.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νοερά Προσευχή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νοερά Προσευχή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Όλες οι προσευχές καλές και άγιες είναι, αλλά η νοερά προσευχή, είναι η βασίλισσα αυτών

Όλοι οι Άγιοι Πατέρες φωνάζουν την πρώτη θέση στη ζωή του κάθε χριστιανού την κατέχει η προσευχή. Θέλεις να κάνεις κατάσταση; Προσεύχου. Θέλεις να σωθείς; Προσεύχου. Όλες οι προσευχές καλές και άγιες είναι, αλλά η νοερά προσευχή, είναι η βασίλισσα αυτών. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. 
Απ’ αυτήν τη μικρούλα αλλά παντοδύναμη προσευχή, ξεκίνησαν οι Άγιοι Πατέρες και έγιναν φωστήρες της εκκλησίας. Λέγε συνεχώς όσο μπορείς περισσότερες φορές την ημέρα και τη νύχτα αυτή την ευχούλα και αυτή θα σε διδάξει αυτά που θέλεις, αυτά που δεν γνωρίζεις. Βιάσου σ’ αυτήν την ευχούλα. 


Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης

Η ευχή του Ιησού είναι εργασία κοινή των αγγέλων και των ανθρώπων



Η ευχή του Ιησού είναι εργασία κοινή των αγγέλων και των ανθρώπων. Με την προσευχή αυτή οι άνθρωποι πλησιάζουν σύντομα την ζωή των αγγέλων. 

Η ευχή είναι η πηγή όλων των καλών έργων και αρετών και εξορίζει μακριά από τον άνθρωπο τα σκοτεινά πάθη. Σε σύντομο χρόνο κάνει τον άνθρωπο ικανό να αποκτήσει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Απόκτησε την, και πριν πεθάνεις θα αποκτήσεις ψυχή Αγγελική. Η ευχή είναι θεϊκή αγαλλίαση.

Κανένα άλλο πνευματικό όπλο δε μπορεί να αναχαιτίσει τόσο αποτελεσματικά τους δαίμονες. Τους κατακαίει όπως η φωτιά τα βάτα.

Οσίου Πασίου Βελιτσκόφσκυ

Ο Αγ. Γρηγόριος ο Σιναίτης και περί της Νοεράς Προσευχής

Ο Αγ. Γρηγόριος ο Σιναίτης κατέχει από της λαμπρότερες θέσεις του ησυχαστικού και ασκητικού βίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Έμαθε και τελειοποίησε την μέθοδο της ησυχαστικής προσευχής όπου αυτή μεταφέρθηκε σε άλλους ασκητές και έγινε ο τρόπος ζωής όλων των μοναχών.

Τι ακριβώς είναι ο «Ησυχασμός»; Ο Ησυχασμός είναι ο τρόπος που οι 
μοναχοί, μέσω της ησυχίας και της αδιάλειπτης προσευχής, λέγοντας την ευχή«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με.»[1]φτάνουν στην θέωση όπου όταν και αν το επιτρέψει ο Θεός, να δουν το Άκτιστο Φώς. Το ευαγγέλιο δίνει την πρώτη μαρτυρία για τον ησυχαστικό τρόπο προσευχής με τον έκτο μακαρισμό «μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται.»[2]. Αλλά και πολλοί Πατέρες μίλησαν περί του ησυχαστικού τρόπου ζωής όπως οι Καππαδόκες, Αγ. Μάξιμος Ομολογητής, Αγ. Συμεών ο Νέος Θεολόγος, Αγ. Γρηγόρος ο Σιναίτης κ.α. Αυτό που άλλαξε από την εποχή των Καππαδοκών μέχρι και την εποχή του Αγ. Γρηγορίου του Σιναίτου είναι ο τρόπος προσευχής που σκοπό είχε την θεοπτία, παρόμοια όπως αυτή που είδαν οι μαθητές στο όρος Θαβώρ «και μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών, και έλαψε το πρόσωπον αυτού ως ο ήλιος, τα ιμάτια αυτού εγένετο λευκά ως το φώς.»[3].

Ο Αγ. Γρηγόριος ο Σιναίτης υπήρξε από τα λαμπρότερα παραδείγματα του ησυχαστικού τρόπου ζωής. Γεννήθηκε στο Κούκουλο των Κλαζομενών της Μικράς Ασίας.[4]
Έμαθε τα ιερά γράμματα από τους ευσεβείς γονείς και από τους διδασκάλους του.

Κατά τη βασιλεία του Ανδρονίκου Παλαιολόγου του Β’, τα μέρη των Κλαζομενών λεηλατήθηκαν και αιχμαλωτίστηκαν οι κάτοικοι αυτής της περιοχής, μαζί με αυτούς και ο Αγ. Γρηγόριος ο Σιναίτης. Ως αιχμάλωτοι, είχε λάβει άδεια από τους Τούρκους να μπορεί να πηγαίνει στην εκκλησία όπου προσευχόταν και έψελνε. Εκεί ο κόσμος θαύμασε την πραότητα και ωραιότητα της ψαλμωδίας του όπου πήγαν μερικοί χριστιανοί και πλήρωσαν πολλά χρήματα στους Τούρκους για την ελευθερία του, όπως και έγινε.[5]

Μετά από αυτό, πήγε στη Κύπρο όπου εκπλήρωσε τον πόθο του για τον μοναχισμό και έγινε δόκιμος κοντά σε έναν ενάρετο ασκητή. Από τη Κύπρο πήγε στην Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά όπου εκάρη μοναχός και έμαθε την μέθοδο του ησυχαστικού βίου. Εδώ, ασκήτευε με αυστηρή νηστεία, αγρυπνία, ψαλμωδία και προσευχή. Αυτό το έβλεπαν οι περισσότεροι μοναχοί και τον θαύμαζαν για την ασκητική του ζωή. Δυστυχώς όμως, μερικοί τον φθόνησαν και μη θέλοντας να στενοχωρήσει κανέναν, έφυγε με τον μαθητή του Γεράσιμο. Πήγαν στο Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσουν τον Πανάγιο Τάφο. Από εκεί πήγαν στην Κρήτη και συγκεκριμένα στους «Καλούς Λιμένες» όπου γνώρισε τον ασκητή Αρσένιο και τελειοποίησε την ησυχαστική μέθοδο προσευχής. Του έμαθε ο μοναχός Αρσένιος τη θεωρία του ησυχασμού που είναι η θεωρία και άσκηση της νοεράς προσευχής. Τα βασικά στοιχεία ήταν η φύλαξη του νού, η νήψη (καθαρισμού) της καρδιάς και η νοερά προσευχή που θα συνοδευόταν με άσκηση. Ο μοναχός Αρσένιος θεωρούσε πολύ σημαντικό να υπάρχει τελείωση στο πρακτικά αλλά και θεωρητικό βίο.

Με αυτές τις αρχές που έμαθε από την Μονή της Αγ. Αικατερίνης Σινά και από τον μοναχό Αρσένιο, πήγε στο Άγιον Όρος όπου μετέφερε αυτόν τον τρόπο ζωής και προσευχής στους αγιορείτες μοναχούς. Εκεί δέχτηκαν αυτόν τον τρόπο με πολύ ενθουσιασμό και έτσι εξαπλώθηκε γρήγορα σε όλο το Αγ. Όρος, μεγάλα μοναστικά κέντρα της Ανατολής και στους Σλαβικούς λαούς.

Ο Γρηγόριος Σιναίτης έφυγε από το Αγ. Όρος και πήγε Κωνσταντινούπολη μετά για μικρό χρονικό διάστημα ασκήτεψε στο όρος Κατακεκρυωμένου στην περιοχή Μεσομίλιον και γύρισε πάλι στο Αγ. Όρος για να συνεχίσει την διδασκαλία στους αγιορείτες μοναχούς. Ξαναέφυγε για τα Παρόρια όπου συνέχισε την άσκηση. Εκεί πήγαν πολλοί ασκητές και ιδρύθηκαν μοναστήρια που ακολούθησαν την τακτική του Ησυχασμού.

Μεταξύ των μαθητών του που ήταν Βούλγαροι, Σέρβοι και άλλοι, σημαντικότεροι από τους Σλάβους ήταν οι βούλγαροι μοναχοί Θεοδόσιος και Ευθύμιος.[6]
Ο Θεοδόσιος (+1363) ίδρυσε μοναστήρι στο όρος Κελιφάρεβο κοντά του Τυρνόβου και εισήγαγε τον Ησυχασμό στην Βουλγαρία. Ο Ευθύμιος ήξερε καλά Ελληνικά και μετέφρασε πολλά θεολογικά έργα και έγραψε εγκωμιαστικούς λόγους για μερικούς αγίους. Στη Ρωσία, μεταφέρθηκε από τον Κυπριανό Τσάμπλακ, μητροπολίτου Κιέβου και πάσης Ρωσίας. Μαθητής σημαντικός ήταν και ο Κάλλιστος Α’ (1350-1354, 1355-1363) που έγραψε και το βίο του Αγ. Γρηγορίου του Σιναίτου αλλά και τον υποστήριξε έναντι των αντιησυχαστών και ιδιαιτέρως κατά του Γρηγορίου Ακινδύνου.[7]

Ο Γρηγόριος ο Σιναίτης, έχοντας φθάσει σε μεγάλη ηλικία, μετά από λίγες μέρες ασθένειας, παρέδωσε το πνεύμα του στον Θεό.

Ο Γρηγόριος ο Σιναίτης εργάστηκε πάνω στη θεωρία και πράξη της Νοεράς προσευχής όπου είδε το Άκτιστο Φώς. Αναφέρει συγκεκριμένα στο «Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής»[8]ότι υπάρχουν δύο τρόποι ή είσοδοι που ο άνθρωπος μπορεί να φτάσει στη θέωση. Οι τρόποι είναι η νοερά προσευχή και η διαφύλαξη του νου, «εκατέρωθεν της νοεράς προσευχής, της δια του Πνεύματος εν καρδία ενεργουμένης, δι’ων ο νούς η προλαμβάνει αυτήν εκείσε τω Κυρίω κολλώμενος κατά την Γραφήν, η κινουμένης της ενεργείας κατά πρόοδον εν πυρί ευφροσύνης έλκει τον νούν, ή δεσμεύει αυτόν προς την του Κυρίου Ιησού επίκλησιν τε και ένωσιν.»[9]
Με την επίκληση του ονόματος του Κυρίου Ιησού Χριστού, η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος βοηθά τον ασκούμενο να μειωθούν τα πάθη και να φτάσει στη θέωση. Με την πράξη (άσκηση) καθαρίζεται από τα πάθη ο άνθρωπος και με τη θεωρία βλέπει το Άκτιστο Φώς, εφόσον το επιτρέψει και ο Θεός για να το δει.

Η πρακτική τακτική που συμβουλεύει ο Γρηγόριος ο Σιναίτης για το πώς μπορεί ο άνθρωπος να φτασει στη θέωση είναι «Και από μεν πρωίας καθεζόμενος εν σπιθαμιαία καθέδρα, άγξον τν νούν εκ του ηγεμονικού εν καρδία και κράττει αυτόν εν αυτή. Κύπτων δε εμπόνως, και τα στέρνα, ώμους τε και τον τράχηλον σφοδρώς περαλγών, επιμόνως κράζε νοερώς ή ψυχικώς το, ‘Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με’.»[10]
Αυτή τη ευχή θα πρέπει ο ασκητής να λέει συνέχεια για να νικήσει τα πάθη του. Ο άγιος δίνει και και μια άλλη ευχή που θα μπορεί να λέει ο ασκητής αν κουραστεί. Αναφέρει «Είτα, δια το στενόν και επίπονον, ίσως και αηδώς δια το συνεχές έχων όπερ ουκ εστί δια το εν βρώμα του τριωνύμου συνεχώς εσθιόμενον, ‘οι γαρ εσθίοντες με’, φησίν, ‘έτι πεινάσουσι’ μεταλλάτων τον νούν εις το έτερον ήμισυ, λέγε ‘Υιέ του Θεού, ελέησον με.’ Και πολλαχώς λέγων το ήμισυ, συνεχώς ουκ οφείλεις εκ ραθυμίας μεταλλάττειν αυτά, ου ριζούνται γαρ τα φυτά συνεχώς μεταφυτευόμενα.»[11]
Και έναν τρόπο που δίνει ο Γρηγόριος για να μην ατονίσει ο νούς του ασκητή, είναι «ίσως δε εστίν ότε τη νοερά και συνεχεί βοή και τη εμμόνω πήξει ο νούς αθυμών, μικράς αναπαύσεως μεταλαμβάνει εν τω απολύσαι αυτόν εις το πλάτος της ψαλμωδίας από του απεστενωμένου της ησυχίας.»[12]
Με αυτόν τον τρόπο, δεν βαριέται ο άνθρωπος συνέχεια λέγοντας τη νοερά προσευχή αλλά αναπαύεται με το ψάλσιμο. Αυτή η πρακτική είναι «τάξις αρίστη και διδαχή σοφωτάτων ανδρων»[13].

Με αυτόν τον πρακτικό τρόπο, με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος, θα μπορέσει ο ασκητής να φτάσει στο στάδιο της θεώσεως. Αλλά προειδοποιεί τον νέο ασκητή για τους κινδύνους που μπορεί να εμφανιστούν στον δρόμο προς την θέωση. Αναφέρει «Εάν δε ιδής τας ακαθαρσίας των πονηρών πνευμάτων, ήτοι λογισμών, αναδιδόμενας ή μεταμορφουμένας εν τω νοί σου, μη θαμβηθής, καν αγαθά νοήματα πραγμάτων αναφαίνωνταί σοι, μη πρόσχης αυτοίς, αλλά κρατών την εκπνοήν, ως δυνατόν, και τον κατακαίεις και συστέλλεις αυτά, μαστίζων αυτούς αοράτως δια του θείου ονόματος.»[14]
Αλλού αναφέρει, «Πρόσεχε ουν ακριβώς, Θεού εραστά, εν γνώσει επάν εργαζόμενος το έργον, ίδης φώς ή πύρ έξωθεν ή έσωθεν, ή σχήμα δήθεν Χριστού ή αγγέλου ή ετέρου τινός, μη παραδέξη αυτό, ίνα μη βλάβην υποστής μηδε συ αφ’εαυτού, εικονικώς προσέχων, εάσης τον νούν εκτυπούν τοιαύτα. Πάντα γαρ ταύτα έξωθεν ακαίρως μετασχηματιζόμενα, προς το πλανήσαι την ψυχήν γίνονται.»[15]
Είναι επικίνδυνο να αφεθεί ο νούς σε αυτές τις «ελάμψεις» γιατί μπορεί να προέρχονται από τον διάβολο και μπορούν να σε οδηγήσουν σε πλάνη και απομάκρυνση από τον Θεό. Ακολουθεί ο Γρηγόριος Σιναίτης να δώσει την απάντηση στον ασκούμενο, οπώς να καταλάβει αν είναι κάτι από τον Θεό ή από τον Διάβολο. Λέει, «Η γαρ αρχή της προσευχής η αληθινή, η καρδιακή θερμή εστίν, η φλογίζουσα τα πάθη και ιλαρότητα η χαράν τη ψυχή εμποιούσα, αδιστάκτω πόθω και ανενδοσιάστω πληροφορία την καρδίαν βεβαιούσα. Παν γαρ το ερχόμενον εις την ψυχήν, φασίν οι Πατέρες, καν αισθητόν, καν νοερόν, και διστάζει εν τούτω η καρδία, μη παραδεχομένη αυτό, ουκ έστιν εκ του Θεού, αλλ’εκ του εναντίου επέφθη.»[16]
Για αυτό είναι βασικό, ο ασκούμενος να συνεχίζει την επίκληση του ονόματος του Ιησού Χριστού και να μην αποσπάται μέχρι να φτάσει στη πραγματική (εκ Θεού) φανέρωση του Ακτίστου Φωτός. Επίσης για τη προσοχή του νέου στην άσκηση, λέει «Ησυχία γαρ εστιν απόθεσις νοημάτων των ουκ εκ του Πνεύματος θειοτέρων, εως καιρού, ίνα μη, προσέχων τούτοις ως καλοίς, το μείζον απολέσης.»[17]
Εάν με μεγάλη προσοχή ασκήσει τον Ησυχαστικό βίο, θα μπορέσει να φτάσει στο επίπεδο της θεώσεως.

Ο Γρηγόριος ο Σιναίτης υπήρξε και υπάρχει από τα λαμπρότερα παραδείγματα ασκητικού, ενάρετου και ησυχαστικού βίου. Αυτός έμαθε και τελειοποίησε τον ησυχαστικό τρόπο προσευχής, με τη νοερά (καρδιακή) προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με.»[18]που θα βοηθούσε τους ασκητές να φτάσουν στην θεωρία, στο να μπορέσουν να δούνε το Άκτιστο Φώς.

Αυτό που μπορούμε να συμπεράνουμε από το βίο και έργο «Περί Ησυχίας και Περί των Δύο Τρόπων της Προσευχής»[19], συγκεκριμένα περί της «Νοεράς Προσευχής» είναι ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να επιτύχει την θέωση και σωτηρία του από μόνος του. Ο Γρηγόριος ο Σιναίτης μιλά για τον ασκητικό βίο και τον τρόπο που θα πρέπει να ζούνε και να προσεύχονται οι ασκητές. Αλλά δεν είναι κάτι που περιορίζεται μόνο στους ασκητές. Ο Ησυχασμός είναι η μέθοδος προσευχής που όλοι μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να φτάσουν στην θέωση. Από τη διδασκαλία του Γρηγορίου του Σιναίτου, παραλαμβάνουμε τη θεωρία και πράξη, τους δύο τρόπους που μας οδηγούν στον τελικό σκοπό μας, τη καθ’ομοίωσιν με το Θεό.

Νικόλαος Γεωργαντώνης
θεολόγος

[1] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG50, 1316 ABC
[2] Ματθ. 5,8
[3] Ματθ. 14, 2
[4] Φειδάς, Βλ, Εκκλησιαστική Ιστορία Β’, σελ. 486
[5] Μον. Βίκτωρος Ματθαίου, Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Μην Απρίλιος σελ. 116
[6] Φειδάς, Βλ, Εκκλησιαστική Ιστορία Β’, σελ. 489
[7] Φειδάς, Βλ, Εκκλησιαστική Ιστορία Β’, σελ. 490
[8] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1313 Α – 1324 Β
[9] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1313 A
[10] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1316 A
[11] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1316 AB
[12] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1320 D
[13] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1320 D
[14] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1316 BC
[15] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG50, 1324 A
[16] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1324 B
[17] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1324 A
[18] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1316 A
[19] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1313 A– 1324 B


http://themata-orthodoxias.blogspot.gr

Γιά τήν προσευχή



"Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε, ἐν παντί εὐχαριστεῖτε· 
τοῦτο γάρ θέλημα Θεοῦ...εἰς ὑμᾶς" 
(Α΄ Θεσσ. 5, 17) 

Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ καί Λόγε τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με. Ἡ τέτοια ἁγία προσευχή που χρονίζει στήν καρδιά καθαρίζει αὐτήν ἀπό τά πάθη, κατακαίει τίς προσβολές τῶν πονηρῶν λογισμῶν, καί πληρεῖ τόν ἄνθρωπο μέ τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Διά τῆς προσευχῆς, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με, ἐνοικεῖ μέσα μας ὁ Θεός· καί κατ' αὐτόν τόν τρόπο γινόμαστε ναός τοῦ Θεοῦ. 

Τό ὄνομα Ἰησοῦς εἶναι γεμάτο ἀπό κάθε παρηγοριά καί σωτηρία. Εἶναι ὄχι μόνον ἡ σύνοψη ὅλων τῶν τελειοτήτων, ἀλλά καί ἕνας ἀρραβώνας γιά τόν παράδεισο.

Ὀνόματι Ἰησοῦ μάστιζε πολεμίους. Μέ τή συχνή μελέτη καί μνήμη τοῦ Ἰησοῦ ὄχι μόνον γλυτώνεις ἀπό τούς κακούς λογισμούς, ἀλλά καί συνηθίζεις ν' ἀγαπᾶς τόν Ἰησοῦ καί νά κάνεις τίς ἐντολές Του μέ χαρά.

Νά λέμε τήν εὐχή συνέχεια καί ἡ εὐχή θά μᾶς μάθη νά προσευχόμαστε σωστά.

Ἡ εὐχή μαστίζει καί κατακαίει τούς δαίμονες καί δέν ἀφήνει νά προσβάλλουν τό νοῦ μέ τούς αἰσχρούς λογισμούς.

Κάνε αὐτό πού μπορεῖς, καί νά ζητᾶς ἀπό τόν Θεό νά κάνει σέ σένα, ἐκεῖνο πού δέν μπορεῖς. 

Ἄλλο μέσο δραστικότερο καί ἀποτελεσματικότερο ἀπό τήν προσευχή, γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν πειρασμῶν, δέν ὑπάρχει.

Μέ τήν προσευχή καθαρίζουμε τόν ρύπο τῆς ἁμαρτίας ἀπό τήν ψυχή μας. Ἡ ἁγία προσευχή μᾶς καθαρίζει ἀπό τίς ἁμαρτίες μας.

Ὅταν προσευχόμαστε, νά πονᾶμε γιά τούς ἄλλους, τότε χαίρεται ὁ Θεός.

Ἡ προσευχή πρέπει νά εἶναι καρπός πιστῆς καί ζεστῆς καρδιᾶς.

Διά τῆς προσευχῆς ἐπικοινωνεῖ κανείς μέ τόν Θεό, καί μεταλαμβάνει τόν Ἰησοῦ, ὡς διά τῆς Θείας Εὐχαριστίας, πολλές φορές τήν ἡμέρα.

Ἡ προσευχή εἶναι τό κλειδί μέ τό ὁποῖο ἀνοίγουν οἱ Οὐρανοί καί ἡ πόρτα τοῦ Παραδείσου.

Εἶναι προτιμότερο νά λέγεις μερικές μόνο ἀπό τίς προσευχές, μέ ζῆλο καί προσοχή, παρά νά τίς ἀπαγγέλεις ὅλες μέ σπουδή χωρίς τήν ἀπαραίτητη συγκέντρωση. 

Ἡ προσευχή εἶναι ἡ μόνη ἐκδήλωση λατρείας πρός τόν Θεό. Χωρίς προσευχή, δέν ἰσχύει λατρεία.

Ἡ προσευχή εἶναι τό πνευματικότερο τῆς λατρείας εἶδος. Λατρεύω τόν Θεό=προσεύχομαι στόν Θεό.

Καί στούς δύσκολους χρόνους θά μπορεῖ εὔκολα νά σωθεῖ ἕνας μέ τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ ἀναβαίνοντας, μέ τήν συχνή ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, στήν ἀδιάλειπτη προσευχή.

Ἄν θέλεις νά ἀκούσει ὁ Θεός τήν προσευχή σου, ταπεινώσου ἐνώπιόν Του, προσευχήσου γιά τούς ἐχθρούς σου καί θά ἀκούσει τότε τήν προσευχή σου.

Ἡ προσευχή καί ἡ εὐχαριστία παροτρύνουν τόν Εὐεργέτη Θεό νά προσφέρει στούς εὐγνώμονες περισσότερα καί μεγαλύτερα δωρήματα.

Κεφαλή κάθε ἀρετῆς καί κορυφή τῶν κατορθωμάτων εἶναι ἡ προσκαρτέρηση τῆς προσευχῆς μέ τήν ὁποία καί τίς λοιπόες ἀρετές, μέ τήν αἴτηση ἀπό τόν Θεό, μποροῦμε καθημερινά νά ἀποκτήσουμε.

Νά ἀποφεύγουμε τήν φαρισαϊκή προσευχή, ἡ ὁποία γίνεται μέ αὐτοδικαίωση καί μέ κατάκριση.

Κανένας πνευματικός ἀγώνας δέν μπορεῖ νά γίνεται χωρίς προσευχή. Νά προσευχόμαστε "τελωνικῶς".

Ἡ προσευχή εἰσακούεται ἀπό τόν Θεό, ὅταν γίνεται μέ ταπείνωση καί συντετριμμένη καρδιά.

Ἡ προσευχή διαιρεῖται σέ τέσσερα εἴδη:
α) στή δοξολογία τοῦ Θεοῦ,
β) στήν εὐχαριστία τῶν εὐεργεσιῶνΤου,
γ) στήν ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν, καί
δ) στήν αἴτηση ἐκείνων πού εἶναι ἀπαραίτητα γιά τή σωτηρία μας.

Ὅταν ἀρχίζεις τήν προσευχή νά λές: "Δόξα Σοι Κύριε ὁ Θεός μου, ὁ ἀκατάληπτος καί ἀγαθός καί παντοδύναμος καί κτίστης ὅλου τοῦ κόσμου". Μή ζητᾶς ἀμέσως αἰτήσεις. 

Ὅταν προσεύχεσαι, νά ὁμολογήσεις ὅτι ὄλη σου ἡ ἐλπίδα καί ἡ δύναμη στηρίζεται στήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, καί ὅτι μέ τήν βοήθειά Του μένεις ἀνίκητος ἀπό τούς πειρασμούς.


Μήν κουραστεῖς ποτέ νά ζητᾶς τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί ἄν ἀκόμη δέν σοῦ δώσει καί ἄν περάσειἕνας χρόνος ἤ πολλοί. Ἕως ὅτου λάβεις, μήν ἀναχωρήσεις, ἀλλά ζήτα πάντοτε. Τότε ὁ Θεός θά σοῦ δώσει αὐτά πού ζητᾶς, ἄν ὄχι γιά τίποτε ἄλλο, τουλάχιστον γιά τήν ἐπιμονή σου, ἀρκεῖ τό αἴτημά σου νά εἶναι δίκαιο.
Ὁ Θεός αὐτούς πού προσεύχονται συνεχῶς δέν τούς ἀποστρέφεται, ἀλλά συγχωρεῖ τίς ἁμαρτίες τους.

Ἡ πρός τόν Θεό ἀγάπη ἐκδηλώνεται μέ τήν συνεχῆ καί ἀδιάκοπη ἐπικοινωνία μετά τοῦ Θεοῦ διά τῆς προσευχῆς. 

(ἐπιλεγμένα ἀποσπάσματα)
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΙΑΤΡΕΙΟ
(Συλλογή πνευματικῶν ὁδηγιῶν 
πρός κατόρθωση τῆς τελειότητος)

ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ

Ἐκδόσεις: "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"


«Ἡ Εὐχή – Προφορική καί Νοερά»



Ὁ Γέροντας δέν μᾶς ἔκανε πολλές διδασκαλίες ἤ διαλέξεις περί Νοερᾶς προσευχῆς. Ὄχι ὅτι δέν μποροῦσε, ἀφοῦ ἦταν πραγματικός ἐπιστήμων τῆς Νοερᾶς προσευχῆς, διάδοχος καί συνεχιστής τῆς Νηπτικῆς παραδόσεως, ἀλλά ἐπειδή ἦταν ἐπιφυλακτικός, γιά νά μήν φουσκώσῃ τά μυαλά μας μέ φαντασίες καταστάσεων πού δέν εἴχαμε φθάσει. 

Ὀλιγόλογες λακωνικές συμβουλές μᾶς ἔδινε κατά τήν διάρκεια τῶν νυκτερινῶν μας ἐξαγορεύσεων, ὑπό τήν μορφή ὑποδείξεων περισσσότερον, μά ἦσαν πάντα μεστές ὠφελείας.
Ἡ στάσις του ἦταν «προχώρα καί ἐγώ σέ παρακολουθῶ». Καί ὁ λόγος ἐγίνετο πρᾶξις. Μέ τήν εὐχή τοῦ Γέροντα κοπιάζαμε στήν προσευχή. Καί ἐρχόταν φορές νά κάνουμε τρεῖς, τέσσερις, πέντε ὧρες νοερά προσευχή, μέ σκυμμένο τό κεφάλι, καί τόν νοῦ κολλημένο μέσα στό βάθος τῆς πνευματικῆς καρδιᾶς. Καμμιά φορά σήκωνα τό κεφάλι νά πάρω ἀέρα, ἀλλά ἡ γλυκύτητα μέ τραβοῦσε πάλι μέσα στήν καρδιά! Ἡ ψυχή εἶχε γευθῆ καί ἔλεγε: 

«Μή ζητᾶς τίποτε ἄλλο, αὐτό εἶναι. Αὐτός εἶναι ὁ πολύτιμος οὐράνιος θησαυρός. Ἀπόλαυσέ τον!»
Ἀλήθεια! Πολλές φορές οἱ προσευχές τοῦ Γέροντός μου μέ βοήθησαν νά ἀποκτήσω πνευματική αἴσθησι τῆς θείας Παρουσίας. Ἀλλά ἐμεῖς οἱ νεώτεροι ἦταν ἀδύνατον νά φθάσουμε τίς πνευματικές πτήσεις τοῦ ὑψιπέτου Γέροντος Ἰωσήφ.
Τό πρῶτο πού ζητοῦσε ὁ Γέροντας, μόλις κάποιος ἀδελφός προσετίθετο στή συνοδεία μας, σάν πρώτη νουθεσία, σάν πρώτη βία ἦταν: ἡ σιωπή καί ἡ εὐχή.
Παιδί μου, τήν εὐχή. Θέλω νά σ᾿ ἀκούω νά λές τήν εὐχή καί ὄχι νά ἀργολογῇς.
Ἤξερε αὐτός ὁ ἐμπειρότατος καθηγητής τῆς Νοερᾶς προσευχῆς, ὅτι ἐάν ὁ ἀρχάριος σιωπήσῃ καί ἀδολεσχήσῃ στήν εὐχή, θά βάλῃ καλή ἀρχή καί θά ἔχῃ πλούσιες τίς δωρεές τοῦ Θεοῦ στό μέλλον, διότι, τόνιζε:
«Ὀφείλει ὁ μοναχός εἴτε τρώει εἴτε πίνει εἴτε κάθεται εἴτε διακονεῖ εἴτε περπατεῖ εἴτε κάνει ὅ,τιδήποτε νά φωνάζῃ ἀδιαλείπτως τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Ἔτσι τό ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ κατερχόμενο στό βάθος τῆς καρδιᾶς, θά ταπεινώσῃ τόν δράκοντα, θά σώσῃ καί θά ζωοποιήσῃ τήν ψυχή. Νά ἐπιμένῃς, λοιπόν, ἀδιάλειπτα στήν ἐπίκλησι τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, γιά νά καταπιῇ ἡ καρδιά τόν Κύριο καί ὁ Κύριος τήν καρδιά καί νά γίνουν τά δύο ἕνα».
Καί ὁ Γέροντας συνεχῶς μᾶς παρακολουθοῦσε στό νά βιώνουμε τήν σιωπή μέ τήν προσευχή. Καί γι᾿ αὐτό μᾶς ἔλεγε:
Ἀπό ἐσᾶς δέν θέλω τίποτε. Ἐγώ θά μαγειρεύω, ἐγώ θά σᾶς διακονῶ. Ἀπό σᾶς θέλω μόνο μέρα-νύχτα σιωπή, εὐχή, μετάνοια καί κυρίως δάκρυα. Τίποτε ἄλλο δέν θέλω, μόνο βία στήν προσευχή καί δάκρυα μέρα-νύχτα. Διότι, ὅταν ἐρχώμεθα ἀπό τόν κόσμο, ὁ νοῦς μας εἶναι πολύ φορτωμένος ἀπό πάθη, προλήψεις, σκέψεις, λογισμούς. Διαστροφές καί τόνους ἐγωϊσμοῦ καί κενοδοξίας. Ὅλος αὐτός ὁ κόσμος τῶν παθῶν ἔχει καί τούς ἀνάλογους λογισμούς καί φαντασίες. Ἐάν προσπαθήσουμε νά κρατήσουμε τόν νοῦ ἀποσπασμένο καί τραβηγμένο ἀπ᾿ ὅλα αὐτά, γιά νά προσευχηθοῦμε, δέν μποροῦμε νά τό κατορθώσουμε. Γιατί; Διότι εἴμαστε ψυχικά ἀδύναμοι καί ὁ μετεωρισμός πολύ εὔκολος. Καί ἐφ᾿ ὅσον δέν μποροῦμε νοερά νά κρατήσουμε τήν προσευχή, κατά τούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, κατά τήν παράδοσι τῶν Γερόντων μας καί γιά λόγους ὑπακοῆς, προσπαθοῦμε νά λέμε τήν εὐχή προφορικά, γιά νά μπορέσουμε ἔτσι μέ τήν φωνή τῆς προσευχῆς νά ἀποσπάσουμε τόν νοῦ ἀπό τόν μετεωρισμό, ὥστε σιγά-σιγά ἡ εὐχή νά γλυκάνῃ τόν νοῦ καί νά τόν ἀποσπάσῃ ἀπό τήν κοσμική τροφή, κι᾿ ἔτσι σιγά -σιγά νά τόν κλείσῃ μέσα στήν καρδιά ἐπικαλούμενος ἀδιαλείπτως τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ. Σ᾿ αὐτό θά βοηθήσῃ πολύ τό σταμάτημα τῆς ἀργολογίας, γιά νά καλύπτεται ὅλος ὁ χρόνος μέ προσευχή».
Ἐπίσης μᾶς ἔλεγε:
«Μόλις ἀνοίξετε τά μάτια, ἀμέσως τήν εὐχή. Μήν ἀφήσετε τό μυαλό σας νά πετάῃ ἐδῶ καί ᾿ κεῖ καί χάνετε τήν ὧρα σας, πού εἶναι πολύτιμη γιά τήν εὐχή. Ὅταν ἔτσι βιάσετε τόν ἑαυτό σας, θά σας βοηθήσῃ κι᾿ ὁ Θεός νά γίνῃ μία ἁγία συνήθεια μέ τό ἄνοιγμα τῶν ματιῶν, ἡ προσευχή νά παίρνη τήν πρώτη θέσι γιά ὅλη τήν ἡμέρα. Στήν συνέχεια θά ἐργάζεσθε καί θά λέτε τήν εὐχή. Εὐλογεῖται ἡ ἐργασία, ἁγιάζεται τό στόμα, ἡ γλῶσσα, ἡ καρδιά, ὁ χῶρος, ὁ χρόνος καί ὅλος ὁ ἄνθρωπος, πού προφέρει τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ μοναχός πού λέει ἀδιαλείπτως τήν εὐχούλα, ὁπλίζεται μέ τέτοια θεϊκή δύναμι, πού καθίσταται ἀπρόσβλητος ἀπό τούς δαίμονες, ἀφοῦ αὐτή τούς καίει καί τούς μαστιγώνει». 

Λέγοντας τήν εὐχή ὅλη τήν ἡμέρα μέ τό στόμα εἶχε τόση χαρά ἡ ψυχή μας, τόση κατάνυξι καί τόσα δάκρυα, πού δέν περιγράφονται. Πολλές φορές δέ ἐρχόνταν τόση Χάρις ἀπό τήν προφορική εὐχή, πού ἔνοιωθε μέσα του ὁ εὐχόμενος τόση θεία ἀγάπη, πού ἀκόμα καί ὁ νοῦς του μποροῦσε νά ἁρπαγῇ σέ θεωρία. Κι᾿ αὐτό ἐπιβεβαιωνόταν καί στό διακόνημα ἀκόμη, πού κατά ἀνερμήνευτον τρόπο, ὁ νοῦς δέν ἦταν ἁπλῶς στήν προσευχή, ἀλλά στή θεωρία τοῦ Θεοῦ, στή θεωρία – ἐν αἰσθήσει – τοῦ ἄλλου κόσμου.
Ἁρπαζόταν ὁ νοῦς ἀκόμα καί ὅταν βοηθοῦσα τόν Γέροντα, γιά νά πᾶμε στήν ἐκκλησία τήν νύχτα. Μέ τό σῶμα βοηθοῦσα τόν Γέροντα, ἀλλά μέ τόν νοῦ μου δέν ἤμουν κοντά του. Ὁ νοῦς μου ἦταν ἀλλοῦ. Περιπολοῦσε στά οὐράνια. Καί πάλι συνερχόμουν καί ἔνοιωθα ὅτι βρισκόμουν κοντά στόν Γέροντα καί τόν παπποῦ Ἀρσένιο. Καί στή συνέχεια ξανά ἔφευγα, καί νοερῶς θαυμάζοντας ἔλεγα:
«Τί εἶναι ἡ πνευματική ζωή!
Τί μεγαλεῖο εἶναι ὁ Μοναχισμός!
Πῶς μεταμορφώνει τόν ἄνθρωπο;
Πῶς τόν μεταποιεῖ;
Πῶς τόν ἀλλάζει;
Πῶς καθιστᾶ τόν νοῦ του τόσο ἐλαφρύ πνευματικά ὥστε νά ξεπερνᾶ ὅλες τίς δυσκολίες καί νά φθάνῃ μέχρις ἐκεῖ, πού δέν μπορεῖ νά ἐκφράσῃ μέ λόγια!»
Ὅποια ἐργασία κι᾿ ἄν κάναμε, μᾶς φώναζε ὁ Γέροντας:
«Παιδιά νά λέτε τήν εὐχή, νά τήν φωνάζετε!»
Φυσικά, δέν ἐννοοῦσε νά οὐρλιάζουμε, ἀλλά νά τήν λέμε μέ ἔντασι καρδιᾶς καί νά μήν τήν σταματᾶμε καθόλου. Πράγματι, λέγαμε τήν εὐχή ἀκατάπαυστα, ἁπλά, ψιθυριστά, γιά νά μήν γίνεται θόρυβος καί γιά νά μήν ἐνοχλοῦμε τόν πλησίον ἀδελφό. Ἀλλά δέν τήν σταματούσαμε καθόλου, βράχνιαζε ὁ λάρυγγας καί πονοῦσε ἡ γλῶσσα, ἀλλά ἡ εὐχή, εὐχή.
Ἐπειδή, λοιπόν, ἀγωνιζόμασταν προφορικά μέ τήν εὐχούλα, μᾶς ἀποκαλοῦσαν κενόδοξους καί πλανεμένους. Μά, ἐμεῖς δέν τό κάναμε γιά νά μᾶς ἀκοῦν οἱ ἄλλοι καί νά μᾶς ἐπαινοῦν. Δέν τό κάναμε γιά νά δείχνουμε ὅτι εἴμεθα ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς. Ὄχι!!! Ἀλλά διότι αὐτός ἦταν ἕνας τρόπος ἀγωνιστικότητας καί μία μέθοδος προσευχῆς μέ πολλά ἀποτελέσματα:
Πρῶτον, μέ τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἁγιάζεται ἡ ἀτμόσφαιρα καί φυγαδεύονται τά δαιμόνια.
Δεύτερον, ὅταν προσεύχεται κανείς ὁ ἄλλος εὔκολα δέν τόν πλησιάζει νά ἀργολογήσῃ. Τό σκέπτεται. «Πῶς νά τόν σταματήσω τώρα, ἀπό τήν προσευχή καί νά καθίσω νά τοῦ πῶ: Ξέρεις! Ἐκεῖνο, τό ἄλλο, τό παράλλο. Δέν θά μοῦ δώσῃ σημασία».
Τρίτον, σταματάει τόν μετεωρισμό, δηλαδή τήν “ἀργολογία” τοῦ νοῦ. Διότι κι᾿ ἐάν ἀκόμα ὁ νοῦς ξεφύγη, πολύ σύντομα ὁ ἦχος τῆς φωνῆς τόν ἐπαναφέρει πίσω.
Τέταρτον, μπορεῖ ὁ ἀδελφός, ὁ ὁποῖος ρεμβάζει ἤ ἀργολογεῖ, νά ἀνανήψῃ καί νά πῇ: «Μά ὁ ἀδελφός μου προσεύχεται, ἐγώ τί κάνω;»
Κι᾿ ἔτσι ἡ προφορική ἐπίκλησις, ἡ ἤσυχη, ἡ ἤρεμη, ἡ χαμηλόφωνη, φέρνει τόσα καλά! Καί ἀκούγεται τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἀκούγεται ὁ βόμβος τῶν μελισσῶν, ὅταν μπαίνουν καί βγαίνουν ἀπό τήν κυψέλη κάνοντας τό μέλι, τόσο χρήσιμο καί ὠφέλιμο. Οὕτω πως καί τό μέλι τό τόσο πνευματικό σέ ὠφέλεια, γίνεται ὅταν φωνάζουμε, σάν ἄλλες πνευματικές μέλισσες τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Καί ὁ Κύριος, πού δίνει «εὐχήν τῷ εὐχομένῳ,» βλέποντας τήν καλή προαίρεσι τοῦ ἀνθρώπου, δίνει κατόπιν καί τά βραβεῖα.
Καί μετά, ἀπό τήν προφορική ἐπίκλησι, ἡ εὐχή γίνεται ἐσωτερική. Ἀνοίγεται δρόμος μέσα στόν νοῦ καί τήν λέγει κατόπιν ὁ εὐχόμενος, χωρίς νά κάνῃ προσπάθεια. Σηκώνεται ἀπό τόν ὕπνο καί ἀμέσως ἀρίζει ἡ εὐχή μόνη της!
Πρῶτα ἀρχίζει μέ τήν προσπάθεια νά τήν λέῃ προφορικά. Καί ἀφοῦ μέ τήν μπουλντόζα τῆς προφορικῆς ἐπίκλησης ἀνοίξῃ ὁ δρόμος, μετά περπατᾷ ἄνετα μέ τό αὐτοκινητάκι τοῦ νοῦ. Ἡ προφορική ἐπίκλησις ἀνοίγει τόν δρόμο στό νοῦ καί ἡ εὐχή ἀρχίζει κατόπιν νά προφέρεται μέ τόν ἐνδιάθετο λόγο ἄνετα.
Κι᾿ ἄν ἡ εὐχή προχωρῇ βαθύτερα καί προοδευτικότερα, κάτι πού ἀνήκει στούς κατ᾿ ἐξοχήν μεγάλους νηπτικούς Πατέρες, ἀνοίγει πλέον ὄχι δρόμος ἀλλά κανονική λεωφόρος μέσα στήν καρδιά. Ὅταν ἡ καρδιά μελετᾶ τό ὄνομα τοῦ Χριστῦ, τότε γίνεται τό μεγάλο πανηγύρι, μέ μεγάλα ὀφέλη, μέ μεγάλα πνευματικά πλούτη. Τότε βρίσκει ὁ μοναχός τόν κεκρυμμένο μαργαρίτη, τόν πνευματικό θησαυρό καί μοιάζει μέ τόν σοφό ἔμπορο πού ἀντάλλαξε τά πάντα: περιουσίες, μόρφωσι, κοσμική δόξα, οἰκείους, πατρίδα καί τέλος ἀκόμα καί τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό, γιά νά ἀγοράσῃ αὐτόν τόν κεκρύμμένο πολύτιμο μαργαρίτη καί νά γίνῃ πάμπλουτος πνευματικά. Ἀλλά ξεκινάει ἀπό μικροπωλητής. Γι᾿ αὐτό χρειάζεται ἡ προφορική ἐπίκλησις τῆς εὐχῆς.
Ἄμα δέν ἐπιμέναμε στήν προφορική εὐχή καί τήν σιωπή, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τοῦ Γέροντος, ὁ νοῦς μας θά γύριζε ὅλα τά σοκάκια καί θά ἔφερνε ὅλα τά κουπίδια τῆς φαντασίας στήν καρδιά.
Ἄν δέν μᾶς ἔφερνε ὁ γλυκύτατος Θεός μας σ᾿ αὐτόν τόν μεγάλο Γέροντα, μόνο ἀκολουθίες θά διάβάζαμε. Καί ναί μέν οἱ ἀκολουθίες εἶναι ἐξαιρετικά ὠφέλιμες γιά τήν πνευματική ἀσθένειά μας, ἀλλά δέν ἔχουν τήν δύναμι νά κατευνάσουν τά πάθη, ὅπως ἡ Νοερά προσευχή. Κι᾿ αὐτό γιά τρεῖς λόγους:
Πρῶτον, διότι μέ τήν Νοερά προσευχή ὁ νοῦς δέν περισπᾶται σέ πολλά λόγια ὅπως στίς ἀκολουθίες, ἀλλά συγκεντρώνεται μόνο σέ λίγες λέξεις. Ἔτσι ὁ νοῦς ἀπορροφᾶ τήν εὐχή μέ περισσότερη ἄνεσι καί εἰσέρχεται μαζί της μέσα στό βάθος τῆς καρδιᾶς.
Δεύτερον, διότι τήν εὐχούλα ὁ καθένας, ἀνεξαρτήτως μορφώσεως καί πνευματικοῦ ἐπιπέδου , μπορεῖ νά τήν λέγῃ. Οὔτε γράμματα χρειάζεται νά ξέρῃς οὔτε τό τυπικό οὔτε μουσική. Ἔτσι εἶναι ἄμεσα προσπελάσιμη σ᾿ ὅλους.
Καί τρίτον, διότι τήν εὐχή μπορεῖς νά τήν λές ὅλη μέρα καί ὁπουδήποτε. Δέν ὑπάρχει τόπος, χρόνος ἤ κατάστασις, κατά τήν ὁποία δέν μπορεῖς νά προσευχηθῇς. Μά στήν ἐκκλησία εἶσαι, μά στό κελλί σου εἶσαι, μά στήν δουλειά εἶσαι, μά στόν δρόμο εἶσαι, μά στό νοσοκομεῖο εἶσαι, μά στήν φυλακή, ἡ εὐχούλα ἀπό τίποτα δέν ἐμποδίζεται, τά πάντα ἁγιάζει καί τά δαιμόνια τήν φοβοῦνται.
Συνέβη τό ἀκόλουθο γεγονός πού ἐνίσχυσε μέσα μου τήν πίστι στήν δύναμι καί τήν ἀξία τῆς προφορικῆς εὐχῆς.
Κάποτε ἦρθε κοντά μας ἕνας δαιμονισμένος. Καθώς δουλεύαμε μαζί, τόν δίδαξα νά λέῃ τήν εὐχούλα προφορικά, κυρίως γιά νά ἀποφύγω τήν ἀργολογία. Πράγματι ἄρχισε ὁ ἀσθενής νά λέῃ τήν εὐχούλα. Καί πάνω πού ἄρχισε νά τήν λέῃ τόν ἔπιασε τό δαιμόνιο καί φώναζε:
Πήγαινε στόν Ἑσπερινό, ἄσε τό κομποσχοίνιιιιι!
Ὁ ἴδιος ὁ δαίμονας, δηλαδή, φανέρωσε πώς μέ τήν εὐχούλα μιλοῦμε δυναμικά μέ τόν Θεό. Βέβαια, κανείς δέν πρέπει νά πολυδίνῃ σημασία στά λόγια τῶν δαιμόνων, καί τοῦτο διότι οἱ δαίμονες εἶναι ψεῦτες καί ἀνθρωποκτόνοι καί σπανίως λένε κάποια ἀλήθεια, ἀναμεμιγμένη μέ τό ψεῦδος καί τήν ἀπάτη. Ἔτσι ἔγινε φανερό πώς τά δαιμόνια δέν συμπαθοῦν καθόλου νά προφέρεται μέ ζέσι καρδιᾶς τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μας.
Εἶναι γεγονός πώς ἡ ἡσυχαστική ζωή, πού περιστρέφεται γύρω ἀπό τήν Νοερά προσευχή, εἶναι ὁ πιό εὐλογημένος τρόπος ζωῆς. Γιά τούς ἡσυχαστάς τό κομποσχοίνι μέ τήν εὐχούλα εἶναι πολύ πιό ἀποτελεσματική ὡς πρός τήν ὠφέλειά της ἀπό τήν ψαλτική τῆς ἐκκλησίας. Τίς ἐκκλησιαστικές ἀκολουθίες πού τίς θέσπισαν καί τίς νομοθέτησαν οἱ ἅγιοι Πατέρες, γιά τήν κοινή λάτρεία, δέν τίς παραβλέπουν, ἀλλά τίς κάνουν μέ κομποσχοίνι μέσα στίς πολύωρες ἀγρυπνίες τους.
Ὁ Γέροντάς μου ἐπέμενε στήν προφορική εὐχή. Δέν τήν σταματούσαμε καθόλου. Ἐγώ, μιᾶς καί συνήθως δέν ἦταν κανείς κοντά μου, φώναζα τήν προσευχή. Καί τήν ἔλεγα συνέχεια ὥσπου ὁ λαιμός μου πονοῦσε. Τοῦ λέω:
Γέροντα, ἀπό τήν εὐχή, πονάει τό στόμα μου, ἡ γλῶσσα μου, ἔκλεισε ὁ λάρυγγάς μου εἶναι σάν πληγή.
Ἄς πληγώσῃ! Δέν παθαίνεις τίποτα. Ὑπομονή! Μήν τήν σταματᾶς καθόλου! Λέγε την. Ὁ πόνος θά φέρῃ τήν πνευματική ἡδονή.
Ἄν δέν πονέσῃς καρπό προσευχῆς δέν θά δῇς. Αὐτή θά σέ βοηθήσῃ. Θά σέ παρηγορήσῃ. Θά σέ διδάξῃ. Θά σοῦ γίνῃ φῶς. Θά σέ σώσῃ. «Κρᾶξον καί βόησον» τήν εὐχή. Μέ προσευχή, νῆψι καί προσοχή ἀσφάλιζε τόν νοῦ σου. Ἡ διάνοια σου ὄχι πρός τά ἔξω, ἀλλά πρός τά μέσα. Ὄχι λόγια, συμβουλές καί κηρύγματα, ἀλλά πολύ-πολύ ταπεινά καί μέ δάκρυα τήν προσευχή. Αὐτή εἶναι ἡ οὐσία, αὐτή εἶναι ἡ Πατερική ὁδός, αὐτή εἶναι τῶν παπούδων σας ἡ παραγγελία καί ἡ νουθεσία. Δές την μέ τήν πρᾶξι. Γιατί ἄν δέν ἔχῃς πρᾶξι, πῶς θά μιλήσῃς γιά οὐράνια θεωρία;
Νά ᾿ ναι εὐλογημένο. Ἀλλά μέ τήν εἰσπνοή καί ἐκπνοή πονάει ἡ καρδιά μου.
Δέν παθαίνεις τίποτε!
Ὅταν ἔλεγα τήν εὐχή καί προσπαθοῦσα νά ἀποκλείσω κάθε σκέψι καί κάθε εἰκόνα καί νά ἐπικρατήσῃ μόνον ἡ εὐχή μέσα μου, μοῦ ἔλεγε, ὁ πειρασμός μέσω τῶν λογισμῶν, ὅτι «θά σκάσῃς τώρα»! Καί ἐγώ ἀπαντοῦσα:
«Ἄς σκάσω κι᾿ ἄς πλαντάξω. Ἐδῶ θά μάχωμαι μέχρι πού νά πεθάνω».
Ὅλη τή μέρα μᾶς ὑπενθύμιζε ὁ Γέροντας:
«Κρατᾶτε τήν εὐχή! Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με! Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με. Αὐτή θά σᾶς σώσῃ. Τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ θά φωτίσῃ τόν νοῦ σας, θά σᾶς δυναμώσῃ ψυχικά, θά σᾶς βοηθήσῃ στόν πόλεμο ἐναντίον τῶν δαιμόνων. Θά σᾶς καλλιεργήσῃ τίς ἀρετές καί θά σᾶς γίνῃ τά πάντα».
Γι᾿ αὐτό καί ἐπέμενε πολύ, σέ μᾶς τούς νεαρούς ὑποτακτικούς, στήν πρακτική μέθοδο τῆς προφορικῆς εὐχῆς.
Καθώς ἡ δική του ζωή ἦταν μιά συνεχής βία στό θέμα τῆς προσευχῆς, ἔτσι ἐπέμενε κι᾿ ἐμεῖς νά βιάζουμε ὅσο μποροῦμε τόν ἑαυτό μας, γιά νά βυθίζουμε τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μέσα στήν καρδιά μας.
Αὐτή ἦταν ἡ διδασκαλία τοῦ ὁσίου Γέροντός μας: νά μᾶς σπρώχνῃ νά μᾶς ὠθῇ, νά μᾶς παρακολουθῇ καί νά μᾶς θυμίζῃ συνεχῶς νά μνημονεύουμε μέ τήν εὐχή τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἀδιαλείπτως κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο «μνημονευτέον Θεοῦ μᾶλλον ἤ ἀναπνευστέον»1. 

Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν. 

Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο:
“Ὁ Γέροντάς μου Ἰωσήφ ὁ ἡσυχαστής καί σπηλαιώτης”
Γέροντος Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου
Ἐκδόσεις Γ. Γκέλμπεσης

Προσευχή - Νοερά προσευχή

Όταν καλλιεργήσετε την ευχή, δέν σας πειράζουν οι άνεμοι του πειρασμού. 
Εξασθενεί η δύναμή του, δε μπορεί να σας κάνει τίποτε. 

Η προσευχή ας σου είναι τείχος, ασπίδα και θώρακας. 
Εμείς πρέπει να έχουμε υπομονή και προσευχή 
Το τέλος της ζωής μου εγγίζει. Σας παρακαλώ όλοι να ζήσετε βίον άγιον, να βαδίσετε σε γραμμές άγιες για να βοηθήσετε την Εκκλησία και την Ελλάδα μας. Οι καρδιές σας να γίνουν θυμιατήρια, που θα ανεβαίνει η προσευχή σας στο θρόνο του Θεού.
Ερώτησις: Όταν, Γέροντα σας πλησιάση πρόσωπο ταραγμένο και σας εκτοξεύσει υβριστικούς λόγους τί κάνετε εκείνη τη στιγμή;
Απάντησις: Όταν κάθομαι σε υψηλό βράχο προσευχής, όσα κύματα και να έλθουν δε μου προξενούν τίποτε. Όταν όμως με βρούν χαμηλά με περιλούουν
Η Νοερά προσευχή αφομοιώνει, συνδέει, αγιάζει.
Όταν στη ψυχή ανάψη η πυρκαϊά της ευχής όλα τα ξηρά καίγονται και εξαφανίζονται. 
Η νοερά προσευχή είναι η βάση της τελειότητος. 
Η πρώτη βαθμίδα της πνευματικής ανυψώσεως είναι η νοερά προσευχή. 
Στην αρχή της ευχής αισθάνεσαι χαρά, έπειτα γλυκύτητα και στο τέλος σαν καρπός έρχονται τα δάκρυα. Διότι αισθάνεσαι πλέον την παρουσία του Ιησού. 
Όταν θα καλλιεργήσετε την ευχή δε θα κουράζεστε, δε θα ταράζεστε, δε θα νυστάζετε στις ακολουθίες, διότι το σώμα σας θα είναι πλέον ένδυμα. Το φόρεμα ούτε λυπάται, ούτε κρυώνει, ούτε κουράζεται... Όσες ώρες και να στέκομαι δε κουράζομαι 
Βρισκόμαστε σ’αυτή τη κατάσταση, διότι ο Μοναχισμός έχασε το χρωματισμό του, τη νοερά Προσευχή.
Εμπρός παιδιά, να καλλιεργήσετε την ευχή. Αυτή γέμισε τον Παράδεισο απο τόσους αγίους ανθρώπους. 
Δεν υπάρχει άλλος τρόπος καθαρισμού και αγιασμού απο τη νοερά προσευχή. Καλοί είναι και οι ψαλμοί (οι εκκλησιαστικοί ύμνοι), αλλ’αυτούς τους λέμε για να ελκύουμε και να συγκινούμε τον κόσμο. Εμείς πρέπει να μιλάμε στον Βασιλέα μυστικά στο αυτί του. Αυτοί που ψάλλουν μοιάζουν με ανθρώπους, που βρίσκονται έξω απο το παλάτι του Βασιλέως και φωνάζουν διάφορα άσματα για να δείξουν τον ενθουσιασμό τους. Ευχαριστείται βέβαια ο Βασιλιάς και απο αυτά, αφού γίνονται για το πρόσωπό του, αλλά ευφραίνεται και προσέχει περισσότερο τους μυστικούς της αυλής του, αυτούς που του μιλούν στο αυτί Του 
Η υπακοή όταν της αφαιρέσει την κρυφή εργασία, την ευχή, δεν έχει αξία. Και ο κομμουνισμός υπακούει στην ιδεολογία του, αλλά τί είναι; 
Η ευχή είναι το σωσίβιο της ψυχής και του σώματός μας. Και στον ωκεανό ακόμα να βρεθείς με βάρκα να ταξιδεύεις άφοβα. 
Δια της ευχής γίνεται ο άνθρωπος σαν παιδί. Τον επαναφέρει στην απλότητα και την αθωότητα που είχε ο Αδάμ στον Παράδεισο πρίν την πτώση. Παύει τη διαφορά του άλλου φύλου. Αποκτά ακατανόητη για τους κοσμικούς την ευλογημένη αγία απάθεια. 
Με την ευχή αγιάζεις τον τόπο που κάθεσαι και το έργο που κάνεις. 
Πρόσεξε τώρα ο διάβολος στενοχωριέται που τον πολεμάς με την ευχή. Θα προσπαθεί να σου αποσπά το νού σου με διάφορες σκέψεις. 
Όλοι οι πειρασμοί σου πρέπει να ξέρεις, είναι για να σε εμποδίσουν απο την προσευχή του Ιησού 
Μεταλαμβάνετε συχνά, προσεύχεστε θερμά με την καρδιά σας, υπομένετε και θα δείτε χέρι δυνατό να σας κρατάει.
Όταν θα καλλιεργήσετε τη νοερά προσευχή θα γίνετε πλέον παιδιά του παλατιού. Θα ξέρετε τη γλώσσα του Βασιλιά και τους βασιλικούς τρόπους. Τότε μόνο με ένα νεύμα θα έχει άγια σκιρτήματα η καρδιά σας. 
Καλλιεργήστε την ευχή. Αυτή θα σας οδηγήσει στον Παράδεισο. Θα βλέπετε τη χάρη του Θεού οφθαλμοφανώς, θα αποκτήσετε τη χαρά του Ουρανού. 
Παρεκάλεσα τον Κύριο να σας δώσει το χάρισμα της ευχής. Δεν έχω άλλο δώρο να σας δώσω. Θέλω αυτό που θεωρώ το πιο πολύτιμο να σας το παραδώσω. 
Η χάρις του Παναγίου Πνεύματος κάνει τον άνθρωπο να εκπέμπει ακτίνες... θα πρέπει όμως ο άλλος να έχει καλό δέκτη για να το καταλάβει, για να πάρει είδηση τη θερμότητα των ακτίνων. 
Ο άνθρωπος δια της προσευχής του Ιησού είναι πάντα χαρούμενος, γεμάτος και φωτισμένος. 
Δια της ευχής θα κερδίσεις το πάν. Καθαρίζεται ο άνθρωπος, λαμπρύνεται, αγιάζεται. Προσπάθησε κάθε στιγμή να αναπνέεις τον καθαρό αυτόν αέρα της προσευχής του Ιησού. 
Τότε ο Μοναχός έχει την πραγματική χαρά, όταν έχη δια της ευχής τον Χριστό στην καρδιά του. 
Να προσεύχεστε να μου δίνει ο Θεός υπομονή, θερμή προσευχή και αναβάσεις προς τον Χριστό μας. 
Θα λεπτύνετε και θα πετάτε με την ευχή. Θα αισθάνεστε ζωντανή την παρουσία του Χριστού μας μέσα και γύρω σας 
Είναι βασιλικός ο άνθρωπος που ενώνεται με το Θεό. Είναι τότε πολύ προσεκτικός στους λόγους του. Επιθυμεί να μη διακόπτει τη μυστική συνομιλία του Βασιλιά και όσες φορές οι άλλοι, που τον πλησιάζουν δε τον καταλαβαίνουν τον κουράζει πολύ. 
Επιθυμώ να ιδρύσετε σταθμούς προσευχής στα νησιά μας. 
Θέλω ν’ακούσω μέσα σας τη φωνή του Κυρίου. Απο την καρδιά σας να μιλάει ο Κύριος. Να είστε θρόνοι Κυρίου, δια της ευχής. 
Η πνευματική ζωή έχει χαρές μεγάλες. Πετάς, φεύγεις απ΄τον κόσμο, δε λογαριάζεις τίποτε... Γίνεστε παιδιά που κατοικεί ο Θεός στην καρδιά σας. 
Η προσευχή όλα τα τακτοποιεί. Τη θάλασσα μπορεί να την περπατάς. Εκμηδενίζει τις αποστάσεις. Τις βουλήσεις των ανθρώπων μεταβάλλει. Δίνει θάρρος, πίστη και υπομονή στη ζωή μας πάντοτε. 
Την ένωση της ψυχής σας μετά του Θεού να φροντίσετε. 
Όταν θα βαδίσετε στις γραμμές της προσευχής, της σιωπής και της μελέτης, θα δείτε να κατοικεί ο Χριστός στην καρδιά σας 
Η Παναγία να σε διαφυλάει, ο Χριστός να κατοικήσει στην καρδιά σου. Αυτο είναι παιδί μου η τελειότητα. 
Θέλω όταν σε πλησιάζω να μου μιλάει ο Χριστός απο την καρδιά σου και εσύ πάλι να ακούς τον Νυμφίο σου να μιλάει μέσα απο τη δική μου ψυχή και τότε είναι το πραγματικό μυστικό πανηγύρι 
Η χάρη του Θεού, η πνευματική ένωση τον μεταμορφώνει, γίνεται άλλος άνθρωπος, φεύγει ο φόβος. Με την απεριόριστη χάρη δε φοβάται τον θάνατο. Θεωρεί τη ζωή αυτή, όσο καλή και άν φαίνεται σκλαβιά.
Υπομονή χειάζεται και προσευχή, για να μη πέφτουμε σε λάθη. 
Για να απολαύσεις τις χαρές του Μοναχισμού, της πνευματικής ζωής, πρέπει να καλλιεργήσεις με όλη τη δύναμη της ψυχής σου την προσευχή, την υπομονή και την σιωπή. Χωρίς την προσευχή δεν είναι εύκολο να υπομένεις, ούτε να σιωπάς. Με τη χάρη του Θεού, αυτά εφάρμοσα στη ζωή μου. Μας βοηθούν να έχουμε τον Χριστό κάτοικο στην καρδιά μας

 Γέροντας Αμφιλόχιος Μακρής
Αρχιμ. Παύλου Νικηταρά

Νά ἐπιμένεις στήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, γιά νά καταπιεῖ ἡ καρδιά τόν Κύριο καί ὁ Κύριος τήν καρδιά, καί νά γίνουν τά δύο ἕνα



Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει:
«Σᾶς παρακαλῶ, ἀδελφοί, μήν παραβεῖτε καί μήν καταφρονήσετε ποτέ τόν κανόνα τῆς προσευχῆς… 
Ὁ μοναχός ὀφείλει, εἴτε τρώει εἴτε πίνει εἴτε κάθεται εἴτε ἐκτελεῖ διακόνημα εἴτε βαδίζει στόν δρόμο εἴτε κάνει ὁτιδήποτε ἄλλο, νά κράζει ἀκατάπαυστα τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με»… 
Ἔτσι, τό ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, καταβαίνοντας στό βάθος τῆς καρδιᾶς, θά ταπεινώσει τόν δράκοντα, πού ἔχει τήν κατοχή τῆς καρδιᾶς, καί θά σώσει καί θά ζωοποιήσει τήν ψυχή.

Νά ἐπιμένεις, λοιπόν, ἀδιάκοπα στήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, γιά νά καταπιεῖ ἡ καρδιά τόν Κύριο καί ὁ Κύριος τήν καρδιά καί νά γίνουν τά δύο ἕνα» (βλ. Ὁσίων Καλλίστου καί Ἰγνατίου τῶν Ξανθοπού, Μέθοδος καί κανών…, κα΄).

Ἕνας ἀδελφός ρώτησε τόν ἀββά Φιλήμονα: «Τί εἵναι, πάτερ, ἡ κρυφή μελέτη;». Καί ὁ γέροντας ἀπάντησε: «Πήγαινε, ἔχε νήψη στήν καρδιά σου καί λέγε προσεκτικά μέσα στόν νοῦ σου μέ φόβο καί τρόμο: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». (Περί τοῦ ἀββᾶ Φιλήμονος…).

Λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος (Ὄ. π., ΚΗ΄, 35):

«Προκειμένου νά σταθεῖς μπροστά στόν Θεό γιά νά Τόν ἱκετέψεις νά προετοιμάζεσαι μέ τήν ἀδιάλειπτη ἐσωτερική προσευχή καί ἔτσι σύντομα θά προκόψεις». 

Μέ τόν καιρό ἡ νοερή μελέτη τοῦ Θεοῦ θά κυριέψει ὅλη σου τήν ὕπαρξη καί θά σέ κάνει σάν μεθυσμένο, ἕναν ἄνθρωπο πού βρίσκεται σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο ἀλλά δέν τοῦ ἀνήκει, ἤ μᾶλλον ἔναν ἄνθρωπο πού ἀνήκει στόν κόσμο ὡς πρός τό σῶμα ἀλλά δέν τοῦ ἀνήκει ὡς πρός τόν νοῦ καί τήν καρδιά.

Ὁποιος μεθᾶ μέ τό αἰσθητό κρασί, ξεχνᾶ τόν ἑαυτό του, ξεχνᾶ τά βάσανά του, ξεχνᾶ τήν τάξη του καί τήν κληρονομιά του. Ὅποιος μεθᾶ μέ τό νοητό κρασί τῆς μελέτης τοῦ Θεοῦ, γίνεται ψυχρός, ἀναίσθητος ἀπέναντι στίς γήινες ἐπιθυμίες, τή γήινη δόξα, ὅλα τά γήινα ἀγαθά. 

Ἡ σκέψη του βρίσκεται διαρκῶς στόν Χριστό, ὁ ὁποῖος μέ τή μελέτη ἐνεργεῖ στόν νοῦ καί τήν καρδιά σάν ἱερή εὐωδία, «ἀρωμα πού προέρχεται ἀπό τή ζωή καί δίνει ζωή» (Β΄ Κορ. 2:16). Ἡ μελέτη τοῦ Θεοῦ νεκρώνει στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου τήν ἀγάπη πρός τόν κόσμο καί τά πάθη καί γεννᾶ τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό, πρός καθετί τό πνευματικό καί ἅγιο, πρός τή μακάρια αἰωνιότητα.

«Θεέ μου!», ἀνακράζει ὁ μεθυσμένος ἀπό τή μελέτη τοῦ Θεοῦ (Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, ὅ. π, ΚΗ΄, 28). «Τί ἄλλο ὑπάρχει γιά μένα στόν οὐρανό ἐκτός ἀπό Σένα;». Τίποτα! «Καί τί ἄλλο θά ἐπιθυμοῦσα στή γῆ ἐκτός ἀπό Σένα;» (Ψαλμ. 72:25). Τίποτ᾿ ἄλλο, παρά μόνο νά εἵμαι ἀπερίσπαστα προσκολλημένος σ᾿ Ἐσένα μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. 

Μερικοί ἐπιθυμοῦν πλοῦτο, ἄλλοι δόξα καί ἄλλοι κάτι ἄλλο ἀπό τά ἐγκόσμια. 

«Ἐγώ, ὅμως, ἕνα μόνο πράγμα ἐπιθυμῶ: νά εἵμαι προσκολλημένος στόν Θεό καί νά στηρίζω σ᾿ Αὐτόν τήν ἐλπίδα τῆς ἀπάθειας μου» (Πρβλ. Ψαλμ. 72:28).

Ἀπό τό βιβλίο: «ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ»
Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ, Τόμος γ΄

ΤΟ ΤΥΠΙΚΟ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΜΕ ΕΝΑ ΚΟΜΠΟΣΚΟΙΝΙ

"Ο ΔΟΡΥΦΟΡΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΑΣ"

ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΟΠΛΟ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΥ ...
ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΤΟΜΙΚΟ ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΠΟΥ ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΑΚΟΥΣΤΙΚΟ ΚΑΙ ΜΙΚΡΟΦΩΝΟ ...
ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΑΥΧΗΜΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ Η ΑΓΑΛΛΙΑΣΗ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ ...
ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΟΜΠΟΣΚΟΙΝΙ ΜΕ ΤΗ ΒΟΗΘΕΙΑ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ Η ΝΟΕΡΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΕΤΑΤΡΕΠΕΙ ΣΕ ΑΝΙΚΗΤΟ ΑΝΤΙΠΑΛΟ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ, ΚΑΘΕ ΟΠΑΔΟ
ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ !!!
Η ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΙΚΗ ΖΩΗ ΠΑΤΕΡΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΠΟΥ ΠΛΟΥΤΙΖΕΙ ΤΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗ, ΜΑΣ ΠΡΟΣΦΕΡΕΙ ΤΗΝ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΤΟΥΣ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥΜΕ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ ΔΙΑΡΚΩΣ:
ΠΙΣΤΗ, ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ ...
Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΜΠΟΣΚΟΙΝΙΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ ΑΦΟΥ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ΠΟΥ Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΑΠΟΡΡΟΦΑ ΤΙΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΜΑΣ, ΟΙ "ΠΑΤΕΡΙΚΕΣ" ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΝΑ ΔΙΕΙΣΔΥΣΟΥΝ ΑΝΑΜΕΣΑ Σ' ΑΥΤΕΣ ΜΕ ΣΚΟΠΟ ΝΑ ΤΙΣ ΧΡΩΜΑΤΙΣΟΥΝ ΜΕ ΕΥΛΟΓΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΜΙΚΡΥΝΟΥΝ ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟ ΕΜΑΣ ...
ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΔΥΣΝΟΗΤΕΣ ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ, ΟΥΤΕ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΥΣ, ΧΡΟΝΟΒΟΡΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ...
Η ΝΟΕΡΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΜΕ ΚΟΜΠΟΣΚΟΙΝΙ, ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΟΤΡΟΠΗ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΟΜΟΡΦΥΝΕΙ Η ΖΩΗ ΜΑΣ ...
ΘΑ ΟΜΟΡΦΥΝΕΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΑΝ ΜΕ ΚΑΘΕ ΚΟΜΠΟ ΤΟΥ, ΠΡΟΦΕΡΟΥΜΕ:
"ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΕ ΜΑΣ"
ΓΙΑΤΙ ΟΜΩΣ ΝΑ ΤΟ ΚΑΝΟΥΜΕ;
Η ΝΟΕΡΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΒΟΗΘΑΕΙ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΨΥΧΡΑΙΜΟΙ, ΔΙΚΑΙΟΙ, ΗΡΕΜΟΙ, ΥΠΟΜΟΝΕΤΙΚΟΙ, ΧΑΡΟΥΜΕΝΟΙ, ΑΙΣΙΟΔΟΞΟΙ, ΔΥΝΑΜΙΚΟΙ, ΤΑΠΕΙΝΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΠΑΝΤΩΝ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΟΝΤΑ ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ...
ΑΝ ΕΧΟΥΜΕ ΚΑΠΟΙΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ (ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ,...) ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΕΝΑ 50ΑΡΙ ΟΠΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΗΧΟ ΛΕΜΕ ΤΗΝ ΕΥΧΗ:
"ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΕ ΜΕ" ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΘΑ ΓΛΥΚΑΝΕΙ, ΑΝ ΔΕΝ ΛΥΘΕΙ ΑΜΕΣΩΣ ...
ΑΚΟΜΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΑΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΡΙΑ ΚΟΜΠΟΣΚΟΙΝΙΑ (ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ 33ΑΡΙΑ ΑΡΚΟΥΝ) ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΚΑΙ ΕΝΑ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ, ΛΕΓΟΝΤΑΣ:
"ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ ΣΩΣΟΝ ΗΜΑΣ"
ΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΜΑΣ ΕΧΕΙ ΚΑΝΕΙ ΚΑΚΟ, ΑΠΟ ΤΟ ΝΑ ΖΗΤΗΣΟΥΜΕ ΕΚΔΙΚΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΕΝΑ ΚΟΜΠΟΣΚΟΙΝΙ ΟΠΟΥ ΝΑ ΖΗΤΑΜΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΝΑ ΤΟΝ ΕΛΕΗΣΕΙ ...
"ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΕ ΤΟΝ (ΤΑΔΕ)"
ΚΑΠΟΙΟΣ ΑΡΡΩΣΤΗΣΕ:
"ΑΓΙΟΙ ΑΝΑΡΓΥΡΟΙ ΜΕΣΗΤΕΥΣΤΕ ΥΠΕΡ ΤΟΥ (ΤΑΔΕ)"
ΚΑΠΟΙΟΣ ΧΡΕΩΚΟΠΗΣΕ:
"ΑΓΙΑ ΞΕΝΙΑ ΜΕΣΗΤΕΥΣΕ ΥΠΕΡ ΤΟΥ (ΤΑΔΕ)"
ΚΑΘΕ ΑΓΙΟΣ ΕΧΕΙ ΤΑ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΑΠΟ ΑΥΤΟΝ ΖΗΤΑΜΕ ΒΟΗΘΕΙΑ, ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΑΣ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΥΝΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΜΑΣ ...
ΑΝ ΜΑΛΙΣΤΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΚΑΡΔΙΑΣ ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΜΑΣ, ΤΟΤΕ ΕΙΝΑΙ ΣΙΓΟΥΡΟ ΟΤΙ ΘΑ ΕΙΣΑΚΟΥΣΤΟΥΜΕ ...
ΕΝΑ ΚΟΜΠΟΣΚΟΙΝΙ 33ΑΡΙ ΕΙΝΑΙ ΙΚΑΝΟ ΝΑ ΔΩΣΕΙ ΛΥΣΗ ΣΕ ΑΛΥΤΑ ΚΑΙ ΔΥΣΚΟΛΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΑΝ Η ΕΠΑΦΗ ΠΟΥ ΘΑ ΠΡΟΣΔΩΣΕΙ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΓΙΝΕΙ ΓΙΑ ΛΟΓΟΥΣ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΑΣ...
33 ΚΟΜΠΟΙ, 33 ΕΥΧΕΣ ΕΙΝΑΙ ΑΡΚΕΤΕΣ, ΟΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ΕΥΚΟΛΥΝΘΟΥΜΕ, ΝΑ ΜΑΣ ΔΩΣΟΥΝ ΨΥΧΙΚΗ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΗΡΕΜΙΑ, ΓΑΛΗΝΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ, ΒΟΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΠΑΝΤΩΝ ΤΗΝ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΗ ΝΑ ΝΙΩΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ...
ΑΝ ΣΥΝΟΔΕΥΟΝΤΑΙ ΜΑΛΙΣΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΗ ΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΚΟΠΗΜΑΤΟΣ ΤΟΤΕ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΠΙΘΑΝΟ ΝΑ ΓΕΥΣΤΟΥΜΕ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ...
ΑΝ ΠΡΟΣΘΕΣΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ ΣΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΜΑΣ ΖΩΗ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΜΕ ΚΟΜΠΟΣΚΟΙΝΙ, ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΔΕΝ ΤΗΝ ΑΛΛΟΙΩΝΟΥΜΕ, ΑΛΛΑ ΤΗΝ ΟΜΟΡΦΑΙΝΟΥΜΕ, ΑΦΟΥ Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΗΣ ΜΟΝΟ ΘΕΤΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΧΕΙ ΝΑ ΜΑΣ ΔΩΣΕΙ !!!

Ερμηνεία του "Κύριε ελέησον''



Και αυτό το μικρό κείμενο, που πραγματεύεται με χαριτωμένη απλότητα για την μονολόγιστη ευχή, παραδίδεται από τους συλλέκτες των πατερικών κειμένων της Φιλοκαλίας ανωνύμως και μέσα από τις προθέσεις τους να γνωσθεί και να καλλιεργείται από τον λαόν του Θεού η γλυκύτατη νοερά προσευχή.

Για να θεμελιώσει δε την αναγκαιότητα της εκζητήσεως του θείου ελέους, ο συντάκτης του μικρού αυτού δοκιμίου ανατρέχει στην εποχή των Αποστόλων, που παρέδωσαν την ευχή, συμφώνως και προς άλλους διδασκάλους της νοεράς προσευχής. Παρ' ότι περιέχει απόψεις κοινές πλέον, γύρω από την ευχή του Ιησού, όμως, στην απλότητα του, οικοδομεί, πείθει, κατανύσσει με την ιδιαίτερη χάρη του, οπότε και με αυτό επιτυγχάνεται ο σκοπός των εκδοτών της Φιλοκαλίας, ώστε να δικαιούται να ενσωματωθεί σ' αυτή.

Κείμενο

Το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», και συντομότερα «Κύριε ελέησον», από τον καιρό των Αποστόλων χαρίστηκε στους Χριστιανούς και ορίστηκε να το λένε ακατάπαυστα, όπως και το λένε. Τι σημαίνει όμως τούτο το «Κύριε ελέησον», είναι πολύ λίγοι σήμερα που το ξέρουν, κι έτσι φωνάζουν καθημερινά ανωφελώς, αλλοίμονο, και ματαίως το «Κύριε ελέησον», και το έλεος του Κυρίου δεν το λαβαίνουν γιατί δεν ξέρουν τι ζητούν.

Γι' αυτό πρέπει να ξέρομε πως ο Υιός και Λόγος του Θεού, αφότου σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος και υπέμεινε τόσα πάθη και σταυρώθηκε και χύνοντας το πανάγιο αίμα Του εξαγόρασε τον άνθρωπο από τα χέρια του διαβόλου, από τότε έγινε Κύριος και εξουσιαστής της ανθρώπινης φύσεως. Και προτού βέβαια σαρκωθεί ήταν Κύριος όλων των κτισμάτων, ορατών και αοράτων, ως δημιουργός και ποιητής τους, όμως των ανθρώπων και των δαιμόνων που δε θέλησαν από μόνοι τους να τον έχουν Κύριο και εξουσιαστή τους, δεν ήταν και Αυτός Κύριος τους, ο Κύριος όλου του κόσμου.

Ο πανάγαθος Θεός δηλαδή, και τους Αγγέλους και τους ανθρώπους τους έκανε αυτεξούσιους και τους χάρισε το λογικό, να έχουν γνώση και διάκριση· γι' αυτό, ως δίκαιος που είναι και αληθινός, δε θέλησε να τους αφαιρέσει το αυτεξούσιο και να τους εξουσιάζει με τη βία και χωρίς τη θέλησή τους. Αλλά εκείνους που θέλουν να είναι κάτω από την εξουσία και διακυβέρνησή Του, εκείνους ο Θεός και τους εξουσιάζει και τους κυβερνά· εκείνους πάλι που δε θέλουν, τους αφήνει να κάνουν το θέλημα τους, ως αυτεξούσιοι που είναι.

Για τούτο και τον Αδάμ που πλανήθηκε από τον αποστάτη διάβολο κι έγινε κι αυτός αποστάτης του Θεού και δε θέλησε να υπακούσει στην εντολή Του, τον άφησε ο Θεός στο αυτεξούσιό του και δε θέλησε να τον εξουσιάζει τυραννικά. Αλλά ο φθονερός διάβολος που τον πλάνησε εξαρχής, δεν έπαψε κι έπειτα να τον πλανά, ώσπου τον έκανε παρόμοιο στην αλογία με τα κτήνη τα ανόητα και ζούσε πλέον σαν ζώο άλογο και ανόητο. Μα ο πολυέλεος Θεός τον σπλαχνίστηκε τελικά κι έτσι χαμήλωσε τους ουρανούς και κατέβηκε στη γη κι έγινε άνθρωπος για τον άνθρωπο· και με το πανάχραντο αίμα Του τον λύτρωσε από τη δουλεία της αμαρτίας και δια μέσου του ιερού Ευαγγελίου τον οδήγησε πως να ζει θεάρεστα. Και, κατά τον Θεολόγο Ιωάννη, μας έδωσε εξουσία να γίνομε τέκνα Θεού2 και με το θειο βάπτισμα μας αναγέννησε και μας ανέπλασε και με τα άχραντά Του μυστήρια τρέφει καθημερινά την ψυχή μας και τη ζωογονεί.

Και μ' ένα λόγο, με την άκρα Του σοφία βρήκε τον τρόπο να μένει πάντοτε αχώριστος μ' εμάς κι εμείς με Αυτόν, για να μην έχει πλέον καθόλου τόπο σ' εμάς ο διάβολος. Ορισμένοι όμως από τους Χριστιανούς, ύστερα από τόσες χάριτες που αξιώθηκαν και υστέρα από τόσες ευεργεσίες που έλαβαν από τον Δεσπότη Χριστό, πλανήθηκαν πάλι από το διάβολο και εξαιτίας του κόσμου και της σάρκας ξεμάκρυναν από το Θεό και κατακυριεύονται από την αμαρτία και από το διάβολο κάνοντας τα θελήματά του.

Όμως δεν είναι τελείως αναίσθητοι ώστε να μην αισθάνονται το κακό που έπαθαν. Καταλαβαίνουν το σφάλμα τους και γνωρίζουν την υποδούλωσή τους, αλλά δεν μπορούν αυτοί μόνοι τους να γλυτώσουν και γι' αυτό προστρέχουν στο Θεό και φωνάζουν το «Κύριε ελέησον» για να τους ευσπλαχνιστεί ο πολυέλεος Κύριος και να τους ελεήσει, να τους δεχτεί σαν τον άσωτο υιό και να τους δώσει πάλι τη θεία χάρη Του και μέσω αυτής να γλυτώσουν από τη δουλεία της αμαρτίας, ν' απομακρυνθούν από τους δαίμονες και να λάβουν πάλι την ελευθερία τους, για να μπορέσουν με τον τρόπο αυτό να ζήσουν θεάρεστα και να φυλάξουν τις εντολές του Θεού.

Αυτοί λοιπόν οι Χριστιανοί που, όπως είπαμε, με τέτοιο σκοπό φωνάζουν το «Κύριε ελέησον», αυτοί θα επιτύχουν εξάπαντος και το έλεος του πανάγαθου Θεού και θα λάβουν τη χάρη Του να ελευθερωθούν από τη δουλεία της αμαρτίας και να σωθούν. Εκείνοι όμως που δεν έχουν είδηση από αυτά που είπαμε, μήτε γνωρίζουν τη συμφορά τους που είναι καταδουλωμένοι στα θελήματα της σάρκας και στα κοσμικά πράγματα, μήτε έχουν ευκαιρία να συλλογιστούν την υποδούλωση τους, αλλά χωρίς τέτοιο σκοπό φωνάζουν μόνο το «Κύριε ελέησον», περισσότερο από συνήθεια, αυτοί πως είναι δυνατό να λάβουν το έλεος του Θεού; Και μάλιστα τέτοιο θαυμάσιο και άπειρο έλεος;

Γιατί είναι καλύτερα να μη λάβουν το έλεος του Θεού, παρά να το λάβουν και πάλι να το χάσουν, επειδή τότε είναι διπλό το φταίξιμο τους. Άλλωστε, αν κανείς δώσει κανένα πετράδι πολύτιμο στα χέρια μικρού παιδιού ή κανενός αγροίκου άνθρωπου που να μην ξέρει τι αξίζει, και αυτοί το πάρουν στα χέρια τους και το χάσουν, είναι φανερό πως δεν το έχασαν εκείνοι αλλά αυτός που τους το έδωσε.

Και για να καταλάβεις καλύτερα τα λεγόμενα, συλλογίσου πως στον κόσμο τούτο εκείνος που είναι άπορος και φτωχός και θέλει να πάρει ελεημοσύνη από κάποιο πλούσιο, πηγαίνει και του λέει «ελέησον με», δηλαδή «λυπήσου με για τη φτώχεια μου και δος μου τα αναγκαία». Και πάλι, εκείνος που έχει χρέος και θέλει να του το χαρίσει ο δανειστής του, πηγαίνει και του λέει «ελέησόν με», δηλαδή «λυπήσου με για την ανέχειά μου και χάρισέ μου αυτό που σου χρωστώ». Όμοια και ο φταίχτης, θέλοντας να τον συγχωρήσει εκείνος στον οποίο έφταιξε, πηγαίνει και του λέει «ελέησόν με», δηλαδή «συγχώρεσέ με για ό,τι σου έκανα». Από την άλλη μεριά, ο αμαρτωλός φωνάζει στο Θεό το «Κύριε ελέησον» και δεν ξέρει μήτε τι λέει, μήτε γιατί το λέει, αλλά μήτε τι είναι το έλεος του Θεού που τον παρακαλεί να του το δώσει, μήτε σε τι τον συμφέρει το έλεος που ζητά, και μόνο από συνήθεια φωνάζει «Κύριε ελέησον», χωρίς να ξέρει τίποτε. Πως λοιπόν να του δώσει ο Θεός το έλεός Του, αφού αυτός, καθώς δεν το ξέρει, το καταφρονεί και πάλι το χάνει σύντομα και αμαρτάνει περισσότερο;

Το έλεος του Θεού δεν είναι άλλο, παρά η χάρη του Παναγίου Πνεύματος, την οποία πρέπει να ζητούμε από το Θεό εμείς οι αμαρτωλοί και να φωνάζομε ακατάπαυστα το «Κύριε ελέησον», δηλαδή «λυπήσου με, Κύριε μου, τον αμαρτωλό, στην ελεεινή κατάσταση που βρίσκομαι, και δέξου με πάλι στη χάρη Σου· δος μου πνεύμα δυνάμεως, για να με δυναμώσει ν' αντισταθώ στους πειρασμούς του διαβόλου και στην κακή συνήθεια της αμαρτίας· δος μου πνεύμα σωφρονισμού, για να σωφρονιστώ, να έρθω σε αίσθηση του εαυτού μου και να διορθωθώ· δος μου πνεύμα φόβου, για να σε φοβούμαι και να φυλάγω τις εντολές Σου· δος μου πνεύμα αγάπης για να σε αγαπώ και να μην απομακρύνομαι πλέον από κοντά Σου· δος μου πνεύμα ειρήνης, για να φυλάγει την ψυχή μου ειρηνική και να συγκεντρώνω όλους μου τους λογισμούς και να είμαι ήσυχος και ατάραχος· δος μου πνεύμα καθαρότητας, για να με φυλάγει καθαρό από κάθε μολυσμό· δος μου πνεύμα πραότητας, για να είμαι ήμερος στους αδελφούς μου Χριστιανούς και να απέχω από το θυμό· δος μου πνεύμα ταπεινοφροσύνης, για να μη φαντάζομαι τα υψηλά και υπερηφανεύομαι».

Εκείνος λοιπόν που γνωρίζει την ανάγκη που έχει από όλα αυτά και τα ζητά από τον πολυέλεο Θεό, φωνάζοντας το «Κύριε ελέησον», αυτός βεβαιότατα θα λάβει εκείνο που ζητά και θα επιτύχει το έλεος και τη θεία χάρη του Κυρίου. Όποιος όμως δεν ξέρει τίποτε από αυτά που είπαμε, αλλά από συνήθεια μόνο φωνάζει το «Κύριε ελέησον», αυτός δεν είναι δυνατό να λάβει ποτέ το έλεος του Θεού· γιατί και πρωτύτερα έλαβε πολλές χάριτες από το Θεό μα δεν τις αναγνώρισε, μήτε ευχαρίστησε το Θεό που του τις έδωσε.

Αυτός έλαβε το έλεος του Θεού όταν πλάστηκε κι έγινε άνθρωπος· έλαβε το έλεος του Θεού όταν αναπλάστηκε με το άγιο βάπτισμα κι έγινε ορθόδοξος Χριστιανός· έλαβε το έλεος του Θεού όταν γλύτωσε από τόσους κινδύνους ψυχικούς και σωματικούς που δοκίμασε στη ζωή του· έλαβε το έλεος του Θεού τόσες φορές που αξιώθηκε να κοινωνήσει τα άχραντα μυστήρια· έλαβε το έλεος του Θεού όσες φορές αμάρτησε στο Θεό και τον πίκρανε με τις αμαρτίες του και δεν εξολοθρεύτηκε, μήτε τιμωρήθηκε παιδαγωγικά όπως του έπρεπε· έλαβε το έλεος του Θεού όταν με διάφορους τρόπους ευεργετήθηκε από το Θεό και δεν το αναγνώρισε, αλλά όλα τα λησμόνησε και δε φρόντισε καθόλου για τη σωτηρία του.

Αυτός λοιπόν ο Χριστιανός πως να λάβει το έλεος του Θεού χωρίς να το αισθάνεται και χωρίς να γνωρίζει πως δέχεται τέτοια χάρη από το Θεό, καθώς είπαμε, μήτε να ξέρει τι λέει, αλλά να φωνάζει μόνο το «Κύριε ελέησον» χωρίς κανένα στόχο και σκοπό, εκτός από μόνη τη συνήθεια;

Αγνώστου μοναχού 

Πρέπει ὅλα νά συνοδεύωνται μέ τήν διηνεκῆ καί ἀδιάλειπτον νοεράν προσευχήν


ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ!


Ἡ ὑπακοή μετέχει ἀπό ὅλα· καί ὁ Χριστός σοῦ πλέκει στέφανον εἰς κάθε στιγμήν.

Ἀλλά διά νά ἀναπτύσσεται ὀ ἔσωθεν ἄνθρωπος, νά εὕρῃς εἰρήνην ἀπό τά πάθη, καί νά ἐξανθήσῃ ὁ καρπός τῆς ἀγαθῆς ἐργασίας σου, πρέπει ὅλα νά συνοδεύωνται μέ τήν διηνεκῆ καί ἀδιάλειπτον νοεράν προσευχήν.

Ὅπως ἐργάζεσαι λέγε διαρκῶς τήν εὐχήν ἤ μέ τό στόμα ἤ μέ τόν νοῦν.

Ὅταν τήν λέγῃς συνεχῶς μέ τό στόμα, κατόπιν τήν συνηθίζει ὀ νοῦς μέ τόν ἐνδιάθετον λόγον. Ἀκολούθως ὁ νοῦς τήν κατεβάζει εἰς τήν καρδίαν. Ἐκεῖ πλέον εἶναι ὁ κόπος καί τό ἔργον τῆς νήψεως. Νά κρατήσῃς ἐκεῖ διά βίας τόν νοῦν ἀσχημάτιστον, καθαρόν, προσέχοντα μόνον τήν ἀνακύκλησιν τῆς εὐχῆς διά τῆς εἰσπνοῦς καί τῆς ἐκπνοῆς ἐντός τῆς καρδίας. 

Τότε, μή προλαμβάνων ὁ νοῦς νά σχηματίσῃ λογισμόν μετεωρισμοῦ, καθαρίζει-χάριτι τῆς εὐχῆς-σύν τῷ χρόνῳ. Καί δέν εὐχαριστεῖται πλέον εἰς πονηράς ἐνθυμήσεις, μήτε θέλει να μένῃ τελείως ἀργός. Ἀλλά γίνεται ὄλος πυριφλεγής εἰς τήν ἐνθύμησιν τοῦ Θείου Ὀνόματος καί εἰς τήν ἀγάπην τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.

Λοιπόν, ἀδολέσχει, παιδί μου, εἰς τήν ἔνθεον αὐτήν κρυπτήν ἐργασίαν, καί γενήσεται Παράδεισος ἡ ψυχή σου, προτοῦ νά ἐξέλθῃ τοῦ σώματος. 


ΕΚΦΡΑΣΙΣ ΜΟΝΑΧΙΚΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ
Ἀνθολόγιο ἀποσπασμάτων ἐκ τοῦ βιβλίου
Γέρων Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής
ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ 


Ἕνα πονηματάκι θά γράψω εἰς τόν υἱόν μου...



Ὦ μεγαλεῖον οὐράνιον! Ὦ δόξα καί τιμή τοῦ ἀνθρώπου! Εἶναι πηλός ταπεινός, μά εἶναι καί πνοή θεϊκή! Θά ἔλθῃ στιγμή ὅπου θά ἀλλοιωθῇ. "Γῆ εἶ καί εἰς γῆν ἀπελεύσῃ". Θά πληρωθῇ τοῦ Δημιουργοῦ μας ὁ λόγος. Ἀλλά τό θεῖον ἐμφύσημα, ἡ θεία πνοή, τί θά γίνῃ; Ὅπως τό χῶμα θά πάῃ στό χῶμα, ἔτσι καί ἡ ψυχή, ὅπου εἶναι τό ἐμφύσημα τοῦ Θεοῦ, θά ἐπιστρέψῃ εἰς τόν Θεόν. Ναί, ἀλλά πῶς;Ὅταν ἐβγῆκε ἀπό τόν Θεόν ἦτον εὐώδης θεία πνοή, ἀλλά τώρα εἶναι αὐτή; Ὄχι, δέν εἶναι. Λοιπόν, τί θά γίνῃ; Χρεία καθαρισμοῦ. Τό δάκρυ, τό πένθος, ὁ πόνος, διότι ἐλύπησες τόν τόσο καλόν καί εὐεργέτην πατέρα Θεόν-ὅπου σέ ἐδόξασε τόσον ἐσέ τόν πηλόν, σοῦ ἐχάρισε τήν θεϊκήν Του πνοήν-αὐτά τῆς μετανοίας τά ἔργα μέ τήν χάριν Του θά σέ ἐξαγνίσουν. Λοιπόν κλαῦσον καί πένθησον νά σέ φέρῃ καί πάλιν εἰς τήν πρώτην κατάστασιν.

Καί ὅταν ἐσύ κλαίῃς μέ πόνον δριμύν τῆς ψυχῆς, διότη ἡμάρτηκας, διότι ἐλύπησες τόν Θεόν, μετά τόν κλαυθμόν σέ ἐπισκιάζει παράκλησις καί παρηγορία. Καί τότε ἀνοίγεται θύρα τῆς προσευχῆς.

Εἶδα ἐγώ ἄνθρωπον κλαίοντα ὅπου ἠθέλησε νά κρατήσῃ τά δάκρυα, ἐπειδή κάποιος ἔτυχε νά περάσῃ, καί δέν ἐδυνήθη νά τά κρατήσῃ. Διότι τρέχουν μέ τόσην ὁρμήν, ὡσάν νά τόν ἔχῃ πληγώσῃ κανείς θανασίμως.

Ἡ εὐχή μετά πόνου γεννάει τό πένθος. Τό πένθος φέρει τά δάκρυα. Τά δάκρυα πάλιν γεννοῦν καθαρωτέραν εὐχήν. Διότι τό δάκρυ ὡσάν μύρον εὐῶδες ἀποπλύνει τόν ρύπον καί καθαρίζεται ἡ πνοή τοῦ Θεοῦ· ὅπου ὡς εἶδος περιστερᾶς εἶναι κλεισμένη εἰς τά τέσσερα τείχη, ὡς ἐκ τῶν τεσσάρρων στοιχείων...Καί τότε, μόλις διαλυθοῦν καί πέσουν τά τείχη, εὐθύς πέταται ἡ περιστερά είς τόν Πατέρα ὅθεν ἐξῆλθεν.


ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ 
ΕΚΦΡΑΣΙΣ ΜΟΝΑΧΙΚΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ
Ἀνθολόγιο ἀποσπασμάτων ἐκ τοῦ βιβλίου 
Γέρων Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΞΒ΄ 


Καί δίδασκέ τους ὅλους νά προσεύχωνται, νά λέγουν ἀδιάλειπτα τήν "εὐχήν"..





Παρακαλῶ, στεῖλε μου τῆς Συνοδείας σου τά ὀνόματα, νά τά διαβάσω κἄν ἅπαξ εὐχόμενος.
Καί δίδασκέ τους ὅλους νά προσεύχωνται νοερῶς, νά λέγουν ἀδιάλειπτα τήν εὐχήν:

Κ ύ ρ ι ε    Ἰ η σ ο ῦ    Χ ρ ι σ τ έ   ἐ λ έ η σ ό ν    μ ε.

Εἰς τήν ἀρχήν μέ τά χείλη καί μέ τόν νοῦν. Ἔπειτα μέ τόν νοῦν καί μέ τήν καρδίαν. Καί θά εὔρουν συντόμως ὁδόν τῆς ζωῆς., θύραν τοῦ Παραδείσου· μᾶλλον αὐτήν ἡ εὐχή λεγομένη μέ πόθον θά γίνῃ ὡς Παράδεισος μέσα τους.

Ἡ καρδιακή προσευχή δέν φοβεῖται τήν πλάνην. Ἐκτός ἄν εἶναι κανείς ἐμπαθής καί ἀφ' ἑαυτοῦ πλανεμένος. Εἰς τήν καρδιακήν προσευχήν μόλις ἔμβῃ ὁ νοῦς εἰς τήν καρδίαν, εὐθύς ξεσκοτίζεται, εἰρηνεύει ἀμέσως, γαληνιᾷ· χαίρεται, γλυκαίνεται· σταματᾷ· καθαρίζεται. Εὐφραίνεται κάι γίνεται ὡσάν ἕνα μικρό παιδί καθαρόν ἀπό πάθη. Τά μέλη τοῦ σώματος ὅπου σκανδαλίζουν τόν ἄνθρωπον, τότε γίνονται ἥσυχα, ταπεινά, ὅπως τό χέρι, ἡ μύτη καί τά λοιπά τοῦ σώματος μέλη.

Δι' αὐτό, ὅποιος, θέλει ἄς δοκιμάζῃ αὐτό τό μέλι καί γίνεται μέσα του πηγή χαρᾶς, εὐφρσύνης.

Ἐκτός ἄν εἶναι κανείς πονηρός, ὑποκριτής, φθονερός, φιλάργυρος, φιλήδονος, φιλόδοξος, ἐμπαθής ἐν γένει. Καί θέλει νά εὔχεται καί νά παραμένῃ ἐκουσίως στά πάθη του· ἀμετανόητος, ἀδιόρθωτος. Αὐτός καταφρονεῖ ἐμφανῶς τῆς εὐχῆς τήν ἐνέργειαν καί τό ἔλεος τοῦ Κυρίου. Ἡ εὐχή βοηθεῖ ὅλους, ἀλλά πρέπει καθένας νά ἀγωνίζεται κατά δύναμιν. Ὁ δέ Θεός, κατά τήν προαίρεσιν, ἀναλόγως δίδει τήν χάριν Του.

Πᾶς εὐχόμενος καί μή μετανοῶν, ἤ ἡ εὐχή θά σταματήσῃ ἤ ὁ εὐχόμενος θά πλανεθῇ.



Πρό παντός αἱ γυναῖκες εὐκολώτερα προοδεύουν εἰς τήν εὐχήν, διά τήν αὐταπάρνησιν καί ὑπακοήν ὅπου δείχνουν εἰς τό πνευματιακόν τους ὁδηγόν. Ὅμως, ὅσον ταχέως προκόπτουν, τόσον εὐκόλως πλανῶνται, ἐάν βαδίζουν ἀστόχαστα καί χωρίς προσοχήν.

Δέν εἶναι μόνον νά εὔχεσαι, εἶναι καί νά προσέχῃς. Νά ἀγρυπνῇς εἰς τούς λογισμούς, νά τούς κυβερνᾷς μέ πολλήν δεξιοτεχνίαν. Ἀλλέως θά σέ κυβερνήσουν αὐτοί καί εἰς τό τέλος θά γίνῃςπερίγελως τῶν δαιμόνων.

Δέν εἶδα ἐγώ ψυχήν εὐχομένην νά προοδεύσῃ, χωρίς καθαράν ἐξαγόρευσιν τῶν κρυπτῶν λογισμῶν.

Θέλεις, παιδί μου, νά συντρίψῃς τήν κεφαλήν τοῦ Ὄφεως; Εἰπέ τούς λογισμούς σου καθαρά στήν ἐξομολόγησιν. Μέσα εἰς τήν πονηρίαν τῶν λογισμῶν στέκει ἡ δύναμις τοῦ Διαβόλου. Τούς κρατᾶς; Κρύπτεται. Τούς φέρνεις εἰς φῶς; Ἀφανίζεται. Καί τότε χαίρει ὁ Χριστός, προχωρεῖ ἡ εὐχή καί τό φῶς τῆς χάριτος θεραπεύει, ἡμερεύει τόν νοῦν, τήν καρδίαν σου.


Ἀνθολόγιο ἀποσπασμάτων ἐκ τοῦ βιβλίου
Γέρων Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΝΕ΄
ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ


ΚΑΙΟΜΕΝΗ ΒΑΤΟΣ

Εσπερινή ησυχία στην ερημιά του δάσους



Ω! Πόσον ευχαριστημένος ήμουνα, πόσον ήρεμος και ευτυχής, όταν επερνούσα το κατώφλι αυτής της μοναχικής καλύβας ή καλύτερα αυτού του τάφου! Σε μένα εφαινόταν σαν ένα μεγαλόπρεπο παλάτι με κάθε είδους ανάπαυσι και ευχαρίστηση.
Έτσι,με αντικειμενικό σκοπό να βοηθήσω τον αδελφό μου αυτόν και να κάνω, ό,τι θα περνούσε από το χέρι μου για να ενισχύσω την πίστι του, έβγαλα από το σακκίδιό μου την «Φιλοκαλία». Εγύρισα εις το 109ον κεφάλαιον, που γράφει «Περί ησυχίας» και του το εδιάβασα. Έβαλα όλα τα δυνατά μου να του αποδείξω πόσο ανωφελές και μάταιο πράγμα είναι η αποφυγή της αμαρτίας απλώς και μόνο για το φόβο των βασάνων της Κολάσεως.
Ένας ισχνός και μεσόκοπος χωρικός εβγήκε πίσω από ένα μεγάλο δένδρο. Μ' ερώτησε από πού έρχομαι αλλά κ' εγώ πράγματι πολύ ήθελα να μάθω γιατί μένει εκεί, κ' έτσι αρχίσαμε φιλική συζήτησι.Μ' επήρε μέσα εις την λασπωμένη καλύβα του και μου είπε ότι ήταν φύλακας εις το μέρος αυτό του δάσους που είχε πουληθή για υλοτομία.Μου έδωσε να φάγω ψωμί και αλάτι κι αρχίσαμε τη συζήτησι.
«Πόσο ζηλεύω», του είπα, «που μπορείς να είσαι μόνος και να ζης εδώ τόσο ήσυχα και δεν είσαι σαν και μένα που γυρίζω από τόπο σε τόπο και συναντώμαι με κάθε είδους ανθρώπους»!
«Μπορείς να μείνης και εσύ εδώ, αν θέλης» μου απήντησε. «Κοντά εδώ υπάρχει του παλιού φύλακος η καλύβα, και είναι μεν λίγο χαλασμένη, αλλά καλή να μείνης το καλοκαίρι αυτό. Πιστεύω πως έχεις διαβατήριο. Όσο για ψωμί θα έχουμε, γιατί μου φέρνουνε κάθε εβδομάδα αρκετό απ' το χωριό. Η πηγή αυτή εδώ έχει πάντα άφθονο νερό. Όσο για μένα, αδελφέ μου, τα τελευταία δέκα χρόνια δεν τρώγω τίποτε άλλο από ψωμί και δεν πίνω τίποτα άλλο από νερό.
«Έτσι έχουν τα πράγματα. Όταν έλθη το φθινόπωρο και οι χωρικοί τελειώσουν την εργασία τους εις την γη, τότε θα έλθουν διακόσιοι περίπου εργάται για να κόψουν όλο το τμήμα αυτό του δάσους. Τότε κ' εγώ θα φύγω από εδώ, αλλά κ' εσύ δεν θα μπορέσης να μείνης περισσότερο».
Όταν άκουσα όλα αυτά που μου είπε, θέλησα απ' τη χαρά μου να πέσω στα πόδια του και να τον ευχαριστήσω.Δεν ήξευρα πώς να ευχαριστήσω τον Θεό για την καλωσύνη του προς εμένα, θα περνούσα τέσσερεις μήνες εκεί μέχρι το φθινόπωρο, κ' έτσι εις την ησυχία και τη σιωπή, θα απελάμβανα την μελέτη της «Φιλοκαλίας», με σκοπό να μάθω περισσότερο την ασίγαστη προσευχή της καρδίας.
Συνωμίλησα ακόμη λίγο με αυτόν τον απλό αδελφό, που μου παρεχώρησε το καταφύγιο, κ' έμαθα την ιστορία της ζωής του και τις ιδέες του.
«Ήμουν καλός νοικοκύρης στο χωριό μου», μου είπε, «είχα ένα βαφείο υφασμάτων κ' εζούσα καλά, αν κι όχι δίχως αμαρτία.
Πολλές φορές απατούσα εις τις συναλλαγές τους συνανθρώπους μου, έπαιρνα ψεύτικους όρκους, έπινα κ' εφιλονικούσα. 
Εις το χωριό μου όμως εζούσε ένας αναγνώστης, που είχε ένα βιβλίο «Περί της μελλούσης Κρίσεως», εσυνήθιζε δε να πηγαίνη από σπίτι σε σπίτι και να διαβάζη εις επήκοον των οικογενειών, παίρνοντας και κάτι, σαν μικρό φιλοδώρημα. Ήλθε και σε μένα. Με λίγα χρήματα κ' ένα ποτήρι κρασί μπορούσε να σου διαβάση ολόκληρη νύκτα.
Εδιάβασε και για μένα κ' εγώ άκουγα καθώς εδούλευα. Μου έκαναν μεγάλη εντύπωση αυτά που άκουσα για το τι μας περιμένει εις την Κόλασι, για την αλλαγή του κόσμου αυτού, για την ανάστασι των νεκρών, για τις σάλπιγγες που θα ηχήσουν και για το πώς ο Χριστός θα κρίνη ζώντας και νεκρούς και θα ευλογήση τους καλούς και ενάρετους, θα στείλη δε τους φαύλους και κακούς εις «το πυρ το εξώτερον».»
Μια μέρα όπως άκουγα την ανάγνωσι, με κατέλαβε τρόμος μεγάλος και είπα με τον εαυτόν μου: Αλλοίμονο! Τι βασανιστήρια έχω να υποστώ! θα φροντίσω απ' εδώ και πέρα να εργασθώ για τη σωτηρία της ψυχής μου, ελπίζοντας ότι με την δύναμι της προσευχής θα αποφύγω τα αποτελέσματα της αμαρτίας. 
Εσκέφθηκα πολύ μ' αυτόν τον τρόπο, και τέλος άφησα την εργασία μου, επούλησα το σπίτι μου κι όπως ήμουν μόνος εις τον κόσμο, έπιασα δουλειά ως φύλακας δασών και το μόνο που παρεκάλεσα τις κοινοτικές αρχές για την αμοιβή μου, ήταν να μου δίνουν ψωμί, ρούχα και μερικές λαμπάδες για τις προσευχές μου. Έτσι δουλεύοντας, έχω περάσει πάνω από δέκα χρόνια τώρα. Τρώγω μια φορά την ημέρα ψωμί και πίνω μόνο νερό. Σηκώνομαι το πρωί σχεδόν νύκτα για τις πρωινές μου προσευχές κι ανάβω εμπρός εις τις εικόνες επτά λαμπάδες.»
Όταν κάνω κάθε μέρα τον συνηθισμένο γύρο, στο δάσος, φορώ σιδερένιες αλυσίδες εις το κορμί μου που έχουν βάρος είκοσι οκάδες. Ποτέ δεν γκρινιάζω, ποτέ δεν πίνω ποτό, ποτέ δεν μαλώνω με κανένα και δεν συναναστρέφομαι με γυναίκες καθόλου εις την ζωήν μου. Εις την αρχή η ζωή αυτή με ευχαριστούσε, αλλά τελευταία άλλες σκέψεις έχουν καταλάβει την ψυχή μου και δεν ημπορώ να απαλλαγώ απ' αυτές.Ο Θεός ηξεύρει αν θα μπορέσω να λειώσω τις αμαρτίες μου μ' αυτήν την σκληρή ασκητική ζωή που κάνω. 
Αλλά τώρα τελευταία, σκέπτομαι πολλές φορές, τάχα είναι αληθινό το κάθε τι που έγραφε το βιβλίο αυτό; Πώς είναι δυνατόν ένας νεκρός να αναστηθή, εάν μάλιστα είχε πεθάνει εδώ και διακόσια χρόνια πριν και δεν υπάρχει ούτε η σκόνη του; 
Ποιος ηξεύρει αν πραγματικά υπάρχει Κόλασις; 
Ποιος είναι δυνατόν να γνωρίζη τίποτε για τον άνθρωπο όταν αυτός πεθαίνη και αποσυντίθεται; Ίσως αυτό το βιβλίο το έγραψαν παπάδες και θεολόγοι για να φοβίσουν εμάς τους ανόητους φτωχούς και να μας κρατούν ήσυχους.
Ποιά βεβαιότητα, πώς ολα είναι όπως τα γράφει το βιβλίο αυτό, μπορεί να έχη κανείς που σαν εμένα υποθήκευσε τον εαυτό του για τίποτα, και κατεδίκασε μάταια κάθε ευχαρίστησι του κόσμου; Υπόθεσε ότι δεν υπάρχει άλλη ζωή απ' αυτήν. Δεν είναι, λοιπόν, καλύτερα να χαρή κανείς τούτη την ζωή του εδώ και να μη στενοχωρήται για τίποτα; 
Σκέψεις σαν τις παραπάνω συχνά με στενοχωρούν και δεν ηξεύρω αν καμμιά μέρα δεν γυρίσω πάλι εις την παλιά μου εργασία».
Τον άκουσα με συμπάθεια. Λένε μόνον ότι οι μορφωμένοι και οι ευφυείς σκέπτονται ελεύθερα και δεν πιστεύουν σε τίποτα. Αλλά να ένας της δικής μου τάξεως άνθρωπος, ένας απλός χωρικός, έγινε λεία παρόμοιας απιστίας.Η βασιλεία του σκότους ανοίγει τις πύλες της μπροστά στον κάθε ένα, ίσως δε μάλιστα εις τους απλούς επιτίθεται πολύ πιο εύκολα. Ώστε ο καθένας πρέπει να μάθη να είναι συνετός και να δυναμώνη την ψυχή του με την μελέτη του λόγου του Θεού, οσο μπορεί περισσότερο, εναντίον των εχθρών της ψυχής.
Έτσι με αντικειμενικό σκοπό να βοηθήσω τον αδελφό μου αυτόν και να κάνω, ό,τι θα περνούσε από το χέρι μου για να ενισχύσω την πίστι του, έβγαλα από το σακκίδιό μου την «Φιλοκαλία». 
Εγύρισα εις το 109ον κεφάλαιον, που γράφει «Περί ησυχίας» και του το εδιάβασα. Έβαλα όλα τα δυνατά μου να του αποδείξω πόσο ανωφελές και μάταιο πράγμα είναι η αποφυγή της αμαρτίας απλώς και μόνο για το φόβο των βασάνων της Κολάσεως.Του είπα ότι, η ψυχή είναι δυνατόν να ελευθερωθή από τις εφάμαρτες σκέψεις με την θέλησι, με την κυριαρχία επάνω εις το μυαλό μας και με την κάθαρσι της καρδιάς, και πώς αυτά μπορούν να γίνουν κατορθωτά με την εσωτερική προσευχή.
Πρόσθεσα ακόμη οτι σύμφωνα με όσα οι άγιοι Πατέρες λένε, όποιος πράττει καλές πράξεις απλώς και μόνο από φόβο να μη κολασθή, ακολουθεί το δρόμο της δουλείας, αυτός δε που αγαθοεργεί για να λάβη την ανταπόδοσι του Παραδείσου ακολουθεί τον δρόμο κάποιου παζαρέματος με τον Θεό.
Ο πρώτος ονομάζεται δούλος, ο δεύτερος μισθοφόρος.Αλλά ο Θεός θέλει όλους μας να έλθουμε προς Αυτόν σαν τα παιδιά εις τον πατέρα τους. Θέλει όλους μας να συμπεριφερώμεθα προς Αυτόν με τιμή, και από αγάπη προς Εκείνον, να εργαζώμεθα δε με ζήλο το θέλημά Του. 
Θέλει όλους μας να ευρίσκουμε την ευτυχία μας εις την ένωσι του εαυτού μας με Αυτόν, εις την ένωσι του νου και της καρδιάς μας με τον Σωτήρα μας.«Οσοδήποτε και αν αναλώσης τον εαυτόν σου με το να κακοποιής το σώμα σου», του είπα, «ποτέ δεν θα βρης την ειρήνη εις τον νουν σου με αυτόν τον τρόπο, και εάν έχης το Θεό μέσα εις τον νου σου και την ασίγαστη Προσευχή του Χριστού μέσα εις την καρδιά σου, θα κινδυνεύης κάθε στιγμή να πέσης εις την αμαρτία με την παραμικρότερη αφορμή. Άρχισε, αδελφέ μου, την εργασία να συνηθίσης να λες αδιάκοπα την Προσευχή του Ιησού Χριστού.Έχεις τόσο ωραία ευκαιρία να το κάνης αυτό εδώ σ' αυτό το μοναχικό μέρος, και σε λίγο χρονικό διάστημα θα κατορθώσης να κερδίσης την επιτυχία της. Δεν θα σε καταλάβουν πιά άθεες σκέψεις και η αληθινή πίστις και η αγάπη για τον Χριστό θα αποκαλυφθούν σε σένα. Θα καταλάβης τότε, με ποιόν τρόπο οι νεκροί θα αναστηθούν, και θα ιδής την Μέλλουσα Κρίσι εις το πραγματικό της φως.
Η Προσευχή αυτή θα σε κάνη να αισθάνεσαι τόσην ανακούφισι και τόσην ευλογία μέσ' στην καρδιά σου, ώστε και συ ο ίδιος θα απορήσης γι' αυτό και όλη η πορεία της ζωής σου δεν θα είναι πια ούτε θλιβερή ούτε βασανισμένη».Έπειτα προχώρησα για να του εξηγήσω, όπως καλύτερα μπορούσα, πώς να αρχίση και πώς να προχωρήση χωρίς διακοπή, με την Προσευχή του Ιησού Χριστού, και ακόμη, το πώς ο Λόγος του Θεού και τα συγγράμματα των αγίων Πατέρων, μάς διδάσκουν σχετικά με αυτή.
Συμφώνησε με όλα όσα του είπα, και αμέσως μου εφάνηκε οτι έγινε ηρεμώτερος.Τον άφησα έπειτα απ' αυτό, κ' εκλείστηκα εις την καλύβα που μου είχε δείξει.Ω! Πόσον ευχαριστημένος ήμουνα, πόσον ήρεμος και ευτυχής, όταν επερνούσε το κατώφλι αυτής της μοναχικής καλύβας ή καλύτερα αυτού του τάφου! Σε μένα εφαινόταν σαν ένα μεγαλόπρεπο παλάτι με κάθε είδους ανάπαυσι και ευχαρίστησι. Με δάκρυα εκστάσεως ευχαρίστησα τον Θεό και είπα εις τον εαυτό μου: Εδώ εις την ειρήνην αυτή και την ησυχία πρέπει να εργασθώ σοβαρά και να ικετεύσω τον Θεό να μου χαρίση φώτισι. Έτσι άρχισα το διάβασμα της «Φιλοκαλίας» πάλι, απ' την αρχή μέχρι το τέλος, με μεγάλη προσοχή.

Απόσπασμα από το βιβλίο,"Οι Περιπέτειες Ενός Προσκυνητή",
Εκδόσεις Παπαδημητρίου 1998.
Τίτλος, επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.

Η τέχνη της προσευχής



Όλη η τέχνη είναι αυτή ακριβώς. Είτε περπατάς είτε κάθεσαι, είτε στέκεσαι, είτε εργάζεσαι, είτε βρίσκεσαι στην εκκλησία, άσε τη προσευχή αυτή να γλιστρήσει από τα χείλη σου "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με" με τη προσευχή αυτή στην καρδιά σου θα βρεις εσωτερική ειρήνη και γαλήνη σώματος και ψυχής.

Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ

Ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή



Με άλλο τρόπο δεν μπορεί ο άνθρωπος να φυλάξει την πρώτη και μεγάλη εντολή, δηλαδή το «να αγαπήσεις Κύριον τον Θεό σου με όλη την καρδιά σου και με όλη τη ψυχή σου και με όλη τη δύναμή σου και με όλη τη διάνοιά σου», καθώς μας προστάξει ο Κύριος (Λουκ. 3, 27), παρά με το μέσον της νοεράς προσευχής.
Νοερά και καρδιακή προσευχή, κατά τους Αγίους Πατέρες που ονομάζονται Νηπτικοί, είναι κυρίως το να συμμαζεύει ο άνθρωπος το νου του μέσα στην καρδιά του, και χωρίς να λαλεί με το στόμα, αλλά μόνο με τον «ενδιάθετο λόγο», ο οποίος λαλείται μέσα στην καρδιά, να λέγει τη σύντομη αυτή και μονολόγιστη προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», κρατώντας και λίγο την αναπνοή… 
Έτσι μέσα στα ίδια τα βάθη της καρδιάς του επικαλείται το πανάγιο όνομα του Κυρίου, ζητεί με επιμονή το έλεός Του προσέχοντας αποκλειστικά και μόνο στα λόγια της προσευχής και τίποτε άλλο δεν δέχεται ούτε από μέσα ούτε απ’ έξω, διατηρώντας τη διάνοιά του εντελώς ασχημάτιστη, χωρίς καμία εικόνα. Την δε αφορμή και το περιεχόμενο αυτής της εργασίας την πήραν όσοι ασχολούνται μ’ αυτήν από την ίδια τη διδασκαλία του Κυρίου, ο οποίος σε κάποιο σημείο λέγει: «Η Βασιλεία του Θεού είναι μέσα μας» (Λουκ. 17, 21), και σε κάποιο άλλο: «Υποκριτή, καθάρισε πρώτα το εσωτερικό του ποτηριού και του πιάτου, για να γίνει και το εξωτερικό καθαρό» (Ματθ. 23, 26). Και ο Απόστολος Παύλος γράφει στους Εφεσίους: «γι’ αυτό γονατίζω, μπροστά στον Πατέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και παρακαλώ να ενισχύει πλουσιοπάροχα και δυναμικά με το Πνεύμα του, τον εσωτερικό σας άνθρωπο, να κατοικήσει ο Χριστός στις καρδιές σας με την πίστη» (Εφεσ. 3, 14).
Τί σαφέστερο θα μπορούσε να υπάρχει από αυτή τη μαρτυρία; Ότι τούτο είναι απαραίτητο, το διδάσκει το Πνεύμα το Άγιο σε κάθε ευσεβή και σε μύριες όσες άλλες σελίδες της Νέας Γραφής, όπως μπορούν να διαπιστώσουν όσοι τις ερευνούν προσεκτικά.
Από αυτή την πνευματική και επιστημονική εργασία, όταν συνοδεύεται από την όσο το δυνατόν ακριβέστερη πραγματοποίηση των αρετών, από την θέρμη που δημιουργείται στη καρδιά και από την πνευματική ενέργεια που ακολουθεί την επίκληση του Παναγίου ονόματος, καταστρέφονται τα πάθη ο νους και η καρδιά σιγά-σιγά καθαρίζονται και ενώνονται μεταξύ τους, οπότε οι σωστικές εντολές κατορθώνονται ευκολότερα… 
Και για να ειπώ με συντομία, με αυτόν τον τρόπο μπορούμε γρηγορότερα να επανέλθουμε στην τέλεια χάρη του Πνεύματος που μας δόθηκε στην αρχή, η οποία υπάρχει μέσα μας, αλλά σαν την σπίθα που κρύβεται στη στάχτη έχει καταχωθεί κι αυτή μέσα στα πάθη, και να την δούμε να λάμπει δυνατά και να φωτίζει το νου μας και στη συνέχεια να τελειωθούμε και να θεωθούμε με τον κατάλληλο τρόπο.
Εάν δε κάποτε μερικοί ξέφυγαν λίγο, τί το θαυμαστό; Αυτό το έπαθαν τις περισσότερες φορές από οίηση, όπως λέγει ο Σιναΐτης Γρηγόριος. Εγώ νομίζω ότι το κύριο αίτιο της παρεκτροπής τους είναι το ότι δεν ακολούθησαν με ακρίβεια τη διδασκαλία των Πατέρων για την εργασία αυτή· δεν ευθύνεται η ίδια η εργασία, για όνομα του Θεού.
Επειδή αυτή είναι αγία και με αυτήν παρακαλούμε να απαλλαγούμε από όλη την πλάνη· επειδή και η εντολή του Θεού η οποία οδηγεί στη ζωή, όπως λέει ο Παύλος, «βρέθηκε να κοστίσει σε μερικούς τον θάνατο, αυτό όμως δεν έγινε εξαιτίας της εντολής. Και πώς να γίνει, αφού αυτή είναι αγία και δίκαιη και αληθινή;» (Ρωμ. 7, 10-12). Αλλά έγινε εξαιτίας της μοχθηρίας εκείνων που την έπραξαν κάτω από την κυριαρχία της αμαρτίας. Τί λοιπόν να κάνουμε; 
Να καταδικάσουμε τη θεία εντολή για την αμαρτία μερικών; 
Και να παραμελήσουμε μία τέτοια σωτηριώδη εργασία εξαιτίας της παρεκκλίσεως μερικών; Με κανένα τρόπο. Ούτε εκείνη, ούτε αυτή. Αλλά μάλλον έχοντας θάρρος σ’ Εκείνον που είπε «Εγώ είμαι ο δρόμος, η αλήθεια και η ζωή» (Ιω. 14, 6) με πολλή ταπεινοφροσύνη και πενθική διάθεση ας επιχειρήσουμε το έργο. Γιατί όταν κάποιος είναι απαλλαγμένος από την οίηση και την ανθρωπαρέσκεια, ακόμη κι αν ολόκληρη η στρατιά των δαιμόνων συγκρουστεί μαζί του, ούτε να τον πλησιάσει δεν θα μπορέσει, σύμφωνα με τη διδασκαλία των Πατέρων.
Ο Ιησούς ας είναι το γλυκό μελέτημα της καρδίας σου· ο Ιησούς ας είναι το εντρύφημα της γλώσσας σου· ο Ιησούς ας είναι η αναπνοή σου· και ποτέ να μη χορταίνεις επικαλούμενος τον Ιησού. Διότι από αυτή τη συνεχή και γλυκύτατη μνήμη του Ιησού θα φυτευτούν, θα αυξηθούν και θα γίνουν μεγάλα δένδρα στη καρδιά σου οι τρεις μεγάλες εκείνες και θεολογικές αρετές: η πίστη, η ελπίδα και η αγάπη. Η ψυχή η οποία αγαπά τον Ιησού, επειδή ο Ιησούς είναι στους ουρανούς και δεν είναι ορατός, ώστε να τον βλέπει και να τον απολαμβάνει, με άλλο τρόπο δεν μπορεί να παρηγορεί την αγάπη της προς Αυτόν παρεκτός με την συνεχή ενθύμηση του αγίου Του ονόματος, με το να βοά πάντοτε με αγάπη και δάκρυα και πόνο καρδιάς: Ιησού μου, Ιησού μου αγαπημένε!

 Ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης
Απόσπασμα από το βιβλίο "Ο κόσμος της προσευχής", 
Εκδόσεις "ΚΑΛΑΜΟΣ"

http://www.alopsis.gr