.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Καινή Διαθήκη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Καινή Διαθήκη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Στην μέλλουσα κρίση θα κριθούν εκείνοι που δεν υπάκουσαν στο Λόγο του Θεού



Και θα είναι ανεκτότερη η γη των Σοδόμων και της Γομόρας από ό, τι η ημέρα της κρίσεως για αυτούς (Ματθ. 10,14-15), Πρόσεξε! Στην τελική κρίση θα σου ζητηθεί λόγος για το τι έκανες με τους λόγους τον Θεού, για το αν τους υπάκουσες και υιοθέτησες, αν χαιρόσουν ή ντρεπόσουν γι’αυτούς. Αν ντρεπόσουν γι’ αυτούς, και ο Θεός θα ντραπεί για σένα «όταν έλθει εν τη δόξη του Πατρός Αυτού μετά των αγγέλων των αγίων» (Μαρκ. 8,38). 
Λίγες είναι οι λέξεις των ανθρώπων που δεν είναι έρημες και κενές, γι’ αυτό και είναι λίγες εκείνες για τις οποίες δεν θα κριθούμε (Ματθ. 12,36).

Για να αποφύγει αυτό ο άνθρωπος πρέπει να μελετήσει και να μάθει τα λόγια του Θεού από την αγία Γραφή, να τα οικειοποιηθεί. 
Γιατί γι’ αυτό το λόγο ο Θεός τα ανακοίνωσε στους ανθρώπους, για να τα κάνουν κτήμα τους και μέσω αυτών να κάνουν δική τους και την ίδια την Αλήθεια του Θεού.
Σε κάθε λόγο του Σωτηρος υπάρχει περισσότερη αιωνιότητα και αφθαρσία, απ’ ό,τι σ’ολόκληρο τον ουρανό και σ’ ολόκληρη τη γη με ολόκληρη την ιστορία τους. Γι ’αυτό ο Κύριος είπε: «…Ο ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσιν» (Ματθ. 24,35). Αυτό σημαίνει ότι στους λόγους του Σωτήρος υπάρχει ο Θεός και κάθε τι θεϊκό, γι ’αυτό δε θα παρέλθουν. Ο άνθρωπος που τους οικειοποιείται γίνεται πιο άφθαρτος από τον ουρανό και τη γη, γιατί μέσα σ’αυτούς υπάρχει μία δύναμη που κάνει τον άνθρωπο αθάνατο και αιώνιο. Η εκμάθηση των λόγων του Θεού και η εκπλήρωσή τους κάνει τον άνθρωπο-συγγενή του Κυρίου. 
Αυτός ο Ίδιος το δήλωσε όταν είπε: «…Μήτηρ μου και αδελφή μου ουτοι εισίν οι τον λόγον του Θεού ακούοντες και ποιούντες» (Λουκ. 8,21). Τούτο σημαίνει: Ακούς, διαβάζεις τον λόγο του Θεού; Είσαι κατά το ήμισυ αδελφός του Χριστού. Τον εκτελείς; Είσαι ολόκληρος αδελφός του Θεού. Και αυτό είναι χαρά και προνόμιο μεγαλύτερο και από τα αγγελικά προνόμια. Με την μελέτη της Αγίας Γραφής η ψυχή ξεχειλίζει από μία μακαριότητα που δεν μοιάζει με τίποτα το γήινο. Ο Σωτήρας αυτήν εννοούσε όταν είπε: «…Μακάριοι οι ακούοντες τον λόγο του Θεού και φυλάσσοντες αυτόν» (Λουκ. 11,28).

ΣΤΗΝ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΓΑΔΑΡΗΝΩΝ


Ομιλία στη 5 Κυριακή μετά του Πάσχα

Είτε μιλάμε για τη χώρα των Γαδαρηνών ή των Γερασηνών, για ένα ή δύο δαιμονισμένους, το κείμενο του σημερινού ευαγγελίου (που βρίσκεται σε τρεις διαφορετικές διηγήσεις στους συνοπτικούς Ματθ. 8, 28-34, Μρ. 5, 1-19, Λου. 8, 26-39) μας λέγει, νομίζω, πέντε ουσιώδες ιδέες•

Η πρώτη• Η ψυχή ενός ανθρώπου αξίζει περισσότερα από ένα κοπάδι χοίρων, αν και αυτό ήταν από δυο χιλιάδες. Η σωτηρία ενός ανθρώπου είναι άρρητος αξιότερη από οποιαδήποτε υλική αξία, όσο αξιότερη θα ήταν αυτή.

Κάποιοι έχουν αναρωτηθεί άραγε γιατί ο Χριστός επέτρεψε στους δαίμονες να μπουν μέσα στα γουρούνια; Δεν ήξερε από πριν ότι τα ζώα θα ριχτούν στο νερό και θα πνίγουν; Δεν έχει αγνοήσει ο Κύριος αυτό το πράγμα και δεν έδειξε αδιαφορία προς τη ζημιά που έγινε για τους κατοίκους;

Η απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλο παρά αυτή- Ο Κύριος ήξερε πολύ καλά τι θα γίνει. Αλλά επέτρεψε επίτηδες να καταστρέφουν τα γουρούνια, για να αποδείξει δυνατά την αξία μιας ανθρώπινης ψυχής, που είναι πάνω από πολλά ζώα, όσο πολλά θα ήταν αυτά.

Η δεύτερη• Ο φόβος συνιστά τη αιτία της καταδίωξης του Χριστού, «φόβω μεγάλω συνείχοντο» τους Γερασηνούς (Λκ 8, 37), τι κάνουν; Ζητούν στο Χριστό να φύγει απ’ αυτών ( άπελθείν απ’ αυτών). Επομένως, το πρώτο αποτέλεσμα του φόβου είναι η καταδίωξη του Χριστού, η άρνηση Του. Ο Κύριος όμως δίδαξε πάντα τους μαθητές και του οπαδούς Του να μην είναι φοβητσιάρες• Μην φοβάστε! Τους λέει• Μην είστε φοβητσιάρες! Γιατί είστε φοβητσιάρες; Θάρσει, κόρη! Θαρσείτε, θαρσείτε, εγώ νίκησα τον κόσμο!

Στο βιβλίο της Αποκάλυψης (21, 8) οι δειλοί είναι οι πρώτοι στη λίστα αυτών που θα πάνε στην κόλαση.

Ο φόβος είναι μεγάλη αμαρτία και το κουράγιο μια χριστιανική αρετή. Δεν ήταν δυνατόν να είναι αλλιώς σε μια θρησκεία που ο ιδρυτής της ανέβαινε με κουράγιο (γενναίως) πάνω στο σταυρό.

Η τρίτη• από τα ευαγγελικά κείμενα συνάγεται πως οι δαίμονες γνωρίζουν τον Χριστό, ξέρουν πολύ καθαρά ποιος είναι• Ο Υιός του Θεού του Υψίστου (Ματθ. 8, 29• Μρ 5, 7• Λκ 8, 28). Μπορούμε να συνάγουμε απ’ αυτό ότι και οι δαίμονες είναι χριστιανοί, αφού γνωρίζουν τον Χριστό και τον αναγνωρίζουν ως Υιός και Άγιος του Θεού; Βεβαίως όχι, αν και θα φαινόταν ότι η απάντηση είναι ναι.

Οι δαίμονες γνωρίζουν (δηλαδή πιστεύουν) και φοβούνται. Αλλά το να γνωρίσεις και να φοβάσαι δεν είναι αρκετά για να σου δίνουν την ιδιότητα Χριστιανού. Χρειάζεται ακόμα, και οπωσδήποτε, για να αξιωθεί κανείς απ’ αυτή την ονομασία, δύο ιδιότητες- η αγάπη και η υπακοή. Δηλαδή να αγαπάει τον Χριστό και να εκπληρώσει το θέλημα Του, να πληρώνει τις εντολές Αυτού, να προσπαθεί με όλες τις δυνάμεις του για να τα εκπληρώσει με ακρίβεια. Μόνο η γνώση, η αγάπη και η υπακοή είναι μαζί απόδειξη της χριστιανικότητας.

Η τέταρτη: ιδέα συνδέεται με την απάντηση που ο δαίμονας δίνει στο ερώτημα του Χριστού: Τί όνομα σοι; (Μρ 5, 9) και η απάντηση είναι «Λεγεών όνομα μοι, ότι πολλοί έσμεν» (το λεγεών, η ρωμαϊκή στρατιωτική ομάδα, περιείχε, όπως ξέρετε, περίπου 5-6000 ανθρώπους).

Συνάγεται από’ δω ότι αν επιτρέπουμε μιας μόνη αμαρτία να κατακυριεύει την ψυχή μας, με άλλα λόγια αν επιτρέπουμε ενός μόνου δαίμονα να εισέλθει μέσα στη δική μας ύπαρξη, είμαστε χαμένοι. Αυτός ο μοναδικός δαίμονας θα πολλαπλασιάσει, θα μετατραπεί σε πολλά δαιμόνια. Μεγάλο πλήθος δαιμόνια θα έρχονται πάνω μας, άφθονα, πλούσιως. Οι αμαρτίες και τα δαιμόνια πολλαπλασιάζουν με τον ίδιο τρόπο όπως τα μικρόβια, που μπαίνουν μέσα στο σώμα μας και πολλαπλασιάζουνε, αφού βρίσκουν καλές συνθήκες.

Ο πολλαπλασιασμός των δαιμόνιων και η αρχή της κατακυρίευσης αυτών μέσα μας μοιάζει ακόμα και με τη υποδούλωση ενός ναρκομανούς από το παραισθησιογόνο. Είτε το ναρκωτικό ονομάζεται χασίσι, μοφίνη, κοκαΐνη ή ηρωίνη, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: η εξάρτηση του ναρκομανή από αυτό το παραισθησιογόνο.

Οι γιατροί λέγουν εξάρτηση, αλλά αν μιλάμε στη κοινή γλώσσα το ουσιαστικό πρέπει να εξηγηθεί ως υποδούλωση. Υπάρχουν άνθρωποι που θα λεγόταν: μα αν δοκιμάσω, από περιέργεια, μόνο μια παστίλια, ή βάλω μόνο δέκα σταγόνες σ’ ένα ποτήρι νερό, ή κάνω ένεση μόνο μια φορά με τέτοιο πράγμα, μόνο μια δόση ή στη μύτη λίγο παραισθησιόγονη σκόνη, τί θα είναι; 

Τίποτα! θα είναι. Διότι αμέσως που δημιουργείται η συνήθεια, τα κύτταρα του σώματος βρέχονται με αυτό το παραισθησιογόνο και, ακόμη και πιο συχνότερα και πιο κυριαρχικά, θα ζητήσουν ποσότητες ακόμη και πιο μεγάλες από αυτό το παραισθησιογόνο. Σ’ αυτή την κατάσταση ο ναρκομανής θα χρησιμοποιεί οποιοδήποτε μέσο, για να αποκτήσει τον κυρίαρχο παραισθησιογόνο: κλέβει, σκοτώνει, και πράττει οποιαδήποτε ανομία. Και η ιατρική θεραπεία είναι άκρως δύσκολη, με πολύ άλγος, δαπανηρή και δεν είναι σίγουρο αν θα πετύχει ή όχι. Η θεραπεία έχει μόνο μερικά αποτελέσματα και για λίγο χρόνο.

Σύντομα, ο ναρκομανής θα υποπέσει στη δυναστεία του παραισθησιογόνου και θα περνά τις άλλες μέρες της ζωής του ανάμεσα στα νοσοκομεία αποτοξίνωσης (περισσότερο άσχημα και πένθιμα από κάθε φυλακή) και σύντομες περιόδους με βασανιστικές πορείες μέσα στο κόσμο των υγιών και αδέσμευτων από τον διάβολο ανθρώπων.

Η πέμπτη: ο κίνδυνος του δαιμονισμού. Ο Ντοστογιέφσκι στο Οι Δαιμονισμένοι, ο Θωμάς Μανν στο DOKTOR FAUST και ΗELMITO VONDODEROR σε ένα βιβλίο με τον ίδιο τίτλο αυτού του Ντοστογιέφσκι αποδεικνύουν σαφή η ύπαρξη του δαίμονος, στον οποίο οι περισσότεροι άνθρωποι του αιώνος μας δεν θέλουν να πιστεύουν και σηκώνουν τους ώμους τους στον Θεό, ναι, πιστεύω, αλλά να πιστεύω στους δαίμονες, στον Εξαποδό και γελάνε κρυφά.

Απογοητεύονται και δελεάζονται! Ο δαιμονισμός, βαβαί, είναι μια πραγματικότητα. Στην κοινωνική ζωή εκδηλώνεται με δυο ακρότητες: ή η τυραννίδα του Κράτους, ο καταναγκασμός, η τυραννία, η δικτατορία, ή αντίθετα, στον αντίποδα, η μεταβολή της ελευθερίας σε τρέλα, σε πορνεία, σε αισχρότητα και αναρχία. Και οι δύο άκρες είναι εκτός φύσης, επικίνδυνες και δαιμονιώδεις. Ορθή και σωτηριώδης είναι μόνο η βασιλική οδός, η οδός της σωφροσύνης και της ισορροπίας. Αν η ελευθερία μεταβάλλεται σε αναρχία, θα χρειαστεί το Κράτος να επέμβει για να αποκαταστήσει την τάξη, και τα κάνει αυτό διαμέσου των εξαναγκαστικών μέσων τα οποία έχει στο χέρι του, πράγμα που για τα άτομα θα σημαίνει να καθοδηγούνται με το ζόρι, σαν τα ζώα, σαν τα γουρούνια που έγιναν από την ελεύθερη θέληση τους και τα γουρούνια δεν γνωρίζουν την ελευθερία και δεν την χρειάζονται.

Και στη διάρκεια της ιστορίας αποδεικνύονται αληθή τα λόγια του μεγάλου Γάλλου νομικού ΜAURICE JAURIOZ ο οποίος έγραψε: αν διώκεται η ηθική, θα διωχτεί και η ελευθέρια. Τα λόγια αυτά θα έπρεπε να γίνουν διδασκαλία για τους νέους, οι οποίοι μήπως δεν καταλαβαίνουν γιατί η πορνεία και η αταξία υπάρχουν αντίπαλοι της ελευθερίας και γιατί η ηθική είναι ουσιώδης προϋπόθεση της ύπαρξης της.

Τα γουρούνια! Ολόκληρο το κείμενο του σημερινού ευαγγελίου φαίνεται να αναφερθεί σ’ αυτά, να τους έχει στο κέντρο!

Και όντως υπάρχει ακόμη ένα ευαγγελικό κείμενο μέσα στο οποίο κάνει λόγο για τα γουρούνια και το οποίο παρουσιάζει για μας εξαιρετική πρακτική αξία. Στη διήγηση του Αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστή Ματθαίου, στο 7″ κεφάλαιο, στο 6″ στίχο, βρίσκεται μια φράση που όλοι οι άνθρωποι την γνωρίζουν πολύ καλά: Μη δώτε το άγιον τοις κυσίν μηδέ βαλητε τους μαργαρίτας υμών έμπροσθεν των χοίρων, μήποτε καταπατήσουσιν αυτούς εν τοις ποσιν αυτών και στραφέντες ρηξωσιν υμάς. Μόνο που όλοι οι άνθρωποι την αναφέρουν αποσπασματικά μη βαλητε τους μαργαρίτας υμών έμπροσθεν των χοίρων. Αλλ’ ο Χριστός δεν έλεγε μόνο αυτά, αλλά συμπλήρωσε: μηποτε καταπατησουσιν αυτούς εν τοις ποσιν αυτών και στραφέντες ρηξωσιν υμάς.

Έτσι, τα ίδια κάνουν και οι άνθρωποι. Διότι ο κόσμος χωρίζεται σε ανθρώπους και σε απάνθρωπους. Οι τελευταίοι πληρώνουν το καλό που τους έκανε κάποιος κάποτε προσβάλλοντας τους ευεργέτες τους. Γι’ αυτό απαιτείται μεγάλη προσοχή. Καλές και ωραίες είναι η καλοσύνη και η μεγαλοψυχία (μεγαλοδωρία), αλλά όχι προς οποιονδήποτε. Δεν είναι δίκαιο και σώφρον να αφήσουμε τον εαυτό μας απογοητευμένοι, διαψευσμένοι και σκλαβωμένοι από τους απάνθρωπους. Η καλοσύνη και η μεγαλοδωρία δεν συγχέονται με την τύφλωση, με ηλιθιότητα και αφέλεια. 

Η αφέλεια, λέει ο LEON DAUDET καλή και ωραία μόνο στα βρέφη, στα παιδιά, στη νεολαία. Στους ανθρώπους και στους πρεσβύτες (γέροντες) τους πάει να είναι έξυπνοι, σοφοί, φρόνιμοι, οδηγούμενοι από αυτό το πράγμα που τα παλαιά εκκλησιαστικά μας βιβλία ονομάζουν «νήψη».

Ποτέ η καλοσύνη και η μεγαλοδωρία δεν πρέπει να εκμεταλλευθούν σ’ αυτή τη αξιοθρήνητη και παράλογη ασθένεια (μαλακία), η οποία να επιτρέπει στους ανθρώπους να καταπατήσουν τα άγια και τα μαργαριτάρια.

Τα συμπεράσματα που προέρχονται από το σημερινό ευαγγελικό κείμενο είναι, πιστεύω, τέσσερα. Βλέπουμε πως ο Κύριος ζητά από μας:
Να βάλουμε τα ψυχικά (τα πνευματικά) πάνω από τα κοσμικά (υλικά), από τα σωματικά. Ο Χριστός δεν κατακρίνει τα κοσμικά, ο χριστιανισμός δεν είναι μανιχεαϊσμός, δεν νομίζει ότι η ύλη είναι καταραμένη. Αλλά επιβάλλεται αναμφίβολα μια ιεράρχηση: πρώτα τα πνευματικά, ύστερα τα κοσμικά (υλικά). Πρώτα η σωτηρία του δαιμονισμένου και ύστερα η μέριμνα για τα γουρούνια.
Να Τον αγαπάμε και να τον ομολογήσουμε με δυνατή και υψηλή φωνή, να μην Τον αρνούμαστε και να ντρεπόμαστε για Αυτόν, ίνα μήποτε και Αυτός να αναγκαστεί να μας αρνηθεί και να αισχυνθεί για μας στη μέρα της Κρίσεως. Η εντός μας πίστη, όσο ειλικρινής καν είναι, δεν είναι αρκετή- πρέπει οπωσδήποτε, για να σωθούμε, να ομολογήσουμε τον Κύριο με το στόμα μας («στόματι») (Ρωμ. 10, 10).
Να είμαστε και έξυπνοι (και όχι βλάκες, όχι τυφλοί, όχι αφελείς) και γενναίοι (ο φόβος δεν είναι μόνο ντροπαλός, αλλά και αμαρτωλός).
Να έχουμε τη συνείδηση ότι κάθε στιγμή μπορεί να δαιμονιστεί η ψυχή μας.

Ο Ντοστογιέφσκι στα βιβλία Οι Δαιμονισμένοι και Τα αδέλφια Καραμαζώφ -όχι μόνο πανέμορφα μυθιστορήματα, αλλά και όντως βιβλία χριστιανικής διδασκαλίας (τα οποία εγώ δεν ντρέπομαι να τους καταθέσω αμέσως μετά τα Ιερά Ευαγγέλια και τα συγγράμματα των Πατέρων) – περίγραψε δυνατά και πολύ πιεστικά (ακόμη και προφητικά) τρία είδη δαιμονισμένωνNIKOLAI VSEVOLODOVICISTRAVROGHIN, PIOTR STEPANOVICI, IVANFEODOROVICIKARMAZOF. Προφητικές όντως επιφαίνονται αυτές τις προσωπογραφίες, οι οποίες δημιουργήθηκαν εδώ και πάνω από εκατό χρόνια, μέσα σε ένα κόσμο όπως αυτό το δικό μας, στο οποίο η τρομοκρατία, τα στρατόπεδα και ο βασανισμός φαίνονται να πολλαπλασιάζουν, όχι λιγότερα από τα δαιμόνια και τα μικρόβια που αναφέρθηκαν πριν.

Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του δαιμονισμού; Δύο ιδιαίτερα: ο ακίνητος σαδισμός και η δωρεάν κακία. Ο σαδιστής δεν χρειάζεται ούτε νόστιμα φαγητά, ούτε ποτό, ούτε χρήματα, ούτε σωματικές ικανοποιήσεις. Ένα μόνο πράγμα μπορεί να τον ικανοποιήσει και να του φέρει χαρά: ο βασανισμός του πλησίον του, να τον βλέπει στα βάσανα, στην κόλαση, να κοιτάζει πολλή ώρα το σπαρτάρισμά του σε μεγάλη αγωνία. 

Ο κοινός αμαρτωλός κλέβει, παραδίδει, σκοτώνει, απαιτεί με ορισμένο (άχρηστο) λόγο: να νιώθει αυτός πιο καλά, να φάει, πίνει, μαζεύει περισσότερα πράγματα, κλπ. Ο σαδιστής όμως ενεργεί ανιδιοτελώς, δεν ψάχνει κανένα υλικό κέρδος, η μόνη ηδονή την οποία δύναται να επιθυμεί είναι το θέαμα (η παράσταση) τού πόνου του άλλου συνανθρώπου του, παράσταση που κοιτάζει στη παγωνιά, με τη καρδιά παγωμένη.

Στη παγωνιά και αδιάφορα! Ο Ντάντες στη Κόλαση, προϋποθέτει μέσα στην κόλαση, εκτός από τους δράκοντες, φλόγες, φωτιά, βραστό νερό και καυτή πίσσα, μια ψίχα η οποία είναι ένας συμπαγής όγκος. Εκεί, στο κέντρο της Αδη, κατοικούν εις πάντας τους αιώνας ο ΒRUTUS καιCASIUS , οι δολοφόνοι του Καίσαρος, όπως και ο Ιούδας. Η ψυχή του σαδιστή, του δαιμονισμένου, είναι ένας συμπαγής όγκος. Η κακία (πονηρία) του είναι δωρεάν (τσάμπα): δεν σκοπεύει σε καμία προσωπική ηδονή, αλλά μόνο στο να αποκτήσει την πιο ηδονική απ’ όλα παράσταση: τον πιο δυνατό πόνο του πλησίον.

Ο Χριστός μας λέγει στη Αποκάλυψη (3, 20): Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω- εάν τις ακούση της φωνής μου και άνοιξη τήν θύραν, [και] εισελεύσομαι προς αυτόν και δειπνήσω μετ αυτού και αυτός μετ’ εμού. Σ’ αυτή την θύρα όμως δεν κάθεται μόνο ο Κύριος Χριστός κάθονται και οι διάβολοι, και κατασκοπεύουν, μήπως μπορούν να βρουν τον κατάλληλο καιρό να παρεισφρήσουν μέσα στη ψυχή μας, όταν η θύρα είναι μισάνοιχτη. 

Αν συμβαίνει να μην φυλάξουμε την θύρα, να την αφήσουμε μισάνοιχτη, αυτοί στριμώχνονται και επιτίθενται προς τη ψυχή μας, και κατακυριευόμαστε από αυτούς.

Ας προσέξουμε: ας φυλάξουμε με νήψη και σύνεση την θύρα της ψυχής μας. Να μην το ανοίξουμε σε κανένα, εκτός από τον Κύριο για τα δαιμόνια ουδέποτε, ούτε μια φορά, ούτε λίγο (για μια παστίλια, σύριγγα ή για δέκα σταγόνες), γιατί και αυτό το λίγο θα τους επιτρέπει να υπεισέλθουν και να πολλαπλασιάσουν. Ας μας φυλάξει ο Θεός από ένα τέτοιο. Φοβερότερη καταστροφή δεν μπορεί να συμβεί!


ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ NIKOLAE  STEINHARDT
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Η ΟΜΙΛΗΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ.
ΚΑΤΑ ΤΟ Β ΜΕΣΩ ΤΟΥ 20 ΑΙΩΝΑ.
PREDA IONEL SABINΤ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ.

ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Αυθεντική Ορθόδοξη ζωή

Πολλές φορές γίνεται λόγος για την αξία των έργων στη Χριστιανική ζωή, και δικαίως, αφού τα έργα τού ανθρώπου αποδεικνύουν την ποιότητα του περιεχομένου τής πίστεως. Άρα η ουσία τής πίστεως είναι αυτή που καρποφορεί την ποιότητα των έργων. Πίστις λοιπόν. Η βάσις και το έδαφος πάνω στο οποίο καρποφορεί ο τρόπος ζωής τού ανθρώπου. Αλλά περί ποίας πίστεως γίνεται αναφορά;Εάν πραγματοποιηθεί μια δημοσκόπησις για το τι ακριβώς πιστεύουν όσοι δηλώνουν πιστοί, οι απαντήσεις θα είναι τόσο διαφορετικές και αντικρουόμενες που ίσως θα απορεί κανείς εάν δόθηκαν από όντως ανθρώπους πιστούς.

Αλλά, επιτέλους, ποια είναι αυτή η αυθεντική, η σώζουσα πίστις για την οποία ο Θείος Απόστολος γράφει στο Αποστολικό μας ανάγνωσμα “Και ημείς εις Χριστόν Ιησούν επιστεύσαμεν ίνα δικαιωθώμεν εκ πίστεως Χριστού”; Αυτό είναι το ζήτημα που κυρίως θα πρέπει να μας απασχολεί, δοθέντος ότι τα τόσα προβλήματα της καθημερινότητος, ακόμα και τα μεγάλα εν πολλοίς είναι “τεχνητά” και άνευ ουσίας για την ύπαρξή μας και την πορεία μας προς την αιωνιότητα.
Το πρώτο και κύριο που πρέπει να πιστεύουμε και να γνωρίζουμε είναι ότι ο Χριστός είναι “Ο Υιός τού Θεού τού ζώντος”! Μια αλήθεια μοναδική που αποκαλύπτει ο ίδιος ο Ουράνιος Πατήρ στον Ιορδάνη ποταμό και στο όρος Θαβώρ τής Μεταμορφώσεως. Αλήθεια και πίστη ακράδαντη που ομολογεί ο Πέτρος και φυσικά διακηρύσσουμε όλοι μας διά του Ιερού Συμβόλου τής Πίστεως. “Και εις ένα Κύριον, Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν τού Θεού τον μονογενή, τον εκ του Πατρός γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων...”.
Αυτή η θεμελιώδης δογματική αλήθεια, μας οδηγεί σε μια άλλη σώζουσα και απολύτως αναγκαία, ότι ο Χριστός είναι ο Σωτήρας και Λυτρωτής μας.
Ο αναμάρτητος Ιησούς φορτώθηκε με τις δικές μας αμαρτίες. Απέθανε επάνω στο ξύλο τού Σταυρού που από τη στιγμή που προσηλώθηκε πάνω του ο Λυτρωτής καθίσταται οδός σωτηρίας, όπλον κατά τού διαβόλου και ξύλον ευλογίας και αγιασμού. Επάνω στον τίμιο Σταύρο ο Θεάνθρωπος Ιησούς έδωσε το αίμα Του προς εξόφλησιν των αμαρτιών μας. 
Αυτήν ακριβώς την συγκλονιστική πραγματικότητα διακηρύσσει ο Απ. Πέτρος όταν καταγράφει στην Καθολική του Επιστολή “Ελυτρώθητε... τιμίω αίματι ως αμνού άμώμου και ασπίλου Χριστού” ( Α΄Πέτρ. α΄18-19).
Εάν τώρα ο κάθε πιστός εμβαθύνει στην αλήθεια αυτή, με συγκίνηση και ενθουσιασμό θα συνειδητοποιήσει ότι ο Χριστός δεν είναι με την γενική έννοια ο Σωτήρ τού κόσμου, αλλά ότι είναι “ο προσωπικός μου Σωτήρας”. Και πάλι το σύμβολο της Πίστεως διακηρύσσει “Σταυρωθέντα τε υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου, και παθόντα και ταφέντα”. Αλήθεια, μπορεί ανθρωπίνη καρδιά να μείνει ασυγκίνητη μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα της εσταυρωμένης αγάπης; Αδύνατον, εάν όντως υπάρχει και η ελαχίστη συνείδησις και εάν δεν έχει επέλθει πώρωσις.
Φυσικά στον χώρο τής Ορθοδόξου Εκκλησίας μας διαφυλάσσεται και διασφαλίζεται δέσμη δογματικών αληθειών που στην υπαρξιακή τους έκφανση οδηγούν τον άνθρωπο στον εξαγιασμένο προορισμό του. Και ένα από τα καίρια των δογματικών αληθειών που πιστεύουμε και άνευ αντιρρήσεως καθορίζει την ουρανοδρόμο πορεία μας, είναι ότι ο Χριστός θα είναι ο δίκαιος Κριτής μας. “Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς”. Μάλιστα, ο Χριστός που ήρθε την πρώτη φορά ταπεινώς για να σώσει τον κόσμο, θα έλθει και δευτέρα; φορά, δοξασμένος και Κριτής για να κρίνει εν τη δικαιοσύνη του Ευαγγελίου τον κόσμο.
Αυτή λοιπόν η πίστις, όχι μια γενική και αόριστη πίστις , αλλά η πίστις που διακηρύσσει από την ημέρα τής Πεντηκοστής η Εκκλησία μας και θα διατρανώνει έως το τέλος, σώζει και δικαιώνει τον άνθρωπο. Αυτή η αγωνιστική ζωή, μέσω των Ιερών Μυστηρίων, αποσκορακίζει την αμαρτία και καρποφορεί τα έργα τής αρετής.
Και το ότι αυτά δεν αποτελούν απλές θεωρίες και διανοητικές θεολογικές επεξεργασίες, αλλά βίωμα, το βλέπουμε στην ζωή όλων των Αγίων τής Εκκλησίας μας. Αλλά εκείνο που θα πρέπει να μας απασχολήσει στην ζωή των Αγίων είναι η απόλυτη εμμονή τους στις δογματικές Αποστολικές αλήθειες. Οι αγώνες που ξεκινούσαν όταν έβλεπαν αυτές τις αλήθειες να αλλοιώνονται και να παραχαράσσονται από τους αιρετικούς ή όταν οι σχισματικοί έφεραν σοβαρούς κραδασμούς στην Εκκλησιολογική συνοχή.
Το θέμα όμως που τίθεται τώρα προς τον καθένα μας είναι το εξής: “Γνωρίζουμε τις σώζουσες αλήθειες τής πίστεώς μας; Έχουμε συνειδητοποιήσει (όσο το δυνατόν βεβαίως) τι είναι ο Χριστός; Έχουμε την απόλυτη βεβαίωση ότι μόνο ο Χριστός σώζει και ότι αργά ή γρήγορα θα βρεθούμε ενώπιόν του προς απολογίαν;”
Αυτά είναι τα μεγάλα ερωτήματα που δεν θα πρέπει να μας αφήνουν στον θανατηφόρο ύπνο τής πνευματικής ραστώνης και τής σατανικής αναισθησίας.
Στο χέρι μας είναι το να ανθήσει μέσα μας η ζωντανή πίστη τού Χριστού. Στην διάθεσή μας είναι το να δεχθούμε ή αλλοίμονο το να αρνηθούμε την σωτηρία που μας παρέχει η ανοιχτή αγκάλη τού Εσταυρωμένου και Αναστημένου Κυρίου και Θεού μας. Μόνο όποιος έχει χάσει τα λογικά του και μισεί την ύπαρξή του, αρνείται την προσφερομένη σωτηρία.
Ας ανοίξουμε λοιπόν την καρδιά μας με θάρρος και εμπιστοσύνη στον Σωτήρα μας και ας ενταχθούμε οργανικά στο μυστικό του Σώμα, δηλ. στον λειτουργικό χώρο τής Εκκλησίας μας.
Και αν αισθανόμαστε ότι μεταξύ ημών και του Θεού υπάρχει κάποιο εμπόδιο που παρεμβάλλεται και δεν μας επιτρέπει την άμεση επικοινωνία τής δικαιώσεως και της χαράς τού Πνεύματος, εάν κάτι επιμένει να εμποδίζει το φως Τού Χριστού να καταυγάσει την όλη ύπαρξή μας, ε, τότε, αφού διδαχθούμε και γνωρίσουμε τις μεγάλες αλήθειες τής Ορθοδόξου πίστεως, ας αγωνισθούμε να τις εφαρμόσουμε με ιερό ενθουσιασμό και με την βεβαιότητα της χάριτος.Αμήν.

Αποστολικό Ανάγνωσμα Κυριακής μετά την Ύψωσιν
(Γαλάτ. Β' 16-20)
Αρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος

http://thriskeftika.blogspot.gr

Έχεις όσα λένε οι μακαρισμοί του Χριστού;



Ο Χριστός και Θεός μας φωνάζει καθημερινά ολοκάθαρα διά του ευαγγελίου του, «μακάριοι είναι οι πτωχοί στο φρόνημα, διότι δική τους είναι η βασιλεία των ουρανών».
Ακούγοντας λοιπόν εμείς αυτό οφείλουμε να προσέχουμε και να εξετάζουμε με ακρίβεια τους εαυτούς μας, αν είμαστε πραγματικά τέτοιοι πτωχοί, ώστε να είναι και δική μας η βασιλεία των ουρανών τόσο, ώστε να έχουμε με συναίσθηση της ψυχής σίγουρη την κτήση αυτής και τόσο να κατέχουμε τον πλούτο της, ώστε να αισθανόμαστε αδίστακτα ότι υπάρχουμε μέσα σ’ αυτήν και να ευφραινόμαστε εντρυφώντας με τα εκεί καλά. Διότι ο Κύριος είπε ότι αυτή βρίσκεται μέσα μας. 
Σημεία και απόδειξη ότι αυτή βρίσκεται μέσα σε κάποιον, είναι ότι αυτός δεν επιθυμεί κανένα από τα ορώμενα και φθειρόμενα, εννοώ δηλαδή τα πράγματα και τα τερπνά του κόσμου αυτού, ούτε πλούτο, ούτε δόξα, ούτε τρυφή, ούτε άλλη βιωτική ή σωματική απόλαυση, αλλά τόσο απέχει από όλα αυτά και με τόση αηδία διάκειται προς αυτά κατά τη ψυχή και προαίρεση, με όση διάκεινται εκείνοι που διαπρέπουν στην εξουσία και τη βασιλική τιμή προς εκείνους που ζουν επάνω σε πορνική σκηνή, και όσο αποστρέφονται τη δυσωδία και το βόρβορο όσοι φορούν καθαρά ρούχα και είναι αλειμμένοι με ευωδιαστό μύρο. Διότι εκείνος που περιστρέφεται γύρω από ένα πράγμα αυτών των ορωμένων ούτε είδε τη βασιλεία εκείνη των ουρανών ούτε οσφράνθηκε ούτε γεύθηκε την ευφροσύνη και γλυκύτητά της.
Και πάλι λέγει· «μακάριοι είναι εκείνοι που πενθούν, διότι αυτοί θα παρηγορηθούν». Ας δούμε λοιπόν πάλι και ας εξετάσουμε τους εαυτούς μας, αν έχουμε μέσα μας το πένθος, και τι εννοεί με την παρηγορία που ακολουθεί το πένθος. Πρώτα είπε ότι οι πτωχοί στο πνεύμα είναι μακάριοι, διότι δική τους είναι η βασιλεία των ουρανών.
Οι πτωχοί όμως στο πνεύμα, όπως είπαμε, δεν έχουν καμμιά συμπάθεια προς τα παρόντα ούτε προσκολλούν προς αυτά με εμπάθεια τον λογισμό, έστω και γι’ απλή ευχαρίστηση. Πώς λοιπόν θα πενθήσει και γιατί αυτός που σιχάθηκε όλον τον κόσμο κι’ απομακρύνθηκε από αυτόν ως προς τη διάθεση του λογισμού περισσότερο, από όσο τον προσεγγίζει κατά το σώμα;
Αυτός που δεν έχει την επιθυμία σε κάτι από τα ορώμενα για ποιό πράγμα άραγε θα λυπηθεί ή θα χαρεί, και πώς θα πενθήσει εκείνος που έχει την βασιλεία των ουρανών και ευφραίνεται μέσα σ’ αυτήν καθημερινά; Διότι είπε ότι εκείνοι που πενθούν δέχονται την παράκληση. Αλλά προσέχετε, παρακαλώ, τα λεγόμενα και θα αντιληφθείτε το νόημα και τον σκοπό του λεγομένου.
Ο πιστός άνθρωπος, που προσέχει πάντοτε με ακρίβεια τις εντολές του Θεού, όταν εκτελέσει όλα τα οριζόμενα από τις θείες εντολές και ανεβάσει τη διάνοιά του προς το ύψος αυτών, δηλαδή προς την άψογη διαγωγή και καθαρότητα, τότε εξετάζοντας τα μέτρα του, θα βρει ότι είναι ασθενής και ανίκανος να φθάσει στο ύψος εκείνο των εντολών, θα βρει ότι είναι πολύ πτωχός, δηλαδή ανάξιος να υποδεχθεί τον Θεό, να του αποδώσει ευχαριστία και να τον δοξολογήσει, διότι δεν απέκτησε ακόμη κανένα δικό του αγαθό.
Αυτός που με συναίσθηση ψυχής σκέπτεται αυτά για τον εαυτό του θα πενθήσει οπωσδήποτε με το μακαριότατο πραγματικά πένθος, το οποίο και την παρηγορία δέχεται και πραεία καθιστά τη ψυχή.
Η προκαλούμενη δηλαδή από το πένθος παρηγοριά είναι αρραβώνας της βασιλείας των ουρανών. Διότι η πίστη, κατά τον απόστολο, είναι υπόσταση ελπιζομένων πραγμάτων, παρηγορία είναι η γινομένη από την έλλαμψη του Πνεύματος επιδημία του Θεού στις ψυχές που πενθούν, που τις βραβεύει για την ταπεινοφροσύνη τους, η οποία ονομάζεται και σπόρος και τάλαντο.
Αυτή, αυξανόμενη και πολλαπλασιαζόμενη στις ψυχές των αγωνιστών καρποφορεί για τον Θεό κατά τριάντα και εξήντα και εκατό, καρπό άγιο των χαρισμάτων του Πνεύματος. Διότι, όπου υπάρχει αληθινή ταπείνωση, εκεί υπάρχει και βυθός ταπεινοφροσύνης· και όπου υπάρχει ταπεινοφροσύνη, εκεί υπάρχουν και ελλάμψεις του Πνεύματος.
Και όπου υπάρχουν οι ελλάμψεις του Πνεύματος, εκεί υπάρχει φωτοχυσία Θεού και Θεός με σοφία και γνώση των μυστηρίων του. Όπου πάλι υπάρχουν αυτά, εκεί υπάρχει βασιλεία ουρανών και επίγνωση βασιλείας και οι κρυμμένοι θησαυροί της γνώσεως του Θεού, μεταξύ των οποίων είναι η φανέρωση της πνευματικής πτωχείας.
Όπου τέλος υπάρχει αίσθηση πνευματικής πτωχείας, εκεί υπάρχει και το χαρμόσυνο πένθος, εκεί και τα αδιάκοπα χυνόμενα δάκρυα, που καθαρίζουν τη ψυχή που τ’ αγαπά και την καθιστούν τελείως φωτεινότατη.
Μ’ αυτά λοιπόν ανυψούμενη η ψυχή και αναγνωρίζοντας τον Δεσπότη της, αρχίζει να καρποφορεί με ζήλο τις άλλες αρετές για τον εαυτό της και τον Χριστό. Και εύλογα. Διότι, ποτιζόμενη πάντοτε και λιπαινόμενη με τα δάκρυα και σβήνοντας τελείως το θυμοειδές της γίνεται ολόκληρη πραεία και ακίνητη εντελώς προς την οργή, και επιθυμεί και ορέγεται, καθώς πεινά και διψά συγχρόνως, να μάθει τα δικαιώματα του Θεού.
Έτσι γίνεται και ελεήμων και συμπαθής, ώστε με όλα αυτά να καθίσταται καθαρή η καρδιά της, και αυτή να φθάνει σε οπτασία του Θεού και να βλέπει καθαρά τη δόξα του σύμφωνα με την υπόσχεση.
Αυτοί λοιπόν που έχουν τέτοιες τις ψυχές τους είναι πραγματικά ειρηνοποιοί και ονομάζονται υιοί του Υψίστου, οι οποίοι και γνωρίζουν καθαρά τον Πατέρα και Δεσπότη τους, και τον αγαπούν με όλη τη ψυχή τους, υπομένοντας γι’ αυτόν κάθε πόνο και κάθε θλίψη, υβριζόμενοι, περιπαιζόμενοι, στενοχωρούμενοι για χάρη της δικαίας εντολής του, την οποία μας παρήγγειλε να φυλάσσουμε, και ονειδιζόμενοι και διωκόμενοι, υπομένουν με χαρά κάθε πονηρό λόγο εκφερόμενο εναντίον τους ψευδώς χάριν του ονόματός του, νοιώθοντας αγαλλίαση διότι γενικά αξιώθηκαν ν’ ατιμασθούν από ανθρώπους για την αγάπη του.
Μάθετε καλά, αδελφοί, το αληθινό εκτύπωμα της σφραγίδας του Χριστού. Αναγνωρίστε, οι πιστοί, τις ιδιότητες του χαρακτήρα της. Μια πραγματική σφραγίδα υπάρχει, η έλλαμψη του Πνεύματος, αν και πολλές είναι οι όψεις των ενεργειών της και πολλά τα γνωρίσματα των αρετών της, των οποίων πρώτο και αναγκαιότερο είναι η ταπείνωση ως αρχή και θεμέλιο, διότι, λέγει, «προς ποίον θα ρίψω τα μάτια μου, παρά προς εκείνον που είναι πράος και ήσυχος και τρέμει τους λόγους μου;»· δεύτερο είναι το πένθος και η πηγή των δακρύων, για τα οποία θέλω να πω πολλά, αλλά στερούμαι τα λόγια με τα οποία επιθυμώ να εκφράσω τα σχετικά με αυτά.
Πράγματι είναι θαύμα ανεκλάλητο, διότι τα δάκρυα που τρέχουν διά μέσου των αισθητών οφθαλμών εκπλύνουν νοερά την ψυχή από το βόρβορο των αμαρτημάτων και πέφτοντας στη γη φλέγουν και συντρίβουν τους δαίμονες και ελευθερώνουν τη ψυχή από τα αόρατα δεσμά της αμαρτίας.
Ω δάκρυα, τα οποία αναβλύζετε από την θεία έλλαμψη και διανοίγετε τον ίδιο τον ουρανό και μου προξενείτε θεία παρηγοριά. Διότι πάλι και πάλι, κυριευμένος από ηδονή και πόθο, λέγω τα ίδια. Όπου υπάρχει πλήθος δακρύων, αδελφοί, συνοδευόμενο από γνώση αληθινή, εκεί υπάρχει και απαύγασμα θείου φωτός.
Και όπου υπάρχει απαύγασμα φωτός, εκεί υπάρχει χορηγία όλων των καλών και η σφραγίδα του αγίου Πνεύματος φυτευμένη στην καρδιά, από το οποίο προέρχονται όλοι οι καρποί της ζωής· από εδώ καρποφορείτε για τον Χριστό πραότητα, ειρήνη, ελεημοσύνη, συμπάθεια, χρηστότητα, αγαθωσύνη, πίστη, εγκράτεια, από εδώ προέρχεται το ν’ αγαπά κανείς τους εχθρούς, και να εύχεται γι’ αυτούς, να χαίρεται κατά τους πειρασμούς και να υπερηφανεύεται στις θλίψεις, να θεωρεί δικά του τα ξένα πταίσματα και να κλαίει γι’ αυτά, το να προσφέρει τη ζωή του πρόθυμα σε θάνατο για τους αδελφούς του.
Ας προσέξουμε λοιπόν, αδελφοί, και ας εξετάσουμε με ακρίβεια τους εαυτούς μας και ας γνωρίσουμε τις ψυχές μας, αν υπάρχει μέσα μας αυτή η σφραγίδα. Ας γνωρίσουμε από τα αναφερθέντα σημεία, αν είναι μέσα μας ο Χριστός.
Ακούσατε, παρακαλώ, Χριστιανοί αδελφοί, και ανανήψατε και εξετάσατε αν έλαμψε στις καρδιές σας το φως, αν θεωρήσατε το μεγάλο φως της επιγνώσεως, αν σας επισκέφθηκε η ανατολή από ψηλά φωτίζοντας εκείνους που κάθονται στο σκότος και στη σκιά θανάτου και ας απευθύνουμε διαρκώς δοξολογία και ευχαριστία στον αγαθό Δεσπότη που μας τη δώρισε και ας αγωνισθούμε να θρέψουμε αφθονότερα το διά της εργασίας των εντολών μέσα μας θείο πυρ, διά του οποίου συνήθως το θείο φως φέγγει περισσότερο και λαμπρότερα.
Αν όμως δεν λάβαμε ακόμη τον Χριστό ή τη σφραγίδα του και δεν διακρίνουμε τα προαναφερθέντα σημεία μέσα μας, αλλά αντίθετα μάλλον ζει μέσα μας ο δόλιος κόσμος και εμείς ζούμε δυστυχώς σ’ αυτόν, νομίζοντας ότι τα πρόσκαιρα είναι κάτι σπουδαίο, και υποκύπτουμε στις θλίψεις και στενοχωρούμαστε για τις ζημίες και ευφραινόμαστε, αλλοίμονο πόση ζημία, αλλοίμονο ποιά άγνοια και σκότιση, αλλοίμονο πόση ταλαιπωρία και αναισθησία, από τα οποία κυριαρχούμαστε και από τα οποία αποσπόμαστε προς τα γήινα.
Είμαστε πραγματικά ελεεινοί και πανάθλιοι και ξένοι προς την αιώνια ζωή και τη βασιλεία των ουρανών, μη έχοντας αποκτήσει μέσα μας τον Χριστό, αλλ’ έχοντας μέσα μας τον κόσμο ζωντανό, αφού μέσα σ’ αυτόν ζούμε και τα γήινα σκεπτόμαστε.
Αυτός όμως που βρίσκεται σ’ αυτήν την κατάσταση είναι πραγματικός εχθρός του Θεού· διότι το πάθος για τον κόσμο αποτελεί έχθρα για τον Θεό, όπως λέγει ο θείος απόστολος· «μην αγαπάτε τον κόσμο ούτε τα του κόσμου», διότι κανείς δεν μπορεί να δουλεύει στον Θεό και να ζει κατά τον κοσμικό άνθρωπο, επειδή όλα τα εγκόσμια είναι εμπόδια της αγάπης και ευαρεστήσεως προς τον Θεό.
Πραγματικά ποιος, που αγαπά τη δόξα και την τιμή από ανθρώπους, θα θεωρήσει ποτέ τον εαυτό του τελευταίο και ευτελέστερο όλων, και θα γίνει ταπεινός πνευματικά ή συντριμμένος στην καρδιά ή θα μπορέσει γενικά ποτέ να πενθήσει; Ποιος, που αγαπά τον πλούτο και είναι κυριαρχημένος από φιλαργυρία και φιλοκτημοσυνη, θα γίνει ελεήμων και συμπαθής, και δεν θα είναι αγριότερος και σκληρότερος από κάθε θηρίο;
Ποιος που κυριαρχείται από κενοδοξία και κατέχεται από αλαζονεία, θ’ απαλλαγεί ποτέ από φθόνο και ζήλεια; Αυτός πάλι που κάμπτεται και από τα πάθη της σάρκας και κυλιέται στο βόρβορο των ηδονών, πότε θα γίνει καθαρός στην καρδιά ή πότε και πώς θα δει τον Θεό που τον δημιούργησε;
Πώς επίσης θα είναι ειρηνοποιός όποιος αποξένωσε τον εαυτό του από τον Θεό και δεν ακούει εκείνον που λέει, «πρεσβεύουμε υπέρ του Χριστού, αφού ο Θεός συμβουλεύει μέσω ημών συμφιλιωθείτε με τον Θεό»;
Διότι ο καθένας που με την παράβαση των εντολών ανθίσταται και πολεμά τον Θεό, αυτός, ακόμη και αν κάνει όλους να ειρηνεύουν μεταξύ τους, είναι εχθρός του Θεού, επειδή και αυτό που κάνει, συμφιλιώνοντας αυτούς μεταξύ τους, δεν το κάνει όπως αρέσει στον Θεό.
Διότι, αφού είναι αυτός πρώτος εχθρός του εαυτού του και του Θεού, γίνονται εχθροί του Θεού και όσοι ειρηνεύουν μέσω τέτοιων ανθρώπων.
Οπωσδήποτε δηλαδή ο εχθρικά διακείμενος προς κάποιον δεν γνωρίζει να συμβουλεύει σωστά άλλους τα πιστευτά και αρεστά στον εχθρό και να τους διδάσκει να εκτελούν τα θελήματα εκείνου, επειδή το γεγονός και μόνο ότι ζει αποχωρισμένος από αυτόν του γίνεται αιτία άγνοιας των επιθυμιών εκείνου, και όχι μόνο αυτό, αλλά επειδή διάκειται προς αυτόν με εμπάθεια και απέχθεια και έχει διαρκώς το μέλημα να βαδίζει ενάντια προς τα θελήματα εκείνου, δημιουργεί κάποια συνήθεια, ώστε, και αν κάποτε θελήσει αυτός να διδάξει άλλους τα τελούμενα προς λατρεία εκείνου, να μη μπορεί εύκολα.

«Εάν ανομίας παρατηρήσης Κύριε, Κύριε, τις υποστήσεται;»



«Αν Κύριε, εξετάσης τις ανομίες μας, ποιος θα μπορέση να σταθή μπροστά σου;». Για να μη λέγη λοιπόν κάποιος ότι, επειδή είμαι αμαρτωλός και γεμάτος από αμέτρητα κακά, δεν μπορώ να προσέλθω και να προσευχηθώ και να παρακαλώ τον Θεό, αφαιρώντας την δικαιολογία αυτή λέγει: «Αν εξετάσης τις ανομίες μας Κύριε, Κύριε, ποιος θα μπορέση να 
σταθή μπροστά σου;»; Το «ποιος», εδώ σημαίνει κανένας. Διότι δεν είναι δυνατό, δεν μπορεί κανένας ποτέ να επιτύχη την ευσπλαχνία και φιλανθρωπία του Θεού, αν εξετασθούν με λεπτομέρεια οι ευθύνες των πράξεών του.
Και αυτά τα λέγω όχι για να οδηγήσω τις ψυχές σας σε αδιαφορία, αλλά για να παρηγορήσω εκείνους που πέφτουν σε απόγνωσι. Διότι ποιος θα μπορέση να καυχηθή ότι έχει αγνή καρδιά; ή ποιος θα έχη το θάρρος να πη ότι είναι καθαρός από αμαρτίες; 
Και γιατί αναφέρω τους άλλους; Διότι και αν ακόμη παρουσιάσω στη μέση τον Παύλο και θελήσω να κάνω ακριβή εξέτασι των πράξεών του, δεν θα μπορέση να σταθή απέναντί Του. Πράγματι, τι θα μπορούσε να πη; Μελέτησε προφήτες με πολύ ζήλο˙ υπήρξε ζηλωτής των 
πατρώων παραδόσεων, είδε να γίνωνται θαύματα, και όμως εξακολουθούσε να καταδιώκη την Εκκλησία˙ και δεν μεταστράφηκε παρά μόνον όταν είδε εκείνο το παράξενο όραμα 
και άκουσε εκείνη τη φρικτή φωνή˙ πριν από αυτό όμως όλα τα ανακάτωνε και τα συνέχεε. Αλλ’ όμως παραβλέποντας ο Θεός όλα εκείνα, και τον προσκάλεσε και τον έκανε άξιο 
μεγάλης χάριτος. 
Τι συνέβη πάλι με τον κορυφαίο εκείνον, τον Πέτρο; δεν τον έλεγξε, όταν μετά από αμέτρητα σημεία και θαύματα και τόσο μεγάλη παραίνεσι και συμβουλή, έπεσε στο φοβερό 
εκείνο παράπτωμα; Αλλ’ όμως και εκείνο το παρέβλεψε και τον κατέστησε πρώτο ανάμεσα στους αποστόλους. Γι’ αυτό και έλεγε: «Σίμων, Σίμων, ο σατανάς θέλησε να σας κοσκινήση σαν το σιτάρι, εγώ όμως προσευχήθηκα για σένα, ώστε να μη σε εγκαταλείψη η πίστις σου» ( Λουκ. 22, 31-33 ). Και μετά από αυτά, αν δεν έλθη να κρίνη τους ανθρώπους με ευσπλαχνία και φιλανθρωπία, αλλά κρίνη με ακρίβεια και λεπτομέρεια, οπωσδήποτε όλους θα μας βρη υπεύθυνους. Γι’ αυτό και ο Παύλος έλεγε: «Δεν αισθάνομαι καμμία ενοχή εναντίον του εαυτού μου, αλλά αυτό δεν με κάνει να θεωρώ τον εαυτού μου δικαιωμένο» (Α΄ Κορ. 4,4)

Μπροστὰ στὶς τσακισμένες ψυχὲς...

Μπροστὰ σ’ ἕνα μεγαλειῶδες ὅ­­­σο καὶ συγκινητικὸ θέαμα βρέθη­καν γιὰ ἀκόμη μία φορὰ οἱ ἅ­­­γι­­­­οι Ἀπόστολοι, Μαθητὲς τοῦ Σωτῆρος. Τὸ ἀ­­­ναφέρει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος, αὐ­τό­­πτης μάρτυς προφανῶς καὶ ὁ ­ἴδιος. Ὁ Κύριος, λέγει, πορευόταν, καὶ ὄχλοι πολλοὶ Τὸν ἀκολουθοῦσαν ἀναμένοντας τή θεία Του ἐνέργεια καὶ παρέμβαση στὰ ποικίλα τους προβλήματα. Ἄρρωστοι μὲ διάφορες ἀσθένειες πλησίαζαν τὸν θεῖο Λυτρωτὴ γιὰ νὰ τοὺς χαρίσει τὴν ἴαση.

Καὶ Ἐκεῖνος δὲν περιφρονοῦσε κανέναν. Τὰ σπλάχνα Του πάντοτε κινοῦνταν γιὰ ὅλους τοὺς «κακῶς ἔχοντας». Ἔτσι κι ἐδῶ «ἐθεράπευσεν αὐτοὺς πάντας». Σὲ ὅλους χάριζε τὴν ἰαματική Του δύναμη καὶ τοὺς ἔκανε καλά, τὸν καθένα ἀπὸ τὸ νόσημα ποὺ τὸν ταλαιπωροῦσε.
Καὶ ὄχι μόνο αὐτό. Παράλληλα τοὺς παρήγγειλε μὲ ἔντονο τρόπο νὰ μὴν Τὸν φανερώσουν σὲ ἄλλους· νὰ μὴ γνωστοποιήσουν τὰ καταπληκτικά Του ἐκεῖνα θαύ­ματα. «Καὶ ἐπετίμησεν αὐτοῖς ἵνα μὴ φα­­νερὸν ποιήσωσιν αὐτόν»(Ματθ. ιβ΄ 15-16).
Συγκινεῖται ὁ Εὐαγγελιστὴς ἀπὸ τὸν τρό­­­­πο αὐτὸ τοῦ Κυρίου, τὴν ἄμετρη εὐ­­­­­­σπλαχνία καὶ συμπάθεια πρὸς τοὺς ἀν­­θρώπους καὶ συνάμα τὸ βάθος τῆς ταπεινώ­σεώς Του, καὶ ἀμέσως ἐνθυμεῖται μία προφητεία ποὺ 750 χρόνια πρὶν εἶχε ἐκφωνήσει γιὰ τὸν Χριστὸ ἐκ στόματος τοῦ Θεοῦ Πατρὸς ὁ προφήτης Ἡσαΐας: 
«Ἰδοὺ ὁ παῖς μου, ὃν ᾑρέτισα, ὁ ἀγαπητός μου, εἰς ὃν εὐδόκησεν ἡ ψυχή μου». Νά τος ὁ ἀπεσταλμένος μου, ὁ ἀγαπητὸς Υἱός μου, τὸν Ὁποῖο ἐγὼ ἐξέλεξα γιὰ τὸ ἔργο τὸ μεσσιακὸ καὶ ἡ ψυχή μου ἀναπαύθηκε ἐπάνω Του. 
«...Οὐκ ἐρίσει οὐδὲ κραυγάσει, οὐδὲ ἀ­­­κούσει τις ἐν ταῖς πλατείαις τὴν φωνὴν αὐ­­τοῦ» (στίχ. 18-19). Δὲν θὰ φιλονικήσει, οὔτε θὰ βγάλει ἀπὸ τὸ στόμα Του παρά­φορες κραυγές, οὔτε ποτὲ κανεὶς θὰ ἀκούσει τὴ φωνή Του στὶς πλατεῖες. Δὲν θὰ ἐμφανισθεῖ δηλαδὴ μπροστὰ στὸν κόσμο ὡς δημαγωγός, προσπαθώντας μὲ φωνὲς καὶ ἐπιχειρήματα, μὲ βία καὶ δόλο, μὲ ἐγκλήσεις καὶ ἀν­­­τεγκλήσεις νὰ ἐπιβληθεῖ καὶ νὰ κυρι­αρχήσει ἐπάνω στοὺς ἀνθρώπους.
Ὄχι. Δὲν θὰ εἶναι ὁ δικός μου Υἱός, ὁ Μεσ­σίας καὶ Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου, σὰν τοὺς ἀνθρώπους τῆς γῆς, τοὺς ­μεγάλους καὶ ἐπιφανεῖς, ἄρχοντες καὶ ­σατράπες. Ἄλ­λη ἡ τακτική Του. ­Διαφορετικὴ ἐντελῶς, ἀντίθετη ἀπὸ τοὺς ἡγέτες τοῦ ­μάταιου αὐ­τοῦ κόσμου. Ἡ δική Του ἐργασία θὰ εἶ­ναι στὸ κάθε πρόσωπο ­ξεχωριστά. ­Ἥσυχα, ἀθόρυβα, ἰδιαίτερα. Ἀπολύτως προσω­πικά. Μὲ ἀπέραντο σεβασμὸ καὶ τιμὴ καὶ ἐπιμέλεια στὸν καθένα ἰδιαιτέρως. Καὶ ἀ­­­­­­κόμα πιὸ πολὺ στοὺς ἀδύναμους, τοὺς παν­τοιοτρόπως ταλαιπωρημένους, τραυματισμένους, ἐξουθενημέ­νους. 
«Κάλαμον συντετριμμένον οὐ ­κατεάξει καὶ λίνον τυφόμενον οὐ σβέσει»(στίχ. 20). Καλάμι τσακισμένο δὲν θὰ τὸ σπάσει, καὶ φιτίλι ποὺ καπνίζει δὲν θὰ τὸ σβήσει. Ψυχὲς δηλαδὴ ποὺ μοιάζουν μὲ τσακισμένα καλάμια ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν θλίψεων τῆς ζωῆς δὲν θὰ τὶς συντρίψει. Καὶ καρδιὲς στὶς ὁποῖες τὸ φῶς ἔχει ἐπικίνδυνα λιγοστέψει δὲν θὰ τὶς σβήσει, δὲν θὰ τὶς ἐκμηδενίσει. Θὰ πλησιάσει ὁ Υἱὸς ὁ ἀγαπητός μου κάθε πρόσωπο γιὰ νὰ τὸ ὑπηρετήσει, νὰ τὸ διακονήσει στὴν ἀνάγκη του, τὸν πόνο του, τὴν κάκωσή του. Νὰ τὸ θεραπεύσει. Γεμάτος ἔλεος. Γεμάτος σπλάχνα οἰκτιρμῶν, φιλανθρωπία. Ἥσυχα, ἀθόρυβα, ταπεινά.
Καὶ θὰ κινηθεῖ ἔτσι μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, καταλήγει ἡ προφητεία, «ἕως ἂν ἐκ­βάλῃ εἰς νῖκος τὴν κρίσιν» (ὅ.π.)· ­μέχρις ὅτου ἀναδείξει τὴν ἀλήθεια καὶ τὸ νόμο Του, σύμφωνα μὲ τὸν ὁποῖο θὰ κριθεῖ ὁ­­­­λόκληρος ὁ κόσμος, νικητὴ μέσα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων, ὥστε ὅλοι νὰ θε­λήσουν νὰ ζήσουν σύμφωνα μὲ αὐτόν. Γι’ αὐτὸ καὶ «τῷ ὀνόματι αὐτοῦ ἔθνη ἐλ­πιοῦσι» (στίχ. 21). Τὰ ἔθνη καὶ οἱ λαοὶ τῆς γῆς σ’ Αὐτὸν τελικὰ θὰ στρέψουν τὰ μάτια καὶ τὶς ἐλπίδες τους. 
«Κάλαμον συντετριμμένον οὐ ­κατεάξει».
«Παραφωνία» εἶναι τὸ τσακισμένο καλάμι μέσα σ’ ἕναν καλαμιώνα μὲ ­στητά, ὡραῖα, σὰν λαμπάδες ­ὀρθωμένα ­καλάμια. Παραφωνία. Χαλάει τὸ ­θέαμα, τὸ ­τοπίο. Καὶ ἄχρηστο πιά. Δὲν μπορεῖς νὰ τὸ χρησιμοποιήσεις γιὰ νὰ ­στηρίξεις ἄλλα φυτά, κηπευτικά, σ’ ἕναν κῆπο μέσα. Πῶς νὰ γίνει στήριγμα, τὴ στιγμὴ ποὺ τὸ ἴδιο εἶναι σπασμένο... Ἄχρηστο λοιπόν. Τίποτε ἄλ­λο παρὰ κόψιμο καὶ στὴ φωτιά. Ἐκεῖ εἶ­­­ναι ὁ προορισμός του.
Αὐτὰ γιὰ μᾶς. Γιὰ τὸν Κύριο ὄχι.
Αὐτὸς γι’ αὐτὸ ἦρθε στὴ γῆ. Γιὰ νὰ συν­αντήσει τὰ σπασμένα καλάμια, τὶς τσακισμένες ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴ ­θλίψη ψυ­χὲς καὶ νὰ σκύψει ἐπάνω τους. Νὰ σκύ­­ψει, νὰ γονατίσει μπροστά τους γιὰ νὰ τὶς ἐπιμεληθεῖ. Νὰ ­προσηλώσει τὸ ­βλέμ­μα Του στὸ τραῦμα τους, νὰ ­ἀσχοληθεῖ μὲ τὴν πληγή τους, νὰ τὴ φροντίσει, νὰ τὴ δέσει, νὰ τὴ στηρίξει, νὰ τὴν ἐπουλώσει, νὰ τὴ θεραπεύσει μὲ τὴν ἰαματική Του φροντίδα καὶ ἐπιμέλεια.
Ὁ Κύριος!... Τί στοργή, τί σεβασμὸς εἶ­­ναι αὐτὸς ποὺ δείχνει μπροστὰ στὸν πλη­γωμένο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ­ἄνθρωπο! Ἐ­­­πανειλημμένως τὸ εἶχε ὁ Ἴδιος ­διακηρύξει μὲ διαφορετικὰ κάθε φορὰ λόγια: «Οὐ χρεί­αν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλ’ οἱ κακῶς ἔχοντες· οὐκ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν» (Μάρκ. β΄ 17). Καὶ πάλι: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. ια΄ 28). Καὶ ἄλλοτε τὴν προφητεία τοῦ Ἡσαΐα: «...ἰάσασθαι τοὺς συντετριμμένους τὴν καρ­­δίαν» (Λουκ. δ΄ 18). Καὶ μὲ τὴν παρα­βολὴ τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτη τὸν Ἑαυτό Του εἰ­­κόνιζε: «...καὶ προσελθὼν ­κατέδησε τὰ τραύματα αὐτοῦ ἐπιχέων ἔλαιον καὶ οἶ­­­­νον» (Λουκ. ι΄ 34). Ὅλα γιὰ τὴ ­σωτηρία τοῦ πληγωμένου, τοῦ ­τραυματισμένου, τοῦ τσακισμένου ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἀνθρώπου! 
«Κάλαμον συντετριμμένον οὐ κατεάξει».
Πῶς λοιπὸν εἶναι δυνατὸν νὰ θρηνῶ ἀκόμα ἐπάνω στὰ συντρίμμια μου, στὰ σκορπισμένα κομμάτια τῆς ψυχῆς μου, τὰ θρυμματισμένα σπαράγματα τῆς καρδιᾶς μου; Πῶς μπορῶ ἀκόμα νὰ πενθῶ γιὰ τὴ διάλυση ποὺ μοῦ προξένησε ἡ ἁμαρτία; Ἀφοῦ τέτοιον ἰατρὸ διαθέτω δίπλα μου; Τόσο στοργικὸ θεράποντα καὶ ἐπιμελητή μου;
Τί περιμένω ἀκόμα καὶ δὲν προστρέχω στὴν ἁγία Του ἀγκάλη γιὰ νὰ βρῶ τὴ θεραπεία μου, τὴν ἀνακούφιση στὸ ἄλγος μου; Τὴν ἑνότητα στὴ διχασμένη ὕπαρξή μου; Τὴ βέβαιη σωτηρία μου;

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

Ο Ι Ε Σ Τ Α Υ Ρ Ω Μ Ε Ν Ο Ι


« καί ὅς οὐ λαμβάνει τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος.»
(Ματθ. ι΄ 38)

Τό κάθε μέλος τῆς Ἐκκλησίας, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ἀποτελεῖ ἕναν ἐσταυρωμένο. Kάποιοι ἴσως ἀδυνατοῦν νά ἀντικρύσουν μιά τέτοια εἰκόνα, δειλιοῦν ἐνώπιον αὐτῆς τῆς τοποθετήσεως καί στρέφουν τό πρόσωπο ἀλλοῦ, ὅταν εὑρεθοῦν ἀντιμέτωποι μέ παρόμοιες καταστάσεις. Ὅσοι ὅμως ἀνοίγουν καλά τά αὐτιά τους στό κάλεσμα, τό ὁποῖο ἀπευθύνει ὁ θεῖος Λυτρωτής, τόν ἀκοῦν νά λέγει: «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ, καί ἀκολουθείτω μοι.» (Μαρκ. η΄ 34) Ὁταν ὁ Κύριος καλεῖ τούς ἀνθρώπους νά τόν ἀκολουθήσουν, τούς πληροφορεῖ ἐξ ἀρχῆς ὅτι θά πρέπει, ὡς ἄλλοι Κυρηναῖοι, νά κουβαλήσουν τό δικό τους σταυρό μέχρι τό Γολγοθᾶ τους. Ἡ ἀπόφαση εἶναι καθαρά δική τους καί αὐτοί εἶναι ἐλεύθεροι νά ἀκολουθήσουν τό δρόμο τοῦ Κυρίου ἤ νά τόν ἀποφύγουν. Ἔτσι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος προβαίνει στήν ἀπόφαση νά συνταχθεῖ μέ ὅσους ἀκολουθοῦν τόν Κύριο, γνωρίζει ὅτι τόν ἀναμένει ὁ δικός του σταυρός. Ἡ ζωή τῶν πιστῶν δοκιμάζεται «ὡς χρυσός ἐν χωνευτηρίῳ». Τό μετάλλευμα τοῦ χρυσοῦ, ὡς γνωστόν, μέσα στή δυνατή φωτιά τοῦ καμινιοῦ λειώνει καί ξεχωρίζει ἀπό τίς διάφορες ἄχρηστες οὐσίες. Ἀφοῦ, λοιπόν, ξεχωρίσει καί συγκεντρωθεῖ σέ ἕνα μέρος, τότε ἀποβαίνει κατάλληλο γιά χρήση καί παράλληλα ἀποκτᾶ μεγάλη ἀξία. Μέ τόν ἴδιο τρόπο ὁ Θεός δοκιμάζει τούς δικούς του, ἐπιτρέποντας νά τούς βροῦν διάφορες δοκιμασίες ὥστε νά ἐλευθερωθοῦν ἀπό τίς ποικίλες ἀδυναμίες καί τά πολλά ἐλαττώματα, τά ὁποῖα τούς κατατρύχουν καί νά ἐξαγνισθοῦν. Οἱ Ἅγιοι Πάντες καί φίλοι τοῦ Θεοῦ, τούς ὁποίους ἡ Ἐκκλησία σήμερα τιμᾶ καί προβάλλει, διῆλθαν τό στάδιο αὐτῆς τῆς ἐφημέρου ζωῆς ὡς ἐσταυρωμένοι, δηλαδή ὡς νεκροί μέσα στόν κόσμο. Ὑπῆρξαν νεκροί, ὡς πρός τό κοσμικό φρόνημα καί τά δελεάσματα τῆς πολυκέφαλης ἁμαρτίας καί γενικά τά πράγματα τοῦ κόσμου τούτου. Βεβαίως αὐτοί ὑπέστησαν, μέχρι νά δεχθοῦν τό ἁμαράντινο στεφάνι τῆς δόξης, πολλές δοκιμασίες, πόνους, στερήσεις, θλίψεις, διωγμούς καί παθήματα. Ὅλα, ὅμως, αὐτά τά θεώρησαν σκύβαλα (σκουπίδια) καί τίποτε δέν μπόρεσε νά τούς χωρίσει ἀπό τήν ἀγάπη πρός τό Νυμφίο τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ψυχῆς τους, τόν Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ θεῖος Παῦλος λέγει: «τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. θλῖψις ἤ στενοχωρία ἤ διωγμός ἤ λιμός ἤ γυμνότης ἤ κίνδυνος ἤ μάχαιρα;» (Ρωμ. η΄ 35) Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι ὁ κλῆρος τῶν πιστῶν δέν εἶναι ἕνας ἀνθόσπαρτος περίπατος. Ἀντίθετα ἀποτελεῖ μιά πορεία μετ’ ἐμποδίων. Γιά τοῦτο καί «ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται» (Ματθ. ι΄ 22). Δυστυχῶς κάποιοι ἀγνοοῦν αὐτήν τή μοναδική ἀλήθεια, ὡς πρός τήν οὐσία καί τό βάθος τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Ἔτσι ὅταν τούς βροῦν δεινά καί περιπέτειες στό διάβα τῆς ζωῆς τους, ἀντί νά ἐνσκύψουν στόν ἐσωτερικό τους κόσμο, νά τόν μελετήσουν καί νά διορθωθοῦν, πολλές φορές στρέφονται ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καί ἐναντίον τῶν συνανθρώπων τους. Ὁ θεῖος Παῦλος λέγει: «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι μοι Ἰησοῦ Χριστῷ». (Φιλ. δ΄ 13) Ἄν οἱ πιστοί ἔμεναν ἀβοήθητοι ἀπό τόν Κύριο, θά ἀδυνατοῦσαν νά σηκώσουν τό σταυρό τους. Ὁ Κύριος, ὅμως, γνωρίζει ὅτι οἱ ἄνθρωποι εἴμεθα ἀδύνατοι, γιά τοῦτο δέν ἐπιτρέπει νά πειρασθοῦμε πέραν τῶν δυνάμεών μας. Ὁ θεῖος Παῦλος λέγει: «πιστός δέ ὁ Θεός, ὅς οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπέρ ὅ δύνασθε, ἀλλά ποιήσει σύν τῷ πειρασμῷ καί τήν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑμᾶς ὑπενεγκεῖν». (Α΄ Κορ. ι΄ 13) Ἀφοῦ ἐκεῖνος ἐπιτρέπει τόν πειρασμό, ταυτόχρονα παρέχει καί τούς τρόπους νά ἀντιμετωπισθεῖ καί νά ξεπερασθεῖ. Κύριε, μέγα Σου τό ἔλεος. Δόξα σόι!

Είναι εύκολο να δείχνεις τους άλλους για ενόχους και τον εαυτό σου πάντα δίκαιο!

Πρόσεξε, διότι μπορεί να χαρακτηριστείς «υποκριτής» από τον Θεό. Έκανες έλεγχο στον εαυτό σου αν τηρείς εσύ τις προϋποθέσεις που επιθυμείς για τους άλλους.
Πρέπει αυτό που ζητάς από τους άλλους να το τηρείς πρώτα εσύ! Χρειάζεται ταπεινοφροσύνη, πραότητα, εγκράτεια και πολλές αρετές Θεού, για να είσαι σε θέση να διορθώνεις τους άλλους. Μη σηκώνεις «εύκολα» το δάχτυλο για να δείξεις τους άλλους ενόχους και ελλιπείς! Είναι καλό που τους θέλεις αγίους, αλλά μην τους σκανδαλίζεις με την υποκρισία σου!
1) Κατέβασε το δάχτυλο, πάψε να δείχνεις τους άλλους! (Ησαΐας 58:9)
2) Δες τον Θεό που δείχνει εσένα! (Ρωμαίους 3:23, Ιάκωβος 3;2)
3) Άκουσε τον Θεό που δείχνει το «δοκάρι» στα μάτια σου! (Ματθαίος 7:3)
4) Ο Θεός θέλει πρώτα εσύ να καθαριστείς! (Ματθαίος 7:5)
5) Μη ψάχνεις σε ποιον θα δείξεις με το δάχτυλο, γιατί χαρακτηρίζεσαι υποκριτής! (Λουκάς 6:42)
6) Έχεις την πραότητα που αρμόζεις σε άνθρωπο του Θεού! (2 Τιμοθέου 2:25)
7) Έχεις την ταπεινοφροσύνη που αρμόζει σε άνθρωπο του Θεού! (Πράξεις 20:19, Εφεσίους 4:2)
8) Έχεις την αγάπη που αρμόζει σε άνθρωπο του Θεού! (1 Κορινθίους 13:4-8, 16:14)
9) Συμπεριφέρεσαι καθώς πρέπει σε αγίους! (Εφεσίους 5:3)
10) Είσαι έτοιμος να κλάψεις παρά να κρίνεις! (2 Κορινθίους 2:4, Πράξεις 20:31)
11) Είσαι έτοιμος να αγωνιστείς στην προσευχή, με τον άνθρωπο που θέλεις να δείξεις με το δάχτυλο! (Κολοσσαείς 4:12)
12) Είσαι έτοιμος να συναγωνιστείς με τον άνθρωπο που θέλεις να δείξεις με το δάχτυλο! (Φιλιππησίους 1:27, Ρωμαίους 15:30)
13) Είσαι έτοιμος να πέσεις στα γόνατα με προσευχή, παρά να δείχνεις με το δάχτυλο! (Πράξεις 20:36, 21:5)
14) Μάθε το «αλλήλων τα βάρη βαστάζετε», παρά να δείχνεις με το δάχτυλο «ενόχους»! (Γαλάτας 6:2)


Γιατί η Ορθοδοξία επιλέγει την έρημο;

Η έρημος είναι συνήθως ο σκηνικός χώρος της απουσίας της ζωής. Είναι μια περιοχή υπαρξιακής σιωπής. Μια διάσταση σιωπηλού μυστηρίου.

Αλλά το γεγονός τούτο δεν σημαίνει πως η έρημος, σαν υπαρξιακή βίωση, είναι πάντοτε μια έννοια αντίθετη προς την έννοια της ζωής. Κάθε άλλο!

Η έρημος, μέσα στα πλαίσια της ζωής της Εκκλησίας, είναι μια διάσταση αυθεντικής ευαγγελικής ζωής. Μέσα στην ιστορία, αλλά και στο όλο έργο της σωτηρίας του ανθρώπου, η έρημος, σαν περιοχή πνευματικής εμπειρίας, είναι η πλέον αυθεντική ευαγγελική παρουσία ζωής. Το Ευαγγέλιον, σαν μήνυμα σωτηρίας, εξαγγέλλεται πρώτα – πρώτα από την έρημο.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής κηρύσσει προδρομικά μέσα στην έρημο το μήνυμα του Ευαγγελίου του Χριστού. Ό,τι έπειτα θα διδάξη ο Κύριος, το κηρύσσει ο Ιωάννης με πέντε βαρυσήμαντες λέξεις. «Εν δε ταις ημέραις εκείναις παραγίνεται Ιωάννης ο Βαπτιστής κηρύσσων εν τη ερήμω της Ιουδαίας και λέγων. μετανοείτε ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών. Ούτος γαρ έστιν ο ρηθείς υπό Ησαΐου του προφήτου λέγοντος. φωνή βοώντος εν τη ερήμω, ετοιμάσατε την οδόν Κυρίου, ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού»(Ματθ. 3,1-3).

Ο Ιωάννης προετοιμάζει τον ερχομό του Κυρίου και κηρύσσει συνοπτικά τις διαστάσεις του λυτρωτικού του έργου. «Εγώ μεν βαπτίζω υμάς εν ύδατι εις μετάνοιαν. ο δε οπίσω μου ερχόμενος ισχυρότερός μου ε­στίν, ου ουκ ειμή ικανός τα υποδήματα βαστάσαι. αυτός υμάς βαπτίσει εν Πνεύματι Αγίω και πυρί» (Ματθ. 3,11). Το προδρομικό αυτό έργο του Ιωάννου καθαγιάζεται και επικυρώνεται από τον εν Τριάδι Θεόν στο γεγονός της βαπτίσεως του Κυρίου. Η έρημος καταξιώνεται, σαν χώρος της ευαγγελικής ζωής, με τη ζωντανή παρουσία του Τριαδικού Θεού. Στην έρημο για πρώτη φορά παρουσιάζεται και αποκαλύπτεται ο Θεός με τα τρία πρόσωπα. Αυτό δεν είναι μόνο μια ιδιαίτερη τιμή στον πνευματικό χώρο της ερήμου αλλά και μια τυπολογική προαγγελία του υπαρξιακού μυστηρίου του θείου Έρωτος μέσα στην ασκητική πατερική έρημο.

Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήτο αναμφίβολα μια ασκητική φυσιογνωμία. «Αυτός δε ο Ιωάννης είχε το ένδυμα αυτού από τριχών καμήλου και ζώνην δερματίνην περί την οσφύν αυτού, η δε τροφή αυτού ην ακρίδες και μέλι άγριον» (Ματθ. 3,4). Αυτό σημαίνει πως ο Ιωάννης ήτο συγχρόνως και πρόδρομος αλλά και «υπόσχεσις» όλων των αγίων ασκητών της χριστιανικής πατερικής ερήμου. Όλη η εμπειρία της χριστιανικής πατερικής ερήμου, οι ματωμένοι ιδρώτες της, τα καυστικά δάκρυά της, οι ακοίμητες προσευχές της και όλα τα άλλα ασκητικά αγωνίσματα συμπυκνώνονται προκαταβολικά μέσα σε όλο το πνευματικό βάθος της ασκητικής φυσιογνωμίας του Ιωάννου του Βαπτιστού. Ο Ιωάννης είναι υπόσχεση του ασκητικού μεγαλείου της Εκκλησίας του Χριστού, που θα ακτινοβολήση σε λίγο στην έρημο.

Κι έπειτα, όταν ο Κύριος δίδη εις τον Ιωάννην τον τίτλον του «μείζονος εν γεννητοίς», δίδει τα πνευματικά πρωτεία στις μεγάλες μορφές της ασκητικής ερήμου, που με την πνευματική τους ακτινοβολία θα καταυγάζουν έως της συντελείας του αιώνος το πνεύμα του πληρώματος της Εκκλησίας.

Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι το βασικό έργο του Ιωάννου ήτο να αφυπνίση τις συνειδήσεις των ακουόντων το κήρυγμά του. Το κήρυγμα αυτό, κήρυγμα μετανοίας, εσκόπευε κατ’ ευθείαν στη συνειδητοποίηση και εξαγόρευση της ενοχής τους. «Τότε εξεπορεύετο προς αυτόν Ιεροσόλυμα και πάσα Ιουδαία και πάσα η περίχωρος του Ιορδάνου, και εβαπτίζοντο εν τω Ιορδάνη υπ’ αυτού εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών» (Ματθ. 3,5-6). Το έργο της ασκήσεως, σε πρώτο πλάνο, είναι ακριβώς έργο πνευματικής αφυπνίσεως και συγκλονιστικού και εξουθενωτικού διαλόγου με την προσωπική ενοχή.

Πράγματι! Μόνο μέσα στην έρημο και μόνο από το στόμα μιας τόσο γιγαντιαίας ασκητικής φυσιογνωμίας θα ήτο δυνατόν να ακουσθή το λυτρωτικό μήνυμα «μετανοείτε». Έτσι το ασκητικό πλαίσιο της ερήμου γίνεται ο πνευματικός χώρος που συντελείται προδρομικά η εξαγόρευση της προσωπικής ενοχής.

Εξ άλλου η έρημος παρουσιάζεται μέσα στο Ευαγγέλιο σαν ένας πνευματικός χώρος με εσχατολογικές διαστάσεις που πλαισιώνουν τον θρίαμβο του Κυρίου επί του Σατανά. «Τότε ο Ιησούς ανήχθη εις την έρημον υπό του Πνεύματος πειρασθήναι υπό του διαβόλου» (Ματθ. 4,1). Ο μελλοντικός θρίαμβος του αποκαλυπτικού Ιησού επί του «πλανώντος την οικουμένην» προδιατυπούται στον «ασκητικό» θρίαμβό Του επί του Σατανά μέσα στο σκηνικό χώρο της ερήμου. «Τότε αφίησιν αυτόν ο διάβολος, και ιδού άγγελοι προσήλθον και διηκόνουν αυτώ» (Ματθ. 4,11). Με τον θρίαμβο αυτόν αποδεικνύεται πράγματι ο Κύριος «ισχυρότερος» του Ιωάννου, αφού συντρίβει τις προσβολές του Σατανά και εξουδετερώνει και εδώ τυπολογικά τις μεθοδείες του. Άλλωστε ο θρίαμβος αυτός του Κυρίου είναι συγχρόνως η «σπερματική δύναμη» του ερημικού ασκητικού θριάμβου. Χάρη και στην προϋπόθεση αυτή ο ερημικός ασκητισμός θα συν­τρίψη πανηγυρικά τους «δαιμονιώδεις λογισμούς» και θα εξουδετερώση αποτελεσματικά τα τεχνάσματα «των αιγυπτίων, ήγουν των δαιμόνων».

Η περίοπτη αυτή θέση της ερήμου μεταξύ των βασικών και ανεπαναλήπτων ιστορικά σταθμών του λυτρωτικού έργου του Κυρίου πρέπει να εκτιμηθή ιδιαίτερα από τον «κοινωνικό» ή «εγκόσμιο» χριστιανό. Γιατί ασφαλώς η δυναμική αυτή παρουσία της ερήμου στους αφετηριακούς σταθμούς της λυτρωτικής παρουσίας του Κυρίου ούτε τυχαία ημπορεί να είναι ούτε χωρίς ιδιαίτερο νόημα. Αντίθετα. πρέπει να παραδεχθούμε πως η πολυδύναμη αυτή συνεργία του σκηνικού χώρου της ερήμου, μέσα στην «καρδιά» του «πληρώματος του χρόνου» (Γαλ. 4,4), με τη προαγγελτική λυτρωτική δράση του Ιωάννου και την «εισαγωγική» δυναμική παρουσία του Κυρίου, πρέπει να κρύβη ένα δυνατό αλλά και «υποχρεωτικό» νόημα. Ίσως μάλιστα θα ημπορούσε κανείς να ισχυριστή πως χωρίς μια πνευματική «ανακεφαλαίωση» όλων αυτών των δραματικών λυτρωτικών γεγονότων της ερήμου, μέσα στο βάθος της προσωπικότητος του «κοινωνικού» χριστιανού, ο τελευταίος δεν θα ημπορούσε να επιδείξη αυθεντικά διαπιστευτήρια αληθινού πνευματικού αγωνιστού.

Η εμπειρία της ασκητικής ερήμου πρέπει να είναι εξάπαντος μια μυστική εσωτερική διάσταση του αυθεντικού χριστιανού. Αυτό το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα ύστερα από μια προσεκτική εμβάθυνση στο νόημα της δυναμικής παρουσίας της ερήμου στις πρώτες σελίδες του λυτρωτικού έργου του Κυρίου.

ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΟΡΝΑΡΑΚΗ – ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΡΗΜΙΚΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΟΣ

Ἀπόκριση πρός τόν ἀδελφό πού ἔπεσε σέ πολλή λύπη καί ἀθυμία

Ἀδελφέ Ἀνδρέα, εἴθε νά μήν ἐπιτρέψει ὁ φιλάνθρωπος Θεός μας στό μισόκαλο ἐχθρό νά σπείρει μέσα σου τή λύπη καί τήν ἀθυμία, τήν ὁποία ἐκεῖνος φέρνει στίς ψυχές, γιά νά μή σέ ὁδηγήσει σέ ἀπόγνωση, σχετικά μέ ὅσα ὑποσχέθηκε ὁ Θεός, ὁ εὐλογητός, διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σέ σένα τόν ἀγαπητό, ἀλλά νά ἀνοίξει τήν καρδιά σου νά κατανοήσεις τίς Γραφές, ὅπως ἄνοιξε τήν καρδιά τῶν μαθητῶν, πού ἦταν μαζί μέ τόν Κλεόπα (Λουκ. 24, 32).
Νά κατανοήσεις δηλαδή, γιατί ὁ Θεός, μετά τίς ὑποσχέσεις πού ἔδωσε στόν ἅγιο Πατριάρχη Ἀβραάμ, πάλι ἐπέτρεπε ὥστε αὐτός νά δοκιμάζεται (Γεν. 22, 1). Διότι λέει: Καί μετά ἀπ᾿ αὐτά τά λόγια, δηλαδή τίς ὑποσχέσεις πού ἔδωσε σ᾿ αὐτόν, τό φίλο Του – πού Τοῦ πρόσφερε μιά τόση μεγάλη θυσία, ὁ ὁποῖος δέν ἦταν πρέπον νά πάθει κανένα κακό καί πού γιά τήν πίστη του τή μεγάλη τόν θεώρησε δίκαιο (Γεν. 15, 6), (Ρωμ. 4, 3) – αὐτόν τόν τόσο σπουδαῖο καί μεγάλο, τόν ἄφησε νά πέσει σέ πειρασμό. Καί τόν ἄφησε γιά νά δοκιμαστεῖ, ἀκριβῶς γιά νά κατασταθοῦν ἀναπολόγητες οἱ δυνάμεις τοῦ σκότους καί νά εἶναι παράδειγμα καί πρότυπο στούς πιστούς, ὅτι “μέ πολλές θλίψεις πρόκειται νά μποῦν στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ” (Πράξ. 14, 22) καί...
“μέ τήν ὑπομονή τους θά σώσουν τίς ψυχές τους” (Λουκ. 21, 19), “εὐχαριστώντας γιά τό καθετί τό Θεό” (Α’ Θεσ. 5, 18).

Μαζί μέ αὐτά, φέρε στό νοῦ σου καί τόν ἅγιο ᾿Ιώβ, τό γνήσιο φίλο τοῦ Θεοῦ, “τόν ἀληθινό, τόν ἄμεμπτο καί δίκαιο, τό θεοσεβή, πού ἀπεῖχε ἀπό κάθε πονηρό πράγμα” (᾿Ιώβ 1, 1). Αὐτόν πού δέν ἔπρεπε νά πάθει κανένα κακό, καί αὐτόν τόν παρέδωσε νά πειραστεῖ, γιά νά δοκιμαστεῖ ἡ ἀρετή του· καί ἀγωνίστηκε τόσο, μέχρι σημείου πού ἄφησε καταντροπιασμένους καί ἀναπολόγητους τούς ἐχθρούς καί τούς κατηγόρους του, καθώς τούς ἔλεγχε μέ τή ζωή του.

Φέρε ἀκόμη στό νοῦ σου, γιά νά στηριχθεῖ ἡ πίστη σου, “τόν ἀρχηγό τῆς σωτηρίας μας καί τελειωτή ᾿Ιησοῦ” (Ἑβρ. 12, 2), “ὁ ῾Οποῖος μᾶς λύτρωσε ἀπό τήν ἀρχαία κατάρα” (Γαλ. 3, 13). Πῶς δηλαδή, ἀφοῦ ἔφθασε στήν ὥρα τοῦ Σταυροῦ, γιά νά μᾶς ὑποδείξει ὁδό ὑπομονῆς καί σωτηρίας, ἔλεγε: “Πάτερ, ἄν εἶναι δυνατόν, ἄς μήν πιῶ αὐτό τό ποτήρι· ὅμως ἄς γίνει τό δικό Σου θέλημα καί ὄχι τό δικό μου” (Ματθ. 26, 39). Καί αὐτό τό ἔκανε γιά μᾶς, ᾿Εκεῖνος πού ἐπιτίμησε τόν Πέτρο ὅταν τοῦ εἶπε: “῾Ο Θεός φυλάξοι σε, Κύριε, νά μή σοῦ συμβεῖ κάτι τέτοιο”! (Ματθ. 16, 22). Καί τό ἔκανε ἐπειδή ἦταν ἕτοιμος καί εἶχε καταθέσει τήν προαίρεσή Του στό νά πάθει γιά τή σωτηρία μας. ᾿Αλλά, χάριν τῆς ἀδυναμίας μας, δέχτηκε προσευχόμενος στή Γεθσημανή νά πιεῖ τό ποτήρι τοῦ θανάτου, γιά νά μήν ἀπογοητευόμαστε ὅταν προσευχόμαστε, ἔστω καί ἄν πρός τό παρόν, πρός δοκιμή μας, δέν εἰσακούεται ἡ προσευχή μας.

῎Ας προσπαθήσουμε λοιπόν νά κάνουμε μιά βαθιά μελέτη πάνω στήν οὐσία καί στή σημασία τῶν Παθῶν τοῦ Σωτήρα μας, πού ἔγινε ἄνθρωπος γιά χάρη μας. Καί ἄς ὑπομείνουμε μαζί μ᾿ Αὐτόν τούς ὀνειδισμούς, τά στίγματα, τήν ἐξουθένωση, τήν περιφρόνηση, τόν ἐμπτυσμό, τήν ὕβρη ἀπό τή χλαμύδα, τήν διαπόμπευσή Του μέ τό ἀγκάθινο στεφάνι, τό ξύδι μέ τή χολή, τήν ὀδύνη ἀπό τό μπήξιμο τῶν καρφιῶν, τό κέντημα τῆς λόγχης καί τό νερό καί τό αἷμα. Καί ἀσφαλῶς τότε θά αἰσθανθεῖς μεγάλη ἀνακούφιση στίς δικές σου ὀδύνες. Νά εἶσαι δέ βέβαιος ὅτι ὅλος αὐτός ὁ κόπος σου δέν θά πάει χαμένος. Σέ ἄφησε νά ὑποφέρεις ἕνα μικρό κόπο, γιά νά μήν βρεθεῖς ἐκείνη τήν ἡμέρα (τῆς κρίσεως), ἀμέτοχος τῶν καρπῶν πού θά βλέπεις νά βαστάζουν οἱ ῞Αγιοι, οἱ ὁποῖοι θά καυχῶνται γιά τούς καρπούς τῆς ὑπομονῆς τῶν θλίψεών τους. ᾿Επίσης γιά νά γίνεις συγκοινωνός τῶν ῾Αγίων καί τοῦ ᾿Ιησοῦ, ἔχοντας παρρησία ἐνώπιόν Του μαζί μέ τούς ῾Αγίους.

Μήν ἀφήνεις νά σέ κυριεύσει ἡ λύπη, δέ σέ ξέχασε ὁ Θεός, ἀλλά φροντίζει γιά σένα ὡς γνήσιο Του υἱό καί ὄχι ὡς νόθο. Θά στέκεσαι καλῶς ἄν προσέχεις τόν ἑαυτό σου μέ πολλή νήψη. Νά μήν ξεχάσεις τό φόβο καί τήν εὐχαριστία πρός τό Θεό. Καί θά εἶσαι μακάριος, ἄν πράγματι ἔγινες καί ξένος καί φτωχός, διότι αὐτοί εἶναι πού θά κληρονομήσουν τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γίνε ἀνδρεῖος καί δυνατός ἐν Κυρίῳ.
῞Οπως βλέπεις, δέν κουράζομαι νά σοῦ λέω τά ἴδια καί τά ἴδια, τά ὁποῖα εὔχομαι νά σοῦ τά χαρίσει ὁ Κύριος.
Κάνε εὐχή καί γιά μένα.

Ἀπό: «Ἀββᾶ Βαρσανουφίου καί Ἰωάννου, Κείμενα Διακριτικά καί Ἡσυχαστικά», 
τόμ. Α’ ἐκδ. «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ». 
Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα

Γιατὶ ὁ ἄνθρωπος φεύγει ἀπὸ τὸν Θεό;

Καταπληκτικό κείμενο που εξηγεί με πολύ ωραίο και απλό τρόπο, τις αιτίες της απομάκρυνσης του ανθρώπου από τον Θεό. Αξίζει οπωσδήποτε να το διαβάσετε.
Fulton Sheen 
(Καθηγητής Ψυχολογίας)


Κανένας, ποτέ, δέν ἀπομακρύνθηκε ἀπό τόν Θεό ἐπειδή θέλησε νά γίνει καλύτερος!

Κανένας, ποτέ, δέν ἔφυγε ἀπό τήν ἐκκλησία, ἐπειδή δυσκολευόταν νά κατανοήσει τό πιστεύω της!

Μέ ἄλλα λόγια, ὁ ἄνθρωπος ποτέ δέν ξεκόβει ἀπό τήν ἐκκλησία καί ἀπό τόν Θεό γιά κάποια λογική αἰτία· γιά κάτι τό καλύτερο, τό πνευματικότερο, τό ἁγιώτερο.

Τότε, γιατί φεύγει; γιατί ξεκόβει; γιατί ἀπομακρύνεται; Ἁπλά γιατί ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ τόν «στενεύει». Καί ἔτσι προτιμάει κάτι «ἄλλο»!

Ὁ Χριστός στήν παραβολή τοῦ μεγάλου Δείπνου ἀναφέρει τρεῖς αἰτίες, τρεῖς λόγους πού κάνουν τόν ἄνθρωπο νά γυρίζει τήν πλάτη του στόν Θεό: τόν ἐγωισμό, τά ἐγκόσμια, τό sex.

Στήν παραβολή τοῦ μεγάλου Δείπνου:

• ὁ πρῶτος προσκεκλημένος ἀρνήθηκε τήν πρόσκληση τοῦ Ἄρχοντα γιά τό Βασιλικό Δεῖπνο, γιατί, λέει, εἶχε ἀγοράσει χωράφι·

• ὁ δεύτερος, γιατί ἤθελε νά δοκιμάσει τά πέντε ζευγάρια βόδια· καί

• ὁ τρίτος, ἐπειδή παντρεύτηκε.

Σέ πρώτη ματιά, ἄν τά ἰδεῖ κανείς αὐτά (τίς δικαιολογίες) δέν βρίσκει σ᾽ αὐτές κάτι τό μεμπτό. Τότε γιατί ὁ Κύριος εἶπε: «κανένας ἀπό αὐτούς δέν θά γευθῆ τό Δεῖπνο μου» (Λουκᾶ 14, 24); Ποῦ ἦταν τό λάθος τους; Σέ τί ἔσφαλαν; Ἁπλούστατα ἔκαμαν λάθος ἀξιολόγηγη· λάθος ἱεράρχηση· λάθος ἐκτίμηση. Ἔδωσαν προτεραιότητα σέ ὑλικά καί δευτερεύοντα· καί ὄχι στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί στήν σωτηρία τῆς ψυχῆς τους.

Ἡ πρώτη αἰτία, πού ὁδηγεῖ τήν ψυχή μακριά ἀπό τόν Θεό εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια. Ὅταν τό ἐγώ τοῦ ἀνθρώπου γεμίζει ἀπό αὐτάρκεια καί αὐταρέσκεια καί πιστεύει ὅτι τά ξέρει ὅλα· καί ὅτι δέν ἔχει ἀνάγκη διδασκαλίας ἀπό κανένα· οὔτε ἀπό τόν Θεό! Ἡ ὑπερηφάνεια συνήθως εἶναι ἕνα φαινόμενο πού παρατηρεῖται ἀνάμεσα σέ ἀνθρώπους, πού ἡ λίγη γνώση πού ἀπέκτησαν, μπαίνει σέ ἄδειο κεφάλι, καί ἐνεργεῖ ὅπως τό κρασί σέ ἄδειο στομάχι!

Δεύτερη αἰτία εἶναι τά ἐγκόσμια-τά ὑλικά. Ἡ ψυχή ἀπορροφᾶται τόσο πολύ μέ τίς δραστηριότητες, τίς ἡδονές, τήν προσωρινή ἀσφάλεια… πού ὁ Θεός θεωρεῖται πιά σάν μιά περιττή, παραπανίσια, εὐλάβεια. Ἡ ζωή τέτοιων ἀνθρώπων καταντάει τόσο ἐξωστρεφής πού ἡ πνευματική ζωή (ἡ ζωή τοῦ ἔσω ἀνθρώπου) πιά ἀφανίζεται καί οὐσιαστικά ἐκμηδενίζεται! Σ᾽ αὐτήν τήν κατηγορία ἀνήκουν οἱ πολιτικοί· οἱ κοινωνικά ἀναρριχώμενοι (ἐκεῖνοι πού κυνηγᾶνε τά ἀξιώματα)· καί φεύγουν ἀπό τήν ἐκκλησία γιατί τάχα μέ τόν σταυρό δέν μπορεῖς νά πᾶς μπροστά.

Καί τρίτη αἰτία εἶναι ἡ σάρκα· τό sex· ὅταν ἡ αἰσθησιακή ἐμπειρία ἔχει προβάδισμα ἔναντι τοῦ πνεύματος. Τότε ἡ θυσία γίνεται ὅλο καί πιό ἐνοχλητική· καί τό σῶμα καταντάει ἀντικείμενο λατρείας. Καί ἡ ἄσχημη ζωή ὁδηγεῖ σέ ἄρνηση τοῦ Θεοῦ.

Ὅμως τό κακό δέν σταματάει ἐδῶ! Συνεχίζεται!

Καί ἔρχεται τό ἑπόμενο βῆμα…

Γιά νά δικαιολογήσει τήν ἀπομάκρυνσή του ἀπό τόν Θεό, ὁ ἄνθρωπος, στρέφεται ἐναντίον τῆς διδασκαλίας τῆς ἐκκλησίας! Θά τόν ἀκούσεις νά λέει: Ἐγώ δέν πιστεύω στήν ἐξομολόγηση! Καί θέλει νά πεῖ: Ναί, τό παραδέχομαι ζῶ στήν ἁμαρτία, μά ἐπειδή δέν θέλω νά τήν διακόψω, θά καλύψω τήν ἐνοχή μου μέ ἕνα λογικοφανές κάλυμμα πολεμώντας τό φάρμακο! Καί ὅταν εἰρωνεύεται ἐκείνους πού πιστεύουν στήν ὕπαρξη τῆς κόλασης καί τούς χαρακτηρίζει ἠλίθιους, στήν πραγματικότητα εἶναι σάν νά λέει: γνωρίζω πολύ καλά πώς ὅ,τι σπείρω θά θερίσω· καί ἐπειδή θερίζω γιά τόν ἑαυτό μου κακό, κλῆρος μου θά εἶναι ἡ κόλαση. Μά, ἡ σκέψη αὐτή, ἐπειδή μέ τρομάζει, ὁ μόνος τρόπος γιά νά ἔχω «ἥσυχη» τήν συνείδησή μου εἶναι νά ἀρνηθῶ τήν ὕπαρξή της (τῆς κόλασης)!

Γι᾽ αὐτό, ἀδελφοί:

Ἄς προσέχωμε:

• Ἐκεῖνος πού δέν ἔχει τό θάρρος νά ἰδεῖ τήν πραγματικότητα – τίς ἀληθινές αἰτίες πού τόν ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό – θά καταφεύγει συνεχῶς στό καμουφλάρισμά τους καί στήν δικαίωσή του!

Ἄς μή ξεχνᾶμε:

• Ἡ μόνη διαφορά ἀνάμεσα σέ ἕνα ὀρθολογιστή καθηγητή πανεπιστημίου καί ἕνα πνευματικά καθυστερημένο, εἶναι ὅτι, ἀπό τόν πρῶτο θά ἀκούσεις πιό «παράλογες» δικαιολογίες!

Ὁ «πιστὸς κτίστης»

Ποιὸς εἶναι ὁ «πιστὸς κτίστης»; Δὲν πρόκειται γιὰ ­κάποιον ἄν­θρω­πο, γιὰ κάποιον εὐσεβὴ οἰ­κοδόμο. Ὁ «πιστὸς ­κτί­στης» ποὺ ἐννοεῖται ἐδῶ εἶναι ὁ ­ἀληθινὸς Θεός. Ἔτσι Τὸν ὀνομάζει ὁ ἀπόστολος ­Πέ­τρος. Ὁ ἅγιος Ἀπόστολος­ ­παρηγορεῖ χριστια­­νοὺς ποὺ δοκίμαζαν ­ποικίλες θλίψεις λόγῳ τῆς πίστεώς τους, καὶ τοὺς ἀπευθύνει τὴν ἑξῆς σύσταση: «Ὥστε καὶ οἱ πάσχοντες κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὡς πιστῷ κτίστῃ παρατιθέσθωσαν τὰς ψυχὰς αὐτῶν ἐν ἀγαθοποιΐᾳ» (Α´ Πέτρ. δ´ 19). Ἄρα λοιπὸν κι αὐτοὶ ποὺ τώρα ὑποφέρουν, ἐπειδὴ ἔτσι τὸ θέλει ὁ Θεός, ἂς ἐμπιστεύονται κι ἂς παραθέτουν τὶς ψυχές τους σ᾿ Αὐτόν· κι ἂς ἔχουν τὴ βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεός, ὡς Δημιουργός τους ποὺ εἶναι, εἶναι ἄξιος τῆς ἐμπιστοσύνης τους καὶ ἔχει ἀπεριόριστη δύναμη νὰ τοὺς προστατεύσει. Αὐτοὶ μόνο νὰ φροντίζουν νὰ κάνουν τὸ καλὸ καὶ νὰ γίνονται εὐεργετικοί.
Ἂς ἐμπιστευόμαστε τὴν ψυχή μας καὶ τὴ ζωή μας στὸ Θεό, γράφει ὁ ἀπόστολος Πέτρος, ὡς πρὸς «πιστὸν κτίστην», διότι εἶναι ἀξιόπιστος Δημιουργός. Τί σημαίνει αὐτό;
Ἂς θυμηθοῦμε πρῶτα τί σημαί­νει αὐ­τὸ στὴν καθημερινή μας ζωή. Λέμε ὅτι κά­ποιος ­(πρόσωπο ἢ ἑταιρεία) εἶναι ἀξιόπιστος κατασκευαστής, ὅταν ὁτιδήποτε κατασκευά­­ζει εἶναι πο­λὺ καλῆς ποιότητος καὶ ­ἐκπληρώνει τὸν σκοπὸ γιὰ τὸν ὁποῖο κατα­σκευά­στηκε, ἔτσι ὥστε νὰ ­«διαφημίζει» τὸν κατα­σκευαστή του. Ὡστόσο ­κα­νένα ­παράδειγμα ἀπὸ τὴ δημιουργία δὲν εἶναι ­δυνατὸν νὰ ἀ­­­ποδώσει ἀκριβῶς καὶ τελείως ὅ,τι ἰ­­­­­­­σχύ­ει μὲ τὸν Θεό. Ὁ Θεὸς εἶναι πάνω καὶ πέρα ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα, καὶ τίποτε δὲν μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ Ἐκεῖνον.
Ἔτσι, τὸ ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀξιόπιστος Δημιουργὸς σημαίνει πολὺ περισσότερα. Σημαίνει πὼς ὅ,τι ἔχει δημιουργήσει, εἶναι θεϊκό! Δηλαδὴ συνιστᾶ τὸν ­κατασκευαστή του, τὸν Δημιουργό του. Ἔχει τὴ σφραγίδα τῆς τελειότητος τοῦ Δημιουργοῦ του. Μπορεῖ νὰ δια­­κρί­νει κανεὶς στὸ δημιούργημα γνωρίσματα τοῦ Δημιουργοῦ του, τὴν παντοδυναμία Του, τὴν ­πανσοφία Του, τὴν ἀγαθότητά Του. Σημαίνει ὅτι ὁ Θεὸς δημιούργησε τὴν κτίση ­ἐλεύθερα καὶ ἀπὸ ἄπειρη ἀγάπη. «Καὶ εἶδεν ὁ Θεός, ὅτι καλόν», σημειώνει ἡ Ἁγία Γραφή (Γεν. α´ 8). Μετὰ τὴ δημιουργία τοῦ κάθε δημιουργήματός Του τὸ ἀγκάλιαζε μὲ τὸ βλέμμα Του – ἀνθρωποπαθὴς ἡ ἔκφραση – σὰν ἕνας καλλιτέχνης ποὺ χαίρεται τὸ καλλιτέχνημά του μετὰ ἀπὸ πολὺ ἐπιμελὴ ἐργασία. Δὲν ὑπάρχει καμιὰ ἀτέλεια στὴ δημιουργική Του ἐνέργεια, καμιὰ βιασύνη, προχειρότητα ἢ ἀδιαφορία· δὲν ­ὑπάρχει ἀκόμη τίποτε ἄστοχο ἢ ἐλαττωματικό. Τὰ ­δημιουργήματά Του ὡς κατασκευὲς εἶναι θαυμαστά, ὡ­­ραῖα, λειτουργικά, ἀλλὰ καὶ ἔχουν ἕναν πολὺ ὑψηλὸ προορισμό, ἀν­τάξιο Ἐκείνου ποὺ τὰ δημιούργησε. Καὶ ἔ­χουν ὅλα τὰ ἐφόδια ὥστε νὰ τὸν ἐπιτύχουν.
Τὸ ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀξιόπιστος Δη­μι­ουρ­γὸς σημαίνει ἀκόμη ὅτι δὲν ἔχει ἐγκαταλείψει τὰ δημιουργήματά Του με­τὰ τὴ δημιουργία τους, ἀλλὰ ­προνοεῖ γι᾿ αὐ­τά. Τὰ συγκρατεῖ στὴν ­ὕπαρξη. Γνωρίζει ὅ­­­λες τὶς ἀνάγκες τους καὶ ­φροντίζει γιὰ τὴν ἱκανοποίησή τους. Καὶ οἰ­κονομεῖ ἔ­­­τσι τὰ πρά­γματα, ὥστε, ἂν θέλουν, νὰ μπο­­­ροῦν νὰ ἐπιτύχουν τὴν εὐτυχία καὶ κα­­τ­αξίωσή τους.
Ὁ Θεὸς ἀποδείχθηκε ἀξιόπιστος Δημιουργὸς κατεξοχὴν μὲ τὴν ἐν Χριστῷ οἰκονομία. Ὁ διάβολος παρέσυρε τὸν ἄνθρωπο στὴν ἁμαρτία καὶ τὸν θάνατο, τὸν ἀπογύμνωσε ἀπὸ τὶς δωρεὲς τοῦ Θεοῦ, τὸν τραυμάτισε βαριά, ὥστε δὲν μποροῦσε νὰ ἐπιτύχει τὸν ὑψηλὸ προορισμό του, νὰ γίνει θεός. Τότε φάνηκε ὅτι ἀκυρώθηκε τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ὅτι ἀπέτυχε τρόπον τινὰ ὁ Θεὸς ὡς Δημιουργός, διότι τὸ πλάσμα Του, ὁ ἄνθρωπος, ζοῦσε πλέον στὴ δυστυχία χωρὶς ἐλπίδα λυτρώσεως. Καὶ ὅμως ὁ Θεὸς φρόντισε γιὰ τὸ κατεστραμμένο δημιούργημά Του. Ἔγινε ὁ Ἴδιος ἄνθρωπος καὶ μὲ τὸ ἀπολυτρωτικό Του ἔργο θεράπευσε τὸν ἄνθρωπο. Προκειμένου γιὰ τὰ ἀνθρώπινα, ἕνα κατεστραμμένο προϊὸν πολλὲς φορὲς εἶναι δυνατὸν νὰ ἐπισκευασθεῖ, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ ἕνα καινούργιο, ποὺ δὲν ἔχει ταλαιπωρηθεῖ καὶ δὲν ἔχει ὑποστεῖ καμιὰ βλάβη. Ὁ Θεὸς ἀντίθετα μπόρεσε τὸ πλάσμα Του, τὸν ἄνθρωπο, νὰ τὸν ἀποκαταστήσει μετὰ τὴν ἔκπτωσή του ὄχι ἁπλῶς στὴν πρώτη του ὡραιότητα καὶ στὸ πρῶτο του ὕψος, ἀλλὰ σὲ ἀκόμη μεγαλύτερο, νὰ τοῦ χαρίσει ὑψηλότερο Παράδεισο! Τί θαυμαστὸς ποὺ εἶναι ὁ Θεός μας! Ἀποδείχθηκε ἐξαίσιος, πάνσοφος Δημιουργὸς ὄχι μόνο μὲ τὴ δημι­ουργία ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἀναδημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, πολὺ περισσότερο μὲ αὐτήν.
Ὁ Κύριος λοιπὸν εἶναι ὁ Δημιουργός μας, ἀξιόπιστος Δημιουργός. Αὐτὸ ­δίνει πολὺ αἰσιόδοξη προοπτικὴ στὴ ζωή μας. Γιὰ μᾶς τοὺς πιστοὺς ­«ὑπάρχω» ση­­­μαίνει «ἔχω μιὰ θέση στὴν ­ἀγάπη τοῦ Θεοῦ»· καὶ «εἶμαι πλάσμα τοῦ Θε­­οῦ» ση­­­­μαίνει «ἔχω δικαίωμα στὴν ­εὐτυχία, καὶ δυνατότητα στὴν ­εὐτυχία». Ὅλα ὑ­­­­­­­­­­­­­­πηρετοῦν τὴν εὐτυχία μας, καὶ τὰ ­θλι­βε­ρά, κατεξ­οχὴν αὐτά· γιατὶ ὅλα βρί­σκονται στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, τοῦ ­«πιστοῦ ­κτίστου», στὸν Ὁποῖον ­ἀξίζει νὰ ἐμπιστευ­θοῦμε τὴ ζωή μας, καὶ δὲν θὰ διαψευ­σθοῦμε· ὑπὸ ἕναν ὅρο ὅμως: «ἐν ἀγα­θο­ποιΐᾳ», ­προσθέτει ὁ ἀπόστολος Πέτρος. Δηλαδὴ νὰ ἀσκοῦμε τὴν ἀγάπη, νὰ εἴμαστε εὐεργετικοὶ στὸν ­πλη­σίον, νὰ κάνουμε ὅ,τι ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἐ­­­μᾶς, ὥστε νὰ βρισκόμαστε σὲ ­κοινωνία μαζί Του. Καὶ τότε Ἐκεῖνος ποὺ μᾶς ἔδωσε τὴν ὕ­­­­­­παρξη θὰ μᾶς χαρίσει καὶ τὴν εὐ­τυχία.

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

Ο ρόλος μας‏...

Θα σου δώσω ένα παράδειγμα για να καταλάβεις: Φαντάσου μια πόλη με πεντακόσιους χιλιάδες κατοίκους που αμαρτάνουν και μένουν αμετανόητοι. Εκεί ζει κι ένας που προσεύχεται με συντριβή «υπέρ των δικών του αμαρτημάτων και των του λαού αγνοημάτων» και παρακαλεί το Θεό να μη τους τιμωρήσειαλλά να μακροθυμήσει και να τους οδηγήσει στη μετάνοια. Σε βεβαιώνω ότι για το χατίρι του ο Θεός δεν τιμωρεί τις πεντακόσιες χιλιάδες!

Έτσι έγινε και με τον Μωυσή: Παρακάλεσε το Θεό να μη τιμωρήσει το λαό όταν έφτιαξαν και προσκυνούσαν το χρυσό μοσχάρι κι ο Θεός τον άκουσε. Αλλά και με τα Σόδομα: Ο Θεός κατέστρεψε την χώρα μόνο όταν έφυγε κι ο τελευταίος δίκαιος, ο Λωτ.
Η αγάπη των ανθρώπων του Θεού «πάντα στέγει», σκεπάζει δηλαδή τις ελλείψεις του άλλου και δεν τον ευτελίζει γι’ αυτές. Ψάχνει να βρει ελαφρυντικά. Κι όταν ακόμα δεν υπάρχουν, «κατασκευάζει» μερικά! Όπως ο Κύριος για τους σταυρωτές Του: «Πατέρα, συγχώρησέ τους, δεν ξέρουν τι κάνουν». Κι ο πρωτομάρτυρας Στέφανος: «Κύριε, μην τους υπολογίσεις αυτή την αμαρτία».
Αυτός είναι ο ρόλος μας μέσα στην κοινωνία: Όχι να καταδικάζουμε τους άλλους γύρω μας. Ούτε να δικαιολογούμε το κακό που συμβαίνει και πίσω απ’ αυτό τα λάθη, τις αδυναμίες και τα ελαττώματά μας. Αλλά καταδικάζοντας την αμαρτία, να δικαιολογούμε και να βρίσκουμε ελαφρυντικά για τον αμαρτωλό. Και να προσευχόμαστε για την σωτηρία του που περνά μέσα από την συναίσθηση, την μετάνοια, την εξομολόγηση, την διόρθωση και τον αγώνα για την αρετή.
Και μη ξεχνάς: Αν ο Θεός δεν καταστρέφει τον κόσμο μας είναι γιατί δεν έπαψαν να υπάρχουν ακόμα τέτοιοι άνθρωποι ανάμεσά μας. 
Μη "φεύγεις", λοιπόν, γιατί σε χρειαζόμαστε

Πρῶτα ὁ Θεός! «Ἐὰν ὁ Κύριος θελήσῃ, καὶ ζήσομεν καὶ ποιήσομεν τοῦτο ἢ ἐκεῖνο» (Ἰακ. δ΄ 15).

Πρῶτα ὁ Θεός!
Εἶναι ἔμφυτο στὸν ἄνθρωπο καὶ ἐν πολλοῖς φανερώνει ὑγιὴ ψυχικῶς χαρακτήρα τὸ νὰ σχεδι­ά­ζει, νὰ προγραμματίζει καὶ νὰ καταστρώνει σχέδια ποὺ ἀφοροῦν στὸ μέλλον του. Σχεδὸν ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς αὐτοσυνειδησίας του, ὄντας μικρὸ παιδάκι, ἐκδηλώνει διάφορες προθέσεις σχετικὰ μὲ τὶς προτιμήσεις του καὶ τὶς μελλοντικὲς ἐπιδιώξεις του. Οἱ νέοι πολὺ συχνὰ ὀνειροπολοῦν σχετικὰ μὲ τὸ αὔριο. Οἱ γονεῖς καταστρώνουν σχέδια σχετικὰ μὲ τὴ μόρφωση, τὴν ἀποκατάσταση καὶ τὴ μελλοντικὴ πορεία τῶν παιδιῶν τους. Ἀπὸ τὸ πιὸ μικρὸ ἕ­­­­­ως τὸ πιὸ μεγάλο ταξίδι τῆς ζωῆς οἱ ἄν­θρωποι χαράζουν πορεία, προϋπολογίζουν τὸν χρόνο, ταξινομοῦν τὶς παραμικρές τους κινήσεις.
Πόσες φορὲς ὅμως δὲν ­σχεδιάσαμε πράγματα, δὲν καταστρώσαμε ­σχέδια, δὲν προϋπολογίσαμε κινήσεις ποὺ τελικὰ ματαιώθηκαν καὶ ναυάγησαν; Πο­λὺ ὀρθὰ ὁ θυμόσοφος λαός μας λέει: «Λογαριάσαμε χωρὶς τὸν ξενοδόχο». Ποὺ σημαίνει ὅτι ὑπολογίσαμε τὴ διαμονή μας σὲ κάποιο ξενοδοχεῖο χωρὶς τὴ συνεννόηση καὶ τὴ συγ­κατάθεση τοῦ ξενοδόχου. Καὶ ­ξαφνικὰ διαπιστώσαμε ὅτι τὸ ξενοδοχεῖο ἦταν κλειστὸ ἢ ἦταν γεμάτο.

Δὲν ἐξαρτῶνται στὴ ζωή μας ὅλα ἀπὸ ἐμᾶς. Ἀντίθετα, ὅλα ἐξαρτῶνται τελικῶς ἀπὸ τὸν Θεό. Πολὺ ὡραῖα τὸ σημειώνει ὁ Ἀδελφόθεος Ἰάκωβος: «Ἐὰν ὁ Κύριος θελήσῃ, καὶ ζήσομεν καὶ ποιήσομεν τοῦτο ἢ ἐκεῖνο» (Ἰακ. δ΄ 15). Ἂν ὁ Θεὸς ἐπιτρέψει πρωτίστως νὰ βρισκόμαστε στὴ ζωὴ καὶ ἂν Ἐκεῖνος θελήσει καὶ ἐπιτρέψει, θὰ κάνουμε αὐτὸ ἢ τὸ ἄλλο.
Δὲν εἴμαστε ἀπόλυτοι κύριοι τῆς ζω­ῆς μας. Δὲν μποροῦμε νὰ ­στηριζόμαστε μονάχα στὴ δική μας κρίση, στὴ δική μας ἐκτίμηση καὶ στὸ δικό μας σχεδιασμό. Πολὺ περισσότερο στὶς ἱκανότητές μας καὶ στὰ χρήματά μας. «Ἄλλαι μὲν βουλαὶ ἀνθρώπων, ἄλλα δὲ Θεὸς κελεύει», ἔλεγαν πολὺ σωστὰ οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας. Δηλαδή, πολλὲς φορὲς ἄλλες εἶναι οἱ ἐπιθυμίες καὶ οἱ ἐπιδιώξεις τῶν ἄνθρώπων, ἐντελῶς ὅμως διαφορετικὲς εἶναι οἱ προσταγὲς τοῦ Θεοῦ. Καὶ βλέπει κανεὶς τότε οἱ ἄνθρωποι ὄχι ἁπλῶς νὰ ἀπογοητεύονται, ἀλλὰ νὰ σαστίζουν κάποτε. Νὰ μελαγχολοῦν. Νὰ τὰ χάνουν καὶ νὰ ἀπελπίζονται.
Πόσο διαφορετικὰ σκέπτεται καὶ σχεδιάζει ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος, ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ! Καταστρώνει κι αὐτὸς τὰ σχέδιά του. Ποθεῖ κι αὐτὸς νὰ δημιουργήσει στὴ ζωή του. Ἐξαρτᾶ ὅμως τὰ πάντα στὴ ζωή του ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τίποτε δὲν προγραμματίζει νὰ κάνει, ἐὰν πρῶτα δὲν σκεφθεῖ καὶ δὲν πεῖ: «πρῶτα ὁ Θεός!». «Ἂν θέλει ὁ Θεός!». Ἡ ζωή του, ἡ οἰκογένειά του, ἡ ἐργασία του, τά πάντα τίθενται κάτω ἀπὸ τὴν εὐλογία καὶ τὴν καθοδήγηση τοῦ Κυρίου. Καὶ δὲν προτάσσει αὐτὰ τὰ λόγια τυπικὰ ἢ ἀπὸ συνήθεια, ἀλλὰ ἀπὸ ἐσωτερικὸ πόθο νὰ ὑποτάσσονται τὰ πάντα ὁλόψυχα στὸν Κυβερνήτη τοῦ παντός.
Ὅταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος βρέθηκε στὴν Ἔφεσο καὶ οἱ ἐκεῖ χριστιανοὶ τὸν παρακάλεσαν νὰ μείνει περισσότερο κοντά τους, δὲν ἀνταποκρίθηκε στὴν παράκλησή τους. Τοὺς ἀποχαιρέτησε καὶ τοὺς εἶπε ὅτι θὰ ἔπρεπε μὲ κάθε τρόπο νὰ βρεθεῖ στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ τὴν ἐπικείμενη ἑορτή, καὶ τοὺς ὑποσχέθηκε: «Πάλιν ἀνακάμψω πρὸς ὑμᾶς τοῦ Θεοῦ θέλοντος» (Πράξ. ιη΄ [18] 21). Θὰ ἐπιστρέψω πάλι κοντά σας, ἐὰν θέλει ὁ Θεός.
Παρόμοια ἂς σκεπτόμαστε καὶ ἂς ἐνεργοῦμε στὴ ζωή μας ὅλοι. Νὰ κάνουμε τὰ σχέδιά μας. Νὰ ἐκφράζουμε ἐλεύθερα τὴν ἐπιθυμία μας. Ἀφοῦ ὅμως εἴμαστε ἕτοιμοι, τὸν πρῶτο λόγο νὰ τὸν ἔχει ὁ Θεός. Νὰ πορευόμαστε μὲ εἰρήνη ψυχῆς, ἀκόμη κι ὅταν βλέπουμε τὰ σχέδιά μας νὰ μὴν εὐοδώνονται. Μὲ ταπείνωση καὶ αὐτοπαράδοση ἂς ἀφήνουμε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ νὰ ἐνεργεῖ τὰ πάντα στὴ ζωή μας. Καὶ τέτοια νὰ εἶναι ἡ προσευχή μας καὶ ἡ παράκλησή μας στὸν Κύριο: «Κύριε, γενηθήτω τὸ θέλημά σου».
Πρῶτα ὁ Θεός!
Αὐτὴ νὰ εἶναι καὶ ἡ καθημερινὴ ἐπιδίωξή μας: «ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα».

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

Ἔχουμε θεμέλια;

Στὸν ἐπίλογο τῆς «ἐπὶ τοῦ ὄ­­ρους ὁμιλίας» Του ὁ θεῖος Διδάσκαλος, ὁ Κύριός μας, μᾶς λέγει πὼς θὰ ἀναγνωρίσει ὡς δικούς Του ὄχι ὅσους ἀκοῦν τὴ διδασκαλία Του, ἀλλὰ ὅσους ἀγωνίζονται νὰ τὴν ἐφαρμόσουν. Καὶ μάλιστα τοὺς χαρακτηρίζει φρόνιμους καὶ συνετούς.
Γιὰ νὰ τονίσει τὴ σύνεσή τους, δίνει καὶ εἰκόνα σχετική. Λέγει: Ὅσοι ἐφαρμόζουν τοὺς λόγους μου, ­μοιάζουν μὲ ἄνθρωπο «ὅστις ­ᾠκοδόμησε τὴν οἰκίαν αὐτοῦ ἐπὶ τὴν πέτραν». Κι ὅταν ἦλθαν οἱ βροχές, οἱ πλημμύρες, οἱ ἄνε­μοι, τὸ σπίτι δὲν γκρεμίσθηκε, ἀλ­λὰ ἔ­­μεινε ἀ­­νέπαφο, σταθερό, διότι ἦ­­­­ταν κτισμένο πά­νω στὴν πέτρα.
Ἀντίθετα, συνεχίζει ὁ Κύριος, ὅποιος δὲν ἐφαρμόζει τοὺς λόγους μου μοιάζει μὲ ἄνθρωπο ἀσύνετο, «ὅστις ᾠκοδόμησε τὴν οἰκίαν αὐτοῦ ἐπὶ τὴν ἄμ­μον». Καὶ κατέβηκε ἡ βροχή, καὶ ἦλ­θαν τὰ ποτάμια καὶ φύσηξαν οἱ ­ἄνεμοι καὶ χτύπησαν τὴν οἰκία ἐκείνη, κι ἔπεσε. «Καὶ ἦν ἡ πτῶσις αὐτῆς ­μεγάλη» (Ματθ. ζ΄ 24-27).
Ζωντανὴ καὶ παραστατικὴ ἡ ­εἰκόνα. Οἱ λέξεις κρύβουν νοήματα βαθιά. Ἀξιο­θαύμαστος ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος, ὄχι μόνο ἐπειδὴ χτίζει οἰκία, ἀλλὰ διότι τὴ χτίζει πάνω στὴν πέτρα, σὲ σταθερὸ καὶ γερὸ θεμέλιο. 

Κι ὅταν ἡ βροχὴ χτυ­πᾶ ἀπὸ ψηλὰ τὸ σπίτι, τὰ ποτάμια ἀπὸ τὸ νερὸ τῆς βρο­χῆς ἀπειλοῦν τὴ βάση του, καὶ οἱ ἄ­­­νεμοι φυσομανοῦν γύρω-γύρω ἀπὸ τὸ σπίτι, αὐτὸ μένει σταθερό, ἄσειστο, για­τὶ ἔχει γερὰ θεμέλια, εἶ­ναι στηριγμένο ἐπάνω στὴν πέτρα.
Οἰκία εἶναι ὁλόκληρη ἡ ζωή μας, οἱ πόθοι, τὰ ὄνειρά μας ποὺ προσπαθοῦμε καθημερινὰ νὰ χτίσουμε.
Ἡ βροχή, τὸ ποτάμι, οἱ ἄνεμοι εἶναι οἱ μικρὲς ἢ μεγάλες ἀνθρώπινες συμφορές, οἱ ποικίλες δοκιμασίες, οἱ ἀδι­κί­ες, οἱ συκοφαντίες, οἱ ἐπιβουλές, ὁ θά­να­τος, οἱ πειρασμοὶ τοῦ Πονηροῦ, τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου, οἱ ἐπιθυμίες τῆς σάρκας. Ποιὰ ὅμως εἶναι ἡ ­πέτρα πάνω στὴν ὁποία θὰ πρέπει νὰ ­θεμε­λιώσουμε τὴ ζωή μας;
Ἡ πέτρα εἶναι ὁ Χριστός, ἡ ζωή Του καὶ ἡ διδασκαλία Του. Τὸ τονίζει χαρακτηριστικὰ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «Πέτρα ὀνομάζει ὁ Χριστὸς τὴν ἀσφάλεια τῆς διδασκαλίας Του. Διότι οἱ ἐντολές Του εἶναι ἰσχυρότερες καὶ ἀπὸ τὴν πέτρα καὶ μᾶς κάνουν ἀνθεκτικοὺς σὲ ὅλες τὶς τρικυμίες καὶ τοὺς κυματισμοὺς τῆς ζωῆς. Ὅποιος κρατάει σταθερὰ καὶ ἐφαρμόζει μὲ συνέπεια τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου, ὑπερνικάει ὄχι μόνο τὰ ἐμπόδια τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ κατατροπώνει καὶ αὐτοὺς τοὺς δαίμονες».
Ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι ἄμμος. Ἡ ἄμμος παρα­σύρεται εὔκολα, δὲν ἔχει καμιὰ ­σταθερότητα καὶ εὔκολα σκορπάει. Ἔτσι εἶναι τὸ χρῆμα, ἡ δόξα, οἱ διάφορες ἰδεολογίες, οἱ γήινες ἀπολαύσεις στὶς ὁποῖες στηρίζουν ­πολλοὶ ἐπάνω τους τὴ ζωή τους, τὴν ­εὐτυχία τους, τὸ μέλλον καὶ τὴν πρόοδό τους. Καὶ ὅταν ἔρχον­ται οἱ διάφορες ­δυσκολίες, ­ἀποδεικνύονται σαθρὰ αὐτὰ τὰ θεμέλια καὶ εὔκολα γκρεμίζονται τὰ οἰκοδομήματά τους. Τότε αἰσθά­νονται ἐγκαταλελειμμένοι, ­προδομένοι, ἀπογοητευ­μένοι.
Ἂς ἀναλογισθοῦμε λοιπόν: Ποῦ θεμελιώνουμε τὴ ζωή μας, τὴν πίστη μας; Ποῦ στηρίζεται τὸ οἰκοδόμημα τῆς ψυχῆς μας; ὁ πνευματικός μας ἀγώνας, ἡ καθημερινότητά μας; Σὲ ποιὸ θεμέλιο στηρίζουμε τὴν εὐτυχία μας, τὸ μέλλον τῶν παιδιῶν μας;
Ἡ κρίση τῆς ἐποχῆς μας ἀποδεικνύει πὼς ὅσοι θεμελίωσαν τὴ ζωὴ καὶ τὰ σχέδιά τους στὴν ἄμμο προδόθηκαν, καὶ οἱ ἐλπίδες τους διαψεύσθηκαν. Στέκονται ὄρθιοι μόνο ὅσοι μὲ πίστη στηρίζονται στὸ Χριστό, τὸν ἀσάλευτο Βράχο. Τὸ ἀσάλευτο θεμέλιο εἶναι ὁ Χριστός, οἱ λόγοι Του, ἡ ἀλήθειά Του.
Ἡ ἀντοχὴ ἑνὸς σπιτιοῦ βρίσκεται στὰ θεμέλιά του, λένε οἱ εἰδικοί, ἡ ἀξία τῆς ζωῆς μας φαίνεται ἀπὸ τὰ θεμέλια στὰ ὁποῖα στηριζόμαστε. Ἂν εἶναι ὁ Χριστός, τίποτε νὰ μὴ φοβόμαστε. Ἔχουμε σταθερό, γερό, ἀσφαλές, αἰώνιο θεμέλιο!

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

Ἡ ἀκλόνητη πίστη

Εἶναι πάρα πολὺ ἐντυπωσιακὸ τὸ περιστατικὸ τῆς «ξηρανθεί­σης συκῆς» (βλ. Μάρκ. ια΄ [11] 12-24). Ὁ Κύριος μὲ τοὺς μαθητές Του πήγαιναν ἀπὸ τὴ Βηθανία στὰ Ἱεροσόλυμα. Σὲ κάποιο σημεῖο τῆς διαδρομῆς εἶδαν μία συκιά, καὶ ὁ Κύριος τὴν πλησί­ασε μὲ τὴν προσδοκία ὅτι θὰ ἔβρισκε λίγα σύκα. Ἀλλὰ δὲν βρῆκε παρὰ μόνο φύλλα. Βεβαίως δὲν ἦ­­­ταν ἀ­­­κόμη ἡ ἐποχὴ ποὺ ὡριμάζουν τὰ σύκα, ἀλλʼ ἡ συγκεκριμένη συκιὰ δὲν εἶχε οὔτε κὰν ἄγουρα σύκα. Εἶχε μόνο φύλλα. Ὁ Κύριος, γιὰ νὰ διδάξει τοὺς μαθητές Του ποιὰ θὰ εἶναι ἡ τύχη κάθε ἀνθρώπου ἀκάρπου σὰν τὴ συκιά, ἀπευθύνθηκε πρὸς αὐτὴν καὶ τῆς εἶπε: «Μηκέτι ἐκ σοῦ εἰς τὸν αἰῶνα μηδεὶς καρπὸν φάγοι» (στίχ. 14)· νὰ μὴ φάει πλέον κανένας καρ­πὸ ἀπὸ σένα.
Ἀκριβῶς ἀπὸ τὸ ἴδιο σημεῖο τοῦ δρόμου πέρασαν καὶ τὴν ἑπόμενη μέρα. Ὁ Πέτρος μὲ ἔκπληξη παρατήρησε ὅτι ἡ συκιὰ εἶχε τελείως ξεραθεῖ. «Ραββί, ἴδε ἡ συκῆ ἣν κατηράσω ἐξήρανται», εἶπε στὸν Κύριο. Διδάσκαλε, ἡ συκιὰ ποὺ καταράστηκες, ξεράθηκε (στίχ. 21). Τότε ὁ Κύριος ἀπευθύνθηκε σὲ ὅλους τοὺς μαθητές Του καὶ τοὺς εἶπε: «Ἔχετε πίστιν Θεοῦ». Νὰ ἔχετε θερμὴ πίστη στὸ Θεό, χωρὶς δισταγμοὺς καὶ ἀμφιταλαντεύσεις. Ὅποιος ἀποκτήσει τέτοια ἀταλάντευτη πίστη, ἂν πεῖ στὸ βουνὸ αὐτό· «σήκω καὶ πέσε στὴ θάλασσα», ὄχι γιὰ νὰ κάνει ἐπίδειξη θαυματουργικῆς ­δυνάμεως, ἀλλὰ γιὰ σοβαρὴ ἀνάγκη, καὶ δὲν αἰσθανθεῖ δισταγμὸ καὶ ἀμφιβολία μέσα στὴν καρδιά του, ἀλλὰ πιστέψει ὅτι ἐκεῖνα ποὺ λέει γίνονται μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, θὰ τοῦ γίνει αὐτὸ ποὺ θὰ ζητήσει (στίχ. 22-23). 

Οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου μας «ἔχετε πίστιν Θεοῦ» μᾶς βοηθοῦν νὰ κατανοήσουμε ὅτι δὲν ­φθάνει ἁπλῶς νὰ παραδεχόμαστε τὴν ὕπαρξη τοῦ Θε­οῦ. Τέτοια πίστη ἔχουν καὶ τὰ δαιμόνια. Ἀλλὰ νὰ ἔχουμε ἀκλόνητη πεποίθηση στὴν ἄ­­­πειρη δύναμη τοῦ Θεοῦ, ἐμπιστοσύνη στὴν κραταιὰ προστασία Του.
Ποιὰ εἶναι τὰ γνωρίσματα αὐτῆς τῆς πίστεως;
Πρωτίστως δὲν ἔχει δισταγμοὺς καὶ ἀμφιταλαντεύσεις. Ὁ πατέρας τοῦ σεληνιαζόμενου νέου πῆγε στὸ Χριστὸ νὰ Τὸν παρακαλέσει γιὰ τὸ ἄρρωστο παιδί του ἀμφιταλαντευόμενος. Καὶ πίστευε καὶ δὲν πίστευε. Ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε: Νὰ ἐξετάσεις ἂν ἐσὺ μπορεῖς νὰ πιστέψεις καλύτερα. Δὲν ἤθελε νὰ θαυματουργεῖ, ὅπου ὑπῆρχε ταλαντευόμενη πίστη. Ζητοῦσε νὰ ὑπάρχει ἀκλόνητη πεποίθηση ὅτι «ἃ λέγει γίνεται» (στίχ. 23). 
Πόσο ἀκλόνητη καὶ ἀταλάντευτη ἦ­­­ταν ἡ πίστη τῆς «αἱμορροούσας» γυναίκας! «Ἔλεγεν ἐν ἑαυτῇ ὅτι ἐὰν ἅψωμαι κἂν τῶν ἱματίων αὐτοῦ, σωθήσομαι»! (Μάρκ. ε΄ 28). Ἔλεγε ἀπὸ μέσα της ὅτι καὶ μόνο νὰ ἀγγίξω τὰ ἐνδύματά Του θὰ σωθῶ ἀπὸ τὴν ­ἀσθένειά μου. Πόσο ἀταλάντευτη ἦταν ἡ ­πίστη τοῦ Ἑκατοντάρχου! Πίστευε ὅτι ὁ Χριστὸς μποροῦσε κι ἀπὸ μακριὰ νὰ θεραπεύσει τὸν δοῦλο του μʼ ἕνα λόγο Του (βλ. Ματθ. η΄ 8). Πόσο μεγάλη ἦταν ἡ πίστη τῆς Χαναναίας! Δὲν ἀπογοητεύθηκε ἀπὸ τὴν ἁλυσίδα τῶν δυσκολιῶν ποὺ συνάντησε, ἀλλὰ παρακαλοῦσε μὲ πίστη τὸν Κύριο νὰ θεραπεύσει τὴν ἄρρωστη θυγατέρα της. Τόσο ποὺ ὁ Χριστὸς τῆς ἔπλεξε ἐγκώμιο γιὰ τὴ μεγάλη πίστη της: «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις!», τῆς εἶπε (Ματθ. ιε΄ [15] 28).
Γνώρισμα δηλαδὴ αὐτῆς τῆς ­πίστεως εἶναι ἡ ἀκλόνητη πεποίθησή μας στὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐμπιστοσύνη μας στὴν κραταιὰ προστασία Του. Ἂν ἐνισχύσουμε τὴν πίστη μας στὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, «πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι» (Μάρκ. θ΄ 23). Μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ κι ἐμεῖς ὅλα μποροῦμε νὰ τὰ κάνουμε. «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ», ἔλεγε ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Φιλιπ. δ΄ 13).
Ἡ μετακίνηση βουνοῦ μὲ τὴν πίστη εἶναι μεγάλο θαῦμα. Γιὰ τὸν Θεὸ ὅμως περισσότερο ἀξίζει τὸ νὰ νικήσουμε τὰ πάθη μας, νὰ ἐξομαλύνουμε τὸ χέρσο χωράφι τῆς ψυχῆς μας, παρὰ νὰ μετακινήσουμε ὄρος. Ἡ ἠθικὴ νεκρανάσταση («οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη» [Λουκ. ιε΄ [15] 32]) εἶναι οὐσιαστικὸ θαῦμα, περισσότερο ἐπαινετό. Αὐτὸ τὸ θαῦμα, μό­­νο ἂν ἔχουμε «πίστιν Θεοῦ», μποροῦμε νὰ τὸ δοῦμε χειροπιαστὸ στὴ ζωή μας! 
Πολλοὶ ἀνησυχοῦν γιὰ τὶς δυσκολίες ποὺ ἀντιμετωπίζουμε ὡς ἔθνος. Ἂν πιστεύουμε ὅμως στὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸ ἔθνος μας θὰ τὸ προστατεύσει ὁ Κύριος.
Ἄλλοι νομίζουν ὅτι τὸ κακὸ πῆρε ἐκ­ρηκτικὲς διαστάσεις, ὅτι δὲν ­ἐλέγχεται πλέον ἡ κατάσταση. Ὅμως τὴν ­ἱστορία τοῦ κόσμου δὲν τὴν κατευθύνουν οἱ ἰσχυροὶ τῆς γῆς, ἀλλʼ Αὐτὸς ποὺ «ἐξῆλθε νικῶν καὶ ἵνα νικήσῃ» (Ἀποκ. ς΄ 2).
Ὅσο ὀργανωμένοι κι ἂν εἶναι αὐτοὶ ποὺ πολεμοῦν τὴν Ἐκκλησία, δὲν θὰ μπορέσουν νὰ τὴ νικήσουν. Αὐτὸ νὰ τὸ ­πιστεύουμε βαθιά. Νὰ ἔχουμε «πίστιν Θε­οῦ».
Τέλος, καὶ στὴν προσωπική μας ζωὴ νὰ μὴν πτοούμαστε, ὅσο πελώρια κι ἂν ὑψώνονται τὰ κύματα τῶν δυσκολιῶν ἐναντίον μας. Μὲ τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ θὰ νικήσουμε. Ἂν ἔχουμε «πίστιν Θεοῦ», θὰ βλέπουμε χειροπιαστὴ τὴν προστασία τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν προσωπική μας ζωὴ καὶ στὴ ζωὴ τοῦ ἔθνους μας καὶ στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”