.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ευλογημένος ο Ερχόμενος



Εκείνος που έχει θρόνο τον ουρανό και υποπόδιο τη γη, ο γυιός του Θεού και ο Λόγος του ο συναΐδιος, σήμερα τα­πεινώθηκε και ήρθε στη Βηθανία απάνω σ' ένα που­λάρι. Και τα παιδιά των Εβραίων τον υποδεχθήκανε φωνάζοντας: «Ωσαννά εν τοις υψίστοις, ευλογημένος ο ερχόμενος, ο βασιλιάς του Ισραήλ».

Οι πολέμαρχοι του κόσμου, σαν τελειώνανε τον πόλεμο και βάζανε κάτω τους οχ­τρούς τους, γυρίζανε δοξασμένοι και καθί­ζανε απάνω σε χρυσά αμάξια για να μπούνε στην πολιτεία τους. Μπροστά πηγαίνανε οι σάλπιγγες κι οι σημαίες κ' οι αντρειωμένοι στρατηγοί και πλήθος στρατιώτες σκεπα­σμένοι με σίδερα άγρια και βαστώντας φονικά άρματα γύρω σ' ένα αμάξι φορτωμένο με λογής λογής αρματωσιές και σπαθιά και κοντάρια παρμένα από το νικημένο έθνος.

Όλοι οι πολεμιστές ήτανε σαν άγρια θηρία σιδεροντυμένα, τα κεφάλια τους ήτανε κλει­δωμένα μέσα σε φοβερές περικεφαλαίες, τα χοντρά και μαλλιαρά χέρια τους ήτανε μα­τωμένα από τον πόλεμο, τα γερά ποδάρια τους περπατούσανε περήφανα και τεντωμέ­να, σαν του λιονταριού που ξέσκισε με τα νύχια του το ζαρκάδι και τανύζεται με μουγκρητά και φοβερίζει τον κόσμο. Ύστερα ερχότανε το χρυσό τ' αμάξι του πο­λεμάρχου, που καθότανε σ' ένα θρονί πλου­μισμένο μ' ακριβά πετράδια, περήφανος, ακατάδεχτος, φοβερός, που δεν μπορούσε να τον αντικρύσει μάτι δίχως να χαμηλώσει και βα­στούσε το τρομερό σκήπτρο του, που κάθε σάλεμά του ήτανε προσταγή, δίχως ν' ανοίξει τα στόμα του αυτός που το κρατούσε.
Άλο­γα ανήμερα, ήτανε ζεμένα σ' αυτά τ' αμάξι, με λουριά χρυσοκεντημένα με γαϊτάνια και περπατούσανε κι αυτά καμαρωτά και περή­φανα σαν τους ανθρώπους. Ένα κορίτσι έμορ­φο σαν νεράιδα, μεταξοντυμένο, βαστούσε ένα χρυσό στεφάνι απάνω από το κεφάλι του νικητή, κι άλλα κορίτσια κι αγόρια ρίχνανε λιβάνια κι άλλα μυρουδικά σε κάποια με­γάλα θυμιατήρια όμοια με μανουάλια.

Από πίσω έρχόντανε οι σκλάβοι άντρες και γυ­ναίκες κι όποιοι ήτανε άρρωστοι και λαβω­μένοι, τους σέρνανε και τους χτυπούσανε οι στρατιώτες. Όση δόξα είχανε αυτοί που πηγαίνανε μπροστά, άλλη τόση καταφρόνε­ση και δυστυχία είχανε όσοι ακολουθούσανε από πίσω. Αυτοί ήτανε δεμένοι με σκοινιά και μ' αλυσίδες, πολλοί πιστάγκωνα, κουρε­λιασμένοι, πληγιασμένοι, κίτρινοι σαν πεθα­μένοι από τα μαρτύρια κι από την αγρύ­πνια. Πολλοί ήτανε μισόγυμνοι κ' οι πλά­τες τους ήτανε μελανιασμένες από το βούνευρο. Ανάμεσά τους ήτανε γυναίκες, παρθέ­νες ντροπιασμένες, κλαμένες μανάδες με αθώα μωρά στην αγκαλιά τους, γρηές που βαστούσανε τα εγγόνια τους από το χέρι, όλες κατατρομαγμένες σαν τα αρνιά που τα πάνε στον μακελάρη. Γύρω ο κόσμος έκανε σαν τρελλός και φώναζε και δόξαζε τον νι­κητή κι από πολλά στόματα τρέχανε αφροί. Αλαλαγμός έβγαινε σαν καπνός απ' όλη την πολιτεία. Αυτή την παράταξη τη λέγανε «θρίαμβο».

Έναν τέτοιον θρίαμβο έκανε κι ο Χρι­στός σήμερα, ο άρχοντας της ειρήνης και της αγάπης. Μα, όπως τα άλλαξε όλα και τα έκανε ανάποδα απ’ ό,τι συνηθίζανε οι άνθρωποι, έτσι κι ο θρίαμβος που έκανε, ήτανε θρίαμβος της φτώχειας και της ταπεί­νωσης. Ο Ρωμαίος ύπατος ήτανε καθισμένος απάνω σε θρόνο και σε χρυσό αμάξι, μα ο Χριστός ήτανε καβαλικεμένος απάνω σ' ένα πουλάρι, σ' ένα γαϊδουρόπουλο, πούνε το πιο ταπεινό και καταφρονεμένο ανάμεσα στα ζώα.

Κι' ο ίδιος ήτανε ταπεινός, πράος, ήσυχος, φτωχοντυμένος, κατά την προφητεία που έλεγε: «Είπατε τη θυγατρί Σιών· Ιδού ο βασιλεύς σου έρχεταί σοι πράος και επιβεβηκώς επί όνον και πώλον, υιόν υποζυ­γίου». Το χέρι του δεν βαστούσε σκήπτρο, αλλά βλογούσε τον κόσμο. Από πόλεμο ερ­χότανε και κείνος, μα έναν πόλεμο πολύ δυσκολοκέρδιστον, πόλεμο καταπάνω στην κα­κία και στην ψευτιά και στην υποκρισία και στη φιλαργυρία. Και δεν πήγαινε να ξεκου­ραστεί απ’ αυτόν τον πόλεμο, αλλά πήγαινε ν' αρχίσει άλλον, πιο σκληρόν, και να στεφανωθεί μ' αγκαθένιο στεφάνι και να δαρθεί και να περιπαιχθεί και στο τέλος να καρφωθεί απάνω σ' ένα ξύλο σαν κακούρ­γος.

Δεν ήτανε τριγυρισμένος από αγριεμέ­νους υποταχτικούς, αλλά από άκακους ψα­ράδες, καταφρονεμένους σαν και κείνον. Κι ούτε έσερνε από πίσω του σκλάβους τυραννισμένους, αλλά ανθρώπους που τους ελευ­θέρωσε από τη σκλαβιά του διαβόλου και πεθαμένους που αναστηθήκανε από τη φωνή του. Σάλπιγγες και τούμπανα δεν φωνάζανε για να τον δοξάσουνε, αλλά παιδιά αθώα που συμβολίζανε την απλότητα που έχουνε οι χριστιανοί και που φωνάζανε «Ευλογη­μένος ο ερχόμενος» και κρατούσανε αντί για σημαίες και για μπαϊράκια κλαδιά πράσινα των δέντρων. Κλαδιά χλωρά και ρούχα στρώνανε χάμω για να πατήσει το γαϊ­δούρι και να περάσει. Κι αυτό το βλογημένο πήγαινε με σκυμμένο το κεφάλι, ταπεινό, ανήξερο, σηκώνοντας τον Χριστό που καθότανε πρωτύτερα απάνω στα τρομερά εξαφτέρουγα σεραφείμ που είναι από φωτιά. Δεν αξιώθηκε να τον σηκώσει κανένα χρυσό αμάξι, μητε άλογο άκριβοσελωμένο, μητε καμμιά κούνια που να τη βαστάνε αντρειω­μένοι βαστάζοι, αλλά τον σήκωνε το γαϊ­δούρι. Ποιο μάτι δεν δακρύζει άμα συλλο­γιστεί αυτό το μυστήριο!

Ο Χριστός ανα­ποδογύρισε όσα είχε για σωστά και για α­ληθινά ο αμαρτωλός ο άνθρωπος. Ποιος όμως είναι σε θέση να νοιώσει την ελευθερία που μας έφερε και να ακολουθήσει το που­λάρι με το σκοινένιο καπίστρι κι όχι τ' αφρισμένα τάλογα που χλιμιντράνε καμαρω­τά και να μη μπει στη Ρώμη με τα πολλά τα είδωλα, παρά να μπει μαζί με τον βασι­λιά της ειρήνης στην Απάνω Ιερουσαλήμ;

Πολλοί, που είναι σοβαροί άνθρωποι, θα πούνε πως δεν τα καταλαβαίνουνε αυτά και πως τα παιδιά παιδιακίζουνε κ' οι άντρες αντρειεύουνται. Τα ίδια λέγανε κ' οι αρχιε­ρείς κ' οι σπουδασμένοι. «Ιδόντες δε οι αρχιερείς και γραμματείς τα θαύματα α εποίησε και τους παίδας κράζοντας εν τω ιερώ και λέγοντας: Ωσαννά τω υιω Δαυίδ, ηγανάκτησαν και είπον αυτώ: Ακούεις τι ούτοι λέγουσιν; Ο δε Ιησούς λέγει αυτοίς: Ναι· ουδεποτε ανέγνωτε ότι «εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων κατηρτίσω αίνον;» Και καταλιπών αυτούς εξήλθεν έξω της πό­λεως». Οι αρχιερείς κ' οι γραμματείς διαβάσανε τον ψαλμό του Δαυίδ που έλεγε πως θα προϋπαντήσουνε τον Χριστό τα νήπια και δεν πιστέψανε ωστόσο σ' αυτόν που υμνολογούσανε. Αμή εμείς που διαβάσαμε στο σημερινό Ευαγγέλιο και τον ψαλμό κι αυτά που είπε ο Χριστός στους Εβραίους, δεν θα κριθούμε πιο αυστηρά αν δεν τον πιστέψου­με; Η ματαιότητα κ' η περηφάνεια μάς κάνουνε να μην καταδεχόμαστε να παμε μαζί με τη φτωχή συνοδεία του, ντρεπόμα­στε να ακολουθήσουμε ένα αρχηγό που πάει καβαλικεμένος απάνω σ' ένα γαϊδούρι. Τα ταπεινά, τα φτωχικά, δεν τα θέλουμε. Μα μπορεί να γίνει χριστιανός όποιος δεν α­γαπά αυτά που αγάπησε ο Χριστός;

Χθες, Σάββατο, ανάστησε έναν πεθαμένο άνθρωπο, τον Λάζαρο. Ποιος ήτανε αυτός ο Λάζαρος; Κανένας επίσημος άνθρωπος, κανένας τρα­νός; Ο Λάζαρος ήτανε φτωχός, χωριάτης, κι όπως λέγει το Ευαγγέλιο, ήτανε φίλος του Χριστού, που είχε φίλους όλους τους ανθρώπους. Έναν φίλο σημειώνει το Ευαγ­γέλιο πως είχε ο Χριστός στον κόσμο, κι αυτός ήτανε φτωχός κι αγράμματος. Μα ποιος από μας αγαπά αυτή την πλούσια φτώχια του Χριστού; Απ' όπου λείπει ο Χριστός, εκεί είναι η φτώχια η αληθινή, όπως απ’ όπου λείπει ο Χριστός λείπει κ' η ζωή η αληθινή και βασιλεύει ο θάνατος. Αυτό θα το καταλάβεις καλώτατα αν γυρί­σεις και δεις γύρω σου κι ακουμπήσεις το κεφάλι σου και συλλογιστείς. Πού είναι εκείνοι οι Ρωμαίοι κ' οι παντοδύναμοι αφέν­τες που κάνανε τους θριάμβους οπού ιστορήσαμε πρωτύτερα; Τι γινήκανε κι αυτοί κι οι μυριάδες που τους προσκυνούσανε και που γονατίζανε μπροστά τους σαν τα καλά­μια που τα γέρνει ο βοριάς; Ποιος τους φέρ­νει στον νου του εξόν κάποιοι που γράφουνε τα ιστορικά εκείνου του καιρού; Κορμιά, ψυχές, θρονιά, διαμαντόπετρες, άλογα, περηφάνειες, φοβέρες, φωνές, όλα πέσανε σ' έναν λάκκο και χαθήκανε και σβύσανε σαν να μη γινήκανε ποτές. Και τι απόμεινε από όλα τούτα στις καρδιές των ανθρώπων; Τί­ποτα κι ακόμα πιο λίγο από τίποτα. 

Πλην ο άνθρωπος είναι άπιστος ακόμη και σ' αυτά που βλέπει και σ' αυτά που πιάνει με τα χέρια του και τραβά τον δρόμο που τραβή­ξανε και κείνοι και σέρνει με ευχαρίστηση το άρμα του Νέρωνα, γιατί είναι «νεύρον σιδηρούν ο τράχηλός του». Τ' αυτιά του εί­ναι σφαλιχτά σε Κείνον που λέγει: «Εγώ ειμί Θεός πρώτος και εις τα επερχόμενα εγώ ειμί. Εγώ βοσκήσω τα πρόβατά μου και εγώ αναπαύσω αυτά». Εκείνος που καθότανε απάνω στο γαϊδούρι, εκείνος είναι ζωντανός μέσα στις απλές ψυχές στον αιώνα κ' είναι για δαύτες θροφή, πηγή αθανασίας, χαρά και αγαλλίαση, κατά τον λόγο που λέ­γει : «Ευφρανθήσεται καρδία ζητούντων τον Κύριον». Ναι, όποιος ένοιωσε τη χαρά του Χριστού, είναι σαν τον πεθαμένο που αναστή­θηκε. Στον κόσμο υπάρχουνε πονεμένοι λογής λογής. Όσοι πονάνε στο κορμί και στην ψυχή κι ο πόνος τους καθαρίζει και τους πηγαίνει στον Θεό, αυτοί είναι οι αγα­πημένοι του Χριστού και περπατάνε στη στράτα του με το φως του το παρηγορη­τικό. Οι άλλοι υποφέρουνε άγονα. Γι’ αυτό ο απόστολος Παύλος γράφει στους Κορινθίους: «Νυν χαίρω, ουχ ότι ελυπήθητε, αλλ' ότι ελυπήθητε κατά Θεόν, ίνα εν μηδενί ζημιωθήτε εξ ημών. Η γαρ κατά Θεόν λύπη μετάνοιαν εις σωτηρίαν αμεταμέλητον κατεργάζεται· η δε του κόσμου λύπη θάνατον κατεργάζεται». Γι' αυτούς που ελπίζουνε στον Θεό, δεν μετάλλαξε ο Χριστός τον άγονον ίδρωτά τους σε ιδρώτα σωτηρίας, «ιδρώτα ιδρώτι», αλλά θρηνούνε και πονάνε παντοτινά σαν τους ειδωλολάτρες, σφαζόμενοι με τα μαχαίρι της μοίρας. Γι' αυτούς δεν άλλαξε ο Χριστός τον ιδρώτα της αγωνίας τους σε ιδρώτα της προσευχής και της ελπίδας. Όποιος δεν πιστεύει στον Χριστό και στο Ευαγγέλιο, είναι πεθαμένος, αφού δεν υπάρχει αληθινή ζωή μέσα του. Γιατί ζωή δεν θα πει να ανασαίνεις και να περπατάς και να τρως και να πίνεις, αλλά να νοιώθεις τη χάρη της αθανασίας. Τότε θα μπορείς να ψάλεις μαζί με τον υμνωδό τούτο το εξαίσιο απολυτίκιο:

«Την κοινήν ανάστασιν προ του σου πάθους πιστούμενος, εκ νεκρών ήγειρας τον Λάζαρον, Χριστέ ο Θεός. Όθεν και ημείς, ως οι παίδες, τα της νίκης σύμβολα φέροντες, σοι τω νικητή του θανάτου βοώμεν. Ωσαννά εν τοις υψίστοις, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυ­ρίου».

Φώτη Κόντογλου

Γιατὶ π. Θεόδωρε καὶ οἱ σὺν αὐτῷ σκότωσε ὁ Κάϊν τὸν Ἄβελ;

Πολλὲς φορὲς μίλησε ὁ Θεὸς διὰ τῶν προφητῶν Του, ὅτι οἱ θυσίες ποὺ δὲν εἶναι ἁγνὲς καὶ στεροῦνται σταθερῆς καὶ ἀκέραιας πίστης δὲν Τοῦ εἶναι ἀρεστές.

Λέει ο προφήτης Μαλαχίας (α’ 6-10): Ὁ Κύριος τοῦ σύμπαντος λέει στοὺς ἱερεῖς: «Ὁ γιὸς τιμάει τὸν πατέρα του καὶ ὁ δοῦλος τὸν κύριό του. Ἂν ἐγὼ εἶμαι ὁ πατέρας σας, ποῦ εἶναι ἡ τιμή, ποὺ μοῦ ἀποδίδετε; Κι ἂν ἐγὼ εἶμαι Κύριός σας, ποῦ εἶναι ὁ σεβασμός, ποὺ μοῦ ἔχετε; Μὲ περιφρονεῖτε καὶ ρωτᾶτε: “Πώς σὲ περιφρονοῦμε;” Μὲ τὸ νὰ προσφέρετε στὸ θυσιαστήριό μου μιαρὲς προσφορές... Μακάρι κάποιος ἀπὸ σᾶς νὰ ἔκλεινε τὶς πόρτες τοῦ ναοῦ γιὰ νὰ μὴν ἀνάβετε ἄσκοπα φωτιὰ στὸ θυσιαστήριό μου».

Καὶ ὁ προφήτης Ὠσηέ (8, 11-13): «Ἐπειδὴ ὁ Ἐφραὶμ πλήθυνε τὰ θυσιαστήρια γιὰ νὰ ἁμαρτάνει, θὰ γίνουν σ’ αὐτὸν θυσιαστήρια στὸ νὰ ἁμαρτάνει. Ἔγραψα σ’ αὐτὸν τὰ μεγαλεῖα τοῦ νόμου μου· [ὅμως], λογαριάστηκαν σὰν ἕνα ξένο πράγμα. [Μὲ] τὶς θυσίες, ποὺ προσφέρουν σὲ μένα, θυσιάζουν κρέας, καὶ τρῶνε· ὁ Κύριος δὲν τὶς δέχεται· τώρα, θὰ θυμηθῶ τὴν ἀνομία τους, καὶ θὰ ἐπισκεφθῶ τὶς ἁμαρτίες τους».

Καὶ ὁ προφήτης Δαβίδ (Ψαλμ. μθ’ 9-10): «Δὲν θὰ δεχθῶ ἀπὸ τὸ σπίτι σου μοσχάρια νὰ μοῦ τὰ προσφέρεις θυσία, ἀλλ’ οὔτε καὶ τράγους ἀπὸ τὰ ποίμνιά σου· διότι δικά μου εἶναι ὅλα, ὄχι μόνο τὰ θηρία τοῦ δρυμοῦ, ἀλλὰ καὶ τὰ ζῶα ποὺ βοσκοῦν στὰ βουνὰ καὶ τὰ βόδια».

Καὶ ὁ προφήτης Ἡσαΐας (Α’, 11-15): «Τί μοι πλῆθος τῶν θυσιῶν ὑμῶν; λέγει Κύριος· πλήρης εἰμὶ ὁλοκαυτωμάτων κριῶν, καὶ στέαρ ἀρνῶν καὶ αἷμα ταύρων καὶ τράγων οὐ βούλομαι, οὐδὲ ἂν ἔρχησθε ὀφθῆναι μοι. τίς γὰρ ἐξεζήτησε ταῦτα ἐκ τῶν χειρῶν ὑμῶν; πατεῖν τὴν αὐλήν μου οὐ προσθήσεσθαι· ἐὰν φέρητε σεμίδαλιν, μάταιον· θυμίαμα, βδέλυγμά μοί ἐστι· τὰς νουμηνίας ὑμῶν καὶ τὰ σάββατα καὶ ἡμέραν μεγάλην οὐκ ἀνέχομαι· νηστείαν καὶ ἀργίαν καὶ τὰς νουμηνίας ὑμῶν καὶ τὰς ἑορτὰς ὑμῶν μισεῖ ἡ ψυχή μου· ἐγενήθητέ μοι εἰς πλησμονήν, οὐκέτι ἀνήσω τὰς ἁμαρτίας ὑμῶν. ὅταν ἐκτείνητε τὰς χεῖρας ὑμῶν πρός με, ἀποστρέψω τοὺς ὀφθαλμούς μου ἀφ᾿ ὑμῶν, καὶ ἐὰν πληθύνητε τὴν δέησιν, οὐκ εἰσακούσομαι ὑμῶν».

Τὸ θέμα ὅμως τῆς ἀρεστῆς στὸν Θεὸ θυσίας καὶ τῆς ἀντίδρασης τῶν ἀνθρώπων σὲ αὐτήν Του τὴν ἐπιλογή, λαμβάνει τὴν ὕψιστη ἔκφρασή του στὴν ἱστορία τοῦ Κάϊν καὶ τοῦ Ἄβελ (Γεν. 4,2): «... καὶ ἐγένετο Ἄβελ ποιμὴν προβάτων, Κάϊν δὲ ἦν ἐργαζόμενος τὴν γῆν. καὶ ἐγένετο μεθ᾿ ἡμέρας ἤνεγκε Κάϊν ἀπὸ τῶν καρπῶν τῆς γῆς θυσίαν τῷ Κυρίῳ, καὶ Ἄβελ ἤνεγκε καὶ αὐτὸς ἀπὸ τῶν πρωτοτόκων τῶν προβάτων αὐτοῦ καὶ ἀπὸ τῶν στεάτων αὐτῶν. καὶ ἐπεῖδεν ὁ Θεὸς ἐπί Ἄβελ καὶ ἐπὶ τοῖς δώροις αὐτοῦ, ἐπὶ δὲ Κάϊν καὶ ἐπὶ ταῖς θυσίαις αὐτοῦ οὐ προσέσχε. καὶ ἐλυπήθη Κάϊν λίαν, καὶ συνέπεσε τῷ προσώπῳ αὐτοῦ. καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς τῷ Κάϊν· ἵνα τί περίλυπος ἐγένου, καὶ ἵνα τί συνέπεσε τὸ πρόσωπόν σου; οὐκ ἐὰν ὀρθῶς προσενέγκῃς, ὀρθῶς δὲ μὴ διέλῃς, ἥμαρτες; ἡσύχασον· πρὸς σὲ ἡ ἀποστροφὴ αὐτοῦ, καὶ σὺ ἄρξεις αὐτοῦ. καὶ εἶπε Κάϊν πρὸς Ἄβελ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ· διέλθωμεν εἰς τὸ πεδίον. καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εἶναι αὐτοὺς ἐν τῷ πεδίῳ, ἀνέστη Κάϊν ἐπὶ Ἄβελ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ καὶ ἀπέκτεινεν αὐτόν».

Τὸ μέγα ἐρώτημα ὅμως ποὺ παραμένει εἶναι. Γιατί σκότωσε ὁ Κάϊν τὸν Ἄβελ;

Νά, πῶς ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος προσεγγίζει τὸ θέμα (Εἰς Γένεσιν, ΟΜΙΛΙΑ ΙΗʹ): «Ἐπεῖδε, φησὶν, ὁ Θεὸς ἐπὶ Ἄβελ, καὶ ἐπὶ τοῖς δώροις αὐτοῦ. Τὴν τῶν προβάτων προσαγωγὴν δῶρα ἐκάλεσε διὰ τὸ τίμιον, διὰ τὸ ἐξαίρετον, διὰ τὸ ἄμωμον τῶν προσενεχθέντων. 
Ἐπεῖδε τοίνυν ἐπ᾽ αὐτὸν, ὅτι ὑγιεῖ γνώμῃ τὴν προσαγωγὴν ἐποιήσατο, καὶ ἐπὶ τὰ δῶρα τὰ προσενεχθέντα, οὐχ ὅτι ἀκηλίδωτα μόνον, ἀλλ᾽ ὅτι πανταχόθεν τίμια φαινόμενα, ἀπό τε τῆς γνώμης τοῦ προσάγοντος, ἀπό τε τοῦ πρωτότοκα εἶναι, καὶ τούτων τὰ ἐξαίρετα, καὶ ἀπὸ τῶν στεάτων αὐτῶν, καὶ αὐτῶν τούτων τὰ βέλτιστα. Καὶ ἐπεῖδε, φησὶν, ὁ Θεὸς ἐπὶ Ἄβελ, καὶ ἐπὶ τοῖς δώροις αὐτοῦ· ἐπὶ δὲ Κάϊν, καὶ ἐπὶ ταῖς θυσίαις αὐτοῦ οὐ προσέσχεν. 
Ἐπειδὴ ὀρθῇ γνώμῃ καὶ εἰλικρινεῖ διανοίᾳ προσήνεγκεν ὁ Ἄβελ, Ἐπεῖ δε, φησὶν, ὁ Θεὸς, τουτέστιν, ἐδέξατο, ἠρέσθη, ἐπῄνεσε· δῶρα δὲ ἐκάλεσε τὰ προσενεχθέντα, τιμῶν καὶ διὰ τούτου τοῦ προσενέγκαντος τὴν γνώμην. Ἐπὶ δὲ Κάϊν καὶ ἐπὶ ταῖς θυσίαις αὐτοῦ οὐ προσέσχε. Σκόπει τῆς Γραφῆς τὴν ἀκρίβειαν. Τῷ εἰπεῖν, Οὐ προσέσχεν, ἔδειξε τὴν ἀποβολὴν τῶν προσενεχθέντων, καὶ τῷ θυσίας καλέσαι τὰ ἀπὸ τῆς γῆς προσενεχθέντα, πάλιν ἕτερον ἡμᾶς τι διδάσκει. Ὅρα γὰρ πῶς δείκνυσι δι᾽ αὐτῶν τῶν γεγενημένων καὶ διὰ τῶν ῥημάτων, ὅτι ταῦτα ἅπαντα βούλεται παρ᾽ ἡμῶν ὁ Δεσπότης γίνεσθαι, ἵνα τὰ τῆς γνώμης ἡμῶν διὰ τῶν ὑφ᾽ ἡμῶν πραττομένων δῆλα καθιστᾶται, καὶ ἵνα εἰδέναι ἔχωμεν, ὅτι ὑπὸ Δεσπότην ἐσμὲν καὶ δημιουργὸν τὸν ἀπὸ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι ἡμᾶς παραγαγόντα. Τὰ γὰρ πρόβατα δῶρα ὀνομάσασα ἡ θεία Γραφὴ, καὶ τὰ ἀπὸ τῆς γῆς θυσίας προσειποῦσα, παιδεύει ἡμᾶς, ὅτι οὔτε ἡ τῶν ἀλόγων προσκομιδὴ, οὔτε ἡ τῶν ἀπὸ τῆς γῆς καρπῶν προσαγωγὴ ζητεῖται παρὰ τῷ Δεσπότῃ, ἀλλ᾽ ἡ τῆς γνώ μης διάθεσις μόνον. Ὅθεν καὶ νῦν ὁ μὲν ἀπ᾽ αὐτῆς ἀπόδεκτος γέγονε μετὰ τοῦ δώρου· ὁ δὲ πάλιν διὰ ταύτην ἀπεβλήθη μετὰ τῆς θυσίας. Τὸ δὲ, Ἐπεῖδεν ἐπὶ Ἄβελ, καὶ ἐπὶ τοῖς δώροις αὐτοῦ, ἐπὶ δὲ Κάϊν, καὶ ἐπὶ ταῖς θυσίαις αὐτοῦ οὐ προσέσχε, θεοπρεπῶς νοῶμεν. Βούλεται γὰρ εἰπεῖν, ὅτι τοιαύτην αὐτοῖς γνῶσιν ἐνέθηκεν, ὅτι τοῦ μὲν ἠρέσθη τῇ προαιρέσει, τοῦ δὲ ἀπεσείσατο τὴν ἀγνωμοσύνην. Ἀλλὰ τὰ μὲν παρὰ τοῦ Θεοῦ τοιαῦτα· ἴδω μεν δὲ λοιπὸν τὰ ἑξῆς. Καὶ ἐλύπησε, φησὶ, τὸν Κάϊν λίαν, καὶ συνέπεσε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ».

Ὁ Θεὸς λοιπὸν εὐχαριστήθηκε ἀπὸ τὴ θυσία τοῦ Ἄβελ, ποὺ ἦταν ἀγαθὸς καὶ καλόκαρδος καὶ εἶχε ἁγνὴ πίστη. Ἀπὸ τὴν προσφορὰ τοῦ Κάϊν ὅμως δὲν εὐχαριστήθηκε, γιατὶ ἡ καρδιά του δὲν ἦταν ἀκέραια, ἀγαθὴ καὶ ἁγνή. Ἡ θυσία τοῦ Κάϊν δὲν ἦταν εὐπρόσδεκτη ἀπὸ τὸν Θεό, γιατὶ δὲν ἦταν ἀποτέλεσμα ἀγνωμοσύνης, ἰδιοτελοῦς πίστεωςς καὶ ἀγάπης. 
Ἀντίθετα, δέχτηκε τὴ θυσία τοῦ Ἄβελ, ὡς καρπὸ τῆς πίστης καὶ τῆς ἀγάπης του. Αὐτὰ ὅμως ἀφοροῦν τὴν στάση τοῦ Θεοῦ πρὸς τὴν θυσία. Ὡς πρὸς τὴν ἀντίδραση τοῦ Κάϊν πρὸς τὸν Ἄβελ παραμένει τὸ μέγα ἐρώτημα.

Γι’ αὐτὸ καὶ ρωτοῦμε ἐμεῖς ὡς πιστοὶ τὸν π. Θεόδωρο καὶ τοὺς σὺν αὐτῷ νὰ μᾶς ποῦν: 

Γιατί σκότωσε ὁ Κάϊν τὸν Ἄβελ; 

Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου

Περί κοινωνίας με ακοινωνήτους

ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΜΕ ΑΚΟΙΝΩΝΗΤΟΥΣ. 

Η ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ!


Οἱ παρεκκλίσεις σὲ θέματα Πίστεως καὶ ἀντιμετωπίσεως τῶν αἱρέσεων, πρέπει νὰ καταγγέλλονται, χωρὶς νὰ ὑπολογίζουμε ποιό πρόσωπο τὶς προάγει, κυρίως, ὅταν αὐτὸ τὸ πρόσωπο τὶς πρεσβεύει, καὶ ἡ ὅποια παρέκκλισή του εἶναι συνειδητή, καὶ δὲν ἀποτελεῖ συγγνωστὸ φραστικὸ ἀνθρώπινο λάθος.

Ἔχουμε πολλάκις ἀσχοληθεῖ μὲ τὶς ἀντιπατερικὲς θέσεις στὸ θέμα τῆς κοινωνίας μὲ τοὺς αἱρετικοὺς Οἰκουμενιστές, ἀλλὰ καὶ τοὺς κοινωνοῦντας μαζί τους· ὅσα δηλαδὴ ἐφαρμόζουν στὴν πράξη ἢ καὶ διδάσκουν οἱ λεγόμενοι «ἀντι-Οἰκουμενιστές»· καὶ ἀσχολούμαστε, γιατὶ αὐτὴ ἡ «διδασκαλία» ἀλλοιώνει τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση καὶ τὴ συγκεκριμένη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, καὶ τὴν ἀντικαθιστᾶ μὲ μιὰ μετα-πατερικὴ καινοτομία!

Παραδείγματα ὑπάρχουν πολλὰ καὶ προστίθενται συνεχῶς καινούργια, καθὼς ἡ παναίρεση ἀλλοιώνει συνεχῶς συνειδήσεις σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε, ἐνῶ οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστὲς ἐκφέρουν ἀντιπατερικὲς θέσεις, νὰ νομίζουν ὅτι ἐφαρμόζουν τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας! 
Καὶ ἐνῶ καθημερινῶς πλέον γίνεται ἐνημέρωση γιὰ τὶς κακοδοξίες τῶν Οἰκουμενιστῶν, καὶ ἔτσι ἐνημερώνονται ὅλο καὶ περισσότεροι πιστοί, ὅμως τὰ πλοκάμια τῆς παναιρέσεως ἔχουν εἰσχωρήσει τόσο καλὰ καὶ βαθιὰ στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε οἱ ἐνημερούμενοι πιστοί, ἀντὶ νὰ ἀκολουθοῦν τὴν ἁγιοπατερικὴ Παράδοση στὸ θέμα τῆς ἀπομακρύνσεως ἀπὸ τὴν θανητοφόρα -πνευματικά- παναίρεση, νὰ παραμένουν προσκολλημένοι στοὺς Οἰκουμενιστὲς Ποιμένες, γιατὶ ἡ μόλυνση τοῦ ἐπισκοποκεντρισμοῦκαὶ τῆς γεροντοκρατίας τοὺς κρατοῦν δέσμιους καὶ ἐξαρτημένους ἀπὸ τοὺς συμπορευόμενους μὲ τοὺς αἱρετικοὺς πνευματικούς καὶ ἐπισκόπους.

Ἔτσι, ἐνῶ γίνεται ἡ ἐνημέρωση, τὸ οἰκουμενιστικὸ ρεῦμα δὲν ἀναστρέφεται. Τὸ μόνο ἐλπιδοφόρο εἶναι ὅτι προκαλεῖται κάποιο ρῆγμα στὶς συνειδήσεις τῶν πιστῶν, ὁπότε, στὴν περίπτωση ποὺ κάποιοι ἀποφασισμένοι γιὰ διωγμοὺς προχωρήσουν μὲ ὀρθόδοξες προϋποθέσεις στὴν Διακοπὴ τῆς κοινωνίας μετὰ τῶν αἱρετικῶν καὶ τῶν κοινωνούντων μὲ αὐτούς, οἱ καλοπροαίρετοι θὰ ἀκολουθήσουν.

Ἕνα παράδειγμα ἀπὸ τὸν «Ὀρθόδοξο Τύπο» (ἐδῶ). Ἀντι-Οἰκουμενιστὴς κληρικὸς ἀποδέχεται-διαπιστώνει ὅτι ὁ Πάπας «ἔχει ἑωσφορικήν ὑπερηφάνειαν, …δέν ἔχει σχέσιν µέ τόν Χριστιανισµόν· ...τά χαρακτηριστικά τοῦ παπισµοῦ εἶναι ἀνάποδα ἀπό ὅσα δίδαξε ὁ Χριστός». «Παρόλα αὐτά», συνεχίζει, «ὁ Πατριάρχης κ. Βαρθολοµαῖος (δὲν σταμάτησε νὰ) µιλάει γιά τήν“ἐκκλησία” τοῦ Πάπα, τόν ἀποκαλεῖ ἁγιώτατο ἀδελφό του. 
∆έν τόν θεωρεῖ αἱρετικό, συµπροσεύχεται καί συνευφραίνεται (μὲ αὐτόν). Τό θέµα εἶναι σοβαρότατο καί προκαλεῖ ἀνησυχία στούς Ὀρθόδοξους, οἱ ὁποῖοι βλέπουν τόν οἰκουµενισµό νά διαβρώνει συνειδήσεις καί σέ λίγο θά µιλᾶµε γιά ἕνωση τῶν «ἐκκλησιῶν» καί κοινό ποτήριο, χωρίς νά ἔχουν ἐγκαταλειφθεῖ ἀπό τούς αἱρετικούς τά ἑωσφορικά τους δόγµατα».

Ἂν προσέξατε, ὁ συγκεκριμένος ἱερέας ἀποφεύγει νὰ χαρακτηρίσει τὸν Πατριάρχη αἱρετικό, ἂν καὶ εἶναι ὁ ἀρχηγὸς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τὸν ὁποῖο Οἰκουμενισμὸ ἀσφαλῶς, θεωρεῖ κι αὐτὸς ὡς παναίρεση! Ἀρνεῖται, δηλαδή, νὰ τὸν ἀποκαλέσει (ὄχι νὰ ἀποφανθεῖ· ἔχουν ἀποφανθεῖ πρὶν ἀπὸ αὐτὸν Ἅγιοι Πατέρες) τὸν Πατριάρχη καὶ τοὺς ἄλλους Ἐπισκόπους -ὅπως προκύπτει ἐξ ὅσων πράττουν καὶ διδάσκουν- ὡς αἱρετικούς. 
Καὶ ἀρνεῖται, διότι τότε, γνωρίζει ὅτι προκύπτει τὸ θέμα τῆς κοινωνίας μὲ ἀκοινώνητους, λυμένο γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ἀλλ’ ἄλυτο γιὰ τοὺς ἀντι-Οἰκουμενιστὲς ποὺ τὸ ἔχουν μετατρέψει σκοπίμως σὲ γρῖφο!, διότι πρακτικά, ἂν τὸ παραδεχτοῦν ΠΡΕΠΕΙ ΑΥΤΟΜΑΤΩΣ ΝΑ ΔΙΑΚΟΨΟΥΝ ΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΤΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΩΝ!

Ἄλλος ἱερέας θεωρεῖ ὅτι οἱ διακόπτοντες τὸ μνημόσυνο τῶν Οἰκουμενιστῶν καὶ τῶν κοινωνούντων μὲ αὐτούς, εἶναι ἐκτὸς Ἐκκλησίας! Γράφει: «…Στο σημείο αυτό επιβάλλεται να τονισθεί ότι για το κατάντημα αυτό των απλοϊκών ψυχών που αποκόπτονται από το λειτουργικό Σώμα της Εκκλησίας και κατόπιν “περιάγουν γην και θάλασσαν και την ξηράν” για να βρουν έναν καθηρημένον “επίσκοπον” ώστε να έχουν δήθεν “εκκλησιολογική κάλυψη”»!

Καὶ «μην λησμονούμε ότι ως ναοί Θεού είμεθα αφιερωμένοι στον Θεό. Πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να αποφεύγουμε ό,τι είναι δυνατόν να μας αποξενώσει από τον Αρχηγό τής σωτηρίας μας και να μεταβάλει το εν ημίν ιερό του κατοικητήριον είτε σε σταύλο ηθικής ακαθαρσίας, είτε σε οπερετικά εκκλησιαστικά πραξικοπήματα».

Πρεσβεύει, δηλαδή, κι αὐτὸς ἀντιπατερικὲς θέσεις, οἰκειοποιούμενος -ὡς θύμα τους- τὴν προπαγάνδα τῶν Οἰκουμενιστῶν, διαγράφοντας θεῖες Ἐντολὲς ποὺ διδάσκουν τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς κακοὺς ποιμένες καὶ αἱρετικούς· Ἐντολὲς ποὺ ἀποτελοῦν τὴν δισχιλιόχρονη Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἀποκρυσταλλώθηκε καὶ ἐκφράστηκε καὶ διὰ τῶν Ἱερῶν Κανόνων.

Τὸ παράδοξο δὲ εἶναι ὅτι ὁ ἐν λόγῳ ἱερέας ἀποδέχεται τὸν π. Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο, ἀλλὰ ἐπιλεκτικά: μόνο σὲ ὅσα τὸν συμφέρουν καὶ δὲν προσκρούουν στὴν κρυφο-Οἰκουμενιστικὴ γραμμὴ ποὺ ἀκολουθεῖ. 
Καὶ βέβαια, διαστρέφει τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση ἀποφαινόμενος ὅτι ὅσοι ἀποτειχίζονται …ἀποκόπτονται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. 
Ὅμως ὁ π. Ἐπιφάνιος δίδασκε καὶ ὅτι:
«Ἡ ἀποτείχιση εἶναι, «κανονικὸν δικαίωμα... Οἱ ἱεροὶ Κανόνες παρέχουσι δικαίωμα παύσεως μνημοσύνου τοῦ αἱρετικὰς διδασκαλίας κηρύσσοντος Ἐπισκόπου ἢ Πατριάρχου… 
Ἄν τις, χρησιμοποιῶν τὸ δικαίωμα αὐτοῦ, παύσῃ τὸ μνημόσυνον, καλῶς ποιεῖ!» (π. Ἐπιφάνιου Θεοδωρόπουλου, «Τὰ Δύο Ἄκρα», σελ. 90).
Καὶ πότε τὰ δίδασκε αὐτὰ ὁ π. Ἐπιφάνιος; Ὅταν δὲν ὑπῆρχαν οἱ κακόδοξες ἀποφάσεις τοῦ Μπάλαμαντ, τοῦ Πόρτο Ἀλέγκρε, τοῦ Πουσάν! Ὅταν ὁ Οἰκουμενισμὸς ἦταν στὴν ἀρχή του· τότε ποὺ ἔκανε ἕνα βῆμα μπρὸς καὶ δύο, τρία πίσω! 
Ἐνῶ τώρα, οἱ δρασκελισμοὶ τῶν Οἰκουμενιστῶν εἶναι τεράστιοι. 
Οἱ κακόδοξες ρήσεις καὶ πράξεις τους ἐκφέρονται καὶ ἐνεργοῦνται καθημερινῶς μὲ ρυθμοὺς ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ παρακολουθήσουμε.

Γράφει ἀκόμα ὁ συγκεκριμένος πρωτοπρεσβύτερος:
Καὶ «μην λησμονούμε ότι ως ναοί Θεού είμεθα αφιερωμένοι στον Θεό. Πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να αποφεύγουμε ό,τι είναι δυνατόν να μας αποξενώσει από τον Αρχηγό τής σωτηρίας μας και να μεταβάλει το εν ημίν ιερό του κατοικητήριον είτε σε σταύλο ηθικής ακαθαρσίας, είτε σε οπερετικά εκκλησιαστικά πραξικοπήματα».

Ἀλήθεια! Πόσο μεγάλη διαστροφὴ ὑπάρχει σ' αὐτὴ τὴν πρόταση! Μᾶς ἀποξενώνει, λοιπόν, ἀπὸ τὸ Θεὸ ἡ πράξη τῆς Διακοπῆς τῆς μνημονεύσεως τοῦ αἱρετικοῦ Ἐπισκόπου, ἢ μᾶς ἀποξενώνει ἀπὸ τὸ Θεὸ ἡ κοινωνία μὲ αἱρετικοὺς Οἰκουμενιστὲς Ἐπισκόπους, ἡ συμπόρευση μὲ αὐτούς, ἡ συμμετοχὴ μὲ αὐτοὺς στὸ Παναιρετικὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ ἡ μνημόνευση τῶν αἱρετικῶν Οἰκουμενιστῶν Πατριαρχῶν καὶ Ἐπισκόπων κατὰ τὴν πανίερη ὥρα τῆς Θ. Λειτουργίας; 
Ἀσφαλῶς, ἡ κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς μᾶς ἀποξενώνει ἀπὸ τὸν Θεό, κι ὄχι ἡ ἀπομάκρυνση ἀπ’ αὐτούς!

Ἂς δοῦμε ἀπὸ πιὸ κοντὰ τὸ θέμα.

Α. ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΜΕ ΑΚΟΙΝΩΝΗΤΟΥΣ

Ἕνα, λοιπόν, ἀπὸ τὰ προβλήματα τῆς ἐποχῆς τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἶναι καὶ αὐτὸ τῆς κοινωνίας μὲ τοὺς αἱρετικοὺς Οἰκουμενιστὲς καὶ μὲ ὅσους, δὲν διακηρύσσουν μὲν τὶς Οἰκουμενιστικὲς ἰδέες, ἀλλὰ κοινωνοῦν μὲ τοὺς μὴ καταδικασμένους ἀκόμα Οἰκουμενιστές, ἀντὶ νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ αὐτοὺς καί, ὡς ἐκ τούτου, κατὰ τοὺς Ἁγίους Πατέρες, ἔχουν καὶ μεταδίδουν μολυσμό.

Γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ μεγάλη σύγχυση ἐπικρατεῖ στὸν χῶρο τῶν ἀντι-Οἰκουμενιστῶν, γιὰ τὸ ποιός εἶναι καὶ ποιός δὲν εἶναι «ἀκοινώνητος» καὶ τί λέγουν οἱ Ἅγιοι ὡς πρὸς αὐτό.
Καὶ ἐνῶ εἶναι γνωστὲς οἱ φράσεις ἀπὸ Ἱ. Κανόνες καὶ κείμενα τῶν Πατέρων, ὅπως «ὁ κοινωνῶν ἀκοινωνήτω ἀκοινώνητος ἔσται», τὸ πρόβλημα ἑστιάζεται στό: ποιός εἶναι ὁ «ἀκοινώνητος» καὶ ποιός ὁ «κοινωνῶν μὲ ἀκοινώνητο»;

Πρὶν ἀπὸ μερικὰ χρόνια εἶχα μιὰ συνομιλία μὲ τὸν π. Ἀναστάσιο Γκοτσόπουλο -ποὺ ἔχει ἀσχοληθεῖ μὲ τὸ θέμα- καὶ ἡ ἐντύπωση ποὺ ἀπεκόμισα (καὶ ἕως τώρα δὲν διεψεύσθην) ἦταν πὼς ἀκοινώνητο θεωρεῖ
[α] τὸν καταδικασμένο αἱρετικό, καὶ
[β] κατὰ συγκατάβαση τὸν μὴ καταδικασθέντα αἱρετικὸ ποὺ ὅμως κηρύσσει αἵρεση (π.χ. τὸν Βαρθολομαῖο, τὸν Ζηζιούλα).
[γ] Μὲ ὅλους τοὺς ἄλλους μποροῦμε νὰ ἔχουμε κοινωνία, δὲν θεωροῦνται ἀκοινώνητοι. 
Π.χ., μποροῦμε νὰ κοινωνοῦμε μὲ τὸν Ὀρθόδοξο κληρικό (ἢ λαϊκό), ποὺ κοινωνεῖ καὶ μνημονεύει τὸν [β] (δηλ. Βαρθολομαῖο, Ζηζιούλα κ.λπ.). Μποροῦμε, ἐπίσης, νὰ κοινωνοῦμε καὶ νὰ μνημονεύουμε μὲ τὸν [γ] δηλαδὴ ὅποιον δὲν μνημονεύει μὲν τὸν Βαρθολομαῖο, ἀλλὰ κοινωνεῖ-συλλειτουργεῖ μὲ ὅσους μνημονεύουν τὸν Βαρθολομαῖο καὶ τὴν παρέα του.

Σύμφωνα, λοιπόν, μὲ τὴν λογικὴ αὐτὴ οἱ Ἐπίσκοποι τῆς Ἑλλάδος, οἱ ὁποῖοι μνημονεύουν τὸν αἱρετικὸ Βαρθολομαῖο (μὴ καταδικασθέντα ἀκόμη) καὶ οἱ ὁποῖοι συλλειτουργοῦν μὲ τὸν Μεσσηνίας Χρυσόστομο, τὸν Δημητριάδος Ἰγνάτιο, τὸν Σύρου Δωρόθεο κ.λπ., δὲν εἶναι ἀκοινώνητοι. 
Τοὺς τελευταίους μῆνες, βέβαια, τὸ θέμα πῆρε καινούργιες διαστάσεις, ἀφοῦ κατὰ τοὺς ἀντι-Οἰκουμενιστὲς καὶ τὸν π. Ἀναστάσιο, οἱ ἀποφάσεις τῆς Κρήτης εἶναι αἱρετικές. 
Τί γίνεται λοιπόν, μὲ τοὺς ψηφίσαντας αἱρετικὲς ἀποφάσεις καὶ ὅσους τοὺς ἀκολουθοῦν ἢ (διαφωνοῦν μὲν μαζί τους λεκτικά) κοινωνοῦν μὲ αὐτούς;

Ὁ π. Ἀναστάσιος ἔχει γράψει μιὰ σημαντικότατη μελέτη, σχετικὴ μὲ τὸ ἐξεταζόμενο θέμα, μὲ τίτλο «Oὐ δεῖ αἱρετικοῖς ἢ σχισματικοῖς συνεύχεσθαι», ἡ ὁποία μᾶς δίνει πολλὰ καὶ ἀξιόλογα στοιχεῖα, ποὺ δυστυχῶς ἔρχονται σὲ ἀντίθεση μὲ τὶς παραπάνω θέσεις τῶν ἀντι-Οἰκουμενιστῶν (ποὺ εἶναι καὶ δικές του), καὶ ἐξάπαντος μὲ τὴν προσωπική του στάση, ἀφοῦ εἶναι ἱερέας σὲ Μητροπολίτη ποὺ ὑποδέχτηκε στὴν Πάτρα μὲ τιμὲς τὸν κ. Βαρθολομαῖο καὶ βέβαια ἀποδέχεται τὸν Πατριάρχη ὡς Ὀρθόδοξο, καὶ ὁ ὁποῖος -ἐπίσης- Μητροπολίτης του, δὲν ἔχει ἀπορρίψει τὶς Κολυμπάριες κακοδοξίες τῆς Συνόδου τῆς Κρήτης, ἄρα σιωπηρῶς τὶς ἀποδέχεται. 
Διατυπώνει δέ, ὁ π. Ἀναστάσιος τὴν θέση: «Οι Πατέρες της Εκκλησίας καλούν τους χριστιανούς... να μην έχουν καμία σχέση μὲ αἱρετικούς, διότι ο κίνδυνος για τη σωτηρία τους είναι βέβαιος» (ἐδῶ). Τὸ ἐρώτημα εἶναι· ὁ κίνδυνος προέρχεται μόνο ἀπὸ τοὺς καταδικασμένους αἱρετικούς; Οἱ μὴ καταδικασμένοι αἱρετικοὶ εἶναι ἀκίνδυνοι γιὰ τὴ σωτηρία μας; 
Τί λένε οἱ Πατέρες;

Θὰ παραθέσουμε ἕνα τμῆμα ἀπὸ τὴ μελέτη του αὐτή, ὅπως δημοσιεύτηκε στὸ "pentapostagma".
Ὁ τίτλος τοῦ βιβλίου τοῦ π. Ἀναστάσιου εἶναι:
«"Oὐ δεῖ αἱρετικοῖς ἤ σχισματικοῖς συνεύχεσθαι". 
Προσεγγίζοντας τήν κατ’ ἀκρίβεια πράξη τῆς Ἐκκλησίας».

Γράφει ὁ π. Ἀναστάσιος: «Σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας, από τους Αποστολικούς ακόμα χρόνους, η αίρεση έχει καταστρεπτικές συνέπειες για τον άνθρωπο. Τον απομακρύνει από τον Θεό και τον οδηγεί στην απώλεια. Γι’ αυτό και ο ίδιος ο Κύριος και οι Απόστολοι είναι ιδιαίτερα αυστηροί με τις «αιρέσεις απωλείας». 
Οι Πατέρες της Εκκλησίας επισημαίνουν το μεγάλο κίνδυνο και ακολουθώντας τις Αποστολικές συστάσεις καλούν τους χριστιανούς και μάλιστα τους ακατάρτιστους στην πίστη να μην έχουν καμία σχέση με αιρετικούς, διότι ο κίνδυνος για τη σωτηρία τους είναι βέβαιος».

Ὅπως φαίνεται, ὁ π. Ἀναστάσιος αὐτὰ τὰ γράφει γιὰ τοὺς καταδικασμένους αἱρετικούς· οἱ μὴ καταδικασμένοι αἱρετικοὶ θεωρεῖ ὅτι εἶναι ἀκίνδυνοι κι ἄρα δὲν μποροῦμε νὰ τοὺς κατατάξουμε στοὺς ἀκοινώνητους. Μὲ αὐτούς -ἕως ὅτου Σύνοδος ἀποφασίσει τὴν καταδίκη τους- μποροῦμε ἀκίνδυνα νὰ κοινωνοῦμε, νὰ τοὺς ὑποδεχόμαστε ἐπὶ δεκαετίες μετὰ «βαΐων καὶ κλάδων», νὰ παίρνουμε τὶς εὐλογίες τους καὶ νὰ τοὺς μνημονεύουμε. (Μὲ αὐτὰ ποὺ γράφω δὲν ἀμνηστεύω τοὺς ἀγῶνες του καὶ τὴν δυσχερὴ ὡς ἐγγάμου κληρικοῦ θέση).

Λίγο παρακάτω στὸ κεφάλαιο Β΄, ὁ π. Ἀναστάσιος ἀναφέρεται κατ’ ἀρχὰς σὲ μιὰ μορφὴ κοινωνίας μὲ αἱρετικούς, τὴν συμπροσευχή· καταγράφει δηλ. ποιοί «Ιεροί Κανόνες» ὁμιλοῦν «για τη συμπροσευχή με αιρετικούς. 
Οι Ι. Κανόνες της Εκκλησίας, με οικουμενικό κύρος, που αναφέρονται στην απαγόρευση συμπροσευχής με αιρετικούς είναι:...»· καὶ παραθέτει αὐτοὺς τοὺς Ἱ. Κανόνες.
Στὴν συνέχεια παραθέτει κάποιους ἄλλους Ἱ. Κανόνες· ἐκείνους ποὺ ἀπαγορεύουν τὴν συμπροσευχή, τὴν μιὰ μορφὴ δηλαδὴ «κοινωνίας» μὲ τοὺς αἱρετικούς, καὶ ἄρα ἔμμεσα μᾶς λέει μὲ ποιούς ἀνθρώπους ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ (ἐδῶ).

Κατόπιν ἀναφέρεται σὲ ἐκείνους τοὺς Ἱ. Κανόνες, στοὺς ὁποίους ὑπάρχει ἡ λέξη «ἀκοινώνητος» καὶ ἐκ τῶν ὁποίων μποροῦμε νὰ συμπεράνουμε τὴν ἔννοια τοῦ «κοινωνικοῦ» καὶ τοῦ «ἀκοινώνητου».

Ἂς δοῦμε κάποια ἀπ’ αὐτά.

Κανόνες τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Τοπικῆς Συνόδου
Συνεκλήθη ἐν Ἀντιοχείᾳ τῆς Συρίας (341 μ.Χ.)
Κανὼν Α´
Πάντας τοὺς τολμῶντας παραλύειν τὸν ὅρον τῆς ἁγίας καὶ μεγάλης συνόδου τῆς ἐν Νικαίᾳ..., ἀκοινωνήτους καὶ ἀποβλήτους εἶναι τῆς ἐκκλησίας, εἰ ἐπιμένοιεν φιλονεικότερον ἐνιστάμενοι πρὸς τὰ καλῶς δεδογμένα, καὶ ταῦτα εἰρήσθω περὶ τῶν λαϊκῶν. Εἰ δέ τις τῶν προεστώτων τῆς ἐκκλησίας, ἐπίσκοπος, ἢ πρεσβύτερος, ἢ διάκονος, μετὰ τὸν ὅρον τοῦτον τολμήσειεν ἐπὶ διαστροφῇ τῶν λαῶν καὶ ταραχῇ τῶν ἐκκλησιῶν ἰδιάζειν, καὶ μετὰ τῶν Ἰουδαίων ἐπιτελεῖν τὸ Πάσχα· τοῦτον ἡ ἁγία σύνοδος ἐντεῦθεν ἤδη ἀλλότριον ἔκρινε τῆς ἐκκλησίας…· καὶ οὐ μόνον τοὺς τοιούτους καθαιρεῖ τῆς λειτουργίας, ἀλλὰ καὶ τοὺς τολμῶντας τούτοις κοινωνεῖν μετὰ τὴν καθαίρεσιν. Τοὺς δὲ καθαιρεθέντας ἀποστερεῖσθαι καὶ τῆς ἔξωθεν τιμῆς, ἧς ὁ ἅγιος Κανὼν καὶ τὸ τοῦ Θεοῦ ἱερατεῖον μετείληφεν.


Κανὼν B´
Πάντας τοὺς εἰσιόντας εἰς τὴν ἐκκλησίαν, καὶ τῶν ἱερῶν Γραφῶν ἀκούοντας, μὴ κοινωνοῦντας δὲ εὐχῆς ἅμα τῷ λαῷ, ἢ ἀποστρεφομένους τὴν ἁγίαν μετάληψιν τῆς εὐχαριστίας κατά τινα ἀταξίαν, τούτους ἀποβλήτους γίνεσθαι τῆς ἐκκλησίας, ἕως ἂν ἐξομολογησάμενοι, καὶ δείξαντες καρποὺς μετανοίας, καὶ παρακαλέσαντες, τυχεῖν δυνηθῶσι συγγνώμης· μὴ ἐξεῖναι δὲ κοινωνεῖν τοῖς ἀκοινωνήτοις, μηδὲ κατ᾽ οἴκους συνελθόντας συνεύχεσθαι τοῖς μὴ τῇ ἐκκλησίᾳ συνευχομένοις, μηδὲ ἐν ἑτέρᾳ ἐκκλησίᾳ ὑποδέχεσθαι τοὺς ἐν ἑτέρᾳ ἐκκλησίᾳ μὴ συναγομένους. Εἰ δὲ φανείῃ τις τῶν ἐπισκόπων, ἢ πρεσβυτέρων, ἢ διακόνων, ἤ τις τοῦ κανόνος τοῖς ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν, καὶ τοῦτον ἀκοινώνητον εἶναι, ὡς ἂν συγχέοντα τὸν κανόνα τῆς ἐκκλησίας (ἐδῶ).

Μιλώντας, τώρα, γιὰ τὸν 10οΚανόνα τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων, προσδιορίζει τὴν ἔννοια τῆς λέξεως «ἀκοινώνητος» -σὲ ποιούς δηλαδή ἀποδίδεται- καὶ ἀποφαίνεται ὅτι «ἀκοινώνητος εἶναι ὁ «αἱρετικὸς» ἢ ὁ «ἀφορισμένος». Ἐννοεῖ προφανῶς ὅτι ὡς «ἀκοινώνητον» πρέπει νὰ ἐκλάβουμε μόνο κάποιον ποὺ ἐπίσημα ἔχει καταδικασθεῖ ἀπὸ Σύνοδο ἢ ἔχει ἀφορισθεῖ ἀπὸ ὄργανο τῆς Διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας. 
Γράφει:
«Β. Η έννοια του “συνεύχεσθαι” στους ίδιους τους Ι. Κανόνες 
Επίσης, μελετώντας προσεκτικά τα ίδια τα κείμενα των κανόνων προκύπτει σαφέστατα ότι οι Πατέρες απαγορεύουν όχι μόνο τη συμμετοχή σε κοινή Θ. Ευχαριστία, αλλά και την απλή προσευχή μαζί με αιρετικούς:
· Όταν ο Κανόνας Ι' των Αγίων Αποστόλων (σ.σ.: “Εἴ τις ἀκοινωνήτω κἀν ἐν οἴκῳ συνεύξηται, οὗτος ἀφοριζέσθω”) επιβάλλει αφορισμό σε όποιον "καν εν οίκω συνεύξηται", με ακοινώνητον (σ.σ. ὑπενθυμίζουμε ὅτι ἐννοεῖ τὸν αἱρετικὸ ἢ τὸν ἀφορισμένο), προφανώς εννοεί την απλή συμπροσευχή και όχι την τέλεση Θ. Λειτουργίας, διότι τέλεση Θ. Λειτουργίας εν οίκω απαγορεύεται αυστηρά σύμφωνα με τον Κανόνα ΝΗ' της εν Λαοδικεία Συνόδου. Άρα με το "καν εν οίκω συνεύξηται" εννοεί οποιαδήποτε απλή συμπροσευχή. 
 Ο παραβαίνων αυτόν τον κανόνα“αφοριζέσθω”»!
Ἀκολουθεῖ τὸ Γ΄ κεφάλαιο, στὸ ὁποῖο ὁ π. Ἀναστάσιος μᾶς μεταφέρει τί λέγουν οἱ ἔγκριτοι Κανονολόγοι καὶ ἑρμηνευτὲς γιὰ τὸ θέμα μας:

«Γ. Απόψεις εγκρίτων κανονολόγων και ερμηνευτών.
Εκτός της ανωτέρω απλής προσεγγίσεως των ιδίων των κειμένων των Ι. Κανόνων, όλοι οι έγκριτοι κανονολόγοι αναγνωρίζουν ότι κατά ακρίβεια με βάση τους Ι. Κανόνες δεν επιτρέπεται όχι μόνο η συμμετοχή σε κοινή προσευχή, όταν τελείται η Θ. Ευχαριστία, αλλά ούτε και οποιαδήποτε απλή προσευχή, από οιονδήποτε Ορθόδοξο κληρικό ή λαϊκό. 

Ενδεικτικά αναφέρω:
o Θεόδωρος Βαλσαμών (πατριάρχης Αντιοχείας):
§ «Εκλαβού το συνεύξασθαι εις το απλώς κοινωνήσαι, και το ημερώτερον διατεθείναι επί τη ευχή του αιρετικού. Τους γαρ τοιούτους ως μύση (βδέλυγμα) βδελύττεσθαι, ου μην οικειούσθαι οφείλομεν».
§ «Σαφής ο κανών. Ου γαρ συγχωρεί τοις αιρετικοίς επιμένουσι τη αιρέσει συνεκκλησιάζειν μετά Ορθοδόξων».
§ «Ακούων δε του κανόνος του λέγοντος ακοινωνήτους είναι τους επισκόπους και λοιπούς ιερωμένους τους συνευχομένουςτοις ακοινωνήτοις, μη είπης εξ αντιδιαστολής ανευθύνους είναι τους λαϊκούς παρά τον κανόνα ποιούντας. Και ούτοι γαρ αφορισθήσονται κατά τον Ι΄ Αποστολικόν Κανόνα τον μη διαστέλλοντα κληρικούς και λαϊκούς».
Ἐδῶ ὁ Βαλσαμών, ἐξηγεῖ ὅτι ἀκοινώνητος δὲν εἶναι μόνο ὁ αἱρετικός (καταδικασμένος ἢ ὄχι ἀπὸ Σύνοδο), ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνος ὁ Ἐπίσκοπος, ὁ ἱερωμένος ἢ ὁ Λαϊκὸς ποὺ θὰ συμπροσευχηθεῖ μὲ τὸν ἀκοινώνητο αἱρετικό! 
Πιστεύω ὅτι ὁ π. Ἀναστάσιος ἀποδέχεται τὴν ἑρμηνεία αὐτῶν τῶν Κανονολόγων, καθόσον τοὺς χρησιμοποιεῖ ἀποδεικτικὰ στὸ βιβλίο του. Τὸ ἴδιο ἐπαναλαμβάνει καὶ στὴν συνέχεια τοῦ κεφαλαίου:
«"Αιρετικός, εστί … ο μικρόν γουν εκκλίνων της Ορθοδόξου πίστεως. Επεί γουν πάντες οι απαριθμηθέντες εις την παρούσαν ερώτησιν (Λατίνοι, Αρμένιοι, Μονοθελήτες, Νεστοριανοί), ου δια μικρόν τι αλλά δια πλάτος μέγα δυσδιεξίτητον εκ της των Ορθοδόξων Εκκλησίας απεξενώθησαν, πάντως ουδέ χάριν αναδοχής παίδων πνευματικών, μεσιτευομένης δι’ αγίων ευχών και αγιασμάτων πολλών, ημίν συγκοινωνήσουσιν, ίνα μη και αυτοί ακοινωνησία κατακριθώμεν κατά τον κανόνα τον λέγοντα ο κοινωνών ακοινωνήτω και αυτός ακοινώνητος εστίν”.
§ ΙΕ΄ ερώτησις του Αγιωτάτου Πατριάρχου Αλεξανδρείας Κυρίου Μάρκου: “ακινδύνως ιερουργήσει τις ή συνεύξεται μετά αιρετικών, Ιακωβιτών δηλαδή και Νεστοριανών, εις Εκκλησίαν αυτών, είτε μην και ημετέραν; ή κοινής μετ’ αυτών μετάσχη τραπέζης; ή ποιήσει ανάδοχον εκ του Αγίου Βαπτίσματος; Ή κατοιχωμένων ποιήσει μνημόσυνα; ή μεταδώσει των θείων αγιασμάτων αυτοίς. Η στενοχωρία γαρ του τόπου πολλά τοιαύτα ποιεί και ζητώ το ποιητέον”.
Απόκρισις Θεοδώρου Βαλσαμών: “Δια τούτο (μνημονεύει τους κανόνες που απαγορεύουν την συμπροσευχή με αιρετικούς) και ημείς ψηφιζόμεθα, μη μόνον αφορισμώ και καθαιρέσει καθυποβάλλεσθαι τους λαϊκούς τε και κληρικούς, συνευχομένους αυτοίς ιερατικώς, ή μην και συνεσθίοντας, αλλά και μειζόνως κολάζεσθαι, κατά την των ρηθέντων θείων κανόνων περίληψιν. Η γαρ στενοχωρία των τόπων, και ο των αιρετικών πληθυσμός, της ορθοδόξου πίστεως ου μετήμειψε την ακεραιότητα”.
§ “Ει ουν οι κατηχούμενοι ουκ εώνται παρείναι τελουμένης της θείας θυσίας, πως αιρετικοί εαθήσονται, ει μη που επαγγέλλονται, φησί, μετανοείν και αφίστανται της αιρέσεως. 
Και τότε δε, οίμαι, ουκ εντός του Ναού παραχωρηθήσονται είναι, αλλ’ έξω μετά των κατηχουμένων. Ως, ει μη επαγγέλλονται αφίστασθαι της αιρέσεως, ουδέ τοις κατηχουμένοις συστήσονται, αλλ’ εκδιωχθήσονται”».

Καὶ ὁ Ἰωάννης Ζωναρᾶς,
§ «"Μέγα αμάρτημα ο κανών ηγείται, το Χριστιανόν εις Ιουδαίων συναγωγήν ή αιρετικών χάριν προσευχής εισιέναι".
§ “Ο ακοινωνήτω συνευξάμενος ή καθηρημένω, δια τους ήδη γεγραμμένους κανόνας υπό επιτίμιον εστίν … καν γαρ μη τα εκείνων φρονή, αλλά γε πολλοίς σκανδάλου δίδωσιν αφορμήν και υπόνοιαν καθ’ εαυτού ως τας Ιουδαϊκάς τιμών τελετάς. 
Άμα δε και μιαίνεσθαι πιστεύεται τη εκείνων συναναστροφή”.

O Αριστινός:
§ “Αιρετικοίς το ιερόν ανεπίβατον. ου συγχωρούνται αιρετικοί εις τον οίκον του Θεού εισιέναι”.
§ “Ουδεμία κοινωνία φωτί προς σκότος. Δια τούτο γουν ουδέ τοις αιρετικοίς ή τοις Ιουδαίοις Χριστιανός συνεορτάζει”.
§ “αιρετικοίς ή σχισματικοίς μη συνεύξη. Ακοινώνητος ο τούτοις συνευχόμενος”.

O Ματθαίος Βλάσταρης:
§ “Ο ΛΓ΄ (κανόνας της εν Λαοδικεία) αιρετικώ ή σχισματικώ όλως ημάς ουκ επιτρέπει συνεύχεσθαι.
§ “Ο Β΄ κανών της εν Αντιοχεία Συνόδου, της κοινωνίας των ακοινωνήτω να ποδιίστασθαι παντάπασιν ημίν εγκελεύεται, και μήτε εν οίκω τούτοις συνεύχεσθαι, μήτε εν Εκκλησία”.

Oι Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιεροσολύμων (1848):
§ “Αποφαίνεται πάλι σήμερα συνοδικώς … ότι (ο Παπισμός) είναι αίρεση και οι οπαδοί του αιρετικοί … Επίσης οι συνάξεις που συγκροτούνται από αυτούς είναι αιρετικές και κάθε κοινωνία πνευματική των Ορθοδόξων τέκνων… με αυτούς είναι αντικανονική, όπως ορίζει ο ζ΄ κανόνας της Γ΄ Οικ. Συνόδου”».

Αὐτὰ ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ π. Ἀναστασίου. Ἂς δοῦμε, τώρα, τί λέγουν καὶ τὰ πατερικὰ κείμενα.


Β. Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΚΑΙ Η ΠΡΑΞΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Ὁ Μ. Βασίλειος θεωρεῖ ὅτι συνεργάζεται καὶ «κοινωνεῖ» κανεὶς μὲ κάποιον κατὰ τρεῖς τρόπους.

Πρῶτον, ὅταν συμμετέχει στὸ ἴδιο ἔργο: «Κατὰ τὸ ἔργον, ὅταν ἀλλήλοις ἐπὶ τῷ αὐτῷ σκοπῷ συλλαμβάνωνται πρὸς τὴν ἐνέργειαν».
Δεύτερον, ὅταν κάποιος δὲν συμμετέχει μέν, ἀλλὰ ἀποδέχεται τὴν γνώμη ἐκείνου ποὺ ἐνεργεῖ κάποιο ἔργο, καὶ τότε κοινωνεῖ: «Κατὰ δὲ γνώμην, ὅταν συγκατάθηταί τις τῇ διαθέσει τοῦ ποιοῦντος, καὶ συναρεσθῇ».
Τρίτον· ὑπάρχει, λέγει, κι ἕνας ἀκόμα τρόπος κοινωνίας, ποὺ πολλοὶ δὲν τὸν ἀντιλαμβάνονται, ἀλλὰ μᾶς τὸ ὑποδεικνύει ἡ Ἁγία Γραφή. 
Λογίζεται, δηλαδή, ὅτι κοινωνεῖ κανεὶς μὲ τὸ κακὸ καὶ τὴν αἵρεση, ἀκόμα καὶ στὴν περίπτωση πού, ναὶ μὲν δὲν συνεργάζεται, ναὶ μὲν δὲν συμφωνεῖ μὲ τὸν κακὸ ποὺ διαπράττεται καὶ τὴν αἵρεση ποὺ διδάσκεται ἀπὸ τὸν αἱρετικό, ἀλλ’ ὅμως, ἐνῶ γνωρίζει τὸ κακὸ ποὺ γίνεται, ἐφησυχάζει, καὶ δὲν ἐλέγχει: 

«Ἑτέρα δὲ κοινωνία τοὺς πολλοὺς λανθάνουσα ἐμφαίνεται τῇ ἀκριβολογίᾳ τῆς θεοπνεύστου Γραφῆς· ὅταν μήτε συνεργασάμενος, μήτε συγκαταθέμενος τῇ διαθέσει, γνοὺς δὲ τὴν κακίαν τῆς γνώμης ἀφ' ἧς ποιεῖ, ἐφησυχάσῃ, καὶ μὴ ἐλέγξῃ».

Ἀλλὰ στὸ τέλος διακρίνει καὶ μιὰ ἄλλη περίπτωση «μὴκοινωνίας» ὅμως ἐδῶ. Αὐτὴ εἶναι ἐκείνη ποὺ συμβαίνει, ὅταν κάποιος συνεργάζεται μὲν μὲ κάποιον ποὺ φαίνεται ὅτι κάνει κάτι καλό, χωρὶς νὰ γνωρίζει ὅμως ὅτι αὐτός, ὁ φαινομενικὰ καλός, δὲν ἔχει καλὴ διάθεση καὶ καλὸ σκοπό. «Ὁ δὲ συνεργαζόμενος μέν τινι τὸ ἀγαθὸν ἀγαθῇ γνώμῃ, ἀγνοῶν δὲ αὐτοῦ τὴν κακίαν τῆς τε διαθέσεως καὶ τοῦ σκοποῦ, οὐκ ἐν τῷ συνεργάζεσθαι ἔγκλημα ἕξει κοινωνίας, ἀλλ' ἐν τῷ κεχωρίσθαι τῆς τοῦ ἀλλοτρίου διαθέσεως, φυλάσσειν δὲ ἑαυτὸν ἐν τῷ κανόνι τῆς πρὸς τὸν Θεὸν ἀγάπης» (Μ. Βασιλείου, Περὶ βαπτίσματος, Λόγος δεύτερος, ἐρώτησις Θ΄. Εἰ χρὴ συγκοινωνεῖν τοῖς παρανομοῦσιν, ἦ τοῖς ἀκάρποις ἔργοις τοῦ σκότους, κἂν μὴ ὦσι τῶν ἐμοὶ πιστευθέντων οἱ τοιοῦτοι).

Καὶ τὸ ἐρώτημα: Ὅσοι συγκοινωνοῦν, συνεργάζονται, ἐπικοινωνοῦν ἐκκλησιαστικὰ μὲ τοὺς ἐγχώριους Οἰκουμενιστὲς Μητροπολίτες, δὲν γνωρίζουν τὶς διαθέσεις τους; 
Ὅσοι ἀποδέχονται ὡς ποιμένες τους ἐκείνους ποὺ ἔχουν ψηφίσει τὶς κακόδοξες ἀποφάσεις τῆς Κολυμπαρίου Συνόδου, ἢ ὅσους κοινωνοῦν μὲ αὐτούς, δὲν γνωρίζουν ὅτι ἔχουν νὰ κάνουν μὲ συνειδητοὺς αἱρετικοὺς ἢ μὲ συγκοινωνοῦντας μὲ αἱρετικούς, οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνται τὸ καθῆκον τους νὰ ἐνημερώσουν τὸν λαὸ γιὰ τὴν αἵρεση καὶ τὸν μολυσμὸ ποὺ αὐτὴ ἐπιφέρει;

Κι ἂν γιὰ μικρότερα θέματα καθίσταται κάποιος ἀκοινώνητος, πόσο περισσότερο ἀκοινώνητος καθίσταται, ὅταν πρόκειται γιὰ κοινωνία μὲ ἱερωμένους ποὺ ἀνήκουν, ἢ σιγοντάρουν τὴν Παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ;

Ὁ ἴδιος ὁ Μ. Βασίλειος, εἶχε Διακόψει τὴν κοινωνία, εἶχε ἀποτειχιστεῖ ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς Ἀρειανούς, ποὺ εἶχαν καθαιρεθεῖ ἀπὸ Σύνοδο, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς Πνευματομάχους, ποὺ δὲν εἶχαν ἀκόμα καταδικασθεῖ καὶ καθαιρεθεῖ! Τοῦτο δὲ πρότεινε στὸ λαό, καὶ ἐπαινοῦσε τὸ λαὸ ποὺ εἶχε ἀποτειχισθεῖ! Ἄλλοτε ἔλεγε γιὰ ὅσους κήρυτταν κακοδοξίες αἱρετικούς (καταδικασμένους καὶ μὴ καταδικασμένους):
«Οὐδ’ ἂν πρὸς ὥραν αὐτῶν ἐπεδεξάμεθα τὴν συνάφειαν, εἰσκάζοντας (χωλαίνοντας) περὶ τὴν Πίστιν εὕρομεν» (P.G. 32,992-994), καὶ «Οἵτινες τὴν ὑγιᾶ ὀρθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δὲ τοῖς ἑτερόφροσι, τοὺς τοιούτους, εἰ μετὰ παραγγελίαν μὴ ἀποστῶσιν, μὴ μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλὰ μηδὲ ἀδελφοὺς ὀνομάζειν» (Εἰς ἁγ. Μάρκου Ἐφέσου, Ὁμολογία, CFDS, Ser. A. τόμ. Χ, fasc. II, σελ. 133 (24-28)..

Ὁ Μ. Ἀθανάσιος συμβουλεύει (χωρὶς νὰ κάνει διάκριση -ὅπως φαίνεται στὸ κείμενό του- σὲ καταδικασμένους ἢ μὴ καταδικασμένους αἱρετικούς): «Ὧν τὸ φρόνημα ἀποστρεφόμεθα, τούτους ἀπὸ τῆς κοινωνίας προσήκει φεύγειν… 
Εἰ δέ τιςπροσποιεῖται μὲν ὁμολογεῖν ὀρθὴν πίστιν, φαίνεται δὲ κοινωνῶν ἐκείνοις, τὸν τοιοῦτον προτρέψασθε ἀπέχεσθαι τῆς τοιαύτης συνηθείας· καὶ ἐὰν μὲν ἐπαγγέλληται, ἔχετε τὸν τοιοῦτον ὡς ἀδελφόν· ἐὰν δὲ φιλονείκως ἐπιμένῃ, τὸν τοιοῦτον παραιτεῖσθε. 
Οὕτω γὰρ διατελοῦντες καθαρὰν τὴν πίστιν διατηρήσετε» (P.G. 26,1188Β).

Γιὰ νὰ μὴ μακρύνω περισσότερο τὸ λόγο, ἀποφεύγω νὰ παραθέσω πολλὰ ἄλλα γνωστὰ παραδείγματα (ὅπως π.χ. τὴν ἀποτείχιση τοῦ Λαοῦ τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τὸν κανονικὸ καὶ μὴ καθαιρεθέντα εἰσέτι -ὡς ὁ Βαρθολομαῖος σήμερα- Πατριάρχη Νεστόριο, ἀλλὰ καὶ τὴν συμπαράσταση τοῦ ἁγίου Κυρίλλου πρὸς ὅσους εἶχαν ἀποτειχισθεῖ καὶ δὲν κοινωνοῦσαν μαζί του.

Ἂς δοῦμε, ὅμως, καὶ κάποια ἄλλα κείμενα:
Τοῦ ἁγ. Θεοδώρου Στουδίτου: «Ἐχθροὺς γὰρ Θεοῦ ὁ Χρυσόστομος, οὐ μόνον τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς τοῖς τοιούτοις κοινωνοῦντας, μεγάλῃ καὶ πολλῇ τῇ φωνῇ ἀπεφήνατο»!
Τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ: «ΤΙΤΛ. ΝΑʹ. —Περὶ ἀμίκτων, καὶ τῶν ἀκοινωνήτως ἐχόντων πρὸς ἄλληλα.
«Τί τὸ ἄχυρον πρὸς τὸν σῖτον;». «Τί κοινωνήσει λύκος ἀμνῷ; οὕτως ἁμαρτωλὸς πρὸς εὐσεβῆ. Τί κοινωνήσει χύτρα πρὸς λέβητα; αὕτη προσκρούσει, αὕτη συντριβήσεται». «Οὐ δύνασθε τραπέζης Κυρίου μετέχειν, καὶ τραπέζης δαιμονίων. 
Τίς μετοχὴ δικαιοσύνης καὶ ἀνομίας; ἢ τίςκοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος; τίς δὲ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαρ; ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου; τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων;» (Ἰω. Δαμασκηνοῦ, Εἰς τὰ ἱερὰ Παράλληλα).
«Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν, καὶ ὑπείκετε. Αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν, ὡς λόγον ἀποδώσοντες...
Τί οὖν φησιν; ἂν πονηρὸς ᾖ, πειθώμεθα; πονηρὸς πῶς λέγεις; εἰ μὲν πίστεως ἕνεκεν, φύγε αὐτόν, καὶ παραίτησαι, μὴ μόνον ἂν ἄνθρωπος ᾖ, ἀλλὰ κἂν ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ κατιών. 
Εἰ δὲ βίου ἕνεκεν, μὴ περιεργάζου».
(Ἰω. Δαμασκηνοῦ, Εἰς τὰς Ἐπιστολὰς τοῦ Παύλου –Ἀπὸ κείμενο τοῦ ἱ. Χρυσοστόμου).

Ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, μετά την Ένωση των «εκκλησιών» στη Φερράρα, και ενώ δεν είχε ακόμα συγκληθεί κάποια Οικουμενική Σύνοδος, έκανε ανυπακοή στους Επισκόπους και το αυτό δίδασκε και στους πιστούς· έγραφε στον ιερομόναχο Θεοφάνη:
«Όμως ο αγών δεν είναι πλέον στα λόγια, αλλά στα έργα. Ούτε είναι καιρός για ρητά και έγγραφες αποδείξεις (τι θα ωφελούσαν άλλωστε σε τέτοιους διεφθαρμένους κριτές;). Αντιθέτως όσοι αγαπούν το Θεό, πρέπει να ετοιμασθούν να πολεμήσουν μαζί τους στα έργα. Επίσης, να είναι έτοιμοι να υποφέρουν κάθε κίνδυνο για την ευσέβεια και για τον αγώνα να μη μολυνθούν από την κοινωνία με τους ασεβείς» (Οι αγώνες των μοναχών υπέρ της Ορθοδοξίας, Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγ. Όρους, σελ. 297).
Ἐπίσης, ἀναφερόμενος στοὺς λατινόφρονες λέγει: «Ὅλοι ἀνεξαιρέτως οἱ διδάσκαλοι τῆς ἐκκλησίας, ὅλες οἱ θεῖες γραφές, μᾶς προτρέπουν νὰ φεύγουμε τοὺς ἑτερόφρονες καὶ νὰ μὴ ἔχουμε κοινωνίαμὲ αὐτούς» (P.G. 160, 1097AB, 105C).
Στο ίδιο πνεύμα κινείται και ο ιερός Ιωσήφ (συγκαταλεγόταν και αυτός στους διωχθέντας). Όταν ο πατριάρχης Καλέκας αφόρισε τον αγιο Γρηγόριο Παλαμά και τους ομόφρονές του (1344), έγραφε: «Ποια είναι η Εκκλησία» που μας «έχει αποδιώξει; Η Εκκλησία των Αποστόλων; Εμείς όμως είμαστε υποστηρικταί της και συμφωνούμε μαζί της… 
Επομένως δεν μας έχει αποβάλει η Αποστολική Εκκλησία…αλλά η καινοφανής Εκκλησία και τα παράδοξα δόγματα που αυτός (σ.σ. ο Καλέκας τότε, ο Βαρθολομαίος που δέχεται με τιμές τον Πάπα) συνέστησε… 
Αφού λοιπόν (σ.σ. νόμιμε πατριάρχη Καλέκα και Βαρθολομαίε) έγινες εργαστήριον κάθε ψεύδους, κάθε συκοφαντίας, οποιουδήποτε φαύλου πράγματος,… πλεονεξίας, ιεροσυλίας,… έπειτα “χειροτονείς” και τον εαυτό σου Εκκλησία… Γιατί είσαστε Εκκλησία; … 
Από το ότι δεν κάνεις διάκριση μεταξύ των ανιέρων και των αγίων; 
Από ότι επιτρέπεις την είσοδο του ιερού σε όλους τους μολυσμένους και βέβηλους;…
Άλλοτε πάλι χαρακτηρίζει την ψευδοεκκλησία του νόμιμου και κανονικού πατριάρχη Καλέκα “σφαλεράν και πόρω Θεού βάλλουσαν”(σ.σ. Χωρίς κάποια Σύνοδος να έχει καταδικάσει τον Καλέκα και όλους τους άλλους «ορθόδοξους» που τον ακολουθούσαν). Κατά συνεπεια ο πατριάρχης “δει υποταγήναι τη Εκκλησία, ης προ ολίγου αφηνίασεν αποσκιρτήσας” (σ.σ. Αλήθεια, πού βρισκόταν τότε η Εκκλησία; Ας απαντήσουν όσοι μας ρωτούν για το ίδιο θέμα σήμερα, και δεν καταλαβαίνουν ποιό είναι το Μυστήριο της Εκκλησίας).
Για όλα αυτά ο ιερός Ιωσήφ συνιστούσε: “Αποκοπτέον ημάς της εκείνου κοινωνίας”. Προσέθετε δε ότι χρειάζονται πηγές δακρύων για να κλαύση κανείς το “σύντριμμα” της Εκκλησίας… και την καινοτομία της πίστεως» (σελ. 274-275).
Ο ιερός Νικηφόρος Κάλλιστος έγραφε: Όταν «πίστεως συμβαίη γίνεσθαι την διαφοράν, ου μόνον πατέρες προς παίδας (και αντίστροφα), αλλά και γυνή» προς τον σύζυγόν της, «και ανήρ προς την σύζυγον διαστασιάζουσιν (επαναστατούν)» (στο ίδιο, σελ. 276).
Ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός σε άλλη επιστολή του έγραφε: «Οι περισσότεροι αδελφοί, έχοντας πάρει θάρρος από την εξορία μου, ελέγχουν με αυστηρότητα τους αλιτήριους (Λατινόφρονες) και παραβάτες της ορθής πίστεως και των πατρικών θεσμών. Τους διώχνουν επίσης από παντού ως καθάρματα, χωρίς να ανέχωνται να συλλειτουργούν μαζί τους, ούτε να τους μνημονεύουν καθόλου στα Μυστήρια ως Χριστιανούς…
Να συμβουλεύσης δε τους ιερείς του Θεού να αποφεύγουν με κάθε τρόπο την εκκλησιαστική κοινωνία με τον λατινόφρονα μητροπολίτη τους και ούτε να συλλειτουργούν μαζί του, ούτε να τον μνημονεύουν καθόλου, ούτε να τον θεωρούν αρχιερέα, αλλ’ ως μισθωτό λύκο. Επίσης να μη λειτουργούν καθόλου σε λατινικές εκκλησίες, για να μη έλθη και σε μας η οργή του Θεού που επήλθε στην Κων/πολι, εξ αιτίας των παρανομιών που έγιναν εκεί…
Να αποφεύγεται λοιπόν και εσείς, αδελφοί, την εκκλησιαστική κοινωνία με τους ακοινωνήτους και το μνημόσυνο των αμνημονεύτων. Φευκτέον αυτούς (τους λατινόφρονες) ως φεύγει τις από όφεως» (στο ίδιο, σελ. 297-298).
Το 1452 ο Γεννάδιος προσκλήθηκε στο παλάτι «μαζί με πολλούς εκκλησιαστικούς άνδρες για να συσκεφθούν περί της ενώσεως. 
Ο Γεννάδιος αρνήθηκε να προσέλθη και τους δήλωσε δι’ επιστολής τα εξής:
“…Εάν η σύναξη αυτή γίνεται για να ληφθή η συγκατάθεσις των εκκλησιαστικών για την ένωσι που έκανε ήδη η πολιτεία -αλίμονο! Αυτό είναι χωρισμός από το Θεό- τότε αφήστε με, μη με πειράζεται… 
Όποιος θα μνημονεύση τον πάπα η θα έχη εκκλησιαστική κοινωνία με αυτούς που τον μνημονεύουν η θα συμβουλεύση …κάποιον να μνημονεύση, θα τον θεωρήσω όπως και η αγία και μεγάλη Σύνοδος της Κων/πόλεως, η οποία εξέτασε το λατινικό δογμα και κατεδίκασε όσους το πίστεψαν, τον Βέκκο δηλ. και τους ομόφρονές του…
Οι Σύνοδοι και οι άλλοι πατέρες ορίζουν ότι “αυτών που αποστρεφόμαστε το φρόνημα πρέπει να αποφεύγωμε και την κοινωνία”… 
Πάνω απ’ όλα όμως ο Κύριός μας λέγει: 
“Αλλοτρίω δε ου μη ακολουθήσωσιν, αλλά φεύξονται απ’ αυτού, ότι ουκ οίδασι των αλλοτρίων την φωνήν” (Ιω. ι , 5).
Μη γένοιτο να κάνω αιρετικήν την Εκκλησία μου, την αγία μητέρα των Ορθοδόξων, δεχόμενος το μνημόσυνο του πάπα, εφόσον ομολογεί και πιστεύει εκείνα, για τα οποία δεν τον δέχεται η Εκκλησία μας… 
Και θα είμαι οπωσδήποτε ακοινώνητος προς τον πάπα και όσους έχουν εκκλησιαστική κοινωνία με αυτόν, όπως και οι Πατέρες μας. Διότι πρέπει να μιμούμαστε την ευσέβειά τους, αφού δεν έχουμε την αγιωσύνη και την σοφία τους”» (στο ίδιο, σελ. 303-304).
Ο ιερός Γεννάδιος, όταν και τότε συζητούσαν το θέμα της ενώσεως των Εκκλησιών, έγραφε:
«Αυτά όμως που λέγουν εκείνοι, δηλ. να αναβάλουμε προσωρινά την εξέτασι του θέματος, δεν είναι προσωρινή εκκλησιαστική Οικονομία. Είναι προσωρινή συγκατάθεσίς μας στην προσθήκη (του filioque) και στην ένωσι που επικυρώθηκε κακώς στην Φλωρεντία. 
Είναι πρόσκαιρος εκλατινισμός –αν είναι βέβαια πρόσκαιρος και όχι αιώνιος!– συμπεραίνοντας από τα πρόσωπα που τον πραγματοποιούν…» («Οι αγώνες των μοναχών..., όπ. παρ., σελ. 304).

Καὶ θὰ κλείσει αὐτὴ ἡ ἀναφορὰ μὲ θέμα τὴν κοινωνία μὲ ἀκοινώνητους, μὲ ἕνα τμῆμα ἀπὸ τὴν κριτικὴ τοῦ π. Εὐθύμιου Τρικαμηνᾶ στὴν Εἰσήγηση τοῦ π. Ἰωάννη Φωτόπουλου στὴν μνημονευθεῖσα Ἡμερίδα γιὰ τὴν Ἀποτείχιση ποὺ διοργάνωσε ἡ Μητρόπολη τοῦ Πειραιᾶ.

"Ἀρχίζετε τόν λόγο σας μέ μία πολύ ὡραία λειτουργική ἀναφορά γιά νά δηλώσετε ὅτι στήν Θ. Λειτουργία ἐνσωματούμεθα ὅλοι μέ τόν Χριστό ὡς μέλη πρός τήν κεφαλή, καί μεταξύ μας ὡς μέλη ἐκ μέρους. Ἐδῶ, μεταξύ ἄλλων ἀναφέρετε καί τά ἑξῆς: «Ὁμολογεῖται κοινὴ πίστις ἡ Ὀρθόδοξος, μνημονεύεται τρεῖς φορὲς ὁ τοπικὸςἘπίσκοπος ὡς ἐγγυητὴς καὶ φύλαξ τῆς πίστεως καὶ τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας».
Αὐτή εἶναι ὄντως μία Ὀρθόδοξος διδασκαλία, τήν ὁποία ὅμως στήν πράξι τήν ἀναιρεῖτε καί τήν ἀκυρώνετε, ὄχι μόνον ἐσεῖς, ἀλλά καί οἱ ὑπόλοιποι Ἀντιοικουμενιστές, διότι μνημονεύετε ὄχι τόν ἐγγυητή καί φύλακα τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, ἀλλά τόν ἐγγυητή καί φύλακα τῆς πλάνης καί τῆς αἱρέσεως. 
Δι’ αὐτοῦ τοῦ τρόπου ἐνσωματώνετε καί συντάσσετε μέ τόν Χριστό δημοσίως καί ἐκκλησιαστικῶς ὄχι κάποιο τυχαῖο μέλος τοῦ σώματος (αὐτό θά ἦτο πολύ μικρότερο κακό), ἀλλά αὐτόν, πού εἶναι ἡ ὁρατή εἰκόνα τοῦ ἀοράτου Θεοῦ, τοῦ παρόντος ἀοράτως καί ὁρατοῦ μόνον διά τῶν μετουσιωμένων τιμίων δώρων. 
Διακηρύσσετε λοιπόν δημοσίως, ὅτι ὁ αἱρετικός Ἐπίσκοπος εἶναι ἡ ὁρατή εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ὅτι τελικῶς ὅ,τι εἶναι ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι καί ὁ Χριστός, κατά τόν τύπο τῆς εἰκόνας καί τοῦ πρωτοτύπου καί κατά τόν τύπο τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι «εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου» (Κολασ. 1,15).
Αὐτό θεωρῶ, π. Ἰωάννη, ὅταν μάλιστα γίνεται ἐν γνώσει, πώς ἐγγίζει τά ὅρια τῆς βλασφημίας, καί ὄχι αὐτά τά ὁποῖα προσάγετε γιά κάποιες θέσεις τῶν ἀποτειχισμένων, τίς ὁποῖες ἀναφέρετε ἀποσπασματικά καί ὅπως σᾶς ἐξυπηρετοῦν. 
Αὐτός εἶναι καί ὁ λόγος πού ἀπαγορεύεται στήν Θ. Λειτουργία νά μνημονεύεται αἱρετικός Ἐπίσκοπος ὡς Ὀρθόδοξος.
Ὅταν ἐπιπλέον μνημονεύεται ὁ Οἰκουμενιστής Ἐπίσκοπος, ὁμολογεῖται πάλι κοινή πίστις, ὄχι ὅμως ἡ Ὀρθόδοξος, ἀλλά ἐκείνη τῶν Οἰκουμενιστῶν, διότι κατά τόν ὅσιο Θεόδωρο τόν Στουδίτη: «οἵα ἡ κεφαλή τοιοῦτο καί τό σῶμα» καί ἀλλοῦ «οἷον τό ἄρχον τοιοῦτον καί τό ἀρχόμενον»
Ὁ Ἐπίσκοπος τότε ὁμολογεῖται ὅτι εἶναι ἐγγυητής καί φύλαξ τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Δέν ὑπάρχει νομίζω ἐπισημότερη καί ἐγγυρότερη ἀναφορά γιά τήν ἔνταξί μας στήν αἵρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀπό αὐτήν τήν λειτουργική μνημόνευσι τοῦ αἱρετικοῦ Ἐπισκόπου. 
Δι’ αὐτῆς ἀκυρώνεται ἡ ὁμολογία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, ὅπως δηλαδή δέν θά εἶχε ἰσχύ ἡ ὁμολογία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως σέ μία Θ. Λειτουργία πού θά ἐμνημονεύετο ἕνας εἰκονομάχος ἤ μονοφυσίτης Ἐπίσκοπος.
Τώρα τά περί καταδικασμένων καί μή καταδικασμένων αἱρετικῶν Ἐπισκόπων εἶναι ἐφευρέματα τῆς Ν. Ἐποχῆς πρός ἀποπλάνησι τῶν Ὀρθοδόξων καί ἔνταξί των «ἄχρι καιροῦ» στό μαντρί τῆς αἱρέσεως. 
Ἀπόδειξις τούτου εἶναι ὅτι, εἰς αὐτήν τήν περίπτωσι, τῶν μή καταδικασμένων αἱρετικῶν Ἐπισκόπων, οἱ Πατέρες καί οἱ ἱεροί Κανόνες μᾶς ἔδωσαν τήν λύσι καί τήν ὁδό τῆς ἀποτειχίσεως καί τῆς διακοπῆς τῆς μνημονεύσεως, διά νά εἴμεθα ἐνσωματωμένοι διά τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως μέ τόν Χριστό ὡς μέλη τοῦ σώματός Του. 
Αὐτό βεβαίως τό καταντήσαμε «ἀκανθῶδες θέμα», διότι προφανῶς, ὅπως προανέφερα, ἔτσι ἐξυπηρετεῖ τήν προαίρεσί μας καί μέχρις ἐκεῖ μᾶς ἐπιτρέπουν νά σταθοῦμε οἱ Οἰκουμενιστές, δηλαδή προφορική καί γραπτή ὁμολογία καί πρακτικά συμπόρευσι μαζί των διά τῆς λειτουργικῆς των κυρίως ἀναγνωρίσεως καί μνημονεύσεως.
Κατωτέρω, μετά ἀπό κάποιες ἀσαφεῖς καί θολές ἀναφορές δι’ αὐτούς πού ἀκολουθοῦν τόν ζηλωτισμό καί δι’ αὐτούς πού ἀκολουθοῦν τόν Οἰκουμενισμό, ἀναφέρετε, π. Ἰωάννη, στήν εἰσήγησί σας, τά ἑξῆς ἀξιόλογα καί ἄξια σχολιασμοῦ:
«Οὕτως ἐχόντων τῶν πραγμάτων ἡ Ἐκκλησία διὰ τῶν Συνόδων της ἀποκόπτει ἀπὸ τὸ σῶμα της, ἀπὸ τὴν κοινωνία τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἀδελφῶν, καθιστᾶ ἀκοινωνήτους ὅσους σφάλλουν περὶ τὴν πίστη καὶ τὴν ἐν Χριστῷ ζωή, ἀφοῦ διασποῦν τὴν ἑνότητά της. 
Εἶναι ἀδύνατον ἐκκλησιολογικῶς στὸ ἄμωμο σῶμα τοῦ Χριστοῦ νὰ συνυπάρξει ὁ αἱρετικὸς ἢ ὁ βαρέως ἁμαρτάνων μὲ τοὺς ἑνωμένους ἐν τῇ πίστει καὶ τῇ Εὐχαριστίᾳ Χριστιανούς. Πολὺ περισσότερο ἀποκόπτει ἡ Ἐκκλησία τοὺς αἱρετικοὺς ποιμένες, οἱ ὁποῖοι ἀντί νὰ φροντίζουν καὶ νὰ ἐγγυῶνται μὲ τὴν διδασκαλία, τὶς νουθεσίες, τὰ ἐπιτίμια καὶ τὶς πράξεις τους τὴν ἐν Χριστῷ ἑνότητα ποὺ φέρει στὴν σωτηρία, διασποῦν τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ ὁδηγοῦν στὴν ἀπώλεια».
Ὄντως π. Ἰωάννη, δέν θά ὑπῆρχαν λόγια νά ἐκθειάσουμε τίς θέσεις σας, ἄν αὐτά δέν ἦταν μόνο λόγια καί πομφόλυγες (σαπουνόφουσκες) καί ἄν αὐτά συνοδεύοντο μέ τήν ἐν τῇ πράξει ἐφαρμογή των. Διότι ἐφ’ ὅσον, σύμφωνα μέ τά λόγια σας, «εἶναι ἀδύνατον ἐκκλησιολογικῶς στό ἄμωμο σῶμα τοῦ Χριστοῦ νά συνυπάρξη ὁ αἱρετικός», πῶς αὐτό τό ὁμολογουμένως ἀδύνατο τό καθιστᾶτε δυνατόν; 
Μέ ποιά ἐξουσία, μέ ποιά εὐλογία βεβηλώνετε τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἐσεῖς μάλιστα οἱ τόσο εὐαίσθητοι, οἱ ὁποῖοι θέλετε Ἁγίους γιά τήν κατάγνωσι τῆς αἱρέσεως, Ἁγίους γιά τήν Συνοδική καταδίκη της, ἐσεῖς, τέλος πάντων, πού θέλετε νά ἀκολουθῆτε τούς συγχρόνους γέροντες, προκειμένου νά μήν πλανηθῆτε; Ἐάν εἶναι ὄντως ἀδύνατη αὐτή ἡ συνύπαρξις στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τότε γιατί θέτετε ἐκτός Ἐκκλησίας τούς ἀποτειχισμένους, αὐτούς δηλαδή πού ὄντως θεωροῦν ἀδύνατη αὐτή τήν συνύπαρξι, καί ἐντός Ἐκκλησίας αὐτούς πού βεβηλώνουν τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ; 
Ποιος σᾶς ἔδωσε τό δικαίωμα καί τό ἀξίωμα τοῦ θυρωροῦ στόν οἶκο τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά ἀνοίγετε καί νά κλείνετε αὐτοβούλως, καί μάλιστα σύμφωνα μέ τούς κανόνες τῆς αἱρέσεως, τήν θύρα στούς προσερχομένους;
Μέ τά λόγια σας αὐτά, π. Ἰωάννη, μπαίνω στόν πειρασμό νά θίξω καί κάποια ζητήματα πολύ ἐπίκαιρα στίς ἡμέρες μας. Εἴπατε ὅτι: «ἡ Ἐκκλησία διὰ τῶν Συνόδων της ἀποκόπτει ἀπὸ τὸ σῶμα της, ἀπὸ τὴν κοινωνία τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἀδελφῶν, καθιστᾶ ἀκοινωνήτους ὅσους σφάλλουν περὶ τὴν πίστη καὶ τὴν ἐν Χριστῷ ζωή, ἀφοῦ διασποῦν τὴν ἑνότητά της».
Ἐδῶ ἀποδεικνύετε ὅτι δέχεσθε τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἡ ἑνότης δέν διασπᾶται μέ τήν ἀποτείχισι, ἀλλά μέ τήν αἵρεσι. Αὐτό ἄλλωστε διδάσκει καί ὁ πολυσυζητημένος 15ος ἱερός Κανών τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου. Ὅταν λοιπόν ἡ ὑπάρχουσα Σύνοδος, ὄχι μόνον δέν ἀποκόπτει τούς αἱρετικούς ἀπό τό σῶμα της, ὄχι μόνον τούς καλύπτει καί συμφωνεῖ μαζί των, ἀλλά ἐπί πλέον τούς ἀποστέλλει ὡς ἐκπροσώπους της στούς διαλόγους μέ τούς αἱρετικούς και στίς προπαρασκευαστικές ἐργασίες γιά τήν μελλοντική πανορθόδοξο Σύνοδο τοῦ 2016, ἐνῶ καθαιρεῖ καί ἀποκόπτει ἀπό τό σῶμα της ὅσους ἀντιδροῦν πρός τήν αἵρεσι καί ἀποτειχίζονται ἀπό αὐτούς τούς Ἐπισκόπους, τότε θέλουμε νά μᾶς διευκρινίσετε, π. Ἰωάννη, ἡ Σύνοδος αὐτή, πέραν ὅλων τῶν ἄλλων, εἶναι Ὀρθόδοξος ἤ αἱρετική; 
Διότι ἐμεῖς γνωρίζομε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Σύνοδος καθαιρεῖ καί ἀποκόπτει, ὅπως εἴπατε κι ἐσεῖς ἐξάλλου, τούς αἱρετικούς, ἡ δέ αἱρετική Σύνοδος καθαιρεῖ καί ἀποκόπτει τούς Ὀρθοδόξους, ὅπως π.χ. ἡ Σύνοδος τῆς Τύρου καθήρεσε τόν Μ. Ἀθανάσιο, ἡ ληστρική Σύνοδος τῆς Ἐφέσου καθήρεσε τόν ἅγιο Φλαβιανό καί τόν ἐφόνευσε, ἡ Σύνοδος τῆς Δρυός καθήρεσε τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, ἡ Σύνοδος τῆς Ἱέρειας καθήρεσε καί ἀναθεμάτισε τούς ἁγίους Γερμανό Κων/πόλεως καί Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό κλπ.
Τό χειρότερο ὅμως ἀπό ὅλα εἶναι ὅτι ἐσεῖς, αὐτήν τήν Σύνοδο, τήν ἀναγνωρίζετε ὡς Ὀρθόδοξο καί, τό πλέον ἀθλιότερο καί ἐξωφρενικό, ὅτι ἀναμένετε αὐτή ἡ Σύνοδος νά καταδικάση τήν αἵρεσι, ὥστε νά ἐγερθῆτε ὡς παληκάρια καί νά ξιφουλκίσετε κατά τῶν αἱρετικῶν. 
Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής διδάσκει ὅτι ἐκ τῶν πράξεών της κρίνεται ἡ Σύνοδος, ἄν εἶναι Ὀρθόδοξος ἤ αἱρετική καί ἐσεῖς, ἀντιθέτως, διδάσκετε ὅτι ἡ Σύνοδος κρίνεται ὡς Ὀρθόδοξος ἐκ τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς.
Στό τέλος, αὐτοῦ τοῦ τμήματος τῆς εἰσηγήσεώς σας, ἀναφέρετε ὅτι οἱ αἱρετικοί ποιμένες ἀντί νά διασφαλίσουν τήν ἐν Χριστῷ ἑνότητα, ἡ ὁποία φέρει τήν σωτηρία, «διασποῦν τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ὁδηγοῦν στήν ἀπώλεια». 
Παρ’ ὅλα αὐτά πού εἰσηγεῖστε, προτιμᾶτε τήν ἑνότητα πού ὁδηγεῖ στήν ἀπώλεια, ἀπό τήν ἀποτείχισι, ἐπειδή δῆθεν ἐλλοχεύει ὁ κίνδυνος νά προκληθῆ σχίσμα. Δέν εἶναι ὅμως ἀσυγκρίτως καλύτερο ἡ ὕπαρξι ὄχι ἑνός, ἀλλὰ πολλῶν σχισμάτων, μέ σκοπό κάποιοι νά γλυτώσουν ἀπό τό στόμα τοῦ λύκου, παρά μία τέτοιου εἴδους ἑνότητα, κατά τήν ὁποία χέρι–χέρι ὁδηγούμεθα στήν ἀπώλεια κατά τόν τύπο τοῦ χοροῦ τοῦ Ζαλόγγου;
Εἶναι ὄντως ἀδιανόητη ἡ λογική σας, ἀπό τήν μία νά ὁμολογῆτε τό ποῦ μᾶς ὁδηγοῦν οἱ αἱρετικοί ποιμένες καί ἀπό τήν ἄλλη νά διδάσκετε νά μήν ἀπομακρυνθῆ κανείς ἀπό αὐτούς, χάριν μάλιστα μιᾶς αἱρετικῆς καί ὄχι Ὀρθοδόξου ἑνότητος, πρός ἀποφυγήν τῶν σχισμάτων. (ἐδῶ).

Τοῦ Παναγιώτη Σημάτη

Τα πράγματα ξεκαθαρίζουν! Η κακοδοξία του «μη διωγμού» φαίνεται να επικρατεί!

Τα πράγματα ξεκαθαρίζουν! Ὄχι μόνο τὸ Ἅγιον Ὄρος, οἱ Ἀδελφότητες, οἱ περὶ τὸν π. Θ. Ζήση Πατέρες, ἀλλὰ καὶ τὰ ἱστολόγια ποὺ μᾶς ὑπενθυμίζουν τοὺς λόγους τοῦ Καντιώτη, ὅτι εἰσερχόμεθα σὲ «περίοδο Διωγμῶν καὶ Κατακομβῶν», ἀκολουθοῦν τὸν εὔκολο δρόμο τοῦ «μὴ διωγμοῦ»! 

Δηλαδή, ἔχουν ἀποφασίσει ἐνσυνείδητα νὰ συνεχίσουν τὴν κοινωνία μὲ τὴν ἐπίσημη Ἐκκλησία ποὺ ἀποδέχτηκε τὴν ληστρικὴ Σύνοδο τῆς Κρήτης καὶ συνεχίζει νὰ ἀνήκει στὸ Παναιρετικὸ Π.Σ.Ε., τὰ ὁποῖα βέβαια, κατὰ τὰ ἄλλα ...χαρτοπολεμικὰ καταδικάζουν!

Καὶ τὰ χιλιάδες κηρύγματα καὶ ἀναρτήσεις στὰ ἱστολόγιά τους, ποὺ μᾶς προέτρεπαν σὲ μίμηση τῶν Ἁγίων; Τὰ ἔκαναν «γαργάρα»! Δυστυχῶς «ξέχασαν» ὅτι αὐτοὶ μᾶς μιλοῦσαν γιὰ Ἁγίους Ὁμολογητές, ποὺ σὲ μικρότερης ἔντασης ἢ σημασίας αἱρέσεις μᾶς δίδασκαν νὰ ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τοὺς Ναούς, ὅσων ἱερωμένων αἱρετίζουν, ἢ ἀποδέχονται τοὺς αἱρετικούς, ἢ ἁπλὰ τοὺς ἀνέχονται! 

Αὐτοὶ μᾶς μιλοῦσαν καὶ μιλοῦν γιὰ σύγχρονες «Κατακόμβες»! Τώρα, ὅμως, μπροστὰ στὸ ἐνδεχόμενο κάποιας στερήσεως, τῆς κακοπάθειαςνὰ μείνουν «χωρὶς Ἀκολουθίες τὶς ἅγιες μέρες», ὅλα αὐτὰ πετάχτηκαν στὸν κάλαθο τῶν ἀχρήστων! 
Οὔτε κἂν συζητοῦν τὸ ἐνδεχόμενο, νὰ λειτουργήσουν οἱ ἴδιοι σὲ ἰδιωτικὰ ἐκκλησάκια, σὲ αἴθουσες, σὲ σπίτια καὶ ἔτσι νὰ ἀναστήσουν τὴν Ἐκκλησία, ὅπως ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἔκανε στὴν Ἁγία Ἀναστασία τῆς Κωνσταντινουπόλεως στὸν καιρὸ τῆς αἱρέσεως τῆς ἐποχῆς του!

Ὅμως οἱ Ἅγιοι, ἐπιλήσμονες ἀδελφοὶ καὶ Πατέρες, ὄχι μόνον ἔμεναν χωρὶς ἐκκλησιασμό, ὄχι μόνο ἔκαναν λειτουργίες «ἐν ἐρημίαις καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς», ἀλλὰ γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῆς Πίστεως ἔμεναν χωρὶς Μυστήρια βασανιζόμενοι σὲ φυλακὲς καί, βέβαια, δίνοντας τὴν ζωή τους γιὰ τὸ Χριστό. Χριστὸς καὶ αἵρεση δὲν ὑπάρχει. Χριστὸς καὶ ἀποδοχὴ τῆς αἱρετικῆς Συνόδου τῆς Κρήτης καὶ τοῦ Π.Σ.Ε. δὲν συμβιβάζονται.

Τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι σαφὲς καὶ ἀπόλυτο. Αὐτὴν τὴν διδασκαλία εἶστε ὑποχρεωμένοι νὰ διδάξετε. Τὸ ποιοί καὶ ἐὰν θὰ ἐφαρμόσουν τὴν διδασκαλία αὐτή, αὐτὸ ἀποτελεῖ προσωπική, ἐλεύθερη ἐπιλογὴ τοῦ κάθε πιστοῦ· εἶναι δηλαδὴ ἐκεῖνο, ποὺ ἐσεῖς θεωρεῖτε ὡς τὸ δυνητικὸ τῶν Ἱ. Κανόνων.

Καὶ ἔτσι φτάσατε σὲ μιὰ τρομερὰ δαιμονικὴ πλάνη: 

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΤΕ ΕΣΕΙΣ

ΓΙΑ ΤΟ …ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΕΙ Ο ΚΑΘΕ ΠΙΣΤΟΣ!!!

ΠΑΙΡΝΕΤΕ ΠΑΝΩ ΣΑΣ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΕΥΘΥΝΗ!

Ὁ Κύριος, ὅμως, ἀκόμα ἀπὸ τὴν Π. Διαθήκη, δὲν εἶπε στοὺς Προφῆτες· θὰ διδάσκετε μόνο ἐκεῖνα ποὺ ἀντέχουν καὶ μποροῦν νὰ ἐφαρμόσουν οἱ Ἰσραηλίτες! Ἀλλὰ τί τοὺς ἔλεγε; 
Τοὺς ἔδινε Ἐντολή: 
Ἐσεῖς θὰ λέτε ἐκεῖνα ποὺ σᾶς βάζω στὸ στόμα σας, παρότι οἱ ἀκούοντες δὲν θὰ τὰ δέχονται! 

Διαβάστε ἄλλη μιὰ φορὰ τὴν διδασκαλία ΕΝΤΟΛΗ τοῦ ἀποστόλου Παύλου:

«Μὴ γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις· τίς γὰρ μετοχὴ δικαιοσύνῃ καὶ ἀνομίᾳ; τίς δὲ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος; τίς δὲ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαλ; ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου; τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων; ὑμεῖς γὰρ ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ Θεὸς ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός. διὸ ἐξέλθατε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς, καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα, καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει Κύριος παντοκράτωρ» (Β΄ Κορ. 6, 14-18). Π.Σ.

Ἀκολουθεῖ σχετικὴ ἀνάρτηση ἀπὸ τὰ ἱστολόγια "Αὐγουστῖνος Καντιώτης" καὶ "Ο ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ"

ΝΑ ΕΤΟΙΜΑΖΟΜΕΘΑ για ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΤΑΚΟΜΒΩΝ.
Οι συμβουλές του π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ.
ΜΠΗΚΑΜΕ, στην ΠΕΡΙΟΔΟ των ΔΙΩΓΜΩΝ.
Είμαστε προετοιμασμένοι;
ΕΝΩΜΕΝΟΙ ΘΑ ΔΩΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ.
Η απάντηση μας. 4 ακόμη "επίμαχες" τοποθετήσεις.


"Ἔ, φεύγουμε κ᾿ ἐμεῖς ἀπὸ τὸ σχῆμα αὐτὸ τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἀπελαμβάναμε ὡρισμένα προνόμια σὲ ὡρισμένας ἐποχὰς καὶ εἶχε μερικὴ ἐλευθερία. 
Φεύγουμε πλέον ἀπὸ τὸ σχῆμα αὐτὸ τῆς Ἐκκλησίας, καὶ μπαίνομε στὸ σχῆμα τῶν κατακομβῶν.
Tότε πλέον, ὄχι μόνο τροπικῶς, ἀλλὰ καὶ τοπικῶς θὰ χωριστοῦμε. 
Καὶ ἡ Ἐκκλησία θὰ διωχθῇ· καὶ οἱ ναοὶ θὰ κλείσουν, ὃν τρόπον ἔχουν κλείσει στὴν Ἀλβανία καὶ σὲ ἄλλα μέρη.
Διωγμός. Φαίνονται αὐτὰ ἀπίστευτα· ἀλλὰ ὅλες οἱ ἐνδείξεις φανερώνουν, ὅτι ἐκεῖ βαίνομε. 

Λοιπόν, πρέπει κ᾿ ἐμεῖς νὰ προετοιμάσωμε τὸν ἑαυτό μας διὰ Ἐκκλησίαν κατακομβῶν.
Ἀλλὰ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα. Ἔχομε ἐμεῖς τὴν διάθεσιν αὐτήν; Τί λέτε; 
Μήπως συμβῇ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον εἶπε ὁ Χριστὸς στὸν Πέτρο· «Σίμων Σίμων, ἰδοὺ ὁ σατανᾶς ἐξῃτήσατο ὑμᾶς τοῦ σινιάσαι ὡς τὸν σῖτον» (ὁ σατανᾶς, λέει, ζητάει νὰ σᾶς κοσκινίσῃ)· «ἐγὼ δὲ ἐδεήθην περὶ σοῦ ἵνα μὴ ἐκλίπῃ ἡ πίστις σου» (Λουκ. 22,31). 
Ὁ Κύριος ἐγνώριζε τὴν ἀδυναμία τοῦ Πέτρου καὶ ὅτι, ναὶ μὲν εἶχε πόθο εἰλικρινῆ νὰ μείνῃ κοντὰ στὸ Χριστό, ἀλλὰ ἦταν τὸ πνεῦμα του ἀσθενές.
Ὁ Πέτρος ἀπήντησε· «Ἐγώ, Κύριε, μαζί σου θὰ εἶμαι». Κ᾿ ἐσεῖς τώρα εἶστε ἐδῶ πέρα, μαζί μου. Ἀλλὰ θὰ εἶστε πάντα;


Θὰ περάσετε κόσκινο. 
Δὲν θέλω νὰ σᾶς ἀπογοητεύσω. Ὡραῖα εἶστε τώρα ὅλες ἐδῶ. Δὲν σᾶς πειράζει κανείς, δὲν σᾶς καταδιώκει κανείς. Ἐλεύθερο κατηχητικὸ σχολεῖο ἔχετε, ἐλεύθερες συγκεντρώσεις κάνετε, ἐλεύθερα εἶνε ὅλα. Ζῆτε πάνω σ᾿ ἕνα ὄρος Θαβώρ. «Kαλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι» (Mατθ. 17,4). Ἔχετε τὴ συντροφιά σας, τὸ φαγητό σας, τὸν ὕπνο σας, τὰ κέντρο σας, τὰς εὐκολίας σας. Ὅλα αὐτὰ εἶνε καλὰ καὶ εὐχάριστα. 
Ἀλλὰ μετὰ ὁ Θεὸς θὰ μᾶς δώσῃ μιὰ κλωτσιά, ὅπως λέει καὶ ὁ Χότζνερ, καὶ θὰ μᾶς πετάξῃ ἀπὸ τὸ ὄρος Θαβώρ· θὰ μᾶς ῥίξῃ κάτω, στὴν σκληρὰν πεδιάδα, στὸ σχῆμα αὐτό.

Γεννᾶται λοιπὸν τὸ ἐρώτημα· ἐμεῖς εἴ­μεθα προετοιμασμένοι γιὰ ἕνα τέτοιο διωγμό; 
Ἔχομε ἐμεῖς τὸ θάρρος καὶ τὴν αὐταπάρνησιν τοῦ μάρτυρος ἐκείνου, ποὺ ἄκουε νὰ πλησιάζῃ τὸ μούγκρισμα τῶν λεόντων καὶ ἔλεγε· «Nά, ἀκούεται ἡ σάλπιγξ, ἀκούεται ἡ σάλπιγγα ποὺ μὲ καλεῖ»; 
Ἔχομε ἐμεῖς τέτοια αὐταπάρνησι καὶ θυσία; Ἐμεῖς οἱ ὑλικοί, οἱ γήινοι ἄνθρωποι, μποροῦμε νὰ φτάσουμε σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο, ποὺ ἔφτασαν ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἥρωες; 
Ἔχουμε τὴν αὐταπάρνησιν αὐτὴ τῆς Μαριάμ, μιᾶς ταπεινῆς ὑπηρετρίας, ἡ ὁποία κατώρθωσε νὰ κερδίσῃ τὴν Φαβιόλα;"

Aπο το βιβλίο τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
«ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ», 
ἐκδοση Γ ἐπηυξημένη, 2015, σελ. 27


Ἄς σταματήσουμε τὶς βολές ἑναντίον ἀδελφῶν ποὺ διώκονται γιὰ τὴν διακοπὴ τῆς μνημονεύσεως τῶν οἰκουμενιστῶν ἐπισκόπων τους. 
Νὰ μὴν δίνουμε χαρὰ στοὺς ἐχθροὺς τῆς Πίστεως μὲ τὴν φαγωμάρα μας.

Ἄς προσέξουμε τὶς συμβουλὲς τοῦ ἀγωνιστοῦ ἱεράρχου π. Αὐγουστίνου Καντιώτου.
Μπαίνουμε σὲ περίοδο διωγμῶν, σὲ λίγο θὰ ἀκουστοῦν οἱ σάλπιγγες τοῦ μαρτυρίου, εἴμεθα προετοιμασμένοι; 
Ἄς σταματήσουμε τὶς βολές ἑναντίον ἀδελφῶν ποὺ διώκονται γιὰ τὴν διακοπὴ τῆς μνημονεύσεως τῶν οἰκουμενιστῶν ἐπισκόπων τους. 
Νὰ μὴν δίνουμε χαρὰ στοὺς ἐχθροὺς τῆς Πίστεως μὲ τὴν φαγωμάρα μας. 

Ἀφοῦ ἔγινε κάποια συμφωνία πρό τῆς συνάξεως ἔπρεπε νὰ διατηρηθῆ. 
Οἱ φανατισμοί δὲν κάνουν καλό στὸν ἀγῶνα καὶ διχάζουν τοὺς πιστούς.
Μὲ προσευχὴ καὶ ταπείνωση νὰ ἀγωνιστοῦμε, γιατί θὰ μᾶς ἀποδοκιμάση καὶ ἐμᾶς ὁ Θεός καὶ θὰ τὸν ἀρνηθοῦμε τὴν ὥρα τοῦ μαρτυρίου.

Καὶ μιὰ συμβουλή στὸ ἀγαπητό ἀγωνιστικὸ ἰστολόγιο: opaidagogos.blogspot.gr : 
ποὺ ἀγωνιζόμεθα γιὰ τὰ ἴδια ἰδανικά.
Οἱ δύο ναοὶ ποὺ ἀναφέρει ὁ ἀγαπητός δάσκαλος, γιὰ νὰ ἐκκλησιάζονται οἱ ἀποτειχισμένοι ἀπό τὴν αἴρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ καλύψουν τὶς ἀνάγκες τῶν πιστῶν τῆς Θεσσαλονίκης, ποὺ δὲν θέλουν νὰ ἐκκλησιάζονται ἐκεῖ ποὺ λειτουργοῦν οικουμενισταὶ και δειλοί ἐπίσκοποι, οὔτε καὶ ἐκεῖ ποὺ βρίσκονται φιλοπατριαρχικοί παπάδες, ποὺ δέχονται τὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης ὡς Ορθόδοξη καὶ δὲν τοὺς καίγεται καρφί γιὰ τὴν προδοσία τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως!!!
Ὁ ἕνας ναὸς ποὺ ἀναφέρει εἶναι μὲ τὸ παλαιό ἡμερολόγιο, φυσικὰ δὲν τὸν καταδικάζουμε, καὶ ὁ ἄλλος εἶναι πολὺ μικρός καὶ ιδιωτικός καὶ ἐλάχιστα ἄτομα χωράει.

Ἀγαπητὲ παιδαγωγέ, 
ἔχεις ζῆλο, ἀγαπᾶς τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν Πατρίδα, ἀλλὰ πρόσεχε.
Σοῦ κάνω μιὰ ἁπλὴ ἐρώτηση: Ὁ πιστός λαός τῆς Θεσσαλονίκης ποὺ θὰ ἐκκλησιαστῆ τὴν Μεγάλη ἑβδομάδα; Ποῦ θὰ κοινωνήσῃ; Πουθενά; 
Τὴν Μεγάλη Πέμπτη, τὴν Μεγάλη Παρασκευὴ καὶ τὴν Ἀνάσταση, θὰ τὴν περάση μέσα στὸ σπίτι του καὶ θὰ ἑορτάση μόνο γαστρονομικά; 
Ἤ θὰ ἀνοίξη τὸ 4Ε, γιὰ νὰ ἀκούση ἀναμετάδωση ἴσως καὶ ἀπὸ τὰ οἰκουμενιστικὰ πατριαρχεῖα ποὺ συμπροσεύχονται μὲ τὸν Πάπα; 

Γι᾽ αὐτὸ οἱ πατέρες ζήτησαν νὰ ἐφαρμοστῆ ἡ οἰκονομία καὶ συμφώνησαν μ᾽ αὐτὸ στὴν ἀρχὴ καὶ οἱ Ἁγιορεῖτες πατέρες. Ὁ π. Θεόδωρος εἶναι ποιό ἰδικός στὰ θέματα τῆς πατρολογίας ἀπ᾽ ἐμᾶς. Δὲν θὰ ἔμπαινε σ᾽᾽αὐτὴν τὴν περιπέτεια τῶν διωγμῶν, ἀν δὲν ἀγαποῦσε τὴν Ἐκκλησία. Ὑπάρχουν ἀκόμα εὐλαβεῖς παπάδες ποὺ ἴσως δὲν ἔκοψαν ἀκόμα τὸ μνημόσυνο τῶν ψευτοδεσποτάδων τους, ποὺ «πῆραν μίτρα καὶ πατερίτσα κάνοντας τοῦμπα στὴν μασονική στοά», ὅπως λέει ὁ σεβάσμιος Γέροντας ἐπίσκοπος π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης, ἀλλὰ κλαίει ἡ ψυχή τους γιὰ τὴν προδοσία τῆς πίστεως. Ἀπὸ ἀνάγκη, καὶ κατ᾽ οικονομία θὰ μποροῦσαν οἱ πιστοί ποὺ δὲν ἔχουν ποὺ νὰ ἐκκλησιαστοῦν, νὰ πᾶνε προσωρινὰ ἐκεῖ.

Στὸν μικρὸ ἰδιωτικὸ ναό ποὺ λές, ὅπου λειτουργεῖ ὁ εὐλαβεῖς κληρικός π. Εὐθύμιος Τρικαμινᾶς μιὰ φορὰ τὸν μῆνα, δὲν θὰ ἔχη ἀκολουθίες τὴν Μεγάλη Ἐβδομάδα καὶ τὸ Πάσχα. Σὲ παλαιοημερολογίτικους ναούς θὰ πᾶνε; Ξέρουν οἱ πιστοί τὶς Θεσσαλονίκης, πού ὑπάρχουν ὀρθόδοξοι κληρικοί, μὲ κανονικὴ χειροτονία; Αὐτὸν ποὺ λές στὸ Τρίλοφο ἔχει κανονικὴ χειροτονία, ὅμως δὲν ἐπαρκεῖ καὶ στὴν περίοδο τῆς κρίσεως, ἴσως κάποιοι δὲν θὰ ἔχουν χρήματα γιὰ νὰ μετακινηθοῦν. Μή τὰ βλέπουμε ὅλα τόσο εὔκολα.

Κάποιος ἀδελφός εἶπε: Γιατί δὲν περιμέναν νὰ γίνη ἡ ἡμερίδα τοῦ Ωραιόκαστρο μετὰ τὸ Πάσχα. Μὰ ἀπλούστατα, δὲν τηρήθηκε ἡ συμφωνία γιὰ τὸ θέμα τῆς οἰκονομίας.
Πράγματα ποὺ διορθώνονται νὰ μὴν τὰ τραβοῦμε στὰ ἄκρα.

Θὰ πᾶμε πάλι στὶς κατακόμβες ἔλεγε σ᾽ ἄλλη του ὁμιλία ὁ σεβάσμιος Γέροντας π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης καὶ δὲν θὰ μποροῦμε νὰ ἐκκλησιαστοῦμε σὲ μεγαλοπρεπεῖς ναούς, γιατί θὰ τοὺς κατέχουν οἱ αἰρετκοί. 
Ἀς ἑτοιμαστοῦν οἱ σεβάσμιοι ἱερεῖς ποὺ ἔκοψαν τὸ μνημόσυνο τῶν αἰρετκῶν τους ἐπισκόπων νὰ δημιουργήσουν τέτοιους ναούς κατακόμβες γιὰ νὰ καλύψουν ὅπου μποροῦν τὶς ἀνάγκες τῶν πιστῶν καὶ νὰ μὴ χρειάζεται ἐκεῖ ἡ οἰκονομία.


Η απάντηση μας:

Μας ρωτάτε : που θα εκκλησιαστούν οι πιστοί της Θεσσαλονίκης την Μεγάλη Εβδομάδα;

Σας απαντούμε : 

όπου εκκλησιαζόταν δεκάδες χιλιάδες Ρώσοι, όταν οι Ουνίτες τους έπαιρναν -μετά την κατάρρευση της Ρωσίας αλλά και πρόσφατα στην Ουκρανία- τις εκκλησίες τους. 
Θυμόμαστε χαρακτηριστική φωτογραφία Ρώσων Ορθοδόξων πιστών, μέσα στους πάγους και τα χιόνια να τελούν την Θεία Λειτουργία, έξω από τον ναό τους, που είχε πέσει σε χέρια Ουνιτών (Ουνία = ο δούρειος ίππος του Βατικανού στην ανατολική Ευρώπη).

Αν οι Ρώσοι Ορθόδοξοι αντέχουν να παρακολουθούν την Θεία Λειτουργία μέσα στην παγωνιά, δεν μπορούν να Ορθόδοξοι της Θεσσαλονίκης να καθίσουν 2 ώρες έξω; υπαίθρια; 
Να λειτουργεί εντός του μικρού ναού/παρεκκλησίου ο ιερέας και να βρίσκονται απέξω οι πιστοί;
Μα τι περιμένουν οι πατέρες που διέκοψαν την μνημόνευση; 
Να τους παραχωρήσει ναό ο Άνθιμος; ή ο Βαρθολομαίος; 

Ορθόδοξοι των Σκοπίων, που δεν αναγνωρίζουν την σχισματική εκκλησία, 
λειτουργούνται μέσα σε παγωμένο διαμέρισμα. 

Οι Χιλανδαρινοί αγιορείτες πατέρες εκδιώχθηκαν από το μοναστήρι τους. Απειλήθηκαν ότι θα τους κατάσχουν τα διαβατήρια και θα τους απελάσουν και αναγκάστηκαν να φύγουν. Αναγκάστηκαν να αφήσουν το μοναστήρι τους, για να μην μολύνονται από τον Οικουμενισμό.

Το πρόβλημα είναι αν θα κάθονται οι πιστοί σε αναπαυτικές πολυθρόνες ή αν θα έχουν κλιματισμό οι εκκλησίες το καλοκαίρι;;
Θα προασπιστούμε την πίστη μας ή όχι; Έχουμε διάθεση για θυσία, ναι ή όχι;

Θυμόμαστε με πόσες θυσίες λιγοστοί πιστοί μετέτρεψαν τελικά (γύρω στο 2000), τον Άγιο Γεώργιο Ροτόντας, από μουσείο-μνημείο της αρχαιολογίας, ξανά σε ορθόδοξο ναό:
Κάθε Κυριακή, μαζευόταν ΕΞΩ από προαύλιο του ναού, ακόμη και όταν έκανε απίστευτη παγωνιά και τελούσαν Θεία Λειτουργία στο πεζοδρόμιο. .
Ναι καλά διαβάσατε: ΣΤΟ ΠΕΖΟΔΡΟΜΙΟ. 
Τελικά ο Θεός ευλόγησε και επιστράφηκε ο ναός (τώρα, 1 φορά τον μήνα τελείται Θεία Λειτουργία).


Αν δεν είμαστε άξιοι να υπερασπιστούμε την Ορθόδοξη πίστη μας και την πατρίδα μας, δεν αξίζουμε να ζούμε ως ελεύθεροι Έλληνες και ορθόδοξοι χριστιανοί.

Αντί λοιπόν οι ιερωμένοι, να κλαίγονται ότι "κατ οικονομίαν" προτρέπουν τα πνευματικά τους παιδιά (αλλά και οι ίδιοι) να πηγαίνουν "να λειτουργούνται" σε όσους μνημονεύουν τους αιρετικούς να ξεκινήσουν να λειτουργούν ΑΜΕΣΑ. 
Για να μην εγκαταλείψουν αυτό το Πάσχα τα πνευματικά τους παιδιά. 

Εν ανάγκη ας βρουν παρεκκλήσια στο δρόμο, ίσα ίσα να χωράνε τον ιερέα που λειτουργεί και ας τελούν εκεί, έξω, στο πεζοδρόμιο, την Θεία Λειτουργία και τις ακολουθίες.
 
(παραθέτουμε απόσπασμα που διαβάσαμε εδώ: "Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, πάτερ, εἶχε ναό, ὅταν πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη; Ἢ μηπως χρησιμοποίησε γιὰ ναὸ μιὰ ἀποθήκη; Ἐσεῖς εἴχατε δηλώσει ὅτι σᾶς προσφέρουν ἕτοιμα χῶρο, ἀλλὰ κι ἂν δὲν σᾶς πρόσφεραν, ἕνα ἁπλὸ σπίτι δὲν μπορούσατε νὰ τὸ μετατρέψετε σὲ ναό;" )

Εν ανάγκη ας αγοράσουν ένα προκάτ παρεκκλήσιο και ας το βάλουν σε ένα χωράφι. Με τόσες χιλιάδες πνευματικά παιδιά -όπως καυχώνται- και δεν μπορούν να βρουν μια λύση;

Αλλά αν τόσα χρόνια καλλιεργείς φρόνημα πιστού: "κότας", πως να περιμένεις από αυτόν μετά να αντιδράσει; 
Οι αντιδράσεις των πιστών, εσκεμμένα(;), δεκαετίες τώρα, περιορίζονται σε κυριλέ αίθουσες, σε ανάγνωση άρθρων και σε αρθρογραφία. 
Ας έκαναν κατάληψη στο μητροπολιτικό μέγαρο. Ας έκαναν κατάληψη σε έναν ναό να χτυπήσουν πένθιμα τις καμπάνες. 
Ας έβγαιναν στον δρόμο να κάνουν πορείες, να μοιράσουν ενημερωτικά έντυπα, να μάθει τα νέα όλη η πόλη. Να πιεστεί ο δεσπότης να άρει τα επιτίμια (επιτίμια που επιβλήθηκαν χωρίς καν να απολογηθούν).

Οι οικουμενιστές επιβάλλονται με αυταρχισμό, και οι διακόψαντες την μνημόνευση 3 ιερωμένοι ετοιμάζουν την "δική τους εκδήλωση", μνημονευόντων και μη μνημονευόντων ΜΑΖΙ! Για να (απο)δείξουν λέει ότι έχουν "επικοινωνία"! 
Ε ας καλέσουν και τον Άνθιμο και τον Βαρθολομαίο τότε. 

Από τη μια θα κάνουν εκδήλωση ενάντια στον Οικουμενισμό παριστάνοντας τους διακόψαντες την μνημόνευση, και από την άλλη θα πηγαίνουν "να λειτουργούνται" στους οικουμενιστές.
Ε λοιπόν, συνεχίσετε να πηγαίνετε στους ναούς όπου μνημονεύουν τους δεσποτάδες σας :

αρχαιοελληνίδα "ιέρεια" μέσα στο ιερό, δίπλα στον μητροπολίτη 
Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμο (διάδοχος του Ανθίμου Θεσσαλονίκης) στην Αλεξανδρούπολη

Ο Πατριάρχης Αντιοχείας εν ώρα Θείας Λειτουργίας 
με ιεροκήρυκα Μουσουλμάνο Μουφτή)

ο γνωστός μητροπολίτης Λαγκαδά ... Γράψαμε, ξαναγράψαμε για τα "κατορθώματα του", δεν συγκινείτε, ΔΕΚΑΔΕΣ οι φωτογραφίσεις του σε κάθε εσπερινό, ακολουθία κλπ

κι ο μητροπολίτης Σύρου. Σε κάθε μεγάλη εορτή προσκαλεί 
τους αιρετικούς στην Θείας Λειτουργία

Περιφορά στην Ζάκυνθο: μαζί κι ο αιρετικός

Πάσχα στην μητρόπολη Αθηνών.
Πάτε να "λειτουργηθείτε" μαζί με τους αιρετικούς λοιπόν.

Δράμα, της Αγ.Βαρβάρας, Δεκέμβριος 2016. Αιρετικοί στην Θεία Λειτουργία 
και στην λιτανεία, δίπλα στον μητροπολίτη Νεαπόλεως κ Σταυρουπόλεως Βαρνάβα


Οι τρεις πιο γνωστοί και ευλαβείς κληρικοί της περιφέρειας Θεσσαλονίκης, με τόσες χιλιάδες πνευματικά παιδιά, δεν μπορούν να βρούν έστω ΕΝΑΝ ναό ή χώρο, να λειτουργούν και οι 3 μαζί;
(2 ναούς μικρούς, που υπάρχουν ήδη διαθέσιμοι στη Θεσσαλονίκη, υποδείξαμε ήδη, εδώ)

Μα, δεν ανακοινώνουν καν ότι αυτό γίνεται προσωρινά: Ότι μόλις βρούμε ναό θα σταματήσουν να πηγαίνουν εκεί όπου μνημονεύουν. 
Περιμένουν λέει "να γίνει σύνοδος να καταδικάσει τους Οικουμενιστές και την ψευδοΣύνοδο της Κρήτης"!! Ε ας περιμένουν ... "όποιος δεν θέλει να ζυμώσει ..."

Εκτός ... εκτός αν γίνει το θαύμα και "δώσει ευλογία" ο Εφραίμ .. εξ Αριζόνας!


ο γέροντας Εφραίμ, παρασημοφορείται από τον μητροπολίτη Βεροίας (αυτός εκδίωξε τον π.Ματθαίο Βουλκανέσκου λόγω του αντιοικουμενιστικού του αγώνα). 
Παρασημοφορίσεις: Νέα ήθη ορθόδοξου μοναχισμού

Εννοείται ότι αναγνωρίζουμε και επαινούμε τους αγώνες και τις διώξεις που υποφέρουν οι 3 αυτοί ιερωμένοι. Απογοητευόμαστε με όλους τους υπόλοιπους που για να μην χάσουν την εύνοια του δεσπότη τους και τον μισθό τους, συνεχίζουν να τον μνημονεύουν. 
Θα είμαστε δίπλα τους, όπως και σε κάθε διωκόμενο ιερωμένο, όποτε το χρειαστούν και πολύ φοβόμαστε ότι θα το χρειαστούν πολύ σύντομα. Ενωμένοι θα πολεμήσουμε. 

Αλλά ΔΕΝ πρόκειται να αλλοιώσουμε την ορθόδοξη αλήθεια. Θα την διατυπώνουμε ευθαρσώς και ξεκάθαρα. Αυτοί ας τα βρουν με την συνείδηση τους και με τα πνευματικά τους παιδιά (άραγε που εξομολογούνται τώρα τα πνευματικά τους παιδιά; τόσο εύκολα αποδέχθηκαν ότι θα πάνε να εξομολογούνται αλλού; -τώρα που οι δεσποτάδες τους, τους έβγαλαν από τους ναούς και τους απαγορεύουν να τελούν μυστήρια;)
"Ενός κακού, μύρια έπονται".
Αν ο εχθρός καταλάβει ότι δεν έχει κότσια, ... είσαι χαμένος.
Αναμένουμε από τους πατέρες που διέκοψαν την μνημόνευση να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Δεν είναι αυτοί ο εχθρός μας αλλά ο Οικουμενισμός, οι οικουμενιστές, οι πραγματικοί "λύκοι".

Όσο για την "κολοτούμπα" όπως λένε, των αγιορειτών πατέρων:
παραθέτουμε ένα ακόμη σχόλιο που διαβάσαμε εδώ:
"Ἀλλὰ ἂς ὑποθέσουμε ὅτι οἱ Ἁγιορεῖτες ἄλλαξαν θέση. Ὅτι οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες ἔκαναν τὴν ρήξη. 

Δεδομένων τῶν παραπάνω ἀντιΠατερικῶν θέσεών σας, ἂν στὶς προηγούμενες συζητήσεις οἱ Ἁγιορεῖτες ἐγκλωβίστηκαν ἀπὸ τὰ ἐπιχειρήματά σας καὶ συμφώνησαν μαζί σας, καὶ στὴν συνέχεια ἀντελήφθησαν τὸ λάθος τους, καὶ θέλησαν νὰ τὸ διορθώσουν, σὲ ποιοὺς ἀξίζουν συγχαρητήρια, π. Θεόδωρε;
Σὲ σᾶς ποὺ ἐπιμένετε στὴν λανθασμλένη τακτική σας, ἢ σὲ αὐτοὺς πού, ἔστω καὶ τὴν τελευταία στιγμή, κατάλαβαν σὲ ποιό γκρεμὸ τοὺς παρασύρατε καὶ παρέμειναν σὲ Ὀρθόδοξο ἔδαφος ἐρχόμενοι σὲ ρήξη μαζί σας; Νὰ εἶναι εὐλογημένοι ποὺ ἦλθαν σὲ ρήξη μὲ ἐσᾶς, ἀλλὰ δὲν ἦλθαν σὲ ρήξη μὲ τοὺς Ἁγίους! 

Γιὰ θυμηθεῖτε τί λέγουν οἱ Πατέρες γιὰ τὸν ὅρκο τοῦ Ἡρώδη πρὸς τὴν Σαλώμη. 
Ὄφειλε, λένε, νὰ μὴν τὸν τηροῦσε. 

Ἂν λοιπόν, εἶναι ὅπως τὰ ἐξηγήσατε τὰ πράγματα, καὶ ἐγκλωβήσατε τοῦς Ἁγιορεῖτες Πατέρες στὶς κακόδοξες θέσεις σας, τοὺς ἀξίζουν συγχαρητήρια ποὺ τὶς ἀπετίναξαν ἀπὸ πάνω τους, καὶ σὲ σᾶς διπλῆ καταδίκη: καὶ διότι προσπαθήσατε νὰ τοὺς παρασύρετε στὶς κακόδοξες θέσεις σας, καὶ διότι συνεχίζετε νὰ τὶς διδάσκετε, διαστρέφοντας οἰκτρὰ τὴν ἁγιοπατερική μας Παράδοση"


Ομάδα Εκπαιδευτικών " Ο Παιδαγωγός"