.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Σημεία του Χριστού και σημεία του Αντιχρίστου. Σε τι διαφέρουν



Η αγία Γραφή μας πληροφορεί, ότι λίγο πριν από την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού θα γίνουν «σημεία» στον ήλιο, στην σελήνη, στα άστρα και στην θάλασσα. Παράλληλα μας λέγει, ότι και ο αντίχριστος θα κάμη σημεία στον ήλιο, στην σελήνη, στα άστρα και στον αέρα!

Πως θα τα ξεχωρίσωμε τα σημεία αυτά; Πως θα ξεχωρίσωμε τα σημεία-έργα του αντιχρίστου, από τα σημεία που προείπε ο Χριστός;

Τα πρώτα (τα «σημεία» του Χριστού) θα είναι αληθινά. Τα σημεία του αντιχρίστου θα είναι απλώς φαινομενικά• και θα απατούν τις αισθήσεις.

Τα σημεία του αντιχρίστου θα τα κάνουν ο αντίχριστος και οι απόστολοί του. Τα «σημεία» στον ήλιο, στη σελήνη, στα άστρα, τα «σημεία» προάγγελοι της Παρουσίας του Χριστού, θα γίνουν μόνα τους, χωρίς την μεσολάβηση κανενός. Οι φωστήρες του ουρανού, θα έχουν πια ολοκληρωτικά εκπληρώσει το σκοπό, για τον οποίο, κατ’ εντολήν του Δημιουργού, έλαμπαν στον ουρανό. Βέβαια τον είχαν και άλλοτε εκπληρώσει. Στη Γέννηση του Χριστού, με το παράδοξο αστέρι. Και στη Σταύρωσή Του, που ο ήλιος κρύφτηκε τις πιο φωτεινές ώρες της ημέρας, το καταμεσήμερο, πίσω από ένα μαύρο πέπλο πηχτό σκοτάδι, για να μην ιδή νεκρό τον Δημιουργό του. Τότε όμως θα γίνη κάτι το τελειωτικό.

Ο άγιος Ευαγγελιστής Ματθαίος, λέγει ότι μετά «τη θλίψη» που θα προκαλέση η τυρρανία του αντιχρίστου, θα έλθη αμέσως η παρουσία του Χριστού. Και θα αρχίση ως εξής: «ο ήλιος σκοτισθήσεται• η σελήνη ου δώσει το φέγγος• και οι αστέρες πεσούνται εκ του ουρανού». Οι φωστήρες του ουρανού, παρατηρεί ο άγιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας, δεν θα χαθούν τότε. Θα εξακολουθήσουν για λίγο να στέκουν στην θέση τους. Όμως στα μάτια των ανθρώπων θα φανούν τότε, σαν να είχαν χαθή από το στερέωμα του ουρανού. Γιατί ένα άπλετο ουράνιο φως θα κραυγάζη τον κόσμο και θα τον προετοιμάζη να υποδεχθή τον Κύριο, που θα έλθη εν τη δόξη Αυτού. Το φως αυτό θα κάμη να μην διακρίνεται κανένα από τα ουράνια σώματα.

Η περί σημείων και θαυμάτων διδασκαλία, που εξεθέσαμε, είναι η διδασκαλία της αγίας Ορθοδόξου Εκκλησίας, η διδασκαλία των αγίων Πατέρων. Ουσιώδες χαρακτηριστικό της είναι η ακρίβεια, η (κατά το δυνατόν) σαφής διατύπωση της διδασκαλίας. Τα αληθινά σημεία θα βοηθήσουν να γίνη πιο βαθειά και πιο αληθινή η θεογνωσία, που είναι η βάση της σωτηρίας. Τα ψεύτικα σημεία θα αυξήσουν την πλάνη, και κατά συνέπεια, την απώλεια.

Ιδιαίτερα η ενέργεια των σημείων, που θα κάμη ο αντίχριστος θα είναι ευρείας και μεγαλειώδους μορφής. Και θα παρασύρη με αυτά την ανθρωπότητα να ομολογήση και να δεχθή σαν Θεό της τον απεσταλμένο του σατανά.
Τα θαύματα του Κυρίου μας πρέπει να τα βλέπωμε σωστά. Τότε θα διαπιστώσωμε πόσο μας οικοδομούν. Πόσο μας παρηγορούν. Πόσο είναι για μας σωτήρια.

Η ευσεβής θεώρηση των θαυμάτων του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού οικοδομεί, παρηγορεί και σώζει. Τι αγία απλότητα που έχουν! Πόσο με αυτά έγινε άνετη η επίγνωση του Θεού για τους ανθρώπους! Τι αγαθότητα μαρτυρούν! Τι ταπείνωση! Τι ακατανίκητη πειστικότητα που έχουν! Η θεώρηση των θαυμάτων του Χριστού, μας ανυψώνει στο Λόγο, που είναι ο Θεός.

ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΙΑΝΙΝΩΦ

*από το βιβλίο: Α Γ Ι Ο Υ Ι Γ Ν Α Τ Ι Ο Υ Μ Π Ρ Ι Α Ν Τ Σ Ι Α Ν Ι Ν Ω Φ Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ο Υ Σ Τ Α Υ Ρ Ο Υ Π Ο Λ Ε Ω Σ – «Θ Α Υ Μ Α Τ Α Κ Α Ι Σ Η Μ Ε Ι Α» (ΕΚΔΟΣΗ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΠΡΕΒΕΖΑ 2000).

ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού για την Δευτέρα Παρουσία και τον Αντίχριστο

Aκόμη να στοχάζεσθε και την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας, καθώς γράφουν τα βιβλία της Εκκλησίας μας και λέγουν εις τον όγδοον αιώνα έχει να γένη το τέλος του κόσμου.

Μα πρωτύτερα έχει να γεννηθεί ο Αντίχριστος και να κάμει τόσα κακά εις τον κόσμον και έχει να ονομάσει του λόγου του υιόν Θεού και θέλει σταθή βασιλεύς να ορίσει τον κόσμον όλον και να κάνη θαύματα κατά φαντασίαν, δια να πλανά τους ανθρώπους να τον ομολογήσουν διά Χριστόν και όσοι τον πιστύεουν να τους τάζει τόσα αγαθά και ύστερα να τους βουλώνει εις το μέτωπον, μάλιστα οι Εβραίοι όλοι έχουν να τον πιστεύσουν. 

Διά ημάς τους χριστιανούς έχει να στείλη ο Θεός τον προφήτην Ηλίαν διά να παραγγείλει και να διδάξει όσοι έχουν άγιον Βάπτισμα, την βόυλαν του Ιουσού Χριστού, να φυλάγωνται να μην πιστεύουν εκείνον τον πλάνον Αντίχριστον και εκείνα όπου τάξει είναι όλα ψεύτικα διά να τους γελάσει, να τους βουλώσει. Και καλύτερα να τυραννισθούν και να θανατωθούν παρά να τον πιστεύουν και να βουλωθούν.

Αυτά και άλλα έχει να διδάξει ο προήφτης Ηλίας. Και ύστερα εκείνος ο πλάνος ακούοντας το κήρυγμα του προφήτη Ηλία έχει να λυσσάξει από τον θυμό του και να τυραννεί και να παιδεύει όσους δεν τον πιστεύουν με τα πλέον χειρότερα βασανιστήρια και καλότυχος και τρισμακάριος όποιος υπομείνη και δεν βουλωθει, εκείνος βέβαια θέλει στεγανωθει και θέλει σταθει εις τον χορόν των μαρτύρων.

Και πάλιν άθλιος και ταλαίπωρος όποιος πλανεθεί και τον πιστεύσει και βουλωθεί, εκείνος έχει να καίεται πάντοτε εις την αιώνιον κόλασιν μαζί με τον πλάνον Αντίχριστον.

Αυτά λογιάζω, αδελφοί μου, σας ετρόμαξαν την καρδίαν και αληθινά φοβερά πράγματα είναι και εγώ όπου τα λέγω τρέμω και δειλιώ, μα τί να κάμω όπου έχω χρέος να σας τα φανερώσω. Λοιπόν ύστερα από αυτά τα κακά του κατηραμένου Αντιχρίστου θέλει λάμψει ο Πανάγιος σταυρός επάνω εις τον ουρανόν…

«… Καθώς εις τον καιρόν του Νώε οι άνθρωποι δεν επίστευον αλλά τον επεριγελούσαν, έως όπου ήλθεν εξάφνως η οργή του Θεού και ο κατακλυσμός και έπνιξεν όλον τον κόσμον, ομοίως και τώρα χριστιανοί μου εις την Δευτέραν Παρουσίαν του Χριστού μας δεν έχουν να πιστεύσουν οι άνθρωποι καθώς και τότε δεν επίστευσαν. 

Το ηξεύρω και εγώ χριστιανοί μου πως με περιγελούν και λέγουν: Τώρα ήλθες εσύ παλαιοκαλόγερε, να μας ειπείς λόγια εδικά σου. Τα λόγια οπού σας λέγω δεν είναι εδικά μου, είναι λόγια του Παναγίου Πνεύματος, οι αμαρτίες είναι εδικές μου, και όποιος θέλει να πιστεύσρι, πλην είναι ο καθένας ελεύθερος και όπως θέλει να κάμει.

Εγώ το χρέος μου κάμνω, την πραγματεία μου».


Εκ του βιβλίου «ΔΙΑ ΝΑ ΜΗ ΠΛΑΝΗΘΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟ» – ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

Περί γενικής αποστασίας

Πάντες εξέκλιναν και άρχοντες και αρχιερείς και υπουργοί και στρατηγοί και ιερείς και μοναχοί, και αξιωματικοί και στρατιώται και εγγράμματοι και αγράμματοι και πλούσιοι και πτωχοί και μεγάλοι και μικροί και άνδρες και γυναίκες.

Από τοιαύτην γενεάν και τοιούτους ανθρώπους μη αναμένωμεν προόδον και προκοπήν, αλλά μάλλον την ερχομένην ρομφαίαν και την τελευταίαν μεγάλην οργήν, ήτις έρχεται επί τους υιούς της απειθείας....

Υπάρχουν και ολίγαι εξαιρέσεις, υπάρχουν και ολίγοι εκλεκτοί χάριν των οποίων ο Κύριος φείδεται των πολλών αμαρτωλών.

Αλλ' είναι τόσον ολίγοι οι εκλεκτοί που φοβούμαι ότι δεν θα δυνηθούν να συγκρατήσουν την δικαίαν του Θεού οργήν και αγανάκτησιν εναντίον των αμαρτωλών.

Και θα έλθη μεγάλη οργή παρά Κυρίου Παντοκράτορος και θλίψις οία ου γέγονεν απ' αρχής κόσμου άχρι του νύν. Αμαρτωλοί που φύγωμεν; 

Μόνον εις τον Θεόν ας καταφύγωμεν και ας είμεθα έτοιμοι διότι ήγγικεν η συντέλεια του παρόντος αιώνος. 

Γέροντος Φιλόθεου Ζερβάκου 


Ποιούς Πιάνει το “Μάτι”


Σατανική ενέργεια 

Ο φθονερός, όταν βλέπει κάτι το καλό στον άλλο, υποφέρει. Το ίδιο παθαίνει και ο πανούργος διάβολος. Διάβολος και φθονερός φθονούν το καλό του άλλου. Έχουν μεταξύ τους το κοινό αυτό σημείο. Κι ο διάβολος το «εκμεταλλεύεται». Περνά μέσα απ’ αυτό, (=φθόνο) την κακία του σ’ ανθρώπους. 

Ο φθόνος δηλ. του φθονερού ανθρώπου είναι αγωγός, απ’ όπου διοχετεύεται στις ανθρώπινες ψυχές το δηλητήριο (=βασκανία) του διαβόλου. «Η βασκανία είναι μία δαιμονική ενέργεια, που γίνεται μέσω των φθονερών ανθρώπων» (Μ. Βασίλειος περί φθόνου, 4), «…απέλασον πάσαν διαβολικήν ενέργειαν, πάσαν σατανικήν έφοδον» (Ευχή εις βασκανίαν). 

Κι αυτό σημαίνει: Βασκανία ΔΕΝ είναι ένας λ.χ. συνηθισμένος πονοκέφαλος, ή μια συνηθισμένη ζάλη κλπ., αλλά είναι κάτι το ασυνήθιστο!! Κάτι το φοβερό, το ανυπόφορο, το …σατανικό!! 

Είχε κάποιος, (διηγούνται αυτόπτες μάρτυρες) ένα ωραίο άλογο. Το είδε κάποιος (φθονερός) και είπε: «Τι ωραίο άλογο». Και το άλογο δεν άντεξε το «μάτι». Έσκασε, ψόφησε ακαριαία! 

Ποιοί έχουν «μάτι»; 

Κακό «μάτι» έχει εκείνος, που έχει μέσα του κακία! «απέλασον πάσαν φαρμακείαν των φθοροποιών και φθονερών ανθρώπων» (ευχή εις βασκανίαν). 

Γι’ αυτό παλαιότερα, οι αγράμματες γριούλες, όταν έβλεπαν ένα όμορφο παιδάκι, ή άλλο τι ωραίο, το έφτυναν· και έλεγαν: «Να μην αβασκαθεί». Έβγαζαν από μέσα τους (έφτυναν) τον τυχόν κρυμμένο φθόνο. 

Ποιούς πιάνει το «μάτι»; 

Εφόσον η βασκανία είναι χτύπημα του σατανά στον άνθρωπο, είναι λογικό να «χτυπιόνται» από τη βασκανία, όσοι δεν είναι εφοδιασμένοι με όπλα, που πολεμούν και συντρίβουν το διάβολο («νηστεία» προσευχή εξομολόγηση, Θ. Κοινωνία, θα το δούμε). 

Για αυτό: 

Τους αγίους δεν τους πιάνει «μάτι». 

Τους ιερείς (λόγω της ιεροσύνης τους). 

Και τον κάθε χριστιανό, που ζει την μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας. 

«Ξεμάτιασμα» 

Και πάλι, εφόσον η βασκανία είναι χτύπημα του σατανά, απαιτείται ειδική προσευχή, που να χτυπά, εξορκίζει το διάβολο. 

Η Εκκλησία μας για την περίπτωση αυτή έχει θεσπίσει την ευχή «εις βασκανίαν», που διαβάζεται από ιερέα. Που σημαίνει, πως όταν σε «πιάσει» το μάτι, θα πρέπει να πας στον ιερέα, και μόνο στον ιερέα. 

Αμαρτωλό ξεμάτιασμα 

Σε έπιασε το «μάτι». Αντί, λοιπόν, να πας στον ιερέα, πας στη γειτόνισσά σου, στη κουμπάρα σου, κ.λ.π., και σου κάνουν ξόρκια! Όμως έτσι αμαρτάνεις και συ, και αυτές που σε ξεματιάζουν. Εσύ, γιατί περιφρόνησες το λειτουργό του Χριστού (τον ιερέα), και κτύπησες ξένες πόρτες, αυτές γιατί πήραν τη θέση του ιερέα. 

Μάθε, λοιπόν, πως ο λαϊκός, επειδή στερείται ιεροσύνης, δεν έχει δικαίωμα να σε «σταυρώνει». 

Ο πατέρας ή η μητέρα, επειδή είναι πρόσωπα ιερά, και επειδή έχουν εξουσία στα παιδιά τους, μπορούν να «σταυρώνουν» τα παιδιά τους και μόνο τα παιδιά τους.(Το ίδιο ισχύει και για τον παππού ή τη γιαγιά σε σχέση με τα εγγονάκια τους). Όμως και πάλι προσοχή! Θα πρέπει να λένε προσευχές της Εκκλησίας μας και μόνο της Εκκλησίας μας, (λ.χ. «εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος ή το «απολυτίκιο» ενός αγίου κ. ά). 

Με ποιό, λοιπόν, δικαίωμα σε σταυρώνουν άνθρωποι χωρίς ιεροσύνη; (Και γιατί δεν σταυρώνεσαι από μόνος σου; Άγιο είναι το χεράκι τους;) 

Το εξίσου σημαντικό: Ο λαϊκός επειδή δεν έχει ιεροσύνη, δεν μπορεί να κάνει ένα μυστήριο, λ.χ. «ευχέλαιο». Και όμως, η γειτόνισσά σου, η κουμπάρα σου τολμούν (!) και κάνουν «ευχέλαιο». «Αγιάζουν» από μόνες τους το λαδάκι (!), που θα σε …σταυρώσουν!! (Διερωτήθηκες ποτέ, γιατί δεν προτιμούν το λαδάκι του κανδηλιού;). 

Και να ήταν μόνο αυτό; Στο «μυστήριό» τους ανακατεύουν λόγια της Εκκλησίας μας με ξένα λόγια (=του διαβόλου). Λες και οι ευχές της Εκκλησίας μας χρειάζονται την ενίσχυση των «ευχών» του διαβόλου! 

Λοιπόν, ποιά λόγια θα πιάσουν; Της Εκκλησίας ή του διαβόλου; Είναι δυνατόν να ακούσει ο Κύριος «μαγαρισμένες» προσευχές; 

Θα πεις: 

-Μα είναι γυναίκες χριστιανές, κάνουν τον σταυρό τους, επικαλούνται το όνομα του Θεού! 

-«Γι’ αυτό (απαντά ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος) τις αποστρέφομαι! Γιατί χρησιμοποιούν το όνομα του Θεού για να Τον υβρίζουν! Γιατί, λέγοντας πως είναι χριστιανές, κάνουν εκείνα που κάνουν οι ειδωλολάτρες! Και οι δαίμονες ανέφεραν το όνομα του Θεού, αλλά ήταν δαίμονες! Ο Κύριος τους επέπληξε και τους έδιωξε!» (Κατήχησις I΄). 

Και πάλι: 

Μα μόλις με ξορκίζουν, είμαι μια χαρά! 

Μπορεί να είναι ψυχολογικό. 

Μπορεί και να σε έκανε ό διάβολος καλά, φυσικά για το κακό σου… 

Διδακτικό περιστατικό 

Στις 2.3.1998 ο πατρινός κ. Ε., μου ανέφερε, κάτι που συνέβη στον ίδιο, πριν δεκαπέντε περίπου χρόνια. 

Από 14 ετών οι δικοί του κάθε τόσο τον πήγαιναν σε μια κυρία για «ξεμάτιασμα». 

Όμως το συνεχές «ξεμάτιασμα» έδωσε «λαβή» στο διάβολο. Άρχισε τώρα και ο ίδιος (κ. Ε.) να έχει «μάτι», να «αβασκαίνει». Όποιον θαύμαζε, του συνέβαινε κακό. Έβλεπε λ.χ γυναίκα να περπατά, αμέσως η γυναίκα σκόνταφτε και έπεφτε.

Το 1983, Μ. Πέμπτη βράδυ, παρακολουθούσε την ακολουθία των αγίων Παθών στον ι. ναό αγίου Σπυρίδωνος Αιγάλεω. Ξαφνικά ένοιωσε ζάλη. Θόλωσε το μυαλό του. Έβλεπε το εκκλησίασμα να χάνεται από μπροστά του. Ταυτόχρονα τον έπιασε κρύος ιδρώτας. Δεν άντεξε. Βγήκε έξω. 

Τον ακολούθησε «κατά πόδας» (έξω, στην αυλή) μια γνωστή κυρία (που ξεμάτιαζε…). Τον πλησίασε και του είπε: «Τί έπαθες, Ε;». Και άρχισε να τον ξεματιάζει, διαβάζοντας κάτι παράξενες «ευχές»(επικλήσεις δαιμόνων). 

Στην «ιερή» (=δαιμονική) αυτή στιγμή, ο κ. Ε. παρατήρησε κάτι, που τον συγκλόνισε! 

Η όψη της κυρίας αλλοιώθηκε! Το βλέμμα της ήταν απαίσιο! Ταυτόχρονα την «έπιασε» ένα παράξενο χασμουρητό! Το στόμα της θύμιζε στόμα άγριου θηρίου! Στο τέλος έβγαλε από την κοιλιά της ένα φυλακτό». «Πάρτο (του είπε), φόρεσέ το και δεν θα σε ξαναπιάσει». 

Και με τις σατανικές της επικλήσεις (=βοήθεια του διαβόλου) ο ασθενής έγινε καλά… 

Ο κ. Ε., μετά απ’ αυτό, εξομολογήθηκε, και ησύχασε. Αλλά, και έπαψε να αβασκαίνει». 

(Αρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη, «Διάβολος, Μάγια, Μέντιουμ»)

Δέκα φορές έπεσα, έντεκα θα σηκωθώ

*Το ότι θα πέσεις, είναι σίγουρο ότι θα πέσεις – το θέμα είναι να σηκωθείς. Όσες φορές και αν πέφτουμε άλλες τόσες πρέπει και να σηκωνόμαστε – με την μετάνοια, την προσευχή και τον εν Χριστώ αγώνα.

~ Στην εποχή που ζούμε όλοι μας ψάχνουμε να κρατηθούμε από κάπου. Αναζητάμε παρηγοριά από τους ανθρώπους, αγάπη, όμορφα λόγια και ζεστασιά.

Η ανάγκη μας να βρούμε την ηρεμία και την γαλήνη είναι πιο έντονη όταν “πέφτουμε” και αφηνόμαστε στα πάθη μας. Γινόμαστε πιο ευάλωτοι και χρειαζόμαστε πιο έντονα παρηγοριά.

Είμαστε αδύναμοι, απλοί, λαϊκοί άνθρωποι με αμαρτίες.

Θα “σηκωθούμε” όμως γιατί αυτή η στιγμή που πέσαμε είναι η δοκιμασία μας και η ευκαιρία μας ν’ακουμπήσουμε την ζωή μας στον ένα και μοναδικό τριαδικό Θεό.

Και αν “πέσαμε 10 φορές, θα σηκωθούμε 11” να βρούμε ηρεμία, ανιδιοτελή αγάπη, προστασία και ΔΥΝΑΜΗ να συνεχίσουμε τον αγώνα μας με ταπείνωση, νηστεία και προσευχή.

Προσευχή για όλους αυτούς τους ανθρώπους που ζητήσαμε ανθρώπινη παρηγοριά και δεν την βρήκαμε. Προσευχή για τον εαυτό μας που δεν ακουμπήσαμε από την αρχή στον Θεό και αναζητήσαμε το ανθρώπινο.

Και όταν “πέσουμε” ξανά θα έχουμε αποκτήσει ακόμα ένα όπλο για να “σηκωθούμε”, την προσευχή γιατί ο αγώνας δεν θα σταματήσει ποτέ μέχρι να κλείσουμε τα μάτια μας.

Ελένη

"Δώσ' μου τ' αγαθά Σου, Κύριε"



Κύριε Ιησού Χριστέ, φιλόγαθε Κύριε, μετάβαλε την φιλαμαρτήμονα γνώμη μου σε αγαθή και σπουδαία προαίρεση, σε επιθυμία των μυστικών Σου αγαθών, σε όρεξη μεγάλη για τη βασιλεία Σου, σε φόβο και τρόμο της αιωνίου κολάσεως.

Βάλε στην ψυχή μου την επιθυμία της απολαύσεως των ουρανίων αγαθών, για να περιφρονήσω τις μάταιες κοσμικές ηδονές, και προγευτώ τα αγαθά της αιώνιας ζωής, και ζω στον κόσμο σαν υπερκόσμιος, καθώς συ, Κύριε, Δημιουργέ θαυμαστέ, έπλασες εξ αρχής τον άνθρωπο και έτσι τον θέλεις πάντοτε να ζει.

Λάμψε μέσα μου, Ήλιε της δικαιοσύνης, φως του κόσμου, τις γλυκιές και ζωογόνες ακτίνες Σου, και ζέστανε την παγωνιά της αγνώμονης γνώμης και φύσης μου. Φώτισε τις γνωστικές δυνάμεις της ψυχής μου. Σόφισε το νου μου. Στήριξε τη διάνοια μου. Εξασφάλισε μου τη δόξα. Κατεύθυνε τη φαντασία μου. Φρούρησε το αίσθημα μου. Τις θυρίδες των αισθήσεων μου παιδαγώγησε. Τα μάτια μου σωφρόνισέ τα να βλέπουν καθαρά και δυνατά. Άνοιξε τ' αυτιά της ψυχής μου να ακούνε και να συναισθάνονται τη δική Σου σοφία και τα άγια λόγια Σου, και με φωνή αγαλλιάσεως και δοξολογικού ήχου εορτάζοντος. Γλύκανε την όσφρηση μου και κάνε την να τρέξει στην ευωδία του νοητού μύρου Σου, Νυμφίε ωραιότερε από κάθε άνθρωπο.

Κυβέρνησε τη γεύση και την αφή μου. Κάνε να απλώνω τα χέρια μου για να σε δοξολογώ και για να κάνω πλούσια το καλό στον πλησίον μου. Τα πόδια μου να τρέχουν πρόθυμα την ευθεία οδό των εντολών Σου και να ευαγγελίζονται την ειρήνη.

Φύτεψε στην καρδιά μου τον αγνό φόβο και σεβασμό για Σένα και κάνε την καρδιά μου να πετάει απ' την αγάπη Σου... Αμήν.


http://agapienxristou.blogspot.ca

Τρίτο ουρανό ( π. Σεραφείμ Ρόουζ )


Κάποτε, κατά τη διάρκεια ενός φοβερού χειμώνα όταν ο άγιος Ανδρέας κειτόταν παγωμένος σε κάποιο δρόμο της πόλης, κοντεύοντας να πεθάνει, ένιωσε ξαφνικά μία θέρμη μέσα του και είδε ένα εκθαμβωτικό νέο με πρόσωπο που έλαμπε σαν τον ήλιο, ο οποίος τον οδήγησε στον παράδεισο και στον τρίτο ουρανό. 

«Με τη θέληση του Θεού βυθίστηκα για δυό εβδομάδες σε ένα τερπνό όραμα... είδα ότι βρισκόμουν μέσα σε ένα θαυμάσιο και μεγαλοπρεπή παράδεισο... Ο νούς και η καρδιά μου είχαν συγκλονιστεί από την ανείπωτη ομορφιά του θεϊκού παραδείσου, και ένιωθα μιά γλυκιά απόλαυση περπατώντας μέσα σε αυτόν. Υπήρχαν πολλοί κήποι, γεμάτοι με ψηλά δένδρα, τα κλαδιά τους ανέδιδαν μία υπέροχη ευωδία και τα μάτια μου αγαλλίαζαν βλέποντας τις άκρες τους να λικνίζονται... Κανένα δένδρο στη γή δεν είναι τόσο όμορφο όσο αυτά τα δένδρα. Στους κήπους υπήρχαν επίσης αμέτρητα πουλιά με φτερά χρυσά, χιονάτα ή πολύχρωμα. Κάθονταν πάνω στα κλαδιά των δένδρων του παραδείσου, και το μαγευτικό τους κελάηδημα με είχε συνεπάρει. Μπροστά μου περπατούσε ένας νέος, με πρόσωπο λαμπρό σαν τον ήλιο και ντυμένος με μανδύα πορφυρό... Ακολουθώντας τον είδα ένα μεγάλο, υπέροχο Σταυρό, σαν φωτεινή νεφέλη, που γύρω του στέκονταν μελωδιστές με μάτια που άστραφταν σαν πύρινες ακτίνες, που έψαλλαν θεσπέσιους ύμνους, δοξάζοντας τον Σταυρωθέντα Κύριο. Ο νέος που με οδηγούσε, περνώντας μπροστά από τον Σταυρό, τον ασπάσθηκε και μου ένευσε να τον ασπασθώ κι εγώ... Καθώς τον ασπαζόμουν πλημμύρισα από άφατη πνευματική γλυκύτητα και μία ευωδία που όμοιά της ούτε στον παράδεισο δεν είχα οσφρανθεί. Προσωρώντας μπροστά από τον Σταυρό, κοίταξα κάτω και αντίκρισα άβυσσο θαλάσσης... Τότε ο οδηγός μου, γυρνώντας προς το μέρος μου, μου είπε: «Μη φοβάσαι, χρειάζεται να ανεβούμε ακόμα ψηλότερα» και μου έδωσε το χέρι. 

Και τότε βρεθήκαμε αμέσως στο δεύτερο στερέωμα. Εκεί είδα ωραιότατους ανθρώπους σε μία τέτοια ανάπαυση και αγαλλίαση που δεν μπορεί να εκφράσει η ανθρώπινη γλώσσα... Και νά, μετά ανεβήκαμε στο τρίτο στερέωμα, όπου πλήθος ουράνιες δυνάμεις υμνούσαν και δοξολογούσαν τον Θεό. Φτάσαμε σε ένα υπέρλαμπρο παραπέτασμα, μπροστά από το οποίο στέκονταν μεγαλόσωμοι και φοβεροί νέοι, που έμοιαζαν με πύρινες φλόγες. Ο νέος που με οδηγούσε μου είπε: « Όταν σηκωθεί το παραπέτασμα, θα δείς τον Κύριο Ιησού Χριστό. Υποκλίσου βαθιά ενώπιον του θρόνους της δόξης Του». Ακούγοντάς τον, ένιωσα ανείπωτη αγαλλίαση αλλά και τρόμο... Και τότε, ένα πύρινο χέρι σήκωσε το παραπέτασμα, και όπως ο Προφήτης Ησαίας, « Είδον εν οράματι τον Κύριο να κάθεται επάνω εις ένα θρόνον υψηλόν και μετέωρον και είδα ακόμη να είναι γεμάτος από απερίγραπτον δόξαν ο ναός αυτού. Γύρω από τον άνδοξον αυτόν θρόνον ίσταντο τα Σεραφείμ». 

Φορούσε μανδύα πορφυρό, το πρόσωπό Του ήταν απίστευτα λαμπρό, και τα μάτια Του με κοίταζαν με αγάπη. Έπεσα και Τον προσκύνησα ενώπιον του ολόλαμπρου και φοβερού θρόνου της δόξας Του. Η χαρά που με κατέκλυσε όταν αντίκρισα το πρόσωπό Του δεν μπορεί να εκφραστεί με λόγια. Ακόμα και τώρα, φέρνοντας στο μυαλό μου εκείνο το όραμα, η ίδια άφατη χαρά με κυριεύει. Τρέμοντας, έμεινα πεσμένος ενώπιόν Του...Τότε, οι στρατιές των αγγέλων άρχισαν να ψάλλουν έναν εξαίσιο, απερίγραπτο ύμνο και τη στιγμή εκείνη, εγώ ο ίδιος, δεν ξέρω πώς, βρέθηκα πάλι να περπατώ μέσα στον παράδεισο». 

Όταν ο αγ. Ανδρέας συλλογίστηκε ότι δεν είχε δεί την Παναγία στον ουρανό ένας άγγελος του είπε: « Ευχήθηκες να δείς εδώ τη Βασίλισσα η Οποία είναι λαμπρότερη κι απ’ αυτές τις επουράνιες δυνάμεις; Δεν είναι εδώ, επισκέπτεται τον επίγειο κόσμο που βρίσκεται σε μεγάλα δεινά, για να βοηθήσει τους ανθρώπους και να ανακουφίσει τη θλίψη τους. Θα σου έδειχνα την ουράνια κατοικία Της, τώρα όμως δεν έχουμε χρόνο, αφού πρέπει και πάλι να γυρίσεις στη γή». Εδώ και πάλι επιβεβαιώνεται το ότι οι άγγελοι και οι άγιοι μπορούν να βρίσκονται σε ένα μόνο τόπο κάθε φορά. 

Ακόμα και το 19ο αιώνα, ένα παρόμοιο αληθινό όραμα παραδείσου αντίκρισε ο Μεγαλόσχημος Μοναχός Θεόδωρος του Σβίρ, μαθητής του Πρεσβύτερου Παϊσίου του Βελιτσκόφσκυ. Προς το τέλος της ζωής του βίωνε πολύ έντονες εμπειρίες της χάρης του Θεού. Λίγο μετά από μία τέτοια εμπειρία αρρώστησε και επί τρείς ημέρες είχε πέσει σε ένα είδος κώματος: «Όταν περιήλθε σε έκσταση και βρέθηκε έξω από το σώμα του, εμφανίστηκε μπροστά του ένας αόρατος νεανίσκος, τον οποίο ένιωσε και είδε μόνο με την καρδιά του, αυτός τον οδήγησε προς τα αριστερά μέσα από ένα στενό μονοπάτι. Ο ίδιος ο πατέρας Θεόδωρος, όμως κατόπιν διηγήθηκε, είχε την αίσθηση ότι ήταν ήδη νεκρός, και είπε στον εαυτό του: «Έχω πεθάνει. Δεν ξέρω εάν θα σωθώ ή εάν θα αφανιστώ». 

«Έχεις σωθεί!» του είπε μία αόρατη φωνή απαντώντας στη σκέψη του. Και ξαφνικά μία δύναμη, σαν ορμητικός ανεμοστρόβιλος τον σήκωσε ψηλά και τον μετέφερε στα δεξιά. 

«Γεύσου τη γλυκύτητα των αρραβώνων του παραδείσου την οποία δωρίζω σε όσους Με αγαπούν», ακούστηκε να λέει δυνατά η αόρατη φωνή. Με αυτές τις λέξεις, φάνηκε στον Πατέρα Θεόδωρο ότι ο ίδιος ο Σωτήρας έθεσε τη δεξιά Του παλάμη επάνω στην καρδιά του, και μεταφέρθηκε σε έναν ανείπωτα ευχάριστο τόπο, που ήταν όμως τελείως αόρατος και αδύνατον να περιγραφεί με γήινες λέξεις. Μετά από αυτή την αίσθηση, βίωσε μία άλλη, ακόμα υψηλότερη, και μετά μία Τρίτη, όμως όλες αυτές τις αισθήσεις, όπως είπε ο ίδιος, μπορούσε μόνο με την καρδιά του να τις θυμηθεί, ενώ δεν μπορούσε να τις κατανοήσει με το μυαλό του. 

Κατόπιν είδε κάτι σαν ναό, και στο εσωτερικό του, κοντά στην Αγία Τράπεζα, κάτι που έμοιαζε με σκηνή, στην οποία υπήρχαν πέντε ή έξι άνδρες. Μία νοερή φωνή είπε: «Για χάρη αυτών των ανδρών ο θάνατος σου παραμερίζεται. Θα ζήσεις γι’ αυτούς». Και τότε φανερώθηκε μπροστά του το πνευματικό ανάστημα μερικών από τους μαθητές του, και ο Κύριος του δήλωσε τις δοκιμασίες που έμελλαν να ταράξουν τη δύση της ζωής του. Όμως η Θεία φωνή τον διαβεβαίωσε ότι το πλοίο της ψυχής του δε θα τσακιζόταν από αυτά τα άγρια κύματα, αφού αόρατος οδηγός του θα ήταν ο Χριστός». 

Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε και άλλες παρόμοιες εμπειρίες από Βίους Αγίων και ασκητών, τις παραλείπουμε όμως αφού και σε αυτές απλώς επαναλαμβάνονται τα χαρακτηριστικά που ήδη περιγράφηκαν εδώ. Ωστόσο, θεωρούμε διδακτική την παράθεση της εμπειρίας ενός σύγχρονου αμαρτωλού στον παράδεισο, ειδικά για λόγους σύγκρισης με τις μεταθανάτιες εμπειρίες της εποχής μας. Ετσι, ο συγγραφές του “Unbelievable for Many” , τη μαρτυρί του οποίου έχουμε παραθέσει αρκετές φορές, αφού διέφυγε από τους δαίμονες των τελωνίων με τη διαμεσολάβηση της Παναγίας, περιγράφει το πώς, συνοδευόμενος ακόμα από τους οδηγούς – αγγέλους του, «κατάλαβα πώς συνεχίζαμε να ανεβαίνουμε ψηλά… σε λίγο είδα πάνω ένα δυνατό φώς: ήταν, όπως μου φάνηκε, σαν το δικό μας ηλιακό φώς αλλά πολύ πιο δυνατό. Ήταν το βασίλειο του φωτός. 

» Ναι, είναι πραγματικά ένα βασίλειο με απόλυτη κυριαρχία του φωτός, επειδή το φώς αυτό δε δημιουργεί σκιά», σκεφτόμουν, ή καλύτερα να πούμε αισθανόμουν με έναν ανεξήγητο τρόπο αυτό που ποτέ δεν είχα ξαναδεί. «Αλλά πώς μπορεί να υπάρχει φώς χωρίς σκιά;» παρουσιάστηκε αμέσως στη σκέψη μου η απορία φανερώνοντας πώς σκέφτομαι ακόμα με τα κατηγορήματα του γήινου κόσμου. 

» Ξαφνικά εισήλθαμε με μεγάλη ταχύτητα σ’ αυτήν την περιοχή του φωτός που κυριολεκτικά με θάμπωσε. Έκλεισα τα μάτια μου, έβαλα και τα χέρια μου πάνω σ’ αυτά. Όμως αυτό δε με βοήθησε καθόλου επειδή το φώς περνούσε και μέσα από τα χέρια μου. Άλλωστε τι νόημα είχε εδώ μία τέτοια προσπάθεια; 

»Αχ, Θεέ μου, τι είναι αυτό το φώς; Αυτό με τυφλώνει. Δε βλέπω τίποτα, σαν στο σκοτάδι, δε βλέπω τίποτα…» 

» Αφού σκοτίστηκαν τα μάτια μου μου δημιουργήθηκε περισσότερος φόβος. Ήταν φυσικό βέβαια να φοβάμαι επειδή βρισκόμουν σ’ έναν άγνωστο κόσμο. «Τι με περιμένει;» σκέφτηκα, «Πότε θα βγούμε απ’ αυτό το φώς; Υπάρχει πουθενά τέλος;» 

» Όμως συνέβη κάτι που δεν το περίμενα. Μία φωνή μεγαλοπρεπής και αγέρωχη ακούστηκε από πάνω. Με ακλόνητη σταθερότητα και χωρίς θυμό αυτή η φωνή είπε: «Δεν είναι έτοιμος!». 

» Και μετά… μετά αμέσως σταμάτησε η πορεία μας προς τα πάνω – και αρχίσαμε γρήγορα να κατεβαίνουμε». 

Σε αυτήν την εμπειρία η ιδιότητα του φωτός του παραδείσου περιγράφεται πιο καθαρά: είναι ένα είδος φωτός που δεν μπορεί να το αντέξει κάποιος ο οποίος δεν έχει την κατάλληλη προετοιμασία γι’ αυτό, σε αντίθεση με τους αγίους Σάλβιο και Ανδρέα οι οποίοι υπέμειναν έως τέλους τον αγώνα της εν Χριστώ ζωής.



Αγ.Πορφύριος: Εμείς οι άνθρωποι δεν γεννηθήκαμε τώρα, μέσα στην παντογνωσία του Θεού υπήρχαμε προ των αιώνων

σχόλιο Γ.Θ : Η Εκκλησία. Το κάστρο, που μας εκτοξεύει στον Ουρανό. Το παράθυρο, που έχει θέα στον Τρίτο Ουρανό. Αν νιώθαμε το βάθος της Εκκλησίας, θα ζούσαμε από τώρα τον Παράδεισο!
Βάλτε στην καρδιά σας τα λόγια του πατέρα Πορφύριου παρακάτω και, αφού τα διαβάσετε προσεκτικά, ξαναδιαβάστε τα και κάντε τα βίωμα. Τα προβλήματά σας τότε δεν θα λυθούν, αλλά θα καταργηθούν. Θα νιώσετε, ότιτα καλύτερα είναι μπροστά μας και μας περιμένουν στη χώρα της Αιωνιότητας!

Η Εκκλησία είναι άναρχη, ατελεύτητη, αιώνια, όπως ο ιδρυτής της, ο Τριαδικός Θεός, είναι άναρχος, ατελεύτητος, αιώνιος.
Η Εκκλησία είναι άκτιστη, όπως και ο Θεός είναι άκτιστος. Υπήρχε προ των αιώνων, προ των αγγέλων, προ της δημιουργίας του κόσμου. "Προ καταβολής κόσμου", λέγει ο Απόστολος Παύλος. Είναι θείο καθίδρυμα και σ’ αυτήν «κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος». Είναι έκφραση της πολυποίκιλης σοφίας του Θεού. 
Είναι το μυστήριο των μυστηρίων. Υπήρξε αφανέρωτο και εφανερώθη «επ’ εσχάτων των χρόνων». Η Εκκλησία παραμένει απαρασάλευτη, γιατί είναι ριζωμένη στην αγάπη και στη σοφή πρόνοια του Θεού. Την αιώνια Εκκλησία αποτελούν τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Στη σκέψη και στην αγάπη του Τριαδικού Θεού υπήρχαν απ' αρχής και οι άγγελοι και οι άνθρωποι. Εμείς οι άνθρωποι δεν γεννηθήκαμε τώρα, μέσα στην παντογνωσία του Θεού υπήρχαμε προ των αιώνων.

Την αιώνια Εκκλησία αποτελούν τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. 
Η αγάπη του Θεού μας έπλασε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν Του. Μας συμπεριέλαβε στην Εκκλησία παρ’ ότι εγνώριζε την αποστασία μας. Μας έδωσε τα πάντα, για να μας κάνει κι εμάς θεούς κατά χάριν και δωρεάν. Εν τούτοις εμείς, κάνοντας κακή χρήση της ελευθερίας μας, εχάσαμε το αρχέγονον κάλλος, την αρχέγονη δικαιοσύνη και αποκοπήκαμε απ’ την Εκκλησία. Έξω απ’ την Εκκλησία, μακριά απ’ την Αγία Τριάδα, εχάσαμε τον Παράδεισο, το παν. Έξω, όμως, απ’ την Εκκλησία δεν υπάρχει σωτηρία, δεν υπάρχει ζωή. Γι’ αυτό η σπλαχνική καρδιά του Θεού Πατέρα μας δεν μας άφησε έξω απ’ την αγάπη Του. Άνοιξε για μας πάλι τις πύλες του Παραδείσου, επ’ εσχάτων των χρόνων και εφανερώθη εν σαρκί.
Με τη θεία σάρκωση του μονογενούς Υιού του Θεού φανερώθηκε πάλι στους ανθρώπους το προαιώνιο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου. 
Ο Θεός εν τη απείρω αγάπη Του μας ένωσε πάλι με την Εκκλησία Του στο πρόσωπο του Χριστού. Μπαίνοντας στην άκτιστη Εκκλησία, ερχόμαστε στον Χριστό, μπαίνομε στο άκτιστον. Καλούμαστε δηλαδή κι εμείς οι πιστοί να γίνομε άκτιστοι κατά χάριν, να γίνομε μέτοχοι των θείων ενεργειών του Θεού, να μπούμε μέσα στο μυστήριο της θεότητος, να ξεπεράσομε το κοσμικό μας φρόνημα, να αποθάνομε κατά «τον παλαιό άνθρωπον» και να γίνομε ένθεοι. Όταν ζούμε στην Εκκλησία, ζούμε τον Χριστό. Αυτό είναι πολύ λεπτό θέμα, δεν μπορούμε να το καταλάβομε. Μόνο το Άγιον Πνεύμα μπορεί να μας το διδάξει. 

ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ, σελ. 193. Έκδοση 6η


Το Καρότο, το Αυγό και το Τσάι...

«Σου έχω πει την ιστορία την παλιά με το τσάι, το καρότο και τ’ αυγό;»
Η Έλλη γνέφει «όχι».

«Άκου, λοιπόν!» αρχίζει ο παππούς. «Κάποτε παραπονιόταν ένας άνθρωπος πως είχε βάσανα πολλά. Τον κάλεσε, που λες, στο σπίτι της κάποια σοφή γερόντισσα, έβαλε ένα τσουκάλι με νερό να βράσει κι έριξε μέσα ένα καρότο κι ένα αυγό. Όταν έβρασαν καλά, έφτιαξε λίγο τσάι του βουνού και ρώτησε τον άνθρωπο τι βλέπει. “Ένα καρότο που έχει μαλακώσει από το βράσιμο κι ένα σφιχτό αυγό”, της είπε κείνος. “Και τι μυρίζει;” ρώτησε η γερόντισσα. “Μοσχοβολάει τσάι του βουνού!” της απαντάει. “Ε, λοιπόν, οι λύπες και οι στενοχώριες μοιάζουνε με νερό που βράζει” λέει η γερόντισσα. «Υπάρχουν άνθρωποι που νιώθουν δυνατοί, μα σαν τους βρουν αναποδιές, θαρρείς και πέφτουν στο βραστό νερό σαν το καρότο, που μαλακώνει και διόλου δύναμη δεν έχει πια. Άλλοι πάλι μοιάζουνε με το αυγό. Μέσα τους είναι αδύναμοι και μόνο ένα τσόφλι έχουν απ’ έξω να τους προστατεύει.Όταν έρθουν δύσκολοι καιροί, θαρρείς και πέφτουν στο βραστό νερό σαν το αυγό και, σαν αυτό, γίνονται κι από μέσα τους σκληροί. Μα είναι κι άλλοι που θυμίζουνε το τσάι. Όταν τους βρίσκουν βάσανα, είναι κι εκείνοι σαν να πέφτουν σε βραστό νερό, μα ούτε σκληραίνουν, ούτε μαλακώνουν. Μεταλλάζουν μόνο το νερό σε τσάι του βουνού που ευωδιάζει. Κι ευφραίνονται με τη μοσχοβολιά του όσοι βρίσκονται κοντά. Τις λύπες και τις στενοχώριες, πάει να πει, τις κάνουν γνώση, καλοσύνη και χαρά. Πήγαινε στο καλό λοιπόν” του λέει η γερόντισσα “και φρόντισε να είσαι σαν το τσάι.»»

Πηγή: Από το βιβλίο «Στη σκιά της πράσινης βασίλισσας»

Ο Ι Ε Σ Τ Α Υ Ρ Ω Μ Ε Ν Ο Ι


« καί ὅς οὐ λαμβάνει τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος.»
(Ματθ. ι΄ 38)

Τό κάθε μέλος τῆς Ἐκκλησίας, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ἀποτελεῖ ἕναν ἐσταυρωμένο. Kάποιοι ἴσως ἀδυνατοῦν νά ἀντικρύσουν μιά τέτοια εἰκόνα, δειλιοῦν ἐνώπιον αὐτῆς τῆς τοποθετήσεως καί στρέφουν τό πρόσωπο ἀλλοῦ, ὅταν εὑρεθοῦν ἀντιμέτωποι μέ παρόμοιες καταστάσεις. Ὅσοι ὅμως ἀνοίγουν καλά τά αὐτιά τους στό κάλεσμα, τό ὁποῖο ἀπευθύνει ὁ θεῖος Λυτρωτής, τόν ἀκοῦν νά λέγει: «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ, καί ἀκολουθείτω μοι.» (Μαρκ. η΄ 34) Ὁταν ὁ Κύριος καλεῖ τούς ἀνθρώπους νά τόν ἀκολουθήσουν, τούς πληροφορεῖ ἐξ ἀρχῆς ὅτι θά πρέπει, ὡς ἄλλοι Κυρηναῖοι, νά κουβαλήσουν τό δικό τους σταυρό μέχρι τό Γολγοθᾶ τους. Ἡ ἀπόφαση εἶναι καθαρά δική τους καί αὐτοί εἶναι ἐλεύθεροι νά ἀκολουθήσουν τό δρόμο τοῦ Κυρίου ἤ νά τόν ἀποφύγουν. Ἔτσι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος προβαίνει στήν ἀπόφαση νά συνταχθεῖ μέ ὅσους ἀκολουθοῦν τόν Κύριο, γνωρίζει ὅτι τόν ἀναμένει ὁ δικός του σταυρός. Ἡ ζωή τῶν πιστῶν δοκιμάζεται «ὡς χρυσός ἐν χωνευτηρίῳ». Τό μετάλλευμα τοῦ χρυσοῦ, ὡς γνωστόν, μέσα στή δυνατή φωτιά τοῦ καμινιοῦ λειώνει καί ξεχωρίζει ἀπό τίς διάφορες ἄχρηστες οὐσίες. Ἀφοῦ, λοιπόν, ξεχωρίσει καί συγκεντρωθεῖ σέ ἕνα μέρος, τότε ἀποβαίνει κατάλληλο γιά χρήση καί παράλληλα ἀποκτᾶ μεγάλη ἀξία. Μέ τόν ἴδιο τρόπο ὁ Θεός δοκιμάζει τούς δικούς του, ἐπιτρέποντας νά τούς βροῦν διάφορες δοκιμασίες ὥστε νά ἐλευθερωθοῦν ἀπό τίς ποικίλες ἀδυναμίες καί τά πολλά ἐλαττώματα, τά ὁποῖα τούς κατατρύχουν καί νά ἐξαγνισθοῦν. Οἱ Ἅγιοι Πάντες καί φίλοι τοῦ Θεοῦ, τούς ὁποίους ἡ Ἐκκλησία σήμερα τιμᾶ καί προβάλλει, διῆλθαν τό στάδιο αὐτῆς τῆς ἐφημέρου ζωῆς ὡς ἐσταυρωμένοι, δηλαδή ὡς νεκροί μέσα στόν κόσμο. Ὑπῆρξαν νεκροί, ὡς πρός τό κοσμικό φρόνημα καί τά δελεάσματα τῆς πολυκέφαλης ἁμαρτίας καί γενικά τά πράγματα τοῦ κόσμου τούτου. Βεβαίως αὐτοί ὑπέστησαν, μέχρι νά δεχθοῦν τό ἁμαράντινο στεφάνι τῆς δόξης, πολλές δοκιμασίες, πόνους, στερήσεις, θλίψεις, διωγμούς καί παθήματα. Ὅλα, ὅμως, αὐτά τά θεώρησαν σκύβαλα (σκουπίδια) καί τίποτε δέν μπόρεσε νά τούς χωρίσει ἀπό τήν ἀγάπη πρός τό Νυμφίο τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ψυχῆς τους, τόν Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ θεῖος Παῦλος λέγει: «τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. θλῖψις ἤ στενοχωρία ἤ διωγμός ἤ λιμός ἤ γυμνότης ἤ κίνδυνος ἤ μάχαιρα;» (Ρωμ. η΄ 35) Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι ὁ κλῆρος τῶν πιστῶν δέν εἶναι ἕνας ἀνθόσπαρτος περίπατος. Ἀντίθετα ἀποτελεῖ μιά πορεία μετ’ ἐμποδίων. Γιά τοῦτο καί «ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται» (Ματθ. ι΄ 22). Δυστυχῶς κάποιοι ἀγνοοῦν αὐτήν τή μοναδική ἀλήθεια, ὡς πρός τήν οὐσία καί τό βάθος τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Ἔτσι ὅταν τούς βροῦν δεινά καί περιπέτειες στό διάβα τῆς ζωῆς τους, ἀντί νά ἐνσκύψουν στόν ἐσωτερικό τους κόσμο, νά τόν μελετήσουν καί νά διορθωθοῦν, πολλές φορές στρέφονται ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καί ἐναντίον τῶν συνανθρώπων τους. Ὁ θεῖος Παῦλος λέγει: «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι μοι Ἰησοῦ Χριστῷ». (Φιλ. δ΄ 13) Ἄν οἱ πιστοί ἔμεναν ἀβοήθητοι ἀπό τόν Κύριο, θά ἀδυνατοῦσαν νά σηκώσουν τό σταυρό τους. Ὁ Κύριος, ὅμως, γνωρίζει ὅτι οἱ ἄνθρωποι εἴμεθα ἀδύνατοι, γιά τοῦτο δέν ἐπιτρέπει νά πειρασθοῦμε πέραν τῶν δυνάμεών μας. Ὁ θεῖος Παῦλος λέγει: «πιστός δέ ὁ Θεός, ὅς οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπέρ ὅ δύνασθε, ἀλλά ποιήσει σύν τῷ πειρασμῷ καί τήν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑμᾶς ὑπενεγκεῖν». (Α΄ Κορ. ι΄ 13) Ἀφοῦ ἐκεῖνος ἐπιτρέπει τόν πειρασμό, ταυτόχρονα παρέχει καί τούς τρόπους νά ἀντιμετωπισθεῖ καί νά ξεπερασθεῖ. Κύριε, μέγα Σου τό ἔλεος. Δόξα σόι!

Πῶς νά φυλάγονται οἱ Χριστιανοί ἀπό τά μαγικά ;

Γιά νά φυλάγεσθε ἀπό τά μαγικά καί τήν ἐνέργεια τῶν δαιμόνων, νά ἔχετε ὅλοι - μικροί καί μεγάλοι, ἄνδρες καί γυναῖκες - κρεμασμένο στό λαιμό σας τόν τίμιο Σταυρό. Τρέμουν οἱ δαίμονες τόν τύπο τοῦ Σταυροῦ καί φεύγουν μακριά ὅταν τόν βλέπουν. ῎Αλλωστε, ὅπως ὁμολόγησαν οἱ ἴδιοι στόν ἅγιο ᾿Ιωάννη τόν Βοστρινό, πού εἶχε ἐξουσία κατά τῶν ἀκαθάρτων πνευμάτων, τρία πράγματα φοβοῦνται περισσότερο· τόΣταυρό, τό ἅγιο Βάπτισμα καί τή θείαΚοινωνία.
Νά ἔχετε ἐπίσης στό σπίτι σας, ἀλλά καί μαζί σας, τό ἅγιο Εὐαγγέλιο. Καί φυσικά νά τό μελετᾶτε. Σ᾿ ὅποιο σπίτι ὑπάρχει Εὐαγγέλιο δέν μπαίνει ὁ διάβολος.
Τά ἀνδρόγυνα, γιά νά μή φοβοῦνται τό “δέσιμο”, πρίν παντρευτοῦν πρέπει νά ἐξομολογοῦνται, νά νηστεύουν τρεῖς ἡμέρες, νά συνδυάζουν τό μυστήριο τοῦ γάμου μέ τήν τέλεση θείας Λειτουργίας καί νά μεταλαμβάνουν ἔτσι τά ἄχραντα Μυστήρια. Προπαντός τά ἀνδρόγυνα νά ἔχουν πίστη στερεή καί ἀκλόνητη στόν Κύριο, κι Αὐτός θά διαλύσει τίς ἐνέργειες τῶν δαιμόνων.
῎Αν, γιά τήν ὀλιγοπιστία μερικῶν Χριστιανῶν, οἱ δαίμονες παρουσιάζουν διάφορα φαντάσματα, εἴτε σέ τάφους εἴτε σέ σπίτια εἴτε ἀλλοῦ, νά καλεῖται ἱερέας, νά γίνεται ἁγιασμός καί νά ραντίζεται ὁ τόπος. ῎Ετσι, μέ τή θεία χάρη, διαλύεται κάθε δαιμονική ἐνέργεια.
Τέλος, ὅταν ἕνας Χριστιανός πρόκειται νά χτίσει σπίτι ἤ νά κατασκευάσει καΐκι κ.τ.ὅ., ἄς προσκαλεῖ ἕναν ἱερέα νά τοῦ κάνει ἁγιασμό καί νά διαβάσει τήν κατάλληλη γιά τήν περίσταση εὐχή τῆς ᾿Εκκλησίας μας.

῞Αγιος Νικόδημος Αγιορείτης

Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΤΗΣ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΗΣ ΠΟΡΝΗΣ

Αναμνήσεις από τα κάτεργα 
της Σιβηρίας

Φυλακισμένη:
–Παππούλη, θα ήθελα να σας μιλήσω. Αλλά θα ήθελα να μιλήσουμε πρόσωπο προς πρόσωπο.
–Καλά, της λέω, αν θέλετε μπορούμε και τώρα, εδώ στην εκκλησία.
–Όχι, παππούλη, τώρα δεν μπορώ· αν μπορούσατε να έλθετε αύριο το απόγευμα, θα σας χρωστούσα μεγάλη ευγνωμοσύνη.
Δέχθηκα την παράκλησή της και την επόμενη μέρα πήγα στην φυλακή να την δω. Με περίμενε. Παρακάλεσα να μας ανοίξουν την εκκλησία. Μπήκαμε μέσα. Η δεσμοφύλακας έμεινε έξω.
–Παππούλη! Τυραννιέμαι μέχρι τρέλας. Η ψυχή μου βασανίζεται, η ζωή μου αναποδογυρίζει. Σας καταριόμουν και σας έβριζα για τα κηρύγματά σας. Τι μου έχετε κάνει; Γιατί αναστατώσατε τη ψυχή μου; Ω, είμαι μεγάλη αμαρτωλή! Κύριε, βοήθησέ με, ειρήνευσε τα βάσανά μου. Ας έλθει το συντομότερο ο θάνατός μου. Ω, Κύριε, σώσε με, την αμαρτωλή!

Την παρακάλεσα να ησυχάσει και όταν ξαναβρήκε τον εαυτό της, άρχισε να μου διηγείται την ιστορία της ζωής της:

«Οι γονείς μου ήταν άνθρωποι πλούσιοι. Ζούσαμε καλά. Ήμασταν πέντε αδέλφια: τρία αγόρια και δύο κορίτσια. Εγώ, ήμουν η μικρότερη. Ο Θεός με προίκισε με εξυπνάδα και ομορφιά. Όταν ήμουν στην έκτη τάξη του γυμνασίου αρραβωνιάστηκα μ’ έναν φοιτητή της ιατρικής. Δύο χρόνια περάσαμε καλά, αλλά μετά χωρίσαμε. Ήταν πολύ ζηλιάρης, όμως εν μέρει είχε δίκιο. Τα πειράγματα των ανδρών πολύ γρήγορα με έβγαλαν από τη σωστή κατεύθυνση. Όταν χωρίσαμε με τον άνδρα μου δεν παραδόθηκα ανοιχτά στην πορνεία, αλλά αποφάσισα να ικανοποιώ τα πάθη μου κρυφά. Έχτισα στη Μόσχα ένα ξενοδοχείο. Εκεί, μάζεψα πολλές κοπέλες, τις οποίες έναντι αμοιβής έδινα σε άνδρες. 
Στην αρχή, τις λυπόμουν και είχα τύψεις συνειδήσεως, αλλά μετά, με το πέρασμα του χρόνου, έπαψα να δίνω σημασία σ’ όλα αυτά και παραδόθηκα ολοκληρωτικά σ’ αυτό το τρομερό εμπόριο. Ω, αγαπητέ μου πατερούλη, πόσα δυστυχισμένα μάτια τώρα νιώθω ότι με κοιτάζουν με παράπονο και με ρωτάνε: “Γιατί μας βασάνιζες;”». [Κλαίει…]


Όταν ησύχασε, συνέχισε τη διήγησή της:
«Πώς, παππούλη, ο Θεός ανέχεται ακόμα τις αμαρτίες μου! Εγώ, πάνω από διακόσιες κοπέλες διακόρευσα και κατέστρεψα τη ζωή τους. Ακόμα, τριάντα οικογένειες κατέστρεψα, δύο κοπέλες δηλητηρίασα και μία σκότωσα. Στο τέλος, αποφάσισα να σκοτώσω και τον εραστή μου, για να μην τον πάρει καμιά άλλη. Ο εραστής μου, ήταν ένας δεκαεφτάχρονος σπουδαστής. Γι’ αυτό το έγκλημα βρέθηκα εδώ στα κάτεργα. Μέχρι να έλθω εδώ στη φυλακή της Τσιτά, ήμουν ήσυχη. Τώρα όμως, μετά τα κηρύγματά σας, η φωνή της συνειδήσεώς μου με ελέγχει. Οι κοπέλες εκείνες που βασάνιζα, σαν να στέκονται τώρα, εδώ μπροστά μου, με τον πόνο ζωγραφισμένο στα μάτια τους. Αυτό εμένα μου προκαλεί τρομερό και ανυπόφορο πόνο. Αγαπητέ μου πατερούλη, τι πρέπει να κάνω για ν’ ανακουφίσω έστω και λίγο τον πόνο μου;».


Της απάντησα:
«Λοιπόν, περιστεράκι μου! Να μετανοήσετε ειλικρινά και να εξομολογηθείτε. Στην εξομολόγησή σας πρέπει να πείτε όλα όσα μπορείτε να θυμηθείτε από τη νεανική σας ηλικία. Όλα όσα έχετε στην καρδιά σας πρέπει να τα πείτε ενώπιον του Θεού. Όλα: μέχρι και την παραμικρή αμαρτία. Αν και θα αισθάνεστε ντροπή και θα είναι δύσκολο για σας να το κάνετε, όμως πρέπει να το κάνετε! Και κάτι άλλο: στις αμαρτίες που νομίζετε ότι είναι οι πιο σοβαρές, οι πιο επαίσχυντες και οι πιο βδελυρές από τις άλλες, πρέπει ιδιαίτερα να σταθείτε σ’ αυτές, για να τις γνωρίζει ο Πνευματικός από κάθε πλευρά. Αυτό θα είναι το πρώτο πνευματικό σας φάρμακο. Το δεύτερο: διαβάστε ολόκληρο το ιερό Ευαγγέλιο δύο φορές. Και το τρίτο: πρωί και βράδυ να προσεύχεσθε κατ’ αυτό τον τρόπο: “Κύριε, σώσε κι εμένα την αμαρτωλή!”. Να μη λέτε πολλές προσευχές, αλλά να προσεύχεσθε με θερμότητα και μετά βλέπουμε…».

Την επισκέφθηκα μετά από δύο εβδομάδες. Άρχισε να αισθάνεται λίγο πιο καλά. Αποφάσισε να εφαρμόσει τις συμβουλές μου. Εξομολογήθηκε. Όμως την Θεία Κοινωνία ακόμα δεν της Την επέτρεψα. Όχι, επειδή την θεωρούσα ανάξια, αλλά για να στερεωθεί μέσα της η μετάνοια. Ήθελα να σταθεροποιήσω μέσα της τη συναίσθηση της αμαρτωλότητας. Της αγόρασα ένα Ευαγγέλιο και την παρακάλεσα να το διαβάσει δύο φορές και, ταυτόχρονα, να προσεύχεται στον Θεό. Την είδα ξανά σε μία εβδομάδα. Τα αποτελέσματα ήταν φανερά. Ήταν χαρούμενη και ήσυχη. Όμως υπήρχε ακόμα κάτι που βάραινε τη ψυχή της. Την Κυριακή, ειδικά γι’ αυτήν, διάβασα στη Θεία Λειτουργία το απόσπασμα εκείνο του Ευαγγελίου, που λέει για την πόρνη που έπλενε τα πόδια του Χριστού. Στο τέλος της Λειτουργίας, ο Θεός με βοήθησε να κάνω ένα δυνατό κήρυγμα για την αγάπη του Θεού που συγχωρεί τα πάντα. Όλοι μέσα στην εκκλησία έκλαιγαν, έκλαιγε κι εκείνη. Στο τέλος της ομιλίας μου είπα στους φυλακισμένους να γονατίσουν, γονάτισα κι εγώ ο ίδιος, στράφηκα προς την εικόνα του Χριστού, στο τέμπλο, και με δυνατή φωνή είπα:


«Κύριε! Να, που και αυτοί οι κατάδικοι στέκονται ενώπιόν Σου. Μεταξύ τους υπάρχουν και τέτοιοι σαν εκείνη την πόρνη, η οποία μέχρι τη στιγμή που Σε συνάντησε, παραδιδόταν στην αμαρτία, πουλούσε τη ψυχή και το σώμα της· δουλεύοντας στον κόσμο αυτό, βούλιαζε στην αμαρτία. Όλ’ αυτά, μέχρι τη στιγμή που γνώρισε Εσένα, τον πανάγαθο Σωτήρα των αμαρτωλών. Αλλά, μόλις Σε είδε, πέφτει στα πόδια Σου και με δάκρυα θερμά Σε ικετεύει και Σου ζητά, Κύριε, συγνώμη! Επίβλεψε, Κύριε, και αυτούς τους αμαρτωλούς. Και αυτοί προσφέρουν τώρα τα δάκρυά τους στα πόδια Σου. Εσύ συγχωρείς τα πάντα. Άνοιξε το στόμα Σου και πες προς αυτούς: “Τέκνα Μου! Συγχωρούνται οι αμαρτίες σας για την αγάπη σας σε Μένα!”».

Όλο το εκκλησίασμα έκλαιγε. Εκείνη η καημένη η γυναίκα έχασε τις αισθήσεις της κι έπεσε κάτω σαν νεκρή. Η Λειτουργία είχε τελειώσει. Η κατάδικη για πολλή ώρα ακόμα δεν μπορούσε να ησυχάσει. Σε τρεις μέρες την επισκέφθηκα και πάλι. Με χαιρέτισε με δάκρυα στα μάτια και μου είπε, ότι, όταν διαβάζει το ιερό Ευαγγέλιο, αισθάνεται την αγάπη του Θεού και θέλει να χύσει ενώπιόν Του ακόμα περισσότερα δάκρυα μετανοίας.

Μετά, με έστειλαν σε μία αποστολή στα κάτεργα και γύρισα στην Τσιτά σε ένα μήνα. Όταν επέστρεψα, την βρήκα πολύ στενοχωρημένη. Νόμιζε ότι δεν θα γυρίσω. Την επόμενη Κυριακή ακόμα μία φορά την εξομολόγησα και την κοινώνησα των Αχράντων Μυστηρίων. Η ημέρα εκείνη ήταν η πρώτη ευτυχισμένη μέρα της ζωής της. Χάρηκε πάρα πολύ και μετά ομολογούσε συχνά: «Ποτέ στη ζωή μου δεν υπήρξε παρόμοια μέρα!».


ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ

[Αρχιμανδρίτου Σπυρίδωνος:
«Από όσα είδα και έζησα…
(Αναμνήσεις από την ιεραποστολή μου
στα κάτεργα της Σιβηρίας)»,
κεφ. 7ο, 79–83,
εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη»,
Θεσσαλονίκη (1998;).]


«ΝΑ ΤΟΝ ΚΛΑΙΤΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ!»

Μια αδελφή σημειώνει τα εξής για την μακαριστή ασκήτρια, την αγαθή και απλή Γερόντισσα Άννα (Γιοβάνογλου· 1903–1998):

«Άλλοτε σε μια συζήτηση την ρώτησα:
–Πώς να αγαπήσουμε τον Χριστό;
Και απάντησε:
–Να τον κλαίτε τον Χριστό. Να σκέφτεστε συνέχεια το πάθος Του. Να κλαίτε. Και αν δεν μπορείτε να κλαίτε, ας πονάει η καρδιά σας· τα δάκρυα θά ’ρθουν μετά και θα είναι και καλύτερα. Να κοιτάς τον Χριστό στον Σταυρό. Εκείνον που πέθανε για μας, για όλους μας. Και τότε θα έρθει η αγάπη για Εκείνον.

»Μου διηγήθηκε ότι όταν στα Ιεροσόλυμα, είδε σε όραμα την Παναγία να ψάχνει τον Υιό της (τον Οποίο είχε τότε φυλακισμένο) και να ρωτάει μέσα στον πόνο και την αγωνία της τους στρατιώτες και κανείς να μην της απαντάει. Αυτά όλα τα έλεγε μέσα σε λυγμούς και βρισκόταν ακόμη και εκείνη την στιγμή μπροστά ίσως στο ίδιο θέαμα. Τόσο με μαγνήτισε η μορφή της εκείνη την στιγμή που δεν ήθελα να φύγω από κοντά της.

»Άλλη φορά της είπα:
–Γερόντισσα, πονώ όταν σκέφτομαι τον Χριστό.
Και μου απάντησε:
–Αυτό, θα σε σώσει.
Σε ερώτησή μου πώς να γίνω καθαρή, μου απάντησε: “Αυτό θα γίνει μετά από χρόνια”. Όταν της είπα ότι έχω κακούς λογισμούς, μου είπε: “Να φέρνεις πάντοτε τον Χριστό μπροστά σου και να Τον έχεις μέσα στην καρδιά σου. Ζήτα Του να μην χάσεις αυτά που έχεις και όλα τα κακά θα φύγουν. Ποτέ να μην απομακρύνεις τον Χριστό από την σκέψη σου. Εγώ πάντα Τον έχω μέσα μου, Ιησού Χριστό Εσταυρωμένο. Και συ να έχεις πάντοτε τον Χριστό μπροστά σου και να μην στενοχωριέσαι, γιατί ο διάβολος μάς πολεμά όλους”».


ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΑΝΝΑ ΓΙΟΒΑΝΟΓΛΟΥ
(1903–1998)

[«Ασκητές μέσα στον κόσμο»
τόμ. α΄, μέρος α΄, βιογρ. ιστ΄, σελ. 230–231,
Άγιον Όρος 20118.]


Όταν λέμε το Κομποσχοίνι και σκεφτόμαστε αυτούς για τους οποίους θέλουμε να προσευχηθούμε, κίνητρό μας είναι η αγάπη

Όταν λέμε το Κομποσχοίνι και σκεφτόμαστε αυτούς για τους οποίους θέλουμε να προσευχηθούμε, κίνητρό μας είναι η αγάπη.

«Θεέ μου, Εσύ ξέρεις πόσο αγαπώ αυτόν τον άνθρωπο. Η αγάπη μου αυτή δεν είναι δική μου, γιατί Εσύ είσαι η Πηγή της Αγάπης. Απ’ αυτήν την Πηγή της Αγάπης παίρνω κι εγώ, και Σου τον προσφέρω αυτόν τον άνθρωπο. Και Σε παρακαλώ να του δώσεις Φώτιση, να του δώσεις Πίστη, να του δώσεις όλα τα πλούσια Ελέη Σου που Εσύ δίνεις.

Εγώ, μόνο την ταπεινή μου αγάπη μπορώ να προσφέρω. Και Σε παρακαλώ για (τον τάδε)…., την τάδε κ.ά»

Και να φέρνεις νοερά στα πόδια του Χριστού αυτά τα πρόσωπα, σαν να είναι γονατιστοί και να προσεύχονται μπροστά Του, αυτοί οι ίδιοι πραγματικά, όπως λέει ο Προσκυνητής.

Έχω εμπειρία πολλών ετών, ότι κάνει ο Θεός πολλά θαύματα μ’ αυτήν την προσευχή. Γιατί ο Θεός μας θέλει Συνεργούς. Όσο τιποτένιοι κι αν είμαστε, γιατί είμαστε τα Πλάσματά Του και μ’ αυτά τα Πλάσματα έχει να δουλέψει…..

Πηγή: Από το βιβλίο της μοναχής Γαβριηλίας «Γερόντισσα Γαβριηλία: Η Ασκητική της Αγάπης»

Γιατί δέν μπορῶ νά προσευχηθῶ καλά;

Ἡ ψυχρότητα στὴν προσευχὴ ὀφείλεται εἴτε σὲ ψυχικὴ κόπωση εἴτε σὲ πνευματικὸ κορεσμὸ εἴτε σὲ σωματικὲς ἀπολαύσεις καὶ ἀναπαύσεις εἴτε σὲ πάθη, ποὺ κυριεύουν τὴν ψυχή, προπαντὸς στὴν ἔπαρση. Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἐνάντια στὴν πνευματικὴ ζωή, μέσα στὴν ὁποία κεντρικὴ θέση κατέχει ἡ προσευχή. Ἔτσι, πρῶτα καὶ κύρια προκαλοῦν τὸ στέρεμα τῆς πηγῆς τῆς προσευχῆς μέσα μας. Αὐτό, ὅμως, μπορεῖ νὰ oφείλεται καὶ σὲ ἀπομάκρυνση τῆς χάριτος, ποὺ συμβαίνει μὲ θεία παραχώρηση. Καὶ νὰ γιατί:

Ὅταν ἡ ψυχὴ μᾶς φλέγεται ἀπὸ τὸν πόθο τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπὸ τὴν καρδιὰ μᾶς ξεχύνεται ὁλοθερμὴ προσευχή, δὲν ἔχουμε παρὰ ἐλεητικὴ ἐπίσκεψη τῆς χάριτος. Ἐμεῖς ὅμως, ὅταν ἡ εὐλογημένη αὐτὴ κατάσταση παρατείνεται γιὰ πολύ, νομίζουμε ὅτι κατορθώσαμε κάτι σπουδαῖο μὲ τὸ δικό μας ἀγώνα καὶ κυριευόμαστε ἀπὸ τὴν κενοδοξία. Γιὰ λόγους παιδαγωγικούς, λοιπόν, ἀπομακρύνεται ἡ χάρη καὶ μένει ἡ ψυχὴ μᾶς μόνη της, γυμνὴ καὶ ἀδύναμη, ἀνίκανη νὰ ζήσει πνευματικά, ψυχρὴ καὶ ἀπρόθυμη νὰ...
προσευχηθεῖ…

Τί θὰ κάνουμε, λοιπόν, γιὰ νὰ ξεφύγουμε ἀπ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση; Πρῶτα-πρῶτα θὰ φροντίσουμε νὰ ἐξουδετερώσουμε τὶς αἰτίες της. Καὶ ὕστερα, παρ’ ὅλη τὴν ψυχρότητα τῆς ψυχῆς μας, θὰ κάνουμε μὲ ἐπιμονὴ καὶ ὑπομονὴ τὸν καθημερινὸ προσευχητικὸ κανόνα μας, προσπαθώντας ἀφ’ ἑνὸς νὰ συγκεντρώνουμε τὸ νοῦ μας στὰ λόγια τῶν εὐχῶν καὶ ἀφετέρου νὰ ξεσηκώνουμε μέσα στὴν καρδιὰ μᾶς αἰσθήματα φιλόθεα. Μὲ τὸν καιρὸ ὁ Θεός, βλέποντας τὴν ταπείνωση καὶ τὴν καρτερία μας, θὰ μᾶς ξαναστείλει τὴ χάρη Του, ποὺ θὰ διώξει τὸ πνεῦμα τῆς ψυχρότητος, ὅπως ὁ ἄνεμος διώχνει τὴν ὁμίχλη.

Ἅγιος Μακάριος ὁ Αιγύπτιος