένη καὶ πικραμένη ψυχή, ὁποῦ θλίβεται γιατὶ χωρίσθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὶς ἁμαρτίες της. Καὶ τούτη ἡ χαριτωμένη βοήθεια ἀλλάζει τὰ πονεμένα δάκρυα τῆς ψυχῆς, ποὺ εἶναι καταφαρμακωμένη, σὲ κάποια παρηγοριὰ θαυμαστή. Ὅποιος πορεύεται μ᾿ αὐτὴ τὴ λύπη τοῦ Θεοῦ, αὐτὸς ἀκατάπαυστα γιορτάζει κάθε μέρα κι᾿ ἀγάλλεται ἡ ψυχή του. Τοῦτο τὸ ἅγιο καὶ θεάρεστο κλάψιμο εἶναι μία λύπη ἀλησμόνητη τῆς ψυχῆς, μιὰ ὄρεξη πονεμένης καρδιᾶς, ποὺ γυρεύει μὲ μεγάλη θέρμη τὸν Θεὸ ὁποῦ τὸν ἐπιθυμὰ πάντα της. Κράτα λοιπὸν καλὰ τὴ χαριτωμένη καὶ τὴν ἥμερη καὶ τὴν ἅγια λύπη, ποὺ κάνει τὴν ψυχή σου vα θλiβεται ἀντάμα καὶ νὰ χαίρεται. Ἐγώ, λογιάζοντας καλὰ τὴν ἐνέργεια τούτη τῆς ἅγιας κατάνυξης, ξεσταίνουμαι καὶ θαυμάζω, πὼς ἐτοῦτο ποὺ λέγεται κλάψιμο καὶ λύπη, καὶ ποὺ φαίνεται πολὺ πικρὸ κι᾿ ἀβάσταχτο, ἔχει μέσα του πλεγμένη καὶ σμιγμένη τὴ χαρά, καὶ τὴν εὐφροσύνη, ὅπως εἶναι σμιγμένο τὸ κερὶ μὲ τὸ μέλι στὴν μελόπητα. Καὶ σέρνει ἐκείνους ποὺ τὴν ἀξιωθήκανε μὲ πόθο μεγάλον καὶ μὲ πολλὴν ἀγάπη, καὶ φοβοῦνται νὰ μὴν τὴν χάσουνε, καὶ τὴν φυλάγουνε περισσότερο ἀπ᾿ ὅσο φυλάγουνε οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι τ᾿ ἀκριβὰ πετράδια καὶ τ᾿ ἀσημοχρύσαφα. Εἶναι μιὰ ἥμερη χαρὰ κ᾿ ἕνα θεϊκὸ χάρισμα μὲ τὸ ὁποῖο στολίζει ὁ Θεὸς τοὺς φίλους του, καὶ κάνει νὰ ἔχουνε μίαν ἀληθιvὴ χαρὰ καὶ ὄρεξη γιὰ τὸν Θεό, ποὖναι συντροφιασμένη μὲ κάποια θεραπευτικὴ λύπη ὁποῦ δὲν ἔχει μέσα της καμιὰ σαρκικὴ ἀγάπη, παρὰ μονάχα μιὰ παρηγοριὰ ἀγγελικὴ καὶ οὐράνια, μὲ τὴν ὁποία παρηγορᾶ ὁ Θεὸς κρυφὰ ἐκείνους ποὺ συντρίβουνε μὲ πόνο καὶ μὲ ταπείνωση τὴν καρδιά τους». Ἄμποτε νὰ τὴν ἀξιωθοῦμε κ᾿ ἐμεῖς, μὲ τὴ χάρη τῆς Παναγίας ποὺ γιορτάζουμε σήμερα. Ἀμήν.

(Ἀπό τὸ περιοδικὸ «Ἑλληνικὴ Δημιουργία», τ. 37, 1949)

(Πηγή ηλ. κειμένου: nektarios.gr)
http://alopsis.gr/alopsis/Koimhsi2.htm

ΠΑΝΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟΣ

Η Παναγία μεσιτεύει ακατάπαυστα για όλους μας



Όλα τα βλέμματα και οι καρδιές, τούτες τις δίσεχτες ημέρες, ικετευτικά, παρακλητικά στρέφονται στο καλοκαιριάτικο αυγουστιανό Πάσχα. Τον Δεκαπενταύγουστο . Στον ζωηφόρο θάνατο, στην αθάνατη Κοίμηση της Κυρίας Θεοτόκου. Συντονισμένα και τα πόδια μας –έστω και βαρυφορτωμένα από την ένοχη συνείδησή μας, την οικονομική δυσπραγία και τα όποια ασήκωτα βάρη της καθημερινότητας-μας οδηγούν ανεπίστροφα μπροστά στην θαυματουργική εικόνα, για να αποθέσουμε στα αγιασμένα πόδια της τον οφειλόμενο σεβαστικό ασπασμό μας. Για να δροσίσουμε τα φρυγμένα από το κακό και την αμαρτία χείλη μας και να δηλώσουμε αμετάκλητα την αγάπη μας στην τόσο πονεμένη αλλά και πληγωμένη από τα δικά μας λάθη, τα δικά της παιδιά, Θεομάνα. 

Ελάτε λοιπόν χρεωστικά να υμνήσουμε και κυρίως να τιμήσουμε «την Θεοτόκο και Μητέρα του φωτός». H Δαμασκηνή θεολογία πανέμορφα μας υπενθυμίζει πως « ουδείς κατ’ αξίαν της Θεομήτορος την ιεράν εκδημίαν ευφημήσαι δυνήσεται-επειδή- αύτη θεσμόν εγκωμίων υπέρκειται». Ο ίδιος Πατέρας ομολογεί πολύ παρήγορα πως δεν υπάρχει πτυχή, λεπτομέρεια ζωής, την οποία να μη γνωρίζει η Θεοτόκος και να μην μπορεί να δώσει ανάσα ζωής και ελπίδα σωτηρίας.

Ο αγιορείτικος μοναχισμός νιώθει βαθύτατο συγκλονισμό στο να την επικαλείται και να μην την αφήνει ήσυχη «υπέρ πάσης ψυχής θλιβομένης τε και καταπονουμένης». Η Παναγία δεν ξεκουράζεται, αναπαύεται στην υπέρ των τέκνων της κόπωση, γι’ αυτό και ποτέ δεν χαμηλώνει τα δεόμενα πανάχραντα χέρια της. Η Παναγία επανέρχεται συχνά μέσα στην ανθρώπινη ιστορία κυρίως ως μητέρα. Και μία καλή μητέρα ξέρει ν’ ακούει, να πονά και ν’ αγαπά. (γ. Μωϋσής).

Είναι αδίστακτη η πίστη όλων μας, ότι η Υπεραγία Θεοτόκος μετέχει στη δόξα του Υιού της, συμβασιλεύει μαζί του διευθύνει κοντά στο πλευρό του τις τύχες και όλα τα γεγονότα της Εκκλησίας και του κόσμου που εκτυλίσσονται μέσα στο χρόνο, μεσιτεύει «ημέρας και νυκτός» για όλους μας προς Εκείνον, ο οποίος θα έρθει να κρίνει τον κόσμο.
Ο π. Θεόκλητος Διονυσιάτης στοχάζεται : « Εκείνη έχει το πλήθος των πολλών οικτιρμών. Έχει πολλή αγάπη στο ανθρώπινο γένος, προπάντων στους αμαρτωλούς. Ο Υιός της παίρνει μεγάλη χαρά, όταν τον παρακαλεί η Μητέρα του, διότι θέλει να σώσει τον άνθρωπο. Δια τούτο και μόνο έφερε την Μητέρα του και μας την εχάρισε, για να την έχουμε μέσον προς σωτηρίαν.»

Θαυμάζοντας το μεγαλείο της ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφωνεί: «Πού ημπορώ εγώ να απαριθμώ όλα τα μεγαλεία όσα εποίησεν ο Θεός εις την Αειπάρθενον; Αυτά είναι άπειρα κατά το μέγεθος και αναρίθμητα κατά το πλήθος. Και αν ήταν δυνατόν να ενωθούν όλοι όσοι εσώθησαν με τον άσπορον Τόκον της, και να γίνουν ένα στόμα και μία γλώσσα πάλιν δεν ήθελαν δυνηθή να αριθμήσουν τα μεγαλεία της Θεοτόκου και να τα εγκωμιάσουν κατά την αξίαν τους…».

Η εποχή μας φαίνεται να είναι η εποχή της μεγάλης αποστασίας και πραγματικά αντίχριστες οι ημέρες που ζούμε, αφού οι κυβερνήτες μας «έδιωξαν» κυριολεκτικά από την αγκαλιά της Θεομήτορος, Αυτόν που βαστάζει τα πάντα. Με τον τρόπο αυτό εξορίζεται ο Χριστός από την κατ’ εξοχήν δική Του ημέρα, την Κυριακή, για να μην ακούν την κυριακάτικη καμπάνα και τους θυμίζουν ενοχές.

Και όμως όλοι αυτοί θα τρέξουν να δώσουν ανερυθρίαστα το παρόν στην μεγάλη γιορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου, όχι από ευλάβεια αλλά και πάλι για εμπορία ψήφων και κάλυψη ενόχων κατατρεγμών συνειδήσεων. Η Κυρία Θεοτόκος όμως αποστρέφει το πρόσωπό της από όσους «ύβρισαν» τον Υιόν της, και να θυμηθούμε τους σοφούς λόγους του γέροντος Παϊσίου ότι «θα δουλέψουν οι πνευματικοί νόμοι»!

Όσοι πιστοί ορθόδοξοι «προσέλθωμεν τω τάφω της Θεομήτορος»! Να γονατίσουμε ικετευτικά, να προσκυνήσουμε λατρευτικά, να υμνήσουμε δοξολογικά και ταπεινά να παρακαλέσουμε την Κυρία Θεοτόκο να πρεσβεύει για κάθε ψυχή πονεμένη, πικραμένη και παραπονεμένη, και για τούτη την πολυβασανισμένη πατρίδα μας Ελλάδα.

Σαββίδης Παύλος, Θεολόγος

Παποκεντρικός Οικουμενισμός εις το περιβόλι της Παναγίας



Ο Οικουμενισμός κερδίζει νέο έδαφος, αυτή τη φορά στο Περιβόλι της Παν­αγίας, το Άγιον Όρος. Η Ορθόδοξος μαρτυρία νεκρά εν πολλοίς, η προς το χείρον άμβλυνσις της συνειδήσεως ανεπαισθήτως εξαπλούται υφάλως, ο συγκρητιστικός δούρειος ίππος του Οικουμενισμού εισήχθη εντός των τειχών, ο πολυμήχανος Οδυσσεύς Συνοδική μαγγανεία φιμώσας, εκπορθήσαι πειράται Αγίων το σύστημα, ο εστίν Εκκλησία· πλην και νυν, ου γαρ οίδασιν τι ποιούσιν, ότι «σκληρόν σοι προς κέντρα λακτίζειν», τις ποτέ Χριστόν νενίκηκεν; Ολίγον καιρόν έχουσιν οι ματαιόδοξοι και όψονται του λόγου το πλήρωμα υπό του ακρογωνιαίου λίθου συντετελεσμένον επ’ αυτοίς, ήτοι «εφ’ ον δ᾽ αν πέση, λικμήσει αυτόν»· κοσμικής δόξης γλιχόμενοι λησμονούσιν ότι «δια δε τους εκλεκτούς κολοβωθήσονται αι ημέραι εκείναι» και τα έργα αυτών, ως γέγραπται. Τι δε το αναμένον αυτούς μετά το πικρόχαρον του θανάτου; Φοβερόν το εμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος.

Ως έγινε γνωστόν, ήδη κυκλοφορεί και εντός Αγίου Όρους βιβλίον με τίτλον ο “Άγιος της Πολιτικής”. Το βιβλίον αυτό αναφέρεται εκ πρώτης όψεως εις τον πρώτον Κυβερνήτη της χώρας Ιωάννη Καποδίστρια, αλλά εσωτερικά επεκτείνεται και σε πλείστα Εκκλησιολογικά θέματα, περιέχον ποικίλη ύλη, με πολλά επώνυμα πρόσωπα και εικόνες σχετικά με την ανάγκη προβολής ενός πολιτικού ηγέτου σύμφωνα με το πρότυπο του Ιωάννου Καποδίστρια.

Ταυτόχρονα, με παράλληλη ανάπτυξη προβάλλει σταδιακά Οικουμενιστικές θέσεις όπως η “άρσις των αναθεμάτων του 1965”, η απόφανσις της Β’ Βατικανής Συνόδου με την γνωστή επωδό “ίνα ώσιν εν”, λόγους του Πάπα Βενεδίκτου ΙΣΤ’ περί ενότητας των Εκκλησιών και τις γνωστές αξιολογικές κρίσεις του Οικουμενισμού όπως: “αποκορύφωμα εχθρότητας, αντιπαλότητας, διάσπασης και διαχωρισμού, υπήρξε το σχίσμα Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και Δυτικής Ρωμαιοκαθολικής το 1054”.

Ομιλεί με την γνωστή γλώσσα περί διασπασμένης Εκκλησίας με διατυπώσεις όπως: “Διάσπαση του Χριστιανικού δόγματος, διάσπαση της Μιας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, διάσπαση Αυτού του Ίδιου του Σώματος του Χριστού”.

Περιέχει πολλές εικόνες της Αναγεννήσεως και άλλες Ορθόδοξες χωρίς διαφοροποίηση μεταξύ αιρέσεως και Ορθοδόξου ευσεβείας, αρκετές από αυτές είναι απαράδεκτες Εκκλησιολογικά η και βλάσφημες, εξ αυτών δε μία είναι της Παναγίας με τι­τλο “Παναγία Ίνα Ώσιν Εν, η Πατριώτισσα”, μία καινοφανής απεικόνισης της Θεοτόκου ως κηρύττουσα την ένωση Ορθοδόξου Εκκλησίας και Βατικανού, στη θεολογική βάση του διατά­γματος περί Οικουμενισμού της Β’ Βατικανής Συνόδου, περί αποκαταστάσεως της «κοινωνίας των διϊσταμένων αδελφών με τον διάδοχο του Πέτρου, ίνα πάντες εν ώσιν!».

Αυτό δε το κήρυγμα του παποκεντρικού Οικουμενισμού, καθώς λέγουν μετ’ εμφάσεως οι συγγραφείς του βιβλίου, είναι δέησις της Θεοτόκου προς τον Χριστόν και μάλιστα είναι και εσχατολογική “παρακαταθήκη” του Χριστού, αλλά ταυτόχρονα και “παρακαταθήκη” του αγίου γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου και συνάμα “παρακαταθήκη” του Κυβερνήτου Ιωάννη Καποδίστρια.

Το βιβλίο αυτό είναι μία έκδοσις της εταιρείας ΕΛΑΙΑ Α.Μ.Κ.Ε με έδρα τον Πειραιά και διεύθυνση: Πατριάρχου Ιωακείμ 39 Τ.Κ. 18539 Πειραιάς.

Ο συγγραφέας του βιβλίου είναι ο κ. Ιωάννης Κορνιλάκης διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας ΕΛΑΙΑ και πρόεδρος αυτής ο Αγιορείτης ιερομόναχος π. Γεώργιος Αλευράς με τόπο διαμονής την Ι. Σκήτη Καυσοκαλυβίων της Ι.Μ. Μεγίστης Λαύρας Αγίου Όρους. Η εικόνα αυτή βρίσκεται στο προσκυνητάρι της Καλύβης Ζωοδόχου Πηγής Καυσοκαλυβίων, όπου και αυτός διαμένει.

Η έμπνευση και ο σκοπός της πρωτοφανούς “εικόνος” σύμφωνα με το συναφές σύγγραμμά τους “ο Άγιος της Πολιτικής”, αποδίδεται από τους ιδίους συνοπτικά στο απόσπασμα: (σελίδα 694, του βιβλίου).

“Η εξαιρετική και ιστορική ομιλία του Πάπα Βενεδίκτου ΙΣΤ στὶς 12 Σεπτέμβρη 2006, την οποίαν αγνοούσαμε, πήρε την ολοκληρωτική της μορφή ενάμιση μήνα αργότερα στις 30 Νοέμβρη 2006, στο κοινό ανακοινωθέν που εκφωνήθηκε κατά την επίσημη συνάντησή του στη Κωνσταντινούπολη, με τον Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο: Προτρέπομεν τους πιστούς ημών να αναλάβουν ενεργόν ρόλον, εις την διαδικασία προς την πλήρη ενότητα, δια της προσευχής και δια σημαντικών ενεργειών.

Η εικόνα σύμβολο της Παναγίας Ίνα ώσιν Εν της Πατριώτισσας και παρακαταθήκη του Χριστού, του Ιωάννη Καποδίστρια και του Γέροντα Πορφυρίου είναι προσευχή και η ενασχόληση και δραστηριότητα απέναντι σε αντίξοες συνθήκες, για την ανάδειξη της παγκόσμιας Αγίας μορφής του Ιωάννου Καποδίστρια, ας μη αμφιβάλει κανείς ότι είναι μία σημαντική ενέργεια”.

Η Βατικάνειος ερμηνεία της φράσης “ίνα ώσιν εν” εκφαίνεται με σαφήνεια τόσο στην εικόνα όσο και σε αποσπάσματα, όπως:

“Η πρώτη του και ταυτόχρονα τελευταία επιστολή του Καποδίστρια προς τον προκαθήμενο της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, ήταν στις 25 Νοέμβρη 1827 με το παλαιό ημερολόγιο και 7 Δεκέμβρη 1827 με το νέο. Εκατό τριάντα οκτώ χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα στις 7 Δεκέμβρη 1965 με το νέο ημερολόγιο, Ανατολή και Δύση, Κωνσταντινούπολη και Ρώμη, Ανατολική Ορθόδοξη εκκλησία και Ρωμαιοκαθολική, Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας και Πάπας Παύλος ΣΤ’, κάνουν το πρώτο βήμα προς το ευαγγελικό, Ίνα ώσιν εν, αίροντας τα ένθεν κακείθεν αναθέματα των δύο εκκλησιών από το 1054 (σελ. 186).

Η Οικουμενιστική αιρετική θεώρηση της Εκκλησίας ως διηρημένης, αποδίδεται με σαφή και κατηγορηματικό λόγο, στο απόσπασμα:

“Τα σύμβολα της Χριστιανοσύνης είναι προσευχή και εργασία ταυτόχρονα. Προσευχή εις Χριστόν και εργασία δια Χριστόν. Αποκορύφωμα εχθρότητας, αντιπαλότητας, διάσπασης και διαχωρισμού, υπήρξε το σχίσμα Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και Δυτικής Ρωμαιοκαθολικής το 1054. Ο συμβολισμός του τρομαχτικός. Διάσπαση του Χριστιανικού δόγματος, διάσπαση της Μιας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, διάσπαση Αυτού του Ίδιου του Σώματος του Χριστού (σελ. 691).

Στην εικόνα “Παναγία Ίνα Ώσιν Εν, η Πατριώτισσα” εικονίζεται στην δεξιά χείρα της Θεοτόκου το Βατικανό ως “Άγιος Πέτρος Ρώμης” και στη αριστερά η Ορθόδοξος Εκκλησία ως “Αγία Σοφία Κωνσταντινούπολη” και άνωθεν ο Χριστός επευλογών την ένωση των “Εκκλησιών” με την φράση: «ίνα ώσιν εν».

Το “δεξιά” ασφαλώς, δηλώνει σαφώς το παπικό πρωτείο, δηλαδή ένωση υπό τον διάδοχο του Πέτρου, δηλαδή με αρχηγό τον Πάπα. Η οποία είναι και η μόνη, πρώτη βασική προϋπόθεση που θέτουν οι Παπικοί, όλα τα άλλα γι’ αυτούς είναι δεύτερα.

Στο κέντρο της εικόνος παριστάνεται ο χάρτης της Ελλάδος και ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ως συνευδοκών!, ο προφητικώς ειπών «τον Πάπα να καταράσθε, ότι αυτός θα είναι η αιτία». Εδώ έχομε την γνωστή τακτική του Οικουμενισμού να εγκολπώνεται τα πάντα ψευδοϋποκριτικώς, ως ποικίλον δέρμα παρδάλεως.

Εμφανίζονται επίσης επί της εικόνος ο Τίμιος Πρόδρομος, ο προφήτης Ηλίας, οι Άγιοι Αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ, οι Άγιοι Μεγαλομάρτυρες Γεώργιος και Δημήτριος. Όλοι μαζί κηρύττουν: Παπισμός – Ορθοδοξία – “ίνα ώσιν εν”!

Το βιβλίο αυτό και η εικόνα “Παναγία Ίνα Ώσιν Εν, η Πατριώτισσα” διαμοιράζεται από την ΕΛΑΙΑ ΑΜΚΕ σε πλείστα όσα Εκκλησιαστικά, πολιτικά και στρατιωτικά πρόσωπα, αλλά και στον πρέσβυν του Βατικανού στην Αθήνα.

Οι συγγραφείς έχουν μία εργώδη δραστηριότητα σε Ρώμη, Κωνσταντινούπολη, Μόσχα, Κύπρο, Ελλάδα και αλλού· αλλά και στο διαδίκτυο (όπως site Ρομφαία, η άλλα).

Μέσα στο βιβλίο αυτό μεταξύ των άλλων υπάρχει και ένα απόσπασμα μνημειώδους κακοδόξου ερμηνευτικής αποδόσεως του χωρίου «ίνα ώσιν εν».

“Ίνα ώσιν εν, προσευχή του Χριστού προς τον Πατέρα, Ίνα ώσιν εν, στάση ζωής από τον πρώτο μας Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, Ίνα ώσιν εν, Τάμα του Έθνους – Ιερός Ναός Μεταμορφώσεως του Σωτήρα Χριστού στο Μήλεσι Αττικής, Ίνα ώσιν εν, Άξιόν Εστι Οδυσσέας Ελύτης – Μίκης Θεοδωράκης. Τα πάντα είναι ένα, όλα ένα είναι, όλα προς το ένα κυλάνε, όλα προς το ένα τείνουν, όλα στο ένα θε να συν­αντηθούνε. Από τον Ηράκλειτο, τον Εμπεδοκλή, τον Σωκράτη, τον Μωυσή, τον Ιωάννη τον Πρόδρομο, τον Χριστό, τον Ιωάννη Καποδίστρια, τον Γέροντα Πορφύριο, τον Ελύτη, τον Θεοδωράκη, Εσάς, Εμένα, τους Επόμενους, Άξιόν Εστι, Γένεση, Πάθη. Δοξαστικόν μέρη τρία κι όμως ένα Άξιόν Εστι, Οδυσσέας Ελύτης, Μίκης Θεοδωράκης, ο μελωδός και ο “αγιογράφος”, δυό κι όμως μία δημιουργία αχώριστη στον αιώνα. Ταύτιση μορφής και ψυχής, ύλης και πνεύματος, Ίνα ώσιν εν. Οι μνήμες να επανέλθουν, οι αιώνες να προβληθούν ξανά, οι ψυχές ν’ αφυπνισθούν, να μη χαθούν, να γίνουν ένα με το Ρωμαίϊκο νταού­λι και το Ευαγγέλιο, και να χορέψουν και για τους καημούς που μας ολοκληρώνουν, αλλά και για τις ελπίδες που χαρίζουν όραμα, τη δύναμη για ένα βήμα παρακάτω με Χριστό, Ιωάννη Καποδίστρια, Γέροντα Πορφύριο, Ελύτη, Θεοδωράκη” (Απόσπασμα από την σελ. 655).

Καθώς προκύπτει από το σύγγραμμά τους, έχουν βαθειά πεποίθηση ότι εργάζονται προς “δόξαν Θεού” και θεωρούν τον προς αυτούς ορθόδοξον αντίλογον ως πλάνη η και αίρεση! ως ρητώς υπαινίσσονται, αντιλέγουσα στην “παρακαταθήκη” του Χριστού, του γέροντος Πορφυρίου και του Καποδίστρια για την επίτευξη του “ίνα ώσιν εν”, ως εσχατολογική προϋπόθεση για την εποίκησιν της Άνω Ιερουσαλήμ, καθώς λέγουν.

«(εγώ ειμί η οδός), λιμάνι σωτηρίας η Άνω Ιερουσαλήμ και μέσο η ενότητα της ανθρωπότητας, Ίνα ώσιν Εν. Μία ενότητα κατά τον Πάπα Βενέδικτο ΙΣΤ , που καθοριστική συμβολή θα έχει η κατανόηση και εφαρμογή του Ορθού αρχαιοελληνικού Λόγου των Ευαγγελίων. Υπό του πρίσματος αυτού η εικόνα σύμβολο, και ταυτόχρονα παρακαταθήκη Παναγία Ίνα ώσιν Εν η Πατριώτισσα, ενδεχομένως προσλαμβάνει αιώνιες διαστάσεις απ’ τη Δημιουργία και τον αποχωρισμό του ανθρώπου απ’ τον κήπο της Εδέμ, και ίσως ακόμη και εσχατολογικές προεκτάσεις. Υποδηλώνει την εσωτερική ενότητα όλων των λαών της γης σε όλες τις επίγειες Πατρίδες, και στην συνέχεια στην εξωτερική ενότητα όλων των λαών μέσα από την κοινή αλήθεια της πίστης στον Λόγο, που θα αποβλέπει στον ουράνιο λιμένα, στην ουράνια Πατρίδα, στην κοινή Πατρίδα όλων την Άνω Ιερουσαλήμ, την οποίαν θα εποικίσουμε όταν επιτευχθεί το, ίνα ώσι τετελειωμένοι εις εν. “Σε χώρα μακρινή και αρυτίδωτη, τώρα πορεύομαι” (Άξιόν Εστι, Οδυσσέα Ελύτη). (Απόσπασμα από την σελ. 695).

Σε όλους εμάς τους πιστούς που προσβλέπουμε στο Άγιον Όρος, το σεβόμεθα και το αγαπούμε ως προμαχώνα και στυλοβάτη επί αιώνες της Ορθοδόξου Εκκλησίας, από τα παραπάνω δυσσεβή, εύλογα γεννώνται πολλά ερωτηματικά, που η ορθόδοξος συνείδησις αδυνατεί να ερμηνεύση η να ατενίση καταφατικά.

Μπορεί άραγε ο καθένας να εικονογραφή μία νέα εικόνα της Θεοτόκου και του Κυρίου με ένα νέο θεολογικό περιεχόμενο που έχει ως δική του οραματική έμπνευση, πριν η μετά την ομιλία προτροπή ενός Πάπα;

Τότε πως μπορεί να υπάρξη η Ιερή παράδοση εικονογραφίας της Εκκλησίας, η οποία διατηρήθηκε 2000 χρόνια ως τώρα χωρίς αλλοίωση, εάν αποδεχθούμε μια τέτοια καινοφανή αντιπαραδοσιακή εικόνα στο προσκυνητάρι ιερών ναών;

Η εικόνα αυτή της Θεοτόκου σαφώς ομιλεί περί Εκκλησιών, περί διασπασμένης (διηρημένης) Εκκλησίας, περί Ενώσεως της Εκκλησίας μετά του Παπισμού.

Δεν είναι άραγε, η αίρεσις του Οικουμενισμού που επίσης ομιλεί περί Εκκλησιών, περί διασπασμένης (διηρημένης) Εκκλησίας, περί “Ενώσεως”, περί της “των πάντων Ενώσεως”; Δεν είναι δηλαδή ένα και το αυτό κήρυγμα;

Κήρυξ του Οικουμενισμού καθίσταται άρα η Θεοτόκος; Ψευδοπροφήτης!

Είναι η Θεοτόκος στέργουσα προς την εικόνα αυτή; αληθώς, δηλαδή, δέεται η Θεοτόκος να ενωθούμε με τους Παπικούς;

Διότι εάν, ως και βεβαίως, η Θεοτόκος δεν αναπέμπει τέτοια δέηση, τι είδους ψεύδος είναι αυτό; Να εμφανίζεται η Θεοτόκος κήρυξ του Οικουμενισμού!

Ψεύδος επί της παναμώμου Παρθένου, της Παγκοσμίου δόξης της Εκκλησίας; και ως τοιούτον ψεύδος πως γίνεται να υπάρχει στο προσκυνητάρι της Εκκλησίας και μάλιστα στο «ιερό» του Αγίου Όρους, στη Σκήτη των Καυσοκαλυβίων;

Δεν θεωρεί πλέον η Θεοτόκος τους Παπικούς, εχθρούς του Υιού της και Εαυτής, τώρα δηλαδή οι εχθροί της έγιναν Εκκλησία;

Ασφαλώς τότε οι Ζωγραφίται Οσιομάρτυρες, οι Βατοπαιδινοί, οι Ιβηρίτες, ο Άγιος Οσιομάρτυς Κοσμάς μαρτύρησαν από πλάνη!; Διότι οι Παπικοί δεν αναίρεσαν καμμία αίρεσή τους, αλλά απεναντίας και προσθέτουν συνεχώς.

Πόθεν έλαβον οι εμπνευστές της εικόνος την πληροφορία αυτήν, ότι η Θεοτόκος αναπέμπει τέτοια δέηση προς τον Κύριον;

Τον Αύγουστο του 2006, ως λέγουν, λίγο πριν την “βαρυσήμαντη και ιστορική σε περιεχόμενο ομιλία του Πάπα Βενεδίκτου ΙΣΤ’ στις 12 Σεπτέμβρη 2006” (σελ. 692 του βιβλίου); Πριν το 2006 δεν ανέπεμπε αυτήν την δέηση η Θεοτόκος; Τι άλλαξε το 2006; περίμενε η Θεοτόκος την ομιλία του Πάπα Βενεδίκτου ΙΣΤ’;

Εάν όχι, πότε άρχισε αυτήν την δέηση;

Προ των ημερών του Πατριάρχου Βέκκου; μετά το αιρετικό δόγμα των Παπικών περί ασπίλου συλλήψεως και άνευ θανάτου ενσωμάτου αναλήψεώς της; Άραγε μήπως μετά την λεγομένη “άρση των αναθεμάτων” του 1965;

Ποιά τα φοβερά “θεολογικά” μηνύματα που εκπέμπει η “εικόνα” αυτή;

Είναι το Βατικανό Εκκλησία; (διότι το εικονίζει ως Εκκλησία, δεξιά με πρωτείον)

Είναι διηρημένη η Εκκλησία; (διότι εικονίζει δύο Εκκλησίες)

Δεν ισχύει πλέον το ένατο άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως: «Εις μίαν αγίαν καθολικήν και αποστολικήν εκκλησίαν»; Το μίαν σημαίνει αδιαίρετον.

Εάν ισχύη ακόμη, τότε ασφαλώς η μία εκ των δύο εικονιζομένων στην εικόνα αυτή είναι αιρετική εκκλησία. Πως λοιπόν, αιρετική εκκλησία στην δεξιά χείρα της Θεοτόκου;

Δεν έχουμε άρα εκπλήρωση και εδώ του προφητικού λόγου της Αγίας Γραφής· «το βδέλυγμα της ερημώσεως, εστώς εν τόπω αγίω»; Δεν είναι τόπος άγιος αι χείραι της Θεοτόκου; Δεν είναι η αίρεσις βδέλυγμα της ερημώσεως;

Προσκυνείται το βδέλυγμα της ερημώσεως; Συμπροσκυνείται μετά της Θεοτόκου;

Και όλα αυτά τα επευλογεί ο Χριστός; και μάλιστα με τον ποιό επιτακτικό τρόπο ως δική του εσχατολογική “παρακαταθήκη” – «ίνα ώσιν εν». Αυτό το τελευταίο ψεύδος ασφαλώς είναι ασυγκρίτως μεγαλύτερο από τα προηγούμενα, διότι τίθεται νοηματικά στην εικόνα ως νεοπροφητικός λόγος: «τάδε λέγει Κύριος, ενωθείτε με τους Παπικούς»;!.

Μετενόησαν οι Παπικοί; Έδειξαν δείγματα μετανοίας; Ασπάσθησαν την Ορθοδοξίαν; Αναθεμάτισαν την αίρεσή τους; Ουδαμώς, αντιθέτως πανταχού και γυμνή τη κεφαλή κηρύττουν την Πανθρησκεία. Δεν είναι αυτός λόγος του Ψευδοπροφήτου; Δεν είναι ο Παπισμός Ψευδοπροφήτης και νυμφαγωγός εις Αντίχριστον; Ποιά εικόνα σκιαγραφεί ο Παποκαισαρισμός, το πρωτείον, το αλάθητον, η αίρεσις (ψεύδος)· δεν είναι αυτά ο χαρακτήρ του θηρίου;

Πως άρα η “εικόνα” αυτή με βάση το θεολογικό της περιεχόμενο είναι αποδεκτή η προσκυνητή;

Εάν δεν είναι προσκυνητή, πως εικών της Θεοτόκου; και εάν εικών της Θεοτόκου πως μη προσκυνητή; προς ποίους τότε ίσταται το ανάθεμα της Ζ’ Αγίας Οικουμενικής Συνόδου, επί των βεβηλούντων τας σεπτάς και αγίας εικόνας;

Πόθεν άραγε προέκυψαν όλα αυτά τα ερωτήματα;

Αναμφιβόλως, διότι οι συγγραφείς είχον την «εκ βαθέων» “έμπνευση”, να αναμείξουν τα άμεικτα, τα μη δεχόμενα μηδαμώς μείξιν, κατά τον λόγον της Αγίας Γραφής· «τις δε κοινωνία φωτί προς σκότος; τις δε συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαλ; η τις μερίς πιστώ μετά απίστου; τις δε συγκατάθεσις ναώ Θεού μετά ειδώλων;»

Μπορεί επομένως αυτή η “εικόνα” να τεθή εντός ιερού ορθοδόξου Ναού, όπου τελείται θεία Λειτουργία;

Θα κατέβει το Πνεύμα το Άγιον να καθαγιάση τα Τίμια Δώρα;

Η Θεοτόκος αρνείται να εισέλθη στο κελλίον του Αββά Κυριακού της Λαύρας του Καλαμώνος, λέγουσα προς αυτόν, «τον εχθρόν μου έχεις εντός και θέλεις να εισέλθω;»· καθότι αγνοών είχε ο αββάς εντός του κελλίου του δύο λόγους του Νεστορίου. Εάν λοιπόν δεν εισέρχεται η Θεοτόκος, όπου υπάρχουν αιρετικά βιβλία πως θα κατέλθει η χάρις του Αγίου Πνεύματος εις ναόν, όπου υπάρχει αυτή η εικόνα Παποκεντρικού Οικουμενισμού υπό της Θεοτόκου!. Ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς εσφαλμένα χαρακτήρισε τον Οικουμενισμό Παναίρεση; Εάν ναι, πως υπάρχει η εικόνα του Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς στον ιερό ναό του Αγίου Ανδρέου στην ομώνυμη Σκήτη του Αγίου Όρους;

Εάν όχι, πως υπάρχει η “εικόνα” “Παναγία Ίνα Ώσιν Εν, η Πατριώτισσα” στην Καλύβη Ζωοδόχου Πηγής Καυσοκαλυβίων, Οικουμενισμόν κηρύττουσα; Η παναίρεσις του Οικουμενισμού έχει αναθεματισθή υπό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σεραφείμ Πειραιώς, την Κυριακή της Ορθοδοξίας 2012.

«Τοις κηρύσσουσι και διδάσκουσι την παναίρεσιν του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού συγκρητιστικού Οικουμενισμού, ανάθεμα». Εφόσον λοιπόν η παναίρεσις του διαχριστιανικού συγκρητιστικού Οικουμενισμού έχει αρχιερατικόν ανάθεμα πως γίνεται να εμφανίζεται ως δέησις της Θεοτόκου; Γραφικώς, «απορώ και εξίσταμαι»· φοβερόν γαρ το λογοθέσιον εν Ημέρα δικαιοκρισίας Θεού, εκεί όπου μόνον η Αλήθεια μπορεί να ίσταται, συγκαταβάσει δε Θείου ελέους και η αληθινή προ του θανάτου μετάνοια παρίσταται, πάντα τα λοιπά αστέκτω πυρί ετασθήσονται, τρόμος και κλόνος τότε αδιήγητος προς πάντας τους λαλούντας το ψεύδος, τακήσονται γαρ ως τήκεται κηρός από προσώπου πυρός. Άραγε οι άλλοι Αγιορείτες μοναχοί γνωρίζουν αυτά που συμβαίνουν στο Περιβόλι της Παναγίας; Διότι εάν αυτά συμβαίνουν στο Περιβόλι της εν επιγνώσει και αδιαμαρτύρητα, τότε μήπως πνευματικώς εγγύς ίσταται η πρόρρησις της Παναγίας Πορταϊτίσσης; «Απορώ και εξίσταμαι»· εντός Αγίου Όρους από Αγιορείτες μοναχούς στο Περιβόλι της Θεοτόκου την οποίαν πάντες οι Αγιορείτες έχουν ως Έφορον και Δέσποινα Υπέρμαχον προστάτιδα, οίτινες νυκτός και ημέρας διαπαντός εν προσ­ευχαίς αδολεσχούσι επί τω αγίω ονόματι αυτής. Αλλά ιστορικώς ουκ άπορον το γεγονός ότι και εν αποστόλοις ου πάντες απόστολοι, αλλά και ψευδαπόστολοι και Ισκαριώται. Αληθώς και κυρίως έρχεται εις τον νουν, η φράσις του Κυρίου: «ει ουν το φως το εν σοι σκότος εστι, το σκότος πόσον;».

Ευχόμεθα να φωτίζη πάντας ημάς η Θεοτόκος εις αυτογνωσίαν έκαστον και ποία είναι αληθώς τα καλά και συμφέροντα ταις ψυχαίς ημών, προ πάντων δε να φυλάττη ημάς από πάσης πλάνης και απατηλής μεθοδείας του διαβόλου, όστις σερβίρει το δηλητήριόν του πάντοτε με ωραίον περιτύλιγμα, ίνα ευπαράδεκτον γίνεται. Στον Οικουμενισμό το ωραίον αυτό περιτύλιγμα είναι η “ειρήνη”, η “αγάπη”, η “ενότης των λαών” σε “μία πίστη”, σε “μία θρησκεία”, σε ένα “πατέρα”, σε ένα “θεό”. Το δηλητήριον όμως είναι ότι αυτός ο ένας “θεός” δεν είναι ο αληθινός Θεός και η προς αυτόν αληθινή πίστις, αλλά ο διάβολος εν προσώπω του ερχομένου Αντιχρίστου. Γρηγορείτε, καλή μετάνοια, εγγύς γαρ ο καιρός της δικαίας οργής επί πάντας τους εργαζομένους την ανομίαν. Τέλος του μυστηρίου της ανομίας η Πανθρησκεία, ο έσχατος Αντίχριστος και η γέεννα του πυρός της αιωνίου κολάσεως. Τέλος του μυστηρίου της ευσεβείας η αιώνιος ζωή της βασιλείας του Θεού, Πατρός Υιού και Πνεύματος Αγίου. Αμήν.

Του κ. Παναγιώτου Κατραμάδου

"Πρέπει να φυλάξετε την Πίστη. Πρέπει να κρατήσετε τους ναούς. ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΤΕ την είσοδο των οικουμενιστών στους ναούς." Νέα ανακοίνωση της ομάδος "(like) Ορθοδοξία"

Ήλθα να βάλω φωτιά στις καρδιές, μας λέει ο Κύριος. 
Καίγεται, όμως, η καρδιά μας; Ξεχείλισε από αγάπη, ζήλο, πόθο για τον Θεό;
Γεμίζει μόνο από τον Θεό και στόχος της είναι να ενωθεί μαζί Του; 
O Κύριος ημών Ιησούς Χριστός φανέρωσε την δόξα Του στους μαθητές νια να καταλάβει ο άνθρωπος πόσο δοξασμένος μπορεί να γίνει όταν ενώνεται μαζί Του.
Κάποιοι σήκωσαν τα μάτια στον ουρανό, ξέχασαν τα του κόσμου τούτου και με καρδιά γεμάτη από Θεό ομολόγησαν την πίστη τους με το όποιο κόστος.


Τελευταία παραδείγματα ιερέας στην ευρύτερη περιοχή Σερρών, πατέρας δύο ανηλίκων παιδιών και οι μοναχοί στην ι.μ. Αγίας Παρασκευής στην Πτολεμαϊδα. 
Με ανδρείο φρόνημα, με καρδιά γεμάτη φωτιά στάθηκαν απέναντι στην αίρεση του Οικουμενισμού, αρνούμενοι κάθε είδους συμβιβασμό, μάρτυρες της ορθοδόξου πίστεως. 

Το παράδειγμά τους, φωτεινός οδοδείκτης σ'όλους εμάς που ξεχνούμε πως ομολογία είναι δίωξη και αγώνας για τον Τριαδικό Θεό. Οι πιστοί, αναγνωρίζοντας σ'αυτούς τους στρατιώτες του Θεού, τους φύλακες του ευαγγελικού νόμου, τάχθηκαν στο πλευρό τους Θαύμασαν το φρόνημά τους, την καθαρότητα της πίστης τους, την γενναιότητά τους απέναντι σ'ένα σάπιο και διαβρωμένο εκκλησιαστικό σύστημα.

Ελάχιστοι ναοί στην Ελλάδα, επανδρωμένοι από ομολογητές, καλύπτουν σήμερα μετά την ληστρική σύνοδο, το ορθόδοξο ποίμνιο που δεν θέλει να υποχωρήσει και να αλωθεί από την αίρεση. Οι προσευχές μας μαζί τους.

Είμαστε στο πλευρό των αγωνιστών, γνωρίζοντας πως είμαστε μαζί με τον Χριστό.

ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ την σθεναρή στάση των κληρικών και μοναχών των ορθοδόξων ναών.
Ξέρουμε πως είμαστε ελάχιστοι αριθμητικά, όμως είμαστε το ορθόδοξο ποίμνιο.
Έχετε χρέος απέναντί μας. 
Πρέπει να φυλάξετε την Πίστη. 
Πρέπει να κρατήσετε τους ναούς.
ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΤΕ την είσοδο των οικουμενιστών στους ναούς.

Οποιοσδήποτε συμβιβασμός, οποιαδήποτε υποχώρηση αποτελεί προδοσία.
Η παραμικρή κοινωνία με την αίρεση αίρει την χάρη του Θεού. Ο Θεός είναι η απόλυτη καθαρότητα. Δεν μπορεί να είναι εκεί που υπάρχει συμβιβασμός και νόθευση σε θέματα πίστεως.

Η αποτείχιση είναι στάση ζωής: 
ΠΛΗΡΗΣ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΡΕΣΗ. 
Μεσότης δεν υπάρχει.
Ξεκάθαρη θέση: ή με τον Χριστό ή χωρίς Αυτόν.


Καλό αγώνα.


Ορθοδοξία”

«Διωκόμενοι ἀλλ’ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι»

«Διωκόμενοι ἀλλ’ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι» 
(Β΄Κορινθ. δ΄9) 

Δύο μέρες μετὰ τὴν δίωξή του, προσφέρθηκε στὸν π. Εὐστράτιο μὲ θαυμαστὸ τρόπο, ἀπὸ ἄγνωστο πιστό, ἰδιωτικὸς Ναός!

«Αἱ ἐκκλησίαι τοῦ Θεοῦ θὰ στερηθοῦν εὐλαβῶν καὶ εὐσεβῶν ποιμένων καὶ ἀλοίμονον τότε εἰς τοὺς ἐν τῷ κόσμῳ εὑρισκομένους Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι θὰ στερηθοῦν τελείως τὴν πίστιν, διότι δὲν θὰ βλέπουν ἀπὸ κανέναν φῶς ἐπιγνώσεως, τότε θά ἀναχωροῦν ἀπὸ τὸν κόσμον εἰς τὰ ἱερὰ καταφύγια διὰ νὰ εὕρουν ψυχικὴν ἀνακούφισιν τῶν θλίψεών των καὶ παντοῦ θὰ εὑρίσκουν ἐμπόδια καὶ στεναχωρίας» (Προφητεία Ὁσίου Νείλου).

«Καὶ φεύγουσι μετὰ μεγάλης σπουδῆς εἰς τὰς ἐρήμους, καὶ κρύπτονται εἰς τὰ ὄρη καὶ τὰ σπήλαια μετὰ φόβου» (Ἁγ. Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου, Περὶ συντελείας τοῦ κόσμου).

«Ὦ εὐλογημένο βουνό, πόσες ψυχές γυναικόπαιδα θὰ σώσεις ὅταν ἔλθουν τὰ χαλεπὰ χρόνια» (Προφητεία Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ)!

Λίγες μέρες πέρασαν ἀπὸ τότε ποὺ ἡ πάλαι ποτὲ ὀρθοδόξως φρονοῦσα καὶ πράττουσα μονὴ τῆς Μεγίστης Λαύρας, γεμάτη οἰκουμενιστική «ἀγάπη» ἀποφάσισε νὰ φιμώσει τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ ἀπαγορεύοντας στὸν γέροντα Εὐστράτιο νὰ λειτουργεῖ στὸ μετόχι της «Ἄξιον ἐστί» καὶ παραδίδοντας του τελεσίγραφο νὰ φύγει ἀπὸ τὸ μοναστῆρι. 
Τὸ ἔγκλημα τοῦ γέροντος; Δὲν μνημονεύει τὸν αἱρετικὸ Πατριάρχη, ὅπως καὶ οἱ προκάτοχοι τῆς Μονῆς –ὅταν αὐτὴ ὀρθοτομοῦσε τὸν λόγο τῆς Ἀληθείας– δὲν μνημόνευαν τὸν αἱρετικὸ Ἀθηναγόρα.

Ξέχασαν ὅμως ὅτι δὲν ἁγιάζει ὁ τόπος τὸν ἄνθρωπο ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος τὸν τόπο. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ «οὐ δέδεται» (δὲν δένεται) μᾶς διδάσκει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Τιμ. Β΄, 2, 9), τὸν ὁποῖο οἱ Ἁγιορεῖτες τῆς Λαύρας φαίνονται νὰ μὴν ἀκολουθοῦν πιά. 
Ἂς εἶναι καλὰ τὰ βουνὰ καὶ οἱ ἐρημιές, ποὺ ἔδιναν πάντα καταφύγιο στοὺς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ. Εἶναι πραγματικὰ ἕνα θαῦμα καὶ μία ἀπόδειξη τῆς πρόνοιάς Του, ὅτι οἱ ἀφιλόξενοι τόποι προσφέρουν φιλοξενία στοὺς διωγμένους καὶ κατατρεγμένους ἀπὸ τοὺς ἑκάστοτε αἱρετικούς. Ὁ εὐσεβὴς ἑλληνικὸς λαὸς μερίμνησε ἐν σοφίᾳ Κυρίου νὰ κτίσει σὲ κάθε βουνοκορφὴ καὶ σὲ κάθε ἐρημικὴ πλαγιὰ ἐκκλησάκια, τὰ ὁποῖα στοὺς ἔσχατους, κατὰ τοὺς ἁγίους, καιροὺς ποὺ ζοῦμε θὰ δώσουν καταφύγιο σὲ ὅσους δὲν προσκυνήσουν γόνυ τῷ Βάαλ.

Σὲ ἕνα τέτοιο καταφύγιο εὐλαβείας, εὐσεβείας καὶ πίστεως λειτούργησε σήμερα ὁ γέροντας Εὐστράτιος. Ὅσοι παρεβρεθήκαμε σήμερα ἐκεῖ ζήσαμε μία ἀτμόσφαιρα κατάνυξης, δακρύων, συγκίνησης καὶ ἐν Χριστῷ καυχήσεως. Ζήσαμε τὸ θαῦμα τῆς ζώσας Ἐκκλησίας. Πιστοὶ ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο καὶ τὴν Ἀττικὴ διανύοντας μεγάλες ἀποστάσεις συνάχθηκαν στὸν ἔρημο ἀλλὰ εὐλογημένο αὐτὸν τόπο καὶ ἔνιωσαν τὰ ἴδια αἰσθήματα ποὺ ἔνιωσαν καὶ οἱ διωγμένοι Χριστιανοὶ ἐπὶ Ἀρείου, ἐπὶ Εἰκονομαχίας, ἐπὶ Βέκκου, ἐπὶ Λατινοκρατίας, Τουρκοκρατίας καὶ σήμερα ἐπὶ Οἰκουμενισμοκρατίας.

Αὐτὲς εἶναι οἱ νέες κατακόμβες ποὺ συσπειρώνουν τοὺς πιστούς, οἱ ὁποῖοι βλέπουν ὅτι ὑπάρχουν ἀκόμα ἱερεῖς (βλέπε καὶ Σέρρες, Θεσσαλονίκη, Καστοριά, Φλώρινα, Λάρισα, Βόλο, Κρήτη, Ρόδο), οἱ ὁποῖοι ἀψηφοῦν τὰ θέλγητρα τοῦ κόσμου τούτου καὶ τὴν κάθε εἴδους καριερίστικη «ποιμαντικὴ» καὶ προτιμοῦν τὴν ὁδὸ τοῦ διωγμοῦ καὶ τῆς ὁμολογίας πρεσβεύοντας Χριστὸν ἐσταυρωμένον καὶ ὄχι ἕναν Χριστὸ τῆς διπλωματίας καὶ τοῦ συμβιβασμοῦ.

Ποιά εἶναι ἡ μεγάλη διαφορὰ μεταξὺ τῶν εὐρωπροσκυνημένων καὶ ἐκκοσμικευμένων οἰκουμενιστῶν Ἁγιορειτῶν καὶ τοῦ γέροντος Εὐστρατίου, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων ὁμολογητῶν ἱερέων, μοναχῶν καὶ πιστῶν; Δὲν ἀκούστηκε στὸ κήρυγμα κανένας λόγος μίσους ἢ ἐμπαθείας παρὰ μόνο ὁμολογίας καὶ πραγματικῆς, ἀληθινῆς ἐλπίδας, χαρᾶς, παρηγοριᾶς καὶ ἐν Χριστῷ ἀγάπης. Μίας ἀγάπης ἡ ὁποία πηγάζει ἀπὸ τὴν πεποίθηση τῆς πραγματικότητας καὶ ἐγκυρότητας εἰς τοὺς αἰώνας τοῦ λόγου τοῦ Χριστοῦ:

«Ἰδοὺ ἐγὼ μεθ' ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» 
(Ματθ. 28, 21).


Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου

Αγιορείτες Μεγίστης Λαύρας: «Ο πατρ. Βαρθολομαίος είναι «άγιος», εμείς δέν τόν φθάσουμε οὔύτε στό μικρό του δακτυλάκι»!!!

ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΔΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ
ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ ΛΑΥΡΙΩΤΕΣ

ΕΠΟΜΕΝΟΥΣ ΤΩΝ ΤΥΜΠΑΝΙΑΙΩΝ ΛΑΥΡΙΩΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ 
ΕΠΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΒΕΚΚΟΥ


«Ἐκεῖνος πού διώκεται ἀπό αὐτούς πού φαίνεται ὅτι εἶναι ὁμόπιστοι, λόγω τῆς ὑγιοῦς πίστεως, θά ἔχη μεγαλύτερον στέφανον ἀπό αὐτόν πού μαρτυρεῖ ἀπό εἰδωλολάτρη» 
(Ἅγ. Ἰωσήφ, Πατρ. Κων/λεως)

Ἐν πρώτοις, εὐχαριστοῦμεν τόν Κύριόν μας Ἰησοῦν Χριστόν, πού μᾶς ἀξιώνει νά ὁμολογοῦμεν τήν πίστην μας ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων καί μάλιστα νά διωκόμαστε καί νά ἐξοριζόμαστε δι’ αὐτήν. Καί γι’ αὐτό, εὐχαριστοῦμε καί τούς Λαυριῶτες πατέρες πού, παρά τοῦ ὅτι ἀποδεικνύουν ἑαυτούς ἀρνητές τοῦ Χριστοῦ καί ἀλλότριους Αὐτοῦ, μέ τόν διωγμό πού κινοῦν ἐναντίον μας, μᾶς καθιστοῦν, ἄν καί ἀνάξιοι καί ἁμαρτωλοί, ὁμολογητές.
Πολλοί θά θεωρήσουν αὐτήν τήν ἐπιστολή σκληρή καί ἀκραία. Καί ὅμως, ἐγράφη ἐν ἀληθείᾳ καί ἀγάπη, διότι ὅταν ἡ ἀρρώστια εἶναι σέ τελικό στάδιο τότε τό νυστέρι πρέπει νά εἰσχωρήσει μέχρι τό κόκκαλο μήπως καί ἐπέλθει ἡ ἐπιθυμητή ἴασις. Ἄν καί νομίζω πώς οἱ ἀγαπητοί, κατά τ’ ἄλλα, Λαυριῶτες πατέρες, ἤδη ἐνεκρώθηκαν ὡς πρός τήν πίστιν καί «εὐκοπώτερόν ἐστι κάμηλον διὰ τρυμαλιᾶς ραφίδος εἰσελθεῖν ἢ Λαυριώτην εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν», (πρβ Μάρκ. Ι, 25). Ἀλλά ποιός ξέρει, γίνονται καί σήμερα θαύματα.
Οἱ πατέρες τῆς Ἱ.Μ.Μ. Λαύρας ξεπέρασαν κάθε μέτρο, λαμβάνοντας θέση διωκτῶν ἔναντι στούς πατέρες πού ἀγωνίζονται γιά τήν πατροπαράδοτη ἀποστολική μας πίστη καί μέ αὐτόν τόν τρόπο ἔγιναν ἀρνητές τῆς Ὀρθοδοξίας καί προδότες τοῦ Χριστοῦ.
Ὑποστηρίζουν, ἀνοικτά πλέον, πώς ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος εἶναι «ἅγιος» ἄνθρωπος, πώς ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά τόν φθάσουμε οὔτε στό μικρό του δακτυλάκι, πώς ὅποιοςεἶναι ἀντίθετοςμέ αὐτόν καί μέ αὐτά πού κάνει ὑπακούει τόν σατανάκαί εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας καί σωτηρίας!!!
Δέν διαβάσατε ποτέ, ταλαίπωροι Λαυριῶται, πώς «ὁ φθείρων τὴν πίστιν ἐν τῇ κακῇ διδασκαλίᾳ, ρυπαρὸς γενόμενος εἰς πῦρ ἄσβεστον χωρήσει ὁμοίως καὶ ὁ ἀκούων αὐτοῦ;» (Ἅγιος Ἰγνάτιος Θεοφόρος, P.G, 5,657)
Δέν καταλαβαίνετε πώς ἀθετεῖτε τήν παράδοση τῶν Ἀποστόλων ἀκολουθώντας καί μνημονεύοντας τόν μασόνο, αἱρετικό καί ἀντίχριστο πολέμιο τοῦ Χριστοῦ μας, Ἀρχοντώνη καί κατά συνέπεια ἀθετεῖτε τόν ἴδιον τόν Κύριον; Δέν διαβάσατε ποτέ, ἄθλιοι, στό Εὐαγγέλιο τά λόγια τοῦ Σωτῆρος πού μᾶς λέει: «Ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει, καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμὲ ἀθετεῖ· ὁ δὲ ἐμὲ ἀθετῶν ἀθετεῖ τὸν ἀποστείλαντά με» (Λουκ. Ι, 16);
Δέν διαβάσατε ποτέ σας τούς βίους τῶν Ἁγίων μας, ὅπου ΟΛΟΙ, ΜΑ ΟΛΟΙ οἱ Ἅγιοι διέκοπταν τήν κοινωνία μέ τούς ἀκρίτους ἀκόμη αἱρετικούς; 
Δέν γνωρίζετε πώς «ὅστις βούλεται σωθῆναι, πρό πάντων χρή αὐτῷ τήν καθολικήν κρατῆσαι πίστιν, ἥν εἰ μή τις σώαν καί ἄμωμον τηρήσειεν, ἄνευ δισταγμοῦ, εἰς τόν αἰῶνα ἀπολεῖται»(Μ. Ἀθανάσιος); Δέν καταλαβαίνετε πώς ὁδηγεῖτε ἐσᾶς καί αὐτούς πού σᾶς ἀκολουθοῦν, στήν κόλαση τῶν τυμπανιαίων Λαυριωτῶν;
Μήπως ἐκαθεύδατε, ὅταν διαβάζαμε τό συναξάρι τῶν 26 ὁσιομαρτύρων Ζωγραφιτῶν, οἱ ὁποῖοι εἰδοποιήθηκαν γιά τήν ἔλευση τοῦ αἱρετικοῦ φιλενωτικοῦ αὐτοκράτορος ἀπό τόν ὅσιο Γαβριήλ, κατόπιν τοῦ ὁράματος ὅπου εἶχε ἀπό τήν Παναγία καί ἡ ὁποία τοῦ εἶπε τά ἑξῆς: «Ἄπελθον ταχέως εἰς τήν Μονήν, ἀνάγγειλον εἰς τούς ἀδελφούς καί τόν Καθηγούμενον ὅτι οἱ ἐχθροί ἐμοῦ καί τοῦ Υἱοῦ μου ἐπλησίασαν.Ὅστις λοιπόν ὑπάρχει ἀσθενής τῷ πνεύματι, ἐν ὑπομονῇ ἄς κρυφθῇ, ἕως ὅτου παρέλθει ὁ πειρασμός. Οἱ δέ ἐπιθυμοῦντες μαρτυρικούς στεφάνους ἄς παραμείνωσιν ἐν τῇ Μονῇ». Καί ἐνῶ ἔχουμε χειρότερον τοῦ Βέκκου, τόν Βαρθολομαῖο, ἐσεῖς συντάσσεσθε μέ αὐτόν. Τόν ἐχθρόν τῆς Παναγίας μας. Καί θέλατε νά σᾶς ἀκολουθήσωμεν, ὅταν μοῦγράφατε νά ξαναμνημονεύσω τό «σεπτόν ὄνομα τοῦΠαναγιωτάτου Πατριάρχη»πού τόσο ἀγωνίζεται γιά τήν Ὀρθόδοξον πίστιν μας!!!!!
Καί τώρα, τολμᾶτε νά διώκετε τόν Γέροντα Εὐστράτιο Ἱερομόναχο, πού πραγματικά δέν μπορεῖτε νά τόν φθάσετε οὔτε στό μικρό του δακτυλάκι, διότι ἐτόλμησε καί ὁμολόγησε τήν ἀλήθεια, διακόπτοντας τό μνημόσυνο τοῦ ἀντίχριστου Βαρθολομαίου; Τόν διώκετε καί τόν διώχνετε ἀπό τό μοναστήρι, μετά ἀπό 50 χρόνια ἀόκνου διακονίας καί ἀμέμπτου βίου, τήν στιγμή πού ὑπάρχουν ἄνθρωποι στό μοναστήρι πού ντροπιάζουν μέ τήν ζωή τους τό Εὐαγγέλιο; («Θοῦ Κύριε φυλακήν τό στόματί μου»!)
Ὁ Γέροντας Εὐστράτιος, ἀκολουθώντας τούς ἁγίους Πατέρες, διακόπτει τό μνημόσυνο διότι «Πᾶς ὁ λέγων παρὰ τὰ διατεταγμένα ἤ πράσσων κἄν ἀξιόπιστος ᾖ, κἄν νηστεύῃ, κἄν παρθενεύῃ, κἄν σημεῖα ποιῇ, κἄν προφητεύῃ, λύκος σοι φαινέσθω ἐν προβάτου δορᾷ φθορὰν προβάτου κατεργαζόμενος» (Ἅγιος Ἰγνάτιος Θεοφόρος P.G.5, 912). Ἐνῶ ἐσεῖς προτιμᾶτε τίς θεσοῦλες σας, εὐαρεστοῦντες τήν «κεφαλή σας»,τόν Ἀρχοντώνη, καί ὄχι τόν Χριστό, κερδίζοντας μία θέση στήν κόλαση μέ τούς λοιπούς αἱρετικούς καί τούς φίλους σας ἐξωμότες τυμπανιαίους Λαυριῶτες ἐπί Βέκκου. 
Διώκετε ὅλους ἐμᾶς πού ἀκολουθοῦμε τίς παραδόσεις καί τίς ἐπιταγές τῶν Ἁγίων καί Θεοφόρων Πατέρων, λέγοντας ὅτι δημιουργοῦμε σχῖσμα καί πώς βγάζουμε ἑαυτούς ἐκτός Ἐκκλησίας, πώς ἔχουμε ἄκυρα μυστήρια, βλασφημώντας ἔτσι κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μόνο καί μόνον ἐπειδὴ διακόπτουμε τὴν κοινωνία μέ τούς αἱρετικοὺς καὶ δὲν τοὺς ἀκολουθοῦμε στὴν ἀπώλεια τῆς αἱρέσεως. Ἐμεῖς τὸ πτωχὸ καὶ μικρὸ ποίμνιο προτιμοῦμε νὰ ἀκολουθήσουμε τὴν διαχρονικὴ ἱερὰ παράδοση τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, γενόμενοι «ἑπόμενοι τοῖς Ἁγίοις Πατρᾶσι».
Τά πανηγύρια καί τά κονδύλια τῶν Ἑβραιομασόνων, δέν σᾶς ἄφησαν χρόνο νά διαβάσετε πώς: «Ὁ σιωπῶν ἐν καιρῷ ἀσεβείας εἶναι ἔνοχος γιά τὸ αἷμα τῶν ἁμαρτανόντων» (Μ. Βασιλείου P.G.31,1257) καί πώς: «Εἰ δέ τις προσποιεῖται ὁμολογεῖν μὲν ὀρθήν πίστιν, φαίνεται δὲ κοινωνῶν ἐκείνοις τόν τοιοῦτον προτρέψασθε ἀπέχεσθαι τῆς τοιαύτης συνηθείας· καὶ ἐὰν μὲν ἐπαγγέλληται, ἔχετε τὸν τοιοῦτον ὡς ἀδελφόν· ἐὰν δὲ φιλονίκως ἐπιμένῃ τὸν τοιοῦτον παραιτῆσθε» (Ε.Π.Ε. 12,400,31). Δηλαδή, «ὅποιος προσποιεῖται ὅτι ὁμολογεῖ τὴν ὀρθόδοξη πίστη, ἀλλὰ ἔχει ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία καὶ μὲ τοὺς αἱρετίζοντες, δηλ. μὲ αὐτοὺς ποὺ κοινωνοῦν καὶ συμπροσεύχονται μὲ τοὺς αἱρετικούς, ὅπως εἶναι σήμερα οἱ οἰκουμενιστές, αὐτὸν ἀρχικὰ νὰ τὸν προτρέπετε νὰ ἀπέχει ἀπὸ αὐτὴ τὴν συνήθεια τῆς κοινωνίας· καὶ ἐὰν μὲν σταματήσει ἂς τὸν ἔχετε ὡς ἀδελφὸν· ἐὰν ὅμως ἐπιμένει νὰ φιλονικεῖ, (ἐμεῖς τοιαύτην συνήθεια δὲν ἔχουμε), τότε ἄς τὸν παρατήσετε» (καὶ ἄς τὸν λυπηθεῖ τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου νὰ τοῦ δώσει μετάνοια).
Ἀποδεικνύεστε ἁγιομάχοι, διότι ὄχι μόνον δέν δέχεσθε τά τῶν Ἁγίων, ἀλλά πράττετε καί τά ἀντίθετα μέ αὐτούς. Ἔτσι ἐνῶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης μᾶς λέγει πώς: «Ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ καὶ οἱ κοινωνοῦντες μὲ αἱρετικοὺς» (Ἅγιος Χρυσόστομος PG.99,1048), ἐσεῖς μνημονεύετε τόν Βαρθολομαῖο ὡς ὀρθοτομοῦντα τόν λόγο τῆς ἀληθείας. Ἀλήθεια, πατέρες, ὑπῆρξε ποτέ ἄνθρωπος πού ἔχει ξεστομίσει τόσες καί τέτοιες βλασφημίες, ὅπως ὁ Βαρθολομαῖος; Ἐκτός τοῦ ὅτι εἶναι γνωστές σέ ὅλους, τίς εἶχα καταθέσει καί στά πρακτικά τῆς Μονῆς ὡς Προϊστάμενος.
Ὁ Ἅγιος Συμεών, ἐνῶ μᾶς δίνει ἐντολή, «Κάθε κληρικὸ τοῦ ὁποίου ἡ πίστις, οἱ λόγοι καὶ τὰ ἔργα δὲν συμφωνοῦν μέ τὶς διδασκαλίες τῶν Ἁγίων Πατέρων νὰ μὴν τὸν δεχόμαστε στὴν οἰκία μας. Ἀλλὰ νὰ τὸν ἀποστρεφόμεθα καὶ νὰ τὸν μισοῦμε ὡς δαίμονα, ἔστω κι ἄν ἀνασταίνει νεκροὺς καὶ κάνει μύρια θαύματα» (Ἁγίου Συμεὼν Ν. Θεολόγου, Λόγος 6ος), ἐσεῖς τούς αἱρετικούς οἰκουμενιστές τούς δέχεσθε ὡς πατέρες καί δεσπότες σας. Ἄς εἶναι! Νά ξέρετε πώς μέ αὐτόν τόν τρόπο προσκυνεῖτε τόν Σατανά.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ καί Λαυριώτης, μᾶς λέγει πώς «Οἱ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, τῆς ἀληθείας εἰσί καί οἱ μή τῆς ἀληθείας ὄντες οὐδέ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας εἰσί» (Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Συγγραμ. Β΄, 627), «μηδέ γάρ προσώποις τόν Χριστιανισμόν, ἀλλ’ ἀληθείᾳ καί ἀκριβείᾳ πίστεως χαρακτηρίζεσθαι μεμυήμεθα». (Ἔνθ’ ἀν.). Ἐσεῖς σπιλώνετε τήν μνήμη του, ἐνῶ νομίζετε πώς τόν τιμᾶτε, πράττοντας ἀκριβῶς τά ἀντίθετα μέ αὐτά πού μᾶς διδάσκει.
Ἐμεῖς, «κοινωνοῦμεν οὕς μνημονεύομεν καὶ μνημονεύομεν οἷς κοινωνοῦμεν» (Δοσίθεος Ἱεροσολύμων). Διότι «Οἱ μὲν αἱρετικοὶ τέλεον περί τὴν πίστιν ἐναυάγησαν, οἱ δὲ εἰ καὶ τοῖς λογισμοῖς οὐ κατεμποτίσθηκαν, ὅμως τῇ κοινωνίᾳ τῆς αἱρέσεως συνόλλυνται» (Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, P.G. 99, 1116A). Γιά ἐμᾶς, «ἡ ἐξωτερικὴ ἀκοινωνησία προστατεύει ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ ἀλλοτριότητα» (Ἁγίου Νεκτάριου Αἰγίνης, Περὶ σχέσεως μὲ αἱρετικοὺς, ἔκδ. Παναγόπουλος).
Κάναμε χρήση τοῦ 15ουκανόνος τῆς ΑΒ Συνόδου ἐπί Ἁγίου Φωτίου, καί τοῦ 31ου τῶν Ἀποστόλων, ἀλλά ἀμφιβάλλω ἄν ξέρετε κἄν ὅτι ὑπάρχουν τέτοιοι κανόνες. Θεολογικά δέν τολμῶ νά σᾶς μιλήσω, διότι τό μόνον πού ξέρετε εἶναι νά φωνασκεῖτε, νά καταριέστε καί νά συκοφαντεῖτε. Αὐτό μάθατε νά κάνετε μία ζωή, μέσα στό Μοναστήρι.
Αὐτά τά γνωστοποιῶ δημοσίως, γιά νά μήν μπορεῖ κάποιος νά μέ κατηγορήσει περί ψεύδους, ἀφοῦ μπορεῖτε κάλλιστα νά τά διαψεύσετε. Ἄν προσπαθήσετε ὅμως νά τό κάνετε, σᾶς περιμένει μία μεγάλη ἔκπληξη. Δέν τήν λέμε γιατί τότε παύει νά εἶναι ἔκπληξη.
Γνωρίζω ὅτι λέτε πώς ἐσεῖς κατέχετε τήν ἀλήθεια καί ὅτι βρίσκεστε ἐντός Ἐκκλησίας καί δέν πλανᾶσθε καί πώς ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι πλανεμένοι ἐκτός ἀπό ἐσᾶς. Νά ξέρετε πώς τά λόγια πού ταιριάζουν ἀπόλυτα σέ ἐσᾶς, εἶναι τοῦ Κυρίου μας: «ὅτι λέγεις ὅτι πλούσιός εἰμι καὶ πεπλούτηκα καὶ οὐδενὸς χρείαν ἔχω, καὶ οὐκ οἶδας ὅτι σὺ εἶ ὁ ταλαίπωρος καὶ ὁ ἐλεεινὸς καὶ πτωχὸς καὶ τυφλὸς καὶ γυμνός, συμβουλεύω σοι ἀγοράσαι παρ᾿ ἐμοῦ χρυσίον πεπυρωμένον ἐκ πυρὸς ἵνα πλουτήσῃς, καὶ ἱμάτια λευκὰ ἵνα περιβάλῃ καὶ μὴ φανερωθῇ ἡ αἰσχύνη τῆς γυμνότητός σου, καὶ κολλύριον ἵνα ἐγχρίσῃ τοὺς ὀφθαλμούς σου ἵνα βλέπῃς» (Ἀποκ. κεφ. 3, 17-18).

Ὁ Κύριος γνωρίζει πώς καθημερινῶς προσεύχομαι γιά τήν ἀνάνηψή σας καί τήν ἐπιστροφή σας στήν Ὀρθόδοξον Πίστη μας. Ἀλλά ἄν, παρ’ ἐλπίδα, ἀκολουθήσετε τήν πορεία πού ἔχετε χαράξει, τότε σᾶς συμβουλεύω νά διαθέσετε καί ἕνα ἑβραιομασονικό κονδύλιον γιά τήν διάνοιξη τῆς σπηλιάς, ὅπου ἔχουν βάλει τούς τυμπανιαίους, τούς ἐξωμόσαντας ἐπί Βέκκου, διότι δέν νομίζω νά σᾶς χωρέσει ὅλους μαζί.
Μετά ἀληθείας καί εἰλικρινοῦς ὁμολογίας,

Γέροντας Σάββας, Ὀρθόδοξος Λαυριώτης