.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Υπάρχει μικρή και μεγάλη αμαρτία;

Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι οι πατέρες της εκκλησίας διακρίνουν τα αμαρτήματα σε 2 κατηγορίες:

Τα θανάσιμα, που είναι αμαρτήματα, τα οποία αποχωρίζουν τον άνθρωπο από το Θεό και διώχνουν τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Θεωρούνται δε τα εξής επτά: υπερηφάνεια, πλεονεξία, πορνεία, φθόνος, γαστριμαργία, μνησικακία και η πνευματική αδιαφορία (ακηδία).

Και τα συγγνωστά. Ο Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει σχετικά με τα συγγνωστά αμαρτήματα ότι αδυνατίζουν τις δυνάμεις της ψυχής, καταστρέφουν την ευλάβεια, εμποδίζουν την χάρι που προέρχεται από τον Θεό, ανοίγουν θύρα στους πειρασμούς, και αν δεν θανατώνουν την ψυχή, όμως την κάνουν να ασθενή και ιδιαιτέρως όταν κανείς παραμένη σ' αυτά για μεγάλο χρονικό διάστημα με την κλίσι που έχει και με την θέλησί του. Γιατί άλλο είναι το να πής μία ή δυό φορές ένα ελαφρύ ψέμα και άλλο το να λέγης ψέμα για κάθε υπόθεσι και να έχη κάποια κλίσι και χαρά σε τέτοιο ελάττωμα.

Το μικρό και το μεγάλο έχει να κάνει με τον βαθμό της αμαρτίας (της παράβασης των εντολών του Θεού και την διάκριση της σε θανάσιμη και συγγνωστή) και όχι με την κλίμακα μικρή-μεσαία-μεγάλη αμαρτία.

Δεν υπάρχει μικρή ή μεγάλη αμαρτία. Η αμαρτία είναι πάντα αμαρτία. Είναι δυνατόν π.χ. κάποιος να κλέψει 1 ευρώ και κάποιος άλλος να κλέψει 1.000 και ο Θεός να τους ξεχωρίσει σε μικρό και σε μεγάλο κλέφτη; Όχι βέβαια…

Ευτυχώς για μας όλες οι αμαρτίες συγχωρούνται με την εξομολόγηση και την μετάνοια.

Το άσχημο είναι ότι τα φαινομενικά ασήμαντα πράγματα για μας (ποιός θα ασχοληθεί με 1 ευρώ λιγότερο ή περισσότερο;;) είναι και τα πιο επικίνδυνα ακριβώς γιατί δεν σπουδαιολογούνται... έτσι μένουν μέσα μας μικρά αγκαθάκια-παράσιτα για τα οποία πρέπει με αυτοεξέταση και αυτοέλεγχο να καταπολεμούμε... πολύ σοφά το αναφέρει ο 50ος ψαλμός: «ότι την αμαρτία μου εγώ γινώσκω και η αμαρτία μου ενώπιον μου εστί δια παντός».

Ο Γέροντας Παΐσιος στην πνευματική του διαθήκη αναφέρει:

«Του λόγου μου ο Μοναχός Παΐσιος, όπως εξέτασα τον εαυτό μου, είδα ότι όλες τις εντολές του Κυρίου τις παρέβην. Όλες τις αμαρτίες τις έχω κάνει. Δεν έχει σημασία εάν ορισμένες έχουν γίνει σε μικρότερο βαθμό διότι δεν έχω καθόλου ελαφρυντικά, επειδή με έχει ευεργετήσει πολύ ο Κύριος...» (!!!)

(Αντί να σχολιάσουμε το παραπάνω, με κίνδυνο να ζημιωθούμε κιόλας, ας αρκεστούμε να το διαβάσουμε ξανά και ξανά, μήπως διδαχθούμε και συμμορφωθούμε).

Οἱ κυριότερες ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου (ἀπόσπασμα), Ἀγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου Ἐπίκαιρο λόγῳ τῆς οἰκονομικῆς κρίσης τῆς Ἑλλάδος!



Ἡ Ἑλλάδα μας εἶναι πρόσκαιρο ἀγαθό τοῦ Θεό 
σέ ἐμᾶς ὅσο ζοῦμε
καί τιμημένη γῆ Ἁγίων καί ἡρώων!

Οἱ χριστιανοί ὀφείλουν νά μή μεριμνοῦν γιά τ᾽ ἀγαθά τῆς γῆς, οὔτε ν᾽ ἀγαποῦν τόν κόσμο καί τά κοσμικά πράγματα, ἀλλά νά ἐπιζητοῦν τά αἰώνια καί οὐράνια ἀγαθά.

Μήν ἔχετε ἄγχος καί μήν ἀρχίσετε νά λέτε «τί θά φᾶμε;» ἤ «τί θά πιοῦμε;» ἤ «τί θά φορέσουμε;» ἐπειδή γιά ὅλ᾽ αὐτά ἀγωνιοῦν οἱ ἄπιστοι μόνο (Ματθ. 6, 31-32).

Νά ζητᾶτε πρῶτα ἀπ᾽ ὅλα τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τήν ἐπικράτηση τοῦ θελήματός Του, καί ὅλ᾽ αὐτά θά σᾶς δοθοῦν ἀπό τό Θεό σάν χάρισμα, χωρίς νά τά ζητᾶτε (Ματθ. 6, 33).

Τοῦτο σᾶς λέω, ἀδελφοί, ὅτι ὁ καιρός τῆς ἐπίγειας ζωῆς εἶναι λιγοστός, ἔτσι ὥστε καί ὅσοι ἔχουν γυναῖκες νά ζοῦν σάν νά μήν ἔχουν, νά μήν εἶναι δηλαδή προσκολλημένοι σ᾽ αὐτές. Κι ἐκεῖνοι πού κλαῖνε καί θλίβονται γιά πράγματα τοῦ παρόντος κόσμου, νά ζοῦν σάν νά μήν ἔχει συμβεῖ κάτι θλιβερό. Καί ὅσοι δοκιμάζουν χαρές, νά ζοῦν σάν νά μήν ἔχουν λόγο νά χαίρονται. Καί ὅσοι ἀγοράζουν ὑλικά πράγματα, νά ἀντιμετωπίζουν τ᾽ ἀγορασμένα σάν νά μήν πρόκειται νά τ᾽ ἀπολαύσουν. Καί ὅσοι ἀσχολοῦνται μέ τ᾽ ἀγαθά τοῦ κόσμου τούτου, ν᾽ ἀποφεύγουν κάθε ὑπέρμετρη ἀπόλαυσή τους καί μόνο στ᾽ ἀναγκαῖα νά ἀρκοῦνται. Γιατί ἡ σημερινή μορφή αὐτοῦ ἐδῶ τοῦ κόσμου δέν θά κρατήσει πολύ, ἀλλά περνᾶ καί φεύγει συνεχῶς (Α’ Κορ. 7, 29-31).

Ἐμεῖς οἱ χριστανοί δέν στοχεύουμε σ᾽ αὐτά πού βλέπονται, ἀλλά σ᾽ αὐτά πού δέν βλέπονται μέ τά σωματικά μάτια. Γιατί ὅσα βλέπονται εἶναι προσωρινά, ἐνῶ ὅσα δέν βλέπονται εἶναι αἰώνια (Β’ Κορ. 4, 18).

Ἐμεῖς εἴμαστε πολίτες τ᾽ οὐρανοῦ, ἀπ᾽ ὅπου περιμένουμε νά ἔρθει καί νά μᾶς λυτρώσει ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός (Φιλιπ. 3, 20).

Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί δέν ἔχουμε σ᾽ αὐτό τόν κόσμο τή μόνιμη πατρίδα μας, ἀλλά λαχταροῦμε τή μελλοντική οὐράνια πατρίδα (Ἑβρ. 13, 14).

Προδότες τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ! Δέν ξέρετε ὅτι ἡ ἀγάπη γιά τόν ἁμαρτωλό κόσμο εἶναι ἔχθρα ἐναντίον τοῦ Θεοῦ; Ὅποιος λοιπόν θέλει νά εἶναι φίλος τοῦ κόσμου, γίνεται ἐχθρός τοῦ Θεοῦ (Ἰακ. 4, 4).

Ἀγαπητοί, μήν ἀγαπᾶτε τόν κόσμο, μήτε ὅσα εἶναι τοῦ κόσμου. Ἄν κάποιος ἀγαπᾶ τόν κόσμο, δέν ἔχει μέσα του τήν ἀγάπη γιά τόν οὐράνιο Πατέρα (Α’ Ἰω. 2, 15).

Γιατί δέν διακρίνουμε σωστά τα πράγματα και με ποιόν τρόπο μπορούμε να τα γνωρίζουμε


-ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ-

Ἡ αἰτία ποὺ δὲν διακρίνουμε ὀρθὰ ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα ποὺ εἴπαμε καὶ ἄλλα πολλά, εἶναι γιατὶ δὲν τὰ σκεφτόμαστε στὸ βάθος τους ποιὰ εἶναι, ἀλλὰ πιάνουμε τὴν ἀγάπη ἢ τὸ μῖσος σὲ αὐτά, ἀμέσως ἀπὸ μόνη τὴν ἐξωτερική τους μελέτη καὶ ἐμφάνισι. Ἔτσι ὅταν, ἡ ἀγάπη τους ἢ τὸ μῖσος προλαβάνουν καὶ σκοτίζουν τὸ νοῦ μας καὶ γι᾿ αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ τὰ διακρίνῃ σωστά, ὅπως εἶναι στὴν ἀλήθεια [1].

Λοιπόν, ἐσὺ ἀδελφέ μου, ἐὰν θέλῃς νὰ μὴν βρῇ τόπον ἡ πλάνη αὐτὴ στὸ νοῦ σου, πρόσεχε καλά· καὶ ὅταν, ἢ βλέπῃς μὲ τὰ μάτια ἢ μελετᾷς μὲ τὸ νοῦ κανένα πρᾶγμα, κράτα ὅσο μπορεῖς τὴν θέλησί σου καὶ μὴ τὴν ἀφήσῃς νὰ τὸ ἀγαπήσῃ ἢ νὰ τὸ μισήσῃ, ἀλλὰ παρατήρησέ το μὲ τὸ νοῦ μοναχά.

Πρὶν ἀπ᾿ ὅλα, ὅμως, σκέψου φρόνιμα, ὅτι ἂν αὐτὸ εἶναι ὀδυνηρὸ καὶ ἀντίθετο στὴν φυσική σου κλίσι, παρακινεῖσαι ἀπὸ τὸ μῖσος νὰ τὸ ἀποστρέφεσαι. Ἂν ὅμως σοῦ προξενῇ εὐχαρίστησι, παρακινεῖσαι ἀπὸ τὴν ἀγάπη νὰ τὸ θέλῃς. Γιατὶ, τότε ποὺ ὁ νοῦς σου δὲν εἶναι ζαλισμένος ἀπὸ τὸ πάθος, εἶναι ἐλεύθερος καὶ καθαρὸς καὶ μπορεῖ νὰ γνωρίσῃ τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ διαπεράση μέσα στὸ βάθος τοῦ πράγματος, ποὺ τὸ κακὸ εἶναι κρυμμένο κάτω ἀπὸ τὴν ψεύτικη εὐχαρίστησι ἢ ποὺ τὸ καλὸ εἶναι σκεπασμένο κάτω ἀπὸ τὴν
ἐπιφάνεια τοῦ κακοῦ.

Ἂν ὅμως ἡ θέλησις πρόλαβε νὰ τὸ ἀγαπήσῃ ἢ νὰ τὸ μισήσῃ, δὲν μπορεῖ πλέον ὁ νοῦς νὰ τὸ γνωρίσῃ καλά, καθὼς πρέπει· διότι ἐκείνη ἡ διάθεσις, ἢ καλύτερα νὰ πῶ, ἐκεῖνο τὸ πάθος ποὺ μπῆκε στὸ μέσο, σὰν τεῖχος, ζαλίζει τὸ νοῦ τόσο, ποὺ νομίζει τὸ πρᾶγμα ἄλλο ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ εἶναι στὴν ἀλήθεια καὶ τὸ περνᾷ ὡς τέτοιο στὴν ἐπιθυμία, ἡ ὁποία ὅσο πηγαίνει μπροστὰ καὶ περισσότερο ἀγαπᾷ ἢ μισεῖ τὸ πρᾶγμα ἐκεῖνο, τόσο καὶ ὁ νοῦς σκοτίζεται περισσότερο καὶ ἔτσι σκοτισμένος, κάνει πάλι νὰ φαίνεται στὴν ἐπιθυμία τὸ
πρᾶγμα ἐκεῖνο περισσότερο ὅσο ποτὲ ἀγαπητὸ ἢ μισητό. Ἔτσι ὅταν δὲν τηρῆται ὁ παραπάνω κανόνας ποὺ εἶπα, (ὁ ὁποῖος εἶναι πολὺ ἀναγκαῖος σὲ ὅλη αὐτὴ τὴν ἐκγύμνασι), δηλαδή, τὸ νὰ κρατᾷς τὴν ἐπιθυμία σου ἀπὸ τὴν ἀγάπη ἢ τὸ μῖσος τοῦ πράγματος, αὐτὲς οἱ δυὸ δυνάμεις τῆς ψυχῆς, ὁ νοῦς δηλαδὴ καὶ ἡ θέλησις,
προχωροῦν πάντα κακῶς, σὰν σὲ κύκλο, ἀπὸ τὸ σκοτάδι σὲ βαθύτερο σκοτάδι καὶ ἀπὸ τὸ σφάλμα σὲ μεγαλύτερο σφάλμα.

Λοιπόν, φυλάξου, ἀγαπητέ, μὲ κάθε εἴδους προσοχή, ἀπὸ τὴν ἐμπαθῆ ἀγάπη ἢ τὸ μῖσος τοῦ κάθε πράγματος, τὸ ὁποῖο δὲν ἔφθασες νὰ ἐρευνήσῃς καλὰ πρότερα μὲ τὸ φῶς τοῦ νοῦ καὶ τοῦ ὀρθοῦ λόγου, μὲ τὸ φῶς τῶν θείων Γραφῶν, μὲ τὸ φῶς τῆς χάριτος καὶ τῆς προσευχῆς καὶ μὲ τὴν κρίση τοῦ πνευματικοῦ σου πατρὸς γιὰ νὰ μὴν κάνῃς λάθος καὶ νὰ ὑπολογίζῃς τὸ ἀληθινὰ καλὸ γιὰ κακὸ καὶ τὸ ἀληθινὰ κακὸ γιὰ καλό. Καθὼς αὐτὸ συμβαίνει νὰ γίνεται, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, σὲ κάποια ἔργα, τὰ ὁποῖα φαίνονται μὲν
καθ᾿ ἑαυτὰ πὼς εἶναι καλὰ καὶ ἅγια, γιὰ μερικὲς ὅμως περιστάσεις· δηλαδὴ γίνονται ἢ παράκαιρα ἢ σὲ σχετικὸ τόπο ἢ μὲ ἀνάλογο μέτρο, προξενοῦν ὅμως μεγάλη βλάβη σὲ ἐκείνους ποὺ τὰ ἐπιχειροῦν, καθὼς γνωρίζουμε πολλοὺς ποὺ κινδύνευσαν σὲ παρόμοια ἐπαινετὰ καὶ ἁγιώτατα ἔργα.

[1]. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ θεολόγος Γρηγόριος, σύμφωνα μὲ αὐτὸ λέει, ὅτι ἀπὸ τὴν ἀγάπη ἢ τὸ μῖσος, συνηθίζει νὰ κλέβεται ἡ ἀλήθεια· «δὲν ὑπάρχει τίποτε τόσο εὐχάριστο στοὺς ἀνθρώπους, ὅσο τὸ νὰ συζητοῦν τὰ ξένα, καὶ μάλιστα ὅταν ἐπηρεάζωνται ἀπὸ μῖσος ἢ συμπάθεια γιὰ κάποιον, ἐξ αἰτίας τῶν ὁποίων, ὡς συνήθως, ἐξαφανίζεται ἡ ἀλήθεια» (Λόγ. ἀπολογητικ.)

*από το βιβλίο: “ΑΟΡΑΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ” – ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

Ἀπόδοση στὴ νέα Ἑλληνική: Ἱερομόναχος Βενέδικτος
Ἔκδοση Συνοδείας Σπυρίδωνος Ἱερομονάχου, Νέα Σκήτη, γιων Ὄρος

"Περί συνεχούς Θείας Μεταλήψεως"

Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: όταν καλώς και αξίως μεταλαμβάνουν το ιερό και πανάγιο Σώμα του Κυρίου μας, αυτό γίνεται όπλο για όσους πολεμούνται... 

Και επαναστροφή για όσους έχουν απομακρυνθεί από τον Θεό. Ενδυναμώνει τους ασθενείς, ευφραίνει τους υγιείς, θεραπεύει τις ασθένειες, διαφυλάσσει την υγεία. 

Με τη Θεία Μετάληψη διορθωνόμαστε ευκολότερα και γινόμαστε περισσότερο μακρόθυμοι και υπομονετικοί στους πόνους και στις θλίψεις. Μας καθιστά περισσότερο θερμούς στην αγάπη, λεπτούς στη γνώση, πρόθυμους στην υπακοή, οξείς και γρήγορους στην ενέργεια των χαρισμάτων. 

Σε όσους δε δεν μεταλαμβάνουν συχνά συμβαίνουν τα αντίθετα, αφού δεν είναι σφραγισμένοι με το Τίμιο Αίμα του Κυρίου μας. Σφάζεται τότε το Πρόβατο και με το Τίμιο Αίμα Του σφραγίζονται η πράξη και η θεωρία, δηλαδή η έξη και η ενέργεια, οι παραστάδες των δικών μου θυρών, των κινήσεων του νοός. Αυτά ανοίγονται καλώς στη θεωρία και κλείνονται πάλι σαν θύρες από τη θεωρία των υψηλότερων και ακατάληπτων νοημάτων.

Ο θείος Κύριλλος Αλεξανδρείας λέει ότι με τη θεία Μετάληψη οι νοητοί κλέφτες, οι δαίμονες, δεν βρίσκουν την ψυχή μας άδεια, ώστε να μπουν σε αυτή μέσω των αισθήσεων. 

Πρέπει να εννοήσεις σαν θύρα της οικίας τις αισθήσεις....

Μέσω αυτών εισέρχονται στην καρδιά οι εικόνες όλων των πραγμάτων και χύνεται σε αυτήν το άμετρο πλήθος των επιθυμιών. Ο προφήτης Ιωήλ ονομάζει αυτές τις αισθήσεις παράθυρα λέγοντας ότι από αυτά θα μπουν οι κλέφτες, επειδή δεν ήταν χτισμένα με το Τίμιο Αίμα του Χριστού. 

Ο Άγιος Κύριλλος λέει ακόμη πως με τη θεία Κοινωνία καθαριζόμαστε από κάθε ψυχική ακαθαρσία και λαμβάνουμε προθυμία και ζέση για τις αρετές. Το Τίμιο Αίμα του Χριστού όχι μόνο μας ελευθερώνει από κάθε φθορά, αλλά μας καθαρίζει και από κάθε ακαθαρσία που κρύβεται μέσα στην ψυχή μας. Δεν μας αφήνει να ψυχρανθούμε από την αμέλεια, αλλά μας κάνει ζέοντες και θερμούς στο Άγιο Πνεύμα.

Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης επισημαίνει: τα δάκρυα και η κατάνυξη έχουν μεγάλη δύναμη. Πέρα όμως από όλα μαζί, η αγία Κοινωνία έχει μεγάλη δύναμη και ωφέλεια και από ό,τι βλέπω είσθε πολύ αμελείς σε αυτό το ζήτημα. 

Δεν προσέρχεστε στη θεία Μετάληψη.

Απορώ και εξίσταμαι, γιατί σας βλέπω να κοινωνείτε μόνο την Κυριακή,

ενώ δεν μεταλαμβάνετε αν τελείται Λειτουργία κάποια άλλη μέρα. 

Αυτά δε σας τα λέω, για να κοινωνείτε απλά και όπως έτυχε, δίχως προετοιμασία - ο Απόστολος γράφει να δοκιμάζει κανείς τη συνείδησή του και έτσι να τρέφεται από τον άγιο Άρτο και να πίνει από το θείο Ποτήριο.

Όποιος μεταλαμβάνει ανάξια θα κατακριθεί, επειδή δε διακρίνει καλά, ώστε να ευλαβείται το άγιο Σώμα και Αίμα του Κυρίου. Μη γένοιτο. Σας λέω να κοινωνούμε συχνά, να καθαρίζουμε όσο μπορούμε τους εαυτούς μας με την επιθυμία μας και την αγάπη μας για τη θεία Κοινωνία και έτσι καθαροί να μεταλαμβάνουμε.

Βλέπεις το ανερμήνευτο χάρισμα; Όχι μόνο πέθανε για μας, αλλά προσέφερε ακόμη και τον Εαυτό Του στην αγία Τράπεζα για να Τον κοινωνούμε. Αν λοιπόν, αδελφοί μου, πράττουμε όπως μας προστάζουν οι άγιοι Πατέρες και κοινωνούμε συχνά, θα έχουμε συνεργό και βοηθό σε αυτήν την ολιγοχρόνια ζωή τη θεία Χάρη. 

Θα έχουμε συμβοηθούς τους αγγέλους του Θεού 
και ακόμη και τον ίδιο τον Δεσπότη των αγγέλων. 

Επιπλέον, θα αποδιώξουμε μακριά μας τους εχθρικούς δαίμονες, όπως λέει και ο θείος Χρυσόστομος (τόμος 13ος, σελ.580-583)· σαν λιοντάρια που αποπνέουν φωτιά, έτσι αναχωρούμε από την πνευματική εκείνη Τράπεζα των Μυστηρίων. 

Προκαλούμε φόβο στο διάβολο επειδή έχουμε μαζί μας ως κεφαλή τον Χριστό και την αγάπη που μας έδειξε. Αυτό το Αίμα λαμπρύνει τη βασιλική εικόνα της ψυχής μας, δηλαδή το νου μας, το λόγο και το πνεύμα. Αυτό το Αίμα γεννά κάλλος και υπερθαύμαστη ωραιότητα. Δεν αφήνει να απομακρυνθεί η ευγένεια και η λαμπρότητα της ψυχής, την οποία ποτίζει και τρέφει συνεχώς.

Αυτό το Αίμα, όταν μεταλαμβάνεται αξίως, καταδιώκει τους δαίμονες και τους απομακρύνει από εμάς, προσκαλεί όμως τους αγγέλους και τον Δεσπότη των αγγέλων. Αυτό συμβαίνει, επειδή οι δαίμονες φεύγουν από όπου δουν το Αίμα το Δεσποτικό, ενώ οι άγγελοι συντρέχουν και βοηθούν. Αυτό το Αίμα είναι η σωτηρία των ψυχών μας. Με αυτό χαίρεται η ψυχή, με αυτό καλλωπίζεται, με αυτό θερμαίνεται. 

Αυτό το Αίμα κάνει το νου μας περισσότερο λαμπρό και από τη φωτιά και την ψυχή μας πιο ωραία από το χρυσάφι. Όσοι μεταλαμβάνουν αυτό το Σώμα στέκονται μαζί με τους αγγέλους, αρχαγέλλους και τις άνω δυνάμεις, επειδή είναι ενδεδυμένοι με το φόρεμα το βασιλικό και έχουν μαζί τους πνευματικά όπλα. 

Ακόμη, όμως, δε σας είπα το μεγαλύτερο χάρισμα · όσοι μεταλαμβάνουν
φορούν τον ίδιο τον Βασιλέα.


Ακούτε αδελφοί μου τι συμφορές παθαίνουν όσοι δεν μεταλαμβάνουν συχνά και απομακρύνονται από τα Μυστήρια; 

Ακούτε ότι δαιμονίζονται ή και μεταμορφώνονται σε κάποιο είδος αλόγων ζώων όπως τα παλιά χρόνια ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορας μεταμορφώθηκε σε βόδι; 

Και δίκαια υποφέρουν, διότι ενώ μπορούν να γίνουν από άνθρωποι θεοί κατά χάρη με τη συνεχή θεία Κοινωνία, δεν το θέλουν. 

Απομακρυνόμενοι όμως από τη θεία Μετάληψη χάνουν και την ανθρώπινη μορφή που έχουν, μετασχηματίζονται σε άλογα ζώα και παραδίνονται στην εξουσία του Σατανά, όπως λέει και ο ψαλμωδός «Ω Κύριε, ιδού, χάνονται εντελώς εκείνοι που απομακρύνονται από την Χάρη Σου» (Ψαλμός ΟΒ 27).

Μάλλον πρέπει να πω, ότι αν αιφνιδίως έρθει ο θάνατος σε εκείνους που αργοπορούν να μεταλάβουν και τους βρει ανέτοιμους χωρίς τη θεία Μετάληψη, τι άραγε θα γίνουν οι ταλαίπωροι; Πώς θα μπορέσουν να διέλθουν με ελευθερία τους τελωνάρχες δαίμονες του αέρος; Ποιο φόβο και τρόμο θα δοκιμάσει η ψυχή τους ενώ μπορούσαν να ελευθερωθούν από όλα αυτά με τη συχνή Κοινωνία, όπως έχει πει ο θείος Χρυσόστομος; Έλεος, Θεέ μου.

Όσοι μεταλαμβάνουν με καθαρά συνείδηση λίγο πριν το θάνατό τους τα άχραντα Μυστήρια, όταν πια εξέλθει η ψυχή τους, λόγω της χάρης της θείας Κοινωνίας, τους περικυκλώνουν οι άγγελοι και τους αναβιβάζουν στον ουρανό. 

Και συ αδελφέ μου, δε γνωρίζεις πότε θα έρθει ο θάνατος, σήμερα ή αύριο ή αυτή την ώρα.

Πρέπει πάντοτε να είσαι κοινωνημένος και έτοιμος. Αν είναι θέλημα Θεού να ζήσεις ακόμα, με τη χάρη της θείας Κοινωνίας, θα περάσεις μια ζωή γεμάτη από χαρά, ειρήνη, αγάπη, συνοδευμένη και από όλες τις άλλες αρετές. Εάν πάλι είναι θέλημα Θεού να πεθάνεις, τότε με την αγία Κοινωνία θα περάσεις ελεύθερα από τα τελώνια των δαιμόνων που βρίσκονται στον αέρα, και θα κατοικήσεις με ανεκλάλητη χαρά στις αιώνιες μονές. 

Αφού με τη συχνή θεία Μετάληψη είσαι ενωμένος πάντοτε με τον γλυκύ Ιησού Χριστό, τον παντοδύναμο Βασιλέα, και εδώ θα ζήσεις μακάρια ζωή και όταν πεθάνεις, οι δαίμονες θα φύγουν μακριά σου αστραπιαία, ενώ οι άγιοι άγγελοι θα σου ανοίξουν την ουράνια είσοδο και θα σε πέμψουν με συνοδεία ως το θρόνο της μακαρίας Τριάδος.

Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης
(Περί της συνεχούς Μεταλήψεως των Αχράντων του Χριστού Μυστηρίων, 
Εκδόσεις Μυριόβιβλος, 2004.)

Προϋποθέσεις για να έχουν αποτέλεσμα οι προσευχές μας

Επειδή μονάχα η κατάνυξη και τα δάκρυα δεν είναι αρκετά για να πείσουν τον Θεό να μας δώσει αυτά που του ζητούμε στις προσευχές μας, πρέπει να προσθέσουμε και κάποια άλλα στοιχεία που χρειάζονται ακόμη, για να έχουν θετικό αποτέλεσμα οι προσευχές μας. Ιδού μερικές από αυτές τις προϋποθέσεις στη συνέχεια, έξι τον αριθμό.

α) Όποιος θέλει να πάρει θετική απάντηση στο πρώτο του αίτημα, που είναι η συγχώρηση των αμαρτημάτων του, πρέπει κι αυτός ο ίδιος, όταν προσεύχεται, να συγχωρεί τ’ αμαρτήματα που διέπραξαν εις βάρος του οι άλλοι, καθώς μας δίδαξε ο Κύριος: «όταν στέκεστε σε προσευχή, ν’ αφήνετε ό,τι διαφορές έχετε με κάποιον, συγχωρώντας τον, κ’ έτσι να συγχωρήσει και ο Πατέρας μας ο ουράνιος και τα δικά σας παραπτώματα» (Μαρκ. ια’ 25)...

β) Όποιος ζητάει να λάβει κάτι από τον Θεό, πρέπει να το ζητάει χωρίς διψυχία και δισταγμό, αλλά με στερεή και αδίσταχτη πίστη, όπως μας λέει πρώτα ο ίδιος ο Κύριος μας: «όλα όσα ζητάτε στην προσευχή σας με πίστη, θα τα λάβετε» (Ματθ. κα’ 22) και, κατόπιν, ο αδελφόθεος Ιάκωβος: «κι αν κάποιος από σας υστερεί σε σοφία, ας τη ζητήσει από τον Θεό, που τη χαρίζει με απλότητα σε όλους, χωρίς να περιφρονεί κανέναν αλλά που να τη ζητάει με πίστη, δίχως αμφιβολία, διότι όποιος έχει αμφιβολίες ομοιάζει με το κύμα της θάλασσας, που ο άνεμος το παρασέρνει και το πηγαίνει πότε εδώ και πότε εκεί· να μην ελπίζει ποτέ πως θα πάρει κάτι από τον Κύριο ένας τέτοιος άνθρωπος δίγνωμος και άστατος σ’ όλους τους τρόπους της ζωής του» (Ιακ. α΄ 5-7).

γ) Όποιος ζητάει, πρέπει να μην παρακαλεί για ζητήματα που δεν τον συμφέρουν πνευματικά, δηλαδή για κοσμικά πράγματα που προξενούν τις ηδονές του, αλλά να ικετεύει για ζητήματα κατά Θεόν, δηλαδή που συμφέρουν κ’ ενδιαφέρουν τη σωτηρία της ψυχής του. Ακούστε και τον ονειδισμό εκ μέρους του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου, που λέει: «ζητάτε κάτι και δεν το λαμβάνετε, διότι το ζητάτε με κακό σκοπό, δηλαδή το ζητάτε για να το κατασπαταλήσετε για τις ηδονές σας» (Ιακ. δ’ 3)

δ) Όποιος θέλει να λάβει όσα συμφέροντα για την ψυχή του ζητάει από το Θεό, πρέπει κι αυτός να εργάζεται και να κάνει όλα όσα δύναται και μπορεί, σύμφωνα και με την κοινή παροιμία, που λέει «συν Αθηνά και χείρα κίνει»· πρέπει δηλαδή να μην αμελεί και να μην παραδίνει θεληματικά τον εαυτό του πρώτα στα πάθη, και τις επιθυμίες, κ’ έπειτα ζητάει τη θεία βοήθεια, διότι δεν θα τη λάβει ποτέ, σύμφωνα και με τον λόγο του Μεγάλου Βασιλείου: πρέπει, λοιπόν, πρώτα να προσφέρει κάνεις όλα όσα μπορεί μόνος του, και υστέρα να παρακαλεί τον Θεό να έρθει βοηθός και σύμμαχος του- διότι, όταν κάποιος παραδώσει τον εαυτό του με νωθρότητα στις επιθυμίες και παραδοθεί έτσι μόνος του στους εχθρούς, αυτόν ο Θεός δεν τον βοηθάει ούτε εισακούει τις δεήσεις του, διότι πρόλαβε ο ίδιος και με την αμαρτία του αποξενώθηκε από τον Θεό· γιατί, βέβαια, όποιος επιθυμεί να έχει τη βοήθεια του Θεού, δεν προδίδει το πρέπον και το αρμόζον· κι αυτός που δεν προδίδει το πρέπον και το αρμόζον, δεν προδίδεται και δεν εγκαταλείπεται ποτέ από τη θεία πρόνοια και βοήθεια» (Ασκητικαί Διατά­ξεις, κεφ. α’). Και, ακριβώς, γι’ αυτούς λέγει ο Θεός με το στόμα του προφήτου Ησαΐα: «με αναζητούν την κάθε ημερα, κ’ επιθυμούν να γνωρίσουν τις εντολές μου, ωσάν λαός που έπραξε το δίκαιο και που δεν εγκατέλειψε την κρίση του Θεού» (Ησ. νη’ 2). Και, για να το πούμε με δυο λόγια, όποιος θέλει να εισακούσει ο Θεός τη δέησή του και να λάβει θετική απάντηση στο ζήτημά του, πρέπει να βιάζει τον εαυτό του, όσο μπορεί, για να φυλάγει τις εντολές του Θεού, ώστε να φτάσει στο σημείο να μην τον κατηγορεί η συνείδησή του ότι καταφρόνησε ή αμέλησε κάποιο πράγμα, που μπορούσε να το κάμει και δεν το έκαμε. Διότι, όπως λέει ο αγαπημένος μαθητής του Κυρίου, ο ευαγγελιστής Ιωάννης, «όταν η καρδιά μας παύει να μας κατηγορεί, τότε αποκτούμε θάρρος εμπρός στον Θεό, κι Εκείνος μας δίνει ό,τι Του ζητούμε, γιατί εκτελούμε τις εντολές Του, και κάνουμε όλα όσα είναι αρεστά σ’ Εκείνον» (Α’ Ιωάν. γ’ 21-22). Και ο μέγας Βασίλειος προσθέτει: «Είναι, λοιπόν, απαραίτητο να μη μας κατηγορεί σε τίποτε η συνείδησή μας, και τότε μονάχα μπορούμε να επικαλούμαστε τη θεία βοήθεια» (Ασκητ. Διατ., ο.π.) Και όχι μονάχα, όταν κάποιος προσεύχεται για τον εαυτό του, πρέπει να κάνει τα καθήκοντά του όσο μπορεί καλύτερα, αλλά και στην περίπτωση που κάποιος άλλος προσεύχεται για κείνον, πρέπει κι αυτός να συνεργεί προσωπικά για να καρποφορήσει η προσευχή που γίνεται για λόγου του. Αυτό ακριβώς σημαίνει ο λόγος του Αδελφοθέου, «πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργούμενη» (Ιακ. ε’ 16), τον οποίο ερμηνεύοντας ο θείος Μάξιμος ο Ομολογητής λέγ­ει: «Πράγματι, πολύ ισχύει η δέηση του δικαίου, είτε χάρη στον δίκαιο που την κάνει, είτε και χάρη σ’ εκείνον που ζητάει από τον δίκαιο να την πραγματοποιήσει· διότι, από μεν την πλευρά του δικαίου που γίνεται η δέηση, αυτή δίνει θάρρος να παρουσιαστεί και να ζητήσει από Κείνον που μπορεί να εισακούσει τα αιτήματα των δικαίων, ενώ από την πλευρά εκείνου που ζητάει από τον δίκαιο να κάμει γι’ αυτόν τη δέηση, του δίνει την ευκαιρία ν’ απομακρυνθεί από την κακία και να εγκολπωθεί πάλι την διάθεση για ενάρετο βίο» (Ε’ εκατ. περί θεολογίας, κεφ. πδ’). Και ο ίδιος πάλι, σε άλλο σημείο, λέει: «Είναι πράγματι δείγμα μεγάλης νωθρότητας, για να μην πω παραφροσύνης, να επιζητεί κανείς τη σωτηρία του με τις δεήσεις των δικαίων, ενώ η διάθεσή του στρέφεται προς τις τέρψεις, και να ζητάει τη συγχώρεση εκείνων των αμαρτημάτων, για τα οποία σπιλώνεται με δική του διάθεση και ενέργεια. Πρέπει, λοιπόν, να μην αφήνει ανενεργή και ακίνητη τη δέηση του δικαίου…, αλλά να την ενεργοποιεί και να την ισχυροποιεί, δίνοντάς της φτερά με τις δικές του αρετές».

ε) Όποιος θέλει να εισακούσει ο Κύριος το αίτημά του, πρέπει να μην λιποψυχάει, ούτε να θλίβεται και να στενοχωριέται όταν προσεύχεται, αλλά να προσμένει με υπομονή και μακροθυμία, κι ας περνάει αρκετός καιρός αναμονής. Έτσι και ο Κύριος, για να μας διδάξει να προσμένουμε υπομένοντας και προσκαρτερώντας στην προσευχή, χωρίς να στενοχωριόμαστε καθόλου, μας αναφέρει στο κατά Λουκάν ευαγγέλιο την παραβολή της χήρας, η οποία με την επιμονή και την υπομονή της, έπεισε στο τέλος τον άδικο δικαστή να της αποδώσει το δίκιο της. «Και τους έλεγε και την παραβολή αυτή, για το ότι πρέπει πάντοτε να προσεύχονται και να μην αποκάμουν» (Λουκ. ιη’ 1). Έχουμε, από την άλλη πλευρά, και τον λόγο του μεγάλου Βασιλείου, που λέει ότι, μπορεί στη δέησή σου πολλές φορές να ζητήσεις τα πνευματικώς συμφέροντα, όμως δεν επέμεινες αρκετά. Διότι, όπως είναι γραμμένο, «με την υπομονή σας θα σώσετε τις ψυχές σας» (Λουκ. κα’ 19). Και, «όποιος υπομείνει ως το τέλος, αυτός θα σωθεί» (Ματθ. ι’ 22). Έχουμε γι’ αυτό το θέμα παράδειγμα τον Αβραάμ, ο οποίος, αν και ήταν νέος όταν προσεκλήθη από την Ασσυρία να πάει στην Παλαιστίνη, και είχε λάβει μάλιστα και υπόσχεση από το Θεό, πως θα πληθυνθεί το σπέρμα της γενιάς του όπως τ’ αστέρια τ’ ουρανού, είδε να πραγματοποιείται η παραπάνω υπόσχεση του Θεού μόλις στα εκατό χρόνια της ηλικίας του! Επίσης, και το παράδειγμα του Ισαάκ, ο οποίος παρακαλούσε τον Θεό να του χαρίσει τέκνα, αλλά η δέησή του εισακούστηκε μόλις ύστερα’ από είκοσι χρόνια! Ο μέγας Βασίλειος σε συμβουλεύει: «μιμήσου, λοιπόν, και σύ, αδελφέ μου, αυτούς τους Πατριάρχες και την πίστη τους· και αν περάσει κ’ ένας χρόνος, τρίτος ή τέταρτος ή περισσότερα χρόνια δίχως να λάβεις το αίτημά σου, μην αφήνεις την προσευχή, αλλά να επιμένεις με πίστη, εργαζόμενος πάντα το αγαθό». Και ο αββάς Μακάριος προσθέτει: «όποιος δεν βλέπει να εισακούεται γρήγορα η δέησή του, αλλά ν’ αναβάλλεται από το Θεό, αυτός αισθάνεται πιο φλογερή την επιθυμία της προσευχής· και όσο πιο πολύ μακροθυμεί ο Θεός, δοκιμάζοντάς μας στον πόνο, τόσο πιο πολύ έντονα οφείλει ο προσευχόμενος να επιμένει, ζητώντας την δωρεά τού Θεού» (Σειρά στο Κατά Ματθαίον, κεφ. ζ’).

ς) και τελευταίον· όποιος θέλει να επιτύχει το αίτημα της προσευχής του, πρέπει πάντοτε να ευχαριστεί τον Θεό, είτε λάβει γρήγορα εκείνο που ζητά, είτε και αργότερα. Γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος μας λέγει: «τα αιτήματά σας να τ’ απευθύνετε στο Θεό με προσευχή και δέηση, που θα συνοδεύονται από ευχαριστία» (Φιλιπ. δ’ 6). Επειδή, πολλές φορές, ο Θεός δεν μας δίνει γρήγορα εκείνο που του ζητούμε, ή γιατί ξέρει πως θα χάσουμε αυτό που θα μας χαρίσει και, γι’ αυτόν το λόγο, θα τιμωρηθούμε περισσότερο, αφού αθετήσαμε το χάρισμά του και τη δωρεά του· ή, γιατί, γνωρίζοντας πως μόλις λάβουμε το αίτημά μας θα πάψουμε να προσευχόμαστε. Γι’ αυτό αναβάλλει το ζήτημα μας και δεν το πραγματοποιεί, θέλοντας και προνοώντας να τον παρακαλούμε πάντοτε και να βρισκόμαστε κοντά του με την προσευχή· ή, ακόμη, για να φανεί η πίστη και η αγάπη μας προς τον Θεό, ή και για άλλους λόγους που έχει ο Θεός, ακατανόητους βέβαια σ’ εμάς, αλλά δίκαιους, που αποβλέπουν πάντοτε προς το πνευματικό συμφέρον μας. Τα βεβαιώνει όλα αυτά και ο βαθύς θεολόγος και πράγματι μέγας Βασίλειος, με όσα γράφει στο α’ κεφάλαιο των Ασκητικών του Διατάξεων, οπού συμπερασματικά μας λέγει: «Γνωρίζοντας, λοιπόν, όλα αυτά, είτε πιο γρήγορα εισακουστούμε και λάβουμε, είτε πιο αργά, ας παραμείνουμε πάντοτε με ευχαριστίες στον Κύριο, διότι όλα όσα κάνει ο Δεσπότης τα κάνει πάντοτε οικονομώντας τη δική μας σωτηρία· και να μην λιποψυχούμε, σταματώντας τις προσευχές και τις δεήσεις». Και τί λέω; είτε λάβουμε απ’ το Θεό, είτε δεν λάβουμε τα αιτήματά μας, εμείς πρέπει να τον ευχαριστούμε πάντοτε και να επιμένουμε κρούοντας τη θύρα του Θεού και ζητώντας πάλι και πάλι με την προσευχή μας· διότι μας αρκεί και τούτο το μέγα χάρισμα που λαβαίνουμε, δηλαδή το ότι αξιωνόμαστε να συνομιλούμε με τον ίδιο το Θεό και να παραμένουμε ενωμένοι μ’ Εκείνον όταν προσευχόμαστε. Έτσι μας λέει και ο χρυσός κάλαμος του αγίου Ιωάννου, με κομψότητα και γλαφυρότητα, γράφοντας τα παρακάτω: «μεγάλο αγαθό η προσευχή, όταν γίνεται με διάνοια καθαρή και χαρούμενη, κι όταν μάθουμε τους εαυτούς μας να ευχαριστούν το Θεό πάντοτε: όχι μονάχα όταν λαβαίνουμε τα αιτήματα της προσευχής, μα κι όταν δεν τα λαβαίνουμε. Διότι, άλλοτε μεν μας δίνει κι άλλοτε δεν μας δίνει· ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις είσαι κερδισμένος, αφού είτε λάβεις είτε δεν λάβεις, ήδη έχεις λάβει και μη λαμβάνοντας· κι όταν επιτύχεις το ζητούμενο κι όταν δεν το πετύχεις· ήσουν τυχερός κι όταν δεν το πέτυχες, επειδή μερικές φορές το να μη λάβεις το αίτημά σου είναι επωφελέστερο· διότι, αν δεν ήταν προς το συμφέρον μας το να μην το λάβουμε, ο Θεός θα μας το έδινε οπωσδήποτε. Και το να μην πετυχαίνουμε κάτι, όταν καταλήγει προς το συμφέρον μας, είναι όντως επιτυχία» (Εις Ανδριάντας, λόγ. α΄· και Περί ευχής, τ. ζ’). Ανάλογα έγραψε και ο άγιος Ιωάννης, που μας παρέδωκε την ουράνια Κλίμακα: «να μη λες, πως περνάς πολλή ώρα στην προσευχή, δίχως να κατορθώσεις τίποτε, γιατί ήδη έχεις κάτι κατορθώσει· διότι, ποιό άλλο αγαθό θα μπορούσε να βρεθεί καλύτερο απ’ το να βρίσκεσαι κοντά στον Κύριο και να είσαι με την προσευχή εκεί, αδιαλείπτως περιμένοντας την ένωση μ’ Εκείνον;»
Αν, λοιπόν, αδελφοί και πατέρες, συμφωνείτε με όλα όσα είπαμε πιο πάνω, και προσφέρετε στον άγιο Θεό τις προσευχές που περιέχονται σε τούτο το βιβλίο εδώ, εγώ σας πληροφορώ πως θα πλουτίσετε τις ψυχές σας με πίστη ακλόνητη, με βέβαιη ελπίδα, με αγάπη ανόθευτη, με συγχώρεση των αμαρτημάτων, και θα έχετε την απαλλαγή των ορατών και των αοράτων κακών, την απόλαυση των αιτημάτων σας, τη λύτρωση από τους πειρασμούς των δαιμόνων και την επικοινωνία και ένωση με τον Θεό και τους Αγγέλους του· επειδή, κατά τον χαριτώνυμο και χρυσόστομο κήρυκα της προσευχής: «όταν αληθινά συνομιλούμε στην προσευχή με τον Θεό, τότε γινόμαστε ένα με τους Αγγέλους» (Λόγος Περί Προσευχής). Και μ’ ένα λόγο, θέλω να σας πω, ότι με τις θείες τούτες προσευχές θ’ απολαύσετε ένα σωρό αγαθά, μια απέραντη θάλασσα από θησαυρούς, πλήθος από καλά, ολόκληρη θημωνιά από αρετές, ατελείωτη σειρά χαρισμάτων και ώριμους καρπούς πνευματικής ωφελείας.

Αγ. Νικόδημος Αγιορείτης

Γιατί γέμισαν τά κανάλια μέ ἐκπομπές μαγειρικῆς;

Περί γεύσεως παραινέσεις
ἀπό τόν Ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη




-Γιατί γέμισαν τά κανάλια μέ ἐκπομπές μαγειρικῆς;
-Διότι ὁ διάβολος μέ αὐτές εὔκολα προκαλεῖ:
α) Mαζική διαφθορά μέ τήν ὑπερβολή τῆς γεύσης πού γεννᾶ πάθη!
β) Πλύση ἐγκεφάλου μέ τά τατουάζ πού ἔχουν γεμίσει τά χέρια τους καί τό σῶμα τους
οἱ τηλεοπτικοί σέφ
(τέτοια σύμπτωση σχεδόν ὅλοι...)
καί πού ἐξοικειώνουν τούς ἀνθρώπους πού τούς βλέπουν καθημερινά,
μέ τό χάραγμα τοῦ Ἀντιχρίστου πού ἡ Νέα Ἐποχή ἐπιθυμεῖ νά ἐπιβάλλει!
Μ' ἕνα σμπάρο, δυό τρυγώνια!

"Ἡ γεῦσις, καί γενικῶς τά περί τοῦ στόματος εἶναι ἡ μήτηρ καί τό κέντρον ὄλων τῶν σαρκικῶν κάι ἀλόγων παθῶν τά ὑπό τήν γαστέρα ἐνεργούμενα. Αὐτά εἶναι τά πονηρά γεώργια τῆς τροφῆς".

"Τό αἰσθητήριον αὐτό τῆς γεύσεως εἶναι πίθος τετρυπημένος ὁ ὁποῖος πάντοτε πληροῦται καί πάντοτε μένει κενός, εἶναι ἅδης ἀκόρεστος". 

"Τό αἰσθητήριον αὐτό εἶναι τό ἰσχυρότερον πάντων". 

"Ὅθεν ἀπόκλισον τά πολυπίκοιλα βρώματα, τάς πλουσίας τραπέζας. Τά μαγγανεύματα τῶν μαγείρων. Καί πᾶσαν ἄλογον τρυφή". 

"Τί δέ καί γεννῶσι τά πολυποίκιλα τοιαῦτα βρώματα; Βέβαια οὐδέν ἀγαθόν, εἰμή πάθη καί κακίας τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος. Φέρουν τήν μέθην καί τήν ἀσθένειαν τοῦ σώματος, φέρουν καί ὅλα τά σαρκικά ἁμαρτήματα". 

"Διατί ὅλα ταῦτα τά βρώματα ἐπινοήθησαν; Βέβαια, δέν ἠμπορεῖς νά εἰπῆς ὅτι διά καμίαν ἀναγκαίαν χρείαν καί συντήρησιν τοῦ σώματος, ἀλλά διά μόνην τήν ἐπικατάρατον ἡδονήν τοῦ λαιμοῦ".




Όλοι οί Χριστιανοί πρέπει να προσεύχονται ακατάπαυστα



Ας μη νομίσει κανείς, αδελφοί μου Χριστιανοί, πώς μόνο οί ιερωμέ¬νοι και οί μοναχοί έχουν χρέος να προσεύχονται ακατάπαυστα και .παντοτινά και όχι οί κοσμικοί. Όχι, όχι. Όλοι γενικά οί Χριστιανοί έχομε χρέος πάντοτε να βρισκόμαστε σε προσευχή. Ό αγιότατος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Φιλόθεος γράφει σχετικά τα εξής στο Βίο του αγίου Γρηγορίου αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης (του Παλαμά).
Ό θειος Γρηγόριος είχε ένα φίλο αγαπημένο ονομαζόμενο Ιώβ, άνθρωπο απλούστατο και πολύ ενάρετο, με τον οποίο συνομιλώντας μία φορά του είπε και περί προσευχής και πώς κάθε Χριστιανός γενικά πρέπει να αγωνίζεται πάντοτε στην προσευχή και να προσεύχεται ακατάπαυστα, καθώς παραγγέλλει ο Απόστολος Παύλος σε όλους τους Χριστιανούς: «Αδιαλείπτως προσεύχεσθε», και καθώς λέει και ο προφήτης Δαβίδ, με όλο πού ήταν βασιλιάς κι είχε όλες τις φροντίδες του βασιλείου του: «Βλέπω πάντοτε τον Κύριο μπροστά μου» (μέσω της προσευχής)• και καθώς διδάσκει ο Θεολόγος Γρηγόριος όλους τους Χριστιανούς λέγοντας ότι πρέπει να μνημονεύουμε με την προσευχή το όνομα του Θεού περισσότερο από όσο αναπνέομε. Και λέγοντας αυτά ο Άγιος στον φίλο του Ιώβ κι αλλά περισσότερα, του έλεγε ακόμη πώς πρέπει κι εμείς να κάνομε υπακοή στις παραγγελίες των Αγίων, και όχι μόνο να προσευχόμαστε εμείς παντοτινά, άλλα να διδάσκομε κι όλους τους άλλους, μοναχούς και λαϊκούς, σοφούς και αμόρφωτους, άνδρες και γυναίκες και παιδιά, και να τους παρακινούμε να προσεύχονται ακατάπαυστα. 
Ακούγοντας αυτά ο γέροντας εκείνος Ιώβ, τα θεώρησε καινοτομία κι άρχισε να αντιλέγει του Αγίου πώς ή αδιάλειπτη προσευχή είναι μονάχα για τους ασκητές και τους μοναχούς πού είναι έξω από τον κόσμο και από τους περισπασμούς, κι όχι για τους κοσμικούς πού έχουν τόσες μέριμνες και δουλειές. 
Και ο Άγιος πάλι του έλεγε κι άλλες μαρτυρίες και αναντίρρητες αποδείξεις, όμως ο γέρων Ιώβ δεν επείθετο, και ο θείος Γρηγόριος αποφεύγοντας την πολυλογία και τη φιλονικία σώπασε και πήγε ο καθένας στο κελί του.
Κι υστέρα πού ο Ιώβ προσευχόταν καταμόνας στο κελί του, φαίνεται μπροστά του Άγγελος Κυρίου σταλμένος από το θεό πού θέλει όλων των ανθρώπων τη σωτηρία, κι αφού τον έλεγξε αυστηρά πού φιλονικούσε με τον άγιο Γρηγόριο κι αντιστεκόταν σε πράγματα φανερά, από τα όποια προξενείτε ή σωτηρία των Χριστιανών, του παρήγγειλε εκ μέρους του Αγίου Θεού να προσέχει καλά στο εξής και να φυλαχτεί πλέον να μην πει τίποτε ενάντιο σε αυτό το ψυχωφελέστατο έργο, γιατί αντιστέκεται στο θέλημα του Θεού• αλλά μήτε με το νου του πλέον να τολμήσει να δεχτεί ενάντιο λογισμό και να φρονεί διαφορετικά από ότι του είπε ο θείος Γρηγόριος. Τότε ο απλούστατος εκείνος γέρων Ιώβ πήγε αμέσως στον Άγιο κι έπεσε στα πόδια του, ζητώντας συγχώρηση για την αντίσταση και φιλονικία και του φανέρωσε και όσα του είπε ο Άγγελος του Κυρίου.
Βλέπετε, αδελφοί μου, πώς όλοι οί Χριστιανοί, από το μικρό ως το μεγάλο, οφείλουν να προσεύχονται παντοτινά με τη νοερά προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησαν με»; 
Και πάντοτε να το συνηθίσει να το λέει ο νους τους κι ή καρδιά τους; Και στοχαστείτε, πόσο ευαρεστείται ο Θεός με αυτό και πόση ωφέλεια προέρχεται από αυτό, ώστε από την άκρα Του φιλανθρωπία έστειλε και ουράνιο Άγγελο για να μας το αποκαλύψει, Έτσι πού να μην έχομε πλέον καμία αμφιβολία γι' αυτό.
Μα τι λένε οι κοσμικοί; «Εμείς είμαστε μέσα σε τόσες υποθέσεις και φροντίδες του κόσμου• πώς είναι δυνατό να προσευχόμαστε ακατάπαυστα;»
Κι εγώ τους αποκρίνομαι, ότι ο Θεός δεν παρήγγειλε σ' εμάς κάτι το αδύνατο, παρά μας παρήγγειλε όλα εκείνα πού μπορούμε να κάνομε. Επομένως και αυτό είναι δυνατό να το κατορθώσει καθένας πού ζητά επιμόνως τη σωτηρία της ψυχής του. Γιατί αν ήταν αδύνατο, θα ήταν για όλους γενικά τους κοσμικούς και δε θα είχαν βρεθεί τόσοι και τόσοι μέσα στον κόσμο να το κατορθώσουν από τους οποίους ας είναι ως παράδειγμα ο πατέρας του αγίου Γρηγορίου Παλαμά, ο θαυμάσιος εκείνος Κωνσταντίνος, για τον οποίο κάνει λόγο ο πατριάρχης Φιλόθεος ατό Βίο του αγίου Γρηγορίου, του γιου του.
Αυτός λοιπόν, με όλο πού ήταν μέσα στα ανάκτορα και ονομαζόταν πατέρας και διδάσκαλος του βασιλιά Ανδρόνικου και καταγινόταν καθημερινά με τις βασιλικές υποθέσεις, χώρια πού είχε και τις υποθέσεις του σπιτιού του, γιατί ήταν πολύ πλούσιος κι είχε πολλά κτήματα και υπηρέτες και παιδιά και γυναίκα, μ' όλα ταύτα τόσο ήταν αχώριστος από το Θεό και τόσο ήταν δοσμένος στη νοερά και ακατάπαυστη προσευχή, πού τις περισσότερες φορές λησμονούσε εκείνα πού συζητούσαν μαζί του ο βασιλιάς και οί άρχοντες του παλατιού για υποθέσεις βασιλικές κι ερωτούσε πάλι γι' αυτές μία και δύο φορές. Γι' αυτό πολλές φορές οί άλλοι άρχοντες, μην ξέροντας την αιτία, συγχύζονταν και τον ονείδιζαν πού λησμονεί έτσι γρήγορα και ενοχλεί με τις δεύτερες ερωτήσεις του το βασιλιά• αλλά ο βασιλιάς, πού ήξερε την αιτία, τον υπερασπιζόταν λέγοντας: «Ό Κωνσταντίνος έχει δικές του έγνοιες ο μακάριος κι εκείνες δεν τον αφήνουν να προσέχει στα λόγια τα δικά μας πού είναι για υποθέσεις προσωρινές και μάταιες• ο νους του ευλογημένου είναι προσηλωμένος στα αληθινά και ουράνια και για τούτο λη¬σμονεί τα επίγεια, επειδή όλη του ή προσοχή είναι στην προσευχή και στο Θεό». Γι' αυτό και ο Κωνσταντίνος ήταν σεβάσμιος και αξιαγάπητος και στο βασιλιά και σε όλους τους μεγιστάνες και άρχοντες της βασιλείας, καθώς ήταν αγαπημένος και από το Θεό και αξιώθηκε ο αοίδιμος να κάνει και θαύματα.
Μία φορά δηλαδή, μπήκε σ' ένα πλοιάριο με όλη του την οικογένεια για να πάει επάνω από τον Γαλατά σ' ένα αναχωρητή, πού ησύχαζε εκεί, και να πάρει την ευχή και την ευλογία του. Καθώς πήγαιναν, ρώτησε τους υπηρέτες του αν πήραν κανένα προσφάγι να πάνε στον αββά εκείνο για να τους φιλέψει. Εκείνοι του είπαν πώς λησμόνησαν από τη βία και δεν πήραν τίποτε. Λυπήθηκε λίγο ο ευλογημένος, πλην δεν είπε τίποτε, μόνο πηγαίνοντας εμπρός στο καΐκι, έβαλε το χέρι του μέσα στη θάλασσα και με σιωπηλή και νοερά προσευχή παρακαλούσε το Θεό, τον Κύριο της θάλασσας, να του δώσει κανένα κυνήγι• κι υστέρα από λίγη ώρα —τι θαυμαστά είναι τα έργα, Χριστέ Βασιλεύ, με τα όποια δοξάζεις παράδοξα τους δούλους Σου!— βγάζει το χέρι του από τη θάλασσα κρατώντας ένα πολύ μεγάλο λαβράκι, το όποιο έριξε μέσα στο πλοιάριο μπροστά στους υπηρέτες του και είπε: «Να πού ο Θεός νοιάστηκε και για τον άββά τον δούλο Του και του έστειλε προσφάγι».
Βλέπετε, αδελφοί μου, πώς δοξάζει ο Ιησούς Χριστός τους δούλους Του εκείνους πού είναι πάντοτε μαζί Του και επικαλούνται συνεχώς το πανάγιο και γλυκύτατο όνομα Του;
Ακόμη και ο δίκαιος εκείνος και άγιος Ευδόκιμος, δεν ήταν κι αυτός μέσα στην Κωνσταντινούπολη και μέσα στα ανάκτορα και τις βασιλικές υποθέσεις; Δε συναναστρεφόταν με το βασιλιά και τους άρχοντες του παλατιού, με τόσες φροντίδες και περισπασμούς; Μ' όλα ταύτα είχε πάντοτε αχώριστη τη νοερά προσευχή, καθώς διηγείται στο Βίο του ο Συμεών ο Μεταφραστής, γι' αυτό κι ευρισκόμενος μέσα στον κόσμο και στα κοσμικά ο τρισμακάριος, έζησε αληθινά μία ζωή αγγελική και υπερκόσμια και αξιώθηκε από τον μισθαποδότη Θεό να λάβει και τέλος μακαριστό και θείο. Και άλλοι πολλοί και αναρίθμητοι πού ήταν μέσα στον κόσμο, ήταν ολωσδιόλου δοσμένοι στη νοερά και σωτήρια αυτή προσευχή, καθώς αναφέρονται σε διάφορες ιστορίες.
Λοιπόν, αδελφοί μου Χριστιανοί, σας παρακαλώ κι εγώ μαζί με τον θειο Χρυσόστομο, για τη σωτηρία της ψυχής σας, μην αμελήσετε αυτό το έργο της προσευχής. Μιμηθείτε αυτούς πού είπαμε και όσο το δυνατόν ακολουθήστε τους. Κι αν σας φαίνεται δύσκολο το πράγμα στις αρχές, ας είστε βέβαιοι και πληροφορημένοι, ως εκ προσώπου του παντοκράτορα Θεού, ότι αυτό το ίδιο το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, επικαλούμενο καθημερινά και ακατάπαυστα από μας, θα ευκολύνει όλες τις δυσκολίες. Και με την πολυκαιρία, αφού το συνηθίσαμε και γλυκαθούμε μ' αυτό, θα γνωρίσαμε με τη δοκιμή πώς δεν είναι αδύνατο ούτε δύσκολο, αλλά δυνατό και εύκολο. Γι' αυτό και ο θειος Παύλος, πού ήξερε καλύτερα από μας τη μεγάλη ωφέλεια της προσευχής, μας παρήγγειλε να προσευχόμαστε ακατάπαυστα. Δε θα μας συμβούλευε βέβαια ποτέ κάτι το δύσκολο και αδύνατο, γιατί δε θα μπορούσαμε να το κάνομε και ακολούθως θα γινόμασταν αναγκαστικά παρήκοοι και παραβάτες της παραγγελίας του και για τούτο άξιοι καταδίκης• αλλά όταν είπε να προσευχόμαστε αδιάλειπτα, ο σκοπός του ήταν να προσευχόμαστε με το νου μας, πού είναι δυνατό να το κάνομε πάντοτε. Γιατί και όταν κάνομε εργόχειρο κι όταν περπατούμε κι όταν καθόμαστε κι όταν τρώμε κι όταν πίνομε, πάντοτε μπορούμε να προσευχόμαστε με το νου μας και να κάνομε νοερά προσευχή ευάρεστη στο Θεό και αληθινή• με το σώμα να δουλεύομε και με την ψυχή να προσευχόμαστε• ο έξω άνθρωπος να κάνει κάθε υπηρεσία σωματική και ο έσω άνθρωπος να είναι ολότελα αφιερωμένος στη λατρεία του Θεού και να μη λείπει ποτέ από αυτό το πνευματικό έργο της νοεράς προσευχής. Αυτό μας παραγγέλλει και ο θεάνθρωπος Ιησούς στο ιερό ευαγγέλιο, λέγοντας: «Σύ δε, όταν προσεύχεσαι, πήγαινε μέσα στο "ταμείον" σου, κλείσε τη θύρα σου και προσευχήσου κρυφά στον Πατέρα σου». Ταμείο της ψυχής είναι το σώμα και θύρες του εαυτού μας οί πέντε αισθήσεις. Ή ψυχή μπαίνει μέσα στο ταμείο της, όταν δεν περιφέρεται ο νους εδώ κι εκεί στα πράγματα του κόσμου, άλλα βρίσκεται μέσα στην καρδιά μας• κι οί αισθήσεις μας κλείνουν και μένουν σφαλισμένες, όταν δεν τις αφήναμε να προσηλώνονται στα αισθητά και ορώμενα πράγματα. Και με τούτο τον τρόπο μένει ο νους μας ελεύθερος από κάθε εμπαθή προσκόλληση στα κοσμικά και με την κρυφή και νοερά προσευχή ενώνεσαι με το Θεό και Πατέρα σου• και τότε, λέει, ο Πατέρας σου πού βλέπει τα κρυφά θα σου αποδώσει στα φανερά. Βλέπει ο κρυφιογνώστης Θεός τη νοερά προσευχή σου και την ανταμείβει με φανερά και μεγάλα χαρίσματα• επειδή αυτή είναι ή αληθινή και τέλεια προσευχή κι αυτή γεμίζει την ψυχή από τη θεία χάρη και τα πνευματικά χαρίσματα. Όπως το μύρο, όσο περισσότερο το κλείνεις μέσα στο αγγείο, τόσο περισσότερο ευωδιάζει το αγγείο, έτσι και ή προσευχή, όσο περισσότερο την κλείνεις μέσα στην καρδιά σου, τόσο περισσότερο τη γεμίζει από τη θεία χάρη. Μακάριοι και καλότυχοι είναι εκείνοι πού θα συνηθίσουν σε τούτο το ουράνιο έργο, γιατί με αυτό νικούν κάθε πειρασμό των πονηρών δαιμόνων, όπως ο Δαβίδ νίκησε τον υπερήφανο Γολιάθ • με αυτό σβήνουν τις άτακτες επιθυμίες της σάρκας, όπως οί τρεις Παίδες έσβησαν τη φλόγα της καμίνου• με αυτό το έργο της νοεράς προσευχής καταπραΰνουν τα πάθη, όπως ο Δανιήλ ημέρωσε τα άγρια λιοντάρια• με αυτό κατεβάζουν τη δρόσο του Αγίου Πνεύματος στην καρδιά τους, όπως ο Ηλίας κατέβασε τη βροχή στο Καρμήλιο.
Αυτή ή νοερά προσευχή είναι πού ανεβαίνει ως το θρόνο του Θεού και φυλάγεται μέσα στις χρυσές φιάλες για να θυμιάζεται με αυτήν ο Κύριος, καθώς λέει ο Θεολόγος Ιωάννης στην Αποκάλυψη: «Και οί εικοσιτέσσερις πρεσβύτεροι έπεσαν ενώπιον του Άρνίου, έχοντας όλοι κιθάρες και φιάλες χρυσές γεμά¬τες θυμιάματα,, τα όποια είναι οί προσευχές των Αγίων». Αυτή ή νοερά προσευχή είναι ένα φως πού φωτίζει πάντοτε την ψυχή του ανθρώπου και πυρώνει την καρδιά του με τις φλόγες της αγάπης του Θεού- αυτή είναι μία αλυσίδα πού κρατεί ενωμένο το Θεό με τον άνθρωπο. "Ω, ή ασύγκριτη χάρη της νοεράς προσευχής! Αυτή κάνει τον άνθρωπο να συνομιλεί πάντοτε με το Θεό. "Ω πράγμα αληθινά θαυμάσιο και εξαίρετο! 
Να είσαι μαζί με τους αν¬θρώπους σωματικά και να βρίσκεσαι μαζί με το Θεό νοερά! Οί Άγγελοι δεν έχουν φωνή υλική, αλλά με το νου τους προσφέρουν στο Θεό ακατάπαυστη δοξολογία• αυτό είναι το έργο τους, σ' αυτό είναι αφιερωμένη όλη τους ή ζωή. Λοιπόν και συ, αδελφέ, όταν εισέρχεσαι στο "ταμείον" σου και κλείνεις τη θύρα, όταν δηλαδή ο νους σου δε σκορπά εδώ κι εκεί, αλλά μπαίνει μέσα στην καρδιά σου κι οί αισθήσεις σου είναι σφαλισμένες και δεν είναι προσηλωμένες στα πράγματα του κόσμου τούτου κι έτσι προσεύχεσαι πάντοτε με το νου σου, τότε γίνεσαι παρόμοιος με τους αγίους Αγγέλους και ο Πατέρας σου, πού βλέπει τη μυστική σου προσευχή πού του προσφέρεις κρυφά στην καρδιά σου, θα σου ανταποδώσει μεγάλα πνευματικά χαρίσματα στα φανερά. Μα και τι άλλο μεγαλύτερο και περισσότερο θέλεις από το να βρίσκεσαι πάντοτε, όπως είπαμε, μαζί με το Θεό νοερά και να συνομιλείς ακατάπαυστα με Αυτόν; Χωρίς Αυτόν δεν μπορεί ποτέ κανένας άνθρωπος να είναι μακάριος μήτε εδώ μήτε στην άλλη ζωή.
Λοιπόν, αδελφέ, οποίος κι αν είσαι, όταν πάρεις στα χέρια σου το πα¬ρόν βιβλίο και διαβάζοντας το δοκιμάσεις ωφέλεια στην ψυχή σου, παρακαλώ θερμά, θυμήσου να κάνεις και μία παράκληση στο Θεό, με ένα «Κύριε ελέησον», για την αμαρτωλή ψυχή εκείνου πού κοπίασε σε τούτο το βιβλίο κι εκείνου πού ξόδεψε να το τυπώσει• οί όποιοι έχουν μεγάλη ανάγκη της προσευχής σου, για να βρουν έλεος Θεού στις ψυχές τους και συ στη δική σου.
Γένοιτο, γένοιτο.

ΑΠΟΔΙΔΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΆΓΙΟ ΝΙΚΟΔΗΜΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ.

Ποιά εἶναι ἡ προετοιμασία πρό τῆς θείας Μεταλήψεως;



"Προτοῦ νά μεταλάβῃ τινάς, κάμνει τήν πρέπουσαν προετοιμασίαν· δηλ. ἐξομολογεῖται εἰς τόν πνευματικόν, συντρίβεται, διορθοῦται, κατανύγεται, ἀποκτᾷ προσοχήν εἰς τόν ἑαυτόν του, φυλάττεται ἀπό τούς ἐμπαθεῖς λογισμούς ὅσον δύναται, καί ἀπό κάθε ἄλλην κακίαν. 

Ἐγκρατεύεται περισσότερον, προσεύχεται, ἀγρυπνεῖ, γίνεται εὐλαβέστερος καί κάθε ἄλλην ἀγαθοεργίαν κάμνει, στοχαζόμενος ποῖον φοβερόν βασιλέα ἔχει νά λάβῃ μέσα εἰς τόν ἑαυτόν του".


Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης





«Ἡ ἀγάπη μας πρός τόν Θεό»



Σταχυολόγηση καί διασκευή κειμένων
ἀπό τά «Πνευματικά Γυμνάσματα»
τοῦ ὅσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου

Ἄς σκεφτοῦμε, ἀγαπητοί, ὅτι τρεῖς εἶναι οἱ σπουδαιότεροι λόγοι, πού μᾶς παρακινοῦν – ἤ καλύτερα μᾶς ἀναγκάζουν – ν᾿ ἀγαπᾶμε τό Θεό. Ὁ πρῶτος εἶναι, ὅτι ὁ Ἴδιος μᾶς προστάζει νά Τόν ἀγαπᾶμε· ὁ δεύτερος, ὅτι Αὐτός εἶναι ἄξιος ἀγάπης περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο· καί ὁ τρίτος, ὅτι Αὐτός προκαλεῖ τήν ἀγάπημας μέ τή δική Του ἀγάπη καί μέ ἀναρίθμητες εὐεργεσίες. Ἡ πρώτη ἀπ᾿ ὅλες τις ἐντολές εἶναι: «Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐν ὅλη τῇ καρδίᾳ σου καί ἐν ὅλῃ τῇψυχῇ σου καί ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου· αὕτή ἐστί πρώτη καί μεγάλη ἐντολή»1. Εἶναι πρώτη, γιατί ἀποτελεῖ τό θεμέλιο ὅλης τῆς χριστιανικῆς ἠθικῆς καί τελειότητος. Γι᾿ αὐτό πρέπει νά ἔχει τήν πρώτη θέση στήν καρδιά τῶν χριστιανῶν. 
Ἡ ἀγάπηστόν πλησίον καί κάθε ἄλλη ἀρετή κρέμεται καί τρέφεται ἀπό τήν ἀγάπη στόνΘεό...
Εἶναι πρώτη, γιατί ἐναντιώνεται λιγότερο ἀπό τίς ἄλλες ἐντολές στην ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Δέν μπορεῖ ποτέ ὁ ἄνθρωπος νά ἐκπληρώσει τήν ἐντολή αὐτή, ἄν δεν θελήσει.
Εἶναι πρώτη, γιατί ἀποτελεῖ τήν ψηλότερη πνευματική κορυφή, πού μπορεῖ να φτάσει ἡ ψυχή.
Εἶναι πρώτη, γιατί δέν ἔχει ποτέ τέλος. Γι᾿ αὐτό εἶπε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅτι «νυνί μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τά τρία ταῦτα· μείζων δέ τούτων ἡ ἀγάπη»2.
Ὕστερα ἀπ᾿ αὐτά, ἄς σκεφτοῦμε πόσο πρέπει νά τιμᾶμε αὐτή τήν ἀρετή και πόση προθυμία καί ἐπιμέλεια πρέπει νά δείχνουμε στήν ἐφαρμογή της. Ἀκόμα κι ἄν ὁ Θεός μᾶς ἀπαγόρευε νά Τόν ἀγαπᾶμε, ἐμεῖς θά ἔπρεπε ἀκατάπαυστα να Τόν παρακαλοῦμε, ζητώντας Του νά μᾶς ἐπιτρέψει τήν ἐκπλήρωση αὐτῆς τῆς ὕψιστης ἀρετῆς. Καί τώρα μάλιστα, πού μᾶς προστάζει τόσο ἔντονα, εἶναι δυνατό νά μήν ὑπακούσουμε στήν ἐντολή Του;
Μά τί ἄλλο θά μποροῦσαν ν᾿ ἀποζητήσουν οἱ κολασμένοι στόν ἅδη, παρά τη θεία ἀγάπη; Ἄν κηρυσσόταν στόν Ἅδη μιά τέτοια ἐντολή, αὐτή καί μόνο μποροῦσε να μεταβάλει ἀμέσως σέ γλυκιά θαλπωρή ἐκείνη τή βασανιστική καί ἄσβεστη φωτιά τῆς κολάσεως. Ἡ μεγαλύτερη δυστυχία τῶν κολασμένων εἶναι πού δεν ἀγάπησαν τό Θεό. Γι᾿ αὐτό ἀθέτησαν τίς ἐντολές Του. Καί στήν ἄλλη ζωή τους κολάζει ἀκριβῶς ἡ ἔλλειψη αὐτῆς τῆς ἀγάπης, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁΣύρος: «Οἱ ἐν τῇ γεέννῃ κολαζόμενοι, τῇ μάστιγι τῆς ἀγάπης μαστίζονται...Τουτέστιν ἐκεῖνοι οἵτινες ᾐσθήθησαν ὅτι εἰς τήν ἀγάπην ἔπταισαν, μείζονα την κόλασιν ἔχουσα πάσης φοβουμένης κολάσεως»3. Ὑπάρχει μεγαλύτερο ἀπ᾿ αὐτό το θαῦμα τῆς συγκαταβάσεως τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς προστάζει νά Τόν ἀγαπᾶμε σα νά ἔχει ἀνάγκη ἀπό τήν ἀγάπη μας; Κι ἐμεῖς τόσο ἀναίσθητοι εἴμαστε, πού δεν καταλαβαίνουμε τό μέγεθος τῆς εὐεργεσίας; Ἄς διαλέξουμε λοιπόν ἕν᾿ ἀπό τα δυό, γιατί ἐνδιάμεση λύση δέν ὑπάρχει: Ἤ θά αἰσθανόμαστε εὐχάριστα τη φλόγα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί ἐδῶ καί στόν Παράδεισο, ἤ θά καιγόμαστε, χωρίς ἐλπίδα σωτηρίας, ἀπό τήν αἰώνια φλόγα τοῦ ἅδη. Ἡ μιά φλόγα εἶναι σωτήρια καί ζωογόνα, ἡ ἄλλη κολαστήρια καί θανατηφόρα. Ὅμως καί οἱ δυό φλόγες ξεπετάγονται ἀπό τήν ἴδια φωτιά, τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Αὐτή θα εὐφραίνει στόν παράδεισο ἐκείνους πού τή φύλαξαν. Αὐτή θά κολάζει στόν ἅδη ἐκείνους πού τήν ἀθέτησαν. «Ἐνεργεῖ γάρ ἡ ἀγάπη ἐν τῇ δυνάμει αὑτῆς κατά διπλοῦν τρόπον·τούς μέν ἁμαρτωλούς κολάζουσα..., τούς δέ τετηρηκότας τά δέοντα εὐφραίνουσαἐν αὐτῇ»4. Ἄς μή φανοῦμε λοιπόν τόσο ἀνόητοι, καί προτιμήσουμε τη θανάσιμη φλόγα τοῦ ἅδη ἀπό τή ζωογονά φλόγα τῆς θείας ἀγάπης.
Ἡ ἀγάπη μας στό Θεό δέν πρέπει, βέβαια, νά περιορίζεται στά λόγια, ἀλλά ν᾿ἀποδεικνύεται κι ἀπό τά πράγματα. «Τέκνία μου, μή ἀγαπῶμεν λόγῳ μηδέ τῇ γλώσσῃ ἀλλ᾿ ἐν ἔργῳ καί ἀληθείᾳ»5, παραγγέλλει ὁ Ἀπόστολος. Καί πρέπει να εἶναι μιά ἀγάπη δυνατή τόσο, πού ὅταν ἔρθει ἀντιμέτωπη μέ ὁποιαδήποτε ἄλλη ἀνθρώπινη ἀγάπη, νά τή νικάει καί νά ἐπικρατεῖ – «ὅτι κραταιά ὡς θάνατος ἀγάπη»6.
Ἄς ντραποῦμε λοιπόν, πού μέχρι τώρα προτιμήσαμε τήν ἁμαρτία ἀπό τό Θεό.
Ἄς ἀγαπήσουμε ἀπό τώρα τόν Κύριο μ᾿ ὅλη μας τή δύναμη. Ἄς προτιμήσουμε νά πεθάνουμε, παρά νά δεχθοῦμε στήν καρδιά μας ἄλλη φορά τήν ἁμαρτία. Καί ἐπειδή μέ κάθε τρόπο ὁ Θεός μᾶς παρακινεῖ νά Τόν ἀγαπᾶμε – πότε με τις ὑποσχέσεις τῶν ἀγαθῶν Του καί πότε μέ τίς φοβέρες τῆς κολάσεως –, ἄς Τον παρακαλέσουμε νά μᾶς δυναμώσει, γιά νά φυλᾶμε πάντα τήν ἐντολή τῆς ἀγάπης σ᾿ Ἐκεῖνον, λέγοντας μαζί μέ τόν ἱερό Αὐγουστίνο: «Κελεύεις σέ ἀγαπᾶν; Δός ὅ κελεύεις»7.
Ἀξίζει ν᾿ ἀγαπᾶμε τό Θεό περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο καλό, γιατί ὁ Θεός εἶναι τό πλήρωμα ὅλων τῶν τελειοτήτων καί ὅλων τῶν ἀγαθῶν πού μπορεῖς να βάλεις μέ τό νοῦ σου: τῆς ὡραιότητος, τῆς σοφίας, τῆς δυνάμεως, τῆς ἁγιότητος, τῆς μεγαλειότητος, τῆς ἀγαθότητος, τῆς ἀπειρίας, τῆς ζωῆς, τῆς εἰρήνης, τῆς ἀλήθειας, τῆς βασιλείας, τῆς δικαιοσύνης καί τῆς σωτηρίας. Και πάλι, ὅλ᾿ αὐτά δέν εἶναι ὁ Θεός, ἀλλά «τά περί τόν Θεόν». Ὁ Θεός εἶναι ὕπαρξη ἄπειρα ἀνώτερη ἀπ᾿ ὅλ᾿ αὐτά. Τό τονίζει ἐπιγραμματικά ὁ θεοφόρος Μάξιμος, γράφοντας:
«Πάντων τῶν ὄντων καί μετεχόντων (δηλ. τῶν κτισμάτων) καί μεθεκτῶν (δηλ. τῶν ἀκτίστων δυνάμεων καί ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ στίς ὁποῖες μετέχουν τά κτίσματα) ἀπειράκις ἀπείρως ὑπερεξήρηται ὁ Θεός»8. 
Μᾶς ζητάει λοιπόν ὁ Θεός να Τόν βάλουμε στό κέντρο τῆς καρδιᾶς μας ὄχι γι᾿ ἄλλο λόγο, ἀλλά γιά νά μᾶς κάνει μετόχους τῶν ἀγαθῶν Του πού ἀναφέραμε. Ἄν λοιπόν μέχρι τώρα δεν Τόν ἀγαπήσαμε ὅπως ἔπρεπε, ἄς ἀποφασίσουμε νά διορθώσουμε ὅλα τά σφάλματά μας καί νά Τοῦ προσφέρουμε τόν ἑαυτό μας, γιά νά νιώσουμε στή ζωή μας τη γλυκιά θεϊκή Του ἀγάπη. Καί τότε, εἶναι βέβαιο, θά κλάψουμε γιά τό χρόνο πού χάσαμε μακριά ἀπό τό Θεό, καί θά ποῦμε μαζί μέ τόν ἱερό Αὐγουστίνο: «Ὀψέ σε ἠγάπησα, κάλλος οὕτως ἀρχαῖον, ὀψέ σε ἠγάπησα· φεῦ τῷ χρόνῳ ἐκείνῳ ὅτε σε οὐκ ἠγάπων»9.
Καί ἐπειδή ὁ Κύριος ἦρθε ἀπό τόν οὐρανό γιά ν᾿ ἀνάψει στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων τή φωτιά τῆς θείας Του ἀγάπης – «πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπί τήν γῆν, και τί θέλω εἰ ἤδη ἀνήφθη!»10 –, ἄς Τόν παρακαλέσουμε νά μᾶς φωτίσει τό νοῦ, για νά Τόν γνωρίσουμε πρῶτα καί ὕστερα νά Τόν ἀγαπήσουμε. Γιατί ἡ αἰτία πού δεν Τόν ἀγαπᾶμε, εἶναι ὅτι δέν Τόν γνωρίζουμε, ὅπως λέει πάλι ὁ θεῖος και μανικός ἐραστής τοῦ Θεοῦ Αὐγουστίνος: «Φῶς αἰώνιον, ἐπίλαμψον τήν ψυχήν μου, ἵνα σε νοῇ καί γινώσκῃ καί ἀγαπᾷ· διά τοῦτο γάρ, Κύριε, οὐκ ἀγαπᾷ σε, ὅτι οὐ γινώσκεισε»11. Ἀπροσμέτρητη ἀγάπη στό Θεό αἰσθανόταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, πού ἔλεγε: «Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἔν ἐμοί Χριστός· ὅ δέ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καί παραδόντος ἑαυτόν ὑπέρ ἐμοῦ»12.
Τό ἴδιο ζοῦσε καί ὁ θεοφόρος Ἰγνάτιος, ὅταν ἔγραφε πρός τούς Ρωμαίους: «ΤόνἸησοῦν φιλῶ, τόν ὑπέρ ἐμοῦ παραδοθέντα. Τί ἀνταποδώσω τῷ Κυρίῳ περί πάντων ὧν ἀνταπέδωκέ μοι;». Καί ἀκόμα: «Ὁ ἐμός ἔρως ἐσταύρωται. Πόμα θέλω το πόμα αὐτοῦ, ὅ ἐστιν ἀγάπη ἄφθαρτος καί αἰώνιος ζωή». Πῶς εἶναι δυνατό νά μήν ἀγαπᾶμε τό Θεό καί Πατέρα μας, ἀφοῦ Αὐτός πρῶτος μᾶς ἀγάπησε; «Ἡμεῖς ἀγαπῶμεν αὐτόν, ὅτι αὐτός πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς»13. Καί τό μεγαλύτερο δεῖγμα τῆς ἀγάπης Του εἶναι, ὅτι μᾶς ἐλευθέρωσε ἀπό τήν κατάρα τοῦ ἅδη καί μᾶς χάρισε τήν εὐδαιμονία τοῦ παραδείσου μέ τή λυτρωτική θυσία τοῦ Υἱοῦ Του: 
«Οὕτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν υἱόν αὐτοῦ τον μονογενή ἔδωκεν»14.
Κανένα ἄλλο πλάσμα ἤ πράγμα, εἴτε στόν οὐρανό εἴτε στή γῆ, δεν ἐξαγοράστηκε μέ τό θεῖο αἷμα τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Γιά τήν ἀγάπητῶν ἐννέα ἀγγελικῶν ταγμάτων δέν χύθηκε οὔτε μία ρανίδα ἀπό τό αἷμα τοῦΧριστοῦ.
Γιά τήν ἀγάπη τήν δική μας ὅμως χύθηκε ὅλο τό αἷμα Του. Ὕστερ᾿ ἀπ᾿ αὐτό, πῶς μποροῦμε νά μήν Τόν ἀγαπήσουμε; Πόση θηριωδία κρύβουμε μέσα μας, ὅταν, μετά ἀπ᾿ ὅ,τι ἔκανε ὁ Θεός γιά νά μᾶς λυτρώσει, ἐμεῖς μένουμε ἀπαθεῖς και ἀσυγκίνητοι; 
Ἄς ντραποῦμε λοιπόν γιά τήν ψυχρότητα καί ἀχαριστία πού δείξαμε στόν Κύριό μας. Ἀπό τώρα καί πέρα ὁ Θεός ἄς ἔχει τήν πρώτη θέση στην καρδιά μας, ὅπως στήν καρδιά τοῦ Προφήτη: «Ὁ Θεός τῆς καρδιάς μου καί ἡ μερίς μου ὁ Θεός εἰς τόν αἰῶνα»15. Ἄς ποῦμε, τέλος, κι ἐμεῖς μαζί μέ τόν ἱερό Αὐγουστίνο: «Κύριε, δός μοι καρδίαν διαλογιζομένην τά σά, διάνοιαν ἀγαπῶσάν σε, μνήμην ἀναπολοῦσάν σε, νοῦ σέ νοοῦντα, λόγον ἐχόμενόν σου ἰσχυρῶς τοῦ ἄκρως ἡδέος καί ἀγαπῶντά σε σοφῶς, τήν σοφήν ἀγάπην»16

1 Ματθ. Κβ΄ : 37-38.
2 Α΄ Κορ. ιγ΄ : 13.
3 Λόγος πδ΄.
4 Ἅγ. Ἰσαάκ ὁ Σύρος, ὅ.π.
5 Α΄ Ἰω. Γ΄ : 18.
6 Ἆσμα 8 : 18.
7 Εὐχή η΄ ἤ ιθ΄.
8 Μθ΄, Α΄ ἑκατ. περί θεολογίας.
9 Εὐχή λ΄.
10 Λουκ. Ιβ΄: 49.
11 Εὐχ. ἐρωτ. Α΄.
12 Γαλ. Β΄: 20.
13 Α΄ Ἰω. Δ΄ : 19.
14 Ἰω. γ΄: 16.
15 Ψαλμ. 72 : 26.
16 Εὐχή ἐρωτ. α΄ .

(Ἀπό τό βιβλίο: «ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΔΗΜΟ», Ἐκδόσεις: Ι. Μ. ΠαρακλήτουὨρωπός Αττικής
(Πηγή ηλ. κειμένου: hristospanagia3.blogspot.gr)

ΠΑΘΗ ΧΡΙΣΤΟΥ… ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΑ



Όταν εσυ βλέπεις ή ακούς ή πιάνεις όπλα, σχοινιά, ξυλοδαρμούς, στύλους, αγκάθια, καρφιά, σφυριά και άλλα παρόμοια, συλλογίσου με τον νού σου ότι όλα αυτά, έγιναν όργανα του πάθους του Κυρίου σου.

Πάλι, όταν βλέπεις ή κατοικείς σε σπίτια φτωχικά, ας έρχεται στην ενθύμησι σου το σπήλαιο και η φάτνη του Δεσπότου σου.
Άν δεις να βρέχει, θυμήσου εκείνη την γεμάτη αίματα βροχή του ιδρώτα, που έσταζε στο κήπο απο το ιερώτατο σώμα του γλυκύτατου του μας Ιησού και κατάβρεξε την γη.
Άν βλέπεις την θάλασσα και τα καϊκια, θυμήσου, ότι ο Θεός σου περπάτησε σωματικά πάνω σε αυτή, και ότι στεκότανε μέσα στα πλοία και δίδασκε τους όχλους απο αυτά.
Οι πέτρες, που θα δεις, θα σου θυμήσουν εκείνες τις πέτρες, που συντρίφθηκαν στον θάνατο του, η γη θα σου θυμήσει εκείνο το σεισμό, που έκανε τότε στο πάθος Του.

Ο ήλιος θα σου θυμίσει το σκοτάδι, που έγινε τότε,
τα νέρα θα σου θυμήσουν εκείνο το νερό, που έτρεξε απο την αγία του πλευρά, όταν με τη λόγχη τον τρύπησε ο στρατιώτης νεκρό στο σταυρό.
Άν πίνεις κρασί ή άλλο ποτό, θυμήσου το ξύδι και την χολή, που πότισαν τον Δεσπότη σου.
Αν σε θέλγει η ευωδία των αρωμάτων, τρέξε νοερά στη δυσωδία, που ο Ιησούς αισθανόταν στο όρος του Γολγοθά, το οποίο ήταν τόπος της καταδίκης, στο οποίο αποκεφάλιζαν τους ανθρώπους και γι'αυτό ήταν δύσοσμος και βρωμερός.
Όταν ντύνεσαι, θυμήσου, ότι ο Αιώνιος Λόγος ντύθηκε σάρκα ανθρώπου για να ντύσει εσένα απο την θεοτητα του.

Όταν πάλι ξεντύνεσαι, σκέψου τον Χριστό σου, που έμεινε γυμνός για να μαστιγωθεί και να καρφωθεί στο σταυρό για σένα.
Εαν σου φανή καμμία φωνή γλυκειά και νόστιμη, μετάθεσε την αγάπη στο Σωτήρα Σου, στου οποίου τα χείλη ξεχύθηκε όλη η Χάρη και νοστιμάδα, κατα το ψαλμικό:" Η Χάρις που υπάρχει άφθονη στο εσωτερικό σου, εξεχύθει στα χείλη σου"(ψαλμ.44,3). και από την γλυκύτητα της γλώσσης του κρεμόταν ο λαός, κατά τον Ευαγγελιστή Λουκά. "Ο λαός όλος όταν τον άκουγε κρεμόταν από τα χείλη του".(19,48).
Εάν ακούσης ταραχές και φωνές του λαού, σκέψου εκείνες τις παράνομες φωνές των Ιουδαίων, "Αρον, Αρον, σταύρωσον αυτόν", που ακούστηκαν δυνατά στα θεϊκά αυτιά του.

Αν δης κανενα όμορφο πρόσωπο, θυμήσου πως ο πιο ωραίος από όλους τους ανθρώπους Ιησούς Χριστός, έγινε άμορφος και άσχημος, χωρίς καμμία ομορφιά πάνω στο σταυρό για την αγάπη σου.
Κάθε φορά, που θα κτυπήση το ρολόϊ ας έλθη στο νου σου εκείνο το λιποθύμισμα της καρδιάς, που ένιωσε ο Ιησούς, όταν άρχισε στον κήπο να φοβάται την ώρα του πάθους και του θανάτου, που πλησίαζε η νόμισε πως ακούς εκείνους τους σκληρούς χτύπους που ακούγονταν από τα σφυριά όταν το κάρφωναν στα σταυρο.
Και για να πω απλά, σε κάθε λυπηρή αφορμή που θα σε βρη η βρη άλλους, σκέψου ότι είναι μηδέν κάθε λύπη και δοκιμασία, καατ' αναλογία και ομοιότητα των ανήκουστων δοκιμασιών, που καταπλήγωσαν και συνέτριψαν το σώμα και την ψυχή του Κυρίου σου.

Αγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης

Μ. Τρίτη: Πότε θα έλθει ο Νυμφίος σύμφωνα με την παραβολή των 10 Παρθένων;

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ:
ΠΟΙΑ ΩΡΑ ΘΑ ΕΛΘΕΙ Ο ΝΥΜΦΙΟΣ ΚΑΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ Η Β΄ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ 
ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ 
ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ


Κατά την Αγία και Μεγάλη Τρίτη, ως γνωστόν, η Εκκλησία μας επιτελεί την ανάμνηση της παραβολής των Δέκα Παρθένων εκ των οποίων οι πέντε ήταν φρόνιμες και οι πέντε μωρές, ανόητες.
Οι φρόνιμες παρθένες όσο ζούσαν, κοντά στις άλλες αρετές και μάλιστα της παρθενίας, φρόντισαν να έχουν άφθονο και το λάδι της ελεημοσύνης. Έτσι όταν ήλθε ο Νυμφίος μπήκαν μέσα μαζί Του, όταν ανοίχθηκαν οι πύλες.

Αντίθετα οι άλλες πέντε παρθένες, όσο ζούσαν δεν φρόντισαν να έχουν αρκετό λάδι στις λαμπάδες τους. Ετσι όταν ξύπνησαν ζητούσαν λίγο από τις φρόνιμες, αλλά μετά θάνατο δεν είναι πλέον δυνατόν να αγοράσεις λάδι από αυτούς που το πουλούν, δηλαδή τους φτωχούς. Γι΄αυτό και τις Παρθένες αυτές, η παραβολή, τις ονομάζει μωρές, γιατί ενώ κατόρθωσαν το δυσκολώτερο, δηλαδή την "παρθενία", παραμέλησαν το ευκολώτερο, που ήταν η ελεημοσύνη, προφανώς επειδή δεν είχαν αληθινή αγάπη μέσα στην καρδιά τους.

Θα μπορούσαμε ακόμη να πούμε, ότι οι πέντε φρόνιμες και οι πέντε μωρές Παρθένες, δεν είναι άλλες από τις ΠΕΝΤΕ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ που διαθέτει ο κάθε άνθρωπος εκ φύσεως. 
Και άλλοι μεν από τους ανθρώπους χρησιμοποιούν τις πέντε αισθήσεις τους, σύμφωνα με τις εντολές του Θεού, για το καλό, σωστά και φρόνιμα (οι πέντε φρόνιμες Παρθένες) ενώ άλλοι δε από τους ανθρώπους, δυστυχώς, χρησιμοποιούν τις πέντε αυτές αισθήσεις τους αντίθετα με το θέλημα του Θεού, για το κακό, την αμαρτία και ανόητα (οι πέντε μωρές Παρθένες).

Επειδή δε, ουδείς γνωρίζει το πότε θα φύγει απ΄αυτήν εδώ την ζωή, μας καλεί να είμεθα πάντοτε έτοιμοι, έχοντας πάντα γεμάτες από έλαιο (=ελεημοσύνη) τις λαμπάδες των αρετών μας, για να υποδεχθούμε τον ουράνιον Νυμφίο, τον Κύριον ημών Ιησού Χριστό, ο οποίος έρχεται ξαφνικά, στο μέσο της νυκτός, για να αποδώσει στον καθένα αυτό που του αξίζει και του αναλογεί.

Ὁ Ἅγιος Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἑρμηνεύοντας τήν Παραβολή αὐτή τοῦ Κυρίου μας γιά τίς δέκα Παρθένες, λέγει γιά τήν ὥρα τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Νυμφίου, δηλαδή τῆς Δευτέρας Παρουσίας:

«Ἐπειδή δέ ὁ νυμφίος ἐβράδυνεν, ὅλες (οἱ 10 Παρθένες) εἶχαν νυστάξει καί "ἐκοιμῶντο". Μέ αὐτά δείχνει πάλιν ὅτι δέν θά εἶναι ὀλίγος ὁ χρόνος πού θά μεσολαβήσῃ, διά νά ἀποτρέψῃ τούς μαθητάς ἀπό τοῦ νά ἀναμένουν νά ἐμφανισθῇ ἡβασιλεία Του πολύ σύντομα. Διότι αὐτό ἤλπιζαν. Διά αὐτό καί συνεχῶς τους συγκρατεῖ ἀπό αὐτήν τήν ἐλπίδα. Μετά δέ ἀπό αὐτό, φανερώνει καί τοῦτο, ὅτι ὕπνος εἶναι ὁθάνατος... "Κατά τά μεσάνυκτα ὅμως ἠκούσθη μία φωνή· ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ". 
Ἐδῶ πάλιν θέλει νά δείξῃ ὅτι ἡ ἀνάστασις θά γίνῃ κατά τήν διάρκειαν τῆς νυκτός»

(Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου ΕΠΕ 12, 82)


Τό ίδιο ακριβῶς μᾶς λέγει και ὁ πολυγραφέστατος καί σοφώτατος σύγχρονος Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, φέρνοντας μάλιστα καί μαρτυρίες ἄλλων μεγάλων ἁγίων, ὅπως τοῦ Μ. Βασιλείου, τοῦ Γρηγορίου Θεολόγου, τοῦ Ἰωάννου Χρυσοστόμου, τοῦ Γρηγορίου Νύσσης, τοῦ Γρηγορίου Παλαμᾶ, σχετικά μέ τό ποιά ἡμέρα καί ὥρα θά έλθει ὁ Νυμφίος καί θά γίνει ἡ Δευτέρα Παρουσία.
Λέγει λοιπόν ὁ Ἅγιος Νικόδημος:
«Κατά τό μεσονύκτιον τῆς Κυριακῆς ἔχει νά γίνει ἡ δευτέρα παρουσία καί νά ἔλθῃ ὁἄδυτος ἥλιος τῆς δικαιοσύνης Χριστός, καθώς τοῦτο οἱ θεοφόροι Πατέρες λέγουσι...».

(Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου «Πνευματικά γυμνάσματα», σελ. 273)


Ἀλλά καί ὁ Ἅγιος Μητροπολίτης Ἄρτης, Δαμασκηνός ὁ Στουδίτης μας λέγει σχετικά:
«Ὥστε κατά τήν ἕκτην ὥραν τῆς νυκτός, δηλαδή κατά τό μεσονύκτιον, ἀνέστη ὁ Κύριος...».

(Δαμασκηνοῦ Στουδίτου, «ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ» 
Λόγος «Εἰς τό Ἅγιον Πάσχα» σελ. 132)

"Ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός", λοιπόν, "κατά τό μεσονύκτιον", ἔρχεται ὁ Νυμφίος Χριστός, κυριολεκτικά καί μεταφορικά, πού σημαίνει ὅτι πρέπει πάντοτε νά εἴμαστε ἕτοιμοι καί νά ἀγρυπνοῦμε, ἀλλά καί ὅτι θά «πιάσει» πολλούς στόν «ὕπνο» ὅταν θά ξαναέλθει.

Γι΄αὐτό καί ὄχι τυχαῖα ἡ Ἁγία Ἐκκλησία μας ψάλλει τις ἅγιες αὐτές ἡμέρες:

«Ἰδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός. Καί μακάριος ὁ δοῦλος ὅν εὑρήσει γρηγοροῦντα. Ἀνάξιος δέ πάλιν ὅν εὑρήσει ραθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου μή τῷ ὕπνῳκατενεχθῆς ἵνα μή τῷ θανάτῳ παραδοθῆς καί τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθεῖς. Ἀλλάἀνάνηψον κράζουσα, ἅγιος ἅγιος ἅγιος εἶ ὁ Θεός ἡμῶν διά τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς». 

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΡΙΤΗΣ
(ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΚΕΦ. ΚΕ)

«Τότε ὁμοιωθήσεται ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν δέκα παρθένοις, αἵτινες λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας αὐτῶν ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν τοῦ νυμφίου. 2 πέντε δὲ ἦσαν ἐξ αὐτῶν φρόνιμοι καὶ αἱ πέντε μωραί. 3 αἵτινες μωραὶ λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας ἑαυτῶν οὐκ ἔλαβον μεθ᾿ ἑαυτῶν ἔλαιον· 4 αἱ δὲ φρόνιμοι ἔλαβον ἔλαιον ἐν τοῖς ἀγγείοις αὐτῶν μετὰ τῶν λαμπάδων αὐτῶν. 5 χρονίζοντος δὲ τοῦ νυμφίου ἐνύσταξαν πᾶσαι καὶ ἐκάθευδον. 6 μέσης δὲ νυκτὸς κραυγὴ γέγονεν· ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ. 7 τότε ἠγέρθησαν πᾶσαι αἱ παρθένοι ἐκεῖναι καὶ ἐκόσμησαν τὰς λαμπάδας αὐτῶν. 8 αἱ δὲ μωραὶ ταῖς φρονίμοις εἶπον· δότε ἡμῖν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν, ὅτι αἱ λαμπάδες ἡμῶν σβέννυνται. 9 ἀπεκρίθησαν δὲ αἱ φρόνιμοι λέγουσαι· μήποτε οὐκ ἀρκέσει ἡμῖν καὶ ὑμῖν· πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τοὺς πωλοῦντας καὶ ἀγοράσατε ἑαυταῖς. 10 ἀπερχομένων δὲ αὐτῶν ἀγοράσαι ἦλθεν ὁ νυμφίος καὶ αἱ ἕτοιμοι εἰσῆλθον μετ᾿ αὐτοῦ εἰς τοὺς γάμους, καὶ ἐκλείσθη ἡ θύρα. 11 ὕστερον δὲ ἔρχονται καὶ αἱ λοιπαὶ παρθένοι λέγουσαι· κύριε κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν. 12 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς. 13 γρηγορεῖτε οὖν, ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἡμέραν οὐδὲ τὴν ὥραν ἐν ᾗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται».
(Ματθαίου ΚΕ΄1-13)

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

Τότε θα ομοιωθεί η βασιλεία των ουρανών με δέκα παρθένες που, αφού έλαβαν τις δικές τους λαμπάδες, εξήλθαν σε προϋπάντηση του νυμφίου. Πέντε λοιπόν από αυτές ήταν μωρές και πέντε φρόνιμες. Γιατί οι μωρές, ενώ έλαβαν τις λαμπάδες τους, δεν έλαβαν μαζί τους λάδι. Οι φρόνιμες, όμως, έλαβαν λάδι μέσα στα αγγεία μαζί με τις δικές τους λαμπάδες. Επειδή λοιπόν αργούσε ο Νυμφίος, νύσταξαν όλες και εκοιμήθησαν. Αλλά στο μέσο της νύχτας έγινε μια κραυγή: “Ιδού ο νυμφίος έρχεται, εξέρχεστε προς συνάντησή του”. Τότε σηκώθηκαν όλες οι παρθένες εκείνες και κόσμησαν τις δικές τους λαμπάδες. Και οι μωρές είπαν στις φρόνιμες: “Δώστε σ’ εμάς από το λάδι σας, γιατί οι λαμπάδες μας σβήνουν”. Αποκρίθηκαν τότε οι φρόνιμες λέγοντας: “Όχι, μήπως δεν αρκέσει για μας και για σας. Πηγαίνετε μάλλον προς αυτούς που πουλούν και αγοράστε για τους εαυτούς σας”. Ενώ όμως αυτές έφευγαν, για να αγοράσουν, ήρθε ο Νυμφίος, και οι έτοιμες εισήλθαν μαζί του στους γάμους και κλείστηκε η θύρα. Ύστερα, λοιπόν, έρχονται και οι υπόλοιπες παρθένες λέγοντας: “Κύριε, Κύριε, άνοιξέ μας”. Εκείνος δε αποκρίθηκε και είπε: “Αλήθεια σας λέω, δεν σας ξέρω”. Αγρυπνείτε και γρηγορείτε λοιπόν, γιατί δεν ξέρετε την ημέρα ούτε την ώρα κατά την οποία θα έλθει ο Υιός του Ανθρώπου». 


Προσευχή διά μέσου τῆς Θεοτόκου Μαρίας





Ἀγαπητέ, νά μελετᾶς καί νά προσεύχεσαι μέ τό μέσον τῆς Ἁγίας Θεοτόκου, στρέφοντας τόν νοῦν σου πρῶτον εἰς τόν οὐράνιον Πατέρα, δεύτερον εἰς τόν Γλυκύτατον Ἰησοῦ, τρίτον καί τελευταῖον, εἰς αὐτήν ταύτην τήν ἐνδοξοτάτην Αὐτοῦ Μητέρα.

Στρέφοντας εἰς τόν Θεόν, συλλογίσου πρῶτον τήν μεγάλην χαράν, ὁποῦ ἀπό αἰῶνος ἐλάμβανεν ὁ Θεός στοχαζόμενος τό ὑποκείμενον τῆς Θεοτόκου Μαρίας· δεύτερον τάς ἀρετάς κάι πράξεις αὐτῆς, ἀφ' οὗ ἐγννήθη εἰς τόν κόσμον, ἕως οὗ ἐκοιμήθη.

Ὕψωσε τόν λογισμόν σου ὑπεράνω ἀπό κάθε καιρόν καί χρόνον κάι ὑπεράνω ἀπό κάθε κτίσμα νοητόν καί αἰσθητόν. Καί ἐμβαίνοντας, διά νά εἴπω ἔτσι, μέσα εἰς τήν ἰδίαν αἰωνιότητα καί τόν νοῦν τοῦ Θεοῦ, συλλογίσου τάς ἀρρήτους ἀγαλλιάσεις, ὁποῦ ἐλάμβανεν ἐν ἑαυτῷ ὁ Θεός διά τήν Ἀειπάρθενον Μαρίαν.

Μέ κάθε δίκαιον ἔχαιρε καί ὑπερέχαιρε πρό τοῦ αἰῶνος ἡ ἁγία Τριάς,  προγινώσκουσα κατά τήν θεαρχικήν της ἰδέαν τήν ἀειπάρθενον Μαριάμ… 
Διατί αὐτή μόνη ἀσυγκρίτως ἠγάπησεν τόν Θεόν ὑπέρ πάντα· διατί αὐτή μόνη ὑπέρ πάντα ὑπήκουσεν εἰς τό θέλημά Του· καί διατί αὐτή μόνη ἐστάθη χωρητική καί δεκτική ὅλων ἐκείνων τῶν φυσικῶν, τῶν προαιρετικῶν καί τῶν ὑπερφυσικῶν χαρισμάτων,  ὁποῦ ὁ Θεός διεμοίρασεν εἰς ὅλην τήν κτίσιν.

Ἐν συντομίᾳ διατί αὐτήν ἔγινεν ἕνας ἄλλος δεύτερος κόσμος, ἀσυγκρίτως καλύτερος ἀπό ὅλον τόν νοητόν καί αἰσθητόν κόσμον καί ἀρκετός μόνος νά δοξάζῃ αἰωνίως τόν Ποιητήν, ἐκ τῆς καλλονῆς καί ποικιλίας τῶν χαρισμάτων Του,  περισσότερον ἀπό ὅλην τοῦ παντός τήν Δημιουργίαν...

Συνάγεται λέγω ἐκ τούτων, ὅτι καθώς τό περιβόλι γίνεται διά νά φυτευθῆ τό δένδρον καί πάλιν τό δένδερον φυτεύεται διά τόν καρπόν, τοιουτοτρόπως ὅλος ὁ νοητός καί αἰσθητός κόσμος ἔγινε διά τό τέλος τοῦτο: ἥτοι διά τήν Κυρίαν Θεοτόκον· καί πάλιν ἡ Κυρία Θεοτόκος ἔγινε διά τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν· καί οὔτως ἐτελειώθη ἡ ἀρχαία βουλή καί ὁ σκοπός ὁ πρῶτος τοῦ Θεοῦ μέ τό νά ἀνεκεφαλαιώθησαν τά πάντα ἐν τῷ Χριστῷ κάι ἡνώθη ἡ κτίσις μέ τόν Κτίστην, οὐχί φυσικῶς, οὐχί προαιρετικῶς καί κατά χάριν, ἀλλά κατ' αὐτήν τήν ὑπόστασιν ὅστις εἶναι ὁ ἀνώτατος βαθμός τῆς ἑνώσεως, ὕστερα ἀπό τόν ὁποῖον ἄλλος ἀνώτερος οὔτε εὑρέθη οὔτε εὑρεθήσεται.


(Ἀόρατος Πόλεμος)
Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης
Ἔκδοσις: Συνοδεία Σπυρίδωνος Ἱερομονάχου, Νέα Σκήτη Ἅγιον Ὄρος


Ηδονές, πλούτη, δόξα



Σκέψου, αγαπητέ μου, ότι όπως είναι συναρμολογημένος απ’ όλα τα κτίσματα αυτός ό αισθητός απέραντος κόσμος, έτσι ακόμη είναι καμωμένος ένας άλλος κόσμος νοητός που αποτελείται από αμαρτωλούς, του οποίου τα στοιχεία είναι οι τρεις διεστραμμένοι έρωτες, που αναφέρει ό Θεολόγος Ιωάννης• δηλαδή
α) ό έρωτας των ηδονών,
β) ό έρωτας του πλούτου καί
γ) ό έρωτας της δόξας
"Πάν το εν τω κόσμω, η επιθυμία της σαρκός καί η επιθυμία των οφθαλμών καί η αλαζονεία του βίου" (Α ́ Ιω. 2, 16).
Αυτός ό πονηρός κόσμος που αντίκειται στο σκοπό του καί εξουσιάζεται από τον εωσφόρο (ό οποίος γι’αυτό καί ονομάζεται κοσμοκράτορας) είναι ό μεγάλος εχθρός , τον οποίο ο Σαρκωθείς Λόγος του Θεού και Πατρός , γεννήθηκε στη γη για να πολεμήσει πρώτα με το παράδειγμά Του το σιωπηλό και μετά, στον κατάλληλο καιρό, με τον λόγο καί τη διδασκαλία...
1. Με τη φτώχεια γιατρεύει τον έρωτα του πλούτου 
Συλλογίσου λοιπόν πώς πρώτα πολεμάει με την φτώχεια Του τον άτακτο έρωτα του πλούτου. Ό κοσμικός άνθρωπος νομίζει πως κάθε καλό το βρίσκει στα πρόσκαιρα αγαθά γι’ αυτό για να τα αποτυπώσει ή για να μην τα χάσει ξοδεύει σχεδόν όλο τον καιρό, που του έδωσε όμως ό Θεός για να κερδίσει τα αιώνια αγαθά.
Και ιδού που ό προαιώνιος Λόγος καί Υιός του Θεού και Πατρός κατεβαίνει από τον ουρανό για να μας λυτρώσει απ’αυτή την πλάνη καί να ξεριζώσει από τις καρδιές μας την καταραμένη ρίζα όλων των κακών, την φιλαργυρία, όπως την χαρακτηρίζει ό Απόστολος Παύλος "Ρίζα γαρ πάντων των κακών εστίν η φιλαργυρία" (Α' Τιμ. 6,10). Πρόσεξε όμως σε τι είδους ταλαιπωρία κατάντησε από αγάπη για μας Εκείνος που διαμοιράζει τα πλούτη καί τους θησαυρούς στην παρούσα καί στη μέλλουσα ζωή "εμόν το αργύριον και εμόν το χρυσίον, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ" (Αγγ. 2,8). Στοχάσου,
πού είναι το παλάτι που γεννήθηκε;
Πού είναι οί προετοιμασίες;
Πού οί μαίες;
Πού το βασιλικό στρώμα;
Πού τα βρεφικά λουσίματα;
Πού είναι η ακολουθία των δούλων;
Πού η θαλπωρή καί η ανάπαυση;
Πού είναι η συμπαράσταση των συγγενών καί φίλων;
Έλα μέσα καί δες το φτωχότατο σπήλαιο όπου γεννήθηκε καί την ευτελέστατη φάτνη όπου "ανεκλίθη". Σίγουρα όχι μόνο δεν θα βρεις κανένα περιττό, αλλά αντίθετα θα διαπιστώσεις μεγάλη έλλειψη απ’όλα τα αναγκαία• γιατί ό γλυκύτατός μου Ιησούς γεννιέται σε τόπο σχεδόν ξέσκεπο, τα μεσάνυχτα στην καρδιά του χειμώνα, μόνος με μόνη την μητέρα Του καί τον θεωρούμενο πατέρα Του, χωρίς σκεπάσματα, χωρίς ζεστά φαγητά που συνηθίζονται στις γεννήσεις και των πιο φτωχών παιδιών, χωρίς τις ελάχιστες εκείνες ανέσεις του φτωχικού σπιτιού που είχε στη Ναζαρέτ.
Καί το πιο σημαντικό είναι ότι, εκτός από αυτή τη φτώχεια που προτίμησε ό Ιησούς εκουσίως, θέλησε ακόμη καί άλλη περισσότερη πτώχεια σχεδόν βίαιη καί αφύσικη: Παραγγέλλει εκεί στο σπήλαιο να μη του γίνει καμιά υποδοχή καί φιλοξενία από κανέναν άνθρωπο• ήθελε να διαφέρει από τους συμπατριώτες του που ανέβηκαν στην Βηθλεέμ για απογραφή• όλοι αυτοί είχαν πολλές προμήθειες μαζί τους καί ξεκουράζονταν φιλοξενούμενοι μέσα στα σπίτια καί στα πανδοχεία• "ουκ ην αυτοίς τόπος εν τω καταλύματι" (Λουκ. 2, 7).
Αλλά επειδή ό κόσμος, όχι μόνο βδελύσσεται την φτώχεια καί την θεωρεί μεγάλη ντροπή, αλλά παρακινεί ακόμη τους φτωχούς να υποκρίνονται καί να παριστάνουν τους πλουσίους, γι’ αυτό ακριβώς ό Ιησούς Χριστός δεν νιώθει ντροπή για την φτώχεια του, αντίθετα κάνει επίδειξη της φτώχειας του• καί από μεν τους ουρανούς φωνάζει τους Αγγέλους, από τους αγρούς δε καί τα χωράφια καλεί τους ποιμένες για να τον προσκυνήσουν, όταν γεννήθηκε σε εκείνη την κατάσταση της ένδειας καί της εγκατάλειψης , σε εκείνο το θρόνο μιας ευτελέστατης φάτνης καί σε εκείνη την αυλή ενός πενιχρότατου σπηλαίου!
πτώχεια υπέρπλουτος!
συγκατάβασις υπερύψιστος!
Τώρα εσύ που μελετάς αυτές τις αλήθειες, τι έχεις να πεις; Ποιος από αυτούς τους δύο νομίζεις πως δικαιούται να σε νικά καί να σε κυριεύει; Ο κόσμος ή ο Χριστός που νίκησε τον κόσμο; Ο κόσμος σε προτρέπει να ζητάς πρώτα τα επίγεια αγαθά καί να τα θεωρείς μεγάλη ευτυχία. Ό Χριστός πάλι σε συμβουλεύει με το παράδειγμά Του καί την διδασκαλία Του να ζητείς πρωτίστως την Βασιλεία του Θεού καί να καταφρονείς όλα τα καλά της γης σαν ένα πηλό• "Ζητείτε δε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού καί την δικαιοσύνην αυτού" (Ματθ. 6, 33). Ακόμη σου ζητά να στερείσαι τα γήινα αγαθά ή μερικά απ’αυτά, δίνοντάς τα ελεημοσύνη στους φτωχούς ή ακόμη αποτασσόμενος τα πάντα για την καλογερική ζωή καί εξαγοράζοντας ένα θησαυρό στον παράδεισο. "Πώλησόν σου τα υπάρχοντα καί δός πτωχοίς καί έξεις θησαυρόν εν ουρανώ καί δεύρο ακολούθει μοι" (Ματθ. 19, 21). Καί πάλι "πάς εξ’ υμών, ος ουκ αποτάσσεται πάσιν τοις εαυτού υπάρχουσιν, ου δύναται είναι μου μαθητής" (Λουκ. 14, 33).
Λοιπόν εσύ καί σαν μαθητής του Χριστού καί σαν φρόνιμος καί στοχαστικός άνθρωπος, πρέπει ν’αποφασίσεις να ακούσεις καί να κάνεις πράξη εκείνο που σου λέγει ό Χριστός καί όχι ό,τι σου επιβάλλει ό κόσμος. Γιατί δεν θα σωθούν αυτοί που ακούουν μόνο τον Νόμο του Θεού, αλλ’αυτοί που τον εφαρμόζουν στην πράξη (Ρωμ. 2,13).
Είναι αλήθεια πως δεν είσαι υποχρεωμένος, αν είσαι λαϊκός, να είσαι ακτήμων καί πάμπτωχος• είσαι όμως υποχρεωμένος να εκτιμάς τόσο λίγο τα πλούτη καί τα χρήματα, ώστε για όλα αυτά ποτέ να μην παρακινηθείς να παραβείς ούτε μία εντολή του Θεού• τόσο δε να είναι αποκολλημένη ή καρδιά σου απ’αυτά, ώστε να τα αποκτάς καί να τα έχεις με τόση απάθεια σαν να μη τα έχεις καί να μη τα ξοδεύεις στα μάταια καί περιττά καί πάνω από όσα χρειάζεσαι πράγματα καθώς λέγει ό Παύλος• " Ό καιρός συνεσταλμένος το λοιπόν εστίν ... ίνα ώσιν οι χρώμενοι τω κόσμω τούτω ως μη καταχρώμενοι• παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου" (Α' Κορ. 7, 29-31).
Αλλά γι’ αυτό το θέμα να συζητήσεις με το Πανάγιο Βρέφος, τον Ιησού, καί να νιώσεις ντροπή μπροστά Του, που ως τώρα είχες σε τόση υπόληψη καί αγάπη εκείνα τα πλούτη που το Θείον Βρέφος τόσο καταφρονεί κι ακόμη ότι ένιωθες τόσο μίσος καί καταφρόνηση για την πτώχεια εκείνη καί την ευτέλεια που αυτό τόσο αγαπά . Ζήτησέ Του αμέσως συγχώρεση για όλα τα κακά που έκανες για ν’αποκτήσεις πλούτο κι επίγεια αγαθά ή για να τα χρησιμοποιήσεις και παρακάλεσέ Τον να σου δώσει χάρη• γιατί, όπως ό Ίδιος από πλούσιος έγινε φτωχός από αγάπη για σένα, έτσι καί συ να γίνεις φτωχός για την αγάπη Του, για να πλουτίσεις από τη Θεότητά Του• "Γινώσκετε γαρ την χάριν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ότι δι’υμάς επτώχευσεν πλούσιος ων, ίνα υμείς τη εκείνου πτωχεία πλουτήσητε" (Β' Κορ. 8,9). Ακόμη να τον παρακαλέσεις να μη σ’αφήσει ξανά να πλανηθείς από τον κόσμο• αλλά όταν έχεις τα υπάρχοντά σου ή όταν τα στερείσαι για την αγάπη του Κυρίου, να μη τα μεταχειρίζεσαι για άλλο σκοπό, παρά μόνο καί μόνο για να εξαγοράσεις με αυτά την αιώνια ευδαιμονία, καθώς είναι γραμμένο• "Λύτρον ανδρός ψυχής ό ίδιος πλούτος" (Παροιμ. 13, 8).
2. Γιάτρεψε τον έρωτα των ηδονών
Συλλογίσου αδελφέ, ότι ό Χριστός με τη γέννησή Του ήρθε να πολεμήσει τον άτακτο έρωτα των ηδονών με τις οδύνες καί τους πόνους που δοκίμασε. Ο σαρκικός άνθρωπος πιστεύει πως η μόνη απόλαυση είναι εκείνη των αισθήσεων γι’αυτό δεν κυριαρχεί πάνω σ’αυτές, όπως ταιριάζει σε λογικό όν, αλλά αφήνει τον εαυτό του να συμπεριφέρεται όπως ένα άλογο ζώο καί να παρασύρεται από τις αισθήσεις του: Τρέχει αχαλίνωτα για να χαίρεται καί να απολαμβάνει όλες τις παρανομίες, επιζητεί την ηδονή σαν σκοπό καί την θεωρεί έντιμη, αν καί τη βρίσκει μέσα στις μεγαλύτερες ατιμίες καί βρωμιές. Ό Υιός του Θεού από συμπόνια για την τύφλωση αυτή του ανθρώπου ήρθε για να τον γιατρεύσει από ένα τέτοιο μεγάλο σφάλμα.
Γι’αυτό, ενώ μπορούσε να γεννηθεί μ’ένα σώμα σκληραγωγημένο ωρίμου ανδρός , θέλησε να γεννηθεί μ’ένα απαλό σώμα βρέφους για να αισθανθεί την οδύνη (της τρυφερής σάρκας) καί ακολούθως για να υποφέρει περισσότερο. Καί ύστερα από την βασανιστική φυλακή που υπέφερε μέσα στην κοιλιά της Παρθένου, θέλησε να υποφέρει κι όλα τα βάσανα καί τις δοκιμασίες της νηπιακής ηλικίας, σα να στερείτο την χρήση του λογικού.
Εξ’αρχής έπρεπε ό Ιησούς να λάβει ένα σώμα, όχι μόνο τελειότερο από το σώμα του Αδάμ, αλλά ένα σώμα απαθές , ανώδυνο, μακάριο καί άξιο κατοικητήριο της παρόμοιας μακαρίας ψυχής Του. Παρ’όλα αυτά τη θέση εκείνου παίρνει ένα σώμα πολύ απαλό, πολύ λεπτό καί τρυφερότατο, κατάλληλο να αντιλαμβάνεται δια των αισθήσεων κάθε ταλαιπωρία καί καμωμένο έτσι ώστε να μπορεί να δέχεται απ’όλες τις αισθήσεις όλους τους πόνους, όπως το πέλαγος δέχεται όλους τους ποταμούς. Γι’αυτόν ακριβώς το λόγο παρομοιάζει τον εαυτό του με το σκουλήκι, όχι μόνο γιατί γεννήθηκε χωρίς σπέρμα (όπως γεννιούνται τα σκουλήκια), αλλά καί γιατί ή σάρκα του είχε την αίσθηση καί την τρυφερότητα των σκουληκιών (1). «Εγώ δε ειμί σκώληξ και ούκ άνθρωπος» (Ψαλμός 21,7).

ΣΗΜΕΙΩΣΗ 1. Η Αγία μας Πίστη υποστηρίζει ότι ό Κύριος κατά το σώμα δεν ήταν τέλειος αλλά αυτό το απέκτησε κατά την πορεία της ζωής Του, όπως καί οι άλλοι Άγιοι γιατί είχε καί αυτό το σώμα παθητό καί θνητό, ώστε να μπορέσει δια μέσου αυτού να πάθει καί να εκπληρώσει την οικονομία. Κατά την ψυχή όμως ήταν τέλειος διότι δεν είχε μόνο τη φυσική λεγόμενη γνώση καί φιλοσοφία την Θεόπνευστη, αλλά είχε καί την μακαρία δράση του Θείου Προσώπου, με την οποία ακόμη καί όταν ήταν σ’αυτήν εδώ την ζωή χαιρόταν την απόλαυση της θεωρίας του Προσώπου του Θεού, την οποία αξιώνονται οί Άγιοι μετά θάνατον. Γι’αυτό καί ό Ιερός Αυγουστίνος στο τελευταίο κεφάλαιο του δ' βιβλίου "περί συμφωνίας των Ευαγγελιστών" λέγει ότι ό Χριστός διέφερε από τους άλλους ανθρώπους, διότι σε κανέναν σ’αυτήν τη ζωή δεν έχει επιτραπεί να δει τον Θεό, όπως σ’Εκείνον. Σ’αυτό συμβάλλουν καί τα εξής ρητά: "Θεόν ουδείς εώρακεν πώποτε ό μονογενής Υιός ό ων εις τον κόλπον του Πατρός, Εκείνος εξηγήσατο (Ιω. 1,18). Καί πάλι "ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν, ει μη ό εκ του ουρανού καταβάς, ό Υιός του ανθρώπου, ό ων εν τω ουρανώ" (Ιω. 3,13). Είναι δηλαδή φανερό ότι ήταν στον ουρανό δια μέσου της μακαρίας οράσεως (βλέπε Αθανασίου Αλεξανδρείας, “Λόγος εις τον Ευαγγελισμόν”).
Εξ’αιτίας αυτής της απαλότητας μόλις γεννήθηκε δέχτηκε με την αφή την προσβολή του ψυχρού αέρος καί της υγρασίας του σπηλαίου με τη φωνή κλαίει με την όσφρηση αισθάνεται την έντονη κακοσμία της φάτνης καί των ζώων, με την δράση βλέπει μία σκοτεινή καί άχαρη σπηλιά καί με την ακοή δεν ακούει άλλο από τις τραχιές φωνές των αγρίων ζώων. Καί για να συνοψίσουμε μόλις γεννήθηκε ό Ιησούς, αφιερώνει την αρχή της ζωής Του σε ένα χώρο υπερβολικά στενό καί σε μία έλλειψη όλων των αναπαύσεων καί σε κάθε είδος οδύνης καί βασάνων που μπορούσε να δεχθεί η τρυφερή εκείνη ηλικία Του.! Αφήστε με να πάω κοντά στη φάτνη καί να πω στον Ιησού: "Τι είναι αυτή η άκρα συγκατάβασίς σου, γλυκύτατέ μου Ιησού; Εσύ είσαι εκείνος ό επιθυμητός Μεσσίας από όλα τα έθνη καί ευθύς να γεννηθείς με τοιαύτα βάσανα;" "Ναι" μου αποκρίνεται "αυτό ήταν από την αρχή το Θέλημα του Ουρανίου Πατρός μου να καταργηθεί η ηδονή με την οδύνη αυτό το Πατρικό Θέλημα ήρθα να εκπληρώσω ευθύς μόλις γεννήθηκα στον κόσμο, καθώς εκ μέρους μου προείπε ό ∆αβίδ καί με τον ∆αβίδ ό Απόστολος «∆ιό εισερχόμενος εις τον κόσμον ... θυσίαν καί προσφοράν ουκ ηθέλησας , σώμα δε κατηρτίσω μοι• τότε είπον ιδού ήκω ... του ποιήσαι ό Θεός το θέλημά σου»" (Εβρ. 10, 5), (Ψαλμ. 39, 8-9).
Εδώ τώρα, εσύ αγαπητέ, να γίνεις κριτής ανάμεσα στο Χριστό καί στον κόσμο καί να αποφασίσεις ποιος θα σ’εξουσιάζει, ό Χριστός ή ό κόσμος; Ποιόν πρέπει ν’ακολουθείς, Εκείνον που θέλει τη σωτηρία σου με την οδύνη, ή εκείνον που ζητεί την απώλειά σου με την ηδονή; Είναι φανερό ότι το πρώτο "εις τούτο γαρ εκλήθητε, ότι καί Χριστός έπαθε υπέρ υμών, υμίν υπολιμπάνων υπογραμμόν, ίνα επακολουθήσητε τοις ίχνεσιν αυτού" (Α' Πέτρ. 2, 21). Όμως ό κόσμος είναι τόσο τυφλός, που όχι μόνο δεν γνωρίζει την αλήθεια, αλλά ούτε μπορεί να την γνωρίσει, καθώς λέγει η ίδια η Αυτοαλήθεια• "καί εγώ ερωτήσω τον Πατέρα καί άλλον Παράκλητον δώσει υμίν, ίνα μένη μεθ' υμών εις τον αιώνα, το Πνεύμα της αληθείας, ο ό κόσμος ου δύναται λαβείν, ότι ου θεωρεί αυτό ουδέ γινώσκει αυτό" (Ιω. 14, 16-17). Εάν λοιπόν εσύ θέλεις να θεραπευθείς μέσα σ’αυτόν τον τυφλό κόσμο καί είσαι ικανοποιημένος να κυβερνάς τη ζωή σου με τα ψεύτικα διατάγματά του, ω ταλαίπωρος που είσαι! Μόνος σου παραδόθηκες στα χέρια του θανατηφόρου εχθρού σου, όπως έκανε ό Σαμψών που παραδόθηκε στα χέρια των αλλοφύλων κι ακόμη έγινες μόνος σου φανερός αποστάτης του Κυρίου, του μόνου Ευεργέτου σου• γιατί θέλησες να υπηρετείς τίς αισθήσεις σου με τίς ηδονές και προτίμησες μια ζωή τρυφηλή, μαλθακή και ηδονική, την οποία τόσο πολύ μίσησε ό Ιησούς μόλις γεννήθηκε, αν και αυτή η ζωή θεωρείται από τους άφρονες αλάνθαστη και αθώα! Αχ αδελφέ μου! Και πιστεύεις εσύ ποτέ πως η άπειρη σοφία του Θεού θέλησε να βασανίσει τόσο πολύ το Πανάγιόν της σώμα, όχι μόνο κατά την γέννησή του αλλά και σε ολόκληρη τη ζωή του και στο θάνατό του, εάν δεν ήταν αναγκαίο σε σένα να αποφεύγεις τίς ηδονές και να σκληραγωγείς το σώμα σου; Και σε τι θα ωφελήσει η ασεβής σου πρόφαση που λες πως ό Χριστός δεν σε προστάζει με εντολή να απέχεις από τίς ηδονές και τίς αναπαύσεις των αισθήσεων και του σώματος, αλλά ότι σε συμβουλεύει μόνο λέγοντας "όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι"; (Μάρκ. 8,34). Καλά, και έτσι υπολογίζεις εσύ τίς συμβουλές της ακτίστου σοφίας, προφασιζόμενος προφάσεις εν αμαρτίαις θέλοντας να εξουσιάζεις (και να υπερασπίζεσαι) την τρυφηλή ζωή σου; Να ξέρεις λοιπόν ότι πρέπει να μιμείσαι τον Ιησού Χριστό, αν θέλεις να είσαι προορισμένος για την Βασιλεία των ουρανών. Άκουσε τώρα εκείνες τίς φοβερές αποφάσεις που φωνάζει με δυνατή φωνή μέσα από τη φάτνη το Βρέφος ό Ιησούς• "Ουαί υμίν τοις πλουσίοις, ότι απέχετε την παράκλησιν υμών• Ουαί υμίν οι εμπεπλησμένοι, ότι πεινάσετε• Ουαί υμίν οί γελώντες νυν, ότι πενθήσετε και κλαύσετε• Ουαί, όταν καλώς υμάς είπωσιν πάντες οί άνθρωποι" (Λουκ. 6, 24-26). Τι απαντάς σ’αυτά εσύ, που θέλεις να περνάς τη ζωή σου με ανέσεις κι έπειτα επιδιώκεις γι’αυτό να βρίσκεις ακόμη και δικαιολογίες; Θεωρείς πως αυτά που λέγει ό Κύριος είναι λόγια κενά και πως ό Θεός μίλησε χωρίς να μπορούν να εκπληρωθούν τα λόγια Του; Αυτό βγάλ’το από το μυαλό σου. "Ό ουρανός και η γη παρελεύσονται, οί δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσιν" (Ματθ. 24,35). 
Να αισχύνεσαι λοιπόν, να αισχύνεσαι για όλες τίς ηδονές και απολαύσεις και να θεωρείς τον εαυτό σου ανάξιο του ονόματος του Χριστιανού, επειδή με τη ζωή καί τα έργα σου πρόσβαλες πολύ την χριστιανική σου ιδιότητα καί τόσες φορές προτίμησες να υπηρετήσεις τη σάρκα σου παρά το Θεό. Με την συμπεριφορά σου αυτή έγινες αιτία να βλασφημείται από τα έθνη ό χριστιανισμός καί το υπερύμνητον Όνομα του Θεού, καθώς Αυτός ό Ίδιος παραπονείται καί λέγει• "δι’υμάς δια παντός το όνομά μου βλασφημείται εν τοις έθνεσιν" (Ησ. 52, 5).
Γι’αυτό αποφάσισε επιτέλους να απαρνηθείς όλες τις ηδονές που αποδεδειγμένα δεν είναι απαραίτητες στη ζωή σου καί να δεχτείς στο εξής ευχαρίστως όλους τους σταυρούς καί τις θλίψεις που θα σου στείλει ό Θεός• να αγκαλιάσεις την σκληραγωγία που περιλαμβάνει ή αληθινή μετάνοια καί να μη λογαριάζεις τίποτε άλλο για να την αγαπάς, παρά να λογαριάζεις μόνο την αγάπη που έδειξε ό Χριστός γι’αυτήν ήδη από την γέννησή Του. Ευχαρίστησε τον Κύριο, που για την αγάπη σου θέλησε να γεννηθεί με τέτοια βάσανα• καί προπάντων παρακάλεσέ Τον να σου δώσει χάρη να καταλάβεις καλά από το παράδειγμά του αυτή την αλήθεια• ότι δηλαδή η παρούσα ζωή είναι καιρός για να κλαις καί να θλίβεσαι κι όχι για να γελάς καί να ξεφαντώνεις καθώς τονίζει ό Εκκλησιαστής "καιρός του κλαίειν" (3, 4) καί με τον Εκκλησιαστή καί ό Απόστολος• "ό καιρός συνεσταλμένος το λοιπόν εστίν, ίνα καί οι έχοντες γυναίκα, ως μη έχοντες ώσιν, καί οι κλαίοντες ως μη κλαίοντες, καί οι χαίροντες ως μη χαίροντες ... παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου" (Α' Κορ. 7, 29-31).
3. Γιάτρεψε τον έρωτα της δόξης 
Σκέψου ακόμη ότι ό Χριστός με την γέννησή Του ήρθε να πολεμήσει με την ταπείνωσή Του τον άτακτο έρωτα της δόξας. Ό κοσμικός άνθρωπος επιδιώκει να υπερέχει από τους άλλους, να τιμάται καί να δοξάζεται καί γενικά να φαίνεται ότι είναι ό εκλεκτότερος των υπολοίπων, να δίνει διαταγές με δεσποτική αλαζονεία, να μιλάει αφ’υψηλού καί να παρουσιάζεται ως αυθεντία. Αν καμιά φορά τύχει κι έρθουν σε αντιπαράθεση ή δόξα του Θεού καί ή δόξα ή δική του, τότε αυτός καταφρονεί την δόξα του Θεού καί εκ των προτέρων προτιμά τη δική του δόξα.
Αυτά όλα είναι ανόητες θέσεις καί διδασκαλίες που διδάσκει ό κόσμος στους μαθητές του καί αυτά τα σφάλματα ήρθε να θεραπεύσει ό Λυτρωτής μας, αφότου άρχισε να ζει στον κόσμο. Μπορούσε ό Ίδιος ασφαλώς καί Βρέφος ακόμη να κάνει έργα ωρίμου ανδρός• μπορούσε δηλαδή μόλις γεννήθηκε να μιλάει με καθαρή άρθρωση• μπορούσε να καταλαβαίνει καί να μιλάει τις γλώσσες όλων των λαών, μπορούσε να έχει γύρω του χιλιάδες καί μυριάδες ηλιόμορφων Αγγέλων για να τον παραστέκονται ολοφάνερα καί να τον υπηρετούν όχι μόνον ως Θεό, αλλά καί ως άνθρωπο. Ακόμη μπορούσε από την πρώτη στιγμή της ζωής Του να χρησιμοποιεί τον χρόνο με το να τρέχει στον κόσμο να τον γεμίζει από τα μεγαλεία των θαυμάτων Του, να τον φωτίζει με τις λάμψεις της διδασκαλίας Του, να τον διδάσκει με την αγιότητα των παραδειγμάτων Του καί να τον μεταστρέφει με τη δύναμη του κηρύγματός Του.
Μ’αυτά όλα μπορούσε να δοξάσει το Όνομά Του περισσότερο απ’όλους τους ανθρώπους που υπήρχαν φιλόδοξοι στον κόσμο• καί οι βασιλείς καί οι άρχοντες καί οί μεγιστάνες του κόσμου καί όλοι οί λαοί να ξεκινούν από τα πέρατα της οικουμένης καί να έρχονται στην Ιερουσαλήμ για ν’ακούσουν την ουράνια σοφία που διδάσκει ένα Βρέφος , όπως η βασίλισσα του Νότου που ξεκίνησε μέσα από την Ευδαίμονα Αραβία καί ήρθε να ακούσει τη σοφία του δωδεκαετούς παιδιού, του Σολομώντος• να έρχονται να δουν ένα Νήπιο να φωτίζει τυφλούς, να καθαρίζει λεπρούς, να ανορθώνει χωλούς, να γιατρεύει αρρώστους, να ανασταίνει νεκρούς καί γενικά να κάνει παράδοξα καί φρικτά θαύματα, ώστε όλοι να το επαινούν, όλοι να το δοξάζουν, όλοι να το ευφημούν. Άλλα ό Ιησούς δεν ήθελε τέτοια ανθρώπινη καί μάταιη δόξα. Όχι! Αλλά "σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν", καθώς λέγει ό θείος Παύλος (Φιλιπ. 2,8) καί κρύβεται με τον ερχομό Του σ’ένα τόπο από τους πιο αφανείς της Ιουδαίας καί σ’ένα ενδιαίτημα των αλόγων ζώων, σκεπάζει δε όλους τους θησαυρούς της σοφίας Του μέσα σ’ένα κομμάτι σάρκας καί κάτω από την διανοητική αδυναμία ενός άγνωστου άφωνου νηπίου• "εν ω εισίν πάντες οί θησαυροί της σοφίας καί της γνώσεως απόκρυφοι"! (Κολ. 2,3)
∆ι’αυτό καί ό Ησαΐας για την νηπιώδη αγνωσία του παιδιού αυτού λέγει• "...πριν ή γνώναι το παιδίον καλείν πατέρα ή μητέρα..." (Ησ. 8, 4). Καί κατά την εποχή που οί βασιλείς της γης -εννοώ ό Αύγουστος Καίσαρ- κυβερνούν το κράτος τους με απογραφές καί εκδίδουν στους λαούς νόμους καί φαίνονται παντού ένδοξοι, αυτός, που είναι ό Βασιλεύς των βασιλευόντων, γεννιέται καί ζει εντελώς άγνωστος καί θεωρείται σαν ένα μηδενικό. " της ανυπέρβλητης ταπεινώσεώς σου, ω γλυκύτατο όνομα, ω γλυκύτατε υπεράνθρωπε Ιησού! Αυτή η ταπείνωσή σου έκανε τον προφήτη Αββακούμ να χάσει σχεδόν το μυαλό του καί να λέει• "Κύριε ... κατενόησα τα έργα σου καί εξέστην. Εν μέσω δύο ζώων γνωσθήση"(Αββακ. 3,2). Αυτή ή ταπείνωση παρακίνησε τον όσιόν σου Ισαάκ να πει τα υψηλά αυτά λόγια• "η ταπεινοφροσύνη στολή θεότητας εστίν ό γαρ Λόγος ό ενανθρωπήσας αυτήν ενεδύσατο καί ωμίλησεν ημίν δι’αυτής εν τω σώματι ημών... ίνα μη η κτίσις τη αυτή θεωρία καταφλεχθή" ( Λογ. κ ' ) . Επειδή καί ή αιτία της πτώσεως των αγγέλων στον ουρανό καί των ανθρώπων στη γη υπήρξε η διαφορά ανάμεσα στο μεγαλύτερο καί στο μικρότερο, γι’αυτό Εσύ, ό Λόγος του Θεού, με τη γέννησή σου σηκώνεις από τον κόσμο αυτό το μεγάλο σκάνδαλο της απώλειας του κόσμου• καί Σύ, ο ανώτερος καί "υπέρ τα όντα ων", αφού έγινες κατώτερος καί έσχατος όλων, κάνεις μ’αυτόν τον τρόπο όμοια όλα σου τα κτίσματα, τόσο τα μεγαλύτερα καί ανώτερα, όσο καί τα μικρότερα καί κατώτερα καί καταδεικνύεις ως άριστη οδό υψώσεως, την ταπείνωση, καθώς θεολογεί ό δικός Σου της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος ό Παλαμάς λέγοντας• "Ελευθερώνει με παράδοξο τρόπο ό Θεός από την αιτία της αρχικής πτώσεως (τον άνθρωπο)• καί αυτή (ή αιτία) ήταν ή υπεροχή καί ή κατωτερότητα που ενυπάρχει στα όντα• καί από εδώ ξεκινάει ό φθόνος καί ό δόλος καί οι φανερές καί κρυφές αντιπαλότητες. Ό Θεός λοιπόν ευδόκησε πρόσφατα (με την ενανθρώπηση του Χριστού) να διαλύσει την αιτία της υπερηφάνειας που καταστρέφει τα λογικά του κτίσματα• εξομοιώνει δηλαδή τα πάντα με τον εαυτό Του καί επειδή βέβαια ό ίδιος με τον εαυτό Του είναι ίσος καί όμοιος κατά φύσιν, κάνει καί την φύση ίση κατά χάριν με τον εαυτό της.
Καί αυτό πώς έγινε; Ό ίδιος ό εκ Θεού Θεός Λόγος , αφού άδειασε τον εαυτό Του απόρρητα καί μυστικά, κατέβηκε από ψηλά στην εσχάτη ανθρώπινη ύπαρξη καί αυτή αφού την έδεσε μαζί Του κατά τρόπο άλυτο καί αφού ταπεινώθηκε καί πτώχευσε σαν άνθρωπος (όμοιός μας) έκανε τα κάτω πάνω, μάλλον δε συνένωσε καί τα δύο σε ένα. Με τη Θεότητα δηλαδή συνένωσε την ανθρωπότητα καί έτσι υπέδειξε σε όλους την ταπείνωση ως δρόμο που οδηγεί προς τα άνω, αφού πρόσφερε τον εαυτό Του σήμερα υπόδειγμα μπροστά στους ανθρώπους καί στους αγίους Αγγέλους" (Λόγος στη Γέννηση του Χριστού).
Τώρα, εσύ αγαπητέ, μπορείς να βρεις μεγαλύτερη απ’αυτή τη διαφορά μεταξύ του Θεού καί του κόσμου; Λοιπόν, από αυτούς τους δύο ποιος είναι δίκαιος να σ’εξουσιάζει; Ό Χριστός ή ό κόσμος; Βέβαια ό Χριστός• γιατί ό Χριστός ούτε πλανά ούτε πλανάται, ενώ ό κόσμος καί πλανά καί πλανάται. Έπειτα, σκέψου, πως για τον Χριστό δεν ήταν αρκετό που γεννήθηκε υπήκοος του Καίσαρος Αυγούστου, αλλά θέλησε ακόμη να γεννηθεί καί στην εποχή που γινόταν επίσημη δήλωση έμπρακτης υποταγής• "εν ταίς ημέραις εκείναις εξήλθεν δόγμα παρά Καίσαρος Αυγούστου απογράφεσθαι πάσαν την οικουμένην" (Λουκ. 2, 1) καί θέλησε να φέρει άνω - κάτω όλα τα πράγματα, κυρίως όμως να βάλει τον εαυτό Του κάτω απ’αυτήν την υποταγή. "Ανέβη δε καί Ιωσήφ από της Γαλιλαίας εκ πόλεως Ναζαρέτ ... απογράψασθαι συν Μαριάμ τη μεμνηστευμένη αυτώ γυναικί ούση εγκύω" (Λουκ. 2, 4-5).
Εσένα όμως αδελφέ φαίνεται πως σ’ ευχαριστεί να τα κάνεις όλα άνω κάτω, να συγχύζεις όλο τον κόσμο, μόνο για να εκπληρώσεις την επιθυμία σου, μόνο για να υποτάξεις όλους στη γνώμη σου, μόνο για να γίνεις μεγάλος καί για να αποκτήσεις δόξα στον κόσμο• μ’αυτό που κάνεις φαίνεσαι να λες• "εγώ προτιμώ ν’ακολουθήσω το παράδειγμα του κόσμου από το παράδειγμα του Χριστού• εγώ επιλέγω την δόξα των ανθρώπων από τη δόξα του Θεού".
Πόσο θα σου φανεί βαριά αυτή ή παράλογη εκλογή σου, όταν στο φως της κρίσεως του Θεού θα δεις τα πράγματα όπως ακριβώς είναι κι όχι καθώς τώρα σου φαίνονται καί όταν αυτό το Βρέφος, που τώρα βλέπεις μέσα στη φάτνη άδοξο καί ταπεινό, έρθει ως μέγας Βασιλεύς με δύναμη καί δόξα πολλή για να κρίνει όλο τον κόσμο.
Αλλά τι απαντάς; "Ναι εγώ πρέπει να παραβλέπω την τιμή μου καί να ταπεινώνομαι για το Χριστό, αλλά ό κόσμος είναι χωρίς διάκριση καί με περιφρονεί καί δεν με υπολογίζει για τίποτε". Εύγε, σωστά απάντησες . Άφησε λοιπόν να είναι κρυμμένη καί καταφρονημένη απ’αυτόν τον κόσμο ή δική σου τιμή καί ή ζωή, για να φανερωθείς καί συ με τιμή καί δόξα, όταν φανερωθεί ό Χριστός . "Απεθάνετε γαρ, καί η ζωή υμών κέκρυπται συν τω Χριστώ εν τω Θεώ• όταν ό Χριστός φανερωθή, η ζωή υμών, τότε και υμείς συν αυτώ φανερωθήσεσθε εν δόξη" (Κολ. 3, 3-4).
Ας λέει ό κόσμος τα δικά του• τι σε νοιάζει; Εσύ ν’ακολουθείς την οδηγία της σοφίας του Χριστού κι όχι της μωρίας του κόσμου, που είναι καί δικός σου εχθρός καί εχθρός του αλυτρώτου σου• είναι τόσο μεγάλος εχθρός του που ό Ίδιος ό Χριστός στον καιρό του πάθους Του, ενώ παρακάλεσε τον Ουράνιο Πατέρα ακόμη καί για τους σταυρωτές Του, όμως για τον κόσμο δεν θέλησε να παρακαλέσει• "ου περί του κόσμου ερωτώ" (Ιω. 17,9).
Γι’αυτό πρέπει να διαλέξεις ένα από τα δύο, αν είσαι φίλος του Ιησού, πρέπει να είσαι εχθρός του κόσμου• καί αν αντίθετα θελήσεις να είσαι φίλος του κόσμου, εξάπαντος θα είσαι εχθρός του Ιησού• "μοιχοί καί μοιχαλίδες! Ουκ οίδατε ότι η φιλία του κόσμου έχθρα του Θεού εστίν; ός εάν ουν βουληθή φίλος είναι του κόσμου εχθρός του Θεού καθίσταται" (Ιακώβ. 4,4). Μα σου κακοφαίνεται επειδή σε καταφρονεί καί σε μισεί ό κόσμος; Ανόητος που είσαι! Αυτό το μίσος καί αυτή ή καταφρόνηση (του κόσμου) είναι καλό σημάδι• πως δηλαδή δεν είσαι μαθητής του κόσμου, αλλά μαθητής του Χριστού• "Ει εκ του κόσμου ήτε, ό κόσμος αν το ίδιον εφίλει• ότι δε εκ του κόσμου ουκ έστε, αλλ’εγώ εξελεξάμην υμάς εκ του κόσμου, δια τούτο μισεί υμάς ό κόσμος" (Ιω. 15,19).
Αδελφέ μου, άνοιξε μία φορά τα μάτια σου για το καλό της ψυχής σου καί αποφάσισε να μην εμπιστεύεσαι πια τον ψεύτη καί επίβουλο κόσμο, καθώς σε συμβουλεύει καί ό σοφός Σειράχ. "Μη πιστεύσης τω εχθρώ σου εις τον αιώνα"(Σοφ. Σειράχ 12,10). Πάρε σταθερή απόφαση να μελετάς πάντοτε καί να ακολουθείς την οδηγία του Φωτός των παραδειγμάτων, του Ιησού Χριστού ό οποίος μέσα από τα βρεφικά σπάργανα σου φωνάζει με γλώσσα ψελλίζουσα εκείνο το φοβερό έλεγχο. "Πώς δύνασθε υμείς πιστεύσαι, δόξαν παρά αλλήλων λαμβάνοντες καί την δόξαν την παρά του μόνου Θεού ου ζητείτε;" (Ιωάννης 5,44). Καί επειδή αυτός (ό Ιησούς Χριστός) έπαθε τόσα για να σε διδάξει την αλήθεια, παρακάλεσέ Τον να σου δώσει χάρη να καταλάβεις σ’όλο το βάθος το παράδειγμά Του καί την διδασκαλία Του, για να αγαπάς την ταπείνωσή Του, η οποία είναι γεμάτη από αληθινό ύψος καί δόξα• να μισείς όμως καί να αποστρέφεσαι την δόξα καί την τιμή του κόσμου, η οποία είναι αληθινή ατιμία καί αδοξία• γιατί όχι μόνο σου στερεί την ουράνια δόξα, αλλά καί γιατί στο τέλος της ζωής, καταλήγει (η δόξα του κόσμου) στο χώμα και στην κοπριά σύμφωνα με τη ∆αβιτική εκείνη κατάρα:"Καταδιώξαι άρα ό εχθρός την ψυχήν μου ... και την δόξαν μου εις χουν κατασκηνώσαι" (Ψαλμ. 7,6).

Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου
Γλωσσική απόδοση ΑΓΑΘΗ ΘΕΟ∆ΟΣΙΟΥ