.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Η ΦΩΝΗ ΠΟΥ ΚΡΑΖΕΙ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ



Δύσκολα, μέσα στο χριστιανικό Αγιολόγιο θα βρούμε μια μορφή τόσο μυστηριακή και θαυμαστή όσο ο Ιωάννης! Είναι Πρόδρομος! Και δεν υπάρχει μεγαλύτερο βάρος από την προδρομική αποστολή. Κείνος που ακολουθά είναι ο δυνατότερος, είναι ο Θεός. Η Πρόνοια όρισε την αποστολή του να ισιώσει και να ομαλύνει τα περάσματα Εκείνου. Έπρεπε να ομαλύνει τους δρόμους, ώστε όλοι οι δρόμοι να συγκλίνουν σ’ έναν και μοναδικό. Σ’ αυτόν που διακηρύττει ο Ίδιος ο Ιησούς όταν λέει: «Εγώ είμαι η Οδός» (Ιωάν. 14, 6).

Κι ο Ιωάννης κράζει στην έρημο. Γιατί δεν υπάρχει έρημο πιο καταθλιπτική από την ακοή των ανθρώπων που δε θέλουν ν’ ακούσουν, κι από τα μάτια του κόσμου που δε θέλει να δει. Όμως αυτός ανοίγει και ισιώνει τους δρόμους σ’ αυτή την έρημο κι αυτήν αρδεύει με τα νερά του Ιορδάνη. Αυτό το βάφτισμα ξαναγεννά την ανθρώπινη έρημο, ξεριζώνοντάς της όλα τα θανατερά στοιχεία της αμαρτίας, καθώς το ποτάμι μεταπλάθει την άκαρπη γη σε καρπερή. Ο μεγάλος πειρασμός που αντικρίζει ο Ιωάννης είναι όταν τον συγχέουν με τον Μεσσία. Κι ο πειρασμός αυτός γίνεται ακόμα πιο επικίνδυνος, όταν οι άσοφοι σοφοί του νόμου τον ρωτούν ποιος είναι. Στις αποκρίσεις που δίνει ο Ιωάννης (Λουκ. 3, 15-16· Ιωάν. 3, 25–28), ακτινοβολεί όλο το μεγαλείο της αγιοσύνης.

–Δεν είμαι ούτε Χριστός (Ιωάν. 3, 28), τους λέει, ούτε ο Ηλίας. Αλλά είμαι η φωνή κείνου που κράζει στην έρημο: «Ισιώσατε τους δρόμους του Κυρίου», καθώς είπε ο Προφήτης Ησαΐας (Ησ. 40, 3–4· Μαλ. 3, 1).

Κι όταν οι βαλτοί των Φαρισαίων τον ρωτούν πώς βαφτίζει, αφού δεν είναι ο Μεσσίας (Ιωάν. 1, 25), κείνος τους αποκρίνεται, πως αυτός, που ζητάνε είναι κοντά κι ανάμεσά τους, και πως ο ίδιος δεν είναι άξιος να σκύψει και να λύσει ούτε τα δεσίματα απ’ τα ποδέματά του (Ματθ. 3, 11· Μάρκ. 1, 7· Λουκ. 3, 16· Ιωάν. 1, 27).

Κι η τροχιά της Αγιότητας συνεχίζει την ανιούσα της, όταν έρχεται ο Ίδιος ο Ιησούς Χριστός, ταπεινότατα, να βαφτιστεί από τον Ιωάννη. Κατάπληξη και δέος ταράζουν τον Ιωάννη. Ποια σχέση είχε η πηγή της ζωής με την έρημο; Αυτός βάφτιζε αμαρτωλούς και καλούσε τους κριματισμένους να μετανοήσουν (Ματθ. 3, 2 και 8· Λουκ. 3, 8· Μάρκ. 1, 4). Και Κείνος που ερχόταν να βαφτιστεί ήταν ο Αμνός του Θεού, ο ακριμάτιστος. Η αντίδραση του Ιωάννη είναι ανθρώπινη, δηλαδή λογική. Ο Ιησούς έπρεπε να βαφτίσει τον Ιωάννη κι όχι ο Ιωάννης τον Ιησού (Ματθ. 3, 14).


Ο Ιησούς όμως επιμένει και ζητά το βάφτισμα (Ματθ. 3, 15), για να ολοκληρωθούν τα σχέδια της Θείας Δικαιοσύνης (Ματθ. 3, 16). Και ποια ήταν αυτά τα σχέδια; Η πραγματική, η ουσιαστική ενανθρώπιση του Θείου. Σ’ αυτό το διάλογο, ανάμεσα Ιησού και Ιωάννη, υπάρχει όλο το μυστήριο της ταπείνωσης.
Κι ο Ιωάννης Τον βαφτίζει.

Αλλά το πιο θαυμαστό μέσα στον πίνακα της βάφτισης είναι αυτό το άνοιγμα του ουρανού και το φανέρωμα του Πνεύματος (βλ. Ματθ. 3, 16· Μάρκ. 1, 10· Λουκ. 3, 21–22). Μέσα σ’ αυτή την ταπείνωση της σάρκας, το πνεύμα στέκεται ψηλά, αδέσμευτο κι ακτινοβόλο. Μπορεί ο Κύριος νά ’γινε υπηρέτης, μπορεί η σάρκα να ταπεινώθηκε, αλλά αυτή η ταπείνωση διάπλατα ανοίγει τα παραπετάσματα του ουρανού για ν’ αχτινοβολήσει η παρουσία του Πνεύματος και να βεβαιώσει την αλήθεια του Λόγου.

ΚΩΣΤΗΣ ΜΠΑΣΤΙΑΣ
(1901–1972)



[Κωστή Μπαστιά:
«Νέον Κυριακοδρόμιον»,
–Κυριακή πριν από τα Φώτα–,
σελ. 26–27,
Εκδοτικός Οίκος «Αστήρ»,
Αθήναι, Φεβρουάριος 1972.]